Σάββατο 4 Ιουνίου 2022

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΤ' ΑΡΙΣΤΟΓΕΙΤΟΝΟΣ Α΄

ΔΗΜ 25.29–35

(ΔΗΜ 25.15–35: Η στάση του Αριστογείτονα απέναντι στους νόμους της πόλεως)

Η ανηθικότητα του Αριστογείτονα αποτελεί σοβαρή απειλή για την πόλη


[29] Καὶ μὴν μέγα καὶ σαφὲς ὑμῖν ἐρῶ παράδειγμα, ὅτι ταῦτ’
οὐδὲ καθ’ ἓν προσήκει παριδεῖν. εἰ γάρ τις αὐτίκα δὴ μάλ’
εἴποι ὡς ἐκ τῶν νεωτάτων ἢ τῶν πλουσιωτάτων ἢ τῶν λελῃ-
τουργηκότων ἢ τῶν τοιούτων τι μερῶν ἀφορίσας, τοὺς
λέγοντας εἶναι δεῖ, ἀποκτείναιτ’ ἂν αὐτὸν εὖ οἶδ’ ὅτι, ὡς
καταλύοντα τὸν δῆμον, καὶ δικαίως ἂν τοῦτο ποιήσαιτε. [30] καὶ
μὴν ὅ τι βούλεσθε τούτων ἧττόν ἐστι δεινὸν ἢ εἴ τις ἐξ ὧν
οὗτός ἐστι μερῶν εἴποι τοῖς βιαζομένοις ἐξεῖναι λέγειν, ἢ
τοῖς ἐκ τοῦ δεσμωτηρίου, ἢ τοῖς ὧν ἀπέκτεινεν ὁ δῆμος τοὺς
πατέρας, ἢ τοῖς ἀποδεδοκιμασμένοις ἄρχειν λαχοῦσιν, ἢ τοῖς
ὀφείλουσι τῷ δημοσίῳ, ἢ τοῖς καθάπαξ ἀτίμοις, ἢ τοῖς πονη-
ροτάτοις καὶ δοκοῦσι καὶ οὖσι· πάντα γὰρ ταῦθ’ ὑπάρχει
τούτῳ, καὶ πρόσεστι τοῖς οἷος οὗτός ἐστι τὴν φύσιν. ἐγὼ
γάρ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, νομίζω μὲν αὐτὸν καὶ ἐφ’ οἷς νυνὶ
ποιεῖ δικαίως ἂν ἀποθανεῖν, πολὺ μέντοι μᾶλλον, ἢ οὐδέν
γ’ ἧττον, ἐφ’ οἷς δῆλός ἐστι ποιήσων, εἰ τὴν παρ’ ὑμῶν
ἐξουσίαν λήψεται καὶ καιρόν· [31] ὃ μὴ γένοιτο. ὃ καὶ θαυμα-
στόν ἐστιν, εἴ τις ὑμῶν ἀγνοεῖ ὅτι ἐπὶ μὲν καλὸν ἢ χρηστὸν
ἢ τῆς πόλεως ἄξιον πρᾶγμ’ οὐδὲν οὗτός ἐστι χρήσιμος (μὴ
γάρ, ὦ Ζεῦ καὶ θεοί, τοσαύτη σπάνις ἀνδρῶν γένοιτο τῇ
πόλει ὥστε παρ’ Ἀριστογείτονος τῶν καλῶν τι ποιήσασθαι)·
ἐφ’ ἃ δ’ ἂν καὶ χρήσαιτό τις τοιούτῳ θηρίῳ, ἀπεύχεσθαι τοῖς
θεοῖς μὴ γενέσθαι δεῖ. εἰ δ’ ἄρα συμβαίη, μεῖζόν ἐστιν
εὐτύχημα τῇ πόλει ἀπορῆσαι τοὺς βουλομένους ἐξαμαρτεῖν
δι’ οὗ τοῦτο ποιήσουσιν, ἢ τοῦτον ἀφειμένον αὐτοῖς ἕτοιμον
ὑπάρξαι. [32] τί γὰρ οὗτος ὀκνήσειεν ἄν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι,
τῶν ἀνηκέστων ἢ δεινῶν, ἄνθρωπος μιαρὸς καὶ πατρικῆς
ἔχθρας πρὸς τὸν δῆμον ἀνάμεστος; τίς δ’ ἂν ἄλλος μᾶλλον,
ὃ μὴ γένοιτο, ἀνατρέψειεν τὴν πόλιν, εἰ λάβοιτ’ ἐξουσίας;
οὐχ ὁρᾶθ’ ὅτι τῆς φύσεως αὐτοῦ καὶ πολιτείας οὐ λογισμὸς
οὐδ’ αἰδὼς οὐδεμία, ἀλλ’ ἀπόνοι’ ἡγεῖται, μᾶλλον δ’ ὅλον
ἔστ’ ἀπόνοι’ ἡ τούτου πολιτεία; ἣ μέγιστον μέν ἐστιν αὐτῷ
τῷ ἔχοντι κακόν, δεινὸν δὲ καὶ χαλεπὸν πᾶσι, πόλει δ’ οὐκ
ἀνεκτόν. ὁ γὰρ ἀπονενοημένος ἅπας ἑαυτὸν μὲν προεῖται
καὶ τὴν ἐκ λογισμοῦ σωτηρίαν, ἐκ δὲ τοῦ παραδόξου καὶ
παραλόγου, ἐὰν ἄρα σωθῇ, σῴζεται. [33] τίς ἂν οὖν εὖ φρονῶν αὑ-
τὸν ἂν ἢ τὰ τῇ πατρίδι συμφέροντα ταύτῃ συνάψειεν; τίς οὐκ
ἂν εἰς ὅσον δυνατὸν φεύγοι, καὶ τὸν ἔχοντα ταύτην ἐκ-
ποδὼν ποιήσαιτο, ἵνα μηδ’ ἄκων αὐτῇ ποτε περιπέσῃ; οὐκ
ἀπονοίας, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοὺς ὑπὲρ πατρίδος βουλευο-
μένους δεῖ ζητεῖν ὅτῳ κοινωνήσουσιν, ἀλλὰ νοῦ καὶ φρενῶν
ἀγαθῶν καὶ προνοίας πολλῆς. ταῦτα μὲν γὰρ εἰς εὐδαι-
μονίαν ἄγει πάντας ἀνθρώπους, ἐκείνη δ’ οἷ τοῦτον ἀπελθεῖν
δεῖ. [34] θεωρεῖτε δὲ μὴ πρὸς τὸν ἐμὸν λόγον, ἀλλ’ εἰς ἅπαντα
τὰ τῶν ἀνθρώπων ἔθη βλέποντες. εἰσὶ ταῖς πόλεσι πάσαις
βωμοὶ καὶ νεῲ πάντων τῶν θεῶν, ἐν δὲ τούτοις καὶ Προνοίας
Ἀθηνᾶς ὡς ἀγαθῆς καὶ μεγάλης θεοῦ, καὶ παρὰ τῷ Ἀπόλλωνι
ἐν Δελφοῖς κάλλιστος καὶ μέγιστος νεὼς εὐθὺς εἰσιόντι εἰς
τὸ ἱερόν, ὃς ὢν θεὸς καὶ μάντις οἶδε τὸ βέλτιστον· ἀλλ’ οὐκ
ἀπονοίας οὐδ’ ἀναιδείας. [35] καὶ δίκης γε καὶ εὐνομίας καὶ
αἰδοῦς εἰσι πᾶσιν ἀνθρώποις βωμοί, οἱ μὲν κάλλιστοι καὶ
ἁγιώτατοι ἐν αὐτῇ τῇ ψυχῇ ἑκάστου καὶ τῇ φύσει, οἱ δὲ καὶ
κοινῇ τοῖς πᾶσι τιμᾶν ἱδρυμένοι· ἀλλ’ οὐκ ἀναισχυντίας
οὐδὲ συκοφαντίας οὐδ’ ἐπιορκίας οὐδ’ ἀχαριστίας, ἃ πάντα
τούτῳ πρόσεστιν.

***
[29] Προς τούτοις θα σας αναφέρω μέγα και σαφές παράδειγμα, ότι τίποτε δεν πρέπει να παραβλέψωμεν από αυτά, ούτε εις ένα μόνον σημείον. Και διά να φέρω τώρα αμέσως έν παράδειγμα, εάν κάποιος, εις μίαν στιγμήν, ήρχετο να σας είπη, καθορίσας, ότι οι ρήτορες πρέπει να λαμβάνωνται εκ των νεωτέρων ή πλουσιωτέρων ή εχόντων εκτελέσει λειτουργίας, ή εκ παρομοίων ανθρώπων, θα κατεδικάζετε αυτόν εις θάνατον, βεβαίως, ως καταλύοντα το δημοκρατικόν πολίτευμα και δικαίως θα επράττετε τούτο. [30]Ε, λοιπόν! Εξ όλων τούτων αυτό που θέλετε είναι ολιγώτερον επικίνδυνον παρά εάν κάποιος προέτεινε να χορηγηθή το δικαίωμα του λόγου εις την κατηγορίαν των ανθρώπων, εις την οποίαν ούτος ανήκει, εις τούτους, δηλ. που ομιλούν διά της βίας, χωρίς να έχουν δικαίωμα ή τους δραπέτας των φυλακών ή εκείνους, των οποίων οι πατέρες κατεδικάσθησαν εις θάνατον υπό του λαού ή εις εκείνους, οι οποίοι, ορισθέντες διά κλήρου διά τινά αρχήν, εκρίθησαν ακατάλληλοι δι' αυτήν ή τους οφειλέτας του δημοσίου ταμείου ή τους τιμωρηθέντας διά γενικής ατιμίας ή εκείνους που φαίνονται και είναι οι χειρότεροι εγκληματίαι· διότι όλα αυτά τα γνωρίσματα υπάρχουν εις τον άνθρωπον τούτον και είναι χαρακτηριστικά των ανθρώπων, των οποίων η φύσις ομοιάζει προς την ιδικήν του. Εγώ βεβαίως, άνδρες Αθηναίοι, νομίζω ότι αυτός και δι' όσα τώρα πράττει, δικαίως ήθελε τιμωρηθή διά θανάτου, αλλά πολύ περισσότερον ή ουδόλως ολιγώτερον δι' όσα είναι φανερόν ότι θα πράξη, αν σεις του δώσητε την άδειαν και την ευκαιρίαν [31](πράγμα το οποίον είθε να μη γίνη). Εκείνο δε που είναι εκπληκτικόν είναι το εάν κάποιος από σας αγνοή, ότι ούτος δεν είναι χρήσιμος διά τίποτε καλόν ή χρηστόν ή άξιος της πόλεώς μας (είθε, Ζευ και οι άλλοι θεοί, να μη υπάρξη τόσον μεγάλη έλλειψις ανδρών, ώστε αύτη να επιτύχη κάτι καλόν από τον Αριστογείτονα)· όσον αφορά δε τας πράξεις, διά τας οποίας θα ηδύνατο τις να μεταχειρισθή παρόμοιον τέρας, πρέπει να ευχώμεθα εις τους θεούς να μη παρουσιασθούν τοιαύται ευκαιρίαι. Εάν δε ήθελε παρουσιασθή τοιαύτη ευκαιρία, θα ήτο μεγαλύτερον ευτύχημα διά την πόλιν εκείνοι που θέλουν να διαπράξουν κάποιο αμάρτημα να μη εύρουν εκείνον που θα το εκτελέση παρά εάν το άτομον τούτο, ανεχόμενον αυτούς, τεθή εις την διάθεσιν τούτων. [32] Πράγματι, άνδρες Αθηναίοι, προ ποίας ολεθριωτάτης και φοβερωτάτης πράξεως ήθελεν ούτος διστάσει, ένας άνθρωπος μιαρός και γεμάτος από μίσος κληρονομικόν κατά της δημοκρατίας: Ποίος καλύτερον από αυτόν θα ηδύνατο (πράγμα το οποίον είθε να μη γίνη) να ανατρέψη την πόλιν, αν ήθελε λάβη εξουσίαν διά τούτο; Δεν βλέπετε, ότι διά την κατεύθυνσιν της φύσεώς του και της πολιτικής του δεν μεταχειρίζεται το λογικόν και την εντροπήν, αλλ' όλην την πολιτικήν του κατευθύνει η παραφροσύνη; Διότι αύτη μέγιστον μεν είναι κακόν δι' εκείνον που την έχει, φοβερόν δε και βλαβερόν εις όλους, ανυπόφορον δε διά μίαν πόλιν. Διότι ο παράφρων παραιτείται από τον εαυτόν του και την διά του λογικού σωτηρίαν, και αν συμβή να σωθή, σώζεται παρά πάσαν ελπίδα και λογικήν. [33] Ποίος λοιπόν σωφρονών θα συνέδεε τον εαυτόν του ή τα συμφέροντα της πόλεως με την παραφροσύνην; Ποίος δεν θα την απέφευγεν όσον ηδύνατο και δεν ήθελεν απαλλαγή από τον έχοντα ταύτην, ώστε να μη περιπέση εις αυτήν, έστω και άκων; Δεν πρέπει, άνδρες Αθηναίοι, εκείνοι που σκέπτονται διά την πατρίδα να μετέχωσι της αφροσύνης, αλλά να είναι εφωδιασμένοι με σύνεσιν, υγιείς σκέψεις και μεγάλην προνοητικότητα. Διότι αυτά μεν οδηγούν τους ανθρώπους εις την ευτυχίαν, εκείνη δε οδηγεί εκεί όπου ούτος πρέπει να καταλήξη. [34] Εξετάσατε δε το ζήτημα όχι επί τη βάσει του λόγου μου, αλλ' έχοντες υπ' όψιν τα ήθη όλων των ανθρώπων. Υπάρχουν εις όλας τας πόλεις βωμοί και ναοί όλων των θεών, μεταξύ δε τούτων και της Αθηνάς Προνοίας, θεωρουμένης ως θεάς αγαθής και μεγάλης· πλησίον του Απόλλωνος εις τους Δελφούς, μόλις εισέρχεται κανείς εις το ιερόν, υπάρχει ναός μέγιστος και ωραιότατος, πλησίον του Απόλλωνος, ο οποίος ων θεός και μάντις γνωρίζει το άριστον· αλλά ναός της αφροσύνης και της αναιδείας δεν υπάρχει. [35] Και διά την δικαιοσύνην και την ευνομίαν και την αιδώ όλοι οι άνθρωποι έχουν στήσει βωμούς, τους μεν ωραιοτάτους και αγιωτάτους έκαστος μέσα εις την ψυχήν του και την φύσιν του, τους δε άλλους έχουν στήσει δημοσία διά να τους τιμά κάθε άνθρωπος αλλά δεν υπάρχουν βωμοί της αναισχυντίας, ούτε της συκοφαντίας, ούτε της επιορκίας και αχαριστίας, τα οποία όλα υπάρχουν εις αυτόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου