«Μεταξύ αυτών των πραγμάτων, ένα μοιάζει βέβαιο· ότι καμιά βεβαιότητα δεν υπάρχει και ότι δεν υπάρχει τίποτα το πιο αξιολύπητο ή πιο θρασύ από τον άνθρωπο.» Πλίνιος ο Πρεσβύτερος.
Ο Γάιος Πλίνιος Σεκούνδος (Gaius Plinius Secundus, Κόμο 23 μ.κ.ε. – Καμπανία 25 Αυγούστου 79 μ.κ.ε.) γνωστότερος ως Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, (Plinio Secondo) ήταν Ρωμαίος φυσιοδίφης, φυσικός φιλόσοφος και ιστοριογράφος, περίφημος κυρίως από το έργο του Φυσική Ιστορία (Naturalis Historia). Υπήρξε στρατιωτικός και ναυτικός διοικητής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Δίδασκε ότι «αληθινή δόξα είναι να κάνεις αυτό που αξίζει να γραφεί, και να γράφεις αυτό που αξίζει να διαβαστεί».
Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος γιος Ρωμαίου, της τάξεως των ιππέων και της κόρης του συγκλητικού Γαΐου Καικιλίου από το Novum Comum (Κόμο). Πριν το 35 μ.κ.ε. ο πατέρας του τον πήρε στην Ρώμη, όπου μορφώθηκε από τον φίλο του πατέρα του, ποιητή και στρατιωτικό διοικητή, Πόπλιο Πομπώνιο Σεκούνδο, που του ενέπνευσε αγάπη για τη μάθηση για όλη του τη ζωή. Ο Πλίνιος αναφέρει επίσης τους γραμματικούς και διδασκάλους της ρητορικής Ρέμμιο Παλαίμονα και Αρέλλιο Φούσκο, οπότε ίσως υπήρξε μαθητής τους.
Στην Ρώμη μελέτησε βοτανική στον κήπο (topiarius) του γηραιού Αντωνίου Κάστορος. Υπό την επίδραση του Σενέκα του Νεότερου, ο Πλίνιος έγινε καλός σπουδαστής της φιλοσοφίας και της ρητορικής, και άρχισε να εξασκείται ως δικηγόρος. Γνώρισε την στρατιωτική ζωή υπό τον Γναίο Δομίτιο Κόρβουλο στην Γερμανία το 47 μ.κ.ε., συμμετέχοντας στην νίκη επί των Καύκων (Cauci) και στην κατασκευή διώρυγας μεταξύ του Μάας και του Ρήνου. Ως νεαρός διοικητής σώματος ιππικού (praefectus alae), έγραψε έργο για την χρήση βλημάτων από ιππείς (De jaculatione equestri), με κάποια περιγραφή των χαρακτηριστικών ενός καλού αλόγου.
Στην Γαλατία και στην Ισπανία ο Πλίνιος έμαθε την κελτική γλώσσα. Κράτησε σημειώσεις για τόπους σχετικούς με την ρωμαϊκή εισβολή στην Γερμανία και, μέσα στις εντυπώσεις από τις νίκες του Δρούσου, είδε ένα όνειρο όπου ο νικητής τον πρόσταζε να μεταφέρει τα κατορθώματά του στην αιωνιότητα (Plin. Epp. iii.5, 4). Το όνειρο αυτό παρακίνησε τον Πλίνιο να αρχίσει να γράφει ιστορία όλων των πολέμων ανάμεσα στους Ρωμαίους και τα γερμανικά φύλα.
Ο Πλίνιος επισκέφθηκε την Γερμανία και την δεκαετία του 50 συνοδεύοντας τον μελλοντικό αυτοκράτορα Τίτο. Επί βασιλείας Νέρωνα, ο Πλίνιος έζησε κυρίως στην Ρώμη. Αναφέρει τον χάρτη του Βασιλείου της Αρμενίας και των χωρών γύρω από την Κασπία Θάλασσα, που στάλθηκε στην Ρώμη από τον Κόρβουλο το 58 μ.κ.ε. Τελείωσε τα 20 βιβλία της Ιστορίας των Γερμανικών Πολέμων, η οποία ωστόσο μακροπρόθεσμα επισκιάσθηκε από το έργο του Τάκιτου. Επίσης, ο Πλίνιος αφιέρωσε πολύ χρόνο γράφοντας για γραμματική και ρητορική.
Ένα λεπτομερές έργο ρητορικής, το Studiosus, και οκτώ βιβλία των Dubii sermonis (Αβεβαίων Λόγων) το 67 μ.κ.ε. είναι καρποί αυτής της περιόδου.
Με αυτοκράτορα τον φίλο του Βεσπασιανό, ο Πλίνιος επέστρεψε στην ενεργό υπηρεσία, ως έπαρχος της Ναρβωνίτιδας στην νότια Γαλατία (Gallia Narbonensis) το 70 και στην Ισπανία (Hispania Tarraconensis) το 73. Το επόμενο έτος επισκέφθηκε την επαρχία της Βελγικής Γαλατίας. Ευρισκόμενος στην Ισπανία, γνώρισε καλά την γεωργία και τα ορυχεία της, ενώ πέρασε και απέναντι στην Αφρική.
Επιστρέφοντας στην Ιταλία, ανέλαβε υπηρεσία υπό τον Βεσπασιανό, τον οποίο συνήθιζε να επισκέπτεται την αυγή για οδηγίες πριν προχωρήσει στα επίσημα καθήκοντά του. Μετά την αποχώρησή του από το αξίωμα, αφιέρωσε όλο το υπόλοιπο της ζωής του στην συγγραφή (Plin. Epp. iii.5, 9). Ο Πλίνιος ολοκλήρωσε μια Ιστορία της Εποχής του σε 31 βιβλία, που εκτεινόταν από την περίοδο του Νέρωνα ως τον Βεσπασιανό, και άφησε εντολή να εκδοθεί μόνο μετά τον θάνατό του. Αυτή η Ιστορία αναφέρεται από τον Τάκιτο (Ann. xiii.20, xv.53, Hist. iii.29) κι απετέλεσε πηγή για τους Σουητώνιο και Πλούταρχο.
Αλλά το μεγάλο του έργο ήταν η Φυσική Ιστορία (Naturalis Historia), μία Εγκυκλοπαίδεια, όπου ο Πλίνιος συγκέντρωσε μέγα μέρος από την γνώση της εποχής του. Την είχε σχεδιάσει από τα χρόνια του Νέρωνα. Αποτελείται από 37 τόμους και περιλαμβάνονται πληροφορίες τις οποίες κατέγραψε έχοντας διαβάσει περισσότερα από 2.000 βιβλία. Το υλικό που είχε συλλέξει για το έργο αυτό γέμιζε σχεδόν 160 τόμους. Ευτυχώς φρόντισε να παραθέσει έναν αναλυτικότατο κατάλογο των βασικότερων πηγών του, έτσι χιλιάδες τίτλοι βιβλίων και εκατοντάδες ονόματα συγγραφέων έχουν φτάσει έστω ονομαστικά ως εμάς. Ο Λάρκιος Λικίνιος, λεγάτος της Ισπανίας, μάταια προσφέρθηκε να το αγοράσει για χρηματικό ποσό ισοδύναμο με περισσότερα από 300.000 ευρώ. Ο Πλίνιος αφιέρωσε το έργο στον αυτοκράτορα Τίτο, το 77.
Διορίσθηκε από τον Βεσπασιανό διοικητής του ρωμαϊκού στόλου στο ακρωτήριο Μισένο. Στις 24 Αυγούστου του 79 ήταν σταθμευμένος εκεί όταν συνέβη η μεγάλη ιστορική έκρηξη του Βεζούβιου που κατέστρεψε την Πομπηία. Η ισχυρή επιθυμία του να παρατηρήσει το φαινόμενο από κοντά και επίσης να διασώσει φίλους του από την ακτή του κόλπου της Νεαπόλεως, τον οδήγησε να διασχίσει τον κόλπο ως τις Σταβίες. Ο ανιψιός του, Πλίνιος ο Νεότερος, γράφει ότι τον είδαν να καταρρέει και να πεθαίνει «αφού ανέπνευσε δηλητηριώδη αέρια εκπεμφθέντα από το ηφαίστειο». Ωστόσο, οι Σταβίες απείχαν 16 χιλιόμετρα από τον κρατήρα και οι σύντροφοί του δεν έπαθαν τίποτα, επομένως είναι πιθανότερο ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος να πέθανε από άλλη αιτία, π.χ. εγκεφαλικό επεισόδιο ή έμφραγμα του μυοκαρδίου, καθώς ήταν παχύσαρκος.
Το πτώμα του Πλίνιου βρέθηκε χωρίς εμφανή τραύματα στις 26 Αυγούστου, αφού το σύννεφο καπνού και στάχτης από την έκρηξη είχε διαλυθεί αρκετά. Η ιστορία των τελευταίων του ωρών καταγράφηκε σε ένα ενδιαφέρον γράμμα που απέστειλε 27 χρόνια μετά στον Τάκιτο ο Πλίνιος ο Νεότερος, ο οποίος επίσης έστειλε σε άλλο πρόσωπο την ακόλουθη περιγραφή του έργου και του τρόπου ζωής του θείου του: «Ξεκινούσε να εργάζεται πριν την αυγή. Δεν διάβαζε τίποτα χωρίς να κρατά σημειώσεις. Συνήθιζε να λέει ότι δεν υπήρχε βιβλίο τόσο κακό ώστε να μην περιέχει κάτι που να έχει αξία. Στο σπίτι του μόνο την ώρα που περνούσε στο λουτρό του δεν μελετούσε, κι όταν ταξίδευε, λες και δεν είχε άλλες φροντίδες, αφοσιωνόταν μόνο στην μελέτη. Κοντολογίς, θεωρούσε σπαταλημένο όλο τον χρόνο που δεν αφιερωνόταν στη μελέτη».
Στην ηφαιστειολογία ο Πλίνιος τιμήθηκε με τον όρο πλίνια έκρηξη ή «πλίνεια», που αναφέρεται σε μία πολύ βίαιη έκρηξη ηφαιστείου, της οποίας η στήλη της σποδού φθάνει μέχρι την στρατόσφαιρα. Ο όρος «υπερπλίνια» (ultra-plinian) αναφέρεται στον βιαιότερο δυνατό τύπο μιας πλίνιας εκρήξεως, όπως αυτή της καταστροφής του Κρακατόα.
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ «ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ»
Στην λατινική γραμματολογία, ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος καταλαμβάνει την υψηλότερη θέση, δίπλα στον Κικέρωνα και τον Βιργίλιο. Το μόνο έργο του που έχει σωθεί είναι η Φυσική Ιστορία, ένα πλήρες εγκυκλοπαιδικό σύγγραμμα φιλοσοφίας (ιδιαιτέρως φυσικής φιλοσοφίας) το οποίο συνόψιζε όλη την γνώση της εποχής του, ανθολογημένη από διάσπαρτα προγενέστερα ελληνικά και λατινικά συγγράμματα, στους τομείς της μεταφυσικής, της αστρονομίας, των μαθηματικών, της γεωγραφίας, της εθνογραφίας, της ανθρωπολογίας, της ζωολογίας, της βοτανολογίας, της φαρμακολογίας, της ηφαιστειολογίας, της ορυκτολογίας, αλλά και της τέχνης της γλυπτικής, της ζωγραφικής, της αρχιτεκτονικής και ορισμένων συναφών τεχνολογικών κλάδων όπως η εξόρυξη, η μεταλλουργία κλπ.
Στην περιγραφή των φυτών, ο Πλίνιος μπόρεσε να συλλέξει πάμπολλες θεραπείες με βότανα. Στο τέλος του έργου, ως ο μοναδικός Ρωμαίος πλην του Λουκρητίου που είχε ποτέ για θέμα του ολόκληρο το βασίλειο της Φύσεως, προσεύχεται για τις ευλογίες της παγκόσμιας μητέρας.
Κατά τους αιώνες που ακολούθησαν η Φυσική Ιστορία χρησιμοποιήθηκε ως έγκυρη πηγή από αναρίθμητους σοφούς, τόσο σε θέματα φυσικής φιλοσοφίας όσο και ιατρικής. Ο Πλίνιος εμφανίζει οξύ ενδιαφέρον για την φύση και την μελετά με τρόπο καινοφανή ως τότε στην Ρώμη, ενώ η μικρή υπόληψη της οποίας έχαιραν μελέτες αυτού του είδους δεν τον αποθαρρύνει από την προσπάθειά του.
Η Ιστορία του δεν υπολείπεται σε τίποτα από μία εγκυκλοπαίδεια για την φύση, αλλά και την τέχνη, όταν η τελευταία συνδέεται με την φύση ή εμπνέεται από αυτήν. Μελέτησε τις αρχικές πηγές σε κάθε αντικείμενο: οι indices auctorum του είναι οι πηγές του από πρώτο ή δεύτερο χέρι. Η επιστημονική του περιέργεια εξάλλου οδήγησε μάλλον στον θάνατό του κατά την έκρηξη του Βεζούβιου. Το ύφος του προδίδει την επίδραση του Σενέκα του Νεότερου. Στοχεύει λιγότερο στην καθαρότητα και στην ζωντάνια και περισσότερο στην επιγραμματική παράθεση. Αγαπά τα αντιθετικά σχήματα, όσο και τις ερωτήσεις ή τον θαυμασμό για κάτι. Η καλλιέπεια των προτάσεων θυσιάζεται στο πάθος για έμφαση, ενώ η δομή τους είναι χαλαρή.
35ο ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ «ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ»
Στο 35ο βιβλίο, εξετάζονται τα διάφορα είδη γαιών, βασικής πρώτης ύλης για τις χρωστικές ουσίες του καιρού του, παραθέτει μια Ιστορία της ζωγραφικής και απαριθμεί τους κυριότερους εκπροσώπους της από τον 6ο π.κ.ε. μέχρι τον 1ο μ.κ.ε. αι. Στο ίδιο βιβλίο περιλαμβάνεται και μία σύντομη ιστορία της πλαστικής.
Τα περί τέχνης κεφάλαια του Πλίνιου είναι πολύτιμα και αναντικατάστατα γιατί συμπληρώνουν και εντάσσουν σ’ ένα σύνολο τις σκόρπιες πληροφορίες που έχουμε από άλλες ποικίλες πηγές και ακόμα γιατί μας κάνουν γνωστά τα ονόματα και τα έργα εκατοντάδων αρχαίων γλυπτών, ζωγράφων και ψηφοθετών άγνωστων από άλλες πηγές. Είναι το εκτενέστερο και πληρέστερα διαρθρωμένο αρχείο της ελληνικής τέχνης που έχουμε από την αρχαιότητα.
Για τους καλλιτέχνες και για τους πνευματικούς ανθρώπους της Αναγέννησης, η αρχαία τέχνη αποτελούσε το ιδανικό πρότυπο, το μέτρο σύγκρισης, το σημείο αναφοράς. Τα μεγάλα κέντρα της Ιταλίας είχαν το καθένα ξεχωριστά μια ειδική σχέση και έναν έντονο προσανατολισμό προς την Αρχαιότητα. Η Φλωρεντία είχε τον πλούτο, τους Μεδίκους και τους λόγιους, η Βενετία μια πιο άμεση επαφή με την Ανατολή και την Ελλάδα και η Ρώμη τον συγκεντρωτισμό, τη δύναμη των παπών και τα ρωμαϊκά ερείπια. Είναι αλήθεια ότι η γνώση της αρχαίας τέχνης στην Αναγέννηση ήταν αρχικά στην ουσία της φιλολογική. Τα κλασικά αριστουργήματα της γλυπτικής (5ος-4ος αιώνας π.κ.ε.) μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όταν κατέρρευσε εντελώς ο αρχαίος κόσμος, καταστράφηκαν, χάθηκαν και ξεχάστηκαν.
Συγγραφείς όπως ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος στο έργο του Φυσική ιστορία (περ. 70 μ.κ.ε.) ή ο Παυσανίας στο έργο του Ελλάδος περιήγησις (2ος αιώνας μ.κ.ε.) κατέγραψαν καταλόγους έργων καλλιτεχνών, τα οποία στη δική τους εποχή, δηλαδή 4-5 αιώνες μετά τη δημιουργία των πρωτοτύπων, αντιγράφονταν σε ειδικά εργαστήρια. Η επιλογή των έργων που αντιγράφονταν, κυρίως τα αντίγραφα των κλασικών έργων, καθοριζόταν από το γούστο της ρωμαϊκής εποχής. Οι Ρωμαίοι αντέγραφαν ορισμένα έργα, συχνά σε πάρα πολλές επαναλήψεις, τα οποία σε νέα συμφραζόμενα πλέον προορίζονταν να διακοσμήσουν κήπους, θέρμες, βιβλιοθήκες, ανάκτορα των Ρωμαίων κ.ά. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος του έργου μεγάλων καλλιτεχνών της κλασικής εποχής, του Φειδία, του Πολυκλείτου, του Πραξιτέλη κ.ά., το γνωρίζουμε κυρίως χάρη στα ρωμαϊκά αντίγραφα. Και μολονότι η τέχνη καθαυτή των μεγάλων καλλιτεχνών της κλασικής εποχής ήταν άγνωστη στην Δύση, αφού δεν μπορούσε να δει κανείς τα έργα τους, παρέμενε η ανάμνηση, η φήμη τους μέσω των κειμένων.
Πλίνιος ο Πρεσβύτερος
«Μεταξύ αυτών των πραγμάτων, ένα μοιάζει βέβαιο: ότι καμιά βεβαιότητα δεν υπάρχει και ότι δεν υπάρχει τίποτα το πιο αξιολύπητο ή πιο θρασύ από τον άνθρωπο.»
«Εξαιτίας μιας περίεργης αρρώστιας του ανθρώπινου μυαλού, μας ευχαριστεί να απαθανατίζουμε στην Ιστορία καταγραφές σφαγών και αιματοχυσιών, έτσι ώστε οι αγνοούντες τα γεγονότα του κόσμου να κάνουν τη γνωριμία τους με τα εγκλήματα της ανθρωπότητας.»
«Υπάρχουν άνθρωποι ακέφαλοι που ‘χουν τα μάτια τους στην πλάτη, άνθρωποι με κεφάλι σκύλου που επικοινωνούν μεταξύ τους γαβγίζοντας, φίδια που πετάγονται με ένα σάλτο από το έδαφος και πιάνουν πετούμενα πουλιά, καθώς και ένα είδος ερπετού της Αφρικής που κομματιάζει βράχους μόνο με την ανάσα του και που είναι τόσο δηλητηριώδες, ώστε όταν κάποια μέρα ένας άνθρωπος σκότωσε κάποιο που βρισκόταν στην πλάτη του αλόγου του, το δηλητήριο απλώθηκε στην λόγχη του άντρα με αποτέλεσμα να πεθάνει τόσο ο ίδιος, όσο και το άλογο.»
Στην «Φυσική Ιστορία» στο κεφάλαιο ο Άνθρωπος (Naturalis Historia VII liber)
«Έδωσα μια περιγραφή του κόσμου και των χωρών, των ειδών, των θαλασσών, των σημαντικών ποταμών, νησιών και πόλεων που αυτός περιέχει. Υπάρχουν κι άλλα πολλά που δεν είπα αφού ο ανθρώπινος νους δεν είναι αρκετά ικανός για να εξερευνήσει όλα τα πεδία.
»Απ’ όλα τα ζώα του κόσμου, η πρώτη θέση πρέπει δικαιωματικά να δοθεί στον Άνθρωπο, για χάρη του οποίου η Φύση φαίνεται να έχει δημιουργήσει όλα τα άλλα πράγματα – αν και ζητά σκληρό αντίτιμο για όλα τα πλούσια δώρα της, κάνοντας το σχεδόν αδύνατο να κρίνεις αν ήταν ένας καλός γονέας για τον Άνθρωπο ή αν ήταν μια ανελέητη μητριά.
»Πρώτα απ’ όλα, τον άνθρωπο μονάχα, απ’ όλα τα ζώα, τον καλύπτει με δανεικά υλικά. Όλα τα υπόλοιπα όντα, σε όλη τους την απειράριθμη ποικιλία, σοφά τα ντύνει με σκεπάσματα – κελύφη, φλοιούς, λέπια, φτερά, θώρακες, πανοπλίες, ακόμη και τους κορμούς των δέντρων, τους έχει προστατέψει από το κρύο και την ζέστη με σκληρό και παχύ φλοιό, συχνά διπλό και τριπλό, αλλά μόνο τον άνθρωπο, από την ημέρα της γέννησης του, τον ξεβράζει στον κόσμο γυμνό, πάνω στο αφιλόξενο γυμνό έδαφος, για να ξεσπάσει αμέσως σε θρήνο και κλάμα.
»Κανένα άλλο από όλα τα έμβια όντα δεν ρέπει τόσο πολύ προς τα δάκρυα και το κλάμα, κι αυτό αμέσως στο ίδιο το ξεκίνημα της ζωής. Ακόμη και εκείνο το πολυσυζητημένο χαμόγελο της βρεφικής ηλικίας, δεν σχηματίζεται στα χείλη κανενός παιδιού μικρότερου από έξι εβδομάδες.
»Αυτή η μύηση στο φως, αφού εγκαταλείψει ο άνθρωπος το σκοτάδι της μήτρα του, ακολουθείται από μια μεγάλη περίοδο δεσμών και εξάρτησης, τέτοια εμπόδια κανένα άλλο όν δεν τα συναντά -ούτε ακόμη κι εκείνα τα ζώα που ανατρέφονται ανάμεσα μας- κανένα από τα άκρα του δεν λειτουργεί για πάρα πολύ καιρό, σαν να είναι δεμένα από αόρατα δεσμά και περιορισμένα κι έτσι, μόλις καταφέρει να γεννηθεί, κείτεται με χέρια και πόδια αλυσοδεμένα, κλαίγοντας απαρηγόρητα.
»Το ζώο που θα γίνει κύριος όλων των άλλων, μυείται στην ζωή, με τιμωρία, εξαιτίας ενός και μόνου λάθους, του παραπτώματος της γέννησης του. Αλίμονο, τι τρέλα για εκείνους που σκέφτονται ότι με ένα τέτοιο ξεκίνημα θα ανατραφούν σε περήφανη θέση.
»Η πρώτη υπόσχεση δύναμης και το πρώτο δάνειο χρόνου που του δίδεται, τον μετατρέπει σε ένα τετράποδο ζώο, κυλιέται στα τέσσερα. Πότε αρχίζει ο άνθρωπος να περπατά; Πότε αρχίζει να μιλά; Πότε το στόμα του είναι αρκετά σκληρό για να μπορεί να δεχθεί κανονική τροφή; Πόσο καιρό κάνει για να συμπυκνωθεί και να δέσει το κρανίο του, ένα σημάδι ότι είναι το πιο αδύναμο από όλα τα όντα. Κανένα άλλο ζώο δεν είναι τόσο ανήμπορο μετά την γέννηση του και για τόσο πολύ καιρό, ευάλωτο από τα πάντα και κανένα άλλο ζώο δεν είναι εξαρτημένο τόσο απόλυτα από τους γονείς του για τόσα πολλά χρόνια, ανίκανο, σε πλήρη άγνοια, παραδομένο στην μοίρα. Ύστερα, μετά την γέννηση, έρχονται οι αρρώστιες του και όλες εκείνες οι θεραπείες ενάντια στις αρρώστιες του που με την σειρά τους θα ηττηθούν από νέες αρρώστιες.
»Το γεγονός ότι όλα τα άλλα ζώα, έχουν συνείδηση της φύσης τους, κάποια χρησιμοποιούν την ταχύτητα, άλλα το ικανό τους πέταγμα, άλλα κολυμπούν, ενώ απ’ όλα τα ζώα της φύσης, ο άνθρωπος δεν γνωρίζει τίποτε απολύτως -εκτός κι αν το διδαχθεί- δεν γνωρίζει ούτε να μιλά και να επικοινωνεί, ούτε να περπατά, ούτε καν να τρώει. Με λίγα λόγια, το μοναδικό πράγμα που μπορεί να κάνει από ένστικτο, είναι να κλαίει. Αναπόφευκτα υπήρξαν πολλοί που πίστεψαν ότι καλύτερα θα ήταν να μην είχε γεννηθεί, ή ότι θα πρέπει να τελειώνει το συντομότερο δυνατόν. Στον άνθρωπο μονάχα, απ’ όλα τα ζώα του κόσμου, δίνεται η θλίψη, μονάχα αυτός την νοιώθει κι επίσης μόνο σε αυτόν δίδεται η πολυτέλεια -κι αυτή σε αμέτρητες μορφές- αγγίζοντας κάθε ξεχωριστό τμήμα της οντότητας του, απ’ όλα τα όντα, μονάχα αυτός έχει φιλοδοξία, πλεονεξία, απύθμενη επιθυμία, όρεξη και πόθο για ζωή, μόνο αυτός έχει προσδοκία, δεισιδαιμονία, αγωνία για τον θάνατο και την ταφή κι ακόμη την αναρώτηση για το τι θα γίνει αφότου δεν θα υπάρχει πια.
»Κανενός όντος η ζωή δεν είναι τόσο επισφαλής και αβέβαιη όσο του ανθρώπου, κανένα ζώο δεν έχει τόσο μεγάλη λαχτάρα για όλες τις ηδονές και τις ευχαριστήσεις, κανένα δεν έχει τόσο συγχυσμένη δειλία ή πιο άγρια οργή. Στην φυσική τους κατάσταση, όλα τα άλλα όντα περνούν τον χρόνο τους άξια ανάμεσα στα όμοια του είδους τους. Τα βλέπουμε να συγκεντρώνονται σε συντροφικά κοπάδια, να στέκουν όλα μαζί ενάντια σε άλλα είδη ζώων· ακόμη και τα πιο άγρια λιοντάρια δεν πολεμούν μεταξύ τους, το δάγκωμα του φιδιού δεν επιτίθεται στα άλλα φίδια, ακόμη και τα τέρατα της θάλασσας και τα ψάρια δείχνουν την σκληρότητα τους μόνο ενάντια σε άλλα είδη διαφορετικά από τα ίδια. Ενώ ο άνθρωπος, τα’ ορκίζομαι, μονάχα σ’ αυτόν συμβαίνει, όλα του τα κακά τα παθαίνει από τους συνανθρώπους του»
Αυτά ο φιλόσοφος τα γράφει το 60 μ.κ.ε. κι όπως βλέπουμε πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια μετά, την εποχή της ταχύτητας και της τεχνητής νοημοσύνης, τίποτε δεν έχει αλλάξει για το ανθρώπινο ζώο. Εξακολουθεί να κλαίει, να ουρλιάζει και να διαλαλεί στα πέρατα του γαλαξία, την ανικανότητα του. Αυτό και μόνο το απόσπασμα του Πλίνιου δείχνει ξεκάθαρα ότι ο άνθρωπος είναι ένα ον φτιαγμένο σε εργαστήριο κι όχι από κάποια φυσική εξέλιξη ή ό,τι είναι ένα ον που πετάχτηκε εδωνά από κάπου αλλού και ουδεμία σχέση με την φυσική εξέλιξη του πλανήτη γη. Ακόμη κι ο πίθηκος ο μακρινός του «πρόγονος» κατά την ελλιπέστατη κι αφελή ομώνυμη θεωρεία, διαθέτει όπλα κι ένστικτο εν τη γενέσει του. Ο άνθρωπος αν δεν διδαχθεί δεν διαθέτει τίποτε απολύτως.
Ο Γάιος Πλίνιος Σεκούνδος (Gaius Plinius Secundus, Κόμο 23 μ.κ.ε. – Καμπανία 25 Αυγούστου 79 μ.κ.ε.) γνωστότερος ως Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, (Plinio Secondo) ήταν Ρωμαίος φυσιοδίφης, φυσικός φιλόσοφος και ιστοριογράφος, περίφημος κυρίως από το έργο του Φυσική Ιστορία (Naturalis Historia). Υπήρξε στρατιωτικός και ναυτικός διοικητής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Δίδασκε ότι «αληθινή δόξα είναι να κάνεις αυτό που αξίζει να γραφεί, και να γράφεις αυτό που αξίζει να διαβαστεί».
Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος γιος Ρωμαίου, της τάξεως των ιππέων και της κόρης του συγκλητικού Γαΐου Καικιλίου από το Novum Comum (Κόμο). Πριν το 35 μ.κ.ε. ο πατέρας του τον πήρε στην Ρώμη, όπου μορφώθηκε από τον φίλο του πατέρα του, ποιητή και στρατιωτικό διοικητή, Πόπλιο Πομπώνιο Σεκούνδο, που του ενέπνευσε αγάπη για τη μάθηση για όλη του τη ζωή. Ο Πλίνιος αναφέρει επίσης τους γραμματικούς και διδασκάλους της ρητορικής Ρέμμιο Παλαίμονα και Αρέλλιο Φούσκο, οπότε ίσως υπήρξε μαθητής τους.
Στην Ρώμη μελέτησε βοτανική στον κήπο (topiarius) του γηραιού Αντωνίου Κάστορος. Υπό την επίδραση του Σενέκα του Νεότερου, ο Πλίνιος έγινε καλός σπουδαστής της φιλοσοφίας και της ρητορικής, και άρχισε να εξασκείται ως δικηγόρος. Γνώρισε την στρατιωτική ζωή υπό τον Γναίο Δομίτιο Κόρβουλο στην Γερμανία το 47 μ.κ.ε., συμμετέχοντας στην νίκη επί των Καύκων (Cauci) και στην κατασκευή διώρυγας μεταξύ του Μάας και του Ρήνου. Ως νεαρός διοικητής σώματος ιππικού (praefectus alae), έγραψε έργο για την χρήση βλημάτων από ιππείς (De jaculatione equestri), με κάποια περιγραφή των χαρακτηριστικών ενός καλού αλόγου.
Στην Γαλατία και στην Ισπανία ο Πλίνιος έμαθε την κελτική γλώσσα. Κράτησε σημειώσεις για τόπους σχετικούς με την ρωμαϊκή εισβολή στην Γερμανία και, μέσα στις εντυπώσεις από τις νίκες του Δρούσου, είδε ένα όνειρο όπου ο νικητής τον πρόσταζε να μεταφέρει τα κατορθώματά του στην αιωνιότητα (Plin. Epp. iii.5, 4). Το όνειρο αυτό παρακίνησε τον Πλίνιο να αρχίσει να γράφει ιστορία όλων των πολέμων ανάμεσα στους Ρωμαίους και τα γερμανικά φύλα.
Ο Πλίνιος επισκέφθηκε την Γερμανία και την δεκαετία του 50 συνοδεύοντας τον μελλοντικό αυτοκράτορα Τίτο. Επί βασιλείας Νέρωνα, ο Πλίνιος έζησε κυρίως στην Ρώμη. Αναφέρει τον χάρτη του Βασιλείου της Αρμενίας και των χωρών γύρω από την Κασπία Θάλασσα, που στάλθηκε στην Ρώμη από τον Κόρβουλο το 58 μ.κ.ε. Τελείωσε τα 20 βιβλία της Ιστορίας των Γερμανικών Πολέμων, η οποία ωστόσο μακροπρόθεσμα επισκιάσθηκε από το έργο του Τάκιτου. Επίσης, ο Πλίνιος αφιέρωσε πολύ χρόνο γράφοντας για γραμματική και ρητορική.
Ένα λεπτομερές έργο ρητορικής, το Studiosus, και οκτώ βιβλία των Dubii sermonis (Αβεβαίων Λόγων) το 67 μ.κ.ε. είναι καρποί αυτής της περιόδου.
Με αυτοκράτορα τον φίλο του Βεσπασιανό, ο Πλίνιος επέστρεψε στην ενεργό υπηρεσία, ως έπαρχος της Ναρβωνίτιδας στην νότια Γαλατία (Gallia Narbonensis) το 70 και στην Ισπανία (Hispania Tarraconensis) το 73. Το επόμενο έτος επισκέφθηκε την επαρχία της Βελγικής Γαλατίας. Ευρισκόμενος στην Ισπανία, γνώρισε καλά την γεωργία και τα ορυχεία της, ενώ πέρασε και απέναντι στην Αφρική.
Επιστρέφοντας στην Ιταλία, ανέλαβε υπηρεσία υπό τον Βεσπασιανό, τον οποίο συνήθιζε να επισκέπτεται την αυγή για οδηγίες πριν προχωρήσει στα επίσημα καθήκοντά του. Μετά την αποχώρησή του από το αξίωμα, αφιέρωσε όλο το υπόλοιπο της ζωής του στην συγγραφή (Plin. Epp. iii.5, 9). Ο Πλίνιος ολοκλήρωσε μια Ιστορία της Εποχής του σε 31 βιβλία, που εκτεινόταν από την περίοδο του Νέρωνα ως τον Βεσπασιανό, και άφησε εντολή να εκδοθεί μόνο μετά τον θάνατό του. Αυτή η Ιστορία αναφέρεται από τον Τάκιτο (Ann. xiii.20, xv.53, Hist. iii.29) κι απετέλεσε πηγή για τους Σουητώνιο και Πλούταρχο.
Αλλά το μεγάλο του έργο ήταν η Φυσική Ιστορία (Naturalis Historia), μία Εγκυκλοπαίδεια, όπου ο Πλίνιος συγκέντρωσε μέγα μέρος από την γνώση της εποχής του. Την είχε σχεδιάσει από τα χρόνια του Νέρωνα. Αποτελείται από 37 τόμους και περιλαμβάνονται πληροφορίες τις οποίες κατέγραψε έχοντας διαβάσει περισσότερα από 2.000 βιβλία. Το υλικό που είχε συλλέξει για το έργο αυτό γέμιζε σχεδόν 160 τόμους. Ευτυχώς φρόντισε να παραθέσει έναν αναλυτικότατο κατάλογο των βασικότερων πηγών του, έτσι χιλιάδες τίτλοι βιβλίων και εκατοντάδες ονόματα συγγραφέων έχουν φτάσει έστω ονομαστικά ως εμάς. Ο Λάρκιος Λικίνιος, λεγάτος της Ισπανίας, μάταια προσφέρθηκε να το αγοράσει για χρηματικό ποσό ισοδύναμο με περισσότερα από 300.000 ευρώ. Ο Πλίνιος αφιέρωσε το έργο στον αυτοκράτορα Τίτο, το 77.
Διορίσθηκε από τον Βεσπασιανό διοικητής του ρωμαϊκού στόλου στο ακρωτήριο Μισένο. Στις 24 Αυγούστου του 79 ήταν σταθμευμένος εκεί όταν συνέβη η μεγάλη ιστορική έκρηξη του Βεζούβιου που κατέστρεψε την Πομπηία. Η ισχυρή επιθυμία του να παρατηρήσει το φαινόμενο από κοντά και επίσης να διασώσει φίλους του από την ακτή του κόλπου της Νεαπόλεως, τον οδήγησε να διασχίσει τον κόλπο ως τις Σταβίες. Ο ανιψιός του, Πλίνιος ο Νεότερος, γράφει ότι τον είδαν να καταρρέει και να πεθαίνει «αφού ανέπνευσε δηλητηριώδη αέρια εκπεμφθέντα από το ηφαίστειο». Ωστόσο, οι Σταβίες απείχαν 16 χιλιόμετρα από τον κρατήρα και οι σύντροφοί του δεν έπαθαν τίποτα, επομένως είναι πιθανότερο ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος να πέθανε από άλλη αιτία, π.χ. εγκεφαλικό επεισόδιο ή έμφραγμα του μυοκαρδίου, καθώς ήταν παχύσαρκος.
Το πτώμα του Πλίνιου βρέθηκε χωρίς εμφανή τραύματα στις 26 Αυγούστου, αφού το σύννεφο καπνού και στάχτης από την έκρηξη είχε διαλυθεί αρκετά. Η ιστορία των τελευταίων του ωρών καταγράφηκε σε ένα ενδιαφέρον γράμμα που απέστειλε 27 χρόνια μετά στον Τάκιτο ο Πλίνιος ο Νεότερος, ο οποίος επίσης έστειλε σε άλλο πρόσωπο την ακόλουθη περιγραφή του έργου και του τρόπου ζωής του θείου του: «Ξεκινούσε να εργάζεται πριν την αυγή. Δεν διάβαζε τίποτα χωρίς να κρατά σημειώσεις. Συνήθιζε να λέει ότι δεν υπήρχε βιβλίο τόσο κακό ώστε να μην περιέχει κάτι που να έχει αξία. Στο σπίτι του μόνο την ώρα που περνούσε στο λουτρό του δεν μελετούσε, κι όταν ταξίδευε, λες και δεν είχε άλλες φροντίδες, αφοσιωνόταν μόνο στην μελέτη. Κοντολογίς, θεωρούσε σπαταλημένο όλο τον χρόνο που δεν αφιερωνόταν στη μελέτη».
Στην ηφαιστειολογία ο Πλίνιος τιμήθηκε με τον όρο πλίνια έκρηξη ή «πλίνεια», που αναφέρεται σε μία πολύ βίαιη έκρηξη ηφαιστείου, της οποίας η στήλη της σποδού φθάνει μέχρι την στρατόσφαιρα. Ο όρος «υπερπλίνια» (ultra-plinian) αναφέρεται στον βιαιότερο δυνατό τύπο μιας πλίνιας εκρήξεως, όπως αυτή της καταστροφής του Κρακατόα.
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ «ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ»
Στην λατινική γραμματολογία, ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος καταλαμβάνει την υψηλότερη θέση, δίπλα στον Κικέρωνα και τον Βιργίλιο. Το μόνο έργο του που έχει σωθεί είναι η Φυσική Ιστορία, ένα πλήρες εγκυκλοπαιδικό σύγγραμμα φιλοσοφίας (ιδιαιτέρως φυσικής φιλοσοφίας) το οποίο συνόψιζε όλη την γνώση της εποχής του, ανθολογημένη από διάσπαρτα προγενέστερα ελληνικά και λατινικά συγγράμματα, στους τομείς της μεταφυσικής, της αστρονομίας, των μαθηματικών, της γεωγραφίας, της εθνογραφίας, της ανθρωπολογίας, της ζωολογίας, της βοτανολογίας, της φαρμακολογίας, της ηφαιστειολογίας, της ορυκτολογίας, αλλά και της τέχνης της γλυπτικής, της ζωγραφικής, της αρχιτεκτονικής και ορισμένων συναφών τεχνολογικών κλάδων όπως η εξόρυξη, η μεταλλουργία κλπ.
Στην περιγραφή των φυτών, ο Πλίνιος μπόρεσε να συλλέξει πάμπολλες θεραπείες με βότανα. Στο τέλος του έργου, ως ο μοναδικός Ρωμαίος πλην του Λουκρητίου που είχε ποτέ για θέμα του ολόκληρο το βασίλειο της Φύσεως, προσεύχεται για τις ευλογίες της παγκόσμιας μητέρας.
Κατά τους αιώνες που ακολούθησαν η Φυσική Ιστορία χρησιμοποιήθηκε ως έγκυρη πηγή από αναρίθμητους σοφούς, τόσο σε θέματα φυσικής φιλοσοφίας όσο και ιατρικής. Ο Πλίνιος εμφανίζει οξύ ενδιαφέρον για την φύση και την μελετά με τρόπο καινοφανή ως τότε στην Ρώμη, ενώ η μικρή υπόληψη της οποίας έχαιραν μελέτες αυτού του είδους δεν τον αποθαρρύνει από την προσπάθειά του.
Η Ιστορία του δεν υπολείπεται σε τίποτα από μία εγκυκλοπαίδεια για την φύση, αλλά και την τέχνη, όταν η τελευταία συνδέεται με την φύση ή εμπνέεται από αυτήν. Μελέτησε τις αρχικές πηγές σε κάθε αντικείμενο: οι indices auctorum του είναι οι πηγές του από πρώτο ή δεύτερο χέρι. Η επιστημονική του περιέργεια εξάλλου οδήγησε μάλλον στον θάνατό του κατά την έκρηξη του Βεζούβιου. Το ύφος του προδίδει την επίδραση του Σενέκα του Νεότερου. Στοχεύει λιγότερο στην καθαρότητα και στην ζωντάνια και περισσότερο στην επιγραμματική παράθεση. Αγαπά τα αντιθετικά σχήματα, όσο και τις ερωτήσεις ή τον θαυμασμό για κάτι. Η καλλιέπεια των προτάσεων θυσιάζεται στο πάθος για έμφαση, ενώ η δομή τους είναι χαλαρή.
35ο ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ «ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ»
Στο 35ο βιβλίο, εξετάζονται τα διάφορα είδη γαιών, βασικής πρώτης ύλης για τις χρωστικές ουσίες του καιρού του, παραθέτει μια Ιστορία της ζωγραφικής και απαριθμεί τους κυριότερους εκπροσώπους της από τον 6ο π.κ.ε. μέχρι τον 1ο μ.κ.ε. αι. Στο ίδιο βιβλίο περιλαμβάνεται και μία σύντομη ιστορία της πλαστικής.
Τα περί τέχνης κεφάλαια του Πλίνιου είναι πολύτιμα και αναντικατάστατα γιατί συμπληρώνουν και εντάσσουν σ’ ένα σύνολο τις σκόρπιες πληροφορίες που έχουμε από άλλες ποικίλες πηγές και ακόμα γιατί μας κάνουν γνωστά τα ονόματα και τα έργα εκατοντάδων αρχαίων γλυπτών, ζωγράφων και ψηφοθετών άγνωστων από άλλες πηγές. Είναι το εκτενέστερο και πληρέστερα διαρθρωμένο αρχείο της ελληνικής τέχνης που έχουμε από την αρχαιότητα.
Για τους καλλιτέχνες και για τους πνευματικούς ανθρώπους της Αναγέννησης, η αρχαία τέχνη αποτελούσε το ιδανικό πρότυπο, το μέτρο σύγκρισης, το σημείο αναφοράς. Τα μεγάλα κέντρα της Ιταλίας είχαν το καθένα ξεχωριστά μια ειδική σχέση και έναν έντονο προσανατολισμό προς την Αρχαιότητα. Η Φλωρεντία είχε τον πλούτο, τους Μεδίκους και τους λόγιους, η Βενετία μια πιο άμεση επαφή με την Ανατολή και την Ελλάδα και η Ρώμη τον συγκεντρωτισμό, τη δύναμη των παπών και τα ρωμαϊκά ερείπια. Είναι αλήθεια ότι η γνώση της αρχαίας τέχνης στην Αναγέννηση ήταν αρχικά στην ουσία της φιλολογική. Τα κλασικά αριστουργήματα της γλυπτικής (5ος-4ος αιώνας π.κ.ε.) μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όταν κατέρρευσε εντελώς ο αρχαίος κόσμος, καταστράφηκαν, χάθηκαν και ξεχάστηκαν.
Συγγραφείς όπως ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος στο έργο του Φυσική ιστορία (περ. 70 μ.κ.ε.) ή ο Παυσανίας στο έργο του Ελλάδος περιήγησις (2ος αιώνας μ.κ.ε.) κατέγραψαν καταλόγους έργων καλλιτεχνών, τα οποία στη δική τους εποχή, δηλαδή 4-5 αιώνες μετά τη δημιουργία των πρωτοτύπων, αντιγράφονταν σε ειδικά εργαστήρια. Η επιλογή των έργων που αντιγράφονταν, κυρίως τα αντίγραφα των κλασικών έργων, καθοριζόταν από το γούστο της ρωμαϊκής εποχής. Οι Ρωμαίοι αντέγραφαν ορισμένα έργα, συχνά σε πάρα πολλές επαναλήψεις, τα οποία σε νέα συμφραζόμενα πλέον προορίζονταν να διακοσμήσουν κήπους, θέρμες, βιβλιοθήκες, ανάκτορα των Ρωμαίων κ.ά. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος του έργου μεγάλων καλλιτεχνών της κλασικής εποχής, του Φειδία, του Πολυκλείτου, του Πραξιτέλη κ.ά., το γνωρίζουμε κυρίως χάρη στα ρωμαϊκά αντίγραφα. Και μολονότι η τέχνη καθαυτή των μεγάλων καλλιτεχνών της κλασικής εποχής ήταν άγνωστη στην Δύση, αφού δεν μπορούσε να δει κανείς τα έργα τους, παρέμενε η ανάμνηση, η φήμη τους μέσω των κειμένων.
Πλίνιος ο Πρεσβύτερος
«Μεταξύ αυτών των πραγμάτων, ένα μοιάζει βέβαιο: ότι καμιά βεβαιότητα δεν υπάρχει και ότι δεν υπάρχει τίποτα το πιο αξιολύπητο ή πιο θρασύ από τον άνθρωπο.»
«Εξαιτίας μιας περίεργης αρρώστιας του ανθρώπινου μυαλού, μας ευχαριστεί να απαθανατίζουμε στην Ιστορία καταγραφές σφαγών και αιματοχυσιών, έτσι ώστε οι αγνοούντες τα γεγονότα του κόσμου να κάνουν τη γνωριμία τους με τα εγκλήματα της ανθρωπότητας.»
«Υπάρχουν άνθρωποι ακέφαλοι που ‘χουν τα μάτια τους στην πλάτη, άνθρωποι με κεφάλι σκύλου που επικοινωνούν μεταξύ τους γαβγίζοντας, φίδια που πετάγονται με ένα σάλτο από το έδαφος και πιάνουν πετούμενα πουλιά, καθώς και ένα είδος ερπετού της Αφρικής που κομματιάζει βράχους μόνο με την ανάσα του και που είναι τόσο δηλητηριώδες, ώστε όταν κάποια μέρα ένας άνθρωπος σκότωσε κάποιο που βρισκόταν στην πλάτη του αλόγου του, το δηλητήριο απλώθηκε στην λόγχη του άντρα με αποτέλεσμα να πεθάνει τόσο ο ίδιος, όσο και το άλογο.»
Στην «Φυσική Ιστορία» στο κεφάλαιο ο Άνθρωπος (Naturalis Historia VII liber)
«Έδωσα μια περιγραφή του κόσμου και των χωρών, των ειδών, των θαλασσών, των σημαντικών ποταμών, νησιών και πόλεων που αυτός περιέχει. Υπάρχουν κι άλλα πολλά που δεν είπα αφού ο ανθρώπινος νους δεν είναι αρκετά ικανός για να εξερευνήσει όλα τα πεδία.
»Απ’ όλα τα ζώα του κόσμου, η πρώτη θέση πρέπει δικαιωματικά να δοθεί στον Άνθρωπο, για χάρη του οποίου η Φύση φαίνεται να έχει δημιουργήσει όλα τα άλλα πράγματα – αν και ζητά σκληρό αντίτιμο για όλα τα πλούσια δώρα της, κάνοντας το σχεδόν αδύνατο να κρίνεις αν ήταν ένας καλός γονέας για τον Άνθρωπο ή αν ήταν μια ανελέητη μητριά.
»Πρώτα απ’ όλα, τον άνθρωπο μονάχα, απ’ όλα τα ζώα, τον καλύπτει με δανεικά υλικά. Όλα τα υπόλοιπα όντα, σε όλη τους την απειράριθμη ποικιλία, σοφά τα ντύνει με σκεπάσματα – κελύφη, φλοιούς, λέπια, φτερά, θώρακες, πανοπλίες, ακόμη και τους κορμούς των δέντρων, τους έχει προστατέψει από το κρύο και την ζέστη με σκληρό και παχύ φλοιό, συχνά διπλό και τριπλό, αλλά μόνο τον άνθρωπο, από την ημέρα της γέννησης του, τον ξεβράζει στον κόσμο γυμνό, πάνω στο αφιλόξενο γυμνό έδαφος, για να ξεσπάσει αμέσως σε θρήνο και κλάμα.
»Κανένα άλλο από όλα τα έμβια όντα δεν ρέπει τόσο πολύ προς τα δάκρυα και το κλάμα, κι αυτό αμέσως στο ίδιο το ξεκίνημα της ζωής. Ακόμη και εκείνο το πολυσυζητημένο χαμόγελο της βρεφικής ηλικίας, δεν σχηματίζεται στα χείλη κανενός παιδιού μικρότερου από έξι εβδομάδες.
»Αυτή η μύηση στο φως, αφού εγκαταλείψει ο άνθρωπος το σκοτάδι της μήτρα του, ακολουθείται από μια μεγάλη περίοδο δεσμών και εξάρτησης, τέτοια εμπόδια κανένα άλλο όν δεν τα συναντά -ούτε ακόμη κι εκείνα τα ζώα που ανατρέφονται ανάμεσα μας- κανένα από τα άκρα του δεν λειτουργεί για πάρα πολύ καιρό, σαν να είναι δεμένα από αόρατα δεσμά και περιορισμένα κι έτσι, μόλις καταφέρει να γεννηθεί, κείτεται με χέρια και πόδια αλυσοδεμένα, κλαίγοντας απαρηγόρητα.
»Το ζώο που θα γίνει κύριος όλων των άλλων, μυείται στην ζωή, με τιμωρία, εξαιτίας ενός και μόνου λάθους, του παραπτώματος της γέννησης του. Αλίμονο, τι τρέλα για εκείνους που σκέφτονται ότι με ένα τέτοιο ξεκίνημα θα ανατραφούν σε περήφανη θέση.
»Η πρώτη υπόσχεση δύναμης και το πρώτο δάνειο χρόνου που του δίδεται, τον μετατρέπει σε ένα τετράποδο ζώο, κυλιέται στα τέσσερα. Πότε αρχίζει ο άνθρωπος να περπατά; Πότε αρχίζει να μιλά; Πότε το στόμα του είναι αρκετά σκληρό για να μπορεί να δεχθεί κανονική τροφή; Πόσο καιρό κάνει για να συμπυκνωθεί και να δέσει το κρανίο του, ένα σημάδι ότι είναι το πιο αδύναμο από όλα τα όντα. Κανένα άλλο ζώο δεν είναι τόσο ανήμπορο μετά την γέννηση του και για τόσο πολύ καιρό, ευάλωτο από τα πάντα και κανένα άλλο ζώο δεν είναι εξαρτημένο τόσο απόλυτα από τους γονείς του για τόσα πολλά χρόνια, ανίκανο, σε πλήρη άγνοια, παραδομένο στην μοίρα. Ύστερα, μετά την γέννηση, έρχονται οι αρρώστιες του και όλες εκείνες οι θεραπείες ενάντια στις αρρώστιες του που με την σειρά τους θα ηττηθούν από νέες αρρώστιες.
»Το γεγονός ότι όλα τα άλλα ζώα, έχουν συνείδηση της φύσης τους, κάποια χρησιμοποιούν την ταχύτητα, άλλα το ικανό τους πέταγμα, άλλα κολυμπούν, ενώ απ’ όλα τα ζώα της φύσης, ο άνθρωπος δεν γνωρίζει τίποτε απολύτως -εκτός κι αν το διδαχθεί- δεν γνωρίζει ούτε να μιλά και να επικοινωνεί, ούτε να περπατά, ούτε καν να τρώει. Με λίγα λόγια, το μοναδικό πράγμα που μπορεί να κάνει από ένστικτο, είναι να κλαίει. Αναπόφευκτα υπήρξαν πολλοί που πίστεψαν ότι καλύτερα θα ήταν να μην είχε γεννηθεί, ή ότι θα πρέπει να τελειώνει το συντομότερο δυνατόν. Στον άνθρωπο μονάχα, απ’ όλα τα ζώα του κόσμου, δίνεται η θλίψη, μονάχα αυτός την νοιώθει κι επίσης μόνο σε αυτόν δίδεται η πολυτέλεια -κι αυτή σε αμέτρητες μορφές- αγγίζοντας κάθε ξεχωριστό τμήμα της οντότητας του, απ’ όλα τα όντα, μονάχα αυτός έχει φιλοδοξία, πλεονεξία, απύθμενη επιθυμία, όρεξη και πόθο για ζωή, μόνο αυτός έχει προσδοκία, δεισιδαιμονία, αγωνία για τον θάνατο και την ταφή κι ακόμη την αναρώτηση για το τι θα γίνει αφότου δεν θα υπάρχει πια.
»Κανενός όντος η ζωή δεν είναι τόσο επισφαλής και αβέβαιη όσο του ανθρώπου, κανένα ζώο δεν έχει τόσο μεγάλη λαχτάρα για όλες τις ηδονές και τις ευχαριστήσεις, κανένα δεν έχει τόσο συγχυσμένη δειλία ή πιο άγρια οργή. Στην φυσική τους κατάσταση, όλα τα άλλα όντα περνούν τον χρόνο τους άξια ανάμεσα στα όμοια του είδους τους. Τα βλέπουμε να συγκεντρώνονται σε συντροφικά κοπάδια, να στέκουν όλα μαζί ενάντια σε άλλα είδη ζώων· ακόμη και τα πιο άγρια λιοντάρια δεν πολεμούν μεταξύ τους, το δάγκωμα του φιδιού δεν επιτίθεται στα άλλα φίδια, ακόμη και τα τέρατα της θάλασσας και τα ψάρια δείχνουν την σκληρότητα τους μόνο ενάντια σε άλλα είδη διαφορετικά από τα ίδια. Ενώ ο άνθρωπος, τα’ ορκίζομαι, μονάχα σ’ αυτόν συμβαίνει, όλα του τα κακά τα παθαίνει από τους συνανθρώπους του»
Αυτά ο φιλόσοφος τα γράφει το 60 μ.κ.ε. κι όπως βλέπουμε πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια μετά, την εποχή της ταχύτητας και της τεχνητής νοημοσύνης, τίποτε δεν έχει αλλάξει για το ανθρώπινο ζώο. Εξακολουθεί να κλαίει, να ουρλιάζει και να διαλαλεί στα πέρατα του γαλαξία, την ανικανότητα του. Αυτό και μόνο το απόσπασμα του Πλίνιου δείχνει ξεκάθαρα ότι ο άνθρωπος είναι ένα ον φτιαγμένο σε εργαστήριο κι όχι από κάποια φυσική εξέλιξη ή ό,τι είναι ένα ον που πετάχτηκε εδωνά από κάπου αλλού και ουδεμία σχέση με την φυσική εξέλιξη του πλανήτη γη. Ακόμη κι ο πίθηκος ο μακρινός του «πρόγονος» κατά την ελλιπέστατη κι αφελή ομώνυμη θεωρεία, διαθέτει όπλα κι ένστικτο εν τη γενέσει του. Ο άνθρωπος αν δεν διδαχθεί δεν διαθέτει τίποτε απολύτως.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου