Το ιστορικό δίλημμα του Πιλάτου και ο ληστής που μπορεί να ήταν επαναστάτης…
Η ιστορική ύπαρξη του ληστή και δολοφόνου ή επαναστάτη και στασιαστή (σύμφωνα με άλλες ερμηνείες) αμφισβητείται στις μέρες μας πανταχόθεν, κι αυτό γιατί μια σειρά συμπτώσεων δίνει ζωή σε μια προκλητική υπόθεση: ο Βαραββάς ουδέποτε υπήρξε στην πραγματικότητα, αλλά επινοήθηκε από τους μαθητές του Ιησού ως ένα είδος alter ego του Χριστού!
Κι αυτό γιατί ο Βαραββάς δεν ήταν παρά μια εξελληνισμένη εκδοχή του αραμαϊκού Μπαρ Αμπά, που σήμαινε «υιός του πατρός».
Το όνομά του ήταν μάλιστα Ιησούς (Ιεσούα), ένα κοινότατο όνομα στην Ιουδαία του 1ου μ.Χ. αιώνα, άρα έχουμε «Ιησούς, ο υιός του Πατρός», κάτι που θυμίζει φυσικά τον άλλο Ιησού, αυτόν από τη Ναζαρέτ, που οι πιστοί αποκάλεσαν πραγματικό γιο του Θεού!
Ήταν αυτή η ιδιότητα που πιστευόταν ότι ενσάρκωνε ο Σωτήρας, ως γιος του Θεού δηλαδή, που παρέχει την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σύμπτωση, κάτι που έκανε μεγάλη μερίδα μελετητών των πατερικών κειμένων να θεωρήσουν την ύπαρξη του Βαραββά ως απλό λογοτεχνικό όχημα.
Αν υπήρξε πράγματι, αυτό αποτελεί άλλο ένα διαπρεπές μυστήριο της Καινής Διαθήκης και τόνοι μελάνης έχουν χυθεί τόσο από υποστηρικτές όσο και από πολέμιους. Δεν αποκλείεται φυσικά να ήταν ένα σατανικό τέχνασμα του Πιλάτου, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε την ιστορική ειρωνεία με την ταύτιση των δύο ονομάτων για να σπάσει ευαγγελική πλάκα.
Αν πράγματι τον έλεγαν Ιησού Βαραββά (μια άποψη που συγκεντρώνει μεγάλη συναίνεση μεταξύ των ακαδημαϊκών μελετητών, οι οποίοι θεωρούν ότι το Ιησούς απαλείφθηκε αργότερα από τους πρώτους μελετητές του χριστιανισμού, όπως ο Ωριγένης Αδαμάντιος, ώστε να μην προσβάλλεται η ιερότητα του ονόματος του Ιησού), τότε το μόνο που ρώτησε ο δαιμόνιος Πιλάτος τον λαό ήταν το εξής: «Ποιον θέλετε να αφήσω ελεύθερο; Τον Ιησού τον υιό του πατέρα ή τον Ιησού τον Υιό του Πατέρα;»!
Αν πιστέψουμε άλλη μια δημοφιλή σχολή θεολογικής σκέψης, τότε το όλο χωρίο με τον Βαραββά δεν ήταν παρά σημαίνον λογοπαίγνιο που λειτουργεί στα Ευαγγέλια ως αλληγορία, θέτοντας τον αναγνώστη μπροστά στις ιστορικές του ευθύνες, αν δεν ήταν όπως είπαμε απλό λογοτεχνικό όχημα για τη δραματική κορύφωση της δράσης.
Ο μεγάλος άγνωστος της Καινής Διαθήκης δεν φαίνεται να πείθει την επιστημονική κοινότητα για την ύπαρξή του, καθώς είναι τόσο η διαβολική σύμπτωση του ονόματός του όσο και η κατασκευασμένη ιστορία με την ανύπαρκτη εβραϊκή παράδοση να απελευθερώνεται ένας φυλακισμένος το Πάσχα που παραμένουν κεφαλαιώδη αγκάθια στο να αποδεχτείς επιστημονικά την ύπαρξη του εδαφίου.
Τρίτες πηγές δεν αναφέρουν πουθενά τον Βαραββά και η ζωή του αποτελεί μυστήριο ακόμα και εντός της Αγίας Γραφής.
Τι απέγινε άραγε ο ληστής που κάποιοι αποκάλεσαν επαναστάτη μετά την απελευθέρωσή του; Ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Χριστό, κάτι που παρανόησαν οι πρωτομελετητές της Καινής Διαθήκης; Αναγκάστηκε να επιλέξει το πλήθος μεταξύ των δύο θανατοποινιτών, παρά την κατάφωρη έλλειψη ιστορικών μαρτυριών για το εβραϊκό έθιμο της εποχής, το οποίο αναφέρεται μόνο στα Ευαγγέλια και πουθενά αλλού;
Κοντολογίς, ενδέχεται ο εγκληματίας Βαραββάς και το έθιμο της πασχαλινής απονομής χάριτος να δημιουργήθηκαν από τους Ευαγγελιστές ώστε να τονίσουν την τραγική αντίθεση με τον πανάγαθο Χριστό και την άδικη μεταχείρισή του από τον όχλο. Όπως κι αν έχει, η ιστορία του Βαραββά είναι μοναδική (είναι δεν είναι αληθινή!).
Είναι όμως και το άλλο: η ιστορία του Βαραββά ενείχε και σημαντικές κοινωνικές προεκτάσεις, καθώς απέδωσε ιστορικά την ευθύνη της σταύρωσης του Ιησού στους εβραίους («όχλος» στις αναφορές κάποιων Ευαγγελιστών, «οι εβραίοι» σε άλλους), δικαιολογώντας τον αντισημιτισμό εντός του χριστιανικού κόσμου.
Στην εποχή άλλωστε που εμφανίστηκαν τα πρώτα Ευαγγέλια (τα λεγόμενα και Συνοπτικά), δεν ήταν λίγοι αυτοί που αποπειράθηκαν να παρουσιάζουν χριστιανούς και εβραίους ως μέλη αντίπαλων στρατοπέδων, με τους δεύτερους να κάνουν ό,τι μπορούν για να περιορίσουν την επίδραση του νέου δόγματος που ξεπήδησε από την Ιουδαία…
Ληστής ή επαναστάτης;
Ο Βαραββάς αναφέρεται όπως είπαμε στη χριστιανική αφήγηση των Παθών του Χριστού και σύμφωνα με τους Ευαγγελιστές, το όνομά του ήταν Ιεσούα μπαρ Αμπά (Ιησούς, ο υιός του πατέρα, Βαραββάς στην εξελληνισμένη του γραφή).
Ο Βαραββάς κατηγορήθηκε περί τα 30 μ.Χ. για προδοσία κατά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ένα από τα αδικήματα που βάρυναν δηλαδή και τον Ιησού από τη Ναζαρέτ. Η ποινή δεν ήταν άλλη από καταδίκη σε θάνατο με σταύρωση.
Σύμφωνα με τα λεγόμενα Συνοπτικά Ευαγγέλια, τα πρώτα Ευαγγέλια της Αγίας Γραφής που παρουσιάζουν δηλαδή μεγάλες ομοιότητες (τα Κατά Ματθαίον, Κατά Μάρκον και Κατά Λουκάν), αλλά και τα πιο αποκλίνοντα χρονικά του Κατά Ιωάννη, στην Ιουδαία υπήρχε το έθιμο της απονομής χάριτος σε έναν εγκληματία κατά την εορταστική περίοδο του Πάσχα, όταν έθεσε όπως ξέρουμε όλοι το διαπρεπές δίλημμα ο ύπατος Πόντιος Πιλάτος στον μανιασμένο όχλο.
Αφήνοντας την Καινή Διαθήκη κατά μέρος, ίσως είναι χρήσιμο να γίνει αναφορά στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της Ιουδαίας την εποχή που μας αφορά, καθώς από δω έχει ξεπηδήσει εντός της ιστορικής κοινότητας ο Βαραββάς ως επαναστάτης και όχι ως εγκληματίας του κοινού ποινικού δικαίου.
Ο Υιός του Πατέρα έζησε λοιπόν σε μια ταραγμένη εποχή για την Ιουδαία, όταν το ανεξάρτητο εβραϊκό βασίλειο έπεσε στα χέρια της κραταιής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας δηλαδή. Σκιώδεις μονάρχες-μαριονέτες της Ρώμης, όπως ο Ηρώδης ο Μέγας, κυβερνούσαν το κράτος με σιδηρά ρωμαϊκή πειθαρχία, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα γενικευμένης δυσαρέσκειας.
Τα δύο κυρίαρχα θρησκευτικά ρεύματα στο εσωτερικό, οι Σαδδουκαίοι και οι Φαρισαίοι, διάλεξαν στρατόπεδα και οι Σαδδουκαίοι φάνταζαν πια συνεργάτες των Ρωμαίων, την ίδια στιγμή που οι Φαρισαίοι είχαν χωριστεί σύμφωνα με τα αισθήματα που έτρεφαν για τον κατακτητή. Ήταν από δω που ξεπήδησε το σκληροπυρηνικό κίνημα των Ζηλωτών, αυτοί που ενσάρκωσαν δηλαδή την παθιασμένη αντίσταση κατά του ρωμαϊκού ζυγού.
Σύντομα ο άνεμος της ελευθερίας συνδέθηκε με την υπόσχεση της έλευσης του Μεσσία και δεν ήταν λίγοι αυτοί που διεκδίκησαν τον λαμπρό τίτλο κατά τα χρόνια πριν από και μετά τον καιρό του Βαραββά.
Οι περισσότεροι από αυτούς προέρχονταν από τους Ζηλωτές και ηγήθηκαν βίαιων εξεγέρσεων κατά των Ρωμαίων, την ίδια ώρα που οι Εσσαίοι προετοιμάζονταν εδώ και χρόνια για την έλευση του Σωτήρα που θα τους απάλλασσε από το διεφθαρμένο ιερατείο των Σαδδουκαίων.
Μέσα στην ακανθώδη και ταραγμένη αυτή πολιτικά και κοινωνικά συνθήκη ήρθαν στον κόσμο οι Βαραββάς και Ιησούς, όταν η Ρώμη σταμάτησε δηλαδή να διοικεί την Ιουδαία με σκιώδη τοπικό ηγεμόνα και πλέον ρωμαίος κυβερνήτης διαφέντευε απευθείας τα εδάφη της. Το όνομα αυτού, Πόντιος Πιλάτος.
Ο οποίος έζησε φυσικά αρκετές απόπειρες ανεξαρτητοποίησης της Ιουδαίας και παραήταν επιφυλακτικός για τα μεσσιανικά κινήματα που στα μάτια του δεν ήταν τίποτα άλλο από εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες.
Έτσι, ενδέχεται ο Βαραββάς να μην ήταν αδίστακτος ληστής και δολοφόνος -όπως τον παρουσιάζουν οι Ευαγγελιστές-, αλλά άλλος ένας «προφητικός» ηγέτης των Ζηλωτών που έψαχνε απέλπιδα να διώξει την ξένη μπότα από την πατρίδα του.
Μερίδα ακαδημαϊκών ιστορικών διαβάζει σήμερα το «ληστής», με το οποίο χαρακτηρίζει ο Ιωάννης στο δικό του Ευαγγέλιο τον Βαραββά, σε ευθεία αντιπαραβολή με το στασιαστής, καθώς η λέξη στο γλωσσικό περιβάλλον της εποχής χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει και τους επαναστάτες.
Οι Ευαγγελιστές Μάρκος και Λουκάς αναφέρουν εξάλλου ρητά ότι φυλακίστηκε επειδή συμμετείχε σε εξέγερση κατά των Ρωμαίων και ιδιαίτερα ο Μάρκος (15:7) παρέχει περισσότερες εξηγήσεις για το έγκλημά του, που δεν ήταν άλλο από ανθρωποκτονία κατά τη διάρκεια εξέγερσης.
Για τους Ρωμαίους ήταν λοιπόν εγκληματίας, σε αντίθεση με τον Χριστό που δεν είχε υποπέσει σε κανένα ρωμαϊκό παράπτωμα. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, κι αν αληθεύουν φυσικά όλα αυτά, καθώς πρόκειται για ιστορικές απόπειρες λογικής ερμηνείας ενός περιστατικού που παραμένει περιχαρακωμένο στις Γραφές, ήταν πολύ φυσικό για τον λαό να θέλει να απελευθερωθεί ο επαναστάτης που του υποσχόταν την ελευθερία του: το άσβεστο μίσος του υπόδουλου στη Ρώμη έθνους είχε βρει τη νέα του έκφραση μέσα από την επαναστατική δράση του Βαραββά…
Ας το ξαναπούμε όμως για άλλη μια φορά: όλα αυτά είναι στην πραγματικότητα εικασίες και συμπεράσματα που βασίζονται σε ανίσχυρες ενδείξεις, καθώς τα πατερικά κείμενα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αξιόπιστες πηγές εντός της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Το σενάριο αυτό φαντάζει πάντως πιθανότερο εντός του πλαισίου που συζητάμε, παρά η απεικόνιση ενός βάρβαρου λαού που προτιμά να σωθεί ο φονιάς παρά ο ακίνδυνος Ιησούς και είναι έτοιμος να βουτήξει τα χέρια του στο αθώο αίμα από το μίσος που τρέφει για τον Μεσσία, όπως το θέλει ο Ματθαίος.
Όσο για το «φονιάς», ο στασιαστής Βαραββάς θα είχε βάψει σαφώς τα χέρια του με ρωμαϊκό αίμα, παραμένοντας για τον κατακτητή αυτονομιστής και με σύγχρονους όρους, τρομοκράτης.
Η σκιαγράφηση ενός όχλου με πολιτική συνείδηση και εθνικοαπελευθερωτικά αισθήματα παραμένει πιο κοντά στην ιστορική πραγματικότητα της Ιουδαίας κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. και αν ο Βαραββάς δεν έζησε μόνο στις σελίδες των Ευαγγελίων, δεν αποκλείεται να ήταν άλλος ένας επίδοξος απελευθερωτής της χώρας από τις ιμπεριαλιστικές διαθέσεις των Ρωμαίων.
Οι ιστορικοί που ξαναδιαβάζουν τα γεγονότα κάτω από το πρίσμα αυτό, τον τοποθετούν σε διαφορετικό πλαίσιο από μοχθηρό δολοφόνο και άρπαγα, όπως τον θέλουν οι Ευαγγελιστές Μάρκος (15.6-7), Ματθαίος (27.15-18), Λουκάς (23.17) και Ιωάννης (18.39).
Βαραββάς και Ιησούς
Όταν ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ παραδόθηκε από το ιερατείο στις ρωμαϊκές αρχές για την ασέβεια που επέδειξε στον Ναό, προσφωνώντας τον εαυτό του «Μεσσία», ο Βαραββάς ήταν ήδη φυλακισμένος με τους συντρόφους του επαναστάτες στα ρωμαϊκά κελιά.
Εδώ εμπλέκεται όπως είπαμε το φερόμενο έθιμο της πασχαλινής απονομής χάριτος, το οποίο εμφανίζεται ωστόσο μόνο στα γραπτά των Ευαγγελιστών και σε καμιά εβραϊκή ή ρωμαϊκή πηγή (ακόμα χειρότερα, οι τρεις πηγές, του Μάρκου, του Ματθαίου και του Ιωάννη, δεν συμφωνούν αν το έθιμο ήταν εβραϊκό ή ρωμαϊκό).
Είναι όμως και το άλλο, η ίδια η σύσταση του πλήθους, του «όχλου» κατά τους Ευαγγελιστές, που καταδίκασαν τον Ιησού στον σταυρό και έσωσαν από τον χαμό τον κακό φονιά. Την ώρα που ο Ματθαίος αποπειράται να ρίξει συνολικά την ευθύνη «στους εβραίους», οι ιστορικοί συζητούν σήμερα σοβαρά τι αντιπροσώπευε ο μανιασμένος όχλος.
Τα Ευαγγέλια το ξεκαθαρίζουν ότι οι μαθητές του Χριστού τον εγκατέλειψαν όταν αυτός συνελήφθη. Ακόμα και ο Απόστολος Παύλος τον αρνήθηκε τρεις φορές, όπως μας λέει η Καινή Διαθήκη, φοβούμενος μήπως αναγνωριστεί ως υποστηρικτής του.
Ο επαναστάτης Βαραββάς όμως διέθετε ισχυρό λαϊκό έρεισμα στον «όχλο», αν ήταν πράγματι επαναστάτης, και πολλοί ήταν αυτοί που θα έσπευδαν να αναφωνήσουν το δικό του όνομα στο δίλημμα του Πιλάτου, αφήνοντας τον Ιησού στην τραγική του μοίρα…
Τελευταία χρόνια
Τι απέγινε όμως ο Βαραββάς, αυτός ο ορκισμένος εχθρός της Ρώμης, μετά την απελευθέρωσή του; Συνέχισε τον βίο του στην αφάνεια και κανείς δεν γνωρίζει τι έπραξε ούτε τις επόμενες ημέρες ούτε τα επόμενα χρόνια! Αν και τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στην Ιουδαία συνεχίστηκαν κατά τα επόμενα χρόνια, παρά το γεγονός ότι αυτός εξαφανίστηκε μαγικά από προσώπου γης.
Όπως ξέρουμε, η πρωτοφανής αγριότητα του έπαρχου της Ιουδαίας, Πιλάτου, σε άλλη μια επανάσταση λίγο αργότερα θα οδηγούσε τη Ρώμη να τον ανακαλέσει ατιμωτικά από τα καθήκοντά του, την ίδια στιγμή που αρκετοί ακόμα μεσσιανικοί ηγέτες ηγήθηκαν αυτονομιστικών κινημάτων στην Ιουδαία, όπως ο περίφημος Ιούδας της Γαλιλαίας.
Η εικόνα που σφράγισε τον Βαραββά μας έρχεται φυσικά από τον κινηματογράφο, όταν τον ενσάρκωσε το 1961 ο Άντονι Κουίν στο γνωστό χολιγουντιανό έπος.
Το σενάριο βασιζόταν μάλιστα στο ομώνυμο μυθιστόρημα του νομπελίστα συγγραφέα Par Lagerkvist (του 1950), σύμφωνα με το οποίο ο Βαραββάς, στοιχειωμένος με το αδικοχαμένο αίμα του Ιησού στα χέρια του, περιπλανιέται, αιχμαλωτίζεται και καταδικάζεται στα διαβόητα ορυχεία της κολάσεως της αρχαίας Ρώμης.
Μονίμως σε κρίση πίστης και ταυτότητας, ο Βαραββάς δεν θα γλιτώσει τελικά τον ατιμωτικό θάνατο και θα σταυρωθεί όχι στον Γολγοθά, αλλά στη Ρώμη…
«Τίνα θέλετε απολύσω υμίν; Βαραββάν ή Ιησούν τον λεγόμενον Χριστόν;», ρώτησε εντέχνως ο Πόντιος Πιλάτος τον μαινόμενο όχλο έξω από το πραιτόριο για να λάβει την ιστορική ετυμηγορία που θα ισοδυναμούσε με τη θανατική καταδίκη του Θεανθρώπου, όπως μας λέει γλαφυρά η Καινή Διαθήκη.
Η ιστορική ύπαρξη του ληστή και δολοφόνου ή επαναστάτη και στασιαστή (σύμφωνα με άλλες ερμηνείες) αμφισβητείται στις μέρες μας πανταχόθεν, κι αυτό γιατί μια σειρά συμπτώσεων δίνει ζωή σε μια προκλητική υπόθεση: ο Βαραββάς ουδέποτε υπήρξε στην πραγματικότητα, αλλά επινοήθηκε από τους μαθητές του Ιησού ως ένα είδος alter ego του Χριστού!
Κι αυτό γιατί ο Βαραββάς δεν ήταν παρά μια εξελληνισμένη εκδοχή του αραμαϊκού Μπαρ Αμπά, που σήμαινε «υιός του πατρός».
Το όνομά του ήταν μάλιστα Ιησούς (Ιεσούα), ένα κοινότατο όνομα στην Ιουδαία του 1ου μ.Χ. αιώνα, άρα έχουμε «Ιησούς, ο υιός του Πατρός», κάτι που θυμίζει φυσικά τον άλλο Ιησού, αυτόν από τη Ναζαρέτ, που οι πιστοί αποκάλεσαν πραγματικό γιο του Θεού!
Ήταν αυτή η ιδιότητα που πιστευόταν ότι ενσάρκωνε ο Σωτήρας, ως γιος του Θεού δηλαδή, που παρέχει την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σύμπτωση, κάτι που έκανε μεγάλη μερίδα μελετητών των πατερικών κειμένων να θεωρήσουν την ύπαρξη του Βαραββά ως απλό λογοτεχνικό όχημα.
Αν υπήρξε πράγματι, αυτό αποτελεί άλλο ένα διαπρεπές μυστήριο της Καινής Διαθήκης και τόνοι μελάνης έχουν χυθεί τόσο από υποστηρικτές όσο και από πολέμιους. Δεν αποκλείεται φυσικά να ήταν ένα σατανικό τέχνασμα του Πιλάτου, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε την ιστορική ειρωνεία με την ταύτιση των δύο ονομάτων για να σπάσει ευαγγελική πλάκα.
Αν πράγματι τον έλεγαν Ιησού Βαραββά (μια άποψη που συγκεντρώνει μεγάλη συναίνεση μεταξύ των ακαδημαϊκών μελετητών, οι οποίοι θεωρούν ότι το Ιησούς απαλείφθηκε αργότερα από τους πρώτους μελετητές του χριστιανισμού, όπως ο Ωριγένης Αδαμάντιος, ώστε να μην προσβάλλεται η ιερότητα του ονόματος του Ιησού), τότε το μόνο που ρώτησε ο δαιμόνιος Πιλάτος τον λαό ήταν το εξής: «Ποιον θέλετε να αφήσω ελεύθερο; Τον Ιησού τον υιό του πατέρα ή τον Ιησού τον Υιό του Πατέρα;»!
Αν πιστέψουμε άλλη μια δημοφιλή σχολή θεολογικής σκέψης, τότε το όλο χωρίο με τον Βαραββά δεν ήταν παρά σημαίνον λογοπαίγνιο που λειτουργεί στα Ευαγγέλια ως αλληγορία, θέτοντας τον αναγνώστη μπροστά στις ιστορικές του ευθύνες, αν δεν ήταν όπως είπαμε απλό λογοτεχνικό όχημα για τη δραματική κορύφωση της δράσης.
Ο μεγάλος άγνωστος της Καινής Διαθήκης δεν φαίνεται να πείθει την επιστημονική κοινότητα για την ύπαρξή του, καθώς είναι τόσο η διαβολική σύμπτωση του ονόματός του όσο και η κατασκευασμένη ιστορία με την ανύπαρκτη εβραϊκή παράδοση να απελευθερώνεται ένας φυλακισμένος το Πάσχα που παραμένουν κεφαλαιώδη αγκάθια στο να αποδεχτείς επιστημονικά την ύπαρξη του εδαφίου.
Τρίτες πηγές δεν αναφέρουν πουθενά τον Βαραββά και η ζωή του αποτελεί μυστήριο ακόμα και εντός της Αγίας Γραφής.
Τι απέγινε άραγε ο ληστής που κάποιοι αποκάλεσαν επαναστάτη μετά την απελευθέρωσή του; Ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Χριστό, κάτι που παρανόησαν οι πρωτομελετητές της Καινής Διαθήκης; Αναγκάστηκε να επιλέξει το πλήθος μεταξύ των δύο θανατοποινιτών, παρά την κατάφωρη έλλειψη ιστορικών μαρτυριών για το εβραϊκό έθιμο της εποχής, το οποίο αναφέρεται μόνο στα Ευαγγέλια και πουθενά αλλού;
Κοντολογίς, ενδέχεται ο εγκληματίας Βαραββάς και το έθιμο της πασχαλινής απονομής χάριτος να δημιουργήθηκαν από τους Ευαγγελιστές ώστε να τονίσουν την τραγική αντίθεση με τον πανάγαθο Χριστό και την άδικη μεταχείρισή του από τον όχλο. Όπως κι αν έχει, η ιστορία του Βαραββά είναι μοναδική (είναι δεν είναι αληθινή!).
Είναι όμως και το άλλο: η ιστορία του Βαραββά ενείχε και σημαντικές κοινωνικές προεκτάσεις, καθώς απέδωσε ιστορικά την ευθύνη της σταύρωσης του Ιησού στους εβραίους («όχλος» στις αναφορές κάποιων Ευαγγελιστών, «οι εβραίοι» σε άλλους), δικαιολογώντας τον αντισημιτισμό εντός του χριστιανικού κόσμου.
Στην εποχή άλλωστε που εμφανίστηκαν τα πρώτα Ευαγγέλια (τα λεγόμενα και Συνοπτικά), δεν ήταν λίγοι αυτοί που αποπειράθηκαν να παρουσιάζουν χριστιανούς και εβραίους ως μέλη αντίπαλων στρατοπέδων, με τους δεύτερους να κάνουν ό,τι μπορούν για να περιορίσουν την επίδραση του νέου δόγματος που ξεπήδησε από την Ιουδαία…
Ληστής ή επαναστάτης;
Ο Βαραββάς αναφέρεται όπως είπαμε στη χριστιανική αφήγηση των Παθών του Χριστού και σύμφωνα με τους Ευαγγελιστές, το όνομά του ήταν Ιεσούα μπαρ Αμπά (Ιησούς, ο υιός του πατέρα, Βαραββάς στην εξελληνισμένη του γραφή).
Ο Βαραββάς κατηγορήθηκε περί τα 30 μ.Χ. για προδοσία κατά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ένα από τα αδικήματα που βάρυναν δηλαδή και τον Ιησού από τη Ναζαρέτ. Η ποινή δεν ήταν άλλη από καταδίκη σε θάνατο με σταύρωση.
Σύμφωνα με τα λεγόμενα Συνοπτικά Ευαγγέλια, τα πρώτα Ευαγγέλια της Αγίας Γραφής που παρουσιάζουν δηλαδή μεγάλες ομοιότητες (τα Κατά Ματθαίον, Κατά Μάρκον και Κατά Λουκάν), αλλά και τα πιο αποκλίνοντα χρονικά του Κατά Ιωάννη, στην Ιουδαία υπήρχε το έθιμο της απονομής χάριτος σε έναν εγκληματία κατά την εορταστική περίοδο του Πάσχα, όταν έθεσε όπως ξέρουμε όλοι το διαπρεπές δίλημμα ο ύπατος Πόντιος Πιλάτος στον μανιασμένο όχλο.
Αφήνοντας την Καινή Διαθήκη κατά μέρος, ίσως είναι χρήσιμο να γίνει αναφορά στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της Ιουδαίας την εποχή που μας αφορά, καθώς από δω έχει ξεπηδήσει εντός της ιστορικής κοινότητας ο Βαραββάς ως επαναστάτης και όχι ως εγκληματίας του κοινού ποινικού δικαίου.
Ο Υιός του Πατέρα έζησε λοιπόν σε μια ταραγμένη εποχή για την Ιουδαία, όταν το ανεξάρτητο εβραϊκό βασίλειο έπεσε στα χέρια της κραταιής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας δηλαδή. Σκιώδεις μονάρχες-μαριονέτες της Ρώμης, όπως ο Ηρώδης ο Μέγας, κυβερνούσαν το κράτος με σιδηρά ρωμαϊκή πειθαρχία, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα γενικευμένης δυσαρέσκειας.
Τα δύο κυρίαρχα θρησκευτικά ρεύματα στο εσωτερικό, οι Σαδδουκαίοι και οι Φαρισαίοι, διάλεξαν στρατόπεδα και οι Σαδδουκαίοι φάνταζαν πια συνεργάτες των Ρωμαίων, την ίδια στιγμή που οι Φαρισαίοι είχαν χωριστεί σύμφωνα με τα αισθήματα που έτρεφαν για τον κατακτητή. Ήταν από δω που ξεπήδησε το σκληροπυρηνικό κίνημα των Ζηλωτών, αυτοί που ενσάρκωσαν δηλαδή την παθιασμένη αντίσταση κατά του ρωμαϊκού ζυγού.
Σύντομα ο άνεμος της ελευθερίας συνδέθηκε με την υπόσχεση της έλευσης του Μεσσία και δεν ήταν λίγοι αυτοί που διεκδίκησαν τον λαμπρό τίτλο κατά τα χρόνια πριν από και μετά τον καιρό του Βαραββά.
Οι περισσότεροι από αυτούς προέρχονταν από τους Ζηλωτές και ηγήθηκαν βίαιων εξεγέρσεων κατά των Ρωμαίων, την ίδια ώρα που οι Εσσαίοι προετοιμάζονταν εδώ και χρόνια για την έλευση του Σωτήρα που θα τους απάλλασσε από το διεφθαρμένο ιερατείο των Σαδδουκαίων.
Μέσα στην ακανθώδη και ταραγμένη αυτή πολιτικά και κοινωνικά συνθήκη ήρθαν στον κόσμο οι Βαραββάς και Ιησούς, όταν η Ρώμη σταμάτησε δηλαδή να διοικεί την Ιουδαία με σκιώδη τοπικό ηγεμόνα και πλέον ρωμαίος κυβερνήτης διαφέντευε απευθείας τα εδάφη της. Το όνομα αυτού, Πόντιος Πιλάτος.
Ο οποίος έζησε φυσικά αρκετές απόπειρες ανεξαρτητοποίησης της Ιουδαίας και παραήταν επιφυλακτικός για τα μεσσιανικά κινήματα που στα μάτια του δεν ήταν τίποτα άλλο από εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες.
Έτσι, ενδέχεται ο Βαραββάς να μην ήταν αδίστακτος ληστής και δολοφόνος -όπως τον παρουσιάζουν οι Ευαγγελιστές-, αλλά άλλος ένας «προφητικός» ηγέτης των Ζηλωτών που έψαχνε απέλπιδα να διώξει την ξένη μπότα από την πατρίδα του.
Μερίδα ακαδημαϊκών ιστορικών διαβάζει σήμερα το «ληστής», με το οποίο χαρακτηρίζει ο Ιωάννης στο δικό του Ευαγγέλιο τον Βαραββά, σε ευθεία αντιπαραβολή με το στασιαστής, καθώς η λέξη στο γλωσσικό περιβάλλον της εποχής χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει και τους επαναστάτες.
Οι Ευαγγελιστές Μάρκος και Λουκάς αναφέρουν εξάλλου ρητά ότι φυλακίστηκε επειδή συμμετείχε σε εξέγερση κατά των Ρωμαίων και ιδιαίτερα ο Μάρκος (15:7) παρέχει περισσότερες εξηγήσεις για το έγκλημά του, που δεν ήταν άλλο από ανθρωποκτονία κατά τη διάρκεια εξέγερσης.
Για τους Ρωμαίους ήταν λοιπόν εγκληματίας, σε αντίθεση με τον Χριστό που δεν είχε υποπέσει σε κανένα ρωμαϊκό παράπτωμα. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, κι αν αληθεύουν φυσικά όλα αυτά, καθώς πρόκειται για ιστορικές απόπειρες λογικής ερμηνείας ενός περιστατικού που παραμένει περιχαρακωμένο στις Γραφές, ήταν πολύ φυσικό για τον λαό να θέλει να απελευθερωθεί ο επαναστάτης που του υποσχόταν την ελευθερία του: το άσβεστο μίσος του υπόδουλου στη Ρώμη έθνους είχε βρει τη νέα του έκφραση μέσα από την επαναστατική δράση του Βαραββά…
Ας το ξαναπούμε όμως για άλλη μια φορά: όλα αυτά είναι στην πραγματικότητα εικασίες και συμπεράσματα που βασίζονται σε ανίσχυρες ενδείξεις, καθώς τα πατερικά κείμενα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αξιόπιστες πηγές εντός της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Το σενάριο αυτό φαντάζει πάντως πιθανότερο εντός του πλαισίου που συζητάμε, παρά η απεικόνιση ενός βάρβαρου λαού που προτιμά να σωθεί ο φονιάς παρά ο ακίνδυνος Ιησούς και είναι έτοιμος να βουτήξει τα χέρια του στο αθώο αίμα από το μίσος που τρέφει για τον Μεσσία, όπως το θέλει ο Ματθαίος.
Όσο για το «φονιάς», ο στασιαστής Βαραββάς θα είχε βάψει σαφώς τα χέρια του με ρωμαϊκό αίμα, παραμένοντας για τον κατακτητή αυτονομιστής και με σύγχρονους όρους, τρομοκράτης.
Η σκιαγράφηση ενός όχλου με πολιτική συνείδηση και εθνικοαπελευθερωτικά αισθήματα παραμένει πιο κοντά στην ιστορική πραγματικότητα της Ιουδαίας κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. και αν ο Βαραββάς δεν έζησε μόνο στις σελίδες των Ευαγγελίων, δεν αποκλείεται να ήταν άλλος ένας επίδοξος απελευθερωτής της χώρας από τις ιμπεριαλιστικές διαθέσεις των Ρωμαίων.
Οι ιστορικοί που ξαναδιαβάζουν τα γεγονότα κάτω από το πρίσμα αυτό, τον τοποθετούν σε διαφορετικό πλαίσιο από μοχθηρό δολοφόνο και άρπαγα, όπως τον θέλουν οι Ευαγγελιστές Μάρκος (15.6-7), Ματθαίος (27.15-18), Λουκάς (23.17) και Ιωάννης (18.39).
Βαραββάς και Ιησούς
Όταν ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ παραδόθηκε από το ιερατείο στις ρωμαϊκές αρχές για την ασέβεια που επέδειξε στον Ναό, προσφωνώντας τον εαυτό του «Μεσσία», ο Βαραββάς ήταν ήδη φυλακισμένος με τους συντρόφους του επαναστάτες στα ρωμαϊκά κελιά.
Εδώ εμπλέκεται όπως είπαμε το φερόμενο έθιμο της πασχαλινής απονομής χάριτος, το οποίο εμφανίζεται ωστόσο μόνο στα γραπτά των Ευαγγελιστών και σε καμιά εβραϊκή ή ρωμαϊκή πηγή (ακόμα χειρότερα, οι τρεις πηγές, του Μάρκου, του Ματθαίου και του Ιωάννη, δεν συμφωνούν αν το έθιμο ήταν εβραϊκό ή ρωμαϊκό).
Είναι όμως και το άλλο, η ίδια η σύσταση του πλήθους, του «όχλου» κατά τους Ευαγγελιστές, που καταδίκασαν τον Ιησού στον σταυρό και έσωσαν από τον χαμό τον κακό φονιά. Την ώρα που ο Ματθαίος αποπειράται να ρίξει συνολικά την ευθύνη «στους εβραίους», οι ιστορικοί συζητούν σήμερα σοβαρά τι αντιπροσώπευε ο μανιασμένος όχλος.
Τα Ευαγγέλια το ξεκαθαρίζουν ότι οι μαθητές του Χριστού τον εγκατέλειψαν όταν αυτός συνελήφθη. Ακόμα και ο Απόστολος Παύλος τον αρνήθηκε τρεις φορές, όπως μας λέει η Καινή Διαθήκη, φοβούμενος μήπως αναγνωριστεί ως υποστηρικτής του.
Ο επαναστάτης Βαραββάς όμως διέθετε ισχυρό λαϊκό έρεισμα στον «όχλο», αν ήταν πράγματι επαναστάτης, και πολλοί ήταν αυτοί που θα έσπευδαν να αναφωνήσουν το δικό του όνομα στο δίλημμα του Πιλάτου, αφήνοντας τον Ιησού στην τραγική του μοίρα…
Τελευταία χρόνια
Τι απέγινε όμως ο Βαραββάς, αυτός ο ορκισμένος εχθρός της Ρώμης, μετά την απελευθέρωσή του; Συνέχισε τον βίο του στην αφάνεια και κανείς δεν γνωρίζει τι έπραξε ούτε τις επόμενες ημέρες ούτε τα επόμενα χρόνια! Αν και τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στην Ιουδαία συνεχίστηκαν κατά τα επόμενα χρόνια, παρά το γεγονός ότι αυτός εξαφανίστηκε μαγικά από προσώπου γης.
Όπως ξέρουμε, η πρωτοφανής αγριότητα του έπαρχου της Ιουδαίας, Πιλάτου, σε άλλη μια επανάσταση λίγο αργότερα θα οδηγούσε τη Ρώμη να τον ανακαλέσει ατιμωτικά από τα καθήκοντά του, την ίδια στιγμή που αρκετοί ακόμα μεσσιανικοί ηγέτες ηγήθηκαν αυτονομιστικών κινημάτων στην Ιουδαία, όπως ο περίφημος Ιούδας της Γαλιλαίας.
Η εικόνα που σφράγισε τον Βαραββά μας έρχεται φυσικά από τον κινηματογράφο, όταν τον ενσάρκωσε το 1961 ο Άντονι Κουίν στο γνωστό χολιγουντιανό έπος.
Το σενάριο βασιζόταν μάλιστα στο ομώνυμο μυθιστόρημα του νομπελίστα συγγραφέα Par Lagerkvist (του 1950), σύμφωνα με το οποίο ο Βαραββάς, στοιχειωμένος με το αδικοχαμένο αίμα του Ιησού στα χέρια του, περιπλανιέται, αιχμαλωτίζεται και καταδικάζεται στα διαβόητα ορυχεία της κολάσεως της αρχαίας Ρώμης.
Μονίμως σε κρίση πίστης και ταυτότητας, ο Βαραββάς δεν θα γλιτώσει τελικά τον ατιμωτικό θάνατο και θα σταυρωθεί όχι στον Γολγοθά, αλλά στη Ρώμη…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου