Η μνήμη είναι μια αυτοβιογραφία και συγγραφέας της είναι ο “εαυτός» – μια ιδιαίτερα οργάνωση σχημάτων. Αυτός ο εαυτός, που κάποιες φορές ονομάζεται επίσης και “σύστημα εαυτού” ή “αυτοαντίληψη”, είναι το σύνολο των σχημάτων που καθορίζουν τι εννοούμε με τις λέξεις “εγώ”, “εμένα” και “δικό μου”, τα οποία κωδικοποιούν την αίσθηση που έχει κάποιος για το άτομό του και τον κόσμο του.
Από την παιδική ηλικία και μετά ο εαυτός χτίζεται αργά αργά για να αποτελέσει την πιο βασική ίσως ομάδα σχημάτων που κατέχει ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Επηρεάζεται κατ’ αρχάς από το άμεσο περιβάλλον και αναπτύσσεται μέσα στις γραμμές που χαράζουν οι σχέσεις με τους γονείς, τους συνομήλικους ή τους συμμαθητές – με κάθε σημαντικό άνθρωπο ή γεγονός της ζωής. Το σύστημα-εαυτού πλάθει τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος φιλτράρει και ερμηνεύει τις εμπειρίες του: επινοεί το παρελθόν χρησιμοποιώντας εγωιστικές μεθόδους ανάγνωσης, σαν αυτές του Dean και του Darsee. Άλλωστε ο εαυτός έχει στα χέρια του όλα τα εργαλεία – αλλά και τους πειρασμούς – ενός ολοκληρωτικού συστήματος. Παίζει το ρόλο του λογοκριτή που επιλέγει και διαγράφει πληροφορίες.
Σ’ ένα άρθρο με τίτλο “Το Ολοκληρωτικό Εγώ” ο Antony Greenwald, κοινωνικός ψυχολόγος, εξετάζει την αναλογία εαυτού και δικτάτορα.’ Ο Greenwald φιλοτεχνεί το πορτρέτο του εαυτού ερευνώντας τον μέσα από πολλά πεδία. «Τα πιο έντονα χαρακτηριστικά του πορτρέτου», λέει, «είναι οι γνωσιακές προκαταλήψεις, οι οποίες αντιστοιχούν σε ανησυχητικό βαθμό στην πνευματική καθοδήγηση και τους μηχανισμούς προπαγάνδας που χρησιμοποιεί ένα ολοκληρωτικό πολιτικό σύστημα». Διότι, προσθέτει, ενώ ο εαυτός φέρεται πραγματικά ως δικτάτορας, έχει να προτάξει γι’ αυτό πειστικές δικαιολογίες: «Οτι κρίνεται ανεπιθύμητο σε ένα πολιτικό σύστημα, αποδεικνύεται ενδεχομένως πολύ λειτουργικό στην οργάνωση της γνώσης του ατόμου».
Κεντρικός παρατηρητής και καταγραφέας της ζωής, ο εαυτός κρατάει το ρόλο του ιστορικού. Η αμεροληψία όμως δεν βρίσκεται ανάμεσα στις αρετές του: όπως παρατηρεί ο Greenwald και απέδειξε ο Ντιν – «Θυμόμαστε το παρελθόν σαν ένα έργο στο οποίο ο εαυτός μας έχει τον πρώτο ρόλο» . Κανoντας-μια επισκόπηση στα αποτελεσματα εκτεταμένων ερευνών, ο Greenwald συμπεραίνει ότι ο εαυτός «εξυφαίνει και αναθεωρεί την ιστορία, υιοθετώντας μ’ αυτό τον τρόπο μεθόδους που συνήθως δεν τις επευφημούν οι ιστορικοί».
Ο Greenwald παραθέτει αποτελέσματα ερευνών για να μας δείξει πώς ο εγωκεντρισμός κυριαρχεί στην πνευματική ζωή: όσο περισσότερο ένα γεγονός έχει να κάνει με μας, τόσο καλύτερα το θυμόμαστε. Σε μια ομάδα τα περισσότερα άτομα αισθάνονται ότι αποτελούν το επίκεντρο της δραστηριότητας. Αυτοί που παίρνουν τις αποφάσεις στο χώρο της διεθνούς πολιτικής αντιλαμβάνονται τις πράξεις μακρινών κρατών σαν να στοχεύουν εναντίον τους, ενώ στην πραγματικότητα αυτές δεν απεικονίζουν παρά τις συνθήκες του τόπου όπου συμβαίνουν. Επίσης κάποιοι θεωρούν ότι είναι δυνατόν οι πράξεις τους να ευθύνονται για γεγονότα της τύχης, π.χ. το ότι κέρδισαν ένα λαχνό.
Εξάλλου οι άνθρωποι εισπράττουν επιδοκιμασίες για την επιτυχία τους αλλά όχι και για την αποτυχία τους: αυτό αποτελεί άλλη μια μορφή εγωκεντρικής προκατάληψης. Προκατάληψης που προδίδει η ίδια η χρήση της γλώσσας: οι φοιτητές ενός πανεπιστημίου, όταν είδαν την ποδοσφαιρική ομάδα τους να χάνει, είπαν «έχασαν», ενώ μετά από μια νίκη της ίδιας ομάδας, είπαν «κερδίσαμε». Και να η εξήγηση που έδωσε ένας οδηγός σε μια ασφαλιστική εταιρεία: «Ο τηλεγραφικός στύλος ερχόταν καταπάνω μου. Προσπαθούσα να φύγω από την πορεία του όταν με χτύπησε στο καπό ……..
Εντυπωσιακό δείγμα του εγωκεντρικού εαυτού είναι η αποτυχία των σχημάτων να αφομοιώσουν τις νέες πληροφορίες. Για παράδειγμα, η προκατάληψη είναι κυρίαρχη στην επιστήμη, στην τάση των ερευνητών να περιφρονούν αποτελέσματα που είναι αντίθετα με τις θεωρίες τους. Οι άνθρωποι προσκολλώνται σε συγκεκριμένες πεποιθήσεις ακόμα κι όταν υπάρχουν τελείως διαφορετικά στοιχεία και επιχειρήματα.
Ο Greenwald ισχυρίζεται πως αυτές οι αυταπάτες και οι προκαταλήψεις είναι τόσο διαδεδομένες επειδή προσαρμόζονται πολύ εύκολα και προστατεύουν την ακεραιότητα της οργάνωσης γνώσης του εαυτού. Συγκεκριμένα, όλες τους εκφράζουν την τάση του εαυτού να κωδικοποιεί τις πληροφορίες γύρω από μια κεντρική οργανωτική αρχή. Χωρίς μια τέτοια οργανωτική δομή η συμπεριφορά επηρεάζεται αναπόφευκτα από οποιαδήποτε καινούργια πληροφορία, ενώ με τη βοήθειά της τα νέα δεδομένα αφομοιώνονται σε ένα εύχρηστο και τακτικό ευρετήριο, από όπου εύκολα μπορεί κανείς να τα ανασύρει.
Με άλλα λόγια, υπάρχει ένα οργανωτικό πλεονέκτημα στο να χρησιμοποιεί ο εαυτός ένα βασικό πλαίσιο για τη μνήμη και τη δράση: οι σημαντικές γνώσεις μπορούν να ενταχθούν σε ένα ενιαίο κωδικοποιητικό πρόγραμμα. Ο Greenwald εξετάζει αυτό το πρόγραμμα σαν το ανάλογο ενός συστήματος βιβλιοθηκονομίας:
«Από τη στιγμή που δεσμευόμαστε να ακολουθήσουμε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα καταχώρισης, ίσως είναι πιο αποτελεσματικό να μείνουμε συνεπείς σ’ αυτό παρά να προσπαθήσουμε, ως βιβλιοθηκάριοι, να ταξινομήσουμε από την αρχή σε καταλόγους και ράφια την ήδη υπάρχουσα συλλογή … γιατί τότε θα ερχόμαστε κάθε φορά αντιμέτωποι με τη δημιουργία ενός νέου συστήματος ανεύρεσης. Ο εαυτός ελέγχει το νου όπως το Δεκαδικό Σύστημα Dewey.
Επανεξετάζοντας την έννοια της αυτοαντίληψης, ο Seymour Epstein σχολιάζει πόσο ανακριβείς μπορούν να είναι οι απόψεις των ανθρώπων για τον εαυτό τους. Αυτή όμως η ανακρίβεια δεν βρίσκεται πάντα σε συμφωνία με τις θετικές προκαταλήψεις που περιγράφει ο Greenwald:
«Υπάρχουν άνθρωποι που, ενώ είναι ιδιαίτερα ικανοί, αισθάνονται μερικές φορές βαθιά ανεπάρκεια και άλλοι που, ενώ είναι λιγότερο ικανοί, αισθάνονται ανώτεροί τους. Άνθρωποι με συνηθισμένη εμφάνιση που αισθάνονται όμορφοι και άνθρωποι γοητευτικοί που αισθάνονται πως είναι άσχημοι. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι πως άνθρωποι με υποδειγματική ζωή βασανίζονται από βαθιές ενοχές, σε σημείο να μη θέλουν πια τη ζωή τους, ενώ άλλοι, που έχουν διαπράξει φοβερά εγκλήματα, δεν νιώθουν την παραμικρή ενόχληση στη συνείδησή τους».
Ο Epstein ισχυρίζεται πως η βάση γι’ αυτές τις διαστρεβλωμένες απόψεις είναι η βαθμίδα αυτοεκτίμησης των ανθρώπων. Σύμφωνα με μια θεωρία η αίσθηση που έχει ένας άνθρωπος ότι είναι αξιόλογος και σημαντικός καθορίζεται από το “σύστημα εαυτού” του. Όταν απειλείται η άποψη που έχει για τον εαυτό του, αυτό μπορεί να γίνει ιδιαίτερα προβληματικό, γιατί η ανάγκη να διατηρηθεί η ακεραιότητα του συστήματος είναι επιτακτική. Είναι εύκολο να αφομοιώσει κανείς όσες πληροφορίες προσαρμόζονται στην αυτοαντίληψή του – ο Ντιν με χαρά ανέφερε πόσο σπουδαίες θεώρησε ο Πρόεδρος τις προσπάθειές του _ αλλά δύσκολα προσλαμβάνει τα δεδομένα που θίγουν τον εαυτό του: για παράδειγμα, ο Ντιν ξεχνούσε το γεγονός ότι στην πραγματικότητα μεγάλο μέρος από τα επαινετικά λόγια που ο ίδιος ανακαλούσε, ο Πρόεδρος δεν τα είχε πει.
Οι πληροφορίες που απειλούν τον εαυτό – που δεν υποστηρίζουν δηλαδή την ιστορία που διηγείται κάποιος στον εαυτό του για τον εαυτό του – απειλούν και την αυτοεκτίμησή του. Και τέτοιες απειλές αποτελούν σοβαρή πηγή άγχους. Στα ζώα η πιο συχνή μορφή στρες είναι η απειλή του θανάτου ή του τραυματισμού, αλλά στους ανθρώπους αρκεί μια απειλή της αυτοπεποίθησης για να πυροδοτήσει το άγχος.
Ο ψυχίατρος Aaron Beck μας περιγράφει τη λειτουργία της χαμηλής αυτοεκτίμησης σε έναν ασθενή του, έναν άνδρα με κατάθλιψη. Για ένα διάστημα μισής ώρας ο άνδρας ανέφερε τα εξής γεγονότα:
Η γυναίκα του ήταν εκνευρισμένη γιατί τα παιδιά καθυστερούσαν να ντυθούν. Σκέφτηκε: «Δεν είμαι καλός πατέρας, αλλιώς τα παιδιά μου θα ήταν πιο πειθαρχημένα». Είπε επίσης πως αυτό αποδείκνυε πως δεν ήταν ούτε καλός σύζυγος. Καθώς οδηγούσε για να πάει στη δουλειά του, σκέφτηκε: «Ούτε καλός οδηγός είμαι, αλλιώς τα άλλα αυτοκίνητα δεν θα με προσπερνούσαν». Φτάνοντας στη δουλειά παρατήρησε ότι κάποιοι συνάδελφοί του είχαν φτάσει ήδη. Σκέφθηκε: «Δεν μπορώ να αφοσιωθώ στη δουλειά μου, αλλιώς θα είχα φτάσει νωρίτερα». Και όταν πια είδε φακέλους και χαρτιά στοιβαγμένα στο γραφείο του, συμπέρανε: «Ούτε οργανωτικότητα διαθέτω, αλλιώς δεν θα είχε μαζευτεί τόση δουλειά».
Ο Beck λέει πως τέτοιες αυτοκαταστροφικές σκέψεις είναι το σήμα κατατεθέν της κατάθλιψης, την οποία θεωρεί μια χρόνια ενεργοποίηση των αρνητικών σχημάτων του εαυτού. Αναφέρει πως στην ηπιότερη κατάθλιψη ένα πρόσωπο μπορεί να έχει αρνητικές ιδέες για τον εαυτό του, αλλά διατηρεί και κάποια σχετική αντικειμενικότητα. Καθώς όμως η κατάθλιψη χειροτερεύει, η σκέψη του ολοένα και καταλαμβάνεται από αρνητικές ιδέες γύρω από τον εαυτό του.
Όσο ενεργοποιούνται αυτά τα αρνητικά σχήματα, τόσο διαστρεβλώνεται η σκέψη του και τόσο λιγότερο μπορεί να δει πως οι καταθλιπτικές σκέψεις είναι διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας. Στην πιο βαριά κατάθλιψη η σκέψη γύρω από τον εαυτό κυριεύεται απόλυτα από οδυνηρές αυτομομφές, που απορροφούν το άτομο χωρίς να έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Στην κατάθλιψη, λέει ο Beck, τα σχήματα εαυτού οδηγούν τελικά το άτομο «να εκλαμβάνει τις εμπειρίες του ως καθολικές στερήσεις ή ήττες μη αναστρέψιμες. Συνακόλουθα κατηγορεί τον εαυτό του ως “ηττημένο” και καταραμένο». Ο Beck αντιπαραβάλλει τη διαστρεβλωμένη άποψη ενός καταθλιπτικού ατόμου για τον εαυτό του με την πιο ισορροπημένη άποψη ενός ανθρώπου που δεν βρίσκεται μέσα στο μηχανισμό της κατάθλιψης:
Α) ΣΧΗΜΑ ΕΑΥΤΟΥ ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΟΥ Β) ΣΧΗΜΑ ΕΑΥΤΟΥ ΥΓΙΟΥΣ
1. Είμαι φοβισμένος Είμαι κάπως φοβισμένος, αρκετά γενναιόδωρος
και ικανοποιητικά έξυπνος
2. Είμαι ένας αξιοκαταφρόνητος δειλός Είμαι πιο θαρραλέος από τα περισσότερα
2. Είμαι ένας αξιοκαταφρόνητος δειλός Είμαι πιο θαρραλέος από τα περισσότερα
άτομα που γνωρίζω
3. Πάντα ήμουν και θα παραμείνω δειλός Οι φόβοι μου κυμαίνονται κατά χρονική στιγμή
και περίσταση
4. Αποφεύγω πολύ κάποιες καταστάσεις Έχω κάποια ελαττώματα στο χαρακτήρα μου
3. Πάντα ήμουν και θα παραμείνω δειλός Οι φόβοι μου κυμαίνονται κατά χρονική στιγμή
και περίσταση
4. Αποφεύγω πολύ κάποιες καταστάσεις Έχω κάποια ελαττώματα στο χαρακτήρα μου
και έχω πολλούς φόβους
5.Εφόσον είμαι κατά βάση αδύναμος, Μπορώ να μάθω τρόπους να αντιμετωπίζω τις
δεν έχω καμιά ελπίδα περιστάσεις και να καταπολεμώ τους φόβους μου5.Εφόσον είμαι κατά βάση αδύναμος, Μπορώ να μάθω τρόπους να αντιμετωπίζω τις
Η πρόταση του Epstein είναι πως μέσα στο σύστημα εαυτού τα σχήματα (τα οποία αποκαλεί “αξιώματα”) τοποθετούνται ιεραρχικά. Τα κατώτερης τάξης σχήματα εαυτού συμπεριλαμβάνουν συγκεκριμένα γεγονότα μικρότερης σημασίας: «Παίζω καλό τένις», «Η ερμηνεία μου στο πιάνο αρέσει στον κόσμο». Ένα σχήμα εαυτού ανώτερης τάξης θα ήταν: «Είμαι καλός αθλητής» ή «Ο κόσμος το ξέρει πως είμαι καλός μουσικός. Και ένα ακόμα ανώτερης τάξης σχήμα θα ήταν: «Είμαι αξιόλογος».
Συνήθως τα σχήματα κατώτερης τάξης μπορούν να προσβληθούν από τα γεγονότα χωρίς να απειληθεί ιδιαίτερα η αυτοεκτίμηση: με το να χάσει κάποιος μια παρτίδα τένις ή να μην εισπράξει φιλοφρονήσεις για την ερμηνεία του στο πιάνο δεν διακυβεύονται πολλά πράγματα. Το ρίσκο μεγαλώνει όταν προσβάλλονται σχήματα ανώτερης τάξης. Η προσβολή που υπέστη ο Ντιν στην αίσθηση της αξίας του όταν κατέθετε στη Γερουσία ήταν αναμφίβολα μεγάλη, όπως ήταν κι εκείνη του Darsee όταν υπερασπιζόταν τον εαυτό του για την παραποίηση των δεδομένων του πειράματός του.
Γονείς που δεν παρέχουν αρκετή αγάπη, αδέρφια που συμπεριφέρονται εχθρικά, συνομήλικοι που δεν φέρονται φιλικά: όλες αυτές οι καταστάσεις μπορούν να μειώσουν την αυτοεκτίμηση, ενώ οι αντίστοιχες ευχάριστες εμπειρίες μπορούν να την αυξήσουν. Όπως λέει ο Epstein:
«Οι άνθρωποι με υψηλή αυτοεκτίμηση ουσιαστικά αναπαριστούν μέσα τους την αγάπη ενός γονέα που είναι περήφανος για τις επιτυχίες τους και υπομονετικός με τις αποτυχίες τους. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν την τάση να βλέπουν τη ζωή αισιόδοξα και να υπομένουν το στρες δίχως υπερβολικό άγχος. Αν και μπορεί να νιώσουν απογοήτευση ή κατάθλιψη από κάποιες άσχημες εμπειρίες, τα άτομα με υψηλή αυτοεκτίμηση συνέρχονται γρήγορα, όπως τα παιδιά που νιώθουν ασφάλεια μέσα στην αγκαλιά της μητέρας τους».
Αντίθετα, οι άνθρωποι με χαμηλή αυτοεκτίμηση κουβαλούν το ψυχολογικό φορτίο ενός σκληρού, απορριπτικού γονέα. Τείνουν να είναι υπερευαίσθητοι στην αποτυχία, δείχνουν υπερβολική ετοιμότητα στο να εισπράξουν την απόρριψη και αργούν να ξεπεράσουν την απογοήτευση. Βλέπουν τη ζωή απαισιόδοξα, ακριβώς όπως ένα παιδί που δεν έχει την ασφάλεια της γονεϊκής αγάπης.
Όταν εμφανίζεται στον ορίζοντα η απειλή της αυτοεκτίμησης, ένα υγιές σχήμα εαυτού είναι σε θέση με μερικούς επιδέξιους χειρισμούς να διώξει το άγχος. Ένα άτομο μπορεί να θυμάται, να επανερμηνεύει ή να παραλλάσσει τα γεγονότα επιλεκτικά. Όταν τα αντικειμενικά γεγονότα δεν υποστηρίζουν το σύστημα εαυτού, ένας πιο υποκειμενικός απολογισμός μπορεί να το καταφέρει. Αν εγώ αντιμετωπίζω τον εαυτό μου ως καλό και τίμιο και τα γεγονότα δεν στηρίζουν αυτή την άποψη, τότε θα διατηρήσω την αυτοεκτίμησή μου αναλύοντας τα γεγονότα κάτω από άλλο πρίσμα.
Όπως είδαμε, το μέσο για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο δεν έχει καμιά σχέση με την επίγνωση. Το σύστημα εαυτού μπορεί να εξωραϊσει την απεικόνιση των γεγονότων μέσα’ από το φιλτράρισμα που γίνεται πριν φτάσουν στην επίγνωση. Αυτό που μου χρειάζεται είναι να βλέπω ένα ολοκληρωμένο, ραφιναρισμένο πορτρέτο του εαυτού μου: οι παρασπονδίες ας μένουν στο παρασκήνιο. Κάποιες έρευνες έδειξαν πως οι καταθλιπτικοί λειτουργούν υπέρ του εαυτού τους λιγότερο από τους μη καταθλιπτικούς, οι οποίοι βλέπουν τη ζωή μέσα από την “πλασματική λάμψη” της θετικότητας. Σχεδόν όλοι μας δίνουμε κάποιες φορές παρόμοιες “υπέρ εαυτού” επανερμηνείες της πραγματικότητας, αλλά σπάνια οι άλλοι το ανακαλύπτουν. Στο κάτω κάτω, η συγκάλυψη γίνεται διακριτικά, πίσω από την κουρτίνα του ασυνείδητου, κι εμείς δεν είμαστε παρά οι αποδέκτες της: οι αθώοι αυτοαπατεώνες. Όντως, ένας πολύ βολικός διακανονισμός.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου