Ο Καποδίστριας υποτιμούσε πολύ τους «αυτόχθονες», τους Έλληνες δηλαδή που ζούσαν στις απελευθερωμένες περιοχές. Εμπιστευόταν περισσότερο τους «ετερόχθονες», αυτούς που είχαν έρθει από την Ευρώπη αλλά κυρίως τους Επτανήσιους. Ο στενός του συνεργάτης, Νικόλαος Δραγούμης, διηγείται:
Γύρισε προς τον Σπυρίδωνα Τρικούπη και του είπε:
- Καλά, πώς προλαβαίνει να μεταφράζει τόσα έγγραφα ο Ρίζος;
Ο Τρικούπης δεν κατάλαβε.
- Ποιος Ρίζος, τι εννοείτε;
- Ο Ιακωβάκης λέω, ο Ρίζος. Πότε προλαβαίνει να μεταφράζει τόσα έγγραφα από τα γαλλικά;
- Και ποιος σας είπε, εξοχότατε, ότι τα μεταφράζει ο Ρίζος;
- Ε, τότε, ποιος τα μεταφράζει;
Ο Τρικούπης ανέφερε έξι ονόματα, έξι υπαλλήλους της Γραμματείας του Πανελληνίου, στο οποίο ήταν ο ίδιος επικεφαλής.
Ο Καποδίστριας εξεπλάγη:
- Τι; Γνωρίζουν αυτοί γαλλικά;
Ο Κυβερνήτης απόρησε γιατί νόμιζε ότι ελάχιστοι ήταν αυτοί που γνώριζαν γράμματα στην Ελλάδα, πολύ περισσότερο ξένες γλώσσες. Γι’ αυτό άλλωστε είχε συμπεριλάβει τον Ρίζο στην Κυβέρνηση. Νόμιζε ότι ήταν ο μόνος που μιλούσε γαλλικά. Έτσι ήταν αναμενόμενο να εκπλαγεί όταν έμαθε ότι και οι έξι υπάλληλοι της Γραμματείας ήξεραν γαλλικά και, μάλιστα, ο Σπύρος Σκούφος κι εγώ ξέραμε και να γράφουμε πολύ καλά στα γαλλικά. Έτσι μας ανέθεσε να ετοιμάσουμε τη γαλλική μετάφραση του υπομνήματος που στείλαμε στους Πρέσβεις των Δυνάμεων στον Πόρο.
Αλλά γενικά ο Κυβερνήτης δεν είχε και την καλύτερη ιδέα για τις ικανότητες των Ελλήνων. Ένα βράδυ δειπνούσε σε ένα αυστριακό πλοίο, αγκυροβολημένο στο λιμάνι του Ναυπλίου. Ξεκίνησε η κουβέντα για την κατάσταση που βρήκε στην Ελλάδα όταν έφτασε εδώ. Με αρκετή περιφρόνηση είπε τότε το εξής:
- Ούτε σαλάτα δεν ήξεραν να φτιάξουν οι Έλληνες πριν έρθω εγώ.
Πράγματι, το παράδειγμα που χρησιμοποίησε ο Κυβερνήτης δεν ήταν άστοχο. Αλλά έπρεπε να το πει λίγο διαφορετικά:
- Ούτε σαλάτα δεν είχαν να φτιάξουν οι Έλληνες πριν έρθω εγώ.
Γιατί οι Έλληνες για επτά χρόνια έφτιαχναν την Ελλάδα. Και αναγκάζονταν να τρώνε, όχι από αμάθεια αλλά από φτώχια, ό,τι λαχανικό τους έδινε δωρεάν η φύση. Χωρίς λάδι, χωρίς ξύδι, πολλές φορές χωρίς ψωμί. Ο βρετανός πλοίαρχος Χάμιλτον, όταν τον Οκτώβριο του 1827 αποβιβάστηκε στις Κιτριές στη Μεσσηνία, έγραψε αυτά στην κυβέρνησή του: «Πώς να περιγράψω την φτώχια τους; Γυναίκες και παιδιά πεθαίνουν κάθε λεπτό από πλήρη ασιτία. Οι τυχεροί είναι αυτοί που βρίσκουν να φάνε βρασμένα χόρτα. Τους υποσχέθηκα να τους στείλω ψωμί στις σπηλιές που έχουν κρυφτεί. Αλλά να το ξέρετε. Αν ο Ιμπραήμ παραμείνει στην Πελοπόννησο, πάνω από το ένα τρίτο των κατοίκων της θα πεθάνει από την πείνα.»
Και στην Τροιζήνα, στην Εθνοσυνέλευση που εξέλεξε τον Κυβερνήτη, οι αντιπρόσωποι, αυτοί που τον ψήφισαν δηλαδή, αλλά και οι κάτοικοι της περιοχής, έτρωγαν για ολόκληρους μήνες μόνο κουκιά και μάλιστα ανάλατα. Γιατί λίγοι ήταν οι τυχεροί που μπορούσαν να βρουν έστω και λίγο αλάτι.
Το σημερινό απόσπασμα προέρχεται από τις αναμνήσεις του Νικόλαου Δραγούμη, που τόσο γλαφυρά παρουσιάζει τον πραγματικό Καποδίστρια. Τον θαυμάζει, τον αγαπάει, του είναι πιστός αλλά μπορεί να διακρίνει και τις αδυναμίες του.
Γύρισε προς τον Σπυρίδωνα Τρικούπη και του είπε:
- Καλά, πώς προλαβαίνει να μεταφράζει τόσα έγγραφα ο Ρίζος;
Ο Τρικούπης δεν κατάλαβε.
- Ποιος Ρίζος, τι εννοείτε;
- Ο Ιακωβάκης λέω, ο Ρίζος. Πότε προλαβαίνει να μεταφράζει τόσα έγγραφα από τα γαλλικά;
- Και ποιος σας είπε, εξοχότατε, ότι τα μεταφράζει ο Ρίζος;
- Ε, τότε, ποιος τα μεταφράζει;
Ο Τρικούπης ανέφερε έξι ονόματα, έξι υπαλλήλους της Γραμματείας του Πανελληνίου, στο οποίο ήταν ο ίδιος επικεφαλής.
Ο Καποδίστριας εξεπλάγη:
- Τι; Γνωρίζουν αυτοί γαλλικά;
Ο Κυβερνήτης απόρησε γιατί νόμιζε ότι ελάχιστοι ήταν αυτοί που γνώριζαν γράμματα στην Ελλάδα, πολύ περισσότερο ξένες γλώσσες. Γι’ αυτό άλλωστε είχε συμπεριλάβει τον Ρίζο στην Κυβέρνηση. Νόμιζε ότι ήταν ο μόνος που μιλούσε γαλλικά. Έτσι ήταν αναμενόμενο να εκπλαγεί όταν έμαθε ότι και οι έξι υπάλληλοι της Γραμματείας ήξεραν γαλλικά και, μάλιστα, ο Σπύρος Σκούφος κι εγώ ξέραμε και να γράφουμε πολύ καλά στα γαλλικά. Έτσι μας ανέθεσε να ετοιμάσουμε τη γαλλική μετάφραση του υπομνήματος που στείλαμε στους Πρέσβεις των Δυνάμεων στον Πόρο.
Αλλά γενικά ο Κυβερνήτης δεν είχε και την καλύτερη ιδέα για τις ικανότητες των Ελλήνων. Ένα βράδυ δειπνούσε σε ένα αυστριακό πλοίο, αγκυροβολημένο στο λιμάνι του Ναυπλίου. Ξεκίνησε η κουβέντα για την κατάσταση που βρήκε στην Ελλάδα όταν έφτασε εδώ. Με αρκετή περιφρόνηση είπε τότε το εξής:
- Ούτε σαλάτα δεν ήξεραν να φτιάξουν οι Έλληνες πριν έρθω εγώ.
Πράγματι, το παράδειγμα που χρησιμοποίησε ο Κυβερνήτης δεν ήταν άστοχο. Αλλά έπρεπε να το πει λίγο διαφορετικά:
- Ούτε σαλάτα δεν είχαν να φτιάξουν οι Έλληνες πριν έρθω εγώ.
Γιατί οι Έλληνες για επτά χρόνια έφτιαχναν την Ελλάδα. Και αναγκάζονταν να τρώνε, όχι από αμάθεια αλλά από φτώχια, ό,τι λαχανικό τους έδινε δωρεάν η φύση. Χωρίς λάδι, χωρίς ξύδι, πολλές φορές χωρίς ψωμί. Ο βρετανός πλοίαρχος Χάμιλτον, όταν τον Οκτώβριο του 1827 αποβιβάστηκε στις Κιτριές στη Μεσσηνία, έγραψε αυτά στην κυβέρνησή του: «Πώς να περιγράψω την φτώχια τους; Γυναίκες και παιδιά πεθαίνουν κάθε λεπτό από πλήρη ασιτία. Οι τυχεροί είναι αυτοί που βρίσκουν να φάνε βρασμένα χόρτα. Τους υποσχέθηκα να τους στείλω ψωμί στις σπηλιές που έχουν κρυφτεί. Αλλά να το ξέρετε. Αν ο Ιμπραήμ παραμείνει στην Πελοπόννησο, πάνω από το ένα τρίτο των κατοίκων της θα πεθάνει από την πείνα.»
Και στην Τροιζήνα, στην Εθνοσυνέλευση που εξέλεξε τον Κυβερνήτη, οι αντιπρόσωποι, αυτοί που τον ψήφισαν δηλαδή, αλλά και οι κάτοικοι της περιοχής, έτρωγαν για ολόκληρους μήνες μόνο κουκιά και μάλιστα ανάλατα. Γιατί λίγοι ήταν οι τυχεροί που μπορούσαν να βρουν έστω και λίγο αλάτι.
Το σημερινό απόσπασμα προέρχεται από τις αναμνήσεις του Νικόλαου Δραγούμη, που τόσο γλαφυρά παρουσιάζει τον πραγματικό Καποδίστρια. Τον θαυμάζει, τον αγαπάει, του είναι πιστός αλλά μπορεί να διακρίνει και τις αδυναμίες του.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου