Υπάρχουν τρεις τύποι ανθρώπων που όλοι έχουμε συναντήσει κάποια στιγμή στη ζωή μας, ο παθητικός, ο επιθετικός και ο διεκδικητικός. Εξετάζοντας τα χαρακτηριστικά τους, συχνά, βρίσκουμε μέσα σε αυτά, στοιχεία της δικής μας προσωπικότητας.
Ο παθητικός, είναι ο πιο ξεκάθαρος τύπος, εκείνος, δηλαδή, που διακρίνεται εύκολα και με την πρώτη ματιά. Τους άλλους δύο, όμως, δεν είναι και τόσο εύκολο να τους ξεχωρίσουμε. Τι είναι εκείνο, άραγε, που μας μπερδεύει;
Είναι, μήπως, τόσο λεπτή η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις δύο αυτές προσωπικότητες και στις συμπεριφορές τους ή φταίει το ότι πολλές φορές, η ανάγκη μας για να έχουμε τα αποτελέσματα που επιθυμούμε, μας κάνει να επικοινωνούμε με λάθος τρόπο τα θέλω μας;
Ας δούμε, ποιες είναι οι διαφορές της διεκδίκησης από την επίθεση: Το ρήμα “διεκδικώ” φέρει τς λέξεις δίκαιο-δικαιοσύνη, άρα μπορούμε να πούμε πως, όταν διεκδικούμε κάτι, ζητάμε, ουσιαστικά, να μας αναγνωρίσουν την κυριότητα κάποιου πράγματος η γνώμης, με έναν δίκαιο τρόπο. Αντίθετα, το ρήμα επιτίθεμαι σημαίνει επιχειρώ – με ορμητικό και βίαιο τρόπο – να αποδείξω ότι κάτι μου ανήκει ή να επιβάλλω τη γνώμη μου και τη θέλησή μου.
Ένα ερώτημα που τίθεται είναι, πώς μπορούμε να γίνουμε διεκδικητικοί χωρίς να φανούμε «κακοί» στους γύρω μας ή πώς μπορούμε να βρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα σε αυτές τις δύο «εύθραυστες» έννοιες: διεκδίκηση-επίθεση.
Ένα πολύ καλό εργαλείο που διαθέτουμε εμείς οι άνθρωποι και το οποίο μας κάνει ξεχωριστούς από τα υπόλοιπα έμβια όντα είναι η ικανότητα παραγωγής λόγου που διαθέτουμε. Η δυνατότητα, δηλαδή, διατύπωσης και ανταλλαγής πληροφοριών μέσω της γλώσσας που χρησιμοποιούμε, κάνοντας την επικοινωνία μεταξύ μας ευκολότερη.
Ποιοι είναι όμως αυτοί οι συναισθηματικοί ωθητές που κάνουν την επικοινωνία μας άλλοτε λειτουργική και άλλοτε όχι; Πόσο μεγάλο ρόλο παίζει η μη λεκτική μας έκφραση (γλώσσα του σώματος) ώστε να μην αλλοιωθεί το μήνυμα που θέλουμε να μεταδώσουμε, το οποίο αφού περάσει μια διαδικασία συναισθηματικού χρωματισμού, ελπίζουμε ότι θα φτάσει στον δέκτη, σώο και αβλαβές;
Στην προσπάθειά μας να επικοινωνήσουμε, εκφράζουμε σκέψεις. Σκέψεις που εμπεριέχουν προσωπικά βιώματα, αξίες, πεποιθήσεις, μαθημένες συμπεριφορές. Έτσι, μπορούμε να πούμε πως μέσα από την επικοινωνία μας εκφράζουμε τις προσωπικές μας απόψεις και αντιλήψεις.
Αυτές οι απόψεις και οι αντιλήψεις στην επικοινωνία μας, συνοδεύονται από τα συναισθήματά μας, τα οποία, μερικές φορές, αποτελούν εμπόδιο στο να εκφράσουμε ελεύθερα αυτό που νιώθουμε. Ειδικά, στις περιπτώσεις που τα συναισθήματα αυτά είναι «μη αποδεκτά» τότε, αρχίζουμε να αμφιβάλλουμε για το αν θα πρέπει να επικοινωνήσουμε τις σκέψεις, τις απόψεις και τις ανάγκες μας, προσθέτοντας στην επικοινωνία αυτή και την συναισθηματική μας χροιά. Αυτό μπορεί να γίνει ακόμα πιο δύσκολο όταν μέσω της επικοινωνίας μας θέλουμε να μεταδώσουμε μηνύματα που αφορούν είτε τις συναισθηματικές μας ανάγκες είτε την ικανοποίηση προσωπικών, επαγγελματικών και κοινωνικών μας αναγκών.
Σημαντικός παράγοντας, ο οποίος επηρεάζει τον τρόπο που επικοινωνούμε, είναι η οικογένεια. Στο πώς, δηλαδή μάθαμε μέσα στην οικογένεια να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, τις ανάγκες μας και να διαχειριζόμαστε δύσκολες καταστάσεις (διαμάχες, τσακωμούς κλπ). Έτσι, και ενώ ως ενήλικες θέλουμε να επικοινωνήσουμε τα συναισθήματα και τις ανάγκες μας, συχνά, κάτι μας κρατάει πίσω στον πάγκο, να θαυμάζουμε αυτούς που διεκδικούν με σωστό τρόπο και τελικά, να πετυχαίνουν τους στόχους τους.
Είμαι στην ευχάριστη θέση μετά από αρκετό διάβασμα και προσωπική δουλειά με τον εαυτό μου, να σας πω πως η διεκδικητική συμπεριφορά μαθαίνεται. Και υπάρχουν τρόποι ώστε να επιτύχουμε αυτό που θαυμάζουμε από τον πάγκο!
Αφού υιοθετήσουμε μια χαλαρή και ζεστή στάση σώματος, φωνή σταθερή και άμεση βλεμματική επαφή με τον συνομιλητή μας, επικοινωνούμε τα θέλω και τις ανάγκες μας με όλη την ειλικρίνεια που αυτά φέρουν και το σημαντικότερο χωρίς να παραβιάζουμε τις ανάγκες και τα δικαιώματα του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας. Με αυτόν τον τρόπο θα κερδίσουμε την εμπιστοσύνη και την προσοχή που μας αξίζει, υπερασπιζόμενοι τα προσωπικά μας δικαιώματα χωρίς βέβαια να αρνούμαστε τα δικαιώματα και τις απόψεις των άλλων.
Αξίζει να αναφέρουμε πως με αυτόν τον τρόπο δεν προάγεται μόνο η σωστή επικοινωνία και μετάδοση μηνυμάτων αλλά και η εγκαθίδρυση υγιών και ισότιμων σχέσεων με τους ανθρώπους γύρω μας, παρέχοντας ταυτόχρονα στον εαυτό μας τη δυνατότητα της έκφρασης, της κρίσης και της προαγωγής της προσωπικής μας αξίας και υπεράσπισης του εαυτού μας.
Το να λέμε όχι καμιά φορά και να βάζουμε όρια σε ότι αφορά την δική μας ζωή σημαίνει σεβασμός και αποδοχή του εαυτού μας. Η διεκδικητική συμπεριφορά λοιπόν για εμένα είναι μια θετική αυτο-επιβεβαίωση που δίνει αξία τόσο σε εμάς τους ίδιους όσο και στους ανθρώπους γύρω μας.
Ο παθητικός, είναι ο πιο ξεκάθαρος τύπος, εκείνος, δηλαδή, που διακρίνεται εύκολα και με την πρώτη ματιά. Τους άλλους δύο, όμως, δεν είναι και τόσο εύκολο να τους ξεχωρίσουμε. Τι είναι εκείνο, άραγε, που μας μπερδεύει;
Είναι, μήπως, τόσο λεπτή η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις δύο αυτές προσωπικότητες και στις συμπεριφορές τους ή φταίει το ότι πολλές φορές, η ανάγκη μας για να έχουμε τα αποτελέσματα που επιθυμούμε, μας κάνει να επικοινωνούμε με λάθος τρόπο τα θέλω μας;
Ας δούμε, ποιες είναι οι διαφορές της διεκδίκησης από την επίθεση: Το ρήμα “διεκδικώ” φέρει τς λέξεις δίκαιο-δικαιοσύνη, άρα μπορούμε να πούμε πως, όταν διεκδικούμε κάτι, ζητάμε, ουσιαστικά, να μας αναγνωρίσουν την κυριότητα κάποιου πράγματος η γνώμης, με έναν δίκαιο τρόπο. Αντίθετα, το ρήμα επιτίθεμαι σημαίνει επιχειρώ – με ορμητικό και βίαιο τρόπο – να αποδείξω ότι κάτι μου ανήκει ή να επιβάλλω τη γνώμη μου και τη θέλησή μου.
Ένα ερώτημα που τίθεται είναι, πώς μπορούμε να γίνουμε διεκδικητικοί χωρίς να φανούμε «κακοί» στους γύρω μας ή πώς μπορούμε να βρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα σε αυτές τις δύο «εύθραυστες» έννοιες: διεκδίκηση-επίθεση.
Ένα πολύ καλό εργαλείο που διαθέτουμε εμείς οι άνθρωποι και το οποίο μας κάνει ξεχωριστούς από τα υπόλοιπα έμβια όντα είναι η ικανότητα παραγωγής λόγου που διαθέτουμε. Η δυνατότητα, δηλαδή, διατύπωσης και ανταλλαγής πληροφοριών μέσω της γλώσσας που χρησιμοποιούμε, κάνοντας την επικοινωνία μεταξύ μας ευκολότερη.
Ποιοι είναι όμως αυτοί οι συναισθηματικοί ωθητές που κάνουν την επικοινωνία μας άλλοτε λειτουργική και άλλοτε όχι; Πόσο μεγάλο ρόλο παίζει η μη λεκτική μας έκφραση (γλώσσα του σώματος) ώστε να μην αλλοιωθεί το μήνυμα που θέλουμε να μεταδώσουμε, το οποίο αφού περάσει μια διαδικασία συναισθηματικού χρωματισμού, ελπίζουμε ότι θα φτάσει στον δέκτη, σώο και αβλαβές;
Στην προσπάθειά μας να επικοινωνήσουμε, εκφράζουμε σκέψεις. Σκέψεις που εμπεριέχουν προσωπικά βιώματα, αξίες, πεποιθήσεις, μαθημένες συμπεριφορές. Έτσι, μπορούμε να πούμε πως μέσα από την επικοινωνία μας εκφράζουμε τις προσωπικές μας απόψεις και αντιλήψεις.
Αυτές οι απόψεις και οι αντιλήψεις στην επικοινωνία μας, συνοδεύονται από τα συναισθήματά μας, τα οποία, μερικές φορές, αποτελούν εμπόδιο στο να εκφράσουμε ελεύθερα αυτό που νιώθουμε. Ειδικά, στις περιπτώσεις που τα συναισθήματα αυτά είναι «μη αποδεκτά» τότε, αρχίζουμε να αμφιβάλλουμε για το αν θα πρέπει να επικοινωνήσουμε τις σκέψεις, τις απόψεις και τις ανάγκες μας, προσθέτοντας στην επικοινωνία αυτή και την συναισθηματική μας χροιά. Αυτό μπορεί να γίνει ακόμα πιο δύσκολο όταν μέσω της επικοινωνίας μας θέλουμε να μεταδώσουμε μηνύματα που αφορούν είτε τις συναισθηματικές μας ανάγκες είτε την ικανοποίηση προσωπικών, επαγγελματικών και κοινωνικών μας αναγκών.
Σημαντικός παράγοντας, ο οποίος επηρεάζει τον τρόπο που επικοινωνούμε, είναι η οικογένεια. Στο πώς, δηλαδή μάθαμε μέσα στην οικογένεια να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, τις ανάγκες μας και να διαχειριζόμαστε δύσκολες καταστάσεις (διαμάχες, τσακωμούς κλπ). Έτσι, και ενώ ως ενήλικες θέλουμε να επικοινωνήσουμε τα συναισθήματα και τις ανάγκες μας, συχνά, κάτι μας κρατάει πίσω στον πάγκο, να θαυμάζουμε αυτούς που διεκδικούν με σωστό τρόπο και τελικά, να πετυχαίνουν τους στόχους τους.
Είμαι στην ευχάριστη θέση μετά από αρκετό διάβασμα και προσωπική δουλειά με τον εαυτό μου, να σας πω πως η διεκδικητική συμπεριφορά μαθαίνεται. Και υπάρχουν τρόποι ώστε να επιτύχουμε αυτό που θαυμάζουμε από τον πάγκο!
Αφού υιοθετήσουμε μια χαλαρή και ζεστή στάση σώματος, φωνή σταθερή και άμεση βλεμματική επαφή με τον συνομιλητή μας, επικοινωνούμε τα θέλω και τις ανάγκες μας με όλη την ειλικρίνεια που αυτά φέρουν και το σημαντικότερο χωρίς να παραβιάζουμε τις ανάγκες και τα δικαιώματα του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας. Με αυτόν τον τρόπο θα κερδίσουμε την εμπιστοσύνη και την προσοχή που μας αξίζει, υπερασπιζόμενοι τα προσωπικά μας δικαιώματα χωρίς βέβαια να αρνούμαστε τα δικαιώματα και τις απόψεις των άλλων.
Αξίζει να αναφέρουμε πως με αυτόν τον τρόπο δεν προάγεται μόνο η σωστή επικοινωνία και μετάδοση μηνυμάτων αλλά και η εγκαθίδρυση υγιών και ισότιμων σχέσεων με τους ανθρώπους γύρω μας, παρέχοντας ταυτόχρονα στον εαυτό μας τη δυνατότητα της έκφρασης, της κρίσης και της προαγωγής της προσωπικής μας αξίας και υπεράσπισης του εαυτού μας.
Το να λέμε όχι καμιά φορά και να βάζουμε όρια σε ότι αφορά την δική μας ζωή σημαίνει σεβασμός και αποδοχή του εαυτού μας. Η διεκδικητική συμπεριφορά λοιπόν για εμένα είναι μια θετική αυτο-επιβεβαίωση που δίνει αξία τόσο σε εμάς τους ίδιους όσο και στους ανθρώπους γύρω μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου