Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2023

Αριστοτέλης: «Αθηναίων Πολιτεία». Μηδικοί πόλεμοι. Άρειος Πάγος. Θεμιστοκλής και Αριστείδης

Τότε μεν λοιπόν μέχρι του σημείου τούτου ανεπτύχθη η πολιτεία παραλλήλως προς το δημοκρατικόν πολίτευμα ολίγον κατ’ ολίγον προοδεύουσα. Μετά δε τους Μηδικούς πολέμους απέκτησεν εκ νέου δύναμιν η βουλή του Αρείου Πάγου και εκυβέρνα την πόλιν, μη λαβούσα την εξουσίαν με καμμίαν επίσημον απόφασιν, αλλά διότι (η βουλή αυτή) εστάθη αιτία της περί την Σαλαμίνα ναυμαχίαν. Διότι ενώ οι στρατηγοί ηυρέθησαν εις απορίαν διά τα πράγματα κ’ έβγαλαν κήρυγμα να φροντίση καθένας διά την σωτηρίαν του, η βουλή του Αρείου Πάγου επρομήθευσε και εμοίρασεν εις έκαστον — — οκτώ δραχμάς και επεβίβασεν αυτούς εις τα πλοία· δι’ αυτήν λοιπόν την αιτίαν υπετάσσοντο εις την εξουσίαν της και εκυβερνώντο οι Αθηναίοι καλώς επίσης και κατά την εποχήν αυτήν. Διότι συνέβη εις αυτούς, εις το χρονικόν εκείνο διάστημα, και να αναπτύξουν τας πολεμικάς αυτών δυνάμεις και ν’ αποκτήσουν αγαθήν υπόληψιν μεταξύ των Ελλήνων και να λάβουν την ηγεμονίαν της θαλάσσης παρά την θέλησιν των Λακεδαιμονίων.

Ήσαν δε προϊστάμενοι (αρχηγοί) του δήμου κατά τους καιρούς αυτούς ο Αριστείδης ο υιός του Λυσιμάχου και ο Θεμιστοκλής ο υιός του Νεοκλέους, ούτος μεν εξησκημένος εις τα πολεμικά, εκείνος δε ικανός εις τα πολιτικά πράγματα και υπέροχος των συγχρόνων του εις την δικαιοσύνην· δι’ ό και μετεχειρίζοντο τον μεν ως στρατηγόν, τον δε ως σύμβουλον. Και την μεν ανοικοδόμησιν των τειχών από κοινού οι δύο έφεραν εις πέρας, αν και ευρισκόμενοι εις διάστασιν μεταξύ τους, ως προς δε την απομάκρυνσιν των Ιώνων από της συμμαχίας των Λακεδαιμονίων ο Αριστείδης υπήρξεν ο προτρέψας εις αυτήν, επιληφθείς της ευκαιρίας καθ’ ήν οι Λάκωνες είχον υποστή μείωσιν της υπολήψεώς των εξ αιτίας του Παυσανίου. Διά τούτο δε και αυτός (ο Αριστείδης) ήτον ο επιβαλών τους πρώτους φόρους εις τας πόλεις κατά το τρίτον έτος μετά την εν Σαλαμίνι ναυμαχίαν επί της αρχοντίας του Τιμοσθένους, και αυτός διεξήγαγε τα της ορκήσεως των Ιώνων, σύμφωνα με την οποίαν ωρίζετο να έχουν τους αυτούς (με τους Αθηναίους) εχθρούς και φίλους, εις πίστωσιν των οποίων και τους πυρακτωμένους στρογγυλούς λίθους έρριψαν ομού εις την θάλασσαν.[1]

Μετά δε ταύτα, καθ’ όσον ήδη ελάμβανε πεποίθησιν εις τας δυνάμεις της η πόλις και χρήματα πολλά είχαν συναθροισθή, συνεβούλευεν (ο Αριστείδης) ν’ αναλάβωσιν αυτοβούλως την ηγεμονίαν και καταβαίνοντες εκ των αγρών να κατοικούν εις την πόλιν διότι τα της συντηρήσεως θα υπήρχον δι’ όλους, εις άλλους μεν ως απησχολημένους εις εκστρατείας, εις άλλους δε ως έχοντας την φρούρησιν της χώρας, εις άλλους δε ως διαχειριζομένους τα κοινά· έπειτα κατά τοιούτον τρόπον (οργανούμενοι) θα καταλάβωσι την ηγεμονίαν. Πεισθέντες δε εις ταύτα και λαβόντες την εξουσίαν εφέροντο προς τους συμμάχους πλέον δεσποτικώς, εκτός εις τους Χίους και τους Λεσβίους και τους Σαμίους· τούτους δε τους είχαν φύλακας της ηγεμονίας, αφήσαντες εις αυτούς και τα ίδιά των πολιτεύματα και την εξουσίαν επί όσων παλαιότερα ήσαν άρχοντες. Εθέσπισαν δε και υπό του δημοσίου παροχήν των προς διατροφήν απαιτουμένων εις τον λαόν, καθώς υπέδειξε τούτο ο Αριστείδης. Τοιουτοτρόπως από των αμέσων και των εμμέσων φόρων και από των εισπραττομένων από τους συμμάχους συνέβη να συντηρούνται περισσότεροι από είκοσι χιλιάδες άνθρωποι. Διότι δικασταί μεν ήσαν έξ χιλιάδες, τοξόται δε χίλιοι εξακόσιοι και προς τούτοις χίλιοι διακόσιοι ιππείς, μέλη δε της βουλής πεντακόσιοι και φρουροί των νεωρείων πεντακόσιοι και προς τούτοις φρουροί εις την πόλιν[2] πενήντα, διαχειρισταί των εξουσιών[3] εγχωρίως μεν έως επτακόσιοι άνδρες, έξω δε της χώρας έως επτακόσιοι· επί πλέον, όταν κατόπιν έκαμαν τον πόλεμον, υπήρχον στρατιώται μεν δύο χιλιάδες πεντακόσιοι, πλοία δε φρουρούντα είκοσιν, άλλα δε πλοία μεταφέροντα τους διά ψηφοφορίας εκλεγομένους δύο χιλιάδας φρουρούς [των υποτελών πόλεων]· ακόμη δε υπήρχον το πρυτανείον, οι ορφανοί και οι δεσμοφύλακες· διότι εις όλους τούτους η συντήρησις παρείχετο από του δημοσίου ταμείου.

ΠΡΟΟΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ — ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΛΗΣ

Η μεν λοιπόν διατροφή του λαού διά των τρόπων τούτων εγίνετο. Δεκαεπτά δε και πλέον έτη μετά τους Περσικούς πολέμους διετηρήθη η πολιτεία υπό την διεύθυνσιν των μελών του Αρείου Πάγου, αν και ολίγον κατ’ ολίγον κατέπιπτεν. Όταν δε ηυξήθησαν αι λαϊκαί τάξεις, γενόμενος αρχηγός του λαού ο Εφιάλτης ο υιός του Σοφωνίδου, έχων υπόληψιν ότι και αδωροδόκητος ήτο και δίκαιος προς το πολίτευμα, επετέθη ούτος εναντίον της βουλής· και πρώτον μεν καθήρεσε πολλούς των Αρεοπαγιτών· προκαλών εναντίων αυτών δίκας περί της διαχειρίσεώς των·[4] έπειτα δε επί της αρχοντίας του Κόνωνος αφήρεσεν από την βουλήν όλας τας εξουσίας, διά των οποίων αυτή καθίστατο φρουρός του πολιτεύματος και άλλας μεν των εξουσιών έδωκεν εις τους πεντακοσίους, άλλας δε εις την συνέλευσιν του δήμου και εις τα δικαστήρια. [Διέπραξε[5] δε αυτά με το να γίνη συνεργός του ο Θεμιστοκλής, ο οποίος ήτο μεν μέλος του Αρείου Πάγου, επρόκειτο δε να δικασθή κατηγορούμενος διά φιλίαν προς τους Πέρσας (μηδισμόν)· θέλων δε ο Θεμιστοκλής να καταργηθή η εξουσία της βουλής, προς μεν τον Εφιάλτην έλεγεν ότι η βουλή εσχεδίαζε να τον συλλάβη, προς δε τους Αρεοπαγίτας ότι θα υποδείξη τινάς συνεννοημένους διά να καταλύσουν το πολίτευμα. Οδηγήσας δε τους προς τούτο υπό της βουλής εκλεγέντας εις το μέρος όπου διέμενεν ο Εφιάλτης, συνωμίλει με πολλήν ζωηρότητα μαζί τους. Ο δε Εφιάλτης, καθώς είδε τούτο, καταφεύγει μισοενδυμένος[6] ικέτης εις τον βωμόν. Αφού δε όλοι εξεπλάγησαν διά το συμβάν και η βουλή των πεντακοσίων συνήλθεν εις συνεδρίασιν, επετέθησαν διά διαφόρων κατηγοριών εναντίον των Αρεοπαγιτών και ο Εφιάλτης και ο Θεμιστοκλής και πάλιν έπειτα προ της εκκλησίας του δήμου κατά όμοιον τρόπον, έως ου τους αφήρεσαν την εξουσίαν]. Εφονεύθη δε και ο Εφιάλτης δολοφονικώς, όχι μετά πολύν καιρόν, διά του Ταναγραίου Αριστοδίκου.

Η μεν λοιπόν βουλή των Αρεοπαγιτών τοιουτοτρόπως απεστερήθη της ανωτάτης εποπτείας· μετά δε ταύτα συνέβαινε να χαλαρώνεται ολοένα περισσότερον το πολίτευμα εξ αιτίας των εμπαθών δημαγωγών· διότι κατά την εποχήν εκείνην συνέπεσεν ουδέ αρχηγόν να έχουν οι μετριοπαθέστεροι, αλλά να προΐσταται αυτών ο Κίμων ο υιός του Μιλτιάδου ενώ ήτον ακόμη νέος[7] και αργά είχεν αναμιχθή εις τα πολιτικά πράγματα· προς δε τούτοις και διότι είχον εκλείψη οι περισσότεροι του κόμματος τούτου εις τας πολεμικάς επιχειρήσεις· διότι με το να σχηματίζεται κατά τους χρόνους εκείνους ο προς εκστρατείαν στρατός εκ του καταλόγου των εκλεξίμων πολιτών[8] και με το να διορίζωνται στρατηγοί άπειροι μεν εις τα του πολέμου τιμώμενοι δε διά τας πατρικάς δόξας, συνέβαινε πάντοτε να χάνωνται δύο ή τρεις χιλιάδες από τους εκστρατεύοντας, να εξολοθρεύωνται δε τοιουτοτρόπως οι μετριοπαθείς και εκ της τάξεως του λαού και εκ της τάξεως των ευπόρων.

Όλα μεν λοιπόν τα άλλα πράγματα της πολιτείας εκυβέρνων όχι όμοια όπως πρότερον και σύμφωνα με τους κειμένους νόμους, τον δε τρόπον της εκλογής των εννέα αρχόντων δεν μετέβαλον, παρά μόνον μετά το έκτον έτος μετά τον θάνατον του Εφιάλτου απεφάσισαν να προεκλέξουν και εκ της τάξεως των πολιτών εκείνους εκ του καταλόγου, των οποίων θα ελαμβάνοντο διά κλήρων οι εννέα άρχοντες, και πρώτος εκ της τάξεως αυτών άρχων υπήρξεν ο Μνησιθείδης· οι δε προ τούτου άρχοντες όλοι ήσαν εκ των τάξεων των ιππέων και των πεντακοσιομεδίμνων, οι δε ζευγίται διωρίζοντο εις τα κατώτερα αξιώματα, αν μη εγίνετο παράβλεψις καμμία κάποτε εις τους νόμους. Κατά το πέμπτον δε έτος μετά ταύτα επί της αρχοντίας του Λυσικράτους επανήλθεν εν ισχύι ο θεσμός των τριάκοντα δικαστών, των λεγομένων δημοτικών.[9] Και τρία έτη κατόπιν αυτού επί της αρχοντίας του Αντιδότου εξ αιτίας του πλήθους των πολιτών κατά πρότασιν του Περικλέους απεφάσισαν να μη έχη πολιτικά δικαιώματα εκείνος, όστις δεν είχε γεννηθή εκ γονέων αμφοτέρων πολιτών (Aθηναίων).

Κατόπιν δε τούτων, ότε την αρχηγίαν του λαού έλαβεν ο Περικλής και διά πρώτην φοράν είχε διακριθή, ότε υπέβαλε καταγγελίαν ζητών να λογοδοτήση διά τας πράξεις της στρατηγίας του ο Κίμων, ενώ ακόμη ήτο (ο Περικλής) νέος, έγινεν ακόμη πλέον φιλολαϊκή η δημοκρατία. Διότι και των Αρεοπαγιτών μερικάς εξουσίας αφήρεσε και την πόλιν παρεκίνησεν εις αύξησιν της ναυτικής δυνάμεως, ένεκα της οποίας συνέβη να λάβη περισσότερον θάρρος ο λαός, ώστε να συγκεντρώση βαθμηδόν όλας τας εκ του πολιτεύματος εξουσίας εις εαυτόν. Μετά πενήντα δε μείον έν έτη από της εν Σαλαμίνι ναυμαχίας επί της αρχοντίας του Πυθοδώρου επήλθεν ο προς τους Πελοποννησίους πόλεμος, καθ’ όν περιορισθείς ο λαός εντός της πόλεως και συνηθίσας ν’ αναλαμβάνη υπηρεσίαν εις τα στρατιωτικά σώματα με μισθόν, προέβη εις την απόφασιν εν μέρει μεν θεληματικώς εν μέρει δε ακουσίως να διοική την πόλιν αυτός.

Πρώτος δε ο Περικλής έκαμε και τα δικαστήρια μισθοφόρα, δημαγωγικώς παρουσιάζων αντιστάθμισμα της ευπορίας (του λαού) της υπαρχούσης επί της εποχής του Κίμωνος. Διότι ο Κίμων έχων ιδικήν του ηγεμονικήν[10] περιουσίαν, πρώτον μεν ο ίδιος τα βάρη των δημοσίων αξιωμάτων[11] εξετέλει κατά τρόπον λαμπρόν, έπειτα δε πολλούς των συνδημοτών του συνετήρει εξ ιδίων του· διότι κάθε πολίτης εκ του δήμου των Λακιαδών[12] ηδύνατο αν ήθελε μεταβαίνων καθημέραν εις αυτόν (τον Κίμωνα) να λαμβάνη τα προς συντήρησιν· προς τούτοις δε και οι αγροί του όλοι ήσαν απερίφρακτοι, διά να δύναται όστις ήθελε να λαμβάνη εξ αυτών οπώρας. Εις αυτάς λοιπόν τας παροχάς μη δυνάμενος διά της περιουσίας του να επαρκέση ο Περικλής, κατά συμβουλήν του Δάμωνος, του υιού του Δαμωνίδου δημότου Όας[13] (111) (ο οποίος επιστεύετο ότι υπήρξεν εις τον Περικλέα εισηγητής των περισσοτέρων τούτου διαβημάτων, διό και εξωστρακίσθη ύστερον), επειδή ως προς την ατομικήν του περιουσίαν ήτο κατώτερος διά να παράσχη εις τον λαόν τα εις αυτόν ανήκοντα, ώρισε παροχήν μισθού εις τους απαρτίζοντας (καθημέραν) τα δικαστήρια· εξ αιτίας του οποίου, ως μερικοί κατηγορούσιν, έγιναν χειρότερα τα δικαστήρια, διότι με φροντίδα ιδιάζουσαν εκληρώνοντο πάντοτε οι τυχόντες μάλλον άνθρωποι παρά οι έγκριτοι. Ήρχισε δε κατόπιν και η δωροδοκία, της οποίας πρώτος έκαμεν αρχήν ο Άνυτος μετά την στρατηγίαν του εις Πύλον.[14] Διότι καταγγελθείς υπό τινων ως αίτιος της απωλείας της Πύλου, αγοράσας διά δώρων τους δικαστάς, απηλλάγη.
----------------------------------
Σημειώσεις και παραπομπές

[1] «Τους μύδρους εν τω πελάγει καθείσαν». Τους μύδρους λίθους πυρακτωμένους) ελάμβαναν διά των χειρών ενώ ωρκίζοντο και έρριπτον κατά το τέλος του όρκου εις την θάλασσαν· ήτο δε η τελετή αυτή συμβολισμός του απαραβιάστου της συνθήκης.

[2] Οι φρουροί επί της Ακροπόλεως.

[3] Οι δημόσιοι υπάλληλοι. Αι αρχαί.

[4] «Περί των διωκημένων» λέγει αορίστως το κείμενον. Ήτοι περί της διαχειρίσεώς των είτε της πολιτικής είτε ίσως της οικονομικής.

[5] Το μεταξύ αγκυλών φαίνεται ότι έχει παρεμβληθή υπό αντιγραφέως. Εξ άλλων πηγών ο Περικλής παρουσιάζεται πιθανώτερα συνεργός του Εφιάλτου.

[6] «Μονοχίτων».

[7] Ο Κίμων ήτο τότε 40 ετών και είχε διακριθή ως στρατηγός.

[8] Οι μικροί πόλεμοι προς διατήρησιν της Αθηναϊκής ηγεμονίας επί των Ελληνικών πόλεων και αποικιών εξηκολούθουν πάντοτε και τούτων μετείχον οι άριστοι των πολιτών.

[9] «Οι καλούμενοι κατά δήμους».

[10] «Τυραννικήν».

[11] «Τας κοινάς λειτουργίας ελειτούργει λαμπρώς». Λειτουργίαι δε καθαυτό δεν ήσαν δημόσια αξιώματα, αλλά τιμητικαί τινες υποχρεώσεις, τας οποίας είχαν οι πλούσιοι. Εξ αυτών σπουδαιότεραι ήσαν η τριηραρχία προς εξοπλισμόν πολεμικών πλοίων και η χορηγία, ήτοι η εκγύμνασις χορού προς διδασκαλίαν τριλογικής τραγωδίας.

[12] Εκ του δήμου τούτου ήτο ο Κίμων.

[13] «Οίηθεν» η κατά Στέφανον Βυζ. «Όαθεν». Η Οίη δε ή Όα δήμος της Αττικής. — Το όνομα Δάμων είχεν απαλειφθή πιθανώς εις αρχαία αντίγραφα, φαίνεται εκ του Πλουτάρχου: Περ. 9. «συμβουλεύσαντος αυτώ Δαμωνίδου του Οίηθεν, ως Αριστοτέλης ιστόρηκεν».

[14] Ο Άνυτος, ο κατόπιν κατήγορος του Σωκράτους, εστάλη μετά 30 πλοίων εις Πύλον προς βοήθειαν του στρατηγού Δημοσθένους και εξ αιτίας διαφόρων δυσμενών περιστάσεων απέτυχεν.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου