Ο Νίτσε είπε πως η τρέλα είναι εξαίρεση στα άτομα αλλά αλλά κανόνας στις ομάδες. Και ο Freud συμφώνησε. Στο βιβλίο του “Η ψυχολογία των Ομάδων και η Ανάλυση του Εγώ”, ο Freud έγραφε πως «Μια ομάδα είναι παρορμητική, ευμετάβλητη και ευέξαπτη”. Με αρκετή περιφρόνηση για τη συμπεριφορά του πλήθους, ο Freud θεωρούσε πως οι άνθρωποι που ανήκαν σε μια ομάδα παλινδρομούσαν στη βρεφική ηλικία ως συνέπεια της συμμετοχής τους σ’ αυτή την ομάδα.
Ο Freud μνημονεύει τον Le Βoti, ένα Γάλλο σχολιαστή της ψυχολογίας- του πλήθους, για να εξηγήσει το γεγονός ότι όταν άνθρωποι διαφορετικοί μεταξύ τους σχηματίζουν μια ομάδα, αποκτούν «ένα είδος συλλογικού νου, που τους κάνει να αισθάνονται, να σκέπτονται και να πράττουν μ’ έναν τρόπο αρκετά διαφορετικό από αυτόν που θα ακολουθούσαν αν ήταν μόνοι τους”. Όπως είπε ο Freud, η ομάδα «κατευθύνεται σχεδόν αποκλειστικά από το ασυνείδητο”
Στηριγμένος στα σχόλια του Le Βoti, ο Freud συνεχίζει: «Η ομάδα είναι ιδιαίτερα εύπιστη και ανοικτή στις επιρροές, δεν διαθέτει κριτική ικανότητα και δεν υφίσταται γι’ αυτήν τίποτα που να είναι αδύνατον. Σκέφτεται με εικόνες που ανασύρουν η μία την άλλη συνειρμικά… εικόνες που η συμφωνία τους με την πραγματικότητα ποτέ δεν ελέγχεται από κάποιο έλλογο μέσο. Τα αισθήματα της ομάδας είναι πάντα πολύ απλά και πολύ ακραία, έτσι ώστε η ομάδα να μη γνωρίζει τι σημαίνει αμφιβολία ή αβεβαιότητα».
Με τη λέξη “ομάδα” ο Freud όριζε μια έννοια που βρισκόταν πολύ κοντά στον όχλο αλλά και σε οποιαδήποτε μεγάλη οργάνωση, όπως η Εκκλησία ή ο στρατός, δύο παραδείγματα που τα χρησιμοποίησε για να εξηγήσει τη θεωρία του. Αυτό που διαχωρίζει μια “ομάδα” από το άτακτο πλήθος είναι τα κοινά σχήματα: μια κοινή αντίληψη των πραγμάτων, «ένα κοινό ενδιαφέρον για κάποιο αντικείμενο, μια παρόμοια συναισθηματική προκατάληψη απέναντι σε κάποια κατάσταση», όπως λέει ο Freud. Όσο πιο πολλά μοιράζεται ένα σύνολο και, ως εκ τούτου, όσο υψηλότερος είναι ο βαθμός της “ψυχικής ομοιογένειας των μελών του”, «τόσο πιο έκδηλη είναι η ύπαρξη του ομαδικού νου».
Σύμφωνα με τον Freud, το σήμα κατατεθέν του ατόμου μέλους μιας ομάδας είναι η αντικατάσταση του ατομικού εαυτού από τον ομαδικό. Η ψυχολογία της ομάδας, όπως είπε ο Freud, περιλαμβάνει «τη συρρίκνωση της συνειδητής ατομικής προσωπικότητας, την επικέντρωση των σκέψεων και των αισθημάτων προς μια κοινή κατεύθυνση». Αυτό ερμηνεύει και την υπεροχή των κοινών σχημάτων έναντι των προσωπικών.
Η αρχετυπική ομάδα, σύμφωνα με τη θεωρία του Freud, είναι η “πρωταρχική ορδή”, μια συγκέντρωση πρωτόγονων “γιων” που ορίζονται από ένα δυνατό “πατέρα”. Τα ιδιαίτερα σχήματα που συνιστούν τη σκέψη της ομάδας θα είναι, από αυτή την άποψη, εκείνα που υπαγορεύει ο πατέρας – ένας δυνατός, χαρισματικό ς ηγέτης. Τα μέλη μιας τέτοιας ομάδας, λέει ο Freud, αφήνουν τις νοητικές τους λειτουργίες στην ευθύνη του αρχηγού, εκείνος όμως είναι αυτόνομος. Ο ομαδικός νους, λοιπόν, είναι ο νους του ηγέτη σε μεγαλύτερη κλίμακα. Στον ομαδικό νου «Το άτομο εγκαταλείπει το ιδανικό περί του Εγώ και το αντικαθιστά με το ιδανικό της ομάδας, όπως αυτό ενσαρκώνεται από τον αρχηγό της».
Σύμφωνα με τον Freud, το πρότυπο της πρωτόγονης οικογένειας είναι το μοντέλο για όλες τις ομάδες. Μέσα από τις ατελείωτες παραλλαγές στη σύνθεση μιας ομάδας – πρόσκαιρης ή μόνιμης, ομοιογενούς ή ετερογενούς, φυσικής ή κατασκευασμένης και ούτω καθεξής – ο Freud είδε να λειτουργεί το ίδιο δυναμικό: όσο υπάρχει μια κοινή αντίληψη, τα μέλη μιας ομάδας μοιράζονται μια κοινή θεώρηση για τα πράγματα – τα ομαδικά σχήματα.
Στον πρόλογο του βιβλίου του Freud, ο Αμερικανός ψυχαναλυτής Frantz Alexander σπεύδει να προσθέσει πως αυτό που περιγράφει ο Freud ισχύει περισσότερο για ομάδες με έναν απολυταρχικό ηγέτη παρά για «ελεύθερες, δημοκρατικές κοινωνίες, αποτελούμενες από πιο ανεξάρτητα και αυτόνομα άτομα». Αυτή η προειδοποίηση διαφοροποιεί το δυναμικό της ομάδας ως προς μια σημαντικότατη λεπτομέρεια: για να μοιραστούν τα μέλη της ένα σχήμα, δεν είναι ανάγκη να υιοθετήσουν τα σχήματα ενός ισχυρού ηγέτη. Αυτόν το ρόλο τον παίζει μάλλον ένα αφηρημένο ιδανικό ή μια διάταξη σχημάτων σύμφυτη με τον τρόπο λειτουργίας της ομάδας. Είτε έχουν είτε δεν έχουν ένα δηλωμένο αρχηγό, τα μέλη της ομάδας προσκολλώνται σε μια κοινή αντίληψη πραγμάτων.
Αν μια ομάδα μπορεί να μοιραστεί τα σχήματά της, μπορεί επίσης να διαθέτει και κοινά χάσματα. Ο Erik Erikson δίνει έμφαση σ’ αυτή την πιθανότητα. Αναφέρει πως κάποτε ρώτησε την Anna Freud αν οι αμυντικοί μηχανισμοί τους οποίους εκείνη επεξεργαζόταν μπορούσαν να είναι κοινοί. Το συμπέρασμα ήταν πως πράγματι είναι «κοινοί. .. τόσο ανάμεσα σε άτομα και οικογένειες, όσο και… σε μεγαλύτερες ομάδες». Ο Erikson παρατηρεί πως αυτό που ο Freud εννοούσε με την έννοια “ego” – ich στα γερμανικά – μεταφράζεται θαυμάσια με την προσωπική αντωνυμία “Ι”.” Συνεχίζοντας, ο Erikson παρατηρεί πως όταν οι άνθρωποι αλληλοεπιδρούν μπορεί να δημιουργηθεί ένα “εμείς” που έχει το ίδιο βάρος με το “εγώ” – και οργανώνει την κοινή εμπειρία. Σε μια ομάδα αυτό το “εμείς” είναι ο συλλογικός εαυτός.
Η ανάγκη για τη δημιουργία μιας ομάδας μπορεί να προκύψει με θαυμαστό αυθορμητισμό. Ας πούμε, όταν γίνεται ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα, οι τυχαίοι περαστικοί μετατρέπονται σε μια συντονισμένη ομάδα από την οποία άλλοι βοηθούν τα θύματα, άλλοι καλούν τις αρχές, άλλοι κατευθύνουν την κυκλοφορία κ.λπ. Η συγκρότηση μιας τέτοιας ομάδας εξαρτάται από τα κοινά της σχήματα σχετικά με το τι πρέπει να κάνει σε τέτοιες περιστάσεις. Καταστάσεις ανάγκης με πιο εξωτικό χαρακτήρα, λ.χ. ένας ελέφαντα ς που δραπέτευσε από το ζωολογικό κήπο ή ο απρόοπτος τοκετός μιας συνταξιδιώτισσας στο αεροπλάνο μπορεί να μην προκαλέσουν μια τόσο συντονισμένη ανταπόκριση. Η ενεργοποίηση των κοινών σχημάτων είναι αυτή που συνενώνει το “εμείς”: όσο περισσότερο μοιράζεται μια ομάδα μια τέτοια κοινή αντίληψη, τόσο σταθερότερη είναι.
Ο “κοινός εαυτός” δίνει στα άτομα-μέλη μιας ομάδας την αίσθηση ότι είναι υπαρκτά και έχουν μια ταυτότητα, λόγω του ότι ανήκουν σ’ αυτή την ομάδα. Όπως ο ατομικός εαυτός, έτσι και ο ομαδικός συνεπάγεται μια διάταξη σχημάτων που καθορίζουν τον κόσμο σε σχέση με την ομάδα, που εξηγούν τη συλλογική εμπειρία και που ορίζουν τι είναι σχετικό και τί όχι.
Ο λόγος που τόσο εύκολα εντασσόμαστε σε μια ομάδα, όπως είπε ο Freud, είναι ότι έχουμε εξασκηθεί να το κάνουμε από παιδιά, με τις οικογένειές μας. Η ομάδα είναι μια ψευδοοικογένεια: το μοντέλο της είναι η οικογένεια, που τα δυναμικά της δρουν σε οποιοδήποτε σύνολο με όλους τους μηχανισμούς του οικογενειακού εαυτού. Ο οικογενειακός εαυτός κατά κάποιον τρόπο αναπαράγει τα δυναμικά του προσωπικού εαυτού.
Όπως και ο ατομικός εαυτός, ο ομαδικός μπορεί μέσα στα πλαίσια μιας κοινής επίγνωσης να διατηρηθεί ή να παραδοθεί εν μέρει σ’ ένα κοινό ασυνείδητο – ένα βασίλειο κοινής εμπειρίας που ποτέ δεν θα εκφραστεί ανοιχτά, αλλά παρ’ όλα αυτά θα ασκήσει επιβλητικά την επιρροή της στην ομάδα.
Μια σαφή περιγραφή του κοινού εαυτού κάνει ο ψυχαναλυτής Wilfred Βίοn μιλώντας για τη “νοημοσύνη της ομάδας”, που τη βλέπει ως μια δεξαμενή όπου εναποτίθενται οι ευχές, οι απόψεις, οι σκέψεις και τα συναισθήματα των μελών της ομάδας. Οποιαδήποτε συμβολή στη νοημοσύνη της ομάδας πρέπει να είναι σε συμφωνία με τη συμβολή των άλλων – τα μόνα σχήματα που μπορούν να είναι κοινά είναι εκείνα που ενσωματώνει ο ομαδικός εαυτός. Η πιο σημαντική πτυχή της νοημοσύνης της ομάδας, λέει ο Βίοn, είναι οι βασικές παραδοχές σχετικά με το χειρισμό των αγχογόνων πληροφοριών ή, σύμφωνα με την ορολογία αυτού του βιβλίου, τα προτιμώμενα χάσματα.
Ένας άλλος ειδικός στην ψυχολογία των ομάδων, ο Robert Bales, περιγράφει με παρόμοιους όρους το ομαδικό ασυνείδητο. Ο Bales παρατήρησε ότι τα μέλη μιας ομάδας καταλήγουν να μοιραστούν μια ενοποιημένη φανταστική ζωή, έτσι ώστε αυτό που λέει ο ένας να έχει κάποιο ασυνείδητο νόημα για τους άλλους. Μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να υπάρξει ένα επικοινωνιακό σύστημα δύο λωρίδων: μίας η οποία θα χειρίζεται τα ζητήματα που φαινομενικά απασχολούν την ομάδα και μιας συγκαλυμμένης που θα σχετίζεται με τα ανομολόγητα – αν και σε όλους κατανοητά – άγχη της ομάδας.
Ένας σύμβουλος επιχειρήσεων μας δείχνει πώς λειτουργεί το ομαδικό ασυνείδητο, αναφέροντας το παράδειγμα των αντιπροέδρων μιας εταιρείας την οποία πρόσφατα είχε εξαγοράσει ένας άλλος εμπορικός οίκο.” Οι αντιπρόεδροι φοβούνταν μήπως χάσουν τη δουλειά τους ή μήπως υποβιβαστεί η θέση τους στην επιχείρηση, και είχαν αναπτύξει ένα σκεπτικό “κατάστασης πολιορκίας” μπροστά στην απειλή πως από στιγμή σε στιγμή θα άκουγαν τα κακά νέα.
Καθώς οι αντιπρόεδροι περίμεναν να έρθει ο προϊστάμενος διοικητικού για να αρχίσει η συνάντηση, κάποιος άρχισε να μιλάει για ένα πρόσφατο ταξίδι του με μικρό αεροπλάνο. Το αεροσκάφος είχε παρουσιάσει κάποιο πρόβλημα και του είχε ζητηθεί να αλλάξει θέση ώστε να μετατοπισθεί το βάρος. Το επίκεντρο της ιστορίας ήταν το μέγεθος της αγωνίας που είχε νιώσει και το πόσο ευάλωτοι αισθάνονται πολλές φορές οι άνθρωποι. Τότε μπήκε στη συζήτηση και ο άλλος αντιπρόεδρος, ο οποίος είχε να αφηγηθεί μια ιστορία πανικού σ’ ένα αεροπλάνο που έπιασε φωτιά λίγο πριν την απογείωση. Αυτή η ιστορία οδήγησε κάποιον άλλον να διηγηθεί πώς είχε κινδυνεύσει από τα πυρά ελεύθερων σκοπευτών στη Βηρυτό.
Η συζήτηση συνεχίστηκε στο ίδιο ύφος μέχρις ότου ξεκίνησε η συνεδρίαση. Η ερμηνεία που δίνει ο σύμβουλος είναι πως, σιωπηρά, είχε γίνει αποδεκτό ότι η όλη συζήτηση είχε σχέση με την εύθραυστη θέση των αντιπροέδρων και με το φόβο όλων τους για την επερχόμενη καταστροφή. Αυτό το είδος σιωπηρής αντίληψης είναι δυνατόν να υπάρξει με τη βοήθεια των κοινών σχημάτων του ομαδικού εαυτού.
Σε ένα συλλογικό όργανο όπως ο εαυτός, τα σχήματα διευθετούν και τη ροή των πληροφοριών. Σε οποιαδήποτε ομάδα τα σχετικά σχήματα είναι εκείνα που τα άτομα-μέλη μοιράζονται μεταξύ τους – το υποσύνολο των σχημάτων που αποτελούν το “εμείς”.
Το “εμείς”, όπως θα υποστηρίξω παρακάτω, είναι το ίδιο ευάλωτο στις αυταπάτες όπως και ο εαυτός. Η κινητήρια δύναμη που βρίσκεται πίσω από τη δημιουργία της κοινής αντιληπτικής πλάνης σε μια ομάδα είναι πανομοιότυπη με εκείνη που λειτoυργεί στον εαυτό: στοχεύει κι αυτή στην ελαχιστοποίηση του άγχους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου