«…η τιμωρία δεν είναι αρκετή! Μόνον ο θάνατος μπορεί να καθαρίσει τον κόσμο από το μίασμα της παρουσίας τους!
Θεωρούν τους ναούς περιττούς, χαρακτηρίζουν την Εκκλησία μας ως Βαβυλώνα της Αποκαλύψεως, ονομάζουν τις καμπάνες σάλπιγγες του διαβόλου!
Θάνατος! Θάνατος στους αιρετικούς! Θάνατος στους άπιστους που δεν προσκυνούν!», κραύγαζε ο magister generalis, ο επικεφαλής του τάγματος των Δομινικανών, ο διαβόητος Τορκουεμάδα, υπογράφοντας το auto da fe για την καύση στην πυρά εκείνη την ημέρα 6.000 αιρετικών στην πόλη της Σαραγόσσα.
Σαραγόσσα
Η άγρια χαρά που διαγραφόταν στις γραμμές του προσώπου του και στην ένταση των κινήσεών του, πρόδιδε την αποφασιστικότητα και την μαχητικότητά του στον πόλεμο κατά των «Καθαρών» ή άλλων θρησκευτικά αντιφρονούντων. Οσμίζονταν ήδη στον αέρα την μυρωδιά της καμένης σάρκας, άκουγε τα ουρλιαχτά των αμετανόητων αιρετικών στις αίθουσες βασανιστηρίων, χαιρόταν που οι φλόγες της κολάσεως θα κατέτρωγαν σώματα και ψυχές.
Έστρεψε το βλέμμα προς το άγαλμα ζητώντας επιβεβαίωση και έπαινο για τον τρόπο δράσης του. Και στο πέτρινο πρόσωπο του αγάλματος του άγιου Δομίνικου, του ιδρυτή του Τάγματος και απηνή διώκτη αιρετικών, ο ιεροεξεταστής είδε την συγκατάνευση. Έπρεπε να τηρηθούν με κάθε τρόπο και μέσον οι αρχές που επέβαλλε το Τάγμα τους: υπεράσπιση της πίστεως, κήρυγμα για την σωτηρία των ψυχών, καταπολέμηση των αιρετικών.
Ο άγιος Δομίνικος, ο άγιος της Ρωμαϊκής Εκκλησίας γεννήθηκε στην Ισπανία το 1170.
Το 1202 ίδρυσε γυναικείο μοναχικό τάγμα που είχε σκοπό την διάδοση της παιδείας μεταξύ των γυναικών, όπως και την ίδρυση και συντήρηση σχολείων για νεαρά κορίτσια.
Το 1215 ίδρυσε και το ανδρικό μοναχικό Τάγμα των Δομινικανών με σκοπό το κήρυγμα για την σωτηρία των ψυχών, την υπεράσπιση της πίστεως, και την καταπολέμηση των αιρετικών. Με αυστηρά ήθη ζούσε μια υπερασκητική ζωή υποβάλλοντας τον εαυτό του σε υπερβολικές ασκήσεις και νοσηρές στερήσεις. Η πίστη του στην αλήθεια και το δίκαιο της Εκκλησίας ήταν τόσο σταθερή και ακλόνητη, ώστε τον παρέσυρε σε τρομερούς διωγμούς αιρετικών. Έτσι, το 1208 ήλθε στην νότια Γαλλία προς καταδίωξη των Αλβιγίων, ενώ το Τάγμα του αναλάμβανε την Ιερά Εξέταση. Πέθανε στις 6 Αυγούστου του 1221 και στις 13 Ιουλίου του 1234 ανακηρύχθηκε άγιος από την Δυτική Εκκλησία.
Το Τάγμα των Δομινικανών που ιδρύθηκε το 1215, αναγνωρίστηκε από τον Πάπα Ονώριο Γ΄ το 1217 και έκτοτε έδρασε με μεγάλο ζήλο για την επίτευξη των σκοπών του. Επικεφαλής του Τάγματος ήταν ο magister generalis που είχε ευρύτατη εξουσία πάνω σε όλους τους μοναχούς που όφειλαν σε αυτόν απόλυτη υπακοή.
Η εκλογή του γινόταν από την γενική συνέλευση του Τάγματος και επικυρώνονταν από τον Πάπα, από τον οποίο λάμβανε τον τίτλο του sacri palatii. Ο εκλεγμένος διατηρούσε ισόβια το αξίωμά του. Μαζί του υπήρχαν και οι βοηθοί, οι socii, που συνεργάζονταν για την διοίκηση του Τάγματος. Των επαρχιακών Ταγμάτων προΐστατο ο prior provincialis που εκλεγόταν ανά τετραετία, σε κάθε δε μοναστήρι προΐστατο ο prior.
Το Τάγμα των Δομινικανών συνδέεται αναμφίβολα με αυτό των Φραγκισκανών, η δε ακτημοσύνη που δέχονταν οι Δομινικανοί προήλθε βέβαια από την επίδραση του Τάγματος των Φραγκισκανών, αδιάφορα αν ο Φραγκίσκος την θεωρούσε ως μέσον σωτηρίας και ο Δομίνικος ότι παρέχει μεγαλύτερη ελευθερία δράσεως.
Από νωρίς όμως αναπτύχθηκε αντιζηλία μεταξύ των Ταγμάτων που κατέληξε σε έχθρα, αφού μάλιστα εκδηλώθηκε και αντίθεση και στην διδασκαλία, των μεν Δομινικανών να ακολουθούν των Θωμά Ακινάτη που ανήκε στο Τάγμα τους, των δε Φραγκισκανών να ακολουθούν τον Ντουνς Σκώτο που ανήκε στο δικό τους Τάγμα.
Οι διαφορές μεταξύ των δύο Ταγμάτων υπήρξαν μεγάλες και ουσιαστικές. Οι Δομινικανοί τόνιζαν την γνώση, οι Φραγκισκανοί την πράξη και το ήθος. Οι πρώτοι έκλιναν προς τον Αριστοτέλη, οι δεύτεροι προς τον Πλάτωνα. Στην σχέση της θείας χάριτος οι Δομινικανοί έκλιναν προς τον Αυγουστίνο, οι Φραγκισκανοί προς τον Πελάγιο. Το θέμα όμως που όξυνε τα μέγιστα την έχθρα μεταξύ των δυο Ταγμάτων, ήταν το ζήτημα της άσπιλης σύλληψης της Θεοτόκου, που το καταπολεμούσαν οι Δομινικανοί και που υποστήριζαν οι Φραγκισκανοί, οι οποίοι είχαν βρει θερμούς υποστηρικτές στο ζήτημα αυτό τους Ιησουΐτες, που σε μέγιστο βαθμό ήσαν εχθρικοί προς τους Δομινικανούς.
Καθαροί (Puritani)
Από τον 3ο μέχρι και τον 13ο αιώνα αναφέρονται από την Εκκλησιαστική Ιστορία με το όνομα «Καθαροί» διάφορα συμπλέγματα σχισματικών και αιρετικών που τάραξαν με πολλούς τρόπους το εκκλησιαστικό κατεστημένο, και έφεραν τα ονόματα των Νοβατιανών, Αθιγγάνων, Καθαρών, Αλβιγίων. Οι Καθαροί παραδέχονταν τον απόλυτο ή σχετικό δυασμό βάσει του οποίου, απέναντι στον Θεό της Καινής Διαθήκης υπάρχει ο πονηρός της Παλαιάς, ο οποίος κατά την διάρκεια της δημιουργίας του ορατού κόσμου άρπαξε μέρος των ουράνιων ψυχών και τις ενέκλεισε σε γήινα σώματα, για την σωτηρία των οποίων εστάλη άνωθεν ο ουράνιος άνθρωπος Ιησούς εν σώματι. Απορρίπτοντας την Παλαιά Διαθήκη, απέβαλλαν τον γάμο ως κώλυμα χριστιανικής τελειότητας, περιφρονούσαν τα μυστήρια της Εκκλησίας, αρνούνταν την θεία λατρεία, την προσκύνηση του σταυρού και των εικόνων, και απέδιδαν μεγάλη σημασία στις νηστείες και τις προσευχές.
Η κοινότητά τους αποτελείτο από εκλεκτούς και κατηχούμενους, η μετάβαση δε στην τάξη των τελείων γινόταν με βάπτισμα από πνευματικό, δηλαδή δι επιθέσεως των χειρών των πρεσβυτέρων ή εκλεκτών και του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου.
Αποδεχόμενοι την διδασκαλία απείχαν του γάμου, του κρέατος και την επικοινωνία με άλλους ανθρώπους. Σφοδρά τους πολέμησε ο πάπας Αλέξανδρος Γ΄ και ο Ιννοκέντιος Γ΄ που ξεκίνησε πραγματική σταυροφορία το 1209, κατά την διάρκεια της οποίας χύθηκε από φανατισμό και μανία πολύ αίμα αθώων. Επειδή τα μέτρα κατά των Αλβιγίων δεν εφαρμόζονταν παντού με την ίδια αυστηρότητα, ο Γρηγόριος Θ΄ το 1232 τα περί Αλβιγίων ανέθεσε στην Ιερά Εξέταση.
Θωμάς Τουρκοεμάδα
Ιερά Εξέταση ( Inquisitio)
Όταν ο χριστιανισμός έγινε θρησκεία του κράτους, η Δυτική Εκκλησία πρόσθεσε στις εκκλησιαστικές τιμωρίες και πολιτικές, με την αίρεση θεωρούμενη ως κακούργημα κατά της πολιτείας. Η Ιερά Εξέταση δημιουργήθηκε για να καταπολεμήσει τις εθνικές, φυλετικές και θρησκευτικές μειονότητες, που η Εκκλησία της Ρώμης και οι ηγεμόνες της Ευρώπης θεωρούσαν επικίνδυνες για τις εξουσίες τους, δηλαδή την κοσμική και την εκκλησιαστική. Η Εκκλησία χαρακτήριζε αιρετικούς όσους είχαν διαφορετική αντίληψη του κόσμου, και χαρακτήριζε αιρέσεις κάθε κίνημα, ιδεολογία ή αντίληψη που αμφισβητούσε την εξουσία ή απειλούσε τα υλικά συμφέροντα και τις φιλοδοξίες του κλήρου. Ο πλήρης τίτλος της Ιεράς Εξετάσεως είναι Inquisitio haereticae pravitatis που σημαίνει Εξέταση της αιρετικής διαστροφής.
Η Ιερά Εξέταση καθιερώνεται θεωρητικά με την Σύνοδο του Λατερανού το 1139. Πεντακόσιοι περίπου αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι αποφασίζουν την κατάργηση της θεοκρισίας, εγκαινιάζοντας έτσι την χρήση βασανιστηρίων, και την ανάθεση στην κοσμική εξουσία του διωγμού των αιρετικών. Το 1199 ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ έστειλε στις περιφέρειες των αιρετικών μοναχούς με ευρεία πληρεξουσιότητα δράσης, στους οποίους οι πολιτικές αρχές παρείχαν την συνδρομή τους.
Η Σύνοδος του Λατερανού ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τον θεσμό της Ιεράς Εξετάσεως με τον διορισμό επίσημων καταδοτών σε κάθε επισκοπή. Η παπική βούλα του 1219 καλούσε τους πιστούς να φανούν ανελέητοι απέναντι στους αιρετικούς. «Καθένας από εσάς πρέπει να ζωστεί το σπαθί, να μην λυπηθεί ούτε αδελφό, ούτε τον πιο στενό του συγγενή.»
Το 1233 ο πάπας Γρηγόριος Θ΄ θα αναθέσει το «μονοπώλιο» του αφανισμού των αιρετικών στο Τάγμα των Δομινικανών, που έγινε ίδρυμα άμεσα εξαρτώμενο από τον παπικό θρόνο. Τότε ακριβώς κωδικοποιήθηκαν οι ανακριτικές μέθοδοι για την απόσπαση ομολογιών και αποκηρύξεων. Τότε συντάχθηκαν οι πρακτικοί οδηγοί βασανιστηρίων και κατάλογοι εργαλείων για πρόκληση σωματικού πόνου και ψυχικού μαρτυρίου. Ο ύποπτος αιρετικός φυλακιζόταν και βασανιζόταν σε αίθουσες ειδικά διαμορφωμένες και εξοπλισμένες με όργανα και μηχανισμούς βασανισμού. Η δίκη γινόταν κεκλεισμένων των θυρών, απαγορευόταν η υπεράσπιση, η προφορική απολογία και οποιαδήποτε δημοσιότητα. Οι μάρτυρες κατηγορίας δεν αποκαλύπτονταν ποτέ, καθιερώνοντας έτσι την ασυδοσία του καταδότη και την ατιμωρησία του συκοφάντη. Όποιος αιρετικός δήλωνε παραίτηση από τις αιρετικές ιδεολογίες του, δεχόταν την τιμωρία μόνο εκκλησιαστικά με διάφορους τρόπους, π.χ. καταδικασμένος να πηγαίνει την Κυριακή στην εκκλησία φορώντας ιδιαίτερο ρούχο και να μαστιγώνεται στην γυμνή του πλάτη από τους ιερείς. Σ΄ αυτούς που επέμεναν των αιρετικών τους θέσεων, επιβάλλονταν και πολιτικές ποινές όπως φυλάκιση, δήμευση περιουσίας, δημόσια μαστίγωση και θάνατος στην πυρά.
Η δομή του μεσαιωνικού κόσμου είναι απλή και ξεκάθαρη: στον ουρανό ο θεός και στην γη οι αντιπρόσωποί του, δηλαδή ο πάπας και η ηγεμόνας. Ο σταυρός και το ξίφος σε ιερή συμμαχία που διασφαλίζουν την ισορροπία και την αρμονία στον κόσμο. Όποιος τις αμφισβητεί διαπράττει βαρύ έγκλημα, γι΄ αυτό και πρέπει να πεθάνει. Εγκλήματα κατά της επουράνιας αρχής είναι η αίρεση, η ιεροσυλία και η βλασφημία. Κατά της εγκόσμιας αρχής είναι η επανάσταση, η ανταρσία, η ανυπακοή.
Η ποινή για το έγκλημα της αίρεσης είναι η πυρά, που σκόρπιζε τρόμο σ΄ ολόκληρη την Ευρώπη από τον 13ο έως τον 17ο αιώνα. Η πιο βάρβαρη εφαρμογή συνηθιζόταν στην Ολλανδία, όπου το θύμα καιγόταν δεμένο σε στύλο με αλυσίδα στην μέση, στα χέρια και στον λαιμό, ή καθισμένος σε σκαμνί ανάμεσα σε φρύγανα και άλλα εύφλεκτα υλικά, ή δενόταν πάνω σε ξύλινη σκάλα μπροστά στην πυρά και ριχνόταν στις φλόγες. Η πτώση, όπως αφηγούνται αυτόπτες μάρτυρες συνοδευόταν από το φρικτό ουρλιαχτό του μελλοθάνατου. Μερικές φορές κρεμούσαν στον λαιμό του κατάδικου ένα σακουλάκι γεμάτο μπαρούτη. Στην Βέρνη έκαψαν το 1482 ομοφυλόφιλους και κτηνοβάτες μαζί με τα ζώα. Τα πτώματα των καταδίκων αποτεφρώθηκαν εντελώς και η στάχτη σκορπίστηκε στον αέρα. Η θανάτωση στην πυρά είχε καθαρτήρια σημασία ως απαλλαγή της κοινότητας από το μίασμα.
Ο αρχηγός της θρησκείας της αγάπης, Τζεσουά-Ιησούς, θανατώνει ειδωλολάτρες, αιρετικούς και εθνικούς. (Μονή τιμίου Προδρόμου Σερρών)
BYZANTIO
Η πυρά, τα βασανιστήρια και οι ακρωτηριασμοί ύστερα από την περίφημη βούλα του Ιννοκέντιου Δ΄ ad extirpanda για το ξερίζωμα των αιρέσεων, δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά. Αιώνες πριν στο Βυζάντιο είχε οργανωθεί, επί Ιουστινιανού, ειδική κρατική υπηρεσία με αποστολή την ανακάλυψη και εξόντωση των αιρετικών, με την συγκατάθεση των Πατέρων της Εκκλησίας. Ο επικεφαλής αυτής της υπηρεσίας, της πρώτης στον χριστιανικό κόσμο, που υπήρξε εγκληματική όσο και η μεσαιωνική Ιερά Εξέταση, ονομαζόταν κοιαίστωρ, από το λατινικό quaestor δηλαδή εξεταστής, ανακριτής. Όπως αργότερα οι ιεροεξεταστές στη Δύση, οι Βυζαντινοί κοιαίστορες φυλάκιζαν, βασάνιζαν και θανάτωναν υπόπτους χωρίς διατύπωση κατηγορίας, χωρίς μάρτυρες, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία και φυσικά χωρίς δίκη. Ήταν μια μέθοδος αφανισμού των ανυπάκουων και συγχρόνως επιχείρηση κερδοσκοπίας, αφού η καταδίκη του αιρετικού σήμαινε και δήμευση της περιουσίας του.
Το Βυζάντιο είχε το προβάδισμα στο κάψιμο των αιρετικών και των «μάγων», που αποτελούσε σκηνές οικείες στην καθημερινή ζωή των Βυζαντινών. Την αυταρχική, ανεξέλεγκτη και αιματηρή δράση των Βυζαντινών ιεροεξεταστών αποκαλύπτει ο Προκόπιος στην «Μυστική Ιστορία» του, και περιγράφουν η Άννα Κομνηνή, ο Κεδρηνός, ο Μανασσής, ο Ιωάννης Μαλάλας, ο Ιωάννης Ζωναράς, και ο Νικήτας Χωνιάτης στην «Χρονογραφία» του.
Ο Θωμάς Τορκουεμάδα, ο διάσημος ιεροεξεταστής, γεννήθηκε στο Βιλλαδολίβο της Ισπανίας και κατατάχθηκε από τη νεαρή του ηλικία στο τάγμα των Δομινικανών μοναχών. Διακρίθηκε για την μόρφωση και την αυστηρότητά του. Όταν με την βούλα του Πάπα στις 31 Ιανουαρίου 1482 έγιναν διάφορες μεταρρυθμίσεις για τον τρόπο διορισμού των ιεροεξεταστών, ο Τορκουεμάδα εξελέγη μαζί με άλλους επτά δομινικανούς. Διακρίθηκε όμως πολύ γρήγορα, και τον επόμενο χρόνο προήχθη σε γενικό ιεροεξεταστή της Ισπανίας. Χαρακτηρίστηκε και έμεινε στην ιστορία ως «το ξίφος του στέμματος».
Θεωρούν τους ναούς περιττούς, χαρακτηρίζουν την Εκκλησία μας ως Βαβυλώνα της Αποκαλύψεως, ονομάζουν τις καμπάνες σάλπιγγες του διαβόλου!
Θάνατος! Θάνατος στους αιρετικούς! Θάνατος στους άπιστους που δεν προσκυνούν!», κραύγαζε ο magister generalis, ο επικεφαλής του τάγματος των Δομινικανών, ο διαβόητος Τορκουεμάδα, υπογράφοντας το auto da fe για την καύση στην πυρά εκείνη την ημέρα 6.000 αιρετικών στην πόλη της Σαραγόσσα.
Σαραγόσσα
Η άγρια χαρά που διαγραφόταν στις γραμμές του προσώπου του και στην ένταση των κινήσεών του, πρόδιδε την αποφασιστικότητα και την μαχητικότητά του στον πόλεμο κατά των «Καθαρών» ή άλλων θρησκευτικά αντιφρονούντων. Οσμίζονταν ήδη στον αέρα την μυρωδιά της καμένης σάρκας, άκουγε τα ουρλιαχτά των αμετανόητων αιρετικών στις αίθουσες βασανιστηρίων, χαιρόταν που οι φλόγες της κολάσεως θα κατέτρωγαν σώματα και ψυχές.
Έστρεψε το βλέμμα προς το άγαλμα ζητώντας επιβεβαίωση και έπαινο για τον τρόπο δράσης του. Και στο πέτρινο πρόσωπο του αγάλματος του άγιου Δομίνικου, του ιδρυτή του Τάγματος και απηνή διώκτη αιρετικών, ο ιεροεξεταστής είδε την συγκατάνευση. Έπρεπε να τηρηθούν με κάθε τρόπο και μέσον οι αρχές που επέβαλλε το Τάγμα τους: υπεράσπιση της πίστεως, κήρυγμα για την σωτηρία των ψυχών, καταπολέμηση των αιρετικών.
Ο άγιος Δομίνικος, ο άγιος της Ρωμαϊκής Εκκλησίας γεννήθηκε στην Ισπανία το 1170.
Το 1202 ίδρυσε γυναικείο μοναχικό τάγμα που είχε σκοπό την διάδοση της παιδείας μεταξύ των γυναικών, όπως και την ίδρυση και συντήρηση σχολείων για νεαρά κορίτσια.
Το 1215 ίδρυσε και το ανδρικό μοναχικό Τάγμα των Δομινικανών με σκοπό το κήρυγμα για την σωτηρία των ψυχών, την υπεράσπιση της πίστεως, και την καταπολέμηση των αιρετικών. Με αυστηρά ήθη ζούσε μια υπερασκητική ζωή υποβάλλοντας τον εαυτό του σε υπερβολικές ασκήσεις και νοσηρές στερήσεις. Η πίστη του στην αλήθεια και το δίκαιο της Εκκλησίας ήταν τόσο σταθερή και ακλόνητη, ώστε τον παρέσυρε σε τρομερούς διωγμούς αιρετικών. Έτσι, το 1208 ήλθε στην νότια Γαλλία προς καταδίωξη των Αλβιγίων, ενώ το Τάγμα του αναλάμβανε την Ιερά Εξέταση. Πέθανε στις 6 Αυγούστου του 1221 και στις 13 Ιουλίου του 1234 ανακηρύχθηκε άγιος από την Δυτική Εκκλησία.
Το Τάγμα των Δομινικανών που ιδρύθηκε το 1215, αναγνωρίστηκε από τον Πάπα Ονώριο Γ΄ το 1217 και έκτοτε έδρασε με μεγάλο ζήλο για την επίτευξη των σκοπών του. Επικεφαλής του Τάγματος ήταν ο magister generalis που είχε ευρύτατη εξουσία πάνω σε όλους τους μοναχούς που όφειλαν σε αυτόν απόλυτη υπακοή.
Η εκλογή του γινόταν από την γενική συνέλευση του Τάγματος και επικυρώνονταν από τον Πάπα, από τον οποίο λάμβανε τον τίτλο του sacri palatii. Ο εκλεγμένος διατηρούσε ισόβια το αξίωμά του. Μαζί του υπήρχαν και οι βοηθοί, οι socii, που συνεργάζονταν για την διοίκηση του Τάγματος. Των επαρχιακών Ταγμάτων προΐστατο ο prior provincialis που εκλεγόταν ανά τετραετία, σε κάθε δε μοναστήρι προΐστατο ο prior.
Το Τάγμα των Δομινικανών συνδέεται αναμφίβολα με αυτό των Φραγκισκανών, η δε ακτημοσύνη που δέχονταν οι Δομινικανοί προήλθε βέβαια από την επίδραση του Τάγματος των Φραγκισκανών, αδιάφορα αν ο Φραγκίσκος την θεωρούσε ως μέσον σωτηρίας και ο Δομίνικος ότι παρέχει μεγαλύτερη ελευθερία δράσεως.
Από νωρίς όμως αναπτύχθηκε αντιζηλία μεταξύ των Ταγμάτων που κατέληξε σε έχθρα, αφού μάλιστα εκδηλώθηκε και αντίθεση και στην διδασκαλία, των μεν Δομινικανών να ακολουθούν των Θωμά Ακινάτη που ανήκε στο Τάγμα τους, των δε Φραγκισκανών να ακολουθούν τον Ντουνς Σκώτο που ανήκε στο δικό τους Τάγμα.
Οι διαφορές μεταξύ των δύο Ταγμάτων υπήρξαν μεγάλες και ουσιαστικές. Οι Δομινικανοί τόνιζαν την γνώση, οι Φραγκισκανοί την πράξη και το ήθος. Οι πρώτοι έκλιναν προς τον Αριστοτέλη, οι δεύτεροι προς τον Πλάτωνα. Στην σχέση της θείας χάριτος οι Δομινικανοί έκλιναν προς τον Αυγουστίνο, οι Φραγκισκανοί προς τον Πελάγιο. Το θέμα όμως που όξυνε τα μέγιστα την έχθρα μεταξύ των δυο Ταγμάτων, ήταν το ζήτημα της άσπιλης σύλληψης της Θεοτόκου, που το καταπολεμούσαν οι Δομινικανοί και που υποστήριζαν οι Φραγκισκανοί, οι οποίοι είχαν βρει θερμούς υποστηρικτές στο ζήτημα αυτό τους Ιησουΐτες, που σε μέγιστο βαθμό ήσαν εχθρικοί προς τους Δομινικανούς.
Καθαροί (Puritani)
Από τον 3ο μέχρι και τον 13ο αιώνα αναφέρονται από την Εκκλησιαστική Ιστορία με το όνομα «Καθαροί» διάφορα συμπλέγματα σχισματικών και αιρετικών που τάραξαν με πολλούς τρόπους το εκκλησιαστικό κατεστημένο, και έφεραν τα ονόματα των Νοβατιανών, Αθιγγάνων, Καθαρών, Αλβιγίων. Οι Καθαροί παραδέχονταν τον απόλυτο ή σχετικό δυασμό βάσει του οποίου, απέναντι στον Θεό της Καινής Διαθήκης υπάρχει ο πονηρός της Παλαιάς, ο οποίος κατά την διάρκεια της δημιουργίας του ορατού κόσμου άρπαξε μέρος των ουράνιων ψυχών και τις ενέκλεισε σε γήινα σώματα, για την σωτηρία των οποίων εστάλη άνωθεν ο ουράνιος άνθρωπος Ιησούς εν σώματι. Απορρίπτοντας την Παλαιά Διαθήκη, απέβαλλαν τον γάμο ως κώλυμα χριστιανικής τελειότητας, περιφρονούσαν τα μυστήρια της Εκκλησίας, αρνούνταν την θεία λατρεία, την προσκύνηση του σταυρού και των εικόνων, και απέδιδαν μεγάλη σημασία στις νηστείες και τις προσευχές.
Η κοινότητά τους αποτελείτο από εκλεκτούς και κατηχούμενους, η μετάβαση δε στην τάξη των τελείων γινόταν με βάπτισμα από πνευματικό, δηλαδή δι επιθέσεως των χειρών των πρεσβυτέρων ή εκλεκτών και του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου.
Αποδεχόμενοι την διδασκαλία απείχαν του γάμου, του κρέατος και την επικοινωνία με άλλους ανθρώπους. Σφοδρά τους πολέμησε ο πάπας Αλέξανδρος Γ΄ και ο Ιννοκέντιος Γ΄ που ξεκίνησε πραγματική σταυροφορία το 1209, κατά την διάρκεια της οποίας χύθηκε από φανατισμό και μανία πολύ αίμα αθώων. Επειδή τα μέτρα κατά των Αλβιγίων δεν εφαρμόζονταν παντού με την ίδια αυστηρότητα, ο Γρηγόριος Θ΄ το 1232 τα περί Αλβιγίων ανέθεσε στην Ιερά Εξέταση.
Θωμάς Τουρκοεμάδα
Ιερά Εξέταση ( Inquisitio)
Όταν ο χριστιανισμός έγινε θρησκεία του κράτους, η Δυτική Εκκλησία πρόσθεσε στις εκκλησιαστικές τιμωρίες και πολιτικές, με την αίρεση θεωρούμενη ως κακούργημα κατά της πολιτείας. Η Ιερά Εξέταση δημιουργήθηκε για να καταπολεμήσει τις εθνικές, φυλετικές και θρησκευτικές μειονότητες, που η Εκκλησία της Ρώμης και οι ηγεμόνες της Ευρώπης θεωρούσαν επικίνδυνες για τις εξουσίες τους, δηλαδή την κοσμική και την εκκλησιαστική. Η Εκκλησία χαρακτήριζε αιρετικούς όσους είχαν διαφορετική αντίληψη του κόσμου, και χαρακτήριζε αιρέσεις κάθε κίνημα, ιδεολογία ή αντίληψη που αμφισβητούσε την εξουσία ή απειλούσε τα υλικά συμφέροντα και τις φιλοδοξίες του κλήρου. Ο πλήρης τίτλος της Ιεράς Εξετάσεως είναι Inquisitio haereticae pravitatis που σημαίνει Εξέταση της αιρετικής διαστροφής.
Η Ιερά Εξέταση καθιερώνεται θεωρητικά με την Σύνοδο του Λατερανού το 1139. Πεντακόσιοι περίπου αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι αποφασίζουν την κατάργηση της θεοκρισίας, εγκαινιάζοντας έτσι την χρήση βασανιστηρίων, και την ανάθεση στην κοσμική εξουσία του διωγμού των αιρετικών. Το 1199 ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ έστειλε στις περιφέρειες των αιρετικών μοναχούς με ευρεία πληρεξουσιότητα δράσης, στους οποίους οι πολιτικές αρχές παρείχαν την συνδρομή τους.
Η Σύνοδος του Λατερανού ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τον θεσμό της Ιεράς Εξετάσεως με τον διορισμό επίσημων καταδοτών σε κάθε επισκοπή. Η παπική βούλα του 1219 καλούσε τους πιστούς να φανούν ανελέητοι απέναντι στους αιρετικούς. «Καθένας από εσάς πρέπει να ζωστεί το σπαθί, να μην λυπηθεί ούτε αδελφό, ούτε τον πιο στενό του συγγενή.»
Το 1233 ο πάπας Γρηγόριος Θ΄ θα αναθέσει το «μονοπώλιο» του αφανισμού των αιρετικών στο Τάγμα των Δομινικανών, που έγινε ίδρυμα άμεσα εξαρτώμενο από τον παπικό θρόνο. Τότε ακριβώς κωδικοποιήθηκαν οι ανακριτικές μέθοδοι για την απόσπαση ομολογιών και αποκηρύξεων. Τότε συντάχθηκαν οι πρακτικοί οδηγοί βασανιστηρίων και κατάλογοι εργαλείων για πρόκληση σωματικού πόνου και ψυχικού μαρτυρίου. Ο ύποπτος αιρετικός φυλακιζόταν και βασανιζόταν σε αίθουσες ειδικά διαμορφωμένες και εξοπλισμένες με όργανα και μηχανισμούς βασανισμού. Η δίκη γινόταν κεκλεισμένων των θυρών, απαγορευόταν η υπεράσπιση, η προφορική απολογία και οποιαδήποτε δημοσιότητα. Οι μάρτυρες κατηγορίας δεν αποκαλύπτονταν ποτέ, καθιερώνοντας έτσι την ασυδοσία του καταδότη και την ατιμωρησία του συκοφάντη. Όποιος αιρετικός δήλωνε παραίτηση από τις αιρετικές ιδεολογίες του, δεχόταν την τιμωρία μόνο εκκλησιαστικά με διάφορους τρόπους, π.χ. καταδικασμένος να πηγαίνει την Κυριακή στην εκκλησία φορώντας ιδιαίτερο ρούχο και να μαστιγώνεται στην γυμνή του πλάτη από τους ιερείς. Σ΄ αυτούς που επέμεναν των αιρετικών τους θέσεων, επιβάλλονταν και πολιτικές ποινές όπως φυλάκιση, δήμευση περιουσίας, δημόσια μαστίγωση και θάνατος στην πυρά.
Η δομή του μεσαιωνικού κόσμου είναι απλή και ξεκάθαρη: στον ουρανό ο θεός και στην γη οι αντιπρόσωποί του, δηλαδή ο πάπας και η ηγεμόνας. Ο σταυρός και το ξίφος σε ιερή συμμαχία που διασφαλίζουν την ισορροπία και την αρμονία στον κόσμο. Όποιος τις αμφισβητεί διαπράττει βαρύ έγκλημα, γι΄ αυτό και πρέπει να πεθάνει. Εγκλήματα κατά της επουράνιας αρχής είναι η αίρεση, η ιεροσυλία και η βλασφημία. Κατά της εγκόσμιας αρχής είναι η επανάσταση, η ανταρσία, η ανυπακοή.
Η ποινή για το έγκλημα της αίρεσης είναι η πυρά, που σκόρπιζε τρόμο σ΄ ολόκληρη την Ευρώπη από τον 13ο έως τον 17ο αιώνα. Η πιο βάρβαρη εφαρμογή συνηθιζόταν στην Ολλανδία, όπου το θύμα καιγόταν δεμένο σε στύλο με αλυσίδα στην μέση, στα χέρια και στον λαιμό, ή καθισμένος σε σκαμνί ανάμεσα σε φρύγανα και άλλα εύφλεκτα υλικά, ή δενόταν πάνω σε ξύλινη σκάλα μπροστά στην πυρά και ριχνόταν στις φλόγες. Η πτώση, όπως αφηγούνται αυτόπτες μάρτυρες συνοδευόταν από το φρικτό ουρλιαχτό του μελλοθάνατου. Μερικές φορές κρεμούσαν στον λαιμό του κατάδικου ένα σακουλάκι γεμάτο μπαρούτη. Στην Βέρνη έκαψαν το 1482 ομοφυλόφιλους και κτηνοβάτες μαζί με τα ζώα. Τα πτώματα των καταδίκων αποτεφρώθηκαν εντελώς και η στάχτη σκορπίστηκε στον αέρα. Η θανάτωση στην πυρά είχε καθαρτήρια σημασία ως απαλλαγή της κοινότητας από το μίασμα.
Ο αρχηγός της θρησκείας της αγάπης, Τζεσουά-Ιησούς, θανατώνει ειδωλολάτρες, αιρετικούς και εθνικούς. (Μονή τιμίου Προδρόμου Σερρών)
BYZANTIO
Η πυρά, τα βασανιστήρια και οι ακρωτηριασμοί ύστερα από την περίφημη βούλα του Ιννοκέντιου Δ΄ ad extirpanda για το ξερίζωμα των αιρέσεων, δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά. Αιώνες πριν στο Βυζάντιο είχε οργανωθεί, επί Ιουστινιανού, ειδική κρατική υπηρεσία με αποστολή την ανακάλυψη και εξόντωση των αιρετικών, με την συγκατάθεση των Πατέρων της Εκκλησίας. Ο επικεφαλής αυτής της υπηρεσίας, της πρώτης στον χριστιανικό κόσμο, που υπήρξε εγκληματική όσο και η μεσαιωνική Ιερά Εξέταση, ονομαζόταν κοιαίστωρ, από το λατινικό quaestor δηλαδή εξεταστής, ανακριτής. Όπως αργότερα οι ιεροεξεταστές στη Δύση, οι Βυζαντινοί κοιαίστορες φυλάκιζαν, βασάνιζαν και θανάτωναν υπόπτους χωρίς διατύπωση κατηγορίας, χωρίς μάρτυρες, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία και φυσικά χωρίς δίκη. Ήταν μια μέθοδος αφανισμού των ανυπάκουων και συγχρόνως επιχείρηση κερδοσκοπίας, αφού η καταδίκη του αιρετικού σήμαινε και δήμευση της περιουσίας του.
Το Βυζάντιο είχε το προβάδισμα στο κάψιμο των αιρετικών και των «μάγων», που αποτελούσε σκηνές οικείες στην καθημερινή ζωή των Βυζαντινών. Την αυταρχική, ανεξέλεγκτη και αιματηρή δράση των Βυζαντινών ιεροεξεταστών αποκαλύπτει ο Προκόπιος στην «Μυστική Ιστορία» του, και περιγράφουν η Άννα Κομνηνή, ο Κεδρηνός, ο Μανασσής, ο Ιωάννης Μαλάλας, ο Ιωάννης Ζωναράς, και ο Νικήτας Χωνιάτης στην «Χρονογραφία» του.
Ο Θωμάς Τορκουεμάδα, ο διάσημος ιεροεξεταστής, γεννήθηκε στο Βιλλαδολίβο της Ισπανίας και κατατάχθηκε από τη νεαρή του ηλικία στο τάγμα των Δομινικανών μοναχών. Διακρίθηκε για την μόρφωση και την αυστηρότητά του. Όταν με την βούλα του Πάπα στις 31 Ιανουαρίου 1482 έγιναν διάφορες μεταρρυθμίσεις για τον τρόπο διορισμού των ιεροεξεταστών, ο Τορκουεμάδα εξελέγη μαζί με άλλους επτά δομινικανούς. Διακρίθηκε όμως πολύ γρήγορα, και τον επόμενο χρόνο προήχθη σε γενικό ιεροεξεταστή της Ισπανίας. Χαρακτηρίστηκε και έμεινε στην ιστορία ως «το ξίφος του στέμματος».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου