Για τον Ήφαιστο, τον άσχημο και κουτσό, τον παραγνωρισμένο και αποδιωγμένο από την ίδια του τη μητέρα θεό, ο λόγος σήμερα και για μια σειρά αναρτήσεων.
Γιός του Δία και της Ήρας, ήταν παντρεμένος με την Αφροδίτη (Οδύσσεια) ή με την Αγλαϊα, τη μικρότερη από τις τρείς Χάριτες (Ησίοδος).
Θεός της μεταλλουργίας, μιας δύσκολης τέχνης που εφαρμόζεται δίπλα στη φωτιά και τους κινδύνους της, αποκαλείται από τον Όμηρο χαλκέας και παρουσιάζεται να φιλοτεχνεί με τον χρυσό, το ασήμι και τον χαλκό, όχι μόνο γυναικεία στολίδια, αλλά και σκήπτρα, θώρακες, θρόνους, κρατήρες, αμφορείς κλπ
Τα χρυσά και τα ασημένια σκυλιά που φρουρούσαν τις πύλες του παλατιού του Αλκίνοου στην χώρα των Φαιάκων ήταν δικό του δημιούργημα.
Είχε την ικανότητα να κατασκευάζει τρίποδες με χρυσές ρόδες που κυλούσαν μόνοι τους στα συμπόσια των θεών- ρομποτάκια της εποχής- και επέστρεφαν στο τέλος στο δικό του παλάτι.
Είχε φτιάξει επίσης δύο ομοιώματα γυναικών από ατόφιο χρυσάφι με ικανότητα ομιλίας και ύπαρξη εγκεφάλου (σκέψης) για τη δική του βοήθεια- να τον κρατούν όταν περπατούσε, μιας και τα δικά του πόδια είχαν καταστραφεί με την πτώση από τον Όλυμπο.
Και, βέβαια, όταν η Θέτις τον παρακαλεί να φτιάξει την πανοπλία του γιού της Αχιλλέα, δεν αρνείται- το κάνει βάζοντας όλη του την τέχνη, γιατί ποτέ δεν λησμόνησε ότι εκείνη (η Θέτις) τον γλύτωσε κατά την πτώση του από τον Όλυμπο.
Το όνομά του δηλώνει μετωνυμικά τη φωτιά και το πόσο ταυτισμένος ήταν ο θεός με το στοιχείο αυτό για τους Έλληνες το δείχνει η περιγραφή του αγώνα του με τον ποταμό Σκάμανδρο στην ραψωδία Φ της Ιλιάδας.
Ο Ήφαιστος ήταν με το μέρος των Ελλήνων. Όταν, λοιπόν, ο Αχιλλέας έσφαζε μέσα στα νερά του ποταμού Σκάμανδρου τους Τρώες, ο ποταμός χύμηξε να τον πνίξει. Ο Ήφαιστος τότε μπήκε μπροστά και με τις φωτιές του προκάλεσε πυρκαγιές και έκαψε τις όχθες του ποταμού που ήταν γεμάτες δένδρα, τα ψάρια που κυκλοφορούσαν στα νερά του, εξαπλώνοντάς την και σ’ ολόκληρη την πεδιάδα. Τα νερά του ποταμού έβραζαν κι ο Σκάμανδρος αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει, να αποδεχτεί την ανωτερότητα του Ήφαιστου και να δηλώσει ότι στο μέλλον δεν θα ανακατευόταν στον πόλεμο- ούτε κι αν ο Αχιλλέας έδιωχνε όλους τους Τρώες από τον τόπο τους.
Στα κείμενα της Ιλιάδας διαβάζουμε ότι το εργαστήρι του ήταν στον Όλυμπο, αλλά πλήθος άλλων μαρτυριών το τοποθετούν στο νησί της Λήμνου. Θεωρείται, δε βέβαιο, ότι ο Έλληνας Ήφαιστος και κάτοικος της Λήμνου κρύβει έναν προελληνικό θεό του νησιού και γενικότερα της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας.
Αυτός ο θεός συνδεόταν με τις ηφαιστιογενείς φωτιές που ξεπηδούσαν από το όρος Μόσυχλος της Λήμνου και πιστευόταν ότι ήταν φωτιές από το υπόγειο εργαστήριο του θεού.
Ο Ήφαιστος ως χαλκουργός έγινε προστάτης των χαλκουργών που δούλευαν το μέταλλο πάνω από δυνατή φωτιά.
Αιώνες αργότερα, η παράδοση τοποθετεί το εργαστήριο του θεού στις νήσους Λιπάρες, βόρεια της Σικελίας.
Από τη Λήμνο η λατρεία του Ήφαιστου μεταφέρθηκε στην Αθήνα (γύρω στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα) όπου οι χαλκουργοί τον λάτρευαν μαζί με τη θεά Αθηνά. Ήταν τον 5ο π.Χ. αιώνα που οι Αθηναίοι έχτιαν έναν περίλαμπρο ναό για τους δύο προστάτες τους στην Αγορά (πρόκειται για αυτόν που εμείς αποκαλούμε Θησείο). Ωστόσο, οι Αθηναίοι τιμούσαν τον Ήφαιστο και ξέχωρα, στα Ηφαίστεια με λαμπρή λαμπαδηφορία.
Ο Ήφαιστος και η λατρεία του ήταν άγνωστοι στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Ήταν κοινή συνείδηση στους αρχαίους Έλληνες ότι ο Ήφαιστος εκπροσωπούσε τη φωτιά. Σ’ έναν ορφικό ύμνο αναφέρεται ότι «αιθήρ, ήλιος, άστρα, σελήνη, φως αμίαντον» ήσαν «Ηφαίστου μέλη» και ότι ο θεός βρισκόταν σε «πάντα οίκον, πάσαν πόλιν, έθνεα πάντα, σώματα τε θνητών».
Η πτώση του θεού από τον Όλυμπο ταιριάζει με την μυθολογική γενική άποψη των περισσοτέρων λαών ότι η φωτιά «έπεσε από τον ουρανό».
Με τις εκδοχές ότι ο Ήφαιστος έμεινε κουτσός ή ότι τα πόδια του είναι ισχνά λόγω της απασχόλησής του, υποδηλώνεται ότι για την συντήρηση της φωτιάς απαιτείται κάποια βάση όπως είναι η εστία, ένα καμίνι κλπ.
Και βέβαια, οφείλουμε να σκεφθούμε ότι σ’ όλες τις αρχαίες κοινωνίες, οι αρτιμελείς προορίζονταν για τον πόλεμο, ενώ οι «άλλοι» γινόντουσαν τεχνίτες παντός είδους. Έτσι, ο αρχιμάστορας των θεών δεν θα μπορούσε να παραβεί αυτόν τον κανόνα.
Η τοποθέτηση του εργαστηρίου του Ηφαίστου στο όρος Μόσυχλος της Μήμνου ή στην Αίτνα της Σικελίας, έχει να κάνει με τις ηφαιστειακής δραστηριότητας εμπειρίες των αρχαίων σ’ αυτά τα μέρη. Και τα ηφαίστεια ανήκαν στη σφαίρα επιρροής του θεού.
Η ανάμειξη του Ηφαίστου στον μύθο του τυφλού Ωρίωνα εξηγείται από την λαϊκή αντίληψη ότι το μάτι λειτουργεί με φως ή φωτιά, που περιέχονται μέσα του, ενώ ο εξαγνισμός του Πέλοπα από τον Ήφαιστο δηλώνει υπόμνηση στις καθαρτήριες ιδιότητες της φωτιάς και στην ευρύτατη χρήση της από τη λατρεία σε τελετουργίες καθαρμού.
Εξάλλου, από την τεχνολογία που στηρίζεται στη χρήση της φωτιάς, εξηγείται η προβολή του Ηφαίστου ως φορέα πολιτισμού, σε ρόλο ανάλογο με του Προμηθέα και της Αθηνάς- επίσης συνδεδεμένους με τη φωτιά. Ιδιαίτερα η σχέση του Ηφαίστου με την Αθηνά, δηλαδή η επέμβασή του στη γέννησή της, η κατοπινή επιδίωξη να ενωθεί μαζί της και η από κοινού συνεργασία, έχουν κοινό παρονομαστή την συγγενική και κοινή τους λατρεία από τις συντεχνίες της Αθήνας (από όπου προέρχεται η Ηφαιστεία Αθηνά).
Το σμίξιμο, τώρα, του Ηφαίστου με την καλλονή Αφροδίτη υποδηλώνει αφ’ ενός την ανάμειξη φωτιάς και γης στην δημιουργία μορφών, προϋποθέτοντας την ύπαρξη της κεραμεικής και αφ’ ετέρου τη στενή σχέση της ομορφιάς της φύσης με την ομορφιά της τέχνης.
Το δέσιμο της Ήρας στο θρόνο της από τον Δία, του Άρη πάνω στο κρεββάτι της Αφροδίτης και του Ηξίονα και της Ήρας στον ουρανό, αναφέρονται στην μαγική αντίληψη του «δεσίματος του εχθρού» (να μη λησμονούμε το δέσιμο των ανέμων στην Οδύσσεια). Όταν το δέσιμο αυτό γίνεται με πρωτοβουλία του Ηφαίστου, τότε η αναφορά δεν περιορίζεται στην όποια μαγεία, αλλά επεκτείνεται στην λειτουργία της πάνω στην τέχνη, είναι μια υπόμνηση στην ιστορική της εξέλιξη από τα υποτυπώδη ξόανα στα αγάλαμτα με τα απελευθερωμένα μέλη.
Η φιλική σχέση του Ηφαίστου με τον Διόνυσο μαρτυρά την γνώση ότι τα ηφαιστειακά εδάφη ευνοούν ιδιαίτερα την καλλιέργεια της αμπέλου, αλλά και εκείνη των καιρικών φαινομένων ως συντελεστές αυτής της καλλιέργειας, κάτι που υποδηλώνεται και στην γέννηση του Διονύσου υπό τους ήχους βροντών και αστραπών.
Άλλωστε, το πλάσιμο του ανθρώπου από χώμα και νερό με την παρουσία της φωτιάς, στην περίπτωση π.χ. της δημιουργίας της Πανδώρας από τον Ήφαιστο, υποδηλώνει την διττή του προέλευση (πνεύμα και σάρκα, φθαρτό και άφθαρτο).
Γιός του Δία και της Ήρας, ήταν παντρεμένος με την Αφροδίτη (Οδύσσεια) ή με την Αγλαϊα, τη μικρότερη από τις τρείς Χάριτες (Ησίοδος).
Θεός της μεταλλουργίας, μιας δύσκολης τέχνης που εφαρμόζεται δίπλα στη φωτιά και τους κινδύνους της, αποκαλείται από τον Όμηρο χαλκέας και παρουσιάζεται να φιλοτεχνεί με τον χρυσό, το ασήμι και τον χαλκό, όχι μόνο γυναικεία στολίδια, αλλά και σκήπτρα, θώρακες, θρόνους, κρατήρες, αμφορείς κλπ
Τα χρυσά και τα ασημένια σκυλιά που φρουρούσαν τις πύλες του παλατιού του Αλκίνοου στην χώρα των Φαιάκων ήταν δικό του δημιούργημα.
Είχε την ικανότητα να κατασκευάζει τρίποδες με χρυσές ρόδες που κυλούσαν μόνοι τους στα συμπόσια των θεών- ρομποτάκια της εποχής- και επέστρεφαν στο τέλος στο δικό του παλάτι.
Είχε φτιάξει επίσης δύο ομοιώματα γυναικών από ατόφιο χρυσάφι με ικανότητα ομιλίας και ύπαρξη εγκεφάλου (σκέψης) για τη δική του βοήθεια- να τον κρατούν όταν περπατούσε, μιας και τα δικά του πόδια είχαν καταστραφεί με την πτώση από τον Όλυμπο.
Και, βέβαια, όταν η Θέτις τον παρακαλεί να φτιάξει την πανοπλία του γιού της Αχιλλέα, δεν αρνείται- το κάνει βάζοντας όλη του την τέχνη, γιατί ποτέ δεν λησμόνησε ότι εκείνη (η Θέτις) τον γλύτωσε κατά την πτώση του από τον Όλυμπο.
Το όνομά του δηλώνει μετωνυμικά τη φωτιά και το πόσο ταυτισμένος ήταν ο θεός με το στοιχείο αυτό για τους Έλληνες το δείχνει η περιγραφή του αγώνα του με τον ποταμό Σκάμανδρο στην ραψωδία Φ της Ιλιάδας.
Ο Ήφαιστος ήταν με το μέρος των Ελλήνων. Όταν, λοιπόν, ο Αχιλλέας έσφαζε μέσα στα νερά του ποταμού Σκάμανδρου τους Τρώες, ο ποταμός χύμηξε να τον πνίξει. Ο Ήφαιστος τότε μπήκε μπροστά και με τις φωτιές του προκάλεσε πυρκαγιές και έκαψε τις όχθες του ποταμού που ήταν γεμάτες δένδρα, τα ψάρια που κυκλοφορούσαν στα νερά του, εξαπλώνοντάς την και σ’ ολόκληρη την πεδιάδα. Τα νερά του ποταμού έβραζαν κι ο Σκάμανδρος αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει, να αποδεχτεί την ανωτερότητα του Ήφαιστου και να δηλώσει ότι στο μέλλον δεν θα ανακατευόταν στον πόλεμο- ούτε κι αν ο Αχιλλέας έδιωχνε όλους τους Τρώες από τον τόπο τους.
Στα κείμενα της Ιλιάδας διαβάζουμε ότι το εργαστήρι του ήταν στον Όλυμπο, αλλά πλήθος άλλων μαρτυριών το τοποθετούν στο νησί της Λήμνου. Θεωρείται, δε βέβαιο, ότι ο Έλληνας Ήφαιστος και κάτοικος της Λήμνου κρύβει έναν προελληνικό θεό του νησιού και γενικότερα της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας.
Αυτός ο θεός συνδεόταν με τις ηφαιστιογενείς φωτιές που ξεπηδούσαν από το όρος Μόσυχλος της Λήμνου και πιστευόταν ότι ήταν φωτιές από το υπόγειο εργαστήριο του θεού.
Ο Ήφαιστος ως χαλκουργός έγινε προστάτης των χαλκουργών που δούλευαν το μέταλλο πάνω από δυνατή φωτιά.
Αιώνες αργότερα, η παράδοση τοποθετεί το εργαστήριο του θεού στις νήσους Λιπάρες, βόρεια της Σικελίας.
Από τη Λήμνο η λατρεία του Ήφαιστου μεταφέρθηκε στην Αθήνα (γύρω στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα) όπου οι χαλκουργοί τον λάτρευαν μαζί με τη θεά Αθηνά. Ήταν τον 5ο π.Χ. αιώνα που οι Αθηναίοι έχτιαν έναν περίλαμπρο ναό για τους δύο προστάτες τους στην Αγορά (πρόκειται για αυτόν που εμείς αποκαλούμε Θησείο). Ωστόσο, οι Αθηναίοι τιμούσαν τον Ήφαιστο και ξέχωρα, στα Ηφαίστεια με λαμπρή λαμπαδηφορία.
Ο Ήφαιστος και η λατρεία του ήταν άγνωστοι στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Ήταν κοινή συνείδηση στους αρχαίους Έλληνες ότι ο Ήφαιστος εκπροσωπούσε τη φωτιά. Σ’ έναν ορφικό ύμνο αναφέρεται ότι «αιθήρ, ήλιος, άστρα, σελήνη, φως αμίαντον» ήσαν «Ηφαίστου μέλη» και ότι ο θεός βρισκόταν σε «πάντα οίκον, πάσαν πόλιν, έθνεα πάντα, σώματα τε θνητών».
Η πτώση του θεού από τον Όλυμπο ταιριάζει με την μυθολογική γενική άποψη των περισσοτέρων λαών ότι η φωτιά «έπεσε από τον ουρανό».
Με τις εκδοχές ότι ο Ήφαιστος έμεινε κουτσός ή ότι τα πόδια του είναι ισχνά λόγω της απασχόλησής του, υποδηλώνεται ότι για την συντήρηση της φωτιάς απαιτείται κάποια βάση όπως είναι η εστία, ένα καμίνι κλπ.
Και βέβαια, οφείλουμε να σκεφθούμε ότι σ’ όλες τις αρχαίες κοινωνίες, οι αρτιμελείς προορίζονταν για τον πόλεμο, ενώ οι «άλλοι» γινόντουσαν τεχνίτες παντός είδους. Έτσι, ο αρχιμάστορας των θεών δεν θα μπορούσε να παραβεί αυτόν τον κανόνα.
Η τοποθέτηση του εργαστηρίου του Ηφαίστου στο όρος Μόσυχλος της Μήμνου ή στην Αίτνα της Σικελίας, έχει να κάνει με τις ηφαιστειακής δραστηριότητας εμπειρίες των αρχαίων σ’ αυτά τα μέρη. Και τα ηφαίστεια ανήκαν στη σφαίρα επιρροής του θεού.
Η ανάμειξη του Ηφαίστου στον μύθο του τυφλού Ωρίωνα εξηγείται από την λαϊκή αντίληψη ότι το μάτι λειτουργεί με φως ή φωτιά, που περιέχονται μέσα του, ενώ ο εξαγνισμός του Πέλοπα από τον Ήφαιστο δηλώνει υπόμνηση στις καθαρτήριες ιδιότητες της φωτιάς και στην ευρύτατη χρήση της από τη λατρεία σε τελετουργίες καθαρμού.
Εξάλλου, από την τεχνολογία που στηρίζεται στη χρήση της φωτιάς, εξηγείται η προβολή του Ηφαίστου ως φορέα πολιτισμού, σε ρόλο ανάλογο με του Προμηθέα και της Αθηνάς- επίσης συνδεδεμένους με τη φωτιά. Ιδιαίτερα η σχέση του Ηφαίστου με την Αθηνά, δηλαδή η επέμβασή του στη γέννησή της, η κατοπινή επιδίωξη να ενωθεί μαζί της και η από κοινού συνεργασία, έχουν κοινό παρονομαστή την συγγενική και κοινή τους λατρεία από τις συντεχνίες της Αθήνας (από όπου προέρχεται η Ηφαιστεία Αθηνά).
Το σμίξιμο, τώρα, του Ηφαίστου με την καλλονή Αφροδίτη υποδηλώνει αφ’ ενός την ανάμειξη φωτιάς και γης στην δημιουργία μορφών, προϋποθέτοντας την ύπαρξη της κεραμεικής και αφ’ ετέρου τη στενή σχέση της ομορφιάς της φύσης με την ομορφιά της τέχνης.
Το δέσιμο της Ήρας στο θρόνο της από τον Δία, του Άρη πάνω στο κρεββάτι της Αφροδίτης και του Ηξίονα και της Ήρας στον ουρανό, αναφέρονται στην μαγική αντίληψη του «δεσίματος του εχθρού» (να μη λησμονούμε το δέσιμο των ανέμων στην Οδύσσεια). Όταν το δέσιμο αυτό γίνεται με πρωτοβουλία του Ηφαίστου, τότε η αναφορά δεν περιορίζεται στην όποια μαγεία, αλλά επεκτείνεται στην λειτουργία της πάνω στην τέχνη, είναι μια υπόμνηση στην ιστορική της εξέλιξη από τα υποτυπώδη ξόανα στα αγάλαμτα με τα απελευθερωμένα μέλη.
Η φιλική σχέση του Ηφαίστου με τον Διόνυσο μαρτυρά την γνώση ότι τα ηφαιστειακά εδάφη ευνοούν ιδιαίτερα την καλλιέργεια της αμπέλου, αλλά και εκείνη των καιρικών φαινομένων ως συντελεστές αυτής της καλλιέργειας, κάτι που υποδηλώνεται και στην γέννηση του Διονύσου υπό τους ήχους βροντών και αστραπών.
Άλλωστε, το πλάσιμο του ανθρώπου από χώμα και νερό με την παρουσία της φωτιάς, στην περίπτωση π.χ. της δημιουργίας της Πανδώρας από τον Ήφαιστο, υποδηλώνει την διττή του προέλευση (πνεύμα και σάρκα, φθαρτό και άφθαρτο).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου