Ιστορικό πλαίσιο
Η εξέγερση του Βαρ Κοχβά, αλλιώς γνωστή ως Τρίτος Ιουδαϊκός Πόλεμος (132-135) διεξήχθη στο πλαίσιο των Ρωμαιο-Ιουδαϊκών πολέμων, μια σειρά στρατιωτικών συρράξεων ανάμεσα στην Ρωμαϊκή Δημοκρατία (αργότερα, Αυτοκρατορία) και διάφορες ομάδες Ιουδαίων, η οποία διήρκεσε από το 63 π.Χ έως το 136 μ.Χ.
Σίμων μπεν Κοσεβά
Μετά την εξέγερση του 115-117 μ.Χ, η Ρωμαϊκή κυβέρνηση έλαβε ορισμένα αντι-Ιουδαϊκά μέτρα, δίδοντας την εντύπωση ενός γηρασμένου Έθνους, που πέθαινε. Το 130, όταν ο αυτοκράτορας Πόπλιος Αίλιος Τραϊανός Αδριανός επισκέφθηκε την Ιουδαία, διέταξε την κατασκευή νέας πόλης σε αντικατάσταση αυτής που ο Τίτος Φλάβιος Βεσπασιανός είχε γκρεμίσει συθέμελα: της Ιερουσαλήμ. Χτισμένη σύμφωνα με τα πρότυπα Ρωμαϊκής πόλης, θα είχε ναό αφιερωμένο στον υπέρτατο Ρωμαϊκό θεό Γιούπιτερ (Δίας). Η νέα μητρόπολη ονομάσθηκε Αέλια Καπιτολίνα και το ιερό ανεγέρθη στα συντρίμια του κατεστραμένου ναού των Εβραίων. [βλ. Cassius Dio on Bar Kochba 69.12.1]
Η αντίδραση των Εβραίων στην ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ ήταν μοιρασμένη: αν και μερικοί έκριναν ανυπόφορο το γεγονός ότι αλλόθρησκοι θα πραγματοποιούσαν τελετές στην πόλη τους, άλλοι υποστήριξαν ότι οι παγανιστές που επιθυμούσαν να προσφέρουν θυσίες στον μέγιστο των θεών τους, δεν θα έπρεπε να εμποδισθούν. Αυτή η μετριοπαθής άποψη επικράτησε. Άλλωστε, ο ναός δεν έφερε επιγραφή ότι επρόκειτο να είναι «οίκος των εθνών»;
Δύο χρόνια αργότερα, ο Αδριανός, απαγόρευσε τον ευνουχισμό και την περιτομή, νομοθετώντας κατά μίας πρακτικής, η οποία για μεγάλο χρονικό διάστημα, έθιγε τις ευαισθησίες αμφότερων Ελλήνων και Ρωμαίων. Υπάρχουν ενδείξεις ότι επρόκειτο ουσιαστικά για εμπόδιο στην εφαρμογή της, καθώς αφορούσε στα παιδιά που δεν είχαν φθάσει στην απαιραίτητη ηλικία για να συναινέσουν στην επέμβαση· αλλά όποιο και να ήταν το ακριβές νόημα του μέτρου, οι Εβραίοι το εξέλαβαν ως νόμο ο οποίος στρεφόταν εναντίον τους. Υπήρξαν εκ νέου αμβλύνσεις και ριζοσπαστικότητες αλλά αυτή την φορά η μετριοπάθεια υποστηρίχθηκε λιγότερο. Όπως το θέτει ένας συγγραφέας του 4ου αιώνα:
«Τώρα οι Εβραίοι ξεκίνησαν πόλεμο, επειδή τους απαγορεύθηκε να ακρωτηριάζουν τα γεννητικά τους όργανα» [Historia Augusta,Hadrian, 14.2.]
Ελάχιστα είναι γνωστά για τα αρχικά στάδια της επανάστασης. Φαίνεται ότι το έναυσμα δόθηκε τους πρώτους μήνες του 132, όταν οι οικοδομικές εργασίες για την μετατροπή των χαλασμάτων της Ιερουσαλήμ σε Ρωμαϊκή πόλη, προκάλεσαν την κατάρρευση του Σολομώντειου ταφικού μνημείου. Το γεγονός εξελήφθη ως μεσσιανικός οιωνός. Ο Ρωμαίος έπαρχος Τίνειος Ρούφος υποτίμησε σοβαρά την κατάσταση.
«Σύντομα, το σύνολο της Ιουδαίας ξεσηκώθηκε και οι Εβραίοι παντού έδειχναν σημάδια αναταραχής, συσπειρώνονταν και επέδειχναν έμπρακτα μεγάλη εχθρότητα προς τους Ρωμαίους, είτε κρυφά είτε φανερά· πολλοί άλλοι, επίσης, από διαφορετικές φυλές, συντάσσονταν μαζί τους προσβλέποντας στα οφέλη· πράγματι, θα μπορούσε να πεί κάποιος ότι όλος ο κόσμος εξεργέθηκε γι᾽ αυτό το θέμα» [Cassius Dio, Roman history 69.13.1-2; full story]
Τα πράγματα γίνονται χειρότερα για τους Ρωμαίους όταν οι Εβραίοι στο πρόσωπο του Σίμωνα, γιού κάποιου ονόματι Κοσεβάς, αναγνώρισαν τον εθνικό τους ηγέτη. Από κάποιες διασωθείσες επιστολές του, καθίσταται σαφές ότι είχε αναλάβει καθήκοντα από την 1η Iyar (2ος μήνας για το εκκλησιαστικό έτος) του πρώτου χρόνου της επανάστασης (3 Απριλίου 132)· φαίνεται δε, ικανός να γράφει έως την 14η Marcheshvan (8ος μήνας για το εκκλησιαστικό έτος) του 4ου χρόνου (6 Νοεμβρίου 135). Οι φράσεις με τις οποίες αρχίζει μια εβραϊκή επιστολή εκείνης της περιόδου, αξίζει να μνημονευθούν καθώς το ύφος της γραφής φανερώνει ότι ο Σίμων εθεωρείτο νόμιμος ηγέτης: «Στις 28 Marcheshvan του 3ου χρόνου του Σίμωνος μπεν Κοσεβά, πρίγκιπας του Ισραήλ…».
Σύμφωνα με τον ιστοριογράφο της Χριστιανικής εκκλησίας Ευσέβιο (≅260-340) ο Σίμων ισχυριζόταν ότι ήταν πεφωτισμένος και κατέβηκε από τον ουρανό για να διαφωτίσει τους δυστυχείς. [History of the church 4.6.2] Σε μερικά νομίσματα και στις επιστολές του, αποκαλεί τον εαυτό του Πρίγκιπα (Nasi) λέξη με πολύ έντονες μεσσιανικές παρεμφάσεις [βλ. Ezekiel 37.24-25 και χειρόγραφα Κιρμπέτ Κουμράν] Οι πιστοί οπαδοί έκαναν λογοπαίγνιο με το πραγματικό του όνομα, Σίμων μπεν Κοσεβά: συχνά τον αποκαλούσαν Βαρ Κοχβά [(υιό του Αστέρος) άστρο: kokhav(εβρ.)] όνομα το οποίο επίσης έκρυβε μεσσιανικούς υπαινιγμούς. Του είχαν αποδοθεί μερικά θαύματα, ενώ υπήρχαν αναφορές ότι τον είχαν δεί να βγάζει από μέσα του φλόγες.
Ο Ραβί Ακιβά μπεν Ιωσήφ, νομοδιδάσκαλος στo συμβούλιο των ραβίνων της Ιαμνείας (Jabneh) και επίσημος θρησκευτικός ταγός των Εβραίων εκείνη την εποχή, δήλωσε ότι ο άξιος αυτός ηγέτης, ήταν ο Μεσσίας· τουλάχιστον δύο ραβίνοι (Gershom και Aha) συμφώνησαν, άλλοι παρέμειναν επιφυλακτικοί και κάποιοι λέγοντας ότι θα φύτρωνε χορτάρι στα μάγουλα του Ακιβά πριν την έλευση του Υιού του Δαυΐδ, τον γελειοποίησαν δημοσίως (Ταλμούδ).
Η εξέγερση ήταν σαφώς θρησκευτικού χαρακτήρα. Οι επαναστάτες ήσαν πεπεισμένοι ότι επρόκειτο για τον πόλεμο της αποκάλυψης που είχε προβλεφθεί από προφήτες σαν τον Δανιήλ και τον Ζαχαρία. Στα νομίσματά τους απεικονίζεται ο ναός, ένα άστρο επάνω του, η Κιβωτός της Διαθήκης στο εσωτερικό του και εγχάρακτα αρχαία Εβραϊκά γράμματα. Κάποια από αυτά έφεραν επιγραφή Ιερέας Ελεάζαρ, κάτι που σηματοδοτεί πιθανότατα την εκλογή νέου αρχιερέα.
Δεν συμφώνησαν όλοι με την άποψη του Ακιβά ότι ο Σίμων ήταν ο Μεσσίας. Οι Ιουδαίοι Χριστιανοί αρνήθηκαν να δεχθούν αυτόν τον ισχυρισμό· ο Χριστιανός συγγραφέας Ιουστίνος ο Μάρτυρας, υποστηρίζει ότι ο Σίμων πρόσταξε την σκληρή τιμωρία των Χριστιανών οι οποίοι δεν θα απαρνούνταν τον Ιησού τον Ναζωραίο, βλασφημώντας εκούσια. [(First Apology 31.6) ή Ιουστίνου του Μάρτυρος Πρώτη Απολογία (Ελληνικά-Λατινικά σε pdf pp.376,377]
Με την κατάσταση να χειροτερεύει, ο έπαρχος Τίνειος Ρούφος απάντησε σκληρά. Έχοντας λάβει ενισχύσεις, κινήθηκε εναντίον των Εβραίων αντιμετωπίζοντας δίχως έλεος την παραφροσύνη τους και σύμφωνα με το δίκαιο του πολέμου, υποδούλωσε την γη τους.[Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία 4.6.1]
Από το αφήγημα του Έλληνα ιστορικού Δίωνος Κάσσιου (Ρωμαϊκή ιστορία 69.12.1-14.3) μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η επακόλουθη πολεμική προσπάθεια των Εβραίων ήταν εκτεταμένη, ευρύτατα υποστηριζόμενη και φανατική. Αλλά, φαίνεται ότι απέτυχαν να καταλάβουν την Ιερουσαλήμ: αυτό μοιάζει ως η μόνη δυνατή ερμηνεία για το γεγονός ότι τα νομίσματα της επανάστασης έχουν βρεθεί παντού στην Ιουδαία εκτός από την πρωτεύουσά της. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν (όχι αδιάσειστα) στοιχεία για την εκλογή νέου αρχιερέα, κάτι το οποίο υπαινίσσεται τον έλεγχο της περιοχής του Ναού από τους Εβραίους για περιορισμένο χρονικό διάστημα τουλάχιστον. Όσο ακριβής κι αν είναι ο ισχυρισμός αυτός, ο Σίμων και οι άνθρωποί του στάθηκαν σίγουρα ικανοί να ελέγξουν την επαρχία. Επίσημα έγγραφα υπογεγραμμένα από τον «πρίγκιπα του Ισραήλ» φανερώνουν ότι αυτοκρατορική περιουσία είχε δημευθεί και εκμισθωθεί σε Εβραίους χωρικούς.
Ο Σίμων ήταν τόσο επιτυχημένος, ώστε ο αυτοκράτορας Αδριανός υποχρεώθηκε να επιστρατεύσει τους καλύτερους στρατηγούς του για την καταστολή της εξέγερσης. Ο Σέξτος Ιούλιος Σεβήρος, κυβερνήτης της Βρετανίας, ήταν ένας από αυτούς. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για υποβιβασμό των καθηκόντων του επειδή η Βρετανία ήταν επαρχία ιδιαίτερα υψηλού κύρους· αυτό σηματοδοτεί την σοβαρότητα της περίστασης. Άλλοι στρατηγοί ήταν ο Πόπλιος Μάρκελλος και ο Τίτος Haterius Νέπως, έπαρχοι της Συρίας και της Αραβίας αντίστοιχα. Ο Σίμων γνώριζε ότι οι Ρωμαίοι θα έστελναν μεγάλη εκστρατευτική δύναμη και προετοιμάσθηκε.
Οι ξεσηκωμένοι Εβραίοι δεν τόλμησαν να διακινδυνεύσουν μετωπική αναμέτρηση με τους Ρωμαίους, αλλά κατέλαβαν πλεονεκτικές θέσεις στην ύπαιθρο τις οποίες οχύρωσαν με τείχη και ορύγματα ώστε να τους παρέχουν καταφύγιο έκτακτης ανάγκης και να επικοινωνούν απαρατήρητοι, τρύπησαν δε, το πάνω μέρος των υπόγειων αυτών περασμάτων για φωτισμό και αερισμό. [Δίων Κάσσιος, Ρωμαϊκή ιστορία 69.12.3]
Τον Δεκέμβριο του 133 ή τον Ιανουάριο του 134, ο Ιούλιος Σεβήρος διαδέχθηκε τον Τίνειο Ρούφο στην διακυβέρνηση της εμπόλεμης ζώνης. Ήταν επικεφαλής πολυπληθούς στρατεύματος. Τρείς λεγεώνες κλήθηκαν να υπηρετήσουν: η Σιδηρά (6η, Ferrata) αυτή των Στενών (10η, Fretensis) —ενισχυμένη εσπευσμένα με πεζοναύτες από την Ιταλία— και η Δηιοτεριανή (22η, Deiotariana). Όχι λιγότερες από δεκαεπτά βοηθητικές μονάδες είναι γνωστό ότι πολέμησαν στην Παλαιστίνη. Η Λεγεώνα των Στενών, πιθανόν αποδεκατίστηκε από τους Εβραίους, εφόσον δεν υπάρχουν ενδείξεις ύπαρξής της μετά τον πόλεμο αυτό. Οι δυνάμεις ανανεώθηκαν με την αποστολή της Τραϊανής Ισχυράς Λεγεώνας (2η, Traiana Fortis) ενώ υπάρχουν ενδείξεις για εμπλοκή μονάδων άλλων λεγεώνων στην μάχη, πιθανόν από την Κυρηναϊκή (3η, Cyrenaica) την Γαλλική (3η, Gallica) και την Σκυθική (4η, Scythica). Για πρώτη φορά σε περισσότερο από έναν αιώνα, οι Ρωμαίοι δοκιμάσθηκαν από έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού: δύο από τους Συγκλητικούς ξεκίνησαν την στρατολόγηση νέων από την Ιταλία.
Αν δεν ήταν πλεονασμός, κάποιος θα αποκαλούσε τον πόλεμο αυτό καταστροφή. Οι Ρωμαίοι αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες όταν επιχείρησαν να υποτάξουν την Ιουδαία, σημειώνοντας πρόοδο μόνον όταν ο ίδιος ο αυτοκράτορας κατέφθασε εκεί. Ο Ρωμαϊκός στρατός ήταν συνηθισμένος σε μεγάλης κλίμακας μάχες, είδος εμπλοκής το οποίο απέφυγε ο Σίμων. Οι στρατηγοί του Αδριανού αναγκάστηκαν να σχηματίσουν μικρότερες μονάδες για την αναχαίτιση ολιγομελών ομάδων ανταρτών. Σε αυτόν τον πόλεμο, οι πλέον υψηλόβαθμοι αξιωματικοί υποχρεώθηκαν να μείνουν άπραγοι, την ώρα που οι υφιστάμενοί τους αναλαμβαναν τεράστιες ευθύνες. Πείνα, αρρώστια και φωτιά αποδείχθηκαν καλύτερα όπλα από τα σπαθιά και τις λόγχες.
Ο Σεβήρος δεν αποτόλμησε να επιτεθεί στους αντιπάλους του σε οποιοδήποτε σημείο της υπαίθρου, λόγω του αριθμού και του φανατισμού τους, αλλά, ανακόπτοντας τις μικρές ομάδες τους χάρη στον αριθμό στρατιωτών-υπαξιωματικών που διέθετε και εμποδίζοντας την τροφοδοσία περικλείοντάς τους, κατάφερε μάλλον αργά αλλά με σιγουριά και συγκριτικά μικρότερο κίνδυνο, να κάμψει την αντίστασή τους, να τους εξουθενώσει και να τους εξολοθρεύσει. Πράγματι, ελάχιστοι Εβραίοι επιβίωσαν. Πενήντα από τα πιο σημαντικά οχυρά και 985 από τα πιο γνωστά χωριά τους, ισοπεδώθηκαν. 580.000 σκοτώθηκαν σε διάφορες μικρές ή μεγάλες μάχες. Όσο για τον αριθμό εκείνων οι οποίοι χάθηκαν από πείνα, αρρώστια ή φωτιά, αυτός είναι αδύνατον να υπολογισθεί. [Cassius Dio, Roman history 69.13.2-3]
Ήταν το είδος του πολέμου που οι Ρωμαίοι προσπάθησαν να αποσιωπήσουν. Όταν ο Ρωμαίος συγγραφέας Μάρκος Κορνήλιος Φρόντων έγραψε επιστολή προς τον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο για την περίπτωση της καταστροφής μιας λεγεώνας από τους Πάρθους το 162 μ.Χ, την συνέκρινε με την εξέγερση Βαρ Κοχβά, υπονοώντας σιωπηρά ότι ήταν η τελευταία ήττα. [Η αλληλογραφία του Μάρκου Αυρήλιου Φρόντων Loeb edition vol. 2 On Parthian War, pp.23 ¶1, επιστολή στην οποία ο Φρόντων επιχειρεί την άμβλυνση των εντυπώσεων από την απώλεια της λεγεώνας, συγκρίνοντάς την με άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις αρχής γενομένης από τον Τρωικό πόλεμο με σκοπό να αναδείξει στα μάτια του αυτοκράτορα το τρόπο με τον οποίο οι παλαιότεροι είχαν καταφέρει να ξεπεράσουν τις δυσμενείς συνέπειες μετατρέποντας τελικά τις απώλειες σε όφελός τους]
Οι Ρωμαίοι κατέφυγαν σε τρομερές θηριωδίες για να κερδίσουν τον πόλεμο. Πτώματα παρέμειναν άταφα για αρκετά χρόνια. Υπάρχουν αναφορές για παιδιά τα οποία παραδόθηκαν στις φλόγες ζωντανά, τυλιγμένα σε παπύρους της Τορά. [(Babylonian Talmud, Gittin 57a-58b; Lamentations Rabbah 2.2 §4; Seder Elijah Rabbah 151)]. Το γεγονός ενδέχεται να μεγαλοποιήθηκε, αλλά οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι ήσαν ικανοί για ανάλογες πράξεις. Αρκετοί Εβραίοι άρχισαν να μετανιώνουν για την εξέγερση. Ένα καινούριο λογοπαίγνιο με το όνομα του Σίμωνα έγινε δημοφιλές: κάποιοι τον αποκαλούσαν Σίμων βαρ Κοζεβά «γιό του ψεύδους» της πικρής απογοήτευσης.
Όπως όλοι οι πόλεμοι, ήταν καταστροφή για τους ανθρώπους. Ο Χριστιανός συγγραφέας Ευσέβιος Σωφρόνιος Ιερώνυμος, γύρω στο 400 μ.Χ, γράφει ότι οι πολίτες της Ιουδαίας βρέθηκαν σε τόσο απελπιστική θέση ώστε παρέμειναν σε υπόγειες σήραγγες και σπηλιές μαζί με τα παιδιά, τις γυναίκες και ότι χρυσό και ασημικό διέθεταν. Ο ισχυρισμός αυτός μπόρεσε να επιβεβαιωθεί από αρχαιολόγους, όταν βρήκαν απομεινάρια σκελετών, μαγειρικά σκεύη και επιστολές σε σπήλαια των περιοχών Wadi Murabba`at και Nahal Hever.
Αργά αλλά σταθερά, οι Ρωμαίοι πήραν το πάνω χέρι. Ο Σίμων αντιστάθηκε για τελευταία φορά στο οχυρό Μπεϊτάρ, τρείς ώρες νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ. Όπως έχει καταγραφεί οι αμυνόμενοι εκτόξευαν πίσω στους Ρωμαίους τα βλήματα που έκεινοι τους έριχναν με καταπέλτες. Η πολιορκία διήρκεσε πολύ καιρό, έως τον χειμώνα του 135/136 (Ο Σίμων φαίνεται ικανός να στέλνει επιστολές στις 6 Νοεμβρίου 135). Οι αντάρτες ουδέποτε παραδόθηκαν, αλλά πέθαναν από πείνα και δίψα. Ανάμεσα στα νεκρά κορμιά, οι λεγεωνάριοι αναγνώρισαν εκείνο του Σίμωνος, γιού του Κοσεβά. Όταν έφεραν το κεφάλι του στον αυτοκράτορα Αδριανό, εκείνος είπε: «Αν ο Θεός του δεν τον έσφαξε, τότε ποιός θα μπορούσε να τον ξεπεράσει;»
Σύμφωνα με την Εβραϊκή παράδοση, το Μπεϊτάρ έπεσε την ενάτη ημέρα του μηνός Aβ. Το Γρηγοριανό ημερολόγιο θα έδειχνε 25 Ιουλίου 136. Η ημερομηνία ωστόσο, είναι αρκετά ύποπτη, επειδή συμπίπτει με αυτήν της καταστροφής του Ναού το 70. Εφόσον ο Αδριανός δέχθηκε τον τίτλο του «κατακτητή» [(Imperator, συνώνυμο στα Ελληνικά, του Στρατηγού-Αυτοκράτορος)] προς τα τέλη του 135, θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι το Μπεϊτάρ κατελήφθη Νοέμβριο ή Δεκέμβριο. [Η 9η Αβ (Tisha B’Av), είναι ημέρα νηστείας σε ανάμνηση διάφορων καταστροφών που υπέστησαν στην πορεία της ιστορίας τους οι Εβραίοι και πρωτίστως αυτών του ιερού Ναού στα ιεροσόλυμα]
Το αφήγημα για τα λόγια του Αδριανού στην θέα της κεφαλής του Σίμωνος, έχει προκαλέσει επιστημονικές αντιπαραθέσεις: ήταν πράγματι παρών ο Αδριανός; Η απάντηση είναι καταφατική. Σε Ρωμαϊκά κείμενα χρησιμοποιείται η έκφραση expeditio Judaica (Εβραϊκή εκστρατεία) το οποίο μπορεί να σημαίνει μόνο την παρουσία του αυτοκράτορα. Πέραν τούτου, είναι η παρασημοφόρηση αξιωματικού της αυτοκρατορικής φρουράς C. Arrius Clemens από τον αυτοκράτορα, για τις πολεμικές υπηρεσίες του στην Ιουδαία.
Ωστόσο, αυτό δεν ήταν το τέλος του αγώνα. Πρόσφατη ανακάλυψη αψίδας θριάμβου στα περίχωρα της Σκυθόπολης (Bet She’an) αφιερωμένης από την Σύγκλητο στον αυτοκράτορα το 136, αποδεικνύει ότι οι μάχες συνεχίστηκαν στην Γαλιλαία.
Πολλοί Ρωμαίοι χάθηκαν στον πόλεμο. Ως εκ τούτου, ενημερώνοντας γραπτώς την Σύγκλητο, ο Αδριανός δεν αρχίζει την επιστολή του με επιτηδευμένες φράσεις όπως συνήθιζαν οι αυτοκράτορες: «Αν έχετε υγεία εσείς και τα παιδιά σας, καλώς· Εγώ και ο στρατός είμαστε υγιείς» [Δίων Κάσσιος, Roman history 69.14.3]
Μετά την ήττα των Εβραίων, ο Αδριανός επιχείρησε να ξεριζώσει τον Ιουδαϊσμό. Οι φυλακισμένοι πουλήθηκαν στην Χεβρώνα και την Γάζα, ο καθένας τους στην τιμή ενός αλόγου. Απαγόρευσε στους κατακτημένους να μαθαίνουν τον Μωσαϊκό νόμο και να έχουν στην κατοχή τους ειλητάρια. Η επαρχία της Ιουδαίας μετονομάσθηκε Παλαιστίνη και η Ιερουσαλήμ, Αέλια Καπιτωλίνα.
Παγανιστικά ιερά ανεγέρθηκαν στα χαλάσματα των Εβραϊκών τόπων λατρείας: ο Ναός του Διός οικοδομήθηκε στην θέση του Εβραϊκού Ναού, άγαλμα του Αδριανού, έφιππου, τοποθετήθηκε στα Άγια των Αγίων· η θεά Αφροδίτη μετακινήθηκε στο μέρος όπου η αίρεση των Χριστιανών είχε προσκυνήσει τον τάφο του Ιησού και πριν την νοτιότερη πύλη της Αέλιας, οι Ρωμαίοι ανέγειραν μαρμάρινο άγαλμα γουρουνιού (αυτό ήταν το σύμβολο της 10ης Λεγεώνας των Στενών, αλλά η προσβολή ήταν κατάφορη και πιθανόν σκόπιμη). Ακόμα χειρότερα, δεν επιτρεπόταν στους Εβραίους, ούτε απλά να αντικρύσουν την πατρίδα των προγόνων τους. Ο Ραββί Ακιβά παραβίασε τούτο το διάταγμα και μετά από κάποιο διάστημα στην φυλακή, βασανίσθηκε μέχρι θανάτου· τουλάχιστον εννέα ακόμη ραββίνοι εκτελέσθηκαν.
Έκτοτε, ο κόσμος δεν έμελλε να δεί Εβραϊκά στρατεύματα μέχρι το 1915, όταν οι Βρετανοί στρατολόγησαν μονάδα εθελοντών με το αξιοσημείωτο όνομα “Σώμα Ασσυρίων Εβραίων Προσφύγων Ημιονηλατών” το οποίο δραστηριοποιήθηκε στην Εκστρατεία των Δαρδανελίων.
Μετά τον θάνατο του Αδριανού, ξεκλινησε η συμφιλίωση. Ο νέος αυτοκράτορας Αντωνίνος ο Ευσεβής (Antoninus Pius) επέτρεψε την ταφή των νεκρών και ανακάλεσε την απαγόρευση της περιτομής που είχε προκαλέσει τον πόλεμο. Οι ραβίνοι ξεκίνησαν διάλογο αυτοκριτικής. Οι μεσσιανικοί ισχυρισμοί θεωρούνταν γενικώς ύποπτοι. Όταν ο ραβίνος Γεουντά Ανασί [Jehuda ha-Nasi (Ιούδας ο Πρίγκιπας)] ανασκεύασε την Μισνά, απάνθισμα της ραβινικής σοφίας, άφησε στο περιθώριο πολλές μεσσιανολογικές εικασίες. Από πολιτικής απόψεως ο Ιουδαϊσμός ήταν νεκρός· δεν επρόκειτο να υπάρξει Εβραϊκό κράτος για περισσότερο από 18 αιώνες. Εκείνο που απέμεινε ήταν η θρησκεία, η οποία επιβίωσε του Ρωμαϊκού παγανισμού με ευκολία.
Η εξέγερση του Βαρ Κοχβά, αλλιώς γνωστή ως Τρίτος Ιουδαϊκός Πόλεμος (132-135) διεξήχθη στο πλαίσιο των Ρωμαιο-Ιουδαϊκών πολέμων, μια σειρά στρατιωτικών συρράξεων ανάμεσα στην Ρωμαϊκή Δημοκρατία (αργότερα, Αυτοκρατορία) και διάφορες ομάδες Ιουδαίων, η οποία διήρκεσε από το 63 π.Χ έως το 136 μ.Χ.
Σίμων μπεν Κοσεβά
Μετά την εξέγερση του 115-117 μ.Χ, η Ρωμαϊκή κυβέρνηση έλαβε ορισμένα αντι-Ιουδαϊκά μέτρα, δίδοντας την εντύπωση ενός γηρασμένου Έθνους, που πέθαινε. Το 130, όταν ο αυτοκράτορας Πόπλιος Αίλιος Τραϊανός Αδριανός επισκέφθηκε την Ιουδαία, διέταξε την κατασκευή νέας πόλης σε αντικατάσταση αυτής που ο Τίτος Φλάβιος Βεσπασιανός είχε γκρεμίσει συθέμελα: της Ιερουσαλήμ. Χτισμένη σύμφωνα με τα πρότυπα Ρωμαϊκής πόλης, θα είχε ναό αφιερωμένο στον υπέρτατο Ρωμαϊκό θεό Γιούπιτερ (Δίας). Η νέα μητρόπολη ονομάσθηκε Αέλια Καπιτολίνα και το ιερό ανεγέρθη στα συντρίμια του κατεστραμένου ναού των Εβραίων. [βλ. Cassius Dio on Bar Kochba 69.12.1]
Η αντίδραση των Εβραίων στην ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ ήταν μοιρασμένη: αν και μερικοί έκριναν ανυπόφορο το γεγονός ότι αλλόθρησκοι θα πραγματοποιούσαν τελετές στην πόλη τους, άλλοι υποστήριξαν ότι οι παγανιστές που επιθυμούσαν να προσφέρουν θυσίες στον μέγιστο των θεών τους, δεν θα έπρεπε να εμποδισθούν. Αυτή η μετριοπαθής άποψη επικράτησε. Άλλωστε, ο ναός δεν έφερε επιγραφή ότι επρόκειτο να είναι «οίκος των εθνών»;
Δύο χρόνια αργότερα, ο Αδριανός, απαγόρευσε τον ευνουχισμό και την περιτομή, νομοθετώντας κατά μίας πρακτικής, η οποία για μεγάλο χρονικό διάστημα, έθιγε τις ευαισθησίες αμφότερων Ελλήνων και Ρωμαίων. Υπάρχουν ενδείξεις ότι επρόκειτο ουσιαστικά για εμπόδιο στην εφαρμογή της, καθώς αφορούσε στα παιδιά που δεν είχαν φθάσει στην απαιραίτητη ηλικία για να συναινέσουν στην επέμβαση· αλλά όποιο και να ήταν το ακριβές νόημα του μέτρου, οι Εβραίοι το εξέλαβαν ως νόμο ο οποίος στρεφόταν εναντίον τους. Υπήρξαν εκ νέου αμβλύνσεις και ριζοσπαστικότητες αλλά αυτή την φορά η μετριοπάθεια υποστηρίχθηκε λιγότερο. Όπως το θέτει ένας συγγραφέας του 4ου αιώνα:
«Τώρα οι Εβραίοι ξεκίνησαν πόλεμο, επειδή τους απαγορεύθηκε να ακρωτηριάζουν τα γεννητικά τους όργανα» [Historia Augusta,Hadrian, 14.2.]
Ελάχιστα είναι γνωστά για τα αρχικά στάδια της επανάστασης. Φαίνεται ότι το έναυσμα δόθηκε τους πρώτους μήνες του 132, όταν οι οικοδομικές εργασίες για την μετατροπή των χαλασμάτων της Ιερουσαλήμ σε Ρωμαϊκή πόλη, προκάλεσαν την κατάρρευση του Σολομώντειου ταφικού μνημείου. Το γεγονός εξελήφθη ως μεσσιανικός οιωνός. Ο Ρωμαίος έπαρχος Τίνειος Ρούφος υποτίμησε σοβαρά την κατάσταση.
«Σύντομα, το σύνολο της Ιουδαίας ξεσηκώθηκε και οι Εβραίοι παντού έδειχναν σημάδια αναταραχής, συσπειρώνονταν και επέδειχναν έμπρακτα μεγάλη εχθρότητα προς τους Ρωμαίους, είτε κρυφά είτε φανερά· πολλοί άλλοι, επίσης, από διαφορετικές φυλές, συντάσσονταν μαζί τους προσβλέποντας στα οφέλη· πράγματι, θα μπορούσε να πεί κάποιος ότι όλος ο κόσμος εξεργέθηκε γι᾽ αυτό το θέμα» [Cassius Dio, Roman history 69.13.1-2; full story]
Τα πράγματα γίνονται χειρότερα για τους Ρωμαίους όταν οι Εβραίοι στο πρόσωπο του Σίμωνα, γιού κάποιου ονόματι Κοσεβάς, αναγνώρισαν τον εθνικό τους ηγέτη. Από κάποιες διασωθείσες επιστολές του, καθίσταται σαφές ότι είχε αναλάβει καθήκοντα από την 1η Iyar (2ος μήνας για το εκκλησιαστικό έτος) του πρώτου χρόνου της επανάστασης (3 Απριλίου 132)· φαίνεται δε, ικανός να γράφει έως την 14η Marcheshvan (8ος μήνας για το εκκλησιαστικό έτος) του 4ου χρόνου (6 Νοεμβρίου 135). Οι φράσεις με τις οποίες αρχίζει μια εβραϊκή επιστολή εκείνης της περιόδου, αξίζει να μνημονευθούν καθώς το ύφος της γραφής φανερώνει ότι ο Σίμων εθεωρείτο νόμιμος ηγέτης: «Στις 28 Marcheshvan του 3ου χρόνου του Σίμωνος μπεν Κοσεβά, πρίγκιπας του Ισραήλ…».
Σύμφωνα με τον ιστοριογράφο της Χριστιανικής εκκλησίας Ευσέβιο (≅260-340) ο Σίμων ισχυριζόταν ότι ήταν πεφωτισμένος και κατέβηκε από τον ουρανό για να διαφωτίσει τους δυστυχείς. [History of the church 4.6.2] Σε μερικά νομίσματα και στις επιστολές του, αποκαλεί τον εαυτό του Πρίγκιπα (Nasi) λέξη με πολύ έντονες μεσσιανικές παρεμφάσεις [βλ. Ezekiel 37.24-25 και χειρόγραφα Κιρμπέτ Κουμράν] Οι πιστοί οπαδοί έκαναν λογοπαίγνιο με το πραγματικό του όνομα, Σίμων μπεν Κοσεβά: συχνά τον αποκαλούσαν Βαρ Κοχβά [(υιό του Αστέρος) άστρο: kokhav(εβρ.)] όνομα το οποίο επίσης έκρυβε μεσσιανικούς υπαινιγμούς. Του είχαν αποδοθεί μερικά θαύματα, ενώ υπήρχαν αναφορές ότι τον είχαν δεί να βγάζει από μέσα του φλόγες.
Ο Ραβί Ακιβά μπεν Ιωσήφ, νομοδιδάσκαλος στo συμβούλιο των ραβίνων της Ιαμνείας (Jabneh) και επίσημος θρησκευτικός ταγός των Εβραίων εκείνη την εποχή, δήλωσε ότι ο άξιος αυτός ηγέτης, ήταν ο Μεσσίας· τουλάχιστον δύο ραβίνοι (Gershom και Aha) συμφώνησαν, άλλοι παρέμειναν επιφυλακτικοί και κάποιοι λέγοντας ότι θα φύτρωνε χορτάρι στα μάγουλα του Ακιβά πριν την έλευση του Υιού του Δαυΐδ, τον γελειοποίησαν δημοσίως (Ταλμούδ).
Η εξέγερση ήταν σαφώς θρησκευτικού χαρακτήρα. Οι επαναστάτες ήσαν πεπεισμένοι ότι επρόκειτο για τον πόλεμο της αποκάλυψης που είχε προβλεφθεί από προφήτες σαν τον Δανιήλ και τον Ζαχαρία. Στα νομίσματά τους απεικονίζεται ο ναός, ένα άστρο επάνω του, η Κιβωτός της Διαθήκης στο εσωτερικό του και εγχάρακτα αρχαία Εβραϊκά γράμματα. Κάποια από αυτά έφεραν επιγραφή Ιερέας Ελεάζαρ, κάτι που σηματοδοτεί πιθανότατα την εκλογή νέου αρχιερέα.
Δεν συμφώνησαν όλοι με την άποψη του Ακιβά ότι ο Σίμων ήταν ο Μεσσίας. Οι Ιουδαίοι Χριστιανοί αρνήθηκαν να δεχθούν αυτόν τον ισχυρισμό· ο Χριστιανός συγγραφέας Ιουστίνος ο Μάρτυρας, υποστηρίζει ότι ο Σίμων πρόσταξε την σκληρή τιμωρία των Χριστιανών οι οποίοι δεν θα απαρνούνταν τον Ιησού τον Ναζωραίο, βλασφημώντας εκούσια. [(First Apology 31.6) ή Ιουστίνου του Μάρτυρος Πρώτη Απολογία (Ελληνικά-Λατινικά σε pdf pp.376,377]
Με την κατάσταση να χειροτερεύει, ο έπαρχος Τίνειος Ρούφος απάντησε σκληρά. Έχοντας λάβει ενισχύσεις, κινήθηκε εναντίον των Εβραίων αντιμετωπίζοντας δίχως έλεος την παραφροσύνη τους και σύμφωνα με το δίκαιο του πολέμου, υποδούλωσε την γη τους.[Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία 4.6.1]
Από το αφήγημα του Έλληνα ιστορικού Δίωνος Κάσσιου (Ρωμαϊκή ιστορία 69.12.1-14.3) μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η επακόλουθη πολεμική προσπάθεια των Εβραίων ήταν εκτεταμένη, ευρύτατα υποστηριζόμενη και φανατική. Αλλά, φαίνεται ότι απέτυχαν να καταλάβουν την Ιερουσαλήμ: αυτό μοιάζει ως η μόνη δυνατή ερμηνεία για το γεγονός ότι τα νομίσματα της επανάστασης έχουν βρεθεί παντού στην Ιουδαία εκτός από την πρωτεύουσά της. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν (όχι αδιάσειστα) στοιχεία για την εκλογή νέου αρχιερέα, κάτι το οποίο υπαινίσσεται τον έλεγχο της περιοχής του Ναού από τους Εβραίους για περιορισμένο χρονικό διάστημα τουλάχιστον. Όσο ακριβής κι αν είναι ο ισχυρισμός αυτός, ο Σίμων και οι άνθρωποί του στάθηκαν σίγουρα ικανοί να ελέγξουν την επαρχία. Επίσημα έγγραφα υπογεγραμμένα από τον «πρίγκιπα του Ισραήλ» φανερώνουν ότι αυτοκρατορική περιουσία είχε δημευθεί και εκμισθωθεί σε Εβραίους χωρικούς.
Ο Σίμων ήταν τόσο επιτυχημένος, ώστε ο αυτοκράτορας Αδριανός υποχρεώθηκε να επιστρατεύσει τους καλύτερους στρατηγούς του για την καταστολή της εξέγερσης. Ο Σέξτος Ιούλιος Σεβήρος, κυβερνήτης της Βρετανίας, ήταν ένας από αυτούς. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για υποβιβασμό των καθηκόντων του επειδή η Βρετανία ήταν επαρχία ιδιαίτερα υψηλού κύρους· αυτό σηματοδοτεί την σοβαρότητα της περίστασης. Άλλοι στρατηγοί ήταν ο Πόπλιος Μάρκελλος και ο Τίτος Haterius Νέπως, έπαρχοι της Συρίας και της Αραβίας αντίστοιχα. Ο Σίμων γνώριζε ότι οι Ρωμαίοι θα έστελναν μεγάλη εκστρατευτική δύναμη και προετοιμάσθηκε.
Οι ξεσηκωμένοι Εβραίοι δεν τόλμησαν να διακινδυνεύσουν μετωπική αναμέτρηση με τους Ρωμαίους, αλλά κατέλαβαν πλεονεκτικές θέσεις στην ύπαιθρο τις οποίες οχύρωσαν με τείχη και ορύγματα ώστε να τους παρέχουν καταφύγιο έκτακτης ανάγκης και να επικοινωνούν απαρατήρητοι, τρύπησαν δε, το πάνω μέρος των υπόγειων αυτών περασμάτων για φωτισμό και αερισμό. [Δίων Κάσσιος, Ρωμαϊκή ιστορία 69.12.3]
Τον Δεκέμβριο του 133 ή τον Ιανουάριο του 134, ο Ιούλιος Σεβήρος διαδέχθηκε τον Τίνειο Ρούφο στην διακυβέρνηση της εμπόλεμης ζώνης. Ήταν επικεφαλής πολυπληθούς στρατεύματος. Τρείς λεγεώνες κλήθηκαν να υπηρετήσουν: η Σιδηρά (6η, Ferrata) αυτή των Στενών (10η, Fretensis) —ενισχυμένη εσπευσμένα με πεζοναύτες από την Ιταλία— και η Δηιοτεριανή (22η, Deiotariana). Όχι λιγότερες από δεκαεπτά βοηθητικές μονάδες είναι γνωστό ότι πολέμησαν στην Παλαιστίνη. Η Λεγεώνα των Στενών, πιθανόν αποδεκατίστηκε από τους Εβραίους, εφόσον δεν υπάρχουν ενδείξεις ύπαρξής της μετά τον πόλεμο αυτό. Οι δυνάμεις ανανεώθηκαν με την αποστολή της Τραϊανής Ισχυράς Λεγεώνας (2η, Traiana Fortis) ενώ υπάρχουν ενδείξεις για εμπλοκή μονάδων άλλων λεγεώνων στην μάχη, πιθανόν από την Κυρηναϊκή (3η, Cyrenaica) την Γαλλική (3η, Gallica) και την Σκυθική (4η, Scythica). Για πρώτη φορά σε περισσότερο από έναν αιώνα, οι Ρωμαίοι δοκιμάσθηκαν από έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού: δύο από τους Συγκλητικούς ξεκίνησαν την στρατολόγηση νέων από την Ιταλία.
Αν δεν ήταν πλεονασμός, κάποιος θα αποκαλούσε τον πόλεμο αυτό καταστροφή. Οι Ρωμαίοι αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες όταν επιχείρησαν να υποτάξουν την Ιουδαία, σημειώνοντας πρόοδο μόνον όταν ο ίδιος ο αυτοκράτορας κατέφθασε εκεί. Ο Ρωμαϊκός στρατός ήταν συνηθισμένος σε μεγάλης κλίμακας μάχες, είδος εμπλοκής το οποίο απέφυγε ο Σίμων. Οι στρατηγοί του Αδριανού αναγκάστηκαν να σχηματίσουν μικρότερες μονάδες για την αναχαίτιση ολιγομελών ομάδων ανταρτών. Σε αυτόν τον πόλεμο, οι πλέον υψηλόβαθμοι αξιωματικοί υποχρεώθηκαν να μείνουν άπραγοι, την ώρα που οι υφιστάμενοί τους αναλαμβαναν τεράστιες ευθύνες. Πείνα, αρρώστια και φωτιά αποδείχθηκαν καλύτερα όπλα από τα σπαθιά και τις λόγχες.
Ο Σεβήρος δεν αποτόλμησε να επιτεθεί στους αντιπάλους του σε οποιοδήποτε σημείο της υπαίθρου, λόγω του αριθμού και του φανατισμού τους, αλλά, ανακόπτοντας τις μικρές ομάδες τους χάρη στον αριθμό στρατιωτών-υπαξιωματικών που διέθετε και εμποδίζοντας την τροφοδοσία περικλείοντάς τους, κατάφερε μάλλον αργά αλλά με σιγουριά και συγκριτικά μικρότερο κίνδυνο, να κάμψει την αντίστασή τους, να τους εξουθενώσει και να τους εξολοθρεύσει. Πράγματι, ελάχιστοι Εβραίοι επιβίωσαν. Πενήντα από τα πιο σημαντικά οχυρά και 985 από τα πιο γνωστά χωριά τους, ισοπεδώθηκαν. 580.000 σκοτώθηκαν σε διάφορες μικρές ή μεγάλες μάχες. Όσο για τον αριθμό εκείνων οι οποίοι χάθηκαν από πείνα, αρρώστια ή φωτιά, αυτός είναι αδύνατον να υπολογισθεί. [Cassius Dio, Roman history 69.13.2-3]
Ήταν το είδος του πολέμου που οι Ρωμαίοι προσπάθησαν να αποσιωπήσουν. Όταν ο Ρωμαίος συγγραφέας Μάρκος Κορνήλιος Φρόντων έγραψε επιστολή προς τον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο για την περίπτωση της καταστροφής μιας λεγεώνας από τους Πάρθους το 162 μ.Χ, την συνέκρινε με την εξέγερση Βαρ Κοχβά, υπονοώντας σιωπηρά ότι ήταν η τελευταία ήττα. [Η αλληλογραφία του Μάρκου Αυρήλιου Φρόντων Loeb edition vol. 2 On Parthian War, pp.23 ¶1, επιστολή στην οποία ο Φρόντων επιχειρεί την άμβλυνση των εντυπώσεων από την απώλεια της λεγεώνας, συγκρίνοντάς την με άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις αρχής γενομένης από τον Τρωικό πόλεμο με σκοπό να αναδείξει στα μάτια του αυτοκράτορα το τρόπο με τον οποίο οι παλαιότεροι είχαν καταφέρει να ξεπεράσουν τις δυσμενείς συνέπειες μετατρέποντας τελικά τις απώλειες σε όφελός τους]
Οι Ρωμαίοι κατέφυγαν σε τρομερές θηριωδίες για να κερδίσουν τον πόλεμο. Πτώματα παρέμειναν άταφα για αρκετά χρόνια. Υπάρχουν αναφορές για παιδιά τα οποία παραδόθηκαν στις φλόγες ζωντανά, τυλιγμένα σε παπύρους της Τορά. [(Babylonian Talmud, Gittin 57a-58b; Lamentations Rabbah 2.2 §4; Seder Elijah Rabbah 151)]. Το γεγονός ενδέχεται να μεγαλοποιήθηκε, αλλά οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι ήσαν ικανοί για ανάλογες πράξεις. Αρκετοί Εβραίοι άρχισαν να μετανιώνουν για την εξέγερση. Ένα καινούριο λογοπαίγνιο με το όνομα του Σίμωνα έγινε δημοφιλές: κάποιοι τον αποκαλούσαν Σίμων βαρ Κοζεβά «γιό του ψεύδους» της πικρής απογοήτευσης.
Όπως όλοι οι πόλεμοι, ήταν καταστροφή για τους ανθρώπους. Ο Χριστιανός συγγραφέας Ευσέβιος Σωφρόνιος Ιερώνυμος, γύρω στο 400 μ.Χ, γράφει ότι οι πολίτες της Ιουδαίας βρέθηκαν σε τόσο απελπιστική θέση ώστε παρέμειναν σε υπόγειες σήραγγες και σπηλιές μαζί με τα παιδιά, τις γυναίκες και ότι χρυσό και ασημικό διέθεταν. Ο ισχυρισμός αυτός μπόρεσε να επιβεβαιωθεί από αρχαιολόγους, όταν βρήκαν απομεινάρια σκελετών, μαγειρικά σκεύη και επιστολές σε σπήλαια των περιοχών Wadi Murabba`at και Nahal Hever.
Αργά αλλά σταθερά, οι Ρωμαίοι πήραν το πάνω χέρι. Ο Σίμων αντιστάθηκε για τελευταία φορά στο οχυρό Μπεϊτάρ, τρείς ώρες νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ. Όπως έχει καταγραφεί οι αμυνόμενοι εκτόξευαν πίσω στους Ρωμαίους τα βλήματα που έκεινοι τους έριχναν με καταπέλτες. Η πολιορκία διήρκεσε πολύ καιρό, έως τον χειμώνα του 135/136 (Ο Σίμων φαίνεται ικανός να στέλνει επιστολές στις 6 Νοεμβρίου 135). Οι αντάρτες ουδέποτε παραδόθηκαν, αλλά πέθαναν από πείνα και δίψα. Ανάμεσα στα νεκρά κορμιά, οι λεγεωνάριοι αναγνώρισαν εκείνο του Σίμωνος, γιού του Κοσεβά. Όταν έφεραν το κεφάλι του στον αυτοκράτορα Αδριανό, εκείνος είπε: «Αν ο Θεός του δεν τον έσφαξε, τότε ποιός θα μπορούσε να τον ξεπεράσει;»
Σύμφωνα με την Εβραϊκή παράδοση, το Μπεϊτάρ έπεσε την ενάτη ημέρα του μηνός Aβ. Το Γρηγοριανό ημερολόγιο θα έδειχνε 25 Ιουλίου 136. Η ημερομηνία ωστόσο, είναι αρκετά ύποπτη, επειδή συμπίπτει με αυτήν της καταστροφής του Ναού το 70. Εφόσον ο Αδριανός δέχθηκε τον τίτλο του «κατακτητή» [(Imperator, συνώνυμο στα Ελληνικά, του Στρατηγού-Αυτοκράτορος)] προς τα τέλη του 135, θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι το Μπεϊτάρ κατελήφθη Νοέμβριο ή Δεκέμβριο. [Η 9η Αβ (Tisha B’Av), είναι ημέρα νηστείας σε ανάμνηση διάφορων καταστροφών που υπέστησαν στην πορεία της ιστορίας τους οι Εβραίοι και πρωτίστως αυτών του ιερού Ναού στα ιεροσόλυμα]
Το αφήγημα για τα λόγια του Αδριανού στην θέα της κεφαλής του Σίμωνος, έχει προκαλέσει επιστημονικές αντιπαραθέσεις: ήταν πράγματι παρών ο Αδριανός; Η απάντηση είναι καταφατική. Σε Ρωμαϊκά κείμενα χρησιμοποιείται η έκφραση expeditio Judaica (Εβραϊκή εκστρατεία) το οποίο μπορεί να σημαίνει μόνο την παρουσία του αυτοκράτορα. Πέραν τούτου, είναι η παρασημοφόρηση αξιωματικού της αυτοκρατορικής φρουράς C. Arrius Clemens από τον αυτοκράτορα, για τις πολεμικές υπηρεσίες του στην Ιουδαία.
Ωστόσο, αυτό δεν ήταν το τέλος του αγώνα. Πρόσφατη ανακάλυψη αψίδας θριάμβου στα περίχωρα της Σκυθόπολης (Bet She’an) αφιερωμένης από την Σύγκλητο στον αυτοκράτορα το 136, αποδεικνύει ότι οι μάχες συνεχίστηκαν στην Γαλιλαία.
Πολλοί Ρωμαίοι χάθηκαν στον πόλεμο. Ως εκ τούτου, ενημερώνοντας γραπτώς την Σύγκλητο, ο Αδριανός δεν αρχίζει την επιστολή του με επιτηδευμένες φράσεις όπως συνήθιζαν οι αυτοκράτορες: «Αν έχετε υγεία εσείς και τα παιδιά σας, καλώς· Εγώ και ο στρατός είμαστε υγιείς» [Δίων Κάσσιος, Roman history 69.14.3]
Μετά την ήττα των Εβραίων, ο Αδριανός επιχείρησε να ξεριζώσει τον Ιουδαϊσμό. Οι φυλακισμένοι πουλήθηκαν στην Χεβρώνα και την Γάζα, ο καθένας τους στην τιμή ενός αλόγου. Απαγόρευσε στους κατακτημένους να μαθαίνουν τον Μωσαϊκό νόμο και να έχουν στην κατοχή τους ειλητάρια. Η επαρχία της Ιουδαίας μετονομάσθηκε Παλαιστίνη και η Ιερουσαλήμ, Αέλια Καπιτωλίνα.
Παγανιστικά ιερά ανεγέρθηκαν στα χαλάσματα των Εβραϊκών τόπων λατρείας: ο Ναός του Διός οικοδομήθηκε στην θέση του Εβραϊκού Ναού, άγαλμα του Αδριανού, έφιππου, τοποθετήθηκε στα Άγια των Αγίων· η θεά Αφροδίτη μετακινήθηκε στο μέρος όπου η αίρεση των Χριστιανών είχε προσκυνήσει τον τάφο του Ιησού και πριν την νοτιότερη πύλη της Αέλιας, οι Ρωμαίοι ανέγειραν μαρμάρινο άγαλμα γουρουνιού (αυτό ήταν το σύμβολο της 10ης Λεγεώνας των Στενών, αλλά η προσβολή ήταν κατάφορη και πιθανόν σκόπιμη). Ακόμα χειρότερα, δεν επιτρεπόταν στους Εβραίους, ούτε απλά να αντικρύσουν την πατρίδα των προγόνων τους. Ο Ραββί Ακιβά παραβίασε τούτο το διάταγμα και μετά από κάποιο διάστημα στην φυλακή, βασανίσθηκε μέχρι θανάτου· τουλάχιστον εννέα ακόμη ραββίνοι εκτελέσθηκαν.
Έκτοτε, ο κόσμος δεν έμελλε να δεί Εβραϊκά στρατεύματα μέχρι το 1915, όταν οι Βρετανοί στρατολόγησαν μονάδα εθελοντών με το αξιοσημείωτο όνομα “Σώμα Ασσυρίων Εβραίων Προσφύγων Ημιονηλατών” το οποίο δραστηριοποιήθηκε στην Εκστρατεία των Δαρδανελίων.
Μετά τον θάνατο του Αδριανού, ξεκλινησε η συμφιλίωση. Ο νέος αυτοκράτορας Αντωνίνος ο Ευσεβής (Antoninus Pius) επέτρεψε την ταφή των νεκρών και ανακάλεσε την απαγόρευση της περιτομής που είχε προκαλέσει τον πόλεμο. Οι ραβίνοι ξεκίνησαν διάλογο αυτοκριτικής. Οι μεσσιανικοί ισχυρισμοί θεωρούνταν γενικώς ύποπτοι. Όταν ο ραβίνος Γεουντά Ανασί [Jehuda ha-Nasi (Ιούδας ο Πρίγκιπας)] ανασκεύασε την Μισνά, απάνθισμα της ραβινικής σοφίας, άφησε στο περιθώριο πολλές μεσσιανολογικές εικασίες. Από πολιτικής απόψεως ο Ιουδαϊσμός ήταν νεκρός· δεν επρόκειτο να υπάρξει Εβραϊκό κράτος για περισσότερο από 18 αιώνες. Εκείνο που απέμεινε ήταν η θρησκεία, η οποία επιβίωσε του Ρωμαϊκού παγανισμού με ευκολία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου