Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Το μαυσωλείο της Αλικαρνασσού: Η ανέγερση και η καταστροφή του.

Το μαυσωλείο της Αλικαρνασσού θεωρείται ένα τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Αυτό το μεγαλοπρεπές έργο χτίστηκε ως τάφος του Μαύσωλου και της γυναίκας του Αρτεμισίας.

 Ο Μαύσωλος, γιος του Εκατόμνω*, διαδέχθηκε τον πατέρα του ως ηγεμόνας και σατράπης της Καρίας το 376 π.Χ., και αφού κατόρθωσε να συγκεντρώσει στα χέρια του μεγάλο πλούτο και δύναμη, αποφάσισε να μεταφέρει την πρωτεύουσά του από τα Μύλασα, στο εσωτερικό της χώρας, στην ελληνική πόλη Αλικαρνασσό, που βρισκόταν στα παράλια και διέθετε αξιόλογο λιμάνι.

Συνέπεια της απόφασης αυτής ήταν να ξανασχεδιαστεί η Αλικαρνασσός με βάση ένα πολεοδομικό σχέδιο με οριζόντιους και κάθετους δρόμους, όμοιο με εκείνο που είχε εφαρμοστεί περίπου 50 χρόνια νωρίτερα στη Ρόδο.

Στο πιο περίοπτο σημείο της πόλης, περίπου στο κέντρο της, δημιουργήθηκε ένα μεγάλο τεχνητό ανάλημμα (242 m x 107 m), που δέσποζε επάνω από την αγορά. Εκεί, σύμφωνα με την απόφαση του Μαυσώλου, κατασκευάστηκε για τον ίδιο και την αδελφή και σύζυγό του Αρτεμισία ένα επιβλητικό ταφικό μνημείο ,που έμεινε γνωστό ως Μαυσωλείο και θεωρήθηκε ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου.

Σημασία δεν έχει μόνο το μέγεθος και η πολυτέλεια, αλλά και η θέση του κτηρίου. Η ίδρυση ενός ταφικού μνημείου στο κέντρο μιας πόλης έχει ιδιαίτερο συμβολισμό. Οι αρχαίοι έθαβαν τους νεκρούς τους έξω από τα τείχη. Μόνο τάφοι ηρώων μπορούσαν να βρίσκονται σε κεντρικά σημεία και ειδικότερα στην αγορά. Είναι επομένως σαφές ότι, με την κατασκευή του επιβλητικού ταφικού μνημείου του στο κέντρο της καινούργιας του πρωτεύουσας, ο Μαύσωλος επιδίωκε να αποκτήσει μετά τον θάνατό του ηρωικές τιμές.


Αναπαράσταση του Μαυσωλείου.

Υπολογίζεται ότι το ύψος του Μαυσωλείου ήταν 45 μέτρα και ήταν λευκού χρώματος. Οι Έλληνες αρχιτέκτονες, Σάτυρος και Πύθεος, το σχεδίασαν και άλλοι τέσσερις Έλληνες γλύπτες το φιλοτέχνησαν.

Σύμφωνα με τη μυθολογία, η δημιουργία του πιο πολυτελούς τάφου στην Αρχαιότητα, του Μαυσωλείου στην Αλικαρνασσό, συνδέεται με έναν βασιλικό έρωτα. Μετά τον ξαφνικό θάνατο του σατράπη Μαύσωλου της Καρίας, ενός κράτους στα παράλια της Μικράς Ασίας, η περίλυπη χήρα του, βασίλισσα Αρτεμισία, έχτισε ένα ταφικό μνημείο ως ένδειξη της αφοσίωσής της. Ακόμα και ο διόλου ρομαντικός συγγραφέας Πλίνιος ο Πρεσβύτερος συγκινήθηκε από την ιστορία: «Αυτός ο τάφος χτίστηκε για τον Μαύσωλο, τον βασιλιά της Καρίας, από τη σύζυγό του Αρτεμισία... [Οι μεγαλύτεροι] καλλιτέχνες [της περιοχής] εργάστηκαν τόσο σκληρά γι` αυτό το έργο, που συγκαταλέχθηκε στα επτά θαύματα... Η βασίλισσα πέθανε πριν από την αποπεράτωση του οικοδομήματος. Όμως, το έργο δεν εγκαταλείφθηκε, καθώς οι τεχνίτες το θεωρούσαν μνημείο της δικής τους δόξας και δεξιοτεχνίας...».

Η Αρτεμισία, που ήταν αδελφή και σύζυγος του Μαύσωλου, πέθανε το 351 π.Χ., μόνο δύο χρόνια μετά τον αδελφό και σύζυγό της, άρα η ανέγερση είχε αρχίσει αρκετόν καιρό πριν τον θάνατο του Μαύσωλου. Μια τόσο μεγάλη και περίτεχνη κατασκευή, όπως το Μαυσωλείο, με έναν εξαιρετικά πλούσιο γλυπτό διάκοσμο, οπωσδήποτε θα απαιτούσε πολύ καιρό για την ολοκλήρωσή του.
Οι λάρνακες με στάχτες του Μαύσωλου και της Αρτεμισίας τοποθετήθηκαν στον τάφο πριν ακόμη ολοκληρωθεί. Ως μορφή θυσίας και τελετουργίας μεγάλος αριθμός θυσιασμένων ζώων τοποθετήθηκαν στις σκάλες που οδηγούσαν στον τάφο, και στη συνέχεια οι σκάλες γέμισαν με πέτρες και μπάζα, σφραγίζοντας την πρόσβαση.

Το σχετικό απόσπασμα του Πλίνιου, που χρονολογείται στο 75 μ.Χ., είναι η πληρέστερη περιγραφή. Ο Ρωμαίος συγγραφέας τονίζει ότι για το Μαυσωλείο προσλήφθηκαν τουλάχιστον πέντε κορυφαίοι γλύπτες της Ελλάδας. Τέσσερις γλύπτες, που ο καθένας είχε αναλάβει και από μία όψη του Μαυσωλείου, συναγωνίζονταν για το ποιος θα φιλοτεχνήσει τα πιο όμορφα ανάγλυφα και γλυπτά :


Μαρμάρινο λιοντάρι από το μαυσωλείο της Αλικαρνασσού

«Ο Σκόπας είχε ανταγωνιστές στα ίδια χρόνια τον Βρύαξη και τον Τιμόθεο και τον Λεωχάρη, που πρέπει να τους αναφέρουμε μαζί, επειδή δούλεψαν από κοινού στα γλυπτά του Μαυσωλείου. Πρόκειται για τον τάφο που έφτιαξε για τον Μαύσωλο, τον ηγεμόνα της Καρίας που πέθανε το δεύτερο έτος της 107ης Ολυμπιάδας, η γυναίκα του Αρτεμισία. Το ότι το έργο αυτό συγκαταλέγεται ανάμεσα στα επτά θαύματα οφείλεται κυρίως σε αυτούς τους καλλιτέχνες. Το πλάτος του στα νότια και τα βόρεια είναι 63 πόδια, ενώ στα μέτωπα λίγο μικρότερο. Η περίμετρός του είναι συνολικά 440 πόδια, φτάνει σε ύψος τους 25 πήχεις, και περιβάλλεται από 36 κίονες. Την περίσταση των κιόνων οι Έλληνες την ονομάζουν πτερόν. Τα γλυπτά της ανατολικής πλευράς τα έκανε ο Σκόπας, της βόρειας ο Βρύαξις, της νότιας ο Τιμόθεος και της δυτικής ο Λεωχάρης. Πριν τελειώσουν, η βασίλισσα πέθανε. Ωστόσο, δεν σταμάτησαν και ολοκλήρωσαν το έργο, γιατί θεώρησαν ότι θα ήταν ένα μνημείο για την υστεροφημία τους και την τέχνη τους. Ως σήμερα δεν υπάρχει συμφωνία τίνος τα γλυπτά είναι τα καλύτερα. Υπήρχε και πέμπτος καλλιτέχνης. Διότι επάνω στο πτερόν στέκεται μια πυραμίδα ίση σε ύψος με την κάτω κατασκευή, η οποία με τις 24 βαθμίδες της καταλήγει στενεύοντας στην κορυφή του έργου. Στο ψηλότερο σημείο υπάρχει ένα μαρμάρινο τέθριππο, το οποίο κατασκεύασε ο Πύθις. Αν συνυπολογίσει κανείς αυτή την πυραμίδα ολόκληρο το οικοδόμημα φτάνει σε ύψος τα 140 πόδια.»


Κολοσσιαία αγάλματα που βρέθηκαν στον χώρο του Μαυσωλείου και πιθανόν αναπαριστούν τον Μαύσωλο και την γυναίκα του Αρτεμίσια.

Αν και είχε ολοκληρωθεί σχεδόν 20 χρόνια προτού ο Αλέξανδρος κατακτήσει την Αλικαρνασσό, η δημιουργική ανάμειξη αρχιτεκτονικών ρυθμών, που χαρακτηρίζει το Μαυσωλείο, αποτελεί πρόδρομο του εκλεπτικισμού της μεταγενέστερης ελληνιστικής περιόδου. Ζωντανό παράδειγμα γόνιμης πολιτισμικής σύνθεσης, οι κύριες επάλληλες «ζώνες» του μνημείου συνδύαζαν στοιχεία των πολιτισμών της Λυκίας, της Ελλάδας και της Αιγύπτου. Η βάση (πόδιον), το «κάτω μέρος» κατά τον Πλίνιο, είχε ύψος γύρω στα 18 μέτρα και ακολουθούσε τις παραδοσιακές αρχές της αρχιτεκτονικής ταφικών μνημείων της Λυκίας. Πάνω στη βάση στηριζόταν το «δεύτερο τμήμα», δηλαδή ένα περιστύλιο ιωνικού ρυθμού με 36 κίονες, ύψους 12 μέτρων. Η βαθμιδωτή πυραμιδοειδής στέγη αποτελούνταν από 24 μαρμάρινους αναβαθμούς, που κατέληγαν σε μια μικρή ορθογώνια βάση, ύψους 7 μέτρων. Το μαρμάρινο τέθριππο με τον ηνίοχο προσέθετε μερικά μέτρα ακόμα στο συνολικό ύψος.


Τμήμα μαρμάρινου Ίππου που έσερνε το άρμα
στην κορυφή του Μαυσωλείου.


Αν και ο Πλίνιος υπολογίζει σωστά το συνολικό ύψος, υποτιμά τις διαστάσεις της κάτοψης του κτιρίου (πιθανόν 36x30 μέτρα περίπου). Το μνημείο, που ήταν επενδυμένο με λευκό στιλπνό μάρμαρο, ήταν χτισμένο στη διασταύρωση των δύο κύριων οδών στο κέντρο της πόλης και υψωνόταν πολύ πιο πάνω από τα τείχη της Αλικαρνασσού. Με φόντο τους βραχώδεις λόφους και θέα στην καταγάλανη θάλασσα, το Μαυσωλείο είχε έναν αιθέριο χαρακτήρα.

Δεν ξέρουμε γιατί ο Μαύσωλος κατασκεύασε έναν τόσο περίτεχνο τάφο. Οι ιστορικοί υποθέτουν ότι επιθυμούσε να αφήσει μετά τον θάνατό του ένα μνημείο που θα πρόβαλλε τον ρόλο του ως ηγεμόνα της Αλικαρνασσού, που την έκανε ευημερούσα πόλη της ανατολικής Μεσογείου. Ως προς την αντοχή του στο χρόνο, το ταφικό αυτό μνημείο ξεπέρασε όλα τα άλλα θαύματα της Αρχαιότητας, πλην ενός, μέχρι που κατεδαφίστηκε από τους Ιωαννίτες ιππότες, 1.900 χρόνια μετά την ανέγερσή του.

Η εξαιρετική ποιότητα του γλυπτού διάκοσμου και η έξοχη ένταξή του στο οικοδόμημα καθιστούσαν το Μαυσωλείο θαυμαστό στα μάτια των επισκεπτών από τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Δυστυχώς, σχεδόν όλα τα θραύσματα που ανασύρθηκαν από τα ερείπια φέρουν μεγάλες φθορές και είναι σχετικά συνηθισμένα. Εξαιρούνται δύο εξαίσια αγάλματα, ενός άντρα και μιας γυναίκας. Η ανδρική μορφή, που είναι πιο καλοδιατηρημένη και κάποτε είχε λανθασμένα θεωρηθεί απεικόνιση του Μαύσωλου, συνδυάζει τη ρεαλιστική αποτύπωση των ανατομικών λεπτομερειών με την ευαίσθητη απόδοση της έκφρασης του προσώπου και του ψυχικού κόσμου του μοντέλου. Αν είχαν διασωθεί περισσότερα από τα εκατό και πλέον αγάλματα του τάφου -όλα υπερφυσικών διαστάσεων- το Μαυσωλείο θα ήταν ένας θησαυρός γλυπτών αριστουργημάτων.




Τμήματα από την ζωφόρο , που απεικονίζει μια μυθική μάχη ανάμεσα σε Έλληνες στρατιώτες και Αμαζόνες. Η ζωφόρος διασώθηκε, επειδή οι ντόπιοι τη χρησιμοποίησαν για να καλύψουν έναν αποχετευτικό αγωγό.

Αν και τον 13ο αιώνα το Μαυσωλείο καταστράφηκε από σεισμό, το μεγαλύτερο μέρος του οικοδομήματος δεν είχε καταρρεύσει ώς το 1522 μ.Χ., όταν διατάχθηκε η κατεδάφισή του. Ο πατήρ Σάββας του Καστιλιόνε, ένας χριστιανός μοναχός που ζούσε στη γειτονική Ρόδο, έγραφε ότι ο Μέγας Μάγιστρος του ιπποτικού τάγματος των Ιωαννιτών «όπως είναι φυσικό, διάκειται εχθρικά προς την Αρχαιότητα». Όπως και άλλοι σύγχρονοί τους, ο Μέγας Μάγιστρος και οι ιππότες του θεωρούσαν την ειδωλολατρική τέχνη επικίνδυνη για τη χριστιανική πίστη.

Οι Ιωαννίτες ιππότες, που χρειάζονταν δομικά υλικά για το κάστρο του Αγίου Πέτρου, κοντά στη μικρή πόλη Μποντρούμ, ώστε να αντιμετωπίσουν μια επικείμενη τουρκική επίθεση, αφαίρεσαν αρχιτεκτονικά μέλη του Μαυσωλείου, το οποίο στη συνέχεια καλύφθηκε από τη λάσπη που έφερε η βροχή. Ευτυχώς, μερικά γλυπτά ενσωματώθηκαν στα τοιχώματα του κάστρου ως διακοσμητικά, κι έτσι διασώθηκαν.

Πενήντα χρόνια αργότερα, ο Κλωντ Γκισάρ από τη Λυών περιέγραψε πώς οι ιππότες κονιορτοποίησαν τα γλυπτά και τα μετέτρεψαν σε ασβέστη. Ξήλωσαν πρώτα τα μαρμάρινα σκαλιά της στέγης, ώστε να αποκαλυφθεί το κεντρικό κτίσμα:

«Σύντομα διαπίστωσαν ότι όσο βαθύτερα πήγαιναν, τόσο μεγάλωνε το οικοδόμημα, παρέχοντάς τους πέτρωμα για την παρασκευή ασβέστου αλλά και για οικοδομικές εργασίες. Ύστερα από τέσσερις ή πέντε ημέρες, και αφού μέσα σε ένα απόγευμα είχαν αποκαλύψει μεγάλο χώρο, είδαν ένα άνοιγμα που οδηγούσε σε ένα υπόγειο. Πήραν ένα κερί και αφού πέρασαν μέσα από το άνοιγμα, βγήκαν σε μια ωραία τετράγωνη αίθουσα, με μαρμάρινους κίονες γύρω γύρω, με τις βάσεις, τα κιονόκρανα, το επιστύλιο, τη ζωφόρο και τα γείσα τους σκαλισμένα σε έκτυπο ανάγλυφο. Το διάστημα ανάμεσα στους κίονες κάλυπταν πλάκες και ταινίες από μάρμαρο σε διάφορα χρώματα, στολισμένα με χυτά στοιχεία και γλυπτά... και τοποθετημένα στο λευκό φόντο του τοίχου με ανάγλυφες σκηνές μάχης. Αφού στην αρχή θαύμασαν τα έργα και τη μοναδικότητα των γλυπτών, τα τεμάχισαν και τα έθραυσαν...».


Σήμερα στον χώρο μόνο μερικοί σκόρπιοι σπόνδυλοι από αυλακωτούς κίονες και λαξευμένες πέτρες μαρτυρούν την αλλοτινή ύπαρξη του Μαυσωλείου

Η ειρωνεία της τύχης θέλησε να πραγματοποιηθεί η τουρκική επίθεση στη Ρόδο και όχι στην Αλικαρνασσό. Σύντομα οι Ιωαννίτες ιππότες εγκατέλειψαν το προγεφύρωμά τους στη Μικρά Ασία, αφού όμως είχαν ισοπεδώσει αυτό το αρχαίο θαύμα.
--------------
Σημειώσεις : Εκάτομνος (4ος αι. π.Χ.). Ηγεμόνας της Καρίας, πατέρας του Μαυσώλου και της Αρτεμισίας της νεότερης. Αν και ήταν αρχηγός της μίας από τις δύο περσικές στρατιές στον Κυπριακό πόλεμο (394-385 π.Χ.), συμμάχησε κρυφά με τους Έλληνες, εναντίον του Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη ,και προσέφερε χρηματική βοήθεια στον Ευαγόρα Α’, ηγεμόνα της Κύπρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου