Όρια! Μια λέξη που προσπαθεί να βρει τη σωστή θέση της από πολύ νωρίς στη ζωή μας, χωρίς πάντα να το πετυχαίνει. Ήδη το παιδί από τη βρεφική και νηπιακή ηλικία προσπαθεί να τα ανακαλύψει κι εμείς ως γονείς το θεωρούμε σημαντικό να τους τα προσδιορίσουμε.
Οι ίδιοι, ωστόσο, ως ενήλικες δεν καταφέρνουμε πάντα να οριοθετήσουμε τις προσωπικές μας σχέσεις με τρόπο που να διασφαλίζει την ισορροπία που έχουμε ανάγκη. Τα φυσικά όρια (αυτά του προσωπικού χώρου) είναι πάντα τα πιο εύκολα να τεθούν, όπως και τα διανοητικά όρια. Οι περισσότεροι νομίζω αντιστεκόμαστε όταν ο άλλος αμφισβητεί τη νοημοσύνη μας και υποτιμά τη δύναμη του λογικού μυαλού μας. Όταν αντιλαμβανόμαστε ότι μας συμπεριφέρονται ως ένα αφελές και εύκολα διαχειρίσιμο άτομο αντιδρούμε με τρόπο επιθετικό πολλές φορές, γιατί εδώ που τα λέμε κανένας δε θέλει να τον περνάνε για ανόητο.
Τα όρια όμως που συχνά τα κάνουμε «λάστιχο» είναι τα συναισθηματικά όρια. Κι αυτό γιατί είναι τα μόνα που παραπαίουν ανάμεσα στις ανάγκες μας και στα πρέπει που τις εγκλωβίζουν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να θεωρούμαστε μερικές φορές συναισθηματικά δεδομένοι από τον άλλον, κυρίως όταν αυτός ο άλλος δεν δε μοιράζεται τα ίδια συναισθήματα με εμάς. Αυτό με τη σειρά του μας δημιουργεί το αίσθημα του ανικανοποίητου και το αίσθημα του συναισθηματικά αδικημένου.
Δεν έχει σημασία αν αυτά τα όρια αδυνατούμε να τα θέσουμε με σαφήνεια από ανασφάλεια ή από αδυναμία χαρακτήρα. Στο δια ταύτα, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο αποκαρδιωτικό. Το πρόβλημα όμως είναι δικό μας και όχι του άλλου. Δεν είναι λογικό να χρεώνουμε στον άλλον μια συμπεριφορά που εμείς την τροφοδοτούμε αναιρώντας τις γραμμές μας. Ο άλλος απλά παίζει με αυτές τις γραμμές γιατί του το επιτρέπουμε να το κάνει.
Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να ξέρουμε τη θέλουμε ή έστω τι δεν θέλουμε κι αυτό να το υπερασπιζόμαστε ως δικαίωμα για να είναι ισορροπημένα τα μέσα μας. Γιατί όλοι αυτό θέλουμε. Να είμαστε μέσα μας καλά. Για να μπορούν και όλα τα υπόλοιπα να είναι ή να γίνονται καλύτερα. Όρια, λοιπόν. Όρια όμως κι όχι τείχη. Γιατί τα τείχη μας κρύβουν τον κόσμο από την άλλη μεριά κι αυτό δεν είναι υγιές. Υγιές είναι να θέτουμε με σαφή τρόπο τις κόκκινες γραμμές μας. Δε θέλει κόπο, θέλει τρόπο!
Οι ίδιοι, ωστόσο, ως ενήλικες δεν καταφέρνουμε πάντα να οριοθετήσουμε τις προσωπικές μας σχέσεις με τρόπο που να διασφαλίζει την ισορροπία που έχουμε ανάγκη. Τα φυσικά όρια (αυτά του προσωπικού χώρου) είναι πάντα τα πιο εύκολα να τεθούν, όπως και τα διανοητικά όρια. Οι περισσότεροι νομίζω αντιστεκόμαστε όταν ο άλλος αμφισβητεί τη νοημοσύνη μας και υποτιμά τη δύναμη του λογικού μυαλού μας. Όταν αντιλαμβανόμαστε ότι μας συμπεριφέρονται ως ένα αφελές και εύκολα διαχειρίσιμο άτομο αντιδρούμε με τρόπο επιθετικό πολλές φορές, γιατί εδώ που τα λέμε κανένας δε θέλει να τον περνάνε για ανόητο.
Τα όρια όμως που συχνά τα κάνουμε «λάστιχο» είναι τα συναισθηματικά όρια. Κι αυτό γιατί είναι τα μόνα που παραπαίουν ανάμεσα στις ανάγκες μας και στα πρέπει που τις εγκλωβίζουν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να θεωρούμαστε μερικές φορές συναισθηματικά δεδομένοι από τον άλλον, κυρίως όταν αυτός ο άλλος δεν δε μοιράζεται τα ίδια συναισθήματα με εμάς. Αυτό με τη σειρά του μας δημιουργεί το αίσθημα του ανικανοποίητου και το αίσθημα του συναισθηματικά αδικημένου.
Δεν έχει σημασία αν αυτά τα όρια αδυνατούμε να τα θέσουμε με σαφήνεια από ανασφάλεια ή από αδυναμία χαρακτήρα. Στο δια ταύτα, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο αποκαρδιωτικό. Το πρόβλημα όμως είναι δικό μας και όχι του άλλου. Δεν είναι λογικό να χρεώνουμε στον άλλον μια συμπεριφορά που εμείς την τροφοδοτούμε αναιρώντας τις γραμμές μας. Ο άλλος απλά παίζει με αυτές τις γραμμές γιατί του το επιτρέπουμε να το κάνει.
Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να ξέρουμε τη θέλουμε ή έστω τι δεν θέλουμε κι αυτό να το υπερασπιζόμαστε ως δικαίωμα για να είναι ισορροπημένα τα μέσα μας. Γιατί όλοι αυτό θέλουμε. Να είμαστε μέσα μας καλά. Για να μπορούν και όλα τα υπόλοιπα να είναι ή να γίνονται καλύτερα. Όρια, λοιπόν. Όρια όμως κι όχι τείχη. Γιατί τα τείχη μας κρύβουν τον κόσμο από την άλλη μεριά κι αυτό δεν είναι υγιές. Υγιές είναι να θέτουμε με σαφή τρόπο τις κόκκινες γραμμές μας. Δε θέλει κόπο, θέλει τρόπο!