“Που είναι οι άλλοι Σάλιβαν;” ρώτησε ο Ιωνάθαν, σιωπηλά, τέλεια εξοικειωμένος πια με την απλή τηλεπάθεια που χρησιμοποιούσαν αυτοί οι γλάροι, αντί για κρωξίματα και τσιρίγματα. “Γιατί είμαστε τόσο λίγοι εδώ; Από ‘κει που ήρθα, υπήρχαν”
“Χιλιάδες, πολλές χιλιάδες γλάροι. Το ξέρω”, τον διέκοψε ο Σάλιβαν, κουνώντας το κεφάλι του. “Η μόνη απάντηση που μπορώ να σου δώσω, Ιωνάθαν, είναι πως εσύ είσαι από τα πουλιά που βρίσκει κανείς ένα στο εκατομμύριο. Οι περισσότεροι από μας άργησαν πολύ να έρθουν. Πηγαίναμε από τον έναν κόσμο στον άλλον, καθένας σχεδόν ίδιος με τον προηγούμενο, ξεχνώντας αμέσως από που είχαμε έρθει και χωρίς να νοιαζόμαστε που πηγαίναμε, αφού ζούσαμε μόνο τη στιγμή. Μπορείς να φανταστείς πόσες ζωές θα πρέπει να ζήσαμε, ώσπου να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν περισσότερα πράγματα στη ζωή πέρα από το φαγητό, τους καβγάδες ή την ανάληψη εξουσίας μέσα στο σμήνος; Χίλιες ζωές, Ίωνα, δέκα χιλιάδες ζωές! Κι ύστερα, άλλες εκατό μέχρι ν’ αρχίσουμε να μαθαίνουμε πως υπάρχει κάτι που λέγεται τελειότητα, κι άλλες εκατό ακόμα για να συλλάβουμε την ιδέα ότι σκοπός μας στη ζωή είναι να βρούμε αυτή την τελειότητα και να την εκδηλώσουμε. Φυσικά, ο ίδιος κανόνας εξακολουθεί να ισχύει και τώρα ακόμα: επιλέγουμε τον επόμενο κόσμο μας με βάση τα όσα μαθαίνουμε σ’ αυτόν εδώ. Αν δεν μάθουμε τίποτα, ο επόμενος κόσμος θα είναι ίδιος με αυτόν και θα ‘χουμε να αντιμετωπίσουμε τους ίδιους περιορισμούς και τα ίδια αβάσταχτα βάρη”.
“Τσιάνγκ…” είπε λίγο φοβισμένα ο Ιωνάθαν.
Ο γερο – γλάρος τον κοίταξε με καλοσύνη.
“Ναι, γιέ μου;”
“Τσιάνγκ, δεν είναι αυτός ο κόσμος ο παράδεισος, έτσι δεν είναι;”
Ο Γέροντας χαμογέλασε στο φως του φεγγαριού.
“Συνεχίζεις να μαθαίνεις, Γλάρε Ιωνάθαν” είπε
“Εντάξει, τι γίνεται εδώ πέρα; Πού πηγαίνουμε μετά; Δεν υπάρχει πουθενά αυτό που ονομάζουμε παράδεισο;”
“Όχι, Ιωνάθαν, πουθενά δεν υπάρχει. Ο παράδεισος δεν είναι τόπος ούτε χρόνος. Είναι η τελειότητα”.
Ο Γέροντας έμεινε σιωπηλός για μια στιγμή.
“Πετάς πολύ γρήγορα, έτσι δεν είναι;”.
“Α… απολαμβάνω την ταχύτητα”.
“Θ’ αρχίσεις να πλησιάζεις τον παράδεισο, Ιωνάθαν, τη στιγμή που θα αγγίξεις την τέλεια ταχύτητα. Και τέλεια ταχύτητα δεν είναι να πετάς με χίλια μίλια την ώρα ή μ’ ένα εκατομμύριο ή με την ταχύτητα του φωτός. Κι αυτό γιατί κάθε αριθμός είναι από μόνος του ένα όριο, ενώ η τελειότητα δεν έχει όρια. Τέλεια ταχύτητα, γιέ μου, σημαίνει να είσαι εκεί”.
Σε ένα απειροελάχιστο κλάσμα της στιγμής, χωρίς καμιά προειδοποίηση, ο Τσιάνγκ χάθηκε από μπροστά του κι εμφανίστηκε στην άκρη της θάλασσας, δεκαπέντε μέτρα πιο κάτω.
“Πώς το κάνεις αυτό; Πώς νιώθεις; Πόσο μακριά μπορείς να πας;”
“Μπορείς να πας σε όποιο τόπο θες και σε όποιο χρόνο θέλεις” είπε ο Γέροντας.
Αγνάντεψε τη θάλασσα.
“Είναι παράξενο. Οι γλάροι που περιφρονούν την τελειότητα για χάρη του ταξιδιού, πηγαίνουν στο… πουθενά με καθυστέρηση. Όσοι βάζουν σε δεύτερη μοίρα το ταξίδι για χάρη της τελειότητας πηγαίνουν παντού, μέσα σε μια στιγμή. Πάντα να θυμάσαι, Ιωνάθαν, ότι ο παράδεισος δεν είναι ούτε τόπος ούτε χρόνος, γιατί αυτά τα δύο είναι πράγματα που δεν έχουν κανένα νόημα. Ο παράδεισος είναι…”
“Μπορείς να με μάθεις να πετάω και ‘γώ έτσι;”
‘Φυσικά, αρκεί να θέλεις να μάθεις”.
“Θέλω, πότε μπορούμε ν’ αρχίσουμε;”
‘Ακόμη και τώρα”.
Ο Τσιάνγκ μίλησε αργά παρακολουθώντας με μεγάλη προσοχή τον νεότερο σε ηλικία γλάρο.
“Για να πετάξεις τόσο γρήγορα όσο η σκέψη, οπουδήποτε δηλαδή”, είπε, “πρέπει ν’ αρχίσεις με την γνώση ότι έχεις ήδη φτάσει…”
Το μυστικό, σύμφωνα με τον Τσιάνγκ, ήταν να πάψει ο Ιωνάθαν να θεωρεί τον εαυτό του παγιδευμένο μέσα σ’ ένα περιορισμένο σώμα που είχε άνοιγμα φτερών περίπου ένα μέτρο και επιδόσεις, οι οποίες μπορούσαν ν’ αποτυπωθούν σε κάποιο διάγραμμα. Το μυστικό ήταν κρυμμένο στην επίγνωση ότι η αληθινή του φύση ζούσε τόσο τέλεια όσο ένας άγραφος αριθμός, παντού και ταυτόχρονα, πέρα από χώρο και χρόνο.
Richard Bach, Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου