Τι είναι αναρχία;
1. Από άποψη γενικής αρχής, η πολιτική σημασία της έννοιας της ἀναρχίας έγκειται στο ότι καταλύεται η κοινωνική τάξη και διαλύεται η πολιτική κοινότητα/κοινωνία, δηλαδή η πόλις. Πώς όμως νοείται αυτή εδώ; Η τελευταία δεν αποτελεί απλώς μια εφήμερη κοινότητα των ανθρώπων, που προκύπτει με βάση κάποια σύμβαση, όπως υποστήριζαν οι Σοφιστές, αλλά προκύπτει κατά φυσική αναγκαιότητα:
«Κάθε πόλις συνιστά μια φυσική πραγματικότητα, καθώς το ίδιο ισχύει και για τις πρώτες μορφές κοινωνίας [=δηλ. τον οίκο και την κώμη]. Πράγματι, αυτή είναι ο σκοπός για εκείνες και η φύση είναι σκοπός»[1].
Η πόλις, κατά το Αριστοτελικό πνεύμα, είναι δημιούργημα της φύσης με το νόημα ότι εν πρώτοις οι άνθρωποι προορίζονται εκ φύσεως να συνυπάρχουν μέσα σε μια κοινότητα. Η τελευταία έτσι αποτελεί την φυσική τους εστία. Γιατί ο άνθρωπος διέπεται από μια τέτοια φυσική τάση;
«Επειδή δεν είναι μόνο πολιτικό ζώο, αλλά και οικονομικό … όπως και κοινωνικό σε σχέση με εκείνους που έχει φυσική συγγένεια»[2].
2. Ως τέτοιο ον, πολύπλευρα αναπτυσσόμενο, ο άνθρωπος βρίσκει την ολοκλήρωσή του, την ολοκληρωμένη του ανάπτυξη, μέσα στην πολιτική κοινότητα, στην πόλη. Η τελευταία λοιπόν συνιστά φυσική πραγματικότητα, κατά δεύτερον, με το νόημα ότι αποτελεί την τέλεια ανάπτυξη, στην οποία βρίσκουν το νόημα της ύπαρξής τους οι άνθρωποι· δηλαδή τους δημιουργεί όλες τις συνθήκες, ώστε να επιτυγχάνουν και οι ίδιοι την τέλεια ανάπτυξή τους.
3. Η τέλεια ανάπτυξη της πόλεως είναι το τέλος, ο τελικός σκοπός, που προσδιορίζει τη φύση της. Κάθε τέλος δεν είναι σκοπός, άρα δεν συνιστά τη φύση ενός πράγματος. Είναι σκοπός, άρα και η φύση του πράγματος, εδώ της πόλεως, της πολιτείας, όταν αυτό το τέλος, ως σκοπός, και η τελική του αιτία είναι το τέλειο, το άριστο[3]. Ο σκοπός της πόλεως και η τελική του αιτία είναι το άριστο[4]. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού το τέλος, δηλαδή ο σκοπός, της πολιτείας είναι το ύψιστο αγαθό, η ευδαιμονία.
4. Η πόλη, σύμφωνα με τα παραπάνω, δηλαδή ως φυσική πραγματικότητα, χαρακτηρίζεται από οντολογική προτεραιότητα έναντι του ανθρώπινου ατόμου, καθώς το τελευταίο δεν μπορεί να υπάρξει ως μοναχικό ον παρά μόνο ως κοινωνικό, πολιτικό κ.λπ., δηλαδή ως συστατικό, δομικό, οργανικό στοιχείο της πολιτικής κοινότητας. Μας λέει ο Αριστοτέλης πως εκείνος ο άνθρωπος που λόγω περιστάσεων βρεθεί εκτός πόλεως είναι ή θηρίο ή κάτι καλύτερο από άνθρωπος[5], ας πούμε θεός.
5. Η εύρυθμη συμβίωση, επομένως, των ανθρώπων και η αποφυγή της αναρχίας εξαρτάται, πριν απ’ όλα, από το πολίτευμα της πολιτείας, καθώς η αναρχία συνιστά μια πολιτική κατάπτωση, που προκαλούν τα ακραία εκάστοτε πολιτεύματα, τα αυταρχικά και συναφώς τα εκφυλισμένα καθεστώτα. Είναι σύνηθες φαινόμενο των εξουσιαστών αυτών των καθεστώτων, μας προειδοποιεί ο Αριστοτέλης,
«να δημιουργούν διάσταση ανάμεσα στο λαό και τους φίλους τους [=δηλαδή τους φίλους των κυβερνώντων] και να προκαλούν αναρχία και αναταραχές και αντιπαλότητες, αντιμαχίες μεταξύ τους. Και στην πραγματικότητα τι διαφέρει μια τέτοια κατάσταση από την προσωρινή κατάλυση της πολιτείας και τη διάλυση της πολιτικής κοινωνίας;»[6].
6. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αναρχίας από αυτό της δικής μας σημερινής κοινωνίας δεν θα μπορούσε να υπάρξει: η μαζική «δημοκρατία», σε πλανητικό επίπεδο, είναι ο πιο εκφυλισμένος τύπος της αυθεντικής δημοκρατίας, αυτής που ο Αριστοτέλης ονόμαζε πολιτεία. Εδώ έχουν ουσιωδώς καταλυθεί οι νόμοι, με το Αριστοτελικό νόημα της πνευματικής εσωτερίκευσης της έννοιας του δικαίου από κυβερνήτες και κυβερνωμένους και ανύψωσης της εν λόγω έννοιας σε ύψιστη αρχή λειτουργίας της πολιτικής κοινότητας. Ελλείψει συνεπώς αυτής της πνευματικότητας του Πολιτικού, ειδικά στο νεοφασιστικό, αυταρχικό και άκρως εκφυλισμένο αριστερο-ακροδεξιό καθεστώς της γαλάζιας μας χώρας, κυριαρχεί παντού η αναρχία.
7. Η αναρχία, συνεχίζει ο Αριστοτέλης, εκκινώντας από τις προαναφερθείσες μορφές εκδήλωσής της, μπορεί να πάρει και τη μορφή ενός άναρχου τρόπου ζωής ατόμων και ομάδων, ο οποίος στο τέλος αποβαίνει ο μέγιστος κίνδυνος κατάλυσης και αυτής τούτης της συνταγματικής πολιτείας. Και τούτο γιατί, ως τέτοιος άναρχος, πολεμοχαρής τρόπος, καθιδρύει την περιφρόνηση των νόμων και της συνταγματικής τάξης σε όλο το εύρος της πολιτείας[7].
---------------------
[1] Πολιτικά 1252b.
[2] Ηθικά Ευδήμεια 1242a.
[3] Φυσικά 194a25.
[4] Πολιτικά ό.π.
[5] Ό.π., 1253a.
[6] Ό.π., 1272b.
[7] Πολιτικά 1302b27 κ.εξ.
1. Από άποψη γενικής αρχής, η πολιτική σημασία της έννοιας της ἀναρχίας έγκειται στο ότι καταλύεται η κοινωνική τάξη και διαλύεται η πολιτική κοινότητα/κοινωνία, δηλαδή η πόλις. Πώς όμως νοείται αυτή εδώ; Η τελευταία δεν αποτελεί απλώς μια εφήμερη κοινότητα των ανθρώπων, που προκύπτει με βάση κάποια σύμβαση, όπως υποστήριζαν οι Σοφιστές, αλλά προκύπτει κατά φυσική αναγκαιότητα:
«Κάθε πόλις συνιστά μια φυσική πραγματικότητα, καθώς το ίδιο ισχύει και για τις πρώτες μορφές κοινωνίας [=δηλ. τον οίκο και την κώμη]. Πράγματι, αυτή είναι ο σκοπός για εκείνες και η φύση είναι σκοπός»[1].
Η πόλις, κατά το Αριστοτελικό πνεύμα, είναι δημιούργημα της φύσης με το νόημα ότι εν πρώτοις οι άνθρωποι προορίζονται εκ φύσεως να συνυπάρχουν μέσα σε μια κοινότητα. Η τελευταία έτσι αποτελεί την φυσική τους εστία. Γιατί ο άνθρωπος διέπεται από μια τέτοια φυσική τάση;
«Επειδή δεν είναι μόνο πολιτικό ζώο, αλλά και οικονομικό … όπως και κοινωνικό σε σχέση με εκείνους που έχει φυσική συγγένεια»[2].
2. Ως τέτοιο ον, πολύπλευρα αναπτυσσόμενο, ο άνθρωπος βρίσκει την ολοκλήρωσή του, την ολοκληρωμένη του ανάπτυξη, μέσα στην πολιτική κοινότητα, στην πόλη. Η τελευταία λοιπόν συνιστά φυσική πραγματικότητα, κατά δεύτερον, με το νόημα ότι αποτελεί την τέλεια ανάπτυξη, στην οποία βρίσκουν το νόημα της ύπαρξής τους οι άνθρωποι· δηλαδή τους δημιουργεί όλες τις συνθήκες, ώστε να επιτυγχάνουν και οι ίδιοι την τέλεια ανάπτυξή τους.
3. Η τέλεια ανάπτυξη της πόλεως είναι το τέλος, ο τελικός σκοπός, που προσδιορίζει τη φύση της. Κάθε τέλος δεν είναι σκοπός, άρα δεν συνιστά τη φύση ενός πράγματος. Είναι σκοπός, άρα και η φύση του πράγματος, εδώ της πόλεως, της πολιτείας, όταν αυτό το τέλος, ως σκοπός, και η τελική του αιτία είναι το τέλειο, το άριστο[3]. Ο σκοπός της πόλεως και η τελική του αιτία είναι το άριστο[4]. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού το τέλος, δηλαδή ο σκοπός, της πολιτείας είναι το ύψιστο αγαθό, η ευδαιμονία.
4. Η πόλη, σύμφωνα με τα παραπάνω, δηλαδή ως φυσική πραγματικότητα, χαρακτηρίζεται από οντολογική προτεραιότητα έναντι του ανθρώπινου ατόμου, καθώς το τελευταίο δεν μπορεί να υπάρξει ως μοναχικό ον παρά μόνο ως κοινωνικό, πολιτικό κ.λπ., δηλαδή ως συστατικό, δομικό, οργανικό στοιχείο της πολιτικής κοινότητας. Μας λέει ο Αριστοτέλης πως εκείνος ο άνθρωπος που λόγω περιστάσεων βρεθεί εκτός πόλεως είναι ή θηρίο ή κάτι καλύτερο από άνθρωπος[5], ας πούμε θεός.
5. Η εύρυθμη συμβίωση, επομένως, των ανθρώπων και η αποφυγή της αναρχίας εξαρτάται, πριν απ’ όλα, από το πολίτευμα της πολιτείας, καθώς η αναρχία συνιστά μια πολιτική κατάπτωση, που προκαλούν τα ακραία εκάστοτε πολιτεύματα, τα αυταρχικά και συναφώς τα εκφυλισμένα καθεστώτα. Είναι σύνηθες φαινόμενο των εξουσιαστών αυτών των καθεστώτων, μας προειδοποιεί ο Αριστοτέλης,
«να δημιουργούν διάσταση ανάμεσα στο λαό και τους φίλους τους [=δηλαδή τους φίλους των κυβερνώντων] και να προκαλούν αναρχία και αναταραχές και αντιπαλότητες, αντιμαχίες μεταξύ τους. Και στην πραγματικότητα τι διαφέρει μια τέτοια κατάσταση από την προσωρινή κατάλυση της πολιτείας και τη διάλυση της πολιτικής κοινωνίας;»[6].
6. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αναρχίας από αυτό της δικής μας σημερινής κοινωνίας δεν θα μπορούσε να υπάρξει: η μαζική «δημοκρατία», σε πλανητικό επίπεδο, είναι ο πιο εκφυλισμένος τύπος της αυθεντικής δημοκρατίας, αυτής που ο Αριστοτέλης ονόμαζε πολιτεία. Εδώ έχουν ουσιωδώς καταλυθεί οι νόμοι, με το Αριστοτελικό νόημα της πνευματικής εσωτερίκευσης της έννοιας του δικαίου από κυβερνήτες και κυβερνωμένους και ανύψωσης της εν λόγω έννοιας σε ύψιστη αρχή λειτουργίας της πολιτικής κοινότητας. Ελλείψει συνεπώς αυτής της πνευματικότητας του Πολιτικού, ειδικά στο νεοφασιστικό, αυταρχικό και άκρως εκφυλισμένο αριστερο-ακροδεξιό καθεστώς της γαλάζιας μας χώρας, κυριαρχεί παντού η αναρχία.
7. Η αναρχία, συνεχίζει ο Αριστοτέλης, εκκινώντας από τις προαναφερθείσες μορφές εκδήλωσής της, μπορεί να πάρει και τη μορφή ενός άναρχου τρόπου ζωής ατόμων και ομάδων, ο οποίος στο τέλος αποβαίνει ο μέγιστος κίνδυνος κατάλυσης και αυτής τούτης της συνταγματικής πολιτείας. Και τούτο γιατί, ως τέτοιος άναρχος, πολεμοχαρής τρόπος, καθιδρύει την περιφρόνηση των νόμων και της συνταγματικής τάξης σε όλο το εύρος της πολιτείας[7].
---------------------
[1] Πολιτικά 1252b.
[2] Ηθικά Ευδήμεια 1242a.
[3] Φυσικά 194a25.
[4] Πολιτικά ό.π.
[5] Ό.π., 1253a.
[6] Ό.π., 1272b.
[7] Πολιτικά 1302b27 κ.εξ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου