«Χαλεπόν Εαυτόν Γνώναι»
«Πάντα πλήρη θεών και δαιμόνων». Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη,
ο Θαλής υπήρξε ο πρώτος φιλόσοφος και η φιλοσοφία αρχίζει με
αυτόν. Δεν υπήρξε γνωστός σε εμάς φιλόσοφος πριν από τον Θαλή τον
Μιλήσιο. Υιός του Εξαμύου και της Κλεοβουλίνης, γεννήθηκε στα τέλη του 7ου
π.κ.ε. αιώνα και πέθανε στα μέσα του 6ου.
Η σκέψη του ουσιαστικά σηματοδοτεί την αφετηρία της οργανωμένης Ελληνικής Φιλοσοφίας και ο ίδιος -θεμελιωτής της λεγομένης «Ιωνικής Σχολής»- απεκλήθη ορθώς από τους σύγχρονους ελληνιστές μελετητές, «Πατέρας Της Φιλοσοφίας»: «πρώτος την περί φύσεως ιστορίαν τοις Έλλησιν εκφήναι» (όπως έγραψε ο Σιμπλίκιος).
Μια αληθινά πολυεπίπεδη προσωπικότητα ο Θαλής, πολιτικός, φιλόσοφος, χωρομέτρης, φυσικός, μηχανικός και αστρονόμος που προέβλεψε και προείπε την ολική ηλιακή έκλειψη του 585 π.κ.ε. (Ηρόδοτος Ι, 74), που δίδαξε τον προσανατολισμό από τον αστερισμό της Μικράς Άρκτου και κατασκεύασε το περίφημο «διαστημόμετρον» για τον υπολογισμό των αποστάσεων των πλοίων από την ξηρά -υπήρξε πάνω απ’ όλα βαθύς μελετητής και διδάσκαλος στο κατ’ εξοχήν «ιωνικό» φιλοσοφικό ζήτημα, εκείνο δηλαδή της φυσικής συστάσεως του Συμ-Παντός Κόσμου.
Διατύπωσε μια θεωρία για τις ανά τακτά χρονικά διαστήματα επαναλαμβανόμενες πλημμύρες του ποταμού Νείλου, ενώ ως μηχανικός στο στρατό του Κροίσου πέτυχε τη διάβαση του ποταμού Άλυ.
Η διδασκαλία του Θαλή, παρουσιάζει το Ύδωρ ως πρωταρχική ουσία, από το οποίο Ύδωρ παρουσιάζει τα πάντα να προέρχονται. «Των πάντων τα σπέρματα έχουν την φύση τους υγρή, το δε ύδωρ είναι η φυσική αρχή των υγρών πραγμάτων». Δεν ξέρουμε πώς ακριβώς το εννοούσε αυτό, όπως δεν ξέρουμε πως και τι εννοούσαν οι περισσότεροι φιλόσοφοι Έλληνες η μη, γι αυτό και ο καθένας αποδίδει κατά το δοκούν.
O Σταγειρίτης αναφέρει: To ερωτάν περί των πρώτων αρχών και αιτίων… αλλά Θαλής μεν ο της τοιαύτης αρχηγός φιλοσοφίας ύδωρ φησίν είναι αρχήν... (Το να ερωτά κάποιος για τις πρώτες αρχές και τα αίτια είναι φιλοσοφία… αλλά ο Θαλής, ο εισηγητής της φιλοσοφίας, ισχυρίζεται ότι το νερό είναι η πρώτη αρχή) – Αριστοτέλους, “Μετά τα φυσικά” και ουχί “μεταφυσικά”
Κατά τον Αριστοτέλη ο Θαλής θεωρούσε ότι η αρχή των πάντων δεν είναι κάποιος θεός, αλλά ένα ενιαίο, πρωταρχικό στοιχείο, το ύδωρ-νερό. O κόσμος συντηρείται από το ύδωρ-νερό και η Γη πλέει πάνω στο νερό, όπως ένα πλοίο. Πίστευε πως, επειδή το νερό είναι κοινό σε όλα τα όντα, με αυτό μπορούν να εξηγηθούν όλα τα φυσικά φαινόμενα.
Ακόμη και ο Πλάτωνας τον θεωρεί σπουδαίο πρακτικό αστρονόμο και γεωμέτρη, ιδιαίτερα ικανό στο να επινοεί σπουδαία πράγματα για τεχνικές ανάγκες, αλλά χρεώνει στον Όμηρο την άποψη ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Ωκεανό.
Για τον ιδιοφυή Θαλή, ο οποίος συγκαταλέγεται ανάμεσα στους «Επτά Σοφούς των Ελλήνων» και σύμφωνα με τον Ιερώνυμο μέτρησε το ύψος των πυραμίδων από την σκιά τους, τη στιγμή ακριβώς που ο δικός του ίσκιος ήταν ίσος με το πραγματικό του ύψος. (Διογένης Λαέρτιος Ι, 277), η Φύση και ο Κόσμος γενικότερα, είναι «έμψυχοι και δαιμόνων πλήρεις».
Τα πάντα εμπεριέχουν θεούς και δαίμονες: «Πάντα πλήρη θεών και δαιμόνων». Επίσης εδώ μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε σχετικά με το τι εννοούσε ο φιλόσοφος, το σίγουρο είναι, πάντως, πως δεν είχε στο μυαλό του τους θεούς του Ομήρου, ούτε τους μεταμοντέρνους, ούτε τίποτε από αυτά που οι άνθρωποι αποκαλούν θεό.
Συνεπής προς την θεωρία του, ο φιλόσοφος απέφευγε συστηματικά την κρεοφαγία και κάθε τροφή αίματος, όπως άλλωστε και την άσκοπη οινοποσία και σπατάλη χρόνου. Μία περίληψη της θεωρίας του μεγάλου φιλοσόφου Θαλή, ίσως σωστά, ίσως «στωϊκά» παρερμηνευμένη- δίδεται από τους Θεόφραστο και Αέτιο: «Ο Θαλής έλεγε ότι το θείο είναι ο νους του Κόσμου, το δε Σύμπαν είναι έμψυχο, γεμάτο από θεότητες και δαιμόνους. Το πρωταρχικό Υγρό δε από θεία δύναμη διαπερνάται η οποία και το κάνει να κινείται». Εδώ μιλάει για τον Αιθέρα και όχι για, όποιες οντότητες, αποκαλούνται θεοί.
Στον Θαλή, αποδίδονται τα σοφίσματα.
«Μη πάσι πίστευε» («Μη πιστεύεις τους πάντες»)
«Ειρήνην αγάπα» («Αγάπα την ειρήνη»)
«Χαλεπόν εαυτόν γνώναι» («Είναι δύσκολο να γνωρίσεις τον εαυτό σου») και
«Ουδέν τον Θάνατον διαφέρειν του Ζειν» («Σε τίποτα δεν διαφέρει ο θάνατος από την ζωή»).
Σοφός, Σοφία, Φιλόσοφος. Οι λέξεις «σοφός» και «φιλοσοφία» απαντώνται ήδη από τον 6ο αιώνα π.κ.ε. Στους επικούς ποιητές Όμηρο και Ησίοδο εμφανίζονται οι λέξεις «σοφός» και «σοφία» οι οποίες σημαίνουν απλώς ότι κάποιος είναι ικανός στην εξάσκηση ενός επαγγέλματος. Για τον Όμηρο ο καλός τεχνίτης και ο ικανός ναυτικός είναι σοφοί. Στη συνέχεια σοφός θεωρείται και αυτός που ξέρει να κυβερνά και γνωρίζει πολύ καλά τους νόμους.
Σοφία, σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, είναι η άριστη γνώση αλλά και η φρονιμάδα, ενώ η λέξη φιλοσοφία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τον 6ο αιώνα π.κ.ε. στην Ιωνία για να δηλώσει την καινούργια τάση, το ζήλο για τη μάθηση. Στην αρχή ήταν λέξη της καθημερινότητας, αλλά μετά εξυψώθηκε σε επιστημονικό όρο. Για πρώτη φορά η λέξη εμφανίστηκε σε ένα απόσπασμα που αποδίδεται με βεβαιότητα στον Ηράκλειτο:
Χρη γαρ ευ μαλα πολλών ίστορας φιλοσόφους άνδρας είναι (απόσπασμα 35)
(Πρέπει να γνωρίζουν πολλά οι φιλόσοφοι).
Για τον Ηρόδοτο και το Θουκυδίδη φιλοσοφία είναι μεταξύ άλλων και η αγάπη της σοφίας ή, πιο απλά, η αναζήτηση της γνώσης για τη γνώση και όχι μόνο για την εφαρμογή και την πρακτική ωφέλεια. O Κροίσος, σύμφωνα με την αναφορά του Ηροδότου, λέει στο Σόλωνα: Ως φιλοσοφέων γην πολλήν θεωρίης είνεκεν επελήλυθας – (Άκουσα ότι από αγάπη για την επιστήμη έκανες πολλά ταξίδια για να παρατηρήσεις και να μελετήσεις). Για το Θουκυδίδη επίσης η λέξη έχει την ίδια σημασία – είναι η μελέτη χωρίς ιδιοτέλεια (Επιτάφιος). Τέλος, η σωκρατική σχολή είναι αυτή που κατοχύρωσε τελικά τη λέξη ως τεχνικό όρο.
Η σκέψη του ουσιαστικά σηματοδοτεί την αφετηρία της οργανωμένης Ελληνικής Φιλοσοφίας και ο ίδιος -θεμελιωτής της λεγομένης «Ιωνικής Σχολής»- απεκλήθη ορθώς από τους σύγχρονους ελληνιστές μελετητές, «Πατέρας Της Φιλοσοφίας»: «πρώτος την περί φύσεως ιστορίαν τοις Έλλησιν εκφήναι» (όπως έγραψε ο Σιμπλίκιος).
Μια αληθινά πολυεπίπεδη προσωπικότητα ο Θαλής, πολιτικός, φιλόσοφος, χωρομέτρης, φυσικός, μηχανικός και αστρονόμος που προέβλεψε και προείπε την ολική ηλιακή έκλειψη του 585 π.κ.ε. (Ηρόδοτος Ι, 74), που δίδαξε τον προσανατολισμό από τον αστερισμό της Μικράς Άρκτου και κατασκεύασε το περίφημο «διαστημόμετρον» για τον υπολογισμό των αποστάσεων των πλοίων από την ξηρά -υπήρξε πάνω απ’ όλα βαθύς μελετητής και διδάσκαλος στο κατ’ εξοχήν «ιωνικό» φιλοσοφικό ζήτημα, εκείνο δηλαδή της φυσικής συστάσεως του Συμ-Παντός Κόσμου.
Διατύπωσε μια θεωρία για τις ανά τακτά χρονικά διαστήματα επαναλαμβανόμενες πλημμύρες του ποταμού Νείλου, ενώ ως μηχανικός στο στρατό του Κροίσου πέτυχε τη διάβαση του ποταμού Άλυ.
Η διδασκαλία του Θαλή, παρουσιάζει το Ύδωρ ως πρωταρχική ουσία, από το οποίο Ύδωρ παρουσιάζει τα πάντα να προέρχονται. «Των πάντων τα σπέρματα έχουν την φύση τους υγρή, το δε ύδωρ είναι η φυσική αρχή των υγρών πραγμάτων». Δεν ξέρουμε πώς ακριβώς το εννοούσε αυτό, όπως δεν ξέρουμε πως και τι εννοούσαν οι περισσότεροι φιλόσοφοι Έλληνες η μη, γι αυτό και ο καθένας αποδίδει κατά το δοκούν.
O Σταγειρίτης αναφέρει: To ερωτάν περί των πρώτων αρχών και αιτίων… αλλά Θαλής μεν ο της τοιαύτης αρχηγός φιλοσοφίας ύδωρ φησίν είναι αρχήν... (Το να ερωτά κάποιος για τις πρώτες αρχές και τα αίτια είναι φιλοσοφία… αλλά ο Θαλής, ο εισηγητής της φιλοσοφίας, ισχυρίζεται ότι το νερό είναι η πρώτη αρχή) – Αριστοτέλους, “Μετά τα φυσικά” και ουχί “μεταφυσικά”
Κατά τον Αριστοτέλη ο Θαλής θεωρούσε ότι η αρχή των πάντων δεν είναι κάποιος θεός, αλλά ένα ενιαίο, πρωταρχικό στοιχείο, το ύδωρ-νερό. O κόσμος συντηρείται από το ύδωρ-νερό και η Γη πλέει πάνω στο νερό, όπως ένα πλοίο. Πίστευε πως, επειδή το νερό είναι κοινό σε όλα τα όντα, με αυτό μπορούν να εξηγηθούν όλα τα φυσικά φαινόμενα.
Ακόμη και ο Πλάτωνας τον θεωρεί σπουδαίο πρακτικό αστρονόμο και γεωμέτρη, ιδιαίτερα ικανό στο να επινοεί σπουδαία πράγματα για τεχνικές ανάγκες, αλλά χρεώνει στον Όμηρο την άποψη ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Ωκεανό.
Για τον ιδιοφυή Θαλή, ο οποίος συγκαταλέγεται ανάμεσα στους «Επτά Σοφούς των Ελλήνων» και σύμφωνα με τον Ιερώνυμο μέτρησε το ύψος των πυραμίδων από την σκιά τους, τη στιγμή ακριβώς που ο δικός του ίσκιος ήταν ίσος με το πραγματικό του ύψος. (Διογένης Λαέρτιος Ι, 277), η Φύση και ο Κόσμος γενικότερα, είναι «έμψυχοι και δαιμόνων πλήρεις».
Τα πάντα εμπεριέχουν θεούς και δαίμονες: «Πάντα πλήρη θεών και δαιμόνων». Επίσης εδώ μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε σχετικά με το τι εννοούσε ο φιλόσοφος, το σίγουρο είναι, πάντως, πως δεν είχε στο μυαλό του τους θεούς του Ομήρου, ούτε τους μεταμοντέρνους, ούτε τίποτε από αυτά που οι άνθρωποι αποκαλούν θεό.
Συνεπής προς την θεωρία του, ο φιλόσοφος απέφευγε συστηματικά την κρεοφαγία και κάθε τροφή αίματος, όπως άλλωστε και την άσκοπη οινοποσία και σπατάλη χρόνου. Μία περίληψη της θεωρίας του μεγάλου φιλοσόφου Θαλή, ίσως σωστά, ίσως «στωϊκά» παρερμηνευμένη- δίδεται από τους Θεόφραστο και Αέτιο: «Ο Θαλής έλεγε ότι το θείο είναι ο νους του Κόσμου, το δε Σύμπαν είναι έμψυχο, γεμάτο από θεότητες και δαιμόνους. Το πρωταρχικό Υγρό δε από θεία δύναμη διαπερνάται η οποία και το κάνει να κινείται». Εδώ μιλάει για τον Αιθέρα και όχι για, όποιες οντότητες, αποκαλούνται θεοί.
Γραπτά του ιδίου του φιλοσόφου, δεν διασώθηκαν αν και είναι
ανόητο, να υποστηριχθεί, ότι δεν υπήρξαν εξαρχής (ο Σιμπλίκιιος αναφέρει τη
«Ναυτική Αστρολογία», ο Διογένης Λαέρτιος τα «Περί Τροπής» και «Περί Ισημερίας»,
ο Λόβων αναφέρει 200 εξάμετρα και ο Ησύχιος -στη «Σούδα»- ότι «έγραψε περί των
μετεώρων εν έπεσι» Οι πληροφορίες για τον φιλόσοφο και την διδασκαλία του
μεγάλου αυτού ανδρός, έφθασαν σ’ εμάς από τους μεταγενεστέρους του συγγραφείς,
φιλοσόφους και σχολιαστές.
Στον Θαλή, αποδίδονται τα σοφίσματα.
«Μη πάσι πίστευε» («Μη πιστεύεις τους πάντες»)
«Ειρήνην αγάπα» («Αγάπα την ειρήνη»)
«Χαλεπόν εαυτόν γνώναι» («Είναι δύσκολο να γνωρίσεις τον εαυτό σου») και
«Ουδέν τον Θάνατον διαφέρειν του Ζειν» («Σε τίποτα δεν διαφέρει ο θάνατος από την ζωή»).
Σοφός, Σοφία, Φιλόσοφος. Οι λέξεις «σοφός» και «φιλοσοφία» απαντώνται ήδη από τον 6ο αιώνα π.κ.ε. Στους επικούς ποιητές Όμηρο και Ησίοδο εμφανίζονται οι λέξεις «σοφός» και «σοφία» οι οποίες σημαίνουν απλώς ότι κάποιος είναι ικανός στην εξάσκηση ενός επαγγέλματος. Για τον Όμηρο ο καλός τεχνίτης και ο ικανός ναυτικός είναι σοφοί. Στη συνέχεια σοφός θεωρείται και αυτός που ξέρει να κυβερνά και γνωρίζει πολύ καλά τους νόμους.
Σοφία, σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, είναι η άριστη γνώση αλλά και η φρονιμάδα, ενώ η λέξη φιλοσοφία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τον 6ο αιώνα π.κ.ε. στην Ιωνία για να δηλώσει την καινούργια τάση, το ζήλο για τη μάθηση. Στην αρχή ήταν λέξη της καθημερινότητας, αλλά μετά εξυψώθηκε σε επιστημονικό όρο. Για πρώτη φορά η λέξη εμφανίστηκε σε ένα απόσπασμα που αποδίδεται με βεβαιότητα στον Ηράκλειτο:
Χρη γαρ ευ μαλα πολλών ίστορας φιλοσόφους άνδρας είναι (απόσπασμα 35)
(Πρέπει να γνωρίζουν πολλά οι φιλόσοφοι).
Για τον Ηρόδοτο και το Θουκυδίδη φιλοσοφία είναι μεταξύ άλλων και η αγάπη της σοφίας ή, πιο απλά, η αναζήτηση της γνώσης για τη γνώση και όχι μόνο για την εφαρμογή και την πρακτική ωφέλεια. O Κροίσος, σύμφωνα με την αναφορά του Ηροδότου, λέει στο Σόλωνα: Ως φιλοσοφέων γην πολλήν θεωρίης είνεκεν επελήλυθας – (Άκουσα ότι από αγάπη για την επιστήμη έκανες πολλά ταξίδια για να παρατηρήσεις και να μελετήσεις). Για το Θουκυδίδη επίσης η λέξη έχει την ίδια σημασία – είναι η μελέτη χωρίς ιδιοτέλεια (Επιτάφιος). Τέλος, η σωκρατική σχολή είναι αυτή που κατοχύρωσε τελικά τη λέξη ως τεχνικό όρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου