Ανέβηκε λοιπόν ο αετός σ’ ένα πανύψηλο δέντρο κι εκεί έκανε τα μικρά του, ενώ η αλεπού γέννησε τα δικά της στο θάμνο που βρισκόταν από κάτω.
Μια μέρα που η αλεπού βγήκε για κυνήγι, ο αετός, που δεν είχε βρει τροφή, όρμησε στο θάμνο, άρπαξε τα αλεπουδάκια και ύστερα τα καταβρόχθισαν ο ίδιος και τα αετόπουλά του. Μόλις γύρισε η αλεπού και κατάλαβε τι έγινε, δεν στενοχωρήθηκε τόσο για το θάνατο των παιδιών της, όσο γιατί δεν μπορούσε να πάρει εκδίκηση: όντας ζώο της γης, δεν είχε τη δυνατότητα να κυνηγήσει ένα πετούμενο. Στάθηκε λοιπόν κάπου μακριά κι έκανε το μόνο που απομένει στους ανίσχυρους: καταριόταν τον εχθρό της.
Κι όμως ο αετός σύντομα τιμωρήθηκε που βεβήλωσε τη φιλία. Κάποιοι σ’ ένα χωράφι θυσίαζαν μια κατσίκα, κι ο αετός όρμησε από ψηλά και άρπαξε ένα πυρωμένο σπλάχνο από το βωμό. Μόλις το έφερε στη φωλιά του, σηκώθηκε ορμητικός άνεμος, κι από ένα λεπτό ξερόκλαδο άναψε μεγάλη φωτιά. Έτσι τα αετόπουλα τυλίχτηκαν στις φλόγες (γιατί δεν ήταν ακόμα τέλεια πουλιά) κι έπεσαν στο χώμα. Έτρεξε τότε η αλεπού και τα έφαγε όλα μπροστά στα μάτια του αετού.
Ο μύθος δηλώνει ότι όσοι προδίδουν τη φιλία, έστω κι αν γλιτώσουν από την εκδίκηση αυτών που αδίκησαν, δεν θα ξεφύγουν από τη θεία τιμωρία.
ΑΙΣΩΠΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου