Ο κάθε θεός χωριστά αλλά και οι θεότητες που δρουν ομαδικά (π.χ. Νύμφες, Σειρήνες, Κάβειροι κτλ.) διακρίνονται για τις ξεχωριστές τους ιδιότητες, για τις διαφορετικές σφαίρες επιρροής και τα όριά τους, για την ερωτική τους ζωή και την ηθική ή ανηθικότητά τους, για τις τιμές που τους απέδιδαν οι άνθρωποι, τόσο στους αγρούς όσο και στο άστυ, για την εισαγωγή και αφομοίωση θεοτήτων από άλλους πολιτισμούς.
Ανθρωπομορφικός πολυθεϊσμός
Ο Ηρόδοτος αποτύπωσε τη σημασία των δύο επικών ποιητών, του Όμηρου και του Ησίοδου, στη διαμόρφωση της θρησκείας:
«Είναι αυτοί που δημιούργησαν την ελληνική θεογονία, έδωσαν τις επωνυμίες τους στους θεούς, όρισαν τις τιμές που πρέπει να τους δίνονται και καθόρισαν τις ιδιότητές τους.» (2.53)
Από την άλλη, ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος (570-475 π.Χ.) κατηγόρησε του δύο ποιητές, γιατί:
«απέδωσαν στους θεούς όλα όσα είναι επαίσχυντα και αξιοκατάκριτα στους ανθρώπους: την κλοπή, τη μοιχεία και την απάτη μεταξύ τους.» (απ. 11)
Μιλώντας γενικά ο φιλόσοφος για τον τρόπο που οι άνθρωποι φτιάχνουν τους θεούς τους παρατήρησε:
«Οι Αιθίοπες λένε ότι οι θεοί τους είναι πλακουτσομύτηδες και μαύροι, οι Θράκες ότι οι δικοί τους θεοί είναι γαλανομάτηδες και κοκκινοτρίχηδες.» (απ. 16)
Και αλλού:
«Αλλά αν τα βόδια και τα άλογα ή τα λιοντάρια είχαν χέρια ή μπορούσαν να σχεδιάσουν με τα χέρια τους και να κάνουν τα έργα που κάνουν οι άνθρωποι, τα άλογα θα απεικόνιζαν τους θεούς σαν άλογα, τα βόδια σαν βόδια, και θα έκαναν το σώμα τους σαν το δικό τους.» (απ. 15)
Από αντίδραση λοιπόν στον ανθρωπομορφικό πολυθεϊσμό, ο Ξενοφάνης κατέληξε στην έννοια του ενός θεού.
Όμως ο Ξενοφάνης, ανεξάρτητα από τις προσωπικές του επιλογές, έδειξε ότι ανθρώπινα κατανοητά πρότυπα συναντώνται σε φανταστικούς συνδυασμούς, ότι ο ανθρώπινος και ο θεϊκός κόσμος αλληλοεπιχωρούνται και αντικατοπτρίζουν ο ένας τον άλλον σε παραλληλία ή σε αντίθεση. Οι θεοί ανήκουν στον ίδιο κόσμο με τους θνητούς, όμως είναι απαλλαγμένοι από όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά που συνοδεύουν τα ανθρώπινα όντα και τα γεμίζουν: αγωνία, αδυναμία, μόχθους, αρρώστιες, θάνατο. Στην ουσία, οι θεοί ενσαρκώνουν το σύνολο των αξιών, των ιδανικών, των ιδεωδών της ανθρώπινης ύπαρξης, δηλαδή την ομορφιά, τη δύναμη, την αιώνια νιότη, τη δοξασμένη και λαμπρή ζωή. Η παρουσία ή η απουσία των θεών σε μια κοινωνία καθορίζει την πληρότητα αγαθών, την τελειότητα, την αποδοχή ή μη ηθικών αξιών, όπως η φιλοξενία.
Θέσαμε το πρόβλημα του αριθμού των θεών. Ανεξάρτητα από τον αριθμό τους, για τον οποίο ελπίζουμε ότι έχουν δημιουργηθεί αβεβαιότητες και απορίες, με βεβαιότητα γνωρίζουμε ότι κάποιοι από αυτούς ανεβαίνουν στον Όλυμπο, ενώ κάποιοι άλλοι, σεβάσμιοι και λαοφιλείς, δεν βρίσκουν καμία θέση εκεί. Απουσιάζει, λ.χ., ο Πλούτωνας, ο κύριος του κάτω κόσμου, όπως και η Περσεφόνη, η οποία λατρεύεται ευρέως με μυστηριακές τελετές, και η Εκάτη, που στα έργα των τεχνών συνήθως δείχνει τον δρόμο προς τον κάτω κόσμο με αναμμένη τη δάδα της. Λείπει, επίσης, ο λαοφιλής Διόνυσος, αν και παρίσταται στη ζωφόρο του Παρθενώνα μαζί με τους Ολύμπιους θεούς.
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι λείπουν οι θεοί που σχετίζονται με τον κάτω κόσμο, ο Πλούτωνας, η Περσεφόνη, η Εκάτη, σε αντίθεση με τον Ερμή, προφανώς επειδή τονίζονται άλλες ιδιότητές του, όπως του αγγελιαφόρου των θεών, και όχι η ιδιότητά του ως ψυχοπομπού. Ο Διόνυσος επίσης δεν βρίσκει θέση στον Όλυμπο, επειδή είναι ιδιότυπα αθάνατος: είναι θεός θνήσκων, θεός που πεθαίνει και ανασταίνεται.
Από μια στιγμή και μετά, ο άνθρωπος λογιάζει τον θάνατο για ανθρώπινο χαρακτηριστικό και τοποθετεί στο παρελθόν και στο όνειρο την εποχή που οι άνθρωποι κέρδιζαν την αθανασία και οι θεοί πέθαιναν. Η αθανασία γίνεται κύριο γνώρισμα των θεών και ο θάνατος των ανθρώπων, ενώ θεοί και θέαινες ξεπέφτουν σε ήρωες και ηρωίδες, ακριβώς γιατί είναι θνήσκουσες θεότητες. Οι ίδιοι οι θεοί αποστρέφουν το πρόσωπό τους από τον θάνατο (στην Αττική, τη δεύτερη μέρα των Ανθεστηρίων πραγματοποιείται η συλλογική έξοδος των νεκρών και ανοίγει ο παλαιότερος ναός του Διόνυσου, που αποτελούσε αρχιτεκτονική αναπαράσταση του κάτω κόσμου· εκείνη την ημέρα έκλειναν οι ναοί των υπολοίπων θεών)· ή συμμετέχουν σε αυτόν με μια τους πλευρά (χθόνιος Ζευς, Δήμητρα, Ερμής, Αφροδίτη) ή μένουν μόνιμα εκεί (Πλούτων). Αντίθετα, ο Διόνυσος κυκλοφορεί συνδέοντας τον επιχθόνιο με τον υποχθόνιο χώρο, διαβαίνει τα σύνορα που σταματούν τους άλλους θεούς και στον Όλυμπο είναι μάλλον φιλοξενούμενος -ανεβαίνει μόνο περιστασιακά και για συγκεκριμένους λόγους.
Στη ζωφόρο του Παρθενώνα οι θεοί εμφανίζονται σε ομάδες, κάτι που αποσαφηνίζει και την ταυτότητά τους. Όλοι είναι καθισμένοι σε δίφρους εκτός από τον Δία, που είναι ένθρονος, και την Ίριδα, την θεά που μεταφέρει τα μηνύματα, που στέκεται όρθια. Οι πρώτοι που παρακολουθούν την προσέλευση της πομπής των Παναθηναίων είναι τα αδέλφια Ερμής και Διόνυσος που γέρνει νωχελικά στη ράχη του αδελφού του· δίπλα η μητροπρεπής Δήμητρα στηρίζει το πηγούνι στο υψωμένο χέρι της· ακολουθεί ο νευρικός Άρης. Ακολουθεί η όρθια Ίρις που τακτοποιεί τα μαλλιά της και μετά το ζεύγος Δίας - Ήρα. Η Ήρα, σε μια χαρακτηριστική κίνηση ανάμεσα στα ζευγάρια, αποκαλύπτει στον ένθρονο Δία το πρόσωπό της σηκώνοντας το πέπλο της. Ακολουθεί η σκηνή με την παράδοση του πέπλου, ενώ δίπλα άλλοι επτά θεοί (σύνολο δεκατέσσερις) παρακολουθούν την προσέλευση του βορινού σκέλους της πομπής των Παναθηναίων. Η πρώτη θέση έχει δοθεί αυτονόητα στην τιμώμενη θεά Αθηνά, την οποία συντροφεύει ο Ήφαιστος· Ποσειδών και Απόλλων δημιουργούν αντίθεση, καθώς ο μεγαλύτερος και γενειοφόρος θεός είναι δίπλα στον ιδιαιτέρως νεανικό θεό της δεύτερης γενιάς Απόλλωνα· Άρτεμις και Αφροδίτη συναποτελούν ενότητα, μαζί με τον Έρωτα που, γερμένος στα πόδια της θεάς, την προστατεύει από τον ήλιο με σκιάδιο. Δήμητρα και Αφροδίτη είναι οι μόνες από τους θεούς που έχουν συνοδευτικά χαρακτηριστικά, δαυλό και τον Έρωτα αντίστοιχα.
Οι θεοί είναι οργανωμένοι σε ευδιάκριτο οικογενειακό σύνολο, γονείς, παιδιά, αδέλφια, θείοι, αν και οι θεοί της πρώτης γενιάς -Ποσειδών, Δίας, Ήρα, Δήμητρα και, κατά τον Ησίοδο, Αφροδίτη, εμπλέκονται και σε άλλους σχέσεις· π.χ. Δίας και Ήρα είναι αδέλφια, ο Δίας ενώθηκε με τη Δήμητρα που γέννησε την Περσεφόνη, ο Ποσειδώνας ενώθηκε με την ίδια θεά και γέννησε την Κόρη, το όνομα της οποίας δεν λέγεται και τιμάται με μυστηριακές τελετές. Υπάρχουν τα παντρεμένα ζευγάρια (Ζευς - Ήρα, Ήφαιστος - Αφροδίτη), το ερωτικό (Άρης - Αφροδίτη), το αδελφικό (Απόλλων - Άρτεμις), των θείων (Ποσειδών - Δήμητρα), των τεχνιτών (Ήφαιστος - Αθηνά), η μοναχική μητέρα (Δήμητρα), των παρθένων θεαινών (Άρτεμις - Αθηνά).
Για τον κάθε θεό παραδίδεται από τις πηγές ξεχωριστό γενεαλογικό δέντρο, με την καταγωγή, τους γάμους και τους απογόνους του, που μπορεί να είναι είτε άλλες θεότητες, κύριες ή δευτερεύουσες, ή ήρωες, τους οποίους αποκτούν από την ένωσή τους με θνητούς. Δείτε, για παράδειγμα, τους πίνακες με τις γυναίκες και τα παιδιά του Δία και του Ποσειδώνα.
Και ακόμη, ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένες ενώσεις θεών και θεαινών με θνητούς/ές και τους καρπούς αυτών των ενώσεων:
Αφροδίτη + Αγχίσης → Αινείας
Θέτις + Πηλέας → Αχιλλέας
Αρμονία + Κάδμος → Ινώ, Αυτονόη, Αγαύη, Σεμέλη
Σελήνη + Ενδυμίωνας
Ηώς + Κέφαλος, Ωρίωνας, Τιθωνός
Δίας + Ευρώπη → Ραδάμανθυς, Μίνωας, Σαρπηδόνας
Δίας + Λήδα → Διόσκουροι, Ελένη, Κλυταιμνήστρα· Αλκμήνη → Ηρακλής· Δανάη → Περσέας· Αντιόπη → Αμφίονας και Ζήθος· Ιώ → Έπαφος· Καλλιστώ → Αρκάς· Γανυμήδης
Απόλλωνας + Κασσάνδρα· Κρέουσα → Ίων· Κορωνίς· Ζέφυρος
Όπως διαπιστώνετε, οι αναφορές είναι λίγες και διαχωρισμένες -επάνω οι έρωτες θεαινών, κάτω οι έρωτες θεών- και λειτουργούν ως αφορμή για μια παρατήρηση με δύο σκέλη:
Οι έρωτες των θεαινών ενέχουν τραύματα συναισθηματικά· για παράδειγμα, ο Άδωνις πεθαίνει, οι θεοί προκαλούν τον βίαιο θάνατο του Ωρίωνα, στον Τιθωνό δόθηκε η αθανασία όχι όμως και η αιώνια νιότη.
Οι έρωτες των θεών είναι χωρίς συναισθηματικά τραύματα, με ωδίνες όμως για τις ερωμένες και τα παιδιά τους.
Οι θεοί μοιράζονται την εξουσία και συνεργάζονται μεταξύ τους. Παραβίαση των ορίων και των σφαιρών εξουσίας του ενός από τον άλλον προκαλεί τη μεταξύ τους σύγκρουση και την τιμωρία των άμοιρων θνητών που δεν επιτρέπεται, τελικά, να επιλέγουν να λατρεύουν τους θεούς αποκλείοντας κάποιον/ους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ως προς αυτό αποτελεί ο Ιππόλυτος, ο οποίος επέλεξε να είναι ακόλουθος της Άρτεμης στην παρθενία, όχι όμως και στην Αφροδίτη, έστω και αποδίδοντας τιμές στη θεά, κάτι που προκάλεσε τη μήνι της θεάς του έρωτα με επακόλουθα καταστροφικά για τον ίδιο και για όσους ενεπλάκησαν σε αυτή την ιστορία άρνησης (Ευριπίδη Ιππόλυτος).
Οι ιδιότητες, και η σφαίρα εξουσίας, του κάθε θεού αποκαλύπτονται από τα συνοδευτικά των ονομάτων τους επίθετα, από το είδος της λατρείας, από τα ιερά και τη θέση τους, από τις γιορτές προς τιμήν του καθενός, από τα λαλούντα σύμβολα, απ' ό,τι δηλαδή συνοδεύει την παρουσία τους (π.χ. θύρσος για τον Διόνυσο, τρίαινα για τον Ποσειδώνα, κεραυνός για τον Δία κτλ.).
ΘΕΟΙ
|
ΛΑΛΟΥΝΤΑ ΣΥΜΒΟΛΑ
|
Δίας
|
κεραυνός, αετός, σκήπτρο
|
Ήρα
|
σκήπτρο, διάδημα· παγόνι
|
Ποσειδών
|
τρίαινα
|
Άδης
|
σκούφος που κάνει αόρατο τον φέροντα· σκήπτρο
|
Αφροδίτη
|
περιστέρια, σπουργίτια· στηθόδεσμος
|
Δήμητρα
|
δάδα· σιτάρι
|
Περσεφόνη
|
δημητριακά, φρούτα
|
Άρτεμη
|
τόξο, βέλη
|
Απόλλων
|
τόξο, βέλη· λύρα· δάφνη
|
Αθηνά
|
κράνος, ακόντιο, αιγίδα με γοργόνειο, γλαύκα (εξού και η απεικόνισή της στα αθηναϊκά νομίσματα)
|
Ήφαιστος
|
πέλεκυς, λαβίδες για τη σφυρηλάτηση, αμόνι
|
Άρης
|
οπλισμός (κράνος, ακόντιο, ασπίδα)
|
Ερμής
|
πέτασος (πλατύγυρο καπέλο), κηρύκειο (ραβδί), σανδάλια/μπότες με φτερά
|
Διόνυσος
|
κισσός, άμπελος· θύρσος· πάνθηρας
|
Πάνας
|
υβριδική οντότητα: μισός τράγος - μισός άνθρωπος
|
Πρίαπος
|
ιθύφαλλος
|
Έρως
|
τόξο και βέλη, δάδα
|
Από τη διερεύνηση όλων των σχετικών με τους θεούς στοιχείων προκύπτει ότι ο κάθε θεός στην ουσία του έχει πολύ πιο διευρυμένες ιδιότητες και αρμοδιότητες από αυτές που παραδίδονται στα ομηρικά έπη. Ο περιορισμός επήλθε μετά την κυριαρχία του Δία ως ανώτατου θεού, οπότε πολλοί θεοί και θεές υπο-τάχθηκαν σε αυτόν ως παιδιά του. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε την Αφροδίτη ως θεά της ομορφιάς και του έρωτα, τον Διόνυσο ως θεό του κρασιού, την Άρτεμη ως παρθένα θεά, τον Έρωτα ως θεό του έρωτα και λησμονούμε ότι η Αφροδίτη τιμάται και με θρηνητικές τελετές ως θεά του θανάτου· ότι ο Διόνυσος είναι και θεός του θανάτου -είναι, εξάλλου, ο μόνος θεός που γεννιέται, πεθαίνει και ξαναγεννιέται, ο μόνος θεός που κατεβαίνει στον Άδη· ο Έρωτας, όταν φέρει τη δάδα ανεστραμμένη, είναι θεός του θανάτου.
Θα δώσουμε ορισμένα παραδείγματα στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο.
Εξελικτική μορφοποίηση του θείου
Πολλές φορές διαπιστώνουμε ότι θεοί έχουν καταρχάς τις ίδιες ιδιότητες και διπλή υπόσταση, χθόνια και θαλασσινή. Για παράδειγμα, ο προολύμπιος Ποσειδώνας, ο Ποσειδώνας δηλαδή πριν από τον καταμερισμό της εξουσίας, ήταν θεότητα διττή, χθόνια και θαλασσινή, όπως ο πατέρας του Ουρανός και όπως φανερώνεται από τα επίθετα που του αποδίδονται -Πελάγιος και Πελαγαίος αλλά και Γαίης Κινητήρ, Γαιήοχος, Μοχλευτήρ, Σεισίχθων, Δαμασίχθων, Ελασίχθων, Ενοσίγιαος κ.τ.λ.,- και από την παράδοση που τον θέλει σύζυγο της Δας, της Γης, συγκυρίαρχο των Δελφών μαζί της, σύζυγο της Δήμητρας, αλλά και θεοτήτων θαλασσινών, της Αμφιτρίτης και της Αλίας/Λευκοθέας, γνωστός ήδη από τις πινακίδες της Κνωσού και της Πύλου. Τα στοιχεία που προσδιορίζουν τον Ποσειδώνα αναγνωρίζονται και στον Δία τον Δωδωναίο τον Πελασγικό, και κατ' επέκταση Ολύμπιο, η χθόνια υπόσταση του οποίου αποκαλύπτεται στο επίθετο Μειλίχιος, οπότε παριστάνεται ως φίδι.
Την Αφροδίτη τη γνωρίζουμε περισσότερο ως θεά του έρωτα και της ομορφιάς, όχι όμως ως θεά των νεκρών, με ναούς ανάμεσα ή κοντά στους τάφους των μεγάλων νεκροταφείων -στη Νάξο λ.χ. τιμούσαν τη θεά με μελαγχολικές ιεροπραξίες.
Δύο παραδόσεις υπάρχουν σχετικά με τη γέννησή της: η μία ομηρική και η άλλη ησιόδεια. Σύμφωνα με τον Όμηρο η θεά του Έρωτα είναι κόρη του Δία και της Διώνης. Σύμφωνα με τον Ησίοδο ο Κρόνος ευνούχισε με ένα δρεπάνι τον πατέρα του Ουρανό και από το σπέρμα που χύθηκε στη θάλασσα γεννήθηκε η θεά. Αυτή η χωρίς μάνα Αφροδίτη του Ησιόδου λατρευόταν στην Ελλάδα, όπως φανερώνεται και από την επωνυμία Ουρανία που έχει στα περισσότερα ιερά της στην Ελλάδα, αντίστοιχη με τη «βασίλισσα του Ουρανού» των σημιτικών λαών της Ανατολής -την έλευση της Αφροδίτης από την Ανατολή μαρτυρεί και ο Ηρόδοτος (1, 105· 3, 23, 1). Ως Ουρανία και ως θεά με διευρυμένες ιδιότητες, μια Μεγάλη Μητέρα Θεά, παριστάνεται σεμνή. Ως κόρη του Δία στην ομηρική παράδοση έπρεπε να ορίσει με μεγαλύτερη σαφήνεια τη μορφή της και κατά συνέπεια να περιορίσει τη δύναμή της. Στην Αθήνα τη λατρεία της Ουρανίας Αφροδίτης καθιέρωσε ο Αιγέας, ενώ της Πανδήμου ο Θησέας, όταν συνένωσε τους δήμους της Αττικής σε μια πόλη, πράξη που έκανε στο όνομα της λατρείας της Αφροδίτης: πάν-δημος σημαίνει Αφροδίτη όλων των ενωμένων αττικών δήμων. Η Αφροδίτη ως δύναμη ερωτική και ενοποιούσα είναι ταυτόχρονα και δύναμη πολιτική, δύναμη που ενώνει τα άτομα σε κοινότητα και τα καθιστά πολίτες. Ως Πάνδημος παριστάνεται συχνά πάνω σε κριάρι, κάτι που φυσικά απαιτεί μυθική αιτιολογία. Ο Θησέας, ύστερα από χρησμό του Απόλλωνα των Δελφών, θυσίασε προς τιμή της Αφροδίτης μια αίγα στην παραλία πριν από τον απόπλου για την Κρήτη, για να την έχει οδηγό στο ταξίδι του -ας μην ξεχνούμε τον θαλασσινό χαρακτήρα της Αφροδίτης, μια και αναδύθηκε από τα κύματα. Την ώρα της θυσίας η θεά μεταμορφώθηκε σε τράγο (Πριν από την ύστερη κλασική εποχή, η Αφροδίτη κρατούσε το ζώο στην αγκαλιά της, στη συνέχεια εμφανιζόταν ανεβασμένη επάνω του).
Ωστόσο, ό,τι κυρίως γνωρίζουμε για την Αφροδίτη Πάνδημο είναι η ηθική, ή μάλλον ανήθικη, σημασία που της προσέδωσε ο Πλάτων στο Συμπόσιο μέσω του σοφιστή Παυσανία. Σύμφωνα λοιπόν με τον Παυσανία του πλατωνικού Συμποσίου ο έρωτας δεν είναι στην ολότητά του κάτι ευγενικό. Η Αφροδίτη Πάνδημος είναι ο έρωτας για τις γυναίκες, τα παιδιά -όπως την περιγράφει ο Πενθέας στις Βάκχες-, είναι ασταθής, όπως ασταθής και πρόσκαιρη είναι και η ομορφιά του σώματος. Αντίθετα, η Ουρανία Αφροδίτη είναι αμήτωρ, έρως ψυχής, έρως αρσενικός, με χαρακτηριστικά τη ρωμαλεότητα και τη νοημοσύνη (στην παράδοση αυτή στηρίχτηκε ο νεοπλατωνισμός αλλά και ο Μποτιτσέλι στη Γέννηση της Αφροδίτης). Σε αυτού του είδους τον έρωτα ο Πλάτωνας αναγνωρίζει παιδευτικό και κοινωνικό ρόλο.
Η αρχαία τέχνη κατέγραψε και τις δύο παραδόσεις, η ησιόδεια όμως θα οδηγήσει στο ολοκληρωτικό ξεγύμνωμα της θεάς από τον Πραξιτέλη.
Σύμφωνα με τον άγγλο ιστορικό R. Osborne η Αφροδίτη δεν είναι περισσότερο ερωτική και αισθησιακή από άλλες, παλαιότερες ντυμένες φιγούρες που το ρούχο κολλούσε επάνω τους, όπως οι διάφορες Νίκες (της Σαμοθράκης, του Παιωνίου) ή η σειρά των Νηρηίδων που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Περισσότερη σημασία είχε η θέση που έπαιρνε ο θεατής απέναντι στο άγαλμα, το γεγονός δηλαδή ότι μπορούσε να κινηθεί γύρω από αυτό (οι Κνίδιοι το τοποθέτησαν σε στρογγυλό ναό), να το πλησιάσει και να συναντήσει το βλέμμα της θεάς, να δει τα γεννητικά όργανα που αυτή κρύβει, να γίνει ο μη αναμενόμενος επισκέπτης, από τον οποίο προσπαθεί να κρυφτεί η θεά, ή ο επιθυμητός εραστής. Τα όρια ανάμεσα στον κόσμο του αγάλματος και τον κόσμο του θεατή γίνονται ρευστά, ενώ ανοίγονται οι δυνατότητες για μια ερωτική και όχι απλώς διαλεκτική σχέση.
Σε αυτή την περισσότερο εικαστική προσέγγιση του θέματος ο αρχαιολόγος Κ. Σουέρεφ αντιτάσσει μια περισσότερο θρησκειολογική. Θεωρεί ότι το ξεγύμνωμα δεν είναι μικρής σημασίας και συνδέεται με αλλαγές στο θρησκευτικό συναίσθημα, ενώ πυροδοτεί μια σειρά απεικονίσεων της θεάς που θα καταλήξουν στην απεικόνιση μιας κυρίας έτοιμης για συνευρέσεις ή για αντιδράσεις μιας «κυρίας καλοζωισμένης», όπως είναι η Αφροδίτη στο σύμπλεγμα με τον Πάνα και τον Έρωτα.
Μπορείτε να δείτε στο διαδίκτυο και άλλα έργα των τεχνών της ελληνικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας με θέμα την Αφροδίτη. Παρακολουθήστε τις διάφορες στάσεις της ως λουομένης και μετά δείτε τον πίνακα Δεσποινίδες της Αβινιόν του Πικάσο. Θα βλέπατε κάποια σχέση στις στάσεις;
|
Περισσότερο με την ιδιότητα του πολεμικού θεού παρά ως θεός του μέτρου και της αρμονίας, της έλλογης σκέψης και της μαντικής ικανότητας, παριστάνεται ο Απόλλωνας σε χάλκινο αγαλμάτιο του 7ου αι. π.Χ.. Αν μάλιστα συμπληρώσουμε ένα ασημένιο τόξο στο αριστερό του χέρι, ασημένιο κράνος στο κεφάλι, ασημένιους βολβούς στα μάτια, τότε έχουμε τον «αργυρότοξο» Απόλλωνα των ομηρικών επών, τον θεό τιμωρό που χτυπά και σκοτώνει, είτε με τα βέλη του τις Νιοβίδες σε ερυθρόμορφο αγγείο του 5ου αι. π.Χ. είτε με λοιμό την πόλη των Θηβών που άφησε ατιμώρητο τον δολοφόνο του Λάιου (Σοφ., Οιδ. Τ.). Ως τιμωρός για παραβίαση των νόμων της φιλοξενίας από τους Κένταυρους εμφανίζεται και στο δυτικό αέτωμα του ναού του Δία στην Ολυμπία, σύμφωνα όμως με τις αξίες και τα ιδανικά της εποχής που τον δημιούργησε, περισσότερο πνευματοποιημένος, με ανάμειξη στη μάχη περισσότερο νοητική και βουλητική παρά αυτοπρόσωπα ενεργητική.
Ερωτήματα προκαλούν και οι απεικονίσεις του Ερμή, ο οποίος, όπως ο Απόλλων, ο Διόνυσος, η Ήρα και η Άρτεμη, αποδόθηκε καταρχάς πεσσόμορφα. Πρόκειται για στήλες που μοιάζει να ξεπηδούν από το έδαφος, συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα στον κόσμο των θνητών και τον χθόνιο. Πράγματι, ο Ερμής είναι θεός χθόνιος και των ορίων, ψυχοπομπός και αγγελιαφόρος των θεών, που επικοινωνεί και επιτρέπει, με μια έννοια, την επικοινωνία με δύο κόσμους, τον υποχθόνιο και τον επιχθόνιο, τον επιχθόνιο και τον ουράνιο, αίροντας όρια. Γι' αυτό, εξάλλου, και οι ερμαϊκές στήλες τοποθετούνται στα όρια χωραφιών, πόλεων, ως οδοδείκτες, μπροστά στα σπίτια, σε παλαίστρες, όπου ο νέος σε μια ηλικία οριακή για τον καθορισμό του φύλου και των ερωτικών επιλογών του, προετοιμάζεται να μπει στον κόσμο των ενηλίκων.
Όμως, στο μέσο της στήλης ξεχωρίζει σε ιθυφαλλική κατάσταση το μόριο του θεού, που υποδεικνύει θεότητα όχι του θανάτου αλλά της βλάστησης. Εξάλλου, ο θεός προέρχεται από τον αγροτικό πελασγικό πληθυσμό (Ηρ. 2, 51) και συνδέεται με αγροτικές και μυστηριακές λατρείες για την αναγέννηση και τον θάνατο της φύσης. Η προέλευση αυτή, βαθιά ριζωμένη στις συνειδήσεις, εξηγεί την προσκόλληση στην πεσσόμορφη απεικόνιση, παρά τις προσπάθειες του Ομήρου να δημιουργήσει έναν ωραίο, εφηβικό Ερμή (Ω, 347), όπως περίπου τον παρέστησε ο Πραξιτέλης στον γνωστό Διονυσοφόρο Ερμή (Μουσείο Ολυμπίας). Ποσειδώνας, Αφροδίτη, Ερμής αποδεικνύονται στην ουσία τους θεότητες τόσο της ζωής όσο και του θανάτου.
Τα παραδείγματα στα οποία αναφερθήκαμε είναι χαρακτηριστικά μιας εξελικτικής διαδικασίας που παρατηρείται όχι μόνο μέχρι τη διαμόρφωση του ολυμπιακού πάνθεου αλλά και μετά. Οι εξελίξεις αυτές, μέσα από τις οποίες αναδύονται συγκεκριμένες ιδιότητες των θεών, είναι συνυφασμένες με το θρησκευτικό συναίσθημα, τη φιλοσοφία, την τέχνη, τις πολιτικές επιλογές, την ιδεολογία. Και βέβαια, από τη στιγμή που διαμορφώνεται η ιδεολογία της πόλεως, το θρησκευτικό σύστημα αναδιοργανώθηκε εκ βάθρων με συνάρτηση με τις νέες μορφές κοινωνικής ζωής που εκπροσωπεί η πόλις.
Η θρησκεία της πόλεως
Μέσα στον 8ο αι. π.Χ. ολοκληρώνεται μια σημαντική μεταβολή στη μορφή και τη συγκρότηση των αρχαίων ελληνικών κρατών. Αντί για τα φυλετικά κράτη, σχηματίζονται τώρα οι «πόλεις-κράτη», που επιδίωκαν να είναι ελεύθερα, αυτόνομα, αυτάρκη.
Η πόλις ήταν συνδεδεμένη με έναν τόπο, ο οποίος τίθεται υπό την προστασία των οικείων θεών, που της προσδίδουν την ιδιαίτερη θρησκευτική, και όχι μόνο, φυσιογνωμία της. Στο όνομα των πολιούχων θεών εξασφαλίζεται η ενότητα των πολιτών και η διαφύλαξη της ακεραιότητας της πόλεως (άνθρωποι, εδαφική επικράτεια) έναντι των άλλων πόλεων. Ακόμη και ο ναός, θρησκευτική καινοτομία της αρχαϊκής εποχής, είναι δημόσιος χώρος, επιβεβαίωση νόμιμης κυριαρχίας σε έναν τόπο και συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους πολίτες, σε αντίθεση με τα ιδιωτικά ιερά και τους βωμούς των οικιών. Εξάλλου, η συνάθροιση των πολιτών στον ναό, και η επιβεβαίωση των μεταξύ τους δεσμών, γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, ορισμένα από τις γιορτές προς τιμήν των θεών. Ακόμη και η ίδρυση ενός δικτύου ιερών, στο άστυ και τη χώρα, την ύπαιθρο δηλαδή που περιβάλλει το άστυ και μαζί συναπαρτίζουν την πόλιν, όριζε κινήσεις θρησκευτικού και πολιτικού περιεχομένου: η θρησκευτική τάξη, λ.χ., ποιοι τόποι θεωρούνταν ιεροί, ποια διαδρομή έπρεπε να ακολουθήσουν οι τελετουργικές πομπές, ήταν ένας τρόπος οργάνωσης του χώρου και αρμονικής συνύπαρξης. Μέσα στα πλαίσια της πόλεως, οι εκδηλώσεις της οποίας διαποτίζονται συνεχώς από τη θρησκευτικότητα, δεν μπορεί παρά και η θρησκεία να είναι πολιτική: οι θεοί τον 5ο αι. π.Χ. λειτουργούν πρωτίστως ως πολίτες.
Η κοινωνία των θεών είναι αυστηρά οργανωμένη με ξεκάθαρα χαρακτηριστικά: όνομα, μορφή, ιδιότητες, γενεαλογία, ιστορία. Κάθε θεότητα ορίζεται, επιπλέον, από το σύνολο των σχέσεών της με τις υπόλοιπες θεότητες, σχέσεις που ενώνουν αλλά και διαχωρίζουν, καθώς δεν αλληλοεπικαλύπτονται, καθιστώντας διακριτή την ταυτότητα. Οι θεοί «εκδημοκρατίζονται». Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Διόνυσος, που από θεός του αγροτικού πληθυσμού έγινε αργότερα θεός του εμπορικού και ναυτικού, της δημοκρατίας στη συνέχεια, των ηγεμονιών στο τέλος. Ο προσεταιρισμός ενός θεού των αγροτικών πληθυσμών ήταν μια πράξη πολιτικού υπολογισμού από την ανερχόμενη εμπορική και ναυτική τάξη για την οικειοποίηση και παρακίνηση του πιο συντηρητικού και δυσκίνητου κομματιού της κοινωνίας, του αγροτικού στοιχείου. Από την άλλη για τους κοσμογυρισμένους ναυτικούς και εμπόρους που γνώριζαν παρόμοιους θεούς της Μ. Ασίας, της Συρίας, της Παλαιστίνης, της Αιγύπτου, ο διονυσιασμός είχε κοσμοπολιτικό χαρακτήρα. Η διονυσιακή θρησκεία απλώθηκε σε όλο τον ελληνικό κόσμο, αρμοσμένη στην ευκοσμία της πόλεως και συμβιβασμένη με τον ελληνικό ορθολογισμό, απέβαλλε την παλιά φρενίτιδα και αγριότητα και διοχέτευσε τον αρχαίο ενθουσιασμό σε έργα της τέχνης, εικαστικά και του λόγου.
Από το τέλος του 6ου αι. π.Χ. οι θεοί της πόλεως αποτυπώνονται στα νομίσματα, με αποτέλεσμα οι παραστάσεις των θεών και τα σύμβολά τους να είναι πανταχού παρόντα, ανάλογα βέβαια και με την οικονομική δράση της πόλης.
Άλλες θεότητες
Μιλούμε για το Ολυμπιακό Πάνθεον στο οποίο συμπεριλαμβάνονται όλοι εκείνοι οι θεοί που τιμώνται πανελλήνια χάρη στη διάδοση των επών. Υπάρχουν βέβαια και θεότητες που, αν και σπουδαίες παρέμειναν δευτερεύουσες ή δεν υπερέβησαν ποτέ τον τοπικό τους χαρακτήρα.
Η Ειλείθυια, θεά του τοκετού· ο γιατρός θεός Ασκληπιός, ο πολεμικός θεός Ενυάλιος και η σύντροφός του Ενυώ· η Εκάτη, τρίμορφη, λυγερή παρθένος με κοντό χιτώνα, θεά νυχτερινή, κρατά δάδες, συνοδεύεται από σκυλιά που γαβγίζουν, παρούσα στο ταξίδι της Περσεφόνης προς τον Άδη και από εκεί προς τη γη ο Προμηθέας, προς τιμήν του οποίου τελούνταν στην Αθήνα τα Προμήθεια με λαμπαδηδρομία η Λητώ, μητέρα του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος η Θέτις, θαλάσσια θεότητα που συνοδεύεται από τις Νηρηίδες· η Λευκοθέα και η Ευρυνόμη, Μητέρες και Κυρίες των θαλάσσιων ζώων, ένας Κύριος των ζώων της θαλάσσης με τα ονόματα Φόρκυς, Γλαύκος, Πρωτεύς, Νηρεύς, Φόρκυς· τέλος, ο θεός Παν, στα όρια του πολιτισμού και της ανθρώπινης φύσης, λατρεύεται στην Αρκαδία και, από τη μάχη του Μαραθώνα και εξής, στην Αττική.
Άλλες πάλι θεότητες είναι οργανωμένες σε ομάδες ανάλογα με το φύλο και την ηλικία τους. Οι νεανικές μορφές θεωρούνται σπουδαιότερες· βρίσκονται σε κίνηση, χορό, τραγούδι, μανία. Συχνά οργανώνονται σε τριάδες. Αντί για θεοί ονομάζονται δαίμονες, υπηρέτες και πρόδρομοι, αμφίπολοι και πρόπολοι μιας θεάς ή ενός θεού, συνήθως ενός από τους μεγάλους ολυμπίους, όπως είναι οι Κάβειροι, οι Κορύβαντες, οι Διόσκουροι κ.ά.
Οι ομάδες αυτές απηχούν πραγματικούς θιάσους, όπως καταφαίνεται από τον χορό και τη μουσική. Με βεβαιότητα μαρτυρούνται στην πραγματική ζωή μαινάδες, θυιάδες, σάτυροι στον κύκλο του Διόνυσου, και ανδρικοί σύνδεσμοι Κουρήτων στην Έφεσο. Οι Κένταυροι παραπέμπουν σε μεταμφιέσεις ηθοποιών, όπως και οι γοργόνες είναι καταρχήν προσωπεία. Πίσω από τους Κάβειρους, τους Ιδαίους Δακτύλους, τους Τελχίνες και τους Κύκλωπες βρίσκονται συντεχνίες σιδηρουργών. Χάριτες, Μούσες, Νηρηίδες, Ωκεανίδες είναι χοροί κοριτσιών. Πάνας και Ειλείθυια παραδίδονται και στον πληθυντικό αριθμό (προφανώς οι γυναίκες της γειτονιάς που βοηθούν μια γυναίκα να ξεγεννήσει).
Η ποίηση περιγράφει αυτές τις ομάδες ως μέλη του κόσμου των θεών: Σάτυροι και Μαινάδες χορεύουν γύρω από τον Διόνυσο, Νύμφες περιστοιχίζουν την Άρτεμη, οι Κουρήτες και οι Κορύβαντες χορεύουν γύρω από τον νεογέννητο Δία ή τον ένθρονο Διόνυσο, οι Μούσες περιβάλλουν τον Απόλλωνα, οι Ωκεανίδες συνοδεύουν την Περσεφόνη στο λιβάδι της απαγωγής της, οι Κύκλωπες σφυρηλατούν τον κεραυνό του Δία. Τιτάνες και Τελχίνες εμφανίζονται ως εκπρόσωποι μιας πανάρχαιας εποχής. Τέλος, άλλοι από αυτοί συναντώνται μόνο στη μυθολογία (Τιτάνες, Γίγαντες), ενώ άλλοι απολαύουν σημαντικής λατρείας, όπως οι Μούσες, οι Χάριτες, οι Κάβειροι.
Αρκετές από τις θεότητες είναι δυνάμεις της φύσης. Οι πόλεις τιμούν τους ποταμούς και τις πηγές τους με ιδιαίτερο τέμενος ή και ναό. Πιο ζωντανή ήταν η λατρεία των ανέμων και του Απόλλωνα-Ήλιου. Η Σελήνη και η Ηώ, θεά της αυγής, εμφανίζονται επίσης σε μερικούς μύθους, ενώ η λατρεία της Γης στην πατροπαράδοτη θρησκεία είναι ιδιαίτερα περιορισμένη με χοές σε ρήγματα της γης. Η ύπαρξη τέτοιων θεοτήτων οδήγησε στη σκέψη ότι οι θεοί είναι προσωποποιήσεις φυσικών φαινομένων. Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές το φυσικό ταυτίζεται με το θεϊκό (Ήλιος, Σελήνη). Αλλά η λατρεία τέτοιων θεοτήτων στην ελληνική θρησκεία υποχώρησαν έναντι των θεϊκών μορφών που καθιέρωσε η λατρεία και η ποίηση.
Εισαγωγή και αφομοίωση μη ελληνικών θεοτήτων και λατρειών
Στη φιλελεύθερη Αθήνα του 5ου και του 4ου αι. π.Χ. υπήρχε μια δυσκαμψία σε θέματα θρησκευτικά, κάτι που θα πρέπει να συνδέσουμε με τον Πελοποννησιακό πόλεμο (λοιμός, αποκοπή κεφαλών των Ερμών, χαλάρωση στην τήρηση των μυστικών των μυστηρίων). Σύμφωνα με τον Φλάβιο Ιώσηπο σε δίκες αθεΐας οδηγούνταν όσοι εισήγαγαν ξένο θεό. Ο Αριστοφάνης μάλιστα έγραψε τις Ώρες, όπου ο Σαβάζιος και μερικοί ξένοι θεοί εισάγονται σε δίκη και καταδικάζονται σε εξορία από την Αθήνα. Αναξαγόρας, Πρωταγόρας, Ευριπίδης είχαν κατηγορηθεί για αθεΐα και οδηγήθηκαν σε δίκη, όπως επίσης ο Διαγόρας ο Μήλιος, γιατί διακωμωδούσε την Ελευσίνα και τις άρρητες τελετές, όχι όμως και ο Αριστοφάνης που κάνει υπαινιγμούς στις μυστικές τελετές των Μεγάλων θεών της Σαμοθράκης (Ειρήνη). Αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης ήταν η δίκη και καταδίκη του Σωκράτη.
Μέσα από αυτές τις δίκες, που τις περισσότερες φορές είχαν πολιτικό περιεχόμενο, καθώς πολλοί από τους κατηγορουμένους ανήκαν στον κύκλο του Περικλή, η αθηναϊκή κοινή γνώμη εμφανιζόταν με το μέρος της τάξης και του νόμου. Ωστόσο, η κρίση, με τη διάλυση των πόλεων-κρατών, ήταν εμφανής και διευκόλυνε την εισαγωγή ξένων θεοτήτων, που βεβαίως ήταν παλαιότερο φαινόμενο και σε συνάρτηση με την κινητικότητα των πληθυσμών και των επαφών μεταξύ τους· για παράδειγμα, η λατρεία του Άδωνη ήταν αναπτυγμένη στον κύκλο των κοριτσιών της Σαπφούς στη Λέσβο γύρω στα 600 π.Χ.
Οι θεότητες που εισάγονται είναι συγγενείς με τις ελληνικές, οπότε η λατρεία τους αφομοιωνόταν εύκολα. Κατά τον 5ο αι. π.Χ. εμφανίζεται στην Αθήνα ο φρυγικός θεός Σαβάζιος, με λατρεία παρόμοια με του Διόνυσου, περισσότερο ιδιωτική παρά της πόλεως. Αναφέρονται επίσης οι θρακικές θεές Κοτυττώ και Βενδίς, ενώ τον 4ο αι. π.Χ. οργανώθηκε επίσημα η λατρεία του Άμμωνα. Όσιρις και Ίσις ήταν γνωστοί ήδη από τον Ηρόδοτο, ο οποίος τους ταύτισε με τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη αντίστοιχα. Επίσης, από τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. μαρτυρούνται ιερά της Ίσιδας στην Ελλάδα, πολλές φορές με Αιγύπτιους ιερείς που τελούσαν τη λατρεία της. Η φρυγική Μητέρα, γνωστή και με το όνομα Κυβέλη, εξομοιώνεται με την Αφροδίτη, ενώ στοιχεία από τον μύθο της Δήμητρας μεταφέρονται σε αυτήν. Και επειδή λατρεύεται σε κατάσταση εκστατική με τον οξύ ήχο του αυλού, τη βαριά βοή των τυμπάνων, το κουδούνισμα των μικρών χάλκινων κυμβάλων, η ακολουθία της ταυτίζεται με το διονυσιακό πλήθος.
Οι θεότητες που εισάγονται είναι ως επί το πλείστον παρήγορες, με επαγγελίες για μια πέραν του τάφου ζωή, και συσχετίζονται με το πνεύμα της διονυσιακής λατρείας. Η ιδιαιτερότητα αυτή δεν μπορεί παρά να συσχετιστεί με το γεγονός ότι το άτομο, από μέλος μιας πόλης-κράτους, έγινε σταδιακά μέλος μιας αυτοκρατορίας, στην οποία η σημασία της ύπαρξής του δεν επιβεβαιώνεται από τον τρόπο λήψης των πολιτικών αποφάσεων.
Η «ανηθικότητα» των θεών
Ο χριστιανισμός κατηγόρησε τους Έλληνες θεούς για ανηθικότητα. Πράγματι, ο Ερμής στους μύθους εμφανίζεται να κλέβει τον ίδιο του τον αδελφό, αλλά υπάρχουν και γιορτές κατά τις οποίες επιτρέπεται η κλοπή. Ο Δίας αρπάζει θνητές γυναίκες, αλλά και σε γιορτές η βασίλισσα θα παραδοθεί στον ισχυρότερο. Η ευφημία συμβαδίζει με την αισχρολογία, και μάλιστα σε σεβαστά μυστήρια όπως τα Ελευσίνια, η μίανση με τον εξαγνισμό, στις θυσίες κυριαρχεί η βία, ενώ η ανθρωποθυσία μαρτυρείται στις ιστορικές πηγές του 5ου αι. π.Χ. και ως θέμα τίθεται στην τραγωδία και την αγγειογραφία (Ιφιγένεια εν Αυλίδι - Ιφιγένεια, Ιφιγένεια εν Ταύροις - Πολυξένη). Στη μυθολογία και την τελετουργία κυριαρχούν η βία, η σεξουαλική δραστηριότητα, η κλοπή και η αρπαγή. Οι ίδιοι οι θεοί συγκρούονται μεταξύ τους. Είναι όλα αυτά τιμητικές πράξεις; Και μήπως οι ίδιοι οι Έλληνες δεν έψεξαν τους θεούς τους ήδη από τον 6ο αι. π.Χ.; Το περίεργο είναι ότι οι περιφημότεροι ναοί και τα εξοχότερα αγάλματα έγιναν ακριβώς μετά από αυτόν τον αιώνα. Συνεπώς, πρόκειται για κρίσεις που στην ουσία δεν άγγιξαν τη θρησκεία.
Είναι αλήθεια ότι η ελληνική μυθολογία στο σύνολό της είναι ερωτική, και μάλιστα σκανδαλιστικά ερωτική αν παραμείνει κανείς θεατής μεμονωμένων έργων των τεχνών, έξω από το πλαίσιο εύρεσης και λειτουργίας τους. Αλλά ο έρωτας συνεπάγεται την τεκνοποιία, που σημαίνει την επιβεβαίωση της ζωής έναντι της απώλειας, της διάλυσης της ζωής, του θανάτου. Εκείνο που είχε σημασία σε μια κοινωνία, όπου η θνησιμότητα, ιδίως των παιδιών, κρατιόταν σε πολύ υψηλά επίπεδα, ήταν η διατήρηση της ζωής. Εξάλλου, ο Διόνυσος, ο κατ' εξοχήν θεός της χαράς, του γλεντιού, του έρωτα, είναι και θεός του θανάτου, και οι γιορτές του έχουν χαρακτήρα ταυτόχρονα ερωτικό και νεκρικό.
Έπειτα, τελετουργικά, όπου στα δρώμενα εντάσσεται και η κλοπή, πόσο ανήθικα μπορεί να είναι σε κοινωνίες όπως η σπαρτιατική, όπου οι νέοι από πολύ νωρίς εξασκούνται σε αυτήν ως προετοιμασία για την κλοπή του οπλισμού από τον εχθρό; Ακόμη και οι αρπαγές κοριτσιών εντάσσονται σε τελετουργικά που υποδηλώνουν την κοινωνική σημασία του γάμου.
Όσο για την ανθρωποθυσία, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη σε ποιες περιπτώσεις τελούνταν και ποιοι θεοί την επέβαλαν. Συνοπτικά εδώ θα αναφέρουμε ότι ανθρωποθυσίες επιζητά η Άρτεμις, προστάτιδα του κυνηγιού και των κανόνων του, όταν οι κυνηγοί παραβαίνουν τους κανόνες του κυνηγιού και σκοτώνουν ζώα όχι από ανάγκη αλλά ως επίδειξη και από αλαζονική υπεροψία (αυτή λ.χ. ήταν η περίπτωση του Αγαμέμνονα). Ανθρωποθυσία επιβάλλει και ο Διόνυσος σε περίπτωση άρνησης της λατρείας του (Μινυάδες, Προιτίδες, γυναίκες των Θηβών). Επίσης, μέσω της ανθρωποθυσίας του πιο εκλεκτού μέλους της κοινότητας επιδιώκεται και η σωτηρία της πόλης από απρόσμενους κινδύνους. Η κόρη του Ηρακλή, λ.χ., η Μακαρία, προσφέρθηκε να θυσιαστεί, όταν το μαντείο είπε ότι η νίκη των Ηρακλειδών εναντίον του Ερεχθέα δεν θα ήταν δυνατή χωρίς ανθρώπινο θύμα.
Ακόμη και η περίπτωση του φαρμακού θα μπορούσε να θεωρηθεί μια μορφή ανθρωποθυσίας. Ο φαρμακός ήταν ένας ιδιαίτερα άσχημος άνθρωπος ή με κάποιο σωματικό πρόβλημα, που σημαίνει με μειωμένη ολότητα και επομένως κάτι κακό, ή ένα επίλεκτο μέλος της κοινωνίας. Στην Αθήνα λ.χ. επιλέγονταν δύο άνδρες, ιδιαίτερα αντιπαθείς, τους στόλιζαν με σύκα, τους οδηγούσαν έξω ως καθάρσια και προφανώς τους καταδίωκαν με πέτρες (εορτή των Θαργηλίων). Στην περιοχή του Απόλλωνος Λευκάτα στη Λευκάδα, γκρέμιζαν έναν εγκληματία από τους βράχους, του έδεναν όμως φτερά για να μετριάσουν την πτώση -δεν πρόκειται για ενεργητικό φόνο αλλά για απομάκρυνση πέρα από τα σύνορα, πάνω από τους βράχους, ώστε να μην επιστρέψει. Η εχθρότητα της κοινότητας συγκλίνει σε έναν, τον οποίο διώχνει ή θανατώνει ομαδικά, πολλές φορές κακοποιώντας τον, αφού θεωρείται υπεύθυνος για τις αναταραχές και καταστροφές που υφίσταται η κοινότητα. Χάρη στην εκτροπή αυτή της βίας προς ένα και μοναδικό άτομο αποκαθίσταται η τάξη και η ομόνοια. Ο εκδιωκόμενος ανάγεται σε σωτήρα, στον οποίο η ομάδα οφείλει βαθιά ευγνωμοσύνη, γιατί μέσω αυτού καθαίρεται. Ο φαρμακός λοιπόν γίνεται για την κοινότητα ένα ιεροποιημένο κάθαρμα.
Νομιμοποιείται τελικά μια ηθική τάξη μέσω του πολυθεϊσμού; Η πολλότητα των θεών συνεπάγεται και εναντιότητες -είναι γνωστές οι διαμάχες Ήρας και Δία, Διόνυσου και Απόλλωνα, Αφροδίτης και Αρτέμιδος. Επομένως, η τάξη μπορεί να νοηθεί μόνο ως σεβασμός του καταμερισμού, των μεριδίων στα οποία ο καθένας έχει δικαιοδοσία. Η οριοθέτηση του επιτρεπτού από το ανεπίτρεπτο είναι σαφής και αυστηρή. Ο θεός επεμβαίνει μόνον όταν θίγεται η επικράτειά του και τα όποια προβλήματα λύνονται μέσα από δημοκρατικά ορισμένες διαδικασίες. Ο ελληνικός πολυθεϊσμός καταφέρνει να συμπεριλαμβάνει την πολλαπλή πραγματικότητα, χωρίς να παραμερίζει αντιφάσεις ή να αρνείται κάποιο μέρος του κόσμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου