Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

Τα έσχατα ερωτήματα του ανθρώπου

Ο Χώκινγκ συμπυκνώνει σε τρία τα έσχατα ερωτήματα του ανθρώπου:
 
-Γιατί υπάρχει κάτι αντί για τίποτε;
-Γιατί υπάρχουμε εμείς;
-Γιατί αυτό το σύνολo  των νόμων και όχι κάτι άλλο;
 
Είναι ενδιαφέρον ότι στον κατάλογο δεν περιλαμβάνεται το κατά πολλούς υπερσχατο ερώτημα: γιατί θέτουμε τα έσχατα ερωτήματα;
 
Με τον κίνδυνο να κατηγορηθώ ότι τολμώ να «ερμηνεύσω» τον Χώκινγκ, θα προτείνω ότι ο Χώκινγκ θεωρεί, όπως ασφαλώς και ο Ντώκινς, ότι αυτό το ερώτημα έχει απαντηθεί από την επιστήμη - τουλάχιστον σε ένα πρώτο και ουσιώδες επίπεδο: υπάγεται στην ίδια κατηγορία με το γιατί βλέπουμε, γιατί μιλούμε, γιατί σκεφτόμαστε, γιατί ερωτευόμαστε, γιατί θρησκευόμαστε, γιατί κάνουμε τέχνη. Πρόκειται για ένα συναρμολόγημα της εξελικτικής μας ιστορίας, για ένα προϊόν μιας φυσικής αιτιότητας που όμως δεν είναι στα άμεσα ενδιαφέροντα του Χώκινγκ, γι’ αυτό και το αντιπαρέρχεται. 
 
Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά μεταξύ του «πώς δουλεύει η φύση» και του «γιατί θέλουμε να μάθουμε πώς δουλεύει η φύση».
 
Και τα δύο έχουν ως υποκείμενο τον άνθρωπο, εκπορεύονται από αυτόν. Αλλά διαφέρουν ως προς το αντικείμενο.
 
Το αντικείμενο του πρώτου είναι ο υπαρκτός κόσμος, ο δε άνθρωπος αποκτά ενδιαφέρον από το γεγονός και μόνον ότι αποτελεί μέρος αυτού του κόσμου, αναμφίβολα ένα πολύ μικρό και περαστικό μέρος, μια κουκκίδα στην απεραντοσύνη του χωροχρόνου.
 
Το αντικείμενο του δεύτερου είναι ο άνθρωπος, ο δε λοιπός κόσμος αποκτά αξία και ενδιαφέρον από το γεγονός και μόνον ότι ο άνθρωπος βρίσκεται μέσα σε αυτόν - ένα μάλλον ενοχλητικό γεγονός για κάποιους, αφού το ταυτίζουν με την πτώση και την καθαίρεση.
 
Η διαφορά ως προς το αντικείμενο μεταφράζεται σε διαφορά ως προς την προσέγγιση. Το πρώτο ερώτημα αναφέρεται στην τέχνη της γνώσης, το δεύτερο στην τέχνη των ιδεών. Μπορούμε αν θέλουμε να ονομάσουμε και τα δύο ερωτήματα φιλοσοφικά, αλλά τότε θα πρέπει να δεχθούμε ότι ο Χώκινγκ έχει πλήρη επίγνωση του ότι κάνει φιλοσοφία.
 
Ο ίδιος θα αρκούνταν στο ότι είναι απλώς ένας τεχνίτης της γνώσης, μιας γνώσης που ξεπερνά τον κοινό άνθρωπο. Γι’ αυτό και τα συμπεράσματά του μας φαίνονται αδιανόητα, πέρα από τις αισθητήριες και νοητικές δυνάμεις μέσα στις οποίες μας έχει εγκλωβίσει η εξελικτική διαδικασία στην οποία οφείλουμε την ύπαρξή μας, έξω από) τις νόρμες μέσα στις οποίες είμαστε περιχαρακωμένοι από τη φύση μας - αυτές που σε προηγούμενες ενότητες έχουμε ονομάσει δαρβινικές πλάνες.
 
Αντίθετα, οι τεχνίτες των «καθαρών ιδεών» μοιάζουν πιο πολύ με τους καλλιτέχνες που δημιουργούν έναν θαυμαστό κόσμο χρωμάτων και ήχων, χωρίς να μπορούν να μας πουν τίποτε για τη φύση των χρωμάτων και των ήχων. Οφείλουμε να θαυμάζουμε την τέχνη τους για τον πλούτο των ιδεών και των συναισθημάτων που μας χάρισε. Όμως αυτό δεν μας εμποδίζει από το να συμφωνήσουμε ότι η επιμονή τους να έχουν λόγο σε θέματα ερμηνείας του κόσμου είχε μηδαμινό έως και αρνητικό αποτέλεσμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου