«Τι μπορώ να γνωρίσω; Τι πρέπει να κάνω; Τι μου επιτρέπεται να ελπίζω;».
Για τα δύο πρώτα δεν έχω έτοιμη απάντηση. Σας θυμίζω απλώς ότι η σχετική συζήτηση ξεκίνησε από τους Έλληνες. Στο τρίτο όμως ερώτημα έχω την απάντηση: τίποτα. Και ισχυρίζομαι πως η απάντηση αυτή βρίσκεται στη βάση της Ελληνικής σύλληψης του κόσμου. Πρέπει βέβαια να διευκρινίσουμε τον όρο ελπίδα. Η ελπίδα ή προσδοκία έχει δύο έννοιες.
Αφενός, μια έννοια τρέχουσα, εμπειρική, που παραπέμπει στο γεγονός ότι στην καθημερινή μας ζωή έχουμε απέναντι στην πραγματικότητα ορισμένες καθορισμένες – περιορισμένες προσδοκίες σε σχέση με δραστηριότητες μας. Περιμένουμε την επόμενη να ανατείλει και πάλι ο ήλιος, να βρούμε ψάρια στη θάλασσα. Η ελπίδα αυτή παραπέμπει άλλωστε σε σειρά πολύ σημαντικών προβλημάτων κοσμολογικής και ταυτόχρονα ψυχολογικής τάξεως. Αυτό που διακυβεύεται εδώ είναι η εικασία μιας κάποιας κανονικότητας των πραγμάτων και κυρίως των φαινομένων των οποίων η κανονικότητα τα καθιστά θετικά για τους ανθρώπους ή τουλάχιστον σχετικά «εύχρηστα». Αντιθέτως, κανένας δεν θα έλεγε ότι ελπίζουμε στο θάνατό μας, παρά το ότι το γεγονός είναι εξίσου πιθανό με την ανατολή του ήλιου. τουλάχιστον ως γεγονός.
Η προσδοκία ή η ελπίδα όμως έχουν όμως και μια άλλη έννοια, «destinal» (της μοίρας): δηλαδή την ιδέα μια θεμελιακής, έσχατης συμφωνίας, πέραν όλων των δυνατών αντιθέσεων και αντιφάσεων, μεταξύ των βαθύτερων φιλοδοξιών μας και αυτού που θα συμβεί. Την ιδέα μιας κάποιας αρμονίας μεταξύ του κόσμου και της ύπαρξης μας, που περιλαμβάνει βέβαια, κατά προνομιακό τρόπο και αυτό που επιθυμούμε. Η ελπίδα αυτή συνεπάγεται, επομένως, ότι η τάξη του κόσμου περιέχει την απάντηση στις δικές μας προσδοκίες. Μια τέτοια αναπαράσταση συναντάται σε πολλές αν όχι σε όλες τις κοινωνίες. Πρόκειται άλλωστε κατά τη γνώμη μου, για τη θεμελιακή θέση του μονοθεϊσμού. Ωστόσο, απουσιάζει παντελώς από την πρωταρχική ελληνική στάση, τουλάχιστον μέχρι τον 5ο αιώνα, πράγμα που φαίνεται στο μύθο της Πανδώρας στον Ησίοδο.
Γνωρίζετε ότι η Πανδώρα ήρθε στους ανθρώπους ως δώρο των θεών. Το δώρο όμως αυτό ήταν παγίδα και θα όφειλαν να το είχαν αποποιηθεί. Η Πανδώρα θα ανοίξει το περίφημο αγγείο από το οποίο θα ξεπηδήσουν όλα τα δεινά της ανθρωπότητας. Όταν θα το ξανακλείσει, θα κλείσει μέσα και την ελπίδα. Ιδού λοιπόν η ελληνική θεώρηση της ανθρώπινης ζωής: πληθώρα κάθε λογής κακών και απουσία ελπίδας – η ελπίδα κλείστηκε σ’ ένα κουτί που κανείς πλέον δεν μπορεί να ανοίξει.
Για τα δύο πρώτα δεν έχω έτοιμη απάντηση. Σας θυμίζω απλώς ότι η σχετική συζήτηση ξεκίνησε από τους Έλληνες. Στο τρίτο όμως ερώτημα έχω την απάντηση: τίποτα. Και ισχυρίζομαι πως η απάντηση αυτή βρίσκεται στη βάση της Ελληνικής σύλληψης του κόσμου. Πρέπει βέβαια να διευκρινίσουμε τον όρο ελπίδα. Η ελπίδα ή προσδοκία έχει δύο έννοιες.
Αφενός, μια έννοια τρέχουσα, εμπειρική, που παραπέμπει στο γεγονός ότι στην καθημερινή μας ζωή έχουμε απέναντι στην πραγματικότητα ορισμένες καθορισμένες – περιορισμένες προσδοκίες σε σχέση με δραστηριότητες μας. Περιμένουμε την επόμενη να ανατείλει και πάλι ο ήλιος, να βρούμε ψάρια στη θάλασσα. Η ελπίδα αυτή παραπέμπει άλλωστε σε σειρά πολύ σημαντικών προβλημάτων κοσμολογικής και ταυτόχρονα ψυχολογικής τάξεως. Αυτό που διακυβεύεται εδώ είναι η εικασία μιας κάποιας κανονικότητας των πραγμάτων και κυρίως των φαινομένων των οποίων η κανονικότητα τα καθιστά θετικά για τους ανθρώπους ή τουλάχιστον σχετικά «εύχρηστα». Αντιθέτως, κανένας δεν θα έλεγε ότι ελπίζουμε στο θάνατό μας, παρά το ότι το γεγονός είναι εξίσου πιθανό με την ανατολή του ήλιου. τουλάχιστον ως γεγονός.
Η προσδοκία ή η ελπίδα όμως έχουν όμως και μια άλλη έννοια, «destinal» (της μοίρας): δηλαδή την ιδέα μια θεμελιακής, έσχατης συμφωνίας, πέραν όλων των δυνατών αντιθέσεων και αντιφάσεων, μεταξύ των βαθύτερων φιλοδοξιών μας και αυτού που θα συμβεί. Την ιδέα μιας κάποιας αρμονίας μεταξύ του κόσμου και της ύπαρξης μας, που περιλαμβάνει βέβαια, κατά προνομιακό τρόπο και αυτό που επιθυμούμε. Η ελπίδα αυτή συνεπάγεται, επομένως, ότι η τάξη του κόσμου περιέχει την απάντηση στις δικές μας προσδοκίες. Μια τέτοια αναπαράσταση συναντάται σε πολλές αν όχι σε όλες τις κοινωνίες. Πρόκειται άλλωστε κατά τη γνώμη μου, για τη θεμελιακή θέση του μονοθεϊσμού. Ωστόσο, απουσιάζει παντελώς από την πρωταρχική ελληνική στάση, τουλάχιστον μέχρι τον 5ο αιώνα, πράγμα που φαίνεται στο μύθο της Πανδώρας στον Ησίοδο.
Γνωρίζετε ότι η Πανδώρα ήρθε στους ανθρώπους ως δώρο των θεών. Το δώρο όμως αυτό ήταν παγίδα και θα όφειλαν να το είχαν αποποιηθεί. Η Πανδώρα θα ανοίξει το περίφημο αγγείο από το οποίο θα ξεπηδήσουν όλα τα δεινά της ανθρωπότητας. Όταν θα το ξανακλείσει, θα κλείσει μέσα και την ελπίδα. Ιδού λοιπόν η ελληνική θεώρηση της ανθρώπινης ζωής: πληθώρα κάθε λογής κακών και απουσία ελπίδας – η ελπίδα κλείστηκε σ’ ένα κουτί που κανείς πλέον δεν μπορεί να ανοίξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου