Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Πλοῦτος (1-25)

ΚΑΡΙΩΝ
Ὡς ἀργαλέον πρᾶγμ᾽ ἐστίν, ὦ Ζεῦ καὶ θεοί,
δοῦλον γενέσθαι παραφρονοῦντος δεσπότου.
ἢν γὰρ τὰ βέλτισθ᾽ ὁ θεράπων λέξας τύχῃ,
δόξῃ δὲ μὴ δρᾶν ταῦτα τῷ κεκτημένῳ,
5 μετέχειν ἀνάγκη τὸν θεράποντα τῶν κακῶν.
τοῦ σώματος γὰρ οὐκ ἐᾷ τὸν κύριον
κρατεῖν ὁ δαίμων, ἀλλὰ τὸν ἐωνημένον.
καὶ ταῦτα μὲν δὴ ταῦτα· τῷ δὲ Λοξίᾳ,
ὃς θεσπιῳδεῖ τρίποδος ἐκ χρυσηλάτου,
10 μέμψιν δικαίαν μέμφομαι ταύτην, ὅτι
ἰατρὸς ὢν καὶ μάντις, ὥς φασιν, σοφὸς
μελαγχολῶντ᾽ ἀπέπεμψέ μου τὸν δεσπότην,
ὅστις ἀκολουθεῖ κατόπιν ἀνθρώπου τυφλοῦ,
τοὐναντίον δρῶν ἢ προσῆκ᾽ αὐτῷ ποεῖν.
15 οἱ γὰρ βλέποντες τοῖς τυφλοῖς ἡγούμεθα,
οὗτος δ᾽ ἀκολουθεῖ, κἀμὲ προσβιάζεται,
καὶ ταῦτ᾽ ἀποκρινόμενος τὸ παράπαν οὐδὲ γρῦ.
ἐγὼ μὲν οὖν οὐκ ἔσθ᾽ ὅπως σιγήσομαι,
ἢν μὴ φράσῃς ὅ τι τῷδ᾽ ἀκολουθοῦμέν ποτε,
20 ὦ δέσποτ᾽, ἀλλά σοι παρέξω πράγματα.
οὐ γάρ με τυπτήσεις στέφανον ἔχοντά γε.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ
μὰ Δί᾽ ἀλλ᾽ ἀφελὼν τὸν στέφανον, ἢν λυπῇς τί με,
ἵνα μᾶλλον ἀλγῇς. ΚΑ. λῆρος· οὐ γὰρ παύσομαι
πρὶν ἂν φράσῃς μοι τίς ποτ᾽ ἐστὶν οὑτοσί.
25 εὔνους γὰρ ὤν σοι πυνθάνομαι πάνυ σφόδρα.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΗΡΙΔΑΝΟΣ

ΗΡΙΔΑΝΟΣ
(αστερισμός)
 
Δεν πρόκειται για τον μικροσκοπικό ποταμό Ηριδανό της Αττικής με τα κατάλληλα για αγγεία αργιλώδη εδάφη στην περιοχή του Κεραμεικού. Είναι ένας ακόμη μυθολογικός ποταμός, γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, μάλλον ποταμός της Δύσης. Τον συναντούμε στην πορεία του Ηρακλή προς τον κήπο των Εσπερίδων, αλλά και στην πορεία των Αργοναυτών από τη χώρα των Κελτών προς την Αδριατική. Ταυτιζόταν με τον Πάδο ή τον Ροδανό.
 
Στα νερά του ποταμού έπεσε ο Φαέθων με το άρμα του Ήλιου, κεραυνοβολημένος από τον Δία. Οι αδελφές του, Ηλιάδες νύμφες, τον έθαψαν στις όχθες του, και στη συνέχεια μεταμορφώθηκαν σε ιτιές που θρηνούσαν συνεχώς για τον θάνατο του αδελφού τους. Σύμφωνα με τον Άρατο καταστερίστηκε και ο Ηριδανός ποταμός σχηματίζοντας τον αστερισμό του Ποταμού*. Κατά άλλους, ο αστερισμός αυτός ήταν ο Νείλος ποταμός.
------------------------
*Αστερισμός του Ποταμού
 
Οὗτος ἐκ τοῦ ποδὸς τοῦ Ὠρίωνος τοῦ ἀριστεροῦ τὴν ἀρχὴν ἔχει· καλεῖται δὲ κατὰ μὲν τὸν Ἂρατον Ἠριδανός· οὐδεμίαν δὲ ἀπόδειξιν περὶ αὐτοῦ φέρει· ἕτεροι δέ φασι δικαιότατον αὐτὸν εἶναι Νεῖλον· μόνος γὰρ οὗτος ἀπὸ μεσημβρίας τὰς ἀρχὰς ἔχει. πολλοῖς δὲ ἄστροις διακεκόσμηται. ὑπόκειται δὲ αὐτῷ καὶ ὁ καλούμενος ἀστὴρ Κάνωβος, ὃς ἐγγίζει τῶν πηδαλίων τῆς Ἀργοῦς· τούτου δὲ οὐδὲν ἄστρον κατώτερον φαίνεται, διὸ καὶ Περίγειος καλεῖται.
Ερατοσθένης, Καταστερισμοί, 1,37

Το ρίσκο είναι προσωπική υπόθεση

Αν είχες την ευκαιρία να παίξεις την ευτυχία ή τη δυστυχία στη ζωή σου κορώνα ή γράμματα, θα το έκανες; Τότε γιατί δεν προσπαθείς καν;

«Οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να ‘ναι σίγουροι ότι είναι δυστυχισμένοι παρά να ρισκάρουν να είναι ευτυχισμένοι» έχει διατυπώσει εύλογα ο διάσημος συγγραφέας Antony Robbins.


Καθημερινά ονειρευόμαστε μια καλύτερη ζωή. Περισσότερα χρήματα, καλύτερη εργασία, ευφορία περισσότερη κι εφορία λιγότερη. Αγάπη, ευτυχία, οικογένεια. Γενικότερα κάτι καλύτερο από αυτό που είμαστε σήμερα. Στην πράξη, όμως, δεν αναζητούμε τίποτα από αυτά, γιατί φοβόμαστε μη χάσουμε την ασφάλεια της δυστυχίας μας. «Μπορεί να ‘ναι μίζερα, αλλά τουλάχιστον ξέρεις τι θα συμβεί» θα μπορούσε να αποκριθεί κανείς. Ακούγεται αξιολύπητο; Ίσως, αλλά πόσο συχνά ακούμε πραγματικά τον εαυτό μας; Και το σημαντικότερο, πόσο συχνά πράττουμε αυτό που ακούμε;

Το ρίσκο αν το βλέπεις από μακριά μοιάζει κάτι αβέβαιο. Όταν το παίρνεις, μοιάζει κι είναι η πρώτη σου επιλογή. Αυτό δεν μπορεί να το καταλάβει κανένας καλύτερα απ’ τον ίδιο σου τον εαυτό. Άλλωστε, το πρώτο και μεγαλύτερο ρίσκο της ζωής μας είναι να πιστέψουμε στον εαυτό μας. Να ‘μαστε ειλικρινείς μαζί του. Κι ενώ, λοιπόν, γνωρίζουμε ότι είναι προσωπική μας επιλογή, περιμένουμε κάποιον άλλο να μας δείξει τον δρόμο. Πολλές φορές και να μας τον χαράξει.

Αυτός ο άλλος μπορεί να ονομάζεται μπαμπάς, μαμά, μπορεί να ονομάζεται φίλος, σύντροφος, μπορεί να ονομάζεται θεός. Όπως και να ‘χει το δικό του όνομα, μας προσφέρει την ανωνυμία μας για μια ενδεχόμενη αποτυχία. Μια αποτυχία που το πρώτο όνομα που θα θυμηθούμε θα ‘ναι το δικό του. Οξύμωρο. Ακόμη πιο οξύμωρο το γεγονός ότι όσο αυξάνεται ο αριθμός των αποτυχιών, τόσο περισσότερο αναζητάμε οδηγίες χρήσης και για το μικρότερο δυνατό ρίσκο. Εξαρτημένοι στον φόβο και τη συνήθεια, ανήμποροι πλέον να αντιδράσουμε, μονολογούμε το όνομα που πρόσφερε την ανωνυμία μας. Κι όταν τελικά τελειώνουν όλα, είναι το πρώτο που ξεχνάμε ως ανθρωπότητα.

Το ρίσκο, όμως, είναι καθαρά προσωπική υπόθεση. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον βαθμό του ρίσκου που θέλει να πάρει στη ζωή του, καθώς επίσης και τη συχνότητα ή την ένταση που του προκαλεί ικανοποίηση. Δεν μπορεί να διδαχθεί από κάποιον με κανόνες το πώς να ρισκάρεις, γιατί προκύπτει κυρίως απ’ την αίσθηση του απρόβλεπτου -άρα κι απ’ το τι γνωρίζει αυτός που επιλέγει να ρισκάρει. Μάλιστα σε αυτήν την επιλογή ξεχωρίζει και το ποιόν του κάθε ανθρώπου. Αρκεί, βέβαια, να μπορείς να ξεχωρίσεις αυτόν που σε προτρέπει να ρισκάρεις όταν έχει να χάσει τίποτα κι αυτόν που έχει να χάσει πολλά ή τα πάντα.

Οι άνθρωποι, όμως, να θυμάσαι, είμαστε περίεργα πλάσματα. Θα ρισκάρουμε πιο εύκολα σε κάτι που είναι απίθανο να συμβεί πάρα σε αυτό που η ενδεχόμενη πραγματοποίησή του μας τρομάζει. Αντιμετωπίζουμε το ρίσκο με τον φόβο της αποτυχίας. Ποντάρουμε σε ένα λαχείο πιο εύκολα από μια επιχείρηση. Ο φόβος της απώλειας δημιουργεί διαφορετικό είδους ρίσκο από αυτό της ανταμοιβής. Στην πρώτη περίπτωση ρισκάρουμε όσο το δυνατόν προς το τίποτα ενώ στη δεύτερη προς τα πάντα.

Και δυστυχώς έχουμε καταντήσει τις ζωές μας έτσι, σαν ένα δανεικό λαχείο. Ο αριθμός πάνω αριθμεί τα νούμερα των ονείρων των άλλων για εμάς. Κι εμείς ποντάρουμε σε αυτό όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Τη στιγμή της κλήρωσης περιμένουμε το ένα στο εκατομμύριο κι όταν τελικά δεν έρχεται βρίζουμε το λαχειοπώλη.

Μήπως ήρθε η ώρα να αλλάξουμε παιχνίδι;

Κορώνα ή γράμματα;
----------------------
Υ. Γ. Πεθαίνετε υπεύθυνα.

Έρευνα: Τα γεωμαγνητικά πεδία και ο ήλιος επηρεάζουν το αυτόνομο νευρικό μας σύστημα

Γνωρίζατε ότι η γεωμαγνητική και ηλιακή δραστηριότητα μπορούν να επηρεάσουν το αυτόνομο νευρικό σας σύστημα (ΑΝΣ), το οποίο ελέγχει την αναπνοή, την πέψη και τον καρδιακό σας χτύπο; Φαίνεται πως αυτό ακριβώς αποκάλυψε μια δημοσιευμένη μελέτη πολλών ετών.

Το Heartmath δημοσιεύει στην ιστοσελίδα του με λεπτομέρειες τη διαδικασία και τα ευρήματα της έρευνας. «Αυτά τα ευρήματα», αναφέρεται στη μελέτη, «υποστηρίζουν την υπόθεση ότι οι ενεργειακοί αυτοί περιβαλλοντικοί παράγοντες δρουν ως πηγές ενέργειας που υπερτερούν με διαφορετικούς τρόπους ανάλογα με την κατάσταση υγείας του ατόμου, αλλά και με την ικανότητα αυτορρύθμισης».

Η έρευνα με τίτλο «Long-Term Study of HRV Responses to Changes in Solar & Geomagnetic Environment» δημοσιεύτηκε τον Φλεβάρη του 2018 στα Scientific Reports. Η μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού βοηθά στον προσδιορισμό των ενεργειακών περιβαλλοντικών επιδράσεων.

Αν και πολλές άλλες μελέτες έχουν εστιάσει σε αυτή τη σχέση, αυτή η μελέτη εστίασε στο πώς αυτοί οι ενεργειακοί περιβαλλοντικοί παράγοντες επηρέαζαν μια ομάδα. Οι ερευνητές υπολόγισαν τον μέσο όρο από τις απαντήσεις των ατόμων σε διάφορες περιβαλλοντικές αλλαγές στο διάστημα 5 μηνών.

Επίσης, κατέγραψαν τις επιδράσεις της γεωμαγνητικής και ηλιακής δραστηριότητας, καταγράφοντας τη μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού (HRV) – τις αλλαγές χτύπο με χτύπο στον καρδιακό τους ρυθμό. Οι συμμετέχοντες ήταν 12 υγιείς γυναίκες από 24-49 ετών. Το HRV τους καταγραφόταν επί 72 ώρες κάθε εβδομάδα για 5 μήνες.

Οι επιδράσεις της γεωμαγνητικής και ηλιακής δραστηριότητας που παρατήρησαν οι επιστήμονες ήταν μια αύξηση στον καρδιακό ρυθμό όταν αυξανόταν ο ηλιακός άνεμος, μια αντίδραση που που φαίνεται να είναι αποτέλεσμα σωματικού στρες. Επιπλέον, ανέφεραν ότι « οι αυξημένες κοσμικές ακτίνες, η ηλιακή ροή, και η δύναμη των συχνοτήτων Σούμαν σχετίζονται με αυξημένο HRV και αυξημένη δραστηριότητα του παρασυμπαθητικού συστήματος, και το ΑΝΣ (αυτόνομο νευρικό σύστημα) αποκρίνεται ταχύτατα σε αλλαγές που συμβαίνουν σε αυτούς τους περιβαλλοντικούς παράγοντες».

Τι είναι οι συχνότητες Σούμαν;

Οι συχνότητες Σούμαν είναι ηλεκτρομαγνητικοί συντονισμοί, οι οποίοι προκαλούνται από εκφορτίσεις κεραυνών στην κοιλότητα που δημιουργείται ανάμεσα στην επιφάνεια της Γης και την ιονόσφαιρα. Οι επιστήμονες έχουν αποδείξει ότι υπάρχει μια ομοιότητα ανάμεσα στα ηλεκτρικά στοιχεία της τάσης που παράγονται από τον ανθρώπινο εγκέφαλο με τις συχνότητες Σούμαν.

Η έρευνα που διεξήχθη στη Σαουδική Αραβία εξηγεί ότι κάτω από ορισμένες συνθήκες, οι μεταβλητές που επηρεάζουν τις παραμέτρους των Σούμαν (όπως ο ηλιακός άνεμος) μπορούν να επηρεάσουν και την εγκεφαλική μας δραστηριότητα, όπως αλλαγές στην αντίληψη και ζητήματα μνήμης που σχετίζονται με τα όνειρα.

Η ίδια η μελέτη παραπέμπει και υπενθυμίζει παλαιότερες μελέτες που έχουν δείξει σημαντικές μειώσεις στο HRV κατά τη διάρκεια μαγνητικών καταιγίδων, κάτι που υποδεικνύει έναν πιθανό μηχανισμό που συνδέει τη γεωμαγνητική δραστηριότητα με αυξημένα περιστατικά καρδιακών νόσων και εμφραγμάτων του μυοκαρδίου.

Ανάμεσα σε άλλα παλαιότερα ευρήματα είναι και τα στοιχεία που δείχνουν ότι τα χαμηλά επίπεδα γεωμαγνητικών διακυμάνσεων σε συνδυασμό με υψηλότερα επίπεδα δραστηριότητας των κοσμικών ακτίνων συνέπιπταν με «σημαντική αύξηση στις επείγουσες κλήσεις (σε νοσοκομεία) και σε θανάτους κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων, με τις περισσότερες περιπτώσεις να σχετίζονται με εγκεφαλικά και οξέα εμφράγματα».

Οι πρότερες έρευνες έχουν επίσης παρατηρήσει ότι πριν από μια μαγνητική καταιγίδα, ακόμα και λίγες μέρες πριν, μπορεί να παρατηρηθεί μια «προληπτική αντίδραση» στους ανθρώπους, δηλαδή σαν μια κίνηση «προληπτικής προστασίας». Δείκτες μιας τέτοιας αντίδρασης περιλαμβάνουν αλλαγές στην αρτηριακή πίεση των συμμετεχόντων, στο HRV, στον καρδιακό ρυθμό και σε άλλα σωματικά συμπτώματα.

Τι λέει η νευροεπιστήμη για το μυστήριο της αγάπης

Ενώ όλοι ξέρουμε τι είναι η αγάπη και την έχουμε νιώσει τουλάχιστον μια φορά στην ζωή μας, είναι κάτι που οι περισσότεροι βρίσκουν αρκετά δύσκολο να εξηγήσουν, σωστά; Ακόμα και για την νευροεπιστήμη, λοιπόν φαίνεται ότι η εξήγηση της αγάπης είναι κάτι αρκετά δύσκολο.

Είτε το πιστεύετε είτε όχι, η αγάπη είναι ένα από τα πιο μελετημένα αλλά λιγότερο κατανοητά συναισθήματα που έχουμε ως ανθρώπινα όντα. Είναι κάτι που απελευθερώνει υψηλά επίπεδα χημικών ουσιών στο μυαλό μας και μας κάνει να αισθανόμαστε ωραία. Νιώθουμε μια ορμή ουσιών όπως ντοπαμίνης, ωκυτοκίνης και βασοπρεσίνης. Είτε είμαστε με κάποιον που γνωρίζουμε είτε βλέπουμε κάποιον από μακριά και πιστεύουμε ότι θα μπορούσαμε να ταιριάξουμε, τα συναισθήματα που εμφανίζονται είναι αρκετά έντονα. Έτσι, υπάρχουν μερικές πολύ σημαντικές περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται όσον αφορά την αγάπη.

Η ιστοσελίδα του Χάρβαρντ παρατηρεί τα εξής όσον αφορά την σχέση ανάμεσα στην αγάπη και την επιστήμη:

Εάν η αγάπη κρατήσει, αυτά τα έντονα συναισθήματα, όπως καμία φορά το άγχος, ηρεμούν μέσα σε ένα ή δύο χρόνια λέει o Schwartz. «Το πάθος είναι ακόμα εκεί, αλλά το άγχος που το συνοδεύει έχει φύγει». Τα επίπεδα κορτιζόλης και σεροτονίνης επιστρέφουν στο φυσιολογικό. Η αγάπη, η οποία ξεκίνησε ως στρεσογόνος παράγοντας (τουλάχιστον για το μυαλό και το σώμα μας) πλέον μας προστατεύει από το άγχος. Οι περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με το αίσθημα της ευχαρίστησης εξακολουθούν να ενεργοποιούνται καθώς η σχέση προχωρά, αλλά η συνεχής έντονη επιθυμία σταδιακά μειώνεται.

Πολλές θεωρίες για την αγάπη προτείνουν ότι υπάρχει μια αναπόφευκτη αλλαγή με την πάροδο του χρόνου από την παθιασμένη αγάπη στην βαθύτερη αγάπη, η οποία δεν είναι τόσο εκστατική όπως ήταν στην αρχή. Αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι η σπίθα του ρομαντισμού σβήνεται στα παντρεμένα ζευγάρια.

Μια μελέτη του 2011 που διεξήχθη στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης στο Στόνι Μπρουκ διαπίστωσε ότι είναι δυνατόν κάποιος να είναι τρελά ερωτευμένος μετά από δεκαετίες γάμου. Η ερευνητική ομάδα έκανε μαγνητικές τομογραφίες σε ζευγάρια που ήταν παντρεμένα για τουλάχιστον 21 χρόνια. Βρήκαν την ίδια ένταση δραστηριότητας σε πλούσιες σε ντοπαμίνη περιοχές του εγκεφάλου όπως βρέθηκε και στους εγκεφάλους νέων ζευγαριών. Η μελέτη προτείνει ότι ο ενθουσιασμός του ρομαντισμού μπορεί να παραμείνει με τα χρόνια.

«Μια έρευνα τελευταίας τεχνολογίας για την αγάπη επιβεβαίωσε για πρώτη φορά ότι οι άνθρωποι δεν λένε ψέματα όταν ισχυρίζονται πως μετά από 10, 20, 30 χρόνια γάμου εξακολουθούν να είναι ερωτευμένοι με τον σύντροφο τους» δήλωσε ο Schwartz.

Γι' αυτούς που ο μακροχρόνιος γάμος τους έχει μετατραπεί από την παθιασμένη ρομαντική αγάπη σε έναν τύπο ρουτίνας, ξέρουμε τώρα ότι είναι δυνατό να αναζωπυρωθεί η φλόγα που χαρακτήριζε τις πρώτες μέρες της σχέσης. «Μετά από χρόνια γάμου τα ζευγάρια βγαίνουν από την συνήθεια της σεξουαλικής δραστηριότητας, της έντονης αγάπης και συχνά για καλούς λόγους: δουλειά, παιδιά, προβλήματα υγείας. Αλλά αυτό το είδος αγάπης μπορεί να αναζωογονηθεί. «Η σεξουαλική δραστηριότητα για παράδειγμα μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα ωκυτοκίνης και να ενεργοποιήσει τις περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με την ευχαρίστηση κάνοντας τα ζευγάρια να επιθυμούν ο ένας τον άλλον περισσότερο».

Η αγάπη είναι μια ισχυρή δύναμη σε αυτόν τον κόσμο και είναι εθιστική όσο τίποτα άλλο. Όταν την βρίσκουμε πυροδοτούμε την κοιλιακή περιοχή τεκτονισμού του εγκεφάλου μας και όταν συμβαίνει αυτό χανόμαστε στην ευχάριστη αίσθηση που νιώθουμε. Η αγάπη είναι για πολλούς λόγους αρκετά παράτολμη και επίμονη. Πρόκειται για την επιθυμία αλληλοσυμπλήρωσης.

Το Πανεπιστήμιο Ταφτς έγραψε τα παρακάτω όσον αφορά την αγάπη και γιατί βυθιζόμαστε σε αυτή τόσο πολύ:

Ο μετωπιαίος λοβός είναι το κέντρο της εκτελεστικής λειτουργίας, της κρίσης και της λογικής, οι οποίες παραβλέπονται όταν εμφανίζεται η αγάπη. Αυτό οφείλεται στην μειωμένη δραστηριότητα αυτής της περιοχής του εγκεφάλου η οποία μεταφράζεται ως «αναστολή της κρίσης και χαλάρωσης των κριτηρίων με τα οποία κρίνουμε τους άλλους ανθρώπους». Αναζητούμε ανθρώπους να μας αγαπούν παρά τα ελαττώματα μας. Αυτό αποδεικνύει ότι δεν τα βλέπουν! Ή τουλάχιστον ότι τα κρίνουν λιγότερο σκληρά επειδή ο μετωπιαίος λοβός βρίσκεται σε χαμηλή λειτουργία. Η νευροεπιστήμη το αποδεικνύει, η αγάπη είναι παράλογη.

Εν τέλει, η αγάπη προκαλεί μια μείωση στις περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την «νοοτροπία του μυαλού» όπως ο προ-μετωπιαίος λοβός και οι κροταφικοί λοβοί. Αυτές είναι οι δομές που μας επιτρέπουν να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα των άλλων και να καταλαβαίνουμε τις αιτίες της συμπεριφοράς τους. Αυτό εξηγείται από το ότι οι περιοχές αυτές εμπλέκονται στην νοητική διάκριση μεταξύ του εαυτού μας και του άλλου, επομένως η απενεργοποίηση τους είναι απαραίτητη για την επίτευξη της συγχώνευσης και της ενότητας ανάμεσα στους συντρόφους.

Τι πιστεύετε για όλα αυτά; Είναι αγάπη τόσο έντονη για εσάς όπως νομίζετε ότι είναι και για τους άλλους;

Μια δεύτερη μάσκα

Περιπλανώμενε ταξιδιώτη, ποιος είσαι; Σε βλέπω να προχωράς στο δρόμο σου, δίχως περιφρόνηση, δίχως αγάπη, με ανεξιχνίαστα μάτια, υγρός και θλιμμένος σαν σκαντάγιο που γύρισε στο φως ανικανοποίητο από κάθε βάθος – τι έψαχνε εκεί κάτω; – με στήθος που δεν αναστενάζει, με χείλη που κρύβουν την αηδία τους, με χέρι που τώρα πιάνει αργά αργά, ποιος είσαι; τι έχεις κάνει;

Ξεκουράσου εδώ, αυτό το μέρος είναι φιλόξενο για όλους –αναπαύσου!  Και όποιος κι αν είσαι, τι σου αρέσει τώρα;

Τι σε βοηθά να ξεκουραστείς; Ονόμασε το τώρα, ό,τι έχω σου το προσφέρω!   

< Ξεκούραση; Ξεκούραση;

Ω εσύ περίεργε, τι λες εκεί!  Άλλα δώσε μου ,σε παρακαλώ _ _ >

Τι; Τι;  Πες το ! —   <Μια ακόμη μάσκα! Μια δεύτερη μάσκα !> …

Οι άνθρωποι της βαθιάς θλίψης προδίδουν τον εαυτό τους όταν είναι ευτυχισμένοι  – έχουν έναν τρόπο να πιάνουν την ευτυχία, σαν να ήθελαν να την συνθλίψουν και να την πνίξουν, από φθόνο – αχ, ξέρουν πολύ καλά ότι θα πετάξει μακριά τους!

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΙΤΣΕ, ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΚΟ
 

Ωστόσο, αυτή η ευδαιμονία κρατάει μόνο μια στιγμή

Μας δίδαξαν – κι εμείς το μάθαμε – να αναζητάμε τη σιγουριά για να μπορέσουμε να βρούμε την ηρεμία. Κι αυτό δε θα ήταν τόσο κακό, αν δεν θεωρούσαμε ότι ο δρόμος προς τη σιγουριά περνάει αποκλειστικά μέσα απ’ τους στόχους που μας θέτει η κοινωνία (εξουσία, επιτυχία, λεφτά και υλικά αγαθά).

Για να συμπληρωθεί η απάτη, “επιβεβαιώνεται” πως βαδίζουμε στο σωστό δρόμο όταν ακούγονται τα χειροκροτήματα των γύρω οι οποίοι, εξίσου χαμένοι μ’ εμάς, ζηλεύουν βλέποντάς μας εκεί που θα ήθελαν να είναι οι ίδιοι, ενώ ξεχνάμε όλοι – κι εμείς κι αυτοί – ότι για το κοινωνικό σύνολο είμαστε μάλλον υποψήφιοι καταναλωτές, παρά άνθρωποι σε αναζήτηση της ευτυχίας.

Είναι απολύτως λογική η χαρά σου όταν έχεις εκπληρώσει το σκοπό σου, λογική η ματαιόδοξη ευχαρίστηση που νιώθεις όταν έχεις καταφέρει αυτό που επιθυμούσες, λογική και η αυτόματη ανακούφιση που έρχεται τη στιγμή που φτάνεις στο στόχο σου.

Ωστόσο, αυτή η ευδαιμονία κρατάει μόνο μια στιγμή, γιατί μόλις φτάσουμε “εκεί που τόσο πολύ θέλαμε να φτάσουμε” αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να επιδιώξουμε άλλο στόχο, να σχεδιάσουμε καινούργιο σκοπό, να βρούμε καινούργιο καρότο, να δώσουμε στον εαυτό μας μια νέα υπόσχεση για το μέλλον, να βρούμε κάτι που θα μας αφήσει να μείνουμε λίγο παραπάνω στον κόσμο όσων κυνηγάμε την τόσο ποθητή σιγουριά· τη σιγουριά που θα μας επιτρέψει να βρούμε (τι μεγάλο ψέμα!) την ψυχική ηρεμία.

Από την άλλη μεριά της πόρτας κάθε φόβου υπάρχουν πανέμορφα δώρα

Ορίστε μια πανίσχυρη ιδέα που θα μπορούσε να φέρει επανάσταση στον τρόπο που εργάζεστε και ζείτε- αρκεί να την ενσωματώσετε στο επίπεδο του DNA σας: Η ζωή σας θα διαστέλλεται ή θα συστέλλεται σε άμεση αναλογία με την προθυμία σας να προχωρήσετε κατά μέτωπο προς τα πράγματα που φοβάστε. Αν απαλλαγείτε από τους φόβους σας, θα ξεχωρίσετε. Αν το βάλετε στα πόδια μπροστά τους, θα ζαρώσετε μπροστά στο μεγαλείο.

Μου θυμίζει κάτι που έγραψε ο Φρανκ Χέρμπερτ στο Dune: “Δεν πρέπει να φοβάμαι. Ο φόβος σκοτώνει το μυαλό. Ο φόβος είναι ο μικρός θάνατος που φέρνει τον ολικό αφανισμό. Θα αντιμετωπίσω τον φόβο μου. Θα τον αφήσω να περάσει από πάνω μου και από μέσα μου. Και όταν περάσει θα στραφώ στο εσωτερικό μάτι μου για να δω τον δρόμο του. Εκεί όπου θα έχει πάει ο φόβος δεν θα υπάρχει τίποτε. Μόνο εγώ θα παραμείνω”.

Είναι εκπληκτικό τι συμβαίνει όταν αντιμετωπίζετε μια κατάσταση που σας κάνει να νιώθετε αμηχανία/ανασφάλεια/φόβο και, αντί να σπεύσετε προς μια εικονική έξοδο κίνδυνου, παραμένετε δυνατοί και κάνετε αυτό που γνωρίζετε ότι πρέπει να κάνετε. Πρώτα πρώτα συνειδητοποιείτε ότι ο φόβος ήταν κυρίως μια ψευδαίσθηση. Δεύτερον, αποκομίζετε κάποια αναπάντεχη ανταμοιβή για το θάρρος σας επειδή από την άλλη μεριά της πόρτας κάθε φόβου υπάρχουν πανέμορφα δώρα: προσωπική ανάπτυξη, αυτοπεποίθηση και σοφία. Το έχω δει ξανά και ξανά.

Υποθέτω πως είναι κάποιος νόμος της ζωής. Τρέξτε, λοιπόν καταπάνω στον φόβο σας. Αρχίστε από τα πιο απλά. Αργά και σταθερά, πάντα θα κερδίζετε τον αγώνα σας. Και παρατηρήστε την επιτυχία που τόσο δίκαια σας αξίζει καθώς θα αρχίζει να ανατέλλει – όταν θα τη χρειάζεστε περισσότερο.

ΚΙΚΕΡΩΝ: Να γίνουμε εμείς οι ίδιοι γιατροί του εαυτού μας

Από τις ακόλουθες δύο, τη θλίψη και την επιθυμία, υπάρχουν αρρώστιες του σώματος που να είναι χειρότερες; Και πώς μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι το πνεύμα μας ήταν εκείνο που ανακάλυψε την τέχνη της θεραπείας του σώματος;

Εξάλλου, είναι προφανές ότι η θεραπεία του σώματος εξαρτάται κατά πολύ από την ατομική ιδιοσυγκρασία και τη φύση του καθενός, γι’ αυτό και βλέπουμε ότι όλα τα σώματα που υποβάλλονται σε θεραπεία δεν αναρρώνουν αμέσως.

Αντιθέτως, οι ψυχές που επιθυμούν να θεραπευτούν και είναι πρόθυμες να υπακούσουν στα παραγγέλματα των σοφών αναμφίβολα θεραπεύονται. Υπάρχει λοιπόν σίγουρα μια τέχνη που θεραπεύει την ψυχή, και αυτή είναι η φιλοσοφία.

Όμως, δεν χρειάζεται να αναζητήσουμε τη βοήθειά της έξω από εμάς, όπως κάνουμε με τις σωματικές ασθένειες· θα πρέπει να βάλουμε τα δυνατά μας για να μπορέσουμε να γίνουμε οι ίδιοι γιατροί του εαυτού μας.

ΚΙΚΕΡΩΝ, Το φάρμακο της λύπης
 

JOHN LOCKE: Αν αντλείς μεγαλύτερη απόλαυση από την οινοποσία σε σχέση μ’ εκείνη που αντλείς από τη χρήση της όρασής σου, τότε το κρασί είναι καλό για σένα

Τι καθορίζει τη θέλησή μας κατά το πράττειν; Μετά από επανεξέταση του ζητήματος, είμαι σε θέση να υποθέσω ότι η θέληση δεν καθορίζεται, όπως γενικώς θεωρείται, από το μέγιστο αγαθό στο οποίο αποβλέπει κανείς μελλοντικά, αλλά μάλλον από μια (και δη την πλέον επείγουσα τις περισσότερες φορές) ανησυχία, από την οποία κυριαρχείται κανείς σε παρόντα χρόνο. Αυτή η ανησυχία είναι που καθορίζει αποτελεσματικά τη θέληση και μας θέτει στην τροχιά των τελούμενων από μας πράξεων. Αυτή την ανησυχία μπορούμε να την ονομάσουμε επιθυμία. Πρόκειται για την ανησυχία, την οποία προκαλεί στο νου η έλλειψη ενός αγαθού. Η άποψη ότι το αγαθό, το μέγιστο αγαθό καθορίζει τη θέληση, φαίνεται ν’ αποτελεί τόσο καθιερωμένο και κατασταλαγμένο κανόνα, που συγκεντρώνει τη γενική συναίνεση όλων των ανθρώπων, ώστε δεν είναι καθόλου απορίας άξιον το γεγονός ότι το εξέλαβα κι εγώ ως δεδομένο όταν πρωτοδημοσίευσα τις σκέψεις μου επί του ζητήματος. Φαντάζομαι δε ότι οι περισσότεροι θα μου συγχωρήσουν ευκολότερα την παράλειψή μου εκείνη μάλλον παρά το σημερινό μου εγχείρημα να απομακρυνθώ από μια τόσο διαδεδομένη γνώμη. Είμαι όμως υποχρεωμένος, μετά από αυστηρότερη έρευνα, να συμπεράνω ότι το αγαθό, το μέγιστο αγαθό, ακόμη κι αν γίνει κατανοητό και παραδεκτό ως τέτοιο, δεν καθορίζει τη θέλησή μας παρά μόνο από τη στιγμή που η έλλειψή του θα προκαλέσει την ανησυχία μας, κάνοντάς το επιθυμητό.

Όσο κι αν πείσετε έναν άνθρωπο ότι η αφθονία πλεονεκτεί ένα ντι της φτώχειας, όσο κι αν τον κάνετε να διαπιστώσει και να εμπεδώσει το γεγονός ότι οι όμορφες απολαύσεις της ζωής είναι καλύτερες από την άθλια μιζέρια, εντούτοις, ενόσω ο άνθρωπος αυτός είναι ευχαριστημένος με τη φτώχεια και δεν βρίσκει τίποτε σ’ αυτήν που να του προκαλεί ανησυχία, δεν πρόκειται να προβεί σε καμία κίνηση, η θέληση του δεν θα προσανατολιστεί ποτέ σε κάποια πράξη, η οποία θα τον έβγαζε από την κατάσταση όπου βρίσκεται.

Όσο κι αν έχει πειστεί κάποιος για τα πλεονεκτήματα της Αρετής, ότι δηλαδή αυτή είναι αναγκαία σ’ έναν άνθρωπο με υψηλούς στόχους σ’ αυτό τον κόσμο ή προσβλέπει στον μελλοντικό κόσμο ως τροφή ζωής, εντούτοις, μέχρι να φτάσει εκείνος να πεινά και να διψά για την ηθική ακεραιότητα, μέχρι να αισθανθεί ανήσυχος από την έλλειψή της, η θέλησή του δεν θα τον προσανατολίσει σε καμία πράξη επιζήτησης αυτού του, ομολογουμένως, μέγιστου αγαθού. Οποιαδήποτε άλλη ανησυχία αισθάνεται όμως, θα οδηγήσει τη θέλησή του σε άλλες πράξεις.

Αν τεθεί ακολούθως το «τι είναι εκείνο που κινεί τη θέληση», απαντώ: η ευτυχία και μόνο. Ευτυχία και δυστυχία είναι τα ονόματα δύο άκρων, των οποίων όμως δεν γνωρίζουμε τα ακρότατα όρια, αφού πρόκειται για πράγματα που το μάτι δεν έχει δει, το αυτί δεν έχει ακούσει και η καρδιά του ανθρώπου δεν έχει συλλάβει. Έχουμε όμως πολύ ζωντανές εντυπώσεις για ορισμένους βαθμούς αμφότερων αυτών των καταστάσεων, εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν αφενός από διάφορες στιγμές απόλαυσης και χαράς, και αφετέρου βασάνων και θλίψης, τα οποία χάριν συντομίας θα συμπεριλάβω υπό τα ονόματα της ηδονής και του πόνου της οδύνης, είτε πρόκειται για ηδονές και πόνους του σώματος είτε του πνεύματος. Ή, για να πούμε την αλήθεια, είναι όλα ηδονές και πόνοι του πνεύματος, αν και μερικά γεννώνται στο νου από τη σκέψη ενώ άλλα στο σώμα από ορισμένες μεταβολές της κίνησης. Η ευτυχία επομένως, στην πληρότητά της, είναι η υπέρτατη ηδονή, την οποία μπορούμε να έχουμε και η δυστυχία, ο έσχατος πόνος. O δε ελάχιστος βαθμός αυτού, το οποίο μπορούμε να ονομάσουμε ευτυχία, είναι εκείνος ο βαθμός απουσίας πόνου και παρουσίας ηδονής, χωρίς τον οποίο κανείς δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένος.

Επειδή λοιπόν η ηδονή και ο πόνος προκαλούνται με την επενέργεια ορισμένων πραγμάτων είτε στο νου μας είτε στο σώμα μας και σε διαφορετικούς βαθμούς, έπεται πως οτιδήποτε είναι σε θέση να μας προκαλέσει ηδονή είναι αυτό που ονομάζουμε καλό και οτιδήποτε είναι σε θέση να μας προκαλέσει πόνο το λέμε κακό, για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για την ικανότητά του να μας προκαλεί ηδονή και πόνο, στα οποία και συνίστανται η ευτυχία και η δυστυχία μας αντιστοίχως.

Το κρίσιμο σημείο όπου διακρίνεται η ελευθερία των έλλογων όντων κατά τη συνεχή επιζήτηση και τη σταθερή επιδίωξη της αληθινής ευδαιμονίας έγκειται στο γεγονός ότι μπορούν να αναστείλουν την επιδίωξη αυτή σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, μέχρι να εποπτεύσουν και να διαμορφώσουν άποψη κατά πόσον το ιδιαίτερο αντικείμενο που αντιμετωπίζουν ή επιθυμούν τη δεδομένη στιγμή βρίσκεται στον δρόμο του κυρίως σκοπού τους και αποτελεί πραγματικό μέρος του μέγιστου αγαθού γι’ αυτούς. Διότι η προδιάθεση και κλίση της φύσης τους προς την ευτυχία συνιστά γι’ αυτούς υποχρέωση και κίνητρο να προσέξουν, ώστε να μην αστοχήσουν ή απολέσουν τον στόχο αυτό και μ’ αυτό τον τρόπο, η ίδια κλίση τους υπαγορεύει κατ’ ανάγκην προσοχή, περίσκεψη και επιφυλακτικότητα κατά τον προσανατολισμό των ιδιαίτερων πράξεών τους, οι οποίες αποτελούν τα μέσα για την απόκτηση της ευτυχίας. Η αυτή αναγκαιότητα που καθορίζει την επιδίωξη της πραγματικής υπέρτατης ευδαιμονίας επιβάλλει με την ίδια δύναμη και την αναστολή, τη στάθμιση και τον ενδελεχή έλεγχο της κάθε τυχόν επιθυμίας, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο αυτή σχετίζεται ή όχι με την αληθινή ευτυχία μας ή μας αποπροσανατολίζει. Αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, το μεγαλύτερο προνόμιο των πεπερασμένων έλλογων όντων και θα επιθυμούσα να σκεφτεί κανείς καλά μήπως σ’ αυτό ακριβώς έγκειται το κατεξοχήν πεδίο εφαρμογής και άσκησης όλης της ελευθερίας την οποία όντως διαθέτουν, είναι ικανοί να έχουν ή μπορούν να αξιοποιήσουν οι άνθρωποι και από την οποία εξαρτάται η έκβαση των πράξεών τους. Αυτή η ποικιλία επιδιώξεων δείχνει ότι ο καθένας δεν επενδύει την ευτυχία του στο ίδιο πράγμα ούτε επιλέγει τον ίδιο δρόμο προς αυτήν. Αν υποθέσουμε ότι όλες οι μέριμνες του ανθρώπου περιορίζονται σ’ αυτή τη ζωή, το γεγονός ότι ο ένας επιλέγει τη σπουδή και τη γνώση ενώ ο άλλος το κυνήγι, ο ένας την πολυτέλεια και την κραιπάλη ενώ ο άλλος την εγκράτεια και τον πλούτο, δεν συμβαίνει επειδή ο καθένας τους δεν επιδιώκει τη δική του ευτυχία, αλλά επειδή η ευτυχία αυτή επενδύθηκε από τον καθέναν τους σε διαφορετικά πράγματα. Ήταν επομένως ορθή η απάντηση που έδωσε ένας γιατρός στον ασθενή του, ο οποίος έπασχε από ερεθισμό των ματιών του: «Αν αντλείς μεγαλύτερη απόλαυση από την οινοποσία σε σχέση μ’ εκείνη που αντλείς από τη χρήση της όρασής σου, τότε το κρασί είναι καλό για σένα. Αν όμως η απόλαυση να βλέπεις είναι μεγαλύτερη για σένα από εκείνη του πιοτού, τότε το κρασί είναι κάτι ασήμαντο».

JOHN LOCKE, ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΝΟΗΣΗ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ἠθικὰ Νικομάχεια (1114a-1115a)

Οὐ μόνον δ᾽ αἱ τῆς ψυχῆς κακίαι ἑκούσιοί εἰσιν, ἀλλ᾽ ἐνίοις καὶ αἱ τοῦ σώματος, οἷς καὶ ἐπιτιμῶμεν· τοῖς μὲν γὰρ διὰ φύσιν αἰσχροῖς οὐδεὶς ἐπιτιμᾷ, τοῖς δὲ δι᾽ ἀγυμνασίαν καὶ ἀμέλειαν. ὁμοίως δὲ καὶ περὶ ἀσθένειαν καὶ πήρωσιν· οὐθεὶς γὰρ ἂν ὀνειδίσειε τυφλῷ φύσει ἢ ἐκ νόσου ἢ ἐκ πληγῆς, ἀλλὰ μᾶλλον ἐλεήσαι· τῷ δ᾽ ἐξ οἰνοφλυγίας ἢ ἄλλης ἀκολασίας πᾶς ἂν ἐπιτιμήσαι. τῶν δὴ περὶ τὸ σῶμα κακιῶν αἱ ἐφ᾽ ἡμῖν ἐπιτιμῶνται, αἱ δὲ μὴ ἐφ᾽ ἡμῖν οὔ. εἰ δ᾽ οὕτω, καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων αἱ ἐπιτιμώμεναι τῶν κακιῶν ἐφ᾽ ἡμῖν ἂν εἶεν. εἰ δέ τις λέγοι ὅτι πάντες ἐφίενται τοῦ φαινομένου ἀγαθοῦ, τῆς δὲ φαντασίας οὐ κύριοι, ἀλλ᾽ ὁποῖός

[1114b] ποθ᾽ ἕκαστός ἐστι, τοιοῦτο καὶ τὸ τέλος φαίνεται αὐτῷ· εἰ μὲν οὖν ἕκαστος ἑαυτῷ τῆς ἕξεώς ἐστί πως αἴτιος, καὶ τῆς φαντασίας ἔσται πως αὐτὸς αἴτιος· εἰ δὲ μή, οὐθεὶς αὑτῷ αἴτιος τοῦ κακοποιεῖν, ἀλλὰ δι᾽ ἄγνοιαν τοῦ τέλους ταῦτα πράττει, διὰ τούτων οἰόμενος αὑτῷ τὸ ἄριστον ἔσεσθαι, ἡ δὲ τοῦ τέλους ἔφεσις οὐκ αὐθαίρετος, ἀλλὰ φῦναι δεῖ ὥσπερ ὄψιν ἔχοντα, ᾗ κρινεῖ καλῶς καὶ τὸ κατ᾽ ἀλήθειαν ἀγαθὸν αἱρήσεται, καὶ ἔστιν εὐφυὴς ᾧ τοῦτο καλῶς πέφυκεν· τὸ γὰρ μέγιστον καὶ κάλλιστον, καὶ ὃ παρ᾽ ἑτέρου μὴ οἷόν τε λαβεῖν μηδὲ μαθεῖν, ἀλλ᾽ οἷον ἔφυ τοιοῦτον ἕξει, καὶ τὸ εὖ καὶ τὸ καλῶς τοῦτο πεφυκέναι ἡ τελεία καὶ ἀληθινὴ ἂν εἴη εὐφυΐα. εἰ δὴ ταῦτ᾽ ἐστὶν ἀληθῆ, τί μᾶλλον ἡ ἀρετὴ τῆς κακίας ἔσται ἑκούσιον; ἀμφοῖν γὰρ ὁμοίως, τῷ ἀγαθῷ καὶ τῷ κακῷ, τὸ τέλος φύσει ἢ ὁπωσδήποτε φαίνεται καὶ κεῖται, τὰ δὲ λοιπὰ πρὸς τοῦτο ἀναφέροντες πράττουσιν ὁπωσδήποτε. εἴτε δὴ τὸ τέλος μὴ φύσει ἑκάστῳ φαίνεται οἱονδήποτε, ἀλλά τι καὶ παρ᾽ αὐτόν ἐστιν, εἴτε τὸ μὲν τέλος φυσικόν, τῷ δὲ τὰ λοιπὰ πράττειν ἑκουσίως τὸν σπουδαῖον ἡ ἀρετὴ ἑκούσιόν ἐστιν, οὐθὲν ἧττον καὶ ἡ κακία ἑκούσιον ἂν εἴη· ὁμοίως γὰρ καὶ τῷ κακῷ ὑπάρχει τὸ δι᾽ αὐτὸν ἐν ταῖς πράξεσι καὶ εἰ μὴ ἐν τῷ τέλει. εἰ οὖν, ὥσπερ λέγεται, ἑκούσιοί εἰσιν αἱ ἀρεταί (καὶ γὰρ τῶν ἕξεων συναίτιοί πως αὐτοί ἐσμεν, καὶ τῷ ποιοί τινες εἶναι τὸ τέλος τοιόνδε τιθέμεθα), καὶ αἱ κακίαι ἑκούσιοι ἂν εἶεν· ὁμοίως γάρ.

Κοινῇ μὲν οὖν περὶ τῶν ἀρετῶν εἴρηται ἡμῖν τό τε γένος τύπῳ, ὅτι μεσότητές εἰσιν καὶ ὅτι ἕξεις, ὑφ᾽ ὧν τε γίνονται, ὅτι τούτων πρακτικαὶ καὶ καθ᾽ αὑτάς, καὶ ὅτι ἐφ᾽ ἡμῖν καὶ ἑκούσιοι, καὶ οὕτως ὡς ἂν ὁ ὀρθὸς λόγος προστάξῃ. οὐχ ὁμοίως δὲ αἱ πράξεις ἑκούσιοί εἰσι καὶ αἱ ἕξεις· τῶν μὲν γὰρ πράξεων ἀπ᾽ ἀρχῆς μέχρι τοῦ τέλους κύριοί ἐσμεν, εἰδότες τὰ καθ᾽ ἕκαστα, τῶν ἕξεων δὲ τῆς

[1115a] ἀρχῆς, καθ᾽ ἕκαστα δὲ ἡ πρόσθεσις οὐ γνώριμος, ὥσπερ ἐπὶ τῶν ἀρρωστιῶν· ἀλλ᾽ ὅτι ἐφ᾽ ἡμῖν ἦν οὕτως ἢ μὴ οὕτω χρήσασθαι, διὰ τοῦτο ἑκούσιοι.

Ἀναλαβόντες δὲ περὶ ἑκάστης εἴπωμεν τίνες εἰσὶ καὶ περὶ ποῖα καὶ πῶς· ἅμα δ᾽ ἔσται δῆλον καὶ πόσαι εἰσίν. καὶ πρῶτον περὶ ἀνδρείας.

***
Δεν είναι όμως μόνο οι κακίες της ψυχής εκούσιες· σε μερικούς ανθρώπους εκούσιες είναι και οι ελλείψεις του σώματος· αυτός είναι και ο λόγος που τους επιτιμούμε και τους ψέγουμε: τους ανθρώπους που είναι άσχημοι από τη φύση τους κανείς δεν τους επιτιμά ούτε τους ψέγει, επιτιμούμε όμως και ψέγουμε αυτούς που η ασχήμια τους οφείλεται στην αγυμνασία και στην αφροντισιά και αδιαφορία τους. Το ίδιο και στην περίπτωση της σωματικής αδυναμίας και αναπηρίας: κανείς δεν θα ψέξει έναν άνθρωπο που είναι τυφλός εκ γενετής ή εξαιτίας κάποιας αρρώστιας ή ύστερα από κάποιο χτύπημα· ίσα ίσα θα τον λυπηθεί· αυτόν όμως που το έπαθε μέσα στο μεθύσι του ή από κάποια άλλη ασωτία, θα τον επιτιμήσουν και θα τον ψέξουν οι πάντες. Αυτό θα πει ότι τα σωματικά ελαττώματα που ήταν στη δύναμή μας να τα αποφύγουμε επιτιμώνται και ψέγονται, αυτά όμως που δεν ήταν στη δύναμή μας, όχι. Αν αυτό είναι έτσι, τότε το ίδιο θα ισχύει και στις υπόλοιπες περιπτώσεις: ελαττώματα που επιτιμώνται και ψέγονται θα πει πως είναι εξαρτημένα από τη δική μας δύναμη.
Θα μπορούσε τώρα κανείς να πει ότι όλοι οι άνθρωποι επιθυμούν ως αγαθό αυτό που τους φαίνεται αγαθό, αυτού όμως του «φαίνεται» δεν είναι κύριοι οι ίδιοι, αλλ᾽ ό,τι

[1114b] είναι ο καθένας, τέτοιο του φαίνεται και το τέλος. Η απάντηση λοιπόν σ᾽ αυτό είναι: Αν ο καθένας είναι κατά κάποιο τρόπο ο αίτιος της έξης του, τότε ο ίδιος θα είναι, κατά κάποιο τρόπο, ο αίτιος και του ότι το τάδε πράγμα τού φαίνεται αγαθό· αν δεν είναι έτσι, τότε κανένας δεν είναι υπεύθυνος για τις κακές του πράξεις, αλλά όλες τους τις κάνει από άγνοια του τέλους, θεωρώντας ότι με αυτές θα επιτύχει το ύψιστο αγαθό· η επιδίωξη του τέλους δεν είναι αποτέλεσμα προσωπικής επιλογής· αντίθετα, πρέπει κανείς να γεννηθεί έχοντας, θα λέγαμε, ένα μάτι που θα τον κάνει ικανό για σωστή κρίση και για την επιλογή του πραγματικού αγαθού· «καλά γεννημένος» είναι αυτός στον οποίο δόθηκε το πράγμα αυτό με καλό τρόπο από τη φύση· γιατί αυτό είναι ό,τι πιο μεγάλο και ό,τι πιο ωραίο, κάτι που δεν είναι δυνατό να το πάρουμε ή να το μάθουμε από κάποιον άλλον, αλλά θα το έχουμε ακριβώς έτσι όπως μας δόθηκε με τη γέννησή μας — και το να μας έχει δοθεί το πράγμα αυτό με καλό και ωραίο τρόπο με τη γέννησή μας είναι, λέω, το τέλειο και αληθινό γνώρισμα του «καλά γεννημένου». Αν λοιπόν όλα αυτά είναι αληθινά, πώς να είναι η αρετή πιο εκούσια από την κακία; Γιατί και για τους δυο, για τον καλό και για τον κακό, το τέλος φανερώνεται και καθορίζεται με τον ίδιο τρόπο από τη φύση ή με όποιον άλλο τρόπο, και στη συνέχεια οι άνθρωποι κάνουν ό,τι κάνουν ενσχέσει με αυτό ο καθένας με τον τρόπο του.

Είτε λοιπόν το τέλος δεν φανερώνεται από τη φύση στο κάθε άτομο τέτοιο ή τέτοιο, αλλά συμβάλλει ενμέρει και το ίδιο το άτομο στο να καθορισθεί το τέλος ως τέτοιο ή τέτοιο, είτε το τέλος είναι μεν δοσμένο από τη φύση, από τη στιγμή όμως που ο ενάρετος άνθρωπος κάνει όλα τα υπόλοιπα με τη θέλησή του η αρετή είναι κάτι το εκούσιο, θα είναι, λέω, εκούσια σε όχι μικρότερο βαθμό και η κακία. Γιατί και στον κακό άνθρωπο υπάρχει με τον ίδιο τρόπο το στοιχείο που ξεκινά από τον ίδιο, σίγουρα στις πράξεις του, αν όχι στην επιλογή τού τέλους. Αν λοιπόν, όπως λέμε, οι αρετές είναι εκούσιες (δεδομένου ότι είμαστε, κατά κάποιον τρόπο, συναίτιοι οι ίδιοι για τις έξεις μας, και με το να είμαστε άνθρωποι με αυτές ή εκείνες τις ιδιότητες ορίζουμε στον εαυτό μας τέτοιο ή τέτοιο τέλος), και οι κακίες είναι, λέω, εκούσιες, αφού και γι᾽ αυτές ισχύει το ίδιο.

Μιλώντας λοιπόν γενικά για τις αρετές περιγράψαμε πρώτα σχηματικά το γένος τους, ότι είναι μεσότητες και ότι είναι έξεις· είπαμε ύστερα ότι από την ίδια τους τη φύση τείνουν να κάνουν τις πράξεις από τις οποίες γεννήθηκαν· επίσης ότι είναι στη δύναμή μας και είναι εκούσιες· τέλος ότι ενεργούν με τον τρόπο που ορίζει ο ορθός λόγος. Οι πράξεις, πάντως, και οι έξεις δεν είναι εκούσιες με τον ίδιο τρόπο: των πράξεών μας είμαστε κύριοι από την αρχή ως το τέλος τους, καθώς έχουμε συνείδηση όλων των επιμέρους σταδίων, στην περίπτωση όμως των έξεων είμαστε κύριοι

[1115a] μόνο της αρχής τους και η βαθμιαία πρόοδος δεν γίνεται αντιληπτή — ακριβώς όπως συμβαίνει στις αρρώστιες· επειδή, εν πάση περιπτώσει, ήταν στη δύναμή μας να χρησιμοποιήσουμε έτσι ή όχι έτσι την αρχή, οι έξεις είναι εκούσιες.

Ας πάρουμε όμως από την αρχή τις διάφορες αρετές και ας πούμε ποιές είναι, σε τί αναφέρονται και με ποιόν τρόπο· την ίδια στιγμή θα γίνει φανερό και πόσες είναι. Και πρώτα ας μιλήσουμε για την ανδρεία.