Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Κομπογιαννίτες και Καλογιατροί

«Συνήθως ούτοι ελάμβανον το ήμισυ της αμοιβής των προκαταβολικώς, προκειμένου δε περί κήλης παρελάμβανον κατά την εγχείρησιν τον κηλικόν θύλακον, ον διατείνοντες έφερον επί καλάμου δίκην τεχνοσήμου. Ο αριθμός των θυλάκων τούτων, ον διελάλουν κατά τας διαφόρους περιοδείας, εθεωρείτο ως δείγμα της χειρουργικής αυτών δεξιότητος… Και τον μεν καταρράκτην εθεράπευον δια καταβυθίσεως του φακού, την δε κήλην δι’ αποφράξεως του βουβωνικού κρίκου δια του όρχεως, κατατασσομένου εκείσε δίκην πώματος»

ΚΟΜΠΟΓΙΑΝΝΙΤΗΣ
Ο εμπειρικός ιατρός, ψευτογιατρός, ψευδεπιστήμων, αμαθής, αγύρτης. Εκ του κομπώνω = απαιτώ [κομπώνω: δένω με μάγια, εξαπατώ (ποντιακή)< ελληνιστική κοινή κομβόω: δένω] και Γιαννίτης = Γιαννιώτης = Ιωαννιώτης, ως εξ Ιωαννίνων προερχομένων των τοιούτων, οι οποίοι και Ζαγορήσιοι ελέγοντο, ως από του Ζαγορίου.
Του ΑΡ. Π. Κουζή, από την ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ
Το όνομα εδίδετο υπό του ελληνικού λαού κατά τους χρόνους της δουλείας, εις τους  λυμαινομένους την Ελλάδα αγύρτας, ων εικόνα δίδει ο Σάθας («Κλειώ» Τεργέστης ΚΒ’, ΑΡ. 1146, «Εστία» 1889, σελ. 458).
Προήρχοντο δε ούτοι κυρίως εκ χωρίων του Ζαγορίου, Λιασκοβετσίου, Τσεπελόβου, Φραγκάδων, Παπίγκου, Σκαμνελίου, Καλωτάς, Δόλιανης, Μανασσή, Τζονδήλας, Νεγάδων, Μονοδενδρίου, καπετσόβου κτλ.
Ήσκουν  δε το επάγγελμα κυρίως εν Θράκη, Μακεδονία, Στερεά Ελλάδι, Πελοποννήσω, και μικρά Ασία, αλλά και εν Βουλγαρία και Σερβία. Αναλόγως της μορφώσεως αυτών διεκρίνοντο ιδία οι από Ζαγορίου, εις  εξοχωτάτους και παρακατιανούς.

Κύρια φάρμακα αυτών, περισυλλεγόμενα υπό των ιδίων ουχί σπανίως εν τη χαράδρα του Βίκου (Σάρρος), διό και «βικοϊατροί» (Λαμπρίδης), ήσαν η κεδρομπόμπολα (καρπός κέδρου), η γαλατσίδα (ευφόρβιον), η κάρφη (ελλέβορος), το πήγανον, η αψιφιά (αψίνθιον), η ματούσιο (μανδραγόρας), η αγριάδα (άγρωστις), το πολυτρίχι και τα λοιπά δημώδη φάρμακα.
Εκτός των βοτάνων τούτων εν χρήσει συνήθως είχον και αλοιφάς εξωτερικώς κατά διαφόρων ελκών χρονίων, εκλείγματα («ματζούνια»), ως τονωτικά, προς παιδοποιίαν, κατά των πυρετών κτλ., και έμπλαστρα. Μη φυτικά φάρμακα ολίγα μόνον μετεχειρίζοντο, οίον το αμμωνιακόν άλας (¨νισαντήρι»), την στυπτηρίαν («στύψη»), κτλ.
Τα φάρμακα ταύτα έφερον εν δισακκίοις  («σακκούλαις»), διο και «σακκουλιαραίοι» εκαλούντο. Εις Κρήτην τινές των τοιούτων εμπειρικών έφερον θήκας μικράς, αναρτωμένας από των ώμων, εν αις δίκην πραγματειών ενέθετον τα φάρμακα ή έφερον ταύτα επί του μεγάλως εξέχοντος γύρου του σκιαδίου των.
Οι κομπογιαννίται ετήρουν προσποιητήν σοβαρότητα, αναλόγου του επαγγέλματος όπερ ήσκουν, εφόρουν δε συνήθως «μαλλιαράν σιγούναν» και περιέδενον την εις «δασείς πλοκάμους κυμαίνουσαν χαίτην των» δια πρασίνης ταινίας (Σάθας).
Εις τας χείρας εκράτουν χονδρήν ράβδον ή ρόπαλον («ματσούκα»), εξ ου και «ματσουκάδες» ή «ματσουκάρηδες» («ματσκάρδες» κατά συγκοπήν), ίνα αφ’ ενός μεν προφυλάσσωνται από των κυνών, αφ’ ετέρου δε αμύνωνται κατά τας περιοδίας αυτών, ιδία δε κατά των μετά τας αποτυχίας αυτών επιθέσεων. Προ τινών ετών (1930) μοι εδωρήθη υπό φίλου ιατρού ράβδος τοιούτου εμπειρικού, ήτις είχεν ως λαβήν σύμπλεγμα δυο όφεων, το έμβλημα, ως εικός, του προγόνου αυτού Ασκληπιού.
Εισερχόμενοι εις τα χωρία ή τας πόλεις διελάλουν είτε αυτοί οι ίδιοι είτε δια κηρύκων την ιδιότητα αυτών ως χειρουργών ή ιατρών («ιατρός καλός, ιατρικά καλά, πουλώ ζωή» ή «ήλθε ο διάσημος χειρούργος τάδε» ή απλώς «βότανα καλά» («βοτανάκηδες»).
Κατ’ ανακοίνωσιν του Φ. Γ. Τριανταφυλλίδου, οι κομπογιαννίται περιώδευον ουχί σπανίως ανά δύο, αλλ’ εκ δύο διαφόρων χωρίων καταγωγής. Συνήθως είχον ένα και μόνον ίππον, ον ίππευε ο εις εισερχόμενος εις την πόλιν ή το χωρίον, παριστών τον ιατρόν, του ετέρου παραμένοντος υπηρέτου ή διαφημιστού.  Εξ υπαμοιβής ο έτερος ιππεύων τον ίππον εισήρχετο εις άλλην πόλιν ή χωρίον ως ιατρός, ιδία δε όπου ην μάλλον γνωστός.
Το θράσος αυτών εμφαίνεται και εκ συζητήσεων, ας προεκάλουν μετά τυχόν επιστημόνων ιατρών προ αγραμμάτων ομίλων ή αμαθών Τούρκων αξιωματούχων ή και ηγεμόνων εν Ρουμανία, καθ’ ας μεθ’ όλους τους εξωφρενισμούς ους ανέπτυσσον, εξελαμβάνοντο υπό των αφελών ως έμπειροι της ιατρικής και σοβαρώς συζητούντες, ενίοτε δε και ως αποστομούντες τους επιστήμονας.
Καλούμενοι ή εξήταζον τους ασθενείς ή συνηθέστερον έδιδον τα αιτούμενα βότανα  («δια την θέρμην», «δια τον πονόμματον», δια το «σπάσιμο», «δια τα χελώνια» κτλ., ή απλώς το προφυλακτικόν  «φειδόχορτον»), είτε αυτούσια (προς παρασκευήν εγωυμάτων, αφεψημάτων ή απλώς επίθεσιν τούτων επί του πάθους), είτε υπό τύπον κόνεως («σκονάκια»). Απήρχοντο δε συνήθως συναποφέροντες γενναίας προσφοράς εις χρήματα ή είδος, (τρόφιμα κτλ.).
Ο Σάρρος αναφέρει εντός 6 μηνών 150 λίρας, αξιολόγους ίππους και ημιόνους, συχνάκις δε ουκ ολίγας ευλογίας. Ως εικός, και γοητείαι («γητιές»), εξορκισμοί («ξόρκια»), και διάφοροι μαγγανείαι ουδέποτε έλειπον, συμπληρούσαι το ιατρικόν αυτών έργον.  Προς δια την «κόμβων» μαγγανείαν αυτών θέτει εις σχέσιν την λέξιν κομπογιαννίτης ο Βιζουκίδης, όστις προσθέτει ότι οι εκ Ζαγορίου εμπειρικοί εκαλούντο και «Βενοϊατροί».
Αγνοούντες την λατινικήν, ή άλλην τινά ξένην γλώσσαν, κατεσκεύασαν ιδίαν κορακιστικήν διάλεκτον (τα «κομπογιαννίτικα»), δι’ ης συνεννοούντο. Κατά ταύτην καταφιανός (καταφυανόςκαταφυγιανός– Legrand εκ του καταφύγιον), καταφαγιανός (ως κατατρώγων τα χρήματα των ευπίστων, Αραβαντινός) εκαλείτο ο ιατρός, κατά Σάρρον δε: αίμα του Χριστού = οίνος, αλοιφή = βούτηρον,βιργώνω = ζυγίζω, κυλιστήρι = ωόν, γνώσ(ι) = το άλας, γυιός της γκαβής = ο ύπνος, δάκρυ της Παναγιάς = το οινόπνευμα, λαμπύρου = ρακή, τα καυτηρά = κρόμμυα, κυραθειά = θέρμη,λιγόδουντα = τα φασόλια, μαζαράκι = κρέας, μαυροζούμι = καφές, μπζιούρι = άρτος,μπζιουζουργιάζω = τρώγω (κυρίως ψωμί), μπλένιου = η κοιλιά, παλαμάρι = η χειρ, πασπάλη = το άλευρον, πλαϊνό = το ύδωρ, πλιούμενο = ο ιχθύς, πουλευτικόν = το καθάρσιον, σιόρους = ο οίνος, φλιτούρι = το ιατροσόφι, φραγκόπουλα = τα δράμια, κ.ο.κ., προφερόμενα πάντα κατά την συνήθη εν τη πατρίδι αυτών συγκοπήν των φωνηέντων.
Επισημότεροι των κομπογιαννιτών, κατά Λαμπρίδην (Ηπειρ. Μελ. Η’ 58) υπήρξαν ο Πανταζής Εξάρχου εκ Λιασκοβετσίου, ο Ι. Περτάλης εκ Σκαμνελίου, ο Δ. Πολύχρονος και ο εξοχώτατος πάντων εκ Καπετσόβου ιατρός των τριών Σουλτάνων Χ. Πασχάλογλους ή Πασχάλης (1823).
Ο Σάρρος αναφέρει επίσης τον ειδικόν οφθαλμίατρον Πατρατσάν, τον Γ. Τσεκούραν, τον Κ. Τσίμαν, τον Κ. Λιονταρήν, τον Φραγκούλην, τον Μπακόλαν, τον Χ. Χρηστίδην, ή κατσουλάτον, τους εκ Μονοδεμδρίου αδελφούς κοντοδήμου, τον Α. Κοντογιάννην και τον εκ Βίτσης Αρ. Ζώνιον.
Τον Φραγκούλην όμως ο Φ. Γ. Τριανταφυλλίδης γνωρίζων καλώς, καθ’ ο καταγόμενος εκ Σκαμνελίου, θεωρεί μη κομπογιαννίτην, αλλ’ ως τοπικόν, μη περιοδεόντα, πρακτικόν ιατρόν, διότι ήτο μεν μη επιστήμων, αλλ’  υπήρξε μαθητής επιστήμονος ιατρού διπλωματούχου της σχολής της Παδούης, του Αδάμ Γοργίδα, όστις επιθυμών ίνα απαλλάξη την χώραν των αγυρτών ίδρυσε εις Σκαμνέλιον πρακτικήν τινάν σχολής, εν η εδιδάχθησαν οι Φερούλης, Γκίμστας (ο γνωστός υπό το όνομα Κωσταγιατρός) και ο Τριαντ. Φυλλίδης, όστις αποκατεστάθη είτα εις Προύσαν ως φαρμακοποιός. Τούτου, αλλά κυρίων των Φερούλη και Γκρίμστα, μαθητής υπήρξεν ο Φραγκούλης, όστις διετέλεσε κατά νεωτέρους χρόνους και κοινοτικός ιατρός μέχρι του 1896, οπότε τω απηγορεύθη τη επεμβάσει επιστήμονος ιατρού η εξάσκησις της ιατρικής. Ούτος απέθανε τω 1927 εν Σκαμνελίω, εις ηλικίαν 100 ετών.
Ο Σ. Λάμπρος αναφέρει Μανιάτην εμπειρικόν χειρουργόν, τον Παπαδάκην, κατά τας αρχάς του ΙΗ’ αιώνος, αλλ’ ούτος καθώς και κατόπιν ο περίδοξος Γιατράκος, ο Ανδ. Πετιμεζάς κ.λ., δεν υπήγοντο εις τους κομπογιαννίτας ή καλογιατρούς, δηλαδή τους τα πολλά περιοδεύοντας, αλλά εις τοπικούς εμπειρικούς ιατρούς, οι οποίοι ειδικώς ησχολούντο εις την χειρουργικήν ή την οφθαλμολογίαν, σπανιώτερον δε και περί την παθολογίαν.
Εκ παραδόσεως γνωρίζω περίπτωσιν εγχειρήσεως καταρράκτου, τελεσθείσης εν Καλάμαις παρ’ επιστήμονος ιατρού επί ευπόρου ατόμου και αποτυχούσης επί του ενός οφθαλμού, μεθ’ ήν ετελέστη εγχείρησις, εκ δυσπιστίας προς τους επιστήμονας ιατρούς, υπό εμπειρικού επί του ετέρου μετ’ επιτυχίας. Τοιαύται βεβαίως περιπτώσεις συνέτεινον προς μεγάλυνσιν της φήμης των εμπειρικών τοιούτων ιατρών.
Ιδέαν των Ζαγοριανών κομπογιαννιτών δύναται να λάβη τις εκ της περιγραφής, ην δίδει ο Αλέξ. Σούτσος εν τη κωμωδία «Άσωτος», ένθα ο ιατρός Ιπεκακούνας λέγει:
«δεν είμ’ εγώ Ζαγοριανός να περπατώ στον δρόμο, με αλοιφάς, με έμπλαστρα, με βότανα στον ώμο,
Και με δοντάγραν, συριγγών και νυστεριών χαρχάλι, με το σαμουροκάλπακο να τρέχω στο κεφάλι
Να σκούζω από το κουτσό και ψόφιο μου μουλάρι, καλός γιατρός πουλώ ζωή, ποιος θέλει, ποιος θα πάρει»
ΚΑΛΟΓΙΑΤΡΟΣ
Διάδοχοι των κομπογιαννιτών υπήρξαν οι καλογιατροί, ονομασθέντες ούτω διότι και ούτοι, ως οι κομπογιαννίται διελάλουν οι ίδιοι ή δια κηρύκων την ιδιότητα αυτών εις τας οδούς δια της φράσεως «καλός γιατρός, γιατρικά καλά». Οι αρειμάνιοι ούτοι αγύρται, γράφει ο Σάθας, ήσαν ως επί το πλείστον Ιταλοί και Επτανήσιοι, περιεβάλλοντο δε πλατύτερα επανωφόρια, ων αι μεν τριγωνοειδής άκραι περιεδινούντο απαύστως ως γλωσσίδες ψαλίδος, αι δε πρόσθεται επωμίδες ανεμιζόμεναι εκροτάλιζον εκ των δίκην παρασήμων επικειμένων πλατέων μεταλλικών κομβίων. Εφόρουν μικρά υποδήματα περισφιγγόμενα δια θεατρικών κροσίων και στενόν πανταλόνιον πεποικιλμένον δι’ οφιοειδώς περιερραμμένων σειρητίων, ομοιάζοντες προς Ισπανούς ταυρομάχους.
Ούτοι ως και οι κομπογιαννίται, ως τα πολλά, ουδ’ άκρω δακτύλω αψάμενοι της ιατρικής και φαρμακευτικής, παρείχον, μαθόντες εκ πατρικής παραδόσεως ή εξ αναγνώσεως ιατροσοφίων, δημώδη τινά φάρμακα και θεραπευτικάς οδηγίας.
Ο Πουκεβίλλ ανεύρε παλαιόν ταμβακοπώλην εν Μονμπελλιέ ως καλογιατρόν εν Τριπόλει, Ενετός δε πρόξενος εν Κορώνη κατά Σάθαν, φυγόδικον τινά συμπατριώτην αυτού, τον Μισέρ Μπατήν, ως διάσημον καλογιατρόν και μυστικοσύμβουλον του σερασκέρη της Πελοποννήσου.
Ωραία είναι η συνέντευξις του Πουκεβίλλ μετά τινος καλογιατρού: «Οι πρόγονοί μου, έλεγεν ούτος, από του μεγάλου θεού της Κω, εξασκούσι το επάγγελμα του ιατρού από πατρός εις υιόν. Είναι περιουσία της οικογενείας ην έχομεν εκ παραδόσεως, χωρίς να αποβλέπωμεν εις το ευτελές μέταλλον, όπερ αναγκάζεταί τις να δεχθή δια να ζήση».
Ο καλογιατρός εξέθηκεν είτα τα της δεξιότητός του περί την στερέωσιν των καταγμάτων, την εγχείρησιν των κηλών και του καταρράκτου, κατέληξε δε να προτείνη ίνα ξυρίσει τον Πουκεβίλλ. Τέλος ωμίλησε περί ανατομίας, ην εγνώριζε περίπου όσον ο Αλκμέων (ο αρχαιότερος των Ελλήνων ανατόμων) και κατώρθωσε, προσθέτει ο Πουκεβίλλ, να με αποκοιμήση.
Τινές όμως των εμπειρικών τούτων, οι εκ των μερών του Ζαγορίου και του Λιασκόβου, όπερ ήτο το κυρίως σχολείον και των καλογιατρών, ως και των κομπογιαννιτών, είχον κατασταθή συν τω χρόνω επιδεξιώτατοι εμπειρικοί εγχειρηταί κηλών, καταρράκτου, ή λίθων της κύστεως. Κατά Πουκεβίλλ μάλιστα η επιτυχία και η δεξιότης τινών τούτων ηδύνατο να καταπλήξη και τους πλέον επιδέξιους χειρουργούς. Συνήθως ούτοι ελάμβανον το ήμισυ της αμοιβής των προκαταβολικώς, προκειμένου δε περί κήλης παρελάμβανον κατά την εγχείρησιν τον κηλικόν θύλακον, ον διατείνοντες έφερον επί καλάμου δίκην τεχνοσήμου. Ο αριθμός των θυλάκων τούτων, ον διελάλουν κατά τας διαφόρους περιοδείας, εθεωρείτο ως δείγμα της χειρουργικής αυτών δεξιότητος. Οι πελάτες όμως ουδέποτε έλειπον, διότι τελείως άγνωστος εν Ελλάδι κατά τους χρόνους εκείνους ήτο ο κηλεπίδεσμος. Άλλωστε και τα θύματα τούτων δεν ήσαν πλειότερα πολλών των εν Παρισίοις καθητών (Πουκεβίλλ). Επιτυχή εγχείρησιν κήλης αναφέρει ο Πουκεβίλλ γενομένην υπό τοιούτων εμπειρικών τω 1798 και επί του εν Αθήναις Γάλλου προξένου Φωβέλ.
Εν Αθήναις ειδικώς γνωστοί ήσαν οι κομπογιαννίται, ουχί δε και οι καλογιατροί, ως και ο Καμπούρογλους, όστις προσθέτει ότι ούτοι δεν είναι άξιοι της επικρατούσης περιφρονήσεως, διότι προς τη αγυρτεία ήσαν ταμίαι ιατρικών κατά παράδοσιν γνώσεων, συνδεομένων προς την φύσιν και τα βότανα. Ο Καμπούρογλους προκειμένου περί της ενεργείας δημοδών εντοπίων φαρμάκων συνιστωμένων υπό κομπογιαννίτου τινός κατά των ελωδών πυρετών εν σχέσει προς την ληξιπύρετον ενέργειαν της κίνας, παραθέτει την γνώμην αυτού, καθ’ ην «ο Θεός δεν είναι μωρός να έχη τους πυρετούς εν Αθήναις και το φάρμακον εν Κίνα».
Κατά τους νεωτέρους δ’ έτι χρόνους εμπειρικοί χειρουργοί καταγόμενοι εκ Χορμόβου και Λιασκόβου, κατερχόμενοι εις Ελλάδα, εξετέλουν τοιαύτας εγχειρήσεις κήλης ή καταρράκτου, πατροπαραδότως διδασκόμενοι ταύτας (Νίδερ). Καταλληλοτέραν εποχήν προς τούτο εθεώρουν την εαρινήν μέχρις Ιουλίου, διέμενον δε και διητώντο κατά το διάστημα της προπαρασκευής και της εγχειρήσεως μέχρις αποθεραπείας εν τη οικία των πασχόντων.
Και τον μεν καταρράκτην εθεράπευον δια καταβυθίσεως του φακού, την δε κήλην δι’ αποφράξεως του βουβωνικού κρίκου δια του όρχεως, κατατασσομένου εκείσε δίκην πώματος. Ο Νίδερ αναφέρει θάνατον δικαστικού τινός εν Μεσολογγίω, εγχειρισθέντος υπό τοιούτου εμπειρικού, παρουσία του ιατρού Βαλασσοπούλου, αλλά και τρεις άλλας περιπτώσεις μετ’ αισίου αποτελέσματος.
Την σήμερον (1930) πλέον σπάνιοι απέμειναν  εν Ελλάδι εμπειρικοί ιατροί. Ως τα πολλά, τινές, ιατροί ή ιάτραιναι, ισχυριζόμενοι ότι γνωρίζουσι δήθεν ειδικόν φάρμακον κατά τινος νόσου, χορηγούσι τούτο δωρεάν εις τους πάσχοντας, άλλοι όμως και νυν έτι χρηματίζονται εις βάρος των αφελεστέρων. Προ τινός έτι παλαιός υπηρέτης ιατρού επεσκέφθη τούτον εν Αθήναις φέρων μελανήν ρεδιγκόταν, λίαν ευχαριστημένος εκ του επαγγέλματος του ιατρού, όπερ ήσκει εν γωνίαν τινί της Ελλάδος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου