Η πλάνη μιας ψευδούς αιτιότητας. - Τι εστί αίτια; Οι άνθρωποι σε κάθε εποχή πίστευαν ότι ήξεραν τι είναι αιτία: όμως από πού αντλούσαμε αυτή μας τη γνώση ή, πιο συγκεκριμένα, αυτή μας την πίστη ότι κατείχαμε αυτήν τη γνώση; Από τη σφαίρα των περίφημων «εσωτερικών γεγονότων1», κανένα εκ των οποίων δεν έχει αποδειχτεί μέχρι τώρα πραγματικό. Πιστεύαμε πως ήμασταν -εμείς οι ίδιοι!- οι αιτιώδεις παράγοντες της πράξης της βούλησης· νομίζαμε πως τουλάχιστον εδώ συλλαμβάναμε την αιτιότητα επ' αυτοφώρω.
Επίσης, κανένας δεν αμφέβαλλε ότι όλα τα antecedentia [προγενέστερα] μιας πράξης, οι αιτίες της, βρίσκονταν στη συνείδηση και ότι θα μπορούσε να τα βρει κανείς εκεί, αν τα αναζητούσε - ως «κίνητρα»: αλλιώς, κανένας δε θα ήταν ελεύθερος να κάνει την πράξη αυτή ούτε θα ήταν υπεύθυνος γι’ αυτήν. Τέλος, ποιος θα αμφισβητούσε το ότι μια σκέψη προκαλείται από κάτι; Το ότι το Εγώ προκαλεί τη σκέψη;...
Από αυτά τα τρία «εσωτερικά γεγονότα», μέσω των οποίων φαινόταν να πιστοποιείται η αυθεντικότητα της αιτιότητας, το πρώτο και το πιο πειστικό είναι εκείνο της βούλησης ως αιτίας· η σύλληψη μιας συνείδησης («πνεύματος») ως αιτίας και αργότερα εκείνη του Εγώ (του «υποκειμένου») ως αιτίας είναι απλώς μεταγενέστερες, καθώς πρώτα εδραιώθηκε η αιτιότητα της βούλησης ως δεδομένη, ως εμπειρία...
Εν τω μεταξύ σκεφτήκαμε τα πράγματα καλύτερα. Σήμερα δεν πιστεύουμε λέξη από όλα αυτά. Ο «εσωτερικός κόσμος» είν' όλο αντιφεγγίσματα και ιριδισμούς - ανάμεσά τους η βούληση. Η βούληση δεν κινεί τίποτα πια, επομένως και τίποτα δεν εξηγεί πια - απλώς συνοδεύει τα συμβάντα· μπορεί ακόμα και να απουσιάζει.
Το λεγόμενο «κίνητρο»: άλλη μία πλάνη. Απλώς ένα επιφανειακό φαινόμενο της συνείδησης, ένα συνοδευτικό στοιχείο της πράξης, το οποίο συγκαλύπτει μάλλον παρά αποκαλύπτει τα antecedentia [προγενέστερα] μιας πράξης.
Και τώρα το Εγώ! Αυτό έχει γίνει μύθος, αποκύημα της φαντασίας, λογοπαίγνιο: έχει πάψει εντελώς να σκέφτεται, να αισθάνεται και να θέλει!... Τι προκύπτει από αυτό; Αιτίες κατά φαντασίαν2! ΔΕΝ υφίστανται! Όλη η δήθεν εμπειρία που τις επιβεβαίωνε πήγε κατά διαόλου! Αυτό προκύπτει! - Είχαμε κάνει υπερβολική κατάχρηση αυτής της «εμπειρίας»· βασιζόμενοι σε αυτήν είχαμε πλάσει τον κόσμο σαν έναν κόσμο αιτιών, σαν έναν κόσμο βούλησης, σαν έναν κόσμο πνευμάτων3.
Η παλαιότερη και μακροβιότερη ψυχολογία ήταν εδώ επί το έργον, δεν έκανε τίποτε άλλο: κάθε συμβάν ήταν γι’ αυτή μια πράξη, κάθε πράξη το αποτέλεσμα μιας βούλησης· ο κόσμος έγινε γι’ αυτή μια πολλαπλότητα δρώντων, ένας δρων (ένα «υποκείμενο») φορτώθηκε κάθε συμβάν.
Ο άνθρωπος πίστευε ακράδαντα σε τούτα τα τρία «εσωτερικά γεγονότα» του: τη Βούληση, το Πνεύμα, το Εγώ· από ΜΕΣΑ του τα πήρε, προβάλλοντάς τα στο κάθετί. Πρώτα, απ' το Εγώ παρήγαγε το ον, το Είναι· έπειτα, όρισε τα «πράγματα» ως υπαρκτά, ως οντότητες ΚΑΤ' ΕΙΚΟΝΑ του, νοώντας το Εγώ ως αιτία. Ε, και μετά, όποια πέτρα σήκωνε, ξαναέβρισκε μες στα πράγματα ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΙΟΜΙΣΜΑΤΑ.4 Εύλογο!
Επαναλαμβάνω: ακόμα κ' η λέξη «πράγμα» αντικατοπτρίζει την πίστη μας στο Εγώ-αιτία... Και στο προσφιλές σας Άτομον5, αγαπητοί μηχανοκράτες και φυσικοί, πόση πλάνη ακόμα και σ’ αυτό, πόσα και πόσα υπολείμματα ατελούς ψυχολογίας εκεί μέσα!
Για να μη μιλήσω για το «πράγμα καθ’ εαυτό»6, για το horrendum pudendum7 [επαίσχυντο πράγμα] των μεταφυσικών! Η πλάνη να συγχέουμε το πνεύμα ως αιτία με την πραγματικότητα! Και να την ανάγουμε σε μέτρο της πραγματικότητας! Και να την αποκαλούμε Θεό!
-----------------------------
1.“Inneren Thatsachen” στο πρωτότυπο. Εννοεί τον «ψυχικό μας κόσμο». Πρβλ υ. 201.2. “Geistige Ursache” στο πρωτότυπο. Έκφραση σύστοιχη των «πλασμάτων του νου» (fictions), των φανταστικών αιτιών (imaginare Ursache). Πρβλ και Αντίχριστο 39,137 [KSA, VI, 212,4] – όπου ο Νίτσε διακρίνει αφ’ ενός τι εισπράττει η συνείδηση, τι δέχεται ο νους ως «αλήθεια» (παραδοχές, βεβαιότητες, πίστεις), κι αφ’ ετέρου τι πράγματι συμβαίνει κάτω απ’ την «επιφάνεια» της συνείδησης στο πεδίο των ενστίκτων. Βλ. και υ. 201, περί «ηθικών γεγονότων» (moralische Thatsachen).3. Υπαινιγμός στον Σοπενχάουερ, ο οποίος στο έργο του Die Welt als Wille und Vorstellung, ίί, 16 γράφει ότι ο κόσμος των εννοιών είναι ένας κόσμος πνευμάτων προσιτός μόνο στον ανθρώπινο νου.4. Υπαινιγμός περί Κάντ, ο όποιος στον Πρόλογο της β' έκδ. της Κριτικής του καθαρού Λόγου έγραφε ότι ο άνθρωπος, για νάχει βέβαιη a priori γνώση, δεν πρέπει να βάλει τίποτε άλλο στο εκάστοτε υπό εξέτασιν αντικείμενο· αρκούν όσες ιδιότητες συνάγονται διά του ορισμού αυτής τούτης της έννοιας του (...er, um sicker etwas a priori zu wissen, er der Sache nichts beilegen musse, aΙs was aus dem notwendig folgte, was er seinem Begriffe gemab selbst in sie gelegt hat). 5. Πρβλ Λυκόφως, «Ο 'Λόγος' στη φιλοσοφία», 5 (και υ. 135· 388). Γι’ άλλη μια φορά, ο Νίτσε βάλλει κατά της πίστης σε «πρωταρχικές ουσίες» και, συγκεκριμένα, στο «απειροελάχιστο σβωλαράκι-Άτομον, το τελευταίο τάχα στερεό θεμέλιο της γης» (Πέρα από το Καλό και το Κακό, 12 [KSA, VI. 26]). Βλ. Gori, Boscouich, 8· Παράρτημα II.6. “Ding an sich” στο πρωτότυπο: το επέκεινα της εμπειρίας. Ο μεγάλος Πρώσος φιλόσοφος Ιμάνουελ Καντ (1724- 1804) ήταν μόνιμος στόχος των επιθέσεων του Νίτσε. Ο υπαινιγμός εδώ είναι στη διάκριση του Καντ (στην Κριτική του καθαρού Λόγου) ανάμεσα στον «φαινομενικό» κόσμο των φαινομένων, που είναι ο μόνος που μπορούμε να συλλάβουμε με την αισθητηριακή αντίληψή μας, και στον «νοούμενο» κόσμο του «πράγματος καθ’ εαυτού». Βλ. Λυκόφως, «Ακροβολισμοί ενός άκαιρου», 29 (και υ. 379)· επίσης: Αντίχριστος, υ. 96.
Η θεωρία των δέκα «κατηγοριών» ή «κλάσεων» του Είναι διατυπώθηκε πρώτα από τον Αριστοτέλη· στη φιλοσοφία του Καντ, οι «κατηγορίες» είναι οι μορφές που επιβάλλει η διάνοια στις αισθητηριακές αντιλήψεις στον χώρο και τον χρόνο: μέσω αυτών των κατηγοριών, αυτό που θα ήταν σε άλλη περίπτωση αισθήσεις ασύνδετες μεταξύ τους γίνεται συστηματικά συνδεδεμένος κόσμος. Από την ύπαρξη των κατηγοριών, ο Καντ παράγει την ύπαρξη των «πραγμάτων καθ’ εαυτών»: τα αντικείμενα που αντιλαμβανόμαστε κάτω από τις μορφές των κατηγοριών πρέπει, όπως λέει αυτός, να έχουν κάποια ύπαρξη έξω απ’ αυτές τις μορφές, προκειμένου να μπορέσουν να τεθούν πάνω τους αυτές. Βλ. Κριτική του καθαρού Λόγου, 1781.7. ΔΗ Λατινικά στο πρωτότυπο. Σε κάπως ελεύθερη απόδοση: τα φρικιαστικά αχαμνά, τ’ άθλια αιδοία, τη γύμνια των Μεταφυσικών. Η έκφραση αυτή του Νίτσε θυμίζει το αντίστοιχο του Seidler για κάποιον «ζηλωτή» φιλόλογο της εποχής, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Δημήτριος Βερναρδάκης, στη μνημειώδη έκδοση του -της Ηλέκτρας- του Ευριπίδη (Δράματα, Γ', εν Αθήνησιν, 1903, 425: «...Ο Σείδλερ λέγει, όχι άνευ ειρωνείας τινός, ότι ο Εάθ εισήγαγε “το μόριόν του”...»)!
Η θεωρία των δέκα «κατηγοριών» ή «κλάσεων» του Είναι διατυπώθηκε πρώτα από τον Αριστοτέλη· στη φιλοσοφία του Καντ, οι «κατηγορίες» είναι οι μορφές που επιβάλλει η διάνοια στις αισθητηριακές αντιλήψεις στον χώρο και τον χρόνο: μέσω αυτών των κατηγοριών, αυτό που θα ήταν σε άλλη περίπτωση αισθήσεις ασύνδετες μεταξύ τους γίνεται συστηματικά συνδεδεμένος κόσμος. Από την ύπαρξη των κατηγοριών, ο Καντ παράγει την ύπαρξη των «πραγμάτων καθ’ εαυτών»: τα αντικείμενα που αντιλαμβανόμαστε κάτω από τις μορφές των κατηγοριών πρέπει, όπως λέει αυτός, να έχουν κάποια ύπαρξη έξω απ’ αυτές τις μορφές, προκειμένου να μπορέσουν να τεθούν πάνω τους αυτές. Βλ. Κριτική του καθαρού Λόγου, 1781.7. ΔΗ Λατινικά στο πρωτότυπο. Σε κάπως ελεύθερη απόδοση: τα φρικιαστικά αχαμνά, τ’ άθλια αιδοία, τη γύμνια των Μεταφυσικών. Η έκφραση αυτή του Νίτσε θυμίζει το αντίστοιχο του Seidler για κάποιον «ζηλωτή» φιλόλογο της εποχής, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Δημήτριος Βερναρδάκης, στη μνημειώδη έκδοση του -της Ηλέκτρας- του Ευριπίδη (Δράματα, Γ', εν Αθήνησιν, 1903, 425: «...Ο Σείδλερ λέγει, όχι άνευ ειρωνείας τινός, ότι ο Εάθ εισήγαγε “το μόριόν του”...»)!
Friedrich Nietzsche, Οι τέσσερις μεγάλες πλάνες
Από το βιβλίο του: Το λυκόφως των ειδώλων ή πώς φιλοσοφεί κανείς με το σφυρί.
Από το βιβλίο του: Το λυκόφως των ειδώλων ή πώς φιλοσοφεί κανείς με το σφυρί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου