[1.0.1] Πτολεμαῖος ὁ Λάγου καὶ Ἀριστόβουλος ὁ Ἀριστοβούλου ὅσα μὲν ταὐτὰ ἄμφω περὶ Ἀλεξάνδρου τοῦ Φιλίππου συνέγραψαν, ταῦτα ἐγὼ ὡς πάντῃ ἀληθῆ ἀναγράφω, ὅσα δὲ οὐ ταὐτά, τούτων τὰ πιστότερα ἐμοὶ φαινόμενα καὶ ἅμα ἀξιαφηγητότερα ἐπιλεξάμενος. [1.0.2] ἄλλοι μὲν δὴ ἄλλα ὑπὲρ Ἀλεξάνδρου ἀνέγραψαν, οὐδ᾽ ἔστιν ὑπὲρ ὅτου πλείονες ἢ ἀξυμφωνότεροι ἐς ἀλλήλους· ἀλλ᾽ ἐμοὶ Πτολεμαῖός τε καὶ Ἀριστόβουλος πιστότεροι ἔδοξαν ἐς τὴν ἀφήγησιν, ὁ μὲν ὅτι συνεστράτευσε βασιλεῖ Ἀλεξάνδρῳ, Ἀριστόβουλος, Πτολεμαῖος δὲ πρὸς τῷ ξυστρατεῦσαι ὅτι καὶ αὐτῷ βασιλεῖ ὄντι αἰσχρότερον ἤ τῳ ἄλλῳ ψεύσασθαι ἦν· ἄμφω δέ, ὅτι τετελευτηκότος ἤδη Ἀλεξάνδρου ξυγγράφουσιν [ὅτε] αὐτοῖς ἥ τε ἀνάγκη καὶ ὁ μισθὸς τοῦ ἄλλως τι ἢ ὡς συνηνέχθη ξυγγράψαι ἀπῆν. [1.0.3] ἔστι δὲ ἃ καὶ πρὸς ἄλλων ξυγγεγραμμένα, ὅτι καὶ αὐτὰ ἀξιαφήγητά τέ μοι ἔδοξε καὶ οὐ πάντῃ ἄπιστα, ὡς λεγόμενα μόνον ὑπὲρ Ἀλεξάνδρου ἀνέγραψα. ὅστις δὲ θαυμάσεται ἀνθ᾽ ὅτου ἐπὶ τοσοῖσδε συγγραφεῦσι καὶ ἐμοὶ ἐπὶ νοῦν ἦλθεν ἥδε ἡ συγγραφή, τά τε ἐκείνων πάντα τις ἀναλεξάμενος καὶ τοῖσδε τοῖς ἡμετέροις ἐντυχὼν οὕτω θαυμαζέτω.
[1.1.1] Λέγεται δὴ Φίλιππος μὲν τελευτῆσαι ἐπὶ ἄρχοντος Πυθοδήλου Ἀθήνησι· παραλαβόντα δὲ τὴν βασιλείαν Ἀλέξανδρον, παῖδα ὄντα Φιλίππου, ἐς Πελοπόννησον παρελθεῖν· εἶναι δὲ τότε ἀμφὶ τὰ εἴκοσιν ἔτη Ἀλέξανδρον. [1.1.2] ἐνταῦθα ξυναγαγόντα τοὺς Ἕλληνας, ὅσοι ἐντὸς Πελοποννήσου ἦσαν, αἰτεῖν παρ᾽ αὐτῶν τὴν ἡγεμονίαν τῆς ἐπὶ τοὺς Πέρσας στρατιᾶς, ἥντινα Φιλίππῳ ἤδη ἔδοσαν· καὶ αἰτήσαντα λαβεῖν παρ᾽ ἑκάστων πλὴν Λακεδαιμονίων· Λακεδαιμονίους δὲ ἀποκρίνασθαι μὴ εἶναί σφισι πάτριον ἀκολουθεῖν ἄλλοις, ἀλλ᾽ αὐτοὺς ἄλλων ἐξηγεῖσθαι. νεωτερίσαι δὲ ἄττα καὶ τῶν Ἀθηναίων τὴν πόλιν. [1.1.3] ἀλλὰ Ἀθηναίους γε τῇ πρώτῃ ἐφόδῳ Ἀλεξάνδρου ἐκπλαγέντας καὶ πλείονα ἔτι τῶν Φιλίππῳ δοθέντων Ἀλεξάνδρῳ εἰς τιμὴν συγχωρῆσαι. ἐπανελθόντα δὲ ἐς Μακεδονίαν ἐν παρασκευῇ εἶναι τοῦ ἐς τὴν Ἀσίαν στόλου.
[1.1.4] Ἅμα δὲ τῷ ἦρι ἐλαύνειν ἐπὶ Θρᾴκης, ἐς Τριβαλλοὺς καὶ Ἰλλυριούς, ὅτι τε νεωτερίζειν ἐπύθετο Ἰλλυριούς τε καὶ Τριβαλλούς, καὶ ἅμα ὁμόρους ὄντας οὐκ ἐδόκει ὑπολείπεσθαι ὅτι μὴ πάντῃ ταπεινωθέντας οὕτω μακρὰν ἀπὸ τῆς οἰκείας στελλόμενον. [1.1.5] ὁρμηθέντα δὴ ἐξ Ἀμφιπόλεως ἐμβαλεῖν εἰς Θρᾴκην τὴν τῶν αὐτονόμων καλουμένων Θρᾳκῶν, Φιλίππους πόλιν ἐν ἀριστερᾷ ἔχοντα καὶ τὸν Ὄρβηλον τὸ ὄρος. διαβὰς δὲ τὸν Νέστον ποταμὸν λέγουσιν, ὅτι δεκαταῖος ἀφίκετο ἐπὶ τὸ ὄρος τὸν Αἶμον. [1.1.6] καὶ ἐνταῦθα ἀπήντων αὐτῷ κατὰ τὰ στενὰ τῆς ἀνόδου τῆς ἐπὶ τὸ ὄρος τῶν τε †ἐμπόρων πολλοὶ ὡπλισμένοι καὶ οἱ Θρᾷκες οἱ αὐτόνομοι, παρεσκευασμένοι εἴργειν τοῦ πρόσω κατειληφότες τὴν ἄκραν τοῦ Αἴμου τὸν στόλον, παρ᾽ ἣν ἦν τῷ στρατεύματι ἡ πάροδος. [1.1.7] ξυναγαγόντες δὲ ἁμάξας καὶ προβαλόμενοι πρὸ σφῶν ἅμα μὲν χάρακι ἐχρῶντο ταῖς ἁμάξαις ἐς τὸ ἀπομάχεσθαι ἀπ᾽ αὐτῶν, εἰ βιάζοιντο, ἅμα δὲ ἐν νῷ εἶχον ἐπαφιέναι ἀνιοῦσιν ᾗ ἀποτομώτατον τοῦ ὄρους ἐπὶ τὴν φάλαγγα τῶν Μακεδόνων τὰς ἁμάξας. γνώμην δὲ πεποίηντο ὅτι ὅσῳ πυκνοτέρᾳ τῇ φάλαγγι καταφερόμεναι συμμίξουσιν αἱ ἅμαξαι, τοσῷδε μᾶλλόν τι διασκεδάσουσιν αὐτὴν βίᾳ ἐμπεσοῦσαι.
***
ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ[1.0.1] Στο ιστορικό μου έργο περιέλαβα όσα ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, και ο Αριστόβουλος, ο γιος του Αριστόβουλου, αναφέρουν για τον Αλέξανδρο, τον γιο του Φιλίππου, και συμφωνούν μεταξύ τους, επειδή τα θεώρησα απόλυτα αληθινά· σε όσα όμως σημεία δεν συμφωνούν, διάλεξα εκείνα που μου φάνηκαν περισσότερο αξιόπιστα και συγχρόνως περισσότερο άξια διηγήσεως. [1.0.2] Και άλλοι βέβαια συγγραφείς μάς παρέδωσαν διαφορετικές πληροφορίες για τον Αλέξανδρο και δεν υπάρχει κανένας άλλος άνθρωπος, για τον οποίο να έχουν γραφεί περισσότερα αλλά και πιο αντιφατικά πράγματα. Σε μένα όμως ο Πτολεμαίος και ο Αριστόβουλος φάνηκαν πιο αξιόπιστοι στην αφήγησή τους, γιατί ο ένας, εξεστράτευσε μαζί με τον βασιλιά Αλέξανδρο, ενώ ο Πτολεμαίος εκτός από το ότι πήρε μέρος στην εκστρατεία, επειδή υπήρξε και ο ίδιος βασιλιάς, θα θεωρούσε μεγαλύτερη ντροπή από οποιονδήποτε άλλον να αναφέρει αναληθή πράγματα. Άλλωστε και οι δυο τους έγραψαν το έργο τους μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου και επομένως τίποτα δεν τους υποχρέωνε ούτε και ελπίδα υλικής αμοιβής είχαν να περιγράψουν τα γεγονότα διαφορετικά από ό,τι έγιναν. [1.0.3] Στην ιστορία μου περιέλαβα και μερικές πληροφορίες που πήρα από άλλους συγγραφείς, επειδή τις θεώρησα και αυτές άξιες διηγήσεως και όχι τελείως αναξιόπιστες· πάντως αυτά τα αναφέρω σαν απλή παράδοση για τον Αλέξανδρο. Αν σε κάποιον γεννηθεί η απορία, γιατί μου ήρθε στον νου να γράψω αυτήν εδώ την ιστορία, εφόσον τόσοι πολλοί συγγραφείς έγραψαν για τον Αλέξανδρο, ας εκφράσει την απορία του αυτήν, αφού διαβάσει όλα τα έργα των άλλων και μελετήσει και τη δική μου ιστορία.
[1.1.1] Λένε λοιπόν ότι ο Φίλιππος πέθανε, όταν επώνυμος άρχων στην Αθήνα ήταν ο Πυθόδηλος. Ο Αλέξανδρος, που ήταν γιος του Φιλίππου, τον διαδέχθηκε στον θρόνο σε ηλικία είκοσι περίπου ετών, και κατέβηκε αμέσως στην Πελοπόννησο. [1.1.2] Εδώ συγκέντρωσε τους Έλληνες της Πελοποννήσου και ζήτησε την αρχηγία της εκστρατείας εναντίον των Περσών, την οποία είχαν προηγουμένως παραχωρήσει στον Φίλιππο. Όλοι οι Πελοποννήσιοι ανταποκρίθηκαν στο αίτημά του εκτός από τους Λακεδαιμονίους, οι οποίοι του αποκρίθηκαν ότι δεν συνηθίζουν να ακολουθούν άλλους, αλλά αυτοί να είναι ηγεμόνες άλλων. Λένε ότι και οι Αθηναίοι έδειξαν κάποιες στασιαστικές διαθέσεις, [1.1.3] αλλά φοβήθηκαν από την πρώτη εμφάνιση του Αλεξάνδρου και του απέδωσαν ακόμη μεγαλύτερες τιμές από εκείνες που είχαν παραχωρήσει στον Φίλιππο. Όταν λοιπόν επέστρεψε στη Μακεδονία, άρχισε τις προετοιμασίες για την εκστρατεία στην Ασία.
[1.1.4.] Μόλις άρχιζε η άνοιξη, ο Αλέξανδρος ξεκίνησε για τη Θράκη εναντίον των Τριβαλλών και των Ιλλυριών, και γιατί πληροφορήθηκε ότι βρίσκονταν σε εξέγερση, αλλά και γιατί, επειδή συνόρευαν με τη Μακεδονία, έκρινε σωστό να μην τους αφήσει πίσω του, ενώ αυτός ετοιμαζόταν να εκστρατεύσει τόσο μακριά από τη χώρα του, παρά μόνο ολοκληρωτικά υποταγμένους. [1.1.5] Ξεκινώντας λοιπόν από την Αμφίπολη εισέβαλε στη Θράκη, δηλαδή στη χώρα των λεγομένων ελευθέρων Θρακών, έχοντας αριστερά του την πόλη Φίλιπποι και το όρος Όρβηλο. Λένε λοιπόν ότι, αφού πέρασε τον Νέστο ποταμό, έφθασε μέσα σε δέκα μέρες στο όρος Αίμο. [1.1.6] Στα στενά της ανηφορικής αναβάσεως του βουνού αυτού συνάντησαν τον Αλέξανδρο πολλοί οπλισμένοι έμποροι και οι ελεύθεροι Θράκες, προετοιμασμένοι να εμποδίσουν την προέλασή του. Για τον σκοπό αυτό είχαν καταλάβει την κορυφή του Αίμου, από την οποία θα περνούσε ο στρατός του. [1.1.7] Μάζεψαν λοιπόν άμαξες και τις τοποθέτησαν μπροστά τους, με σκοπό να τις χρησιμοποιήσουν ως προμαχώνα, αν το επέβαλλε η ανάγκη να πολεμήσουν. Συγχρόνως όμως είχαν στο μυαλό τους να αφήσουν τις άμαξες αυτές να πέσουν επάνω στη φάλαγγα των Μακεδόνων, καθώς αυτοί θα είχαν ανεβεί στο πιο απόκρημνο μέρος του βουνού. Είχαν τη γνώμη ότι όσο πυκνότερη ήταν η φάλαγγα, όταν θα την χτυπούσαν οι άμαξες, τόσο περισσότερο θα την διασκόρπιζαν, αν έπεφταν με ορμή καταπάνω της.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου