Περὶ μὲν οὖν τῆς δυνάμεως αὐτῶν, καὶ πῶς ἔχουσι πρὸς ἀλλήλας, εἴρηται σχεδὸν ἱκανῶς· τῶν δὲ διὰ τοῦ δεικνύναι ἢ φαίνεσθαι δεικνύναι, καθάπερ καὶ ἐν τοῖς διαλεκτικοῖς
[1356b] τὸ μὲν ἐπαγωγή ἐστιν, τὸ δὲ συλλογισμός, τὸ δὲ φαινόμενος συλλογισμός, καὶ ἐνταῦθα ὁμοίως· ἔστιν γὰρ τὸ μὲν παράδειγμα ἐπαγωγή, τὸ δ᾽ ἐνθύμημα συλλογισμός, τὸ δὲ φαινόμενον ἐνθύμημα φαινόμενος συλλογισμός. καλῶ δ᾽ ἐνθύμημα μὲν ῥητορικὸν συλλογισμόν, παράδειγμα δὲ ἐπαγωγὴν ῥητορικήν. πάντες δὲ τὰς πίστεις ποιοῦνται διὰ τοῦ δεικνύναι ἢ παραδείγματα λέγοντες ἢ ἐνθυμήματα, καὶ παρὰ ταῦτα οὐδέν· ὥστ᾽ εἴπερ καὶ ὅλως ἀνάγκη ἢ συλλογιζόμενον ἢ ἐπάγοντα δεικνύναι ὁτιοῦν (δῆλον δ᾽ ἡμῖν τοῦτο ἐκ τῶν Ἀναλυτικῶν), ἀναγκαῖον ἑκάτερον αὐτῶν ἑκατέρῳ τούτων τὸ αὐτὸ εἶναι. τίς δ᾽ ἐστὶν διαφορὰ παραδείγματος καὶ ἐνθυμήματος, φανερὸν ἐκ τῶν Τοπικῶν (ἐκεῖ γὰρ περὶ συλλογισμοῦ καὶ ἐπαγωγῆς εἴρηται πρότερον), ὅτι τὸ μὲν ἐπὶ πολλῶν καὶ ὁμοίων δείκνυσθαι ὅτι οὕτως ἔχει ἐκεῖ μὲν ἐπαγωγή ἐστιν ἐνταῦθα δὲ παράδειγμα, τὸ δὲ τινῶν ὄντων ἕτερόν τι διὰ ταῦτα συμβαίνειν παρὰ ταῦτα τῷ ταῦτα εἶναι ἢ καθόλου ἢ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐκεῖ μὲν συλλογισμὸς ἐνταῦθα δὲ ἐνθύμημα καλεῖται. φανερὸν δὲ καὶ ὅτι ἑκάτερον ἔχει ἀγαθὸν τὸ εἶδος τῆς ῥητορείας· καθάπερ γὰρ καὶ ἐν τοῖς μεθοδικοῖς εἴρηται, καὶ ἐν τούτοις ὁμοίως ἔχει· εἰσὶν γὰρ αἱ μὲν παραδειγματώδεις ῥητορεῖαι αἱ δὲ ἐνθυμηματικαί, καὶ ῥήτορες ὁμοίως οἱ μὲν παραδειγματώδεις οἱ δὲ ἐνθυμηματικοί. πιθανοὶ μὲν οὖν οὐχ ἧττον οἱ λόγοι οἱ διὰ τῶν παραδειγμάτων, θορυβοῦνται δὲ μᾶλλον οἱ ἐνθυμηματικοί· τὴν δ᾽ αἰτίαν αὐτῶν, καὶ πῶς ἑκατέρῳ χρηστέον, ἐροῦμεν ὕστερον· νῦν δὲ περὶ αὐτῶν τούτων μᾶλλον διορίσωμεν καθαρῶς.
Ἐπεὶ γὰρ τὸ πιθανὸν τινὶ πιθανόν ἐστι, καὶ τὸ μὲν εὐθὺς ὑπάρχει δι᾽ αὑτὸ πιθανὸν καὶ πιστὸν τὸ δὲ τῷ δείκνυσθαι δοκεῖν διὰ τοιούτων, οὐδεμία δὲ τέχνη σκοπεῖ τὸ καθ᾽ ἕκαστον, οἷον ἡ ἰατρικὴ τί Σωκράτει τὸ ὑγιεινόν ἐστιν ἢ Καλλίᾳ, ἀλλὰ τί τῷ τοιῷδε ἢ τοῖς τοιοῖσδε (τοῦτο γὰρ ἔντεχνον, τὸ δὲ καθ᾽ ἕκαστον ἄπειρον καὶ οὐκ ἐπιστητόν), οὐδὲ ἡ ῥητορικὴ τὸ καθ᾽ ἕκαστον ἔνδοξον θεωρήσει, οἷον Σωκράτει ἢ Ἱππίᾳ, ἀλλὰ τὸ τοιοισδί, καθάπερ καὶ ἡ διαλεκτική. καὶ γὰρ ἐκείνη συλλογίζεται οὐκ ἐξ ὧν ἔτυχεν (φαίνεται γὰρ ἄττα καὶ τοῖς παραληροῦσιν), ἀλλ᾽ ἐκείνη μὲν ἐκ τῶν λόγου δεομένων, ἡ δὲ ῥητορικὴ ἐκ
[1357a] τῶν ἤδη βουλεύεσθαι εἰωθότων.
***
Για τη φύση λοιπόν των δύο αυτών τεχνών, για τις ιδιότητες τους και για τη σχέση της μιας με την άλλη έχουμε πει σχεδόν αρκετά. Για την πειθώ, τώρα, που πετυχαίνεται μέσω της απόδειξης, πραγματικής ή φαινομενικής: όπως στη διαλεκτική υπάρχει η επαγωγή, ο (πραγματικός) συλλογισμός και ο φαινομενικός συλλογισμός, ακριβώς έτσι έχει το πράγμα και στη ρητορική:
[1356b] το παράδειγμα είναι επαγωγή, το ενθύμημα συλλογισμός, [και το φαινομενικό ενθύμημα είναι φαινομενικός συλλογισμός]. Ονομάζω ενθύμημα τον ρητορικό συλλογισμό και παράδειγμα τη ρητορική επαγωγή. Όλοι οι ρήτορες πετυχαίνουν να πείσουν κάνοντας τις αποδείξεις τους είτε με τη βοήθεια παραδειγμάτων είτε με τη βοήθεια ενθυμημάτων — με τίποτε άλλο πέρα από αυτά. Αν, επομένως, προκειμένου να αποδείξουμε κάτι σχετικό με οποιοδήποτε πράγμα, είμαστε απολύτως υποχρεωμένοι να χρησιμοποιήσουμε —όπως το έχουμε κάνει φανερό στα Αναλυτικά— συλλογισμό ή επαγωγή, ο καθένας από τους δύο αυτούς τρόπους δεν μπορεί παρά να είναι ίδιος με τον καθέναν —αντίστοιχα— από τους άλλους δύο τρόπους.
Σε τί διαφέρουν το παράδειγμα και το ενθύμημα το είπαμε καθαρά στα Τοπικά. Μιλώντας εκεί παλιότερα για τον συλλογισμό και την επαγωγή είπαμε ότι το να δείξουμε επί τη βάσει ενός πλήθους όμοιων περιπτώσεων ότι κατιτί είναι έτσι, είναι στη διαλεκτική επαγωγή, στη ρητορική παράδειγμα· και, πάλι, αν κάποιες προκείμενες προτάσεις είναι αληθινές, τότε προκύπτει από αυτές και δίπλα σ᾽ αυτές —ακριβώς γιατί είναι αληθινές είτε εν γένει είτε τις περισσότερες φορές— μια καινούργια διαφορετική πρόταση: αυτό λέγεται στη διαλεκτική συλλογισμός, στη ρητορική ενθύμημα.
Είναι επίσης φανερό ότι και το ένα και το άλλο είδος ρητορικής έχει την αξία του. Αυτό που είπαμε στα Μεθοδικά, ισχύει και εδώ· υπάρχουν, πράγματι, και παραδειγματικοί ρητορικοί λόγοι και ενθυμηματικοί, όπως υπάρχουν, επίσης, παραδειγματικοί και ενθυμηματικοί ρήτορες. Οι λόγοι που χρησιμοποιούν παραδείγματα δεν είναι, βέβαια, λιγότερο πειστικοί, οι λόγοι όμως που χρησιμοποιούν ενθυμήματα επικροτούνται περισσότερο από τους ακροατές. Ποιά είναι η αιτία αυτών των διαφορών και με ποιόν τρόπο πρέπει να χρησιμοποιούνται τα μεν και τα δε, θα το πούμε παρακάτω· προς το παρόν ας προσδιορίσουμε με μεγαλύτερη σαφήνεια τα πράγματα για τα οποία μιλούμε.
Δεδομένου ότι όταν λέμε «πειστικό», εννοούμε «πειστικό για κάποιο συγκεκριμένο άτομο» (πειστικό και αξιόπιστο είτε από την πρώτη κιόλας στιγμή και λόγω της φύσης του είτε γιατί φαίνεται ότι αποδεικνύεται από πειστικές και αξιόπιστες προτάσεις), και δεδομένου ότι καμιά τέχνη δεν εξετάζει το ατομικό και το επιμέρους (η ιατρική π.χ. δεν εξετάζει τί είναι υγιεινό για τον Σωκράτη ή τον Καλλία, αλλά τί είναι υγιεινό για άτομο ή για άτομα με τέτοιου είδους ιδιοσυγκρασία· αυτό, πράγματι, εμπίπτει στην περιοχή της τέχνης, ενώ οι ατομικές περιπτώσεις είναι άπειρες και δεν μπορούν να αποτελούν αντικείμενο επιστήμης), έτσι και η ρητορική δεν θα απασχοληθεί με το τί είναι πειστικό για ένα συγκεκριμένο άτομο, για τον Σωκράτη π.χ. ή για τον Ιππία, αλλά με το τί είναι πειστικό για ανθρώπους αυτού ή αυτού του είδους — ακριβώς όπως κάνει και η διαλεκτική, η οποία δεν συνάγει, βέβαια, τα συμπεράσματά της από τις πρώτες τυχαίες προκείμενες (γιατί υπάρχουν προτάσεις που φαίνονται αληθινές ακόμη και σε τρελούς): η διαλεκτική καταπιάνεται με θέματα που χρειάζονται λογική επεξεργασία και η ρητορική
[1357a] με τα συνήθη ήδη θέματα των συζητήσεων μας.
[1356b] τὸ μὲν ἐπαγωγή ἐστιν, τὸ δὲ συλλογισμός, τὸ δὲ φαινόμενος συλλογισμός, καὶ ἐνταῦθα ὁμοίως· ἔστιν γὰρ τὸ μὲν παράδειγμα ἐπαγωγή, τὸ δ᾽ ἐνθύμημα συλλογισμός, τὸ δὲ φαινόμενον ἐνθύμημα φαινόμενος συλλογισμός. καλῶ δ᾽ ἐνθύμημα μὲν ῥητορικὸν συλλογισμόν, παράδειγμα δὲ ἐπαγωγὴν ῥητορικήν. πάντες δὲ τὰς πίστεις ποιοῦνται διὰ τοῦ δεικνύναι ἢ παραδείγματα λέγοντες ἢ ἐνθυμήματα, καὶ παρὰ ταῦτα οὐδέν· ὥστ᾽ εἴπερ καὶ ὅλως ἀνάγκη ἢ συλλογιζόμενον ἢ ἐπάγοντα δεικνύναι ὁτιοῦν (δῆλον δ᾽ ἡμῖν τοῦτο ἐκ τῶν Ἀναλυτικῶν), ἀναγκαῖον ἑκάτερον αὐτῶν ἑκατέρῳ τούτων τὸ αὐτὸ εἶναι. τίς δ᾽ ἐστὶν διαφορὰ παραδείγματος καὶ ἐνθυμήματος, φανερὸν ἐκ τῶν Τοπικῶν (ἐκεῖ γὰρ περὶ συλλογισμοῦ καὶ ἐπαγωγῆς εἴρηται πρότερον), ὅτι τὸ μὲν ἐπὶ πολλῶν καὶ ὁμοίων δείκνυσθαι ὅτι οὕτως ἔχει ἐκεῖ μὲν ἐπαγωγή ἐστιν ἐνταῦθα δὲ παράδειγμα, τὸ δὲ τινῶν ὄντων ἕτερόν τι διὰ ταῦτα συμβαίνειν παρὰ ταῦτα τῷ ταῦτα εἶναι ἢ καθόλου ἢ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐκεῖ μὲν συλλογισμὸς ἐνταῦθα δὲ ἐνθύμημα καλεῖται. φανερὸν δὲ καὶ ὅτι ἑκάτερον ἔχει ἀγαθὸν τὸ εἶδος τῆς ῥητορείας· καθάπερ γὰρ καὶ ἐν τοῖς μεθοδικοῖς εἴρηται, καὶ ἐν τούτοις ὁμοίως ἔχει· εἰσὶν γὰρ αἱ μὲν παραδειγματώδεις ῥητορεῖαι αἱ δὲ ἐνθυμηματικαί, καὶ ῥήτορες ὁμοίως οἱ μὲν παραδειγματώδεις οἱ δὲ ἐνθυμηματικοί. πιθανοὶ μὲν οὖν οὐχ ἧττον οἱ λόγοι οἱ διὰ τῶν παραδειγμάτων, θορυβοῦνται δὲ μᾶλλον οἱ ἐνθυμηματικοί· τὴν δ᾽ αἰτίαν αὐτῶν, καὶ πῶς ἑκατέρῳ χρηστέον, ἐροῦμεν ὕστερον· νῦν δὲ περὶ αὐτῶν τούτων μᾶλλον διορίσωμεν καθαρῶς.
Ἐπεὶ γὰρ τὸ πιθανὸν τινὶ πιθανόν ἐστι, καὶ τὸ μὲν εὐθὺς ὑπάρχει δι᾽ αὑτὸ πιθανὸν καὶ πιστὸν τὸ δὲ τῷ δείκνυσθαι δοκεῖν διὰ τοιούτων, οὐδεμία δὲ τέχνη σκοπεῖ τὸ καθ᾽ ἕκαστον, οἷον ἡ ἰατρικὴ τί Σωκράτει τὸ ὑγιεινόν ἐστιν ἢ Καλλίᾳ, ἀλλὰ τί τῷ τοιῷδε ἢ τοῖς τοιοῖσδε (τοῦτο γὰρ ἔντεχνον, τὸ δὲ καθ᾽ ἕκαστον ἄπειρον καὶ οὐκ ἐπιστητόν), οὐδὲ ἡ ῥητορικὴ τὸ καθ᾽ ἕκαστον ἔνδοξον θεωρήσει, οἷον Σωκράτει ἢ Ἱππίᾳ, ἀλλὰ τὸ τοιοισδί, καθάπερ καὶ ἡ διαλεκτική. καὶ γὰρ ἐκείνη συλλογίζεται οὐκ ἐξ ὧν ἔτυχεν (φαίνεται γὰρ ἄττα καὶ τοῖς παραληροῦσιν), ἀλλ᾽ ἐκείνη μὲν ἐκ τῶν λόγου δεομένων, ἡ δὲ ῥητορικὴ ἐκ
[1357a] τῶν ἤδη βουλεύεσθαι εἰωθότων.
***
Για τη φύση λοιπόν των δύο αυτών τεχνών, για τις ιδιότητες τους και για τη σχέση της μιας με την άλλη έχουμε πει σχεδόν αρκετά. Για την πειθώ, τώρα, που πετυχαίνεται μέσω της απόδειξης, πραγματικής ή φαινομενικής: όπως στη διαλεκτική υπάρχει η επαγωγή, ο (πραγματικός) συλλογισμός και ο φαινομενικός συλλογισμός, ακριβώς έτσι έχει το πράγμα και στη ρητορική:
[1356b] το παράδειγμα είναι επαγωγή, το ενθύμημα συλλογισμός, [και το φαινομενικό ενθύμημα είναι φαινομενικός συλλογισμός]. Ονομάζω ενθύμημα τον ρητορικό συλλογισμό και παράδειγμα τη ρητορική επαγωγή. Όλοι οι ρήτορες πετυχαίνουν να πείσουν κάνοντας τις αποδείξεις τους είτε με τη βοήθεια παραδειγμάτων είτε με τη βοήθεια ενθυμημάτων — με τίποτε άλλο πέρα από αυτά. Αν, επομένως, προκειμένου να αποδείξουμε κάτι σχετικό με οποιοδήποτε πράγμα, είμαστε απολύτως υποχρεωμένοι να χρησιμοποιήσουμε —όπως το έχουμε κάνει φανερό στα Αναλυτικά— συλλογισμό ή επαγωγή, ο καθένας από τους δύο αυτούς τρόπους δεν μπορεί παρά να είναι ίδιος με τον καθέναν —αντίστοιχα— από τους άλλους δύο τρόπους.
Σε τί διαφέρουν το παράδειγμα και το ενθύμημα το είπαμε καθαρά στα Τοπικά. Μιλώντας εκεί παλιότερα για τον συλλογισμό και την επαγωγή είπαμε ότι το να δείξουμε επί τη βάσει ενός πλήθους όμοιων περιπτώσεων ότι κατιτί είναι έτσι, είναι στη διαλεκτική επαγωγή, στη ρητορική παράδειγμα· και, πάλι, αν κάποιες προκείμενες προτάσεις είναι αληθινές, τότε προκύπτει από αυτές και δίπλα σ᾽ αυτές —ακριβώς γιατί είναι αληθινές είτε εν γένει είτε τις περισσότερες φορές— μια καινούργια διαφορετική πρόταση: αυτό λέγεται στη διαλεκτική συλλογισμός, στη ρητορική ενθύμημα.
Είναι επίσης φανερό ότι και το ένα και το άλλο είδος ρητορικής έχει την αξία του. Αυτό που είπαμε στα Μεθοδικά, ισχύει και εδώ· υπάρχουν, πράγματι, και παραδειγματικοί ρητορικοί λόγοι και ενθυμηματικοί, όπως υπάρχουν, επίσης, παραδειγματικοί και ενθυμηματικοί ρήτορες. Οι λόγοι που χρησιμοποιούν παραδείγματα δεν είναι, βέβαια, λιγότερο πειστικοί, οι λόγοι όμως που χρησιμοποιούν ενθυμήματα επικροτούνται περισσότερο από τους ακροατές. Ποιά είναι η αιτία αυτών των διαφορών και με ποιόν τρόπο πρέπει να χρησιμοποιούνται τα μεν και τα δε, θα το πούμε παρακάτω· προς το παρόν ας προσδιορίσουμε με μεγαλύτερη σαφήνεια τα πράγματα για τα οποία μιλούμε.
Δεδομένου ότι όταν λέμε «πειστικό», εννοούμε «πειστικό για κάποιο συγκεκριμένο άτομο» (πειστικό και αξιόπιστο είτε από την πρώτη κιόλας στιγμή και λόγω της φύσης του είτε γιατί φαίνεται ότι αποδεικνύεται από πειστικές και αξιόπιστες προτάσεις), και δεδομένου ότι καμιά τέχνη δεν εξετάζει το ατομικό και το επιμέρους (η ιατρική π.χ. δεν εξετάζει τί είναι υγιεινό για τον Σωκράτη ή τον Καλλία, αλλά τί είναι υγιεινό για άτομο ή για άτομα με τέτοιου είδους ιδιοσυγκρασία· αυτό, πράγματι, εμπίπτει στην περιοχή της τέχνης, ενώ οι ατομικές περιπτώσεις είναι άπειρες και δεν μπορούν να αποτελούν αντικείμενο επιστήμης), έτσι και η ρητορική δεν θα απασχοληθεί με το τί είναι πειστικό για ένα συγκεκριμένο άτομο, για τον Σωκράτη π.χ. ή για τον Ιππία, αλλά με το τί είναι πειστικό για ανθρώπους αυτού ή αυτού του είδους — ακριβώς όπως κάνει και η διαλεκτική, η οποία δεν συνάγει, βέβαια, τα συμπεράσματά της από τις πρώτες τυχαίες προκείμενες (γιατί υπάρχουν προτάσεις που φαίνονται αληθινές ακόμη και σε τρελούς): η διαλεκτική καταπιάνεται με θέματα που χρειάζονται λογική επεξεργασία και η ρητορική
[1357a] με τα συνήθη ήδη θέματα των συζητήσεων μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου