ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1104b3–1105a16
(ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1103a14–1107a26: Η ἠθική αρετή) Πώς διαπιστώνεται η απόκτηση κάποιας αρετής; – Η αρετή βρίσκεται σε άμεση σχέση με την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια που προκαλεί μια πράξη
Σημεῖον
δὲ δεῖ ποιεῖσθαι τῶν ἕξεων τὴν ἐπιγινομένην ἡδονὴν ἢ λύ-
(5) πην τοῖς ἔργοις· ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν
ἡδονῶν καὶ αὐτῷ τούτῳ χαίρων σώφρων, ὁ δ’ ἀχθόμενος
ἀκόλαστος, καὶ ὁ μὲν ὑπομένων τὰ δεινὰ καὶ χαίρων ἢ
μὴ λυπούμενός γε ἀνδρεῖος, ὁ δὲ λυπούμενος δειλός. περὶ
ἡδονὰς γὰρ καὶ λύπας ἐστὶν ἡ ἠθικὴ ἀρετή· διὰ μὲν γὰρ
(10) τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν, διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν
καλῶν ἀπεχόμεθα. διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων, ὡς
ὁ Πλάτων φησίν, ὥστε χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ·
ἡ γὰρ ὀρθὴ παιδεία αὕτη ἐστίν. ἔτι δ’ εἰ αἱ ἀρεταί εἰσι περὶ
πράξεις καὶ πάθη, παντὶ δὲ πάθει καὶ πάσῃ πράξει ἕπε-
(15) ται ἡδονὴ καὶ λύπη, καὶ διὰ τοῦτ’ ἂν εἴη ἡ ἀρετὴ περὶ
ἡδονὰς καὶ λύπας. μηνύουσι δὲ καὶ αἱ κολάσεις γινόμε-
ναι διὰ τούτων· ἰατρεῖαι γάρ τινές εἰσιν, αἱ δὲ ἰατρεῖαι
διὰ τῶν ἐναντίων πεφύκασι γίνεσθαι. ἔτι, ὡς καὶ πρώην
εἴπομεν, πᾶσα ψυχῆς ἕξις, ὑφ’ οἵων πέφυκε γίνεσθαι
(20) χείρων καὶ βελτίων, πρὸς ταῦτα καὶ περὶ ταῦτα τὴν φύ-
σιν ἔχει· δι’ ἡδονὰς δὲ καὶ λύπας φαῦλοι γίνονται, τῷ
διώκειν ταύτας καὶ φεύγειν, ἢ ἃς μὴ δεῖ ἢ ὅτε οὐ δεῖ ἢ
ὡς οὐ δεῖ ἢ ὁσαχῶς ἄλλως ὑπὸ τοῦ λόγου διορίζεται τὰ
τοιαῦτα. διὸ καὶ ὁρίζονται τὰς ἀρετὰς ἀπαθείας τινὰς
(25) καὶ ἠρεμίας· οὐκ εὖ δέ, ὅτι ἁπλῶς λέγουσιν, ἀλλ’ οὐχ
ὡς δεῖ καὶ ὡς οὐ δεῖ καὶ ὅτε, καὶ ὅσα ἄλλα προστίθεται.
ὑπόκειται ἄρα ἡ ἀρετὴ εἶναι ἡ τοιαύτη περὶ ἡδονὰς καὶ
λύπας τῶν βελτίστων πρακτική, ἡ δὲ κακία τοὐναντίον.
γένοιτο δ’ ἂν ἡμῖν καὶ ἐκ τούτων φανερὸν ὅτι περὶ τῶν
(30) αὐτῶν. τριῶν γὰρ ὄντων τῶν εἰς τὰς αἱρέσεις καὶ τριῶν
τῶν εἰς τὰς φυγάς, καλοῦ συμφέροντος ἡδέος, καὶ [τριῶν]
τῶν ἐναντίων, αἰσχροῦ βλαβεροῦ λυπηροῦ, περὶ ταῦτα
μὲν πάντα ὁ ἀγαθὸς κατορθωτικός ἐστιν ὁ δὲ κακὸς ἁμαρ-
τητικός, μάλιστα δὲ περὶ τὴν ἡδονήν· κοινή τε γὰρ αὕτη
(35) τοῖς ζῴοις, καὶ πᾶσι τοῖς ὑπὸ τὴν αἵρεσιν παρακολουθεῖ·
[1105a] καὶ γὰρ τὸ καλὸν καὶ τὸ συμφέρον ἡδὺ φαίνεται. ἔτι
δ’ ἐκ νηπίου πᾶσιν ἡμῖν συντέθραπται· διὸ χαλεπὸν ἀπο-
τρίψασθαι τοῦτο τὸ πάθος ἐγκεχρωσμένον τῷ βίῳ. κα-
νονίζομεν δὲ καὶ τὰς πράξεις, οἳ μὲν μᾶλλον οἳ δ’ ἧττον,
(5) ἡδονῇ καὶ λύπῃ. διὰ τοῦτ’ οὖν ἀναγκαῖον εἶναι περὶ ταῦτα
τὴν πᾶσαν πραγματείαν· οὐ γὰρ μικρὸν εἰς τὰς πράξεις
εὖ ἢ κακῶς χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι. ἔτι δὲ χαλεπώτερον
ἡδονῇ μάχεσθαι ἢ θυμῷ, καθάπερ φησὶν Ἡράκλειτος, περὶ
δὲ τὸ χαλεπώτερον ἀεὶ καὶ τέχνη γίνεται καὶ ἀρετή·
(10) καὶ γὰρ τὸ εὖ βέλτιον ἐν τούτῳ. ὥστε καὶ διὰ τοῦτο περὶ
ἡδονὰς καὶ λύπας πᾶσα ἡ πραγματεία καὶ τῇ ἀρετῇ καὶ
τῇ πολιτικῇ· ὁ μὲν γὰρ εὖ τούτοις χρώμενος ἀγαθὸς ἔσται,
ὁ δὲ κακῶς κακός. ὅτι μὲν οὖν ἐστὶν ἡ ἀρετὴ περὶ ἡδονὰς
καὶ λύπας, καὶ ὅτι ἐξ ὧν γίνεται, ὑπὸ τούτων καὶ αὔξε-
(15) ται καὶ φθείρεται μὴ ὡσαύτως γινομένων, καὶ ὅτι ἐξ ὧν
ἐγένετο, περὶ ταῦτα καὶ ἐνεργεῖ, εἰρήσθω.
Σημεῖον
δὲ δεῖ ποιεῖσθαι τῶν ἕξεων τὴν ἐπιγινομένην ἡδονὴν ἢ λύ-
(5) πην τοῖς ἔργοις· ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν
ἡδονῶν καὶ αὐτῷ τούτῳ χαίρων σώφρων, ὁ δ’ ἀχθόμενος
ἀκόλαστος, καὶ ὁ μὲν ὑπομένων τὰ δεινὰ καὶ χαίρων ἢ
μὴ λυπούμενός γε ἀνδρεῖος, ὁ δὲ λυπούμενος δειλός. περὶ
ἡδονὰς γὰρ καὶ λύπας ἐστὶν ἡ ἠθικὴ ἀρετή· διὰ μὲν γὰρ
(10) τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν, διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν
καλῶν ἀπεχόμεθα. διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων, ὡς
ὁ Πλάτων φησίν, ὥστε χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ·
ἡ γὰρ ὀρθὴ παιδεία αὕτη ἐστίν. ἔτι δ’ εἰ αἱ ἀρεταί εἰσι περὶ
πράξεις καὶ πάθη, παντὶ δὲ πάθει καὶ πάσῃ πράξει ἕπε-
(15) ται ἡδονὴ καὶ λύπη, καὶ διὰ τοῦτ’ ἂν εἴη ἡ ἀρετὴ περὶ
ἡδονὰς καὶ λύπας. μηνύουσι δὲ καὶ αἱ κολάσεις γινόμε-
ναι διὰ τούτων· ἰατρεῖαι γάρ τινές εἰσιν, αἱ δὲ ἰατρεῖαι
διὰ τῶν ἐναντίων πεφύκασι γίνεσθαι. ἔτι, ὡς καὶ πρώην
εἴπομεν, πᾶσα ψυχῆς ἕξις, ὑφ’ οἵων πέφυκε γίνεσθαι
(20) χείρων καὶ βελτίων, πρὸς ταῦτα καὶ περὶ ταῦτα τὴν φύ-
σιν ἔχει· δι’ ἡδονὰς δὲ καὶ λύπας φαῦλοι γίνονται, τῷ
διώκειν ταύτας καὶ φεύγειν, ἢ ἃς μὴ δεῖ ἢ ὅτε οὐ δεῖ ἢ
ὡς οὐ δεῖ ἢ ὁσαχῶς ἄλλως ὑπὸ τοῦ λόγου διορίζεται τὰ
τοιαῦτα. διὸ καὶ ὁρίζονται τὰς ἀρετὰς ἀπαθείας τινὰς
(25) καὶ ἠρεμίας· οὐκ εὖ δέ, ὅτι ἁπλῶς λέγουσιν, ἀλλ’ οὐχ
ὡς δεῖ καὶ ὡς οὐ δεῖ καὶ ὅτε, καὶ ὅσα ἄλλα προστίθεται.
ὑπόκειται ἄρα ἡ ἀρετὴ εἶναι ἡ τοιαύτη περὶ ἡδονὰς καὶ
λύπας τῶν βελτίστων πρακτική, ἡ δὲ κακία τοὐναντίον.
γένοιτο δ’ ἂν ἡμῖν καὶ ἐκ τούτων φανερὸν ὅτι περὶ τῶν
(30) αὐτῶν. τριῶν γὰρ ὄντων τῶν εἰς τὰς αἱρέσεις καὶ τριῶν
τῶν εἰς τὰς φυγάς, καλοῦ συμφέροντος ἡδέος, καὶ [τριῶν]
τῶν ἐναντίων, αἰσχροῦ βλαβεροῦ λυπηροῦ, περὶ ταῦτα
μὲν πάντα ὁ ἀγαθὸς κατορθωτικός ἐστιν ὁ δὲ κακὸς ἁμαρ-
τητικός, μάλιστα δὲ περὶ τὴν ἡδονήν· κοινή τε γὰρ αὕτη
(35) τοῖς ζῴοις, καὶ πᾶσι τοῖς ὑπὸ τὴν αἵρεσιν παρακολουθεῖ·
[1105a] καὶ γὰρ τὸ καλὸν καὶ τὸ συμφέρον ἡδὺ φαίνεται. ἔτι
δ’ ἐκ νηπίου πᾶσιν ἡμῖν συντέθραπται· διὸ χαλεπὸν ἀπο-
τρίψασθαι τοῦτο τὸ πάθος ἐγκεχρωσμένον τῷ βίῳ. κα-
νονίζομεν δὲ καὶ τὰς πράξεις, οἳ μὲν μᾶλλον οἳ δ’ ἧττον,
(5) ἡδονῇ καὶ λύπῃ. διὰ τοῦτ’ οὖν ἀναγκαῖον εἶναι περὶ ταῦτα
τὴν πᾶσαν πραγματείαν· οὐ γὰρ μικρὸν εἰς τὰς πράξεις
εὖ ἢ κακῶς χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι. ἔτι δὲ χαλεπώτερον
ἡδονῇ μάχεσθαι ἢ θυμῷ, καθάπερ φησὶν Ἡράκλειτος, περὶ
δὲ τὸ χαλεπώτερον ἀεὶ καὶ τέχνη γίνεται καὶ ἀρετή·
(10) καὶ γὰρ τὸ εὖ βέλτιον ἐν τούτῳ. ὥστε καὶ διὰ τοῦτο περὶ
ἡδονὰς καὶ λύπας πᾶσα ἡ πραγματεία καὶ τῇ ἀρετῇ καὶ
τῇ πολιτικῇ· ὁ μὲν γὰρ εὖ τούτοις χρώμενος ἀγαθὸς ἔσται,
ὁ δὲ κακῶς κακός. ὅτι μὲν οὖν ἐστὶν ἡ ἀρετὴ περὶ ἡδονὰς
καὶ λύπας, καὶ ὅτι ἐξ ὧν γίνεται, ὑπὸ τούτων καὶ αὔξε-
(15) ται καὶ φθείρεται μὴ ὡσαύτως γινομένων, καὶ ὅτι ἐξ ὧν
ἐγένετο, περὶ ταῦτα καὶ ἐνεργεῖ, εἰρήσθω.
***
Η ηδονή και η λύπη, αι παρομαρτούσαι εις τας πράξεις μας, είναι τεκμήριον των ψυχικών καταστάσεών μας, (5) διότι, όστις απέχει από τας σωματικάς ηδονάς και χαίρει διά τούτο, είναι σώφρων, όστις όμως λυπείται, είναι ακόλαστος. Ομοίως, όστις υπομένει τους κινδύνους και ευχαριστείται δι' αυτό, είναι ανδρείος, όστις δε λυπείται είναι δειλός. Διότι η ηθική αρετή περιστρέφεται περί τας ηδονάς και τας λύπας. (10) Διότι χάριν της ηδονής εκτελούμεν τας ποταπάς πράξεις, ένεκα δε της λύπης απέχομεν από τας καλάς. Διά τούτο, καθώς λέγει ο Πλάτων, πρέπει να λαμβάνη κανείς από την νεαράν ηλικίαν του τοιαύτην αγωγήν, ώστε να χαίρη και να λυπήται δι' όσα πρέπει, διότι αυτή είναι ορθή εκπαίδευσις.
Πλην τούτου, δεδομένου ότι αι αρεταί περιστρέφονται περί τας πράξεις και τα παθήματα και ότι εις κάθε πάθημα και κάθε πράξιν παρομαρτεί (15) ηδονή ή λύπη, και δι' αυτόν ακόμη τον λόγον ίσως η αρετή να περιστρέφεται περί τας ηδονάς και τας λύπας. Τούτο διαπιστώνουν και αι τιμωρίαι, αι οποίαι γίνονται δι' αυτών, διότι είναι και αυταί είδος θεραπευτικών μέσων, η δε θεραπεία ενός κακού προέρχεται συνήθως εξ εκείνου, το οποίον του είναι αντίθετον. Ομοίως πάσα ψυχική κατάστασις κινείται εκ φύσεως, ως είπαμεν και ανωτέρω, (20) εκτός εκείνου ή πέριξ εκείνου, το οποίον δύναται να την βελτιώση ή να την χειροτερεύση. Δηλαδή μερικοί άνθρωποι γίνονται ποταποί λόγω των ηδονών και των οδυνών, εφ' όσον τας επιδιώκουν ή τας αποφεύγουν ή, εφ' όσον επιδιώκουν ό,τι οφείλουν ν' αποφύγουν, ή πράττουν τούτο, όταν δεν πρέπη ή ουχί καθώς πρέπει και όσα προστίθενται εις τανωτέρω. Διά τούτο ορίζουν τινές τας αρετάς ως καταστάσεις απαθείας (25) ή ηρεμίας (αταραξίας). Αλλά τούτο δεν είναι ορθόν, διότι ομιλούν απολύτως, εφ' όσον παραλείπουν να είπουν πώς και υπό ποίας συνθήκας πρέπει κανείς να ενεργή ή όχι, και αφίνουν κατά μέρος όλους τους άλλους σχετικούς προσδιορισμούς. Όθεν παραδεχόμεθα ως αρχήν το ότι, όσον αφορά τας ηδονάς και τας λύπας, αρετή είναι η ικανότης τού να εκτελούμεν πράξεις αγαθάς, κακία δε το αντίθετον.
Τούτο διακριβούται περισσότερον εκ των επομένων. (30) Δοθέντος ότι τρία είναι ταντικείμενα των επιδιώξεών μας και τρία των αποδοκιμασιών μας, το ηθικόν αγαθόν, το ωφέλιμον και το ευχάριστον ή το προκαλούν ηδονήν, και αντιθέτως το κακόν, το βλαβερόν και το δυσάρεστον ήτοι το προκαλούν λύπην, ο αγαθός είναι βέβαιος περί του αποτελέσματος, ενώ ο κακός αστοχεί του σκοπού του, ιδίως καθόσον αφορά την ηδονήν. Διότι η ηδονή είναι κοινή (35) εις όλα τα ζώα και συνοδεύει απάσας τας εκτελουμένας κατ' ελευθέραν εκλογήν ενεργείας μας, [1105a] διότι και το καλόν και το ωφέλιμον φαίνονται συνδεόμενα μεθ' ηδονής. Έπειτα, το ηδονικόν συναίσθημα συναυξάνεται εις όλους μας ήδη από της νηπιακής ηλικίας μας, διό και είναι δύσκολον να το αποσβέσωμεν, διότι η σφραγίς αυτού εναποτίθεται εις την ψυχήν μας βαθύτατα καθ' όλον μας τον βίον. Επομένως, κατά την εκτέλεσιν οιασδήποτε πράξεώς μας μεταχειριζόμεθα ως κανόνα την ηδονήν ή την λύπην, (5) άλλοι μεν περισσότερον, άλλοι δε ολιγώτερον. Είναι λοιπόν απαραίτητον, όπως ολόκληρος η μελέτη μας εκταθή εις το σημείον τούτο, διότι δεν έχει μικράν σημασίαν το να γνωρίζωμεν, εάν αι ηδοναί και λύπαι μας δικαιολογούνται ή όχι εξ εκείνου, το οποίον δοκιμάζομεν έναντι του αγαθού και του κακού. Τέλος, καθώς λέγει ο Ηράκλειτος, είναι δυσκολώτερον να κατανικά κανείς την ηδονήν παρά την οργήν. (10) Όσον δυσκολώτερον είναι έν πράγμα, τόσον περισσότερον απαιτεί τέχνην και αρετήν, διότι εν τη περιπτώσει ταύτη το καλόν γίνεται καλύτερον. Ώστε η μελέτη, η αφορώσα τόσον εις τας ηδονάς όσον και εις τας λύπας, περιστρέφεται περί την αρετήν και την πολιτικήν. Διότι όστις μεταχειρίζεται αυτάς ορθώς είναι αγαθός, όστις δε τας μεταχειρίζεται εσφαλμένως, κακός.
Ας θεωρήσωμεν λοιπόν, όσα είπαμεν, αρκετά, δηλαδή ότι η αρετή σχετίζεται με τας ηδονάς και τας οδύνας, ότι αι αυταί αιτίαι, αίτινες την δημιουργούν, είναι επίσης εκείναι, αι οποίαι την αναπτύσσουν (15) και την καταστρέφουν, εν περιπτώσει αντιθέτων επιδράσεων, και τέλος ότι τα ευνοούντα την αρετήν αίτια είναι επίσης και αντικείμενον της δράσεώς της.
Η ηδονή και η λύπη, αι παρομαρτούσαι εις τας πράξεις μας, είναι τεκμήριον των ψυχικών καταστάσεών μας, (5) διότι, όστις απέχει από τας σωματικάς ηδονάς και χαίρει διά τούτο, είναι σώφρων, όστις όμως λυπείται, είναι ακόλαστος. Ομοίως, όστις υπομένει τους κινδύνους και ευχαριστείται δι' αυτό, είναι ανδρείος, όστις δε λυπείται είναι δειλός. Διότι η ηθική αρετή περιστρέφεται περί τας ηδονάς και τας λύπας. (10) Διότι χάριν της ηδονής εκτελούμεν τας ποταπάς πράξεις, ένεκα δε της λύπης απέχομεν από τας καλάς. Διά τούτο, καθώς λέγει ο Πλάτων, πρέπει να λαμβάνη κανείς από την νεαράν ηλικίαν του τοιαύτην αγωγήν, ώστε να χαίρη και να λυπήται δι' όσα πρέπει, διότι αυτή είναι ορθή εκπαίδευσις.
Πλην τούτου, δεδομένου ότι αι αρεταί περιστρέφονται περί τας πράξεις και τα παθήματα και ότι εις κάθε πάθημα και κάθε πράξιν παρομαρτεί (15) ηδονή ή λύπη, και δι' αυτόν ακόμη τον λόγον ίσως η αρετή να περιστρέφεται περί τας ηδονάς και τας λύπας. Τούτο διαπιστώνουν και αι τιμωρίαι, αι οποίαι γίνονται δι' αυτών, διότι είναι και αυταί είδος θεραπευτικών μέσων, η δε θεραπεία ενός κακού προέρχεται συνήθως εξ εκείνου, το οποίον του είναι αντίθετον. Ομοίως πάσα ψυχική κατάστασις κινείται εκ φύσεως, ως είπαμεν και ανωτέρω, (20) εκτός εκείνου ή πέριξ εκείνου, το οποίον δύναται να την βελτιώση ή να την χειροτερεύση. Δηλαδή μερικοί άνθρωποι γίνονται ποταποί λόγω των ηδονών και των οδυνών, εφ' όσον τας επιδιώκουν ή τας αποφεύγουν ή, εφ' όσον επιδιώκουν ό,τι οφείλουν ν' αποφύγουν, ή πράττουν τούτο, όταν δεν πρέπη ή ουχί καθώς πρέπει και όσα προστίθενται εις τανωτέρω. Διά τούτο ορίζουν τινές τας αρετάς ως καταστάσεις απαθείας (25) ή ηρεμίας (αταραξίας). Αλλά τούτο δεν είναι ορθόν, διότι ομιλούν απολύτως, εφ' όσον παραλείπουν να είπουν πώς και υπό ποίας συνθήκας πρέπει κανείς να ενεργή ή όχι, και αφίνουν κατά μέρος όλους τους άλλους σχετικούς προσδιορισμούς. Όθεν παραδεχόμεθα ως αρχήν το ότι, όσον αφορά τας ηδονάς και τας λύπας, αρετή είναι η ικανότης τού να εκτελούμεν πράξεις αγαθάς, κακία δε το αντίθετον.
Τούτο διακριβούται περισσότερον εκ των επομένων. (30) Δοθέντος ότι τρία είναι ταντικείμενα των επιδιώξεών μας και τρία των αποδοκιμασιών μας, το ηθικόν αγαθόν, το ωφέλιμον και το ευχάριστον ή το προκαλούν ηδονήν, και αντιθέτως το κακόν, το βλαβερόν και το δυσάρεστον ήτοι το προκαλούν λύπην, ο αγαθός είναι βέβαιος περί του αποτελέσματος, ενώ ο κακός αστοχεί του σκοπού του, ιδίως καθόσον αφορά την ηδονήν. Διότι η ηδονή είναι κοινή (35) εις όλα τα ζώα και συνοδεύει απάσας τας εκτελουμένας κατ' ελευθέραν εκλογήν ενεργείας μας, [1105a] διότι και το καλόν και το ωφέλιμον φαίνονται συνδεόμενα μεθ' ηδονής. Έπειτα, το ηδονικόν συναίσθημα συναυξάνεται εις όλους μας ήδη από της νηπιακής ηλικίας μας, διό και είναι δύσκολον να το αποσβέσωμεν, διότι η σφραγίς αυτού εναποτίθεται εις την ψυχήν μας βαθύτατα καθ' όλον μας τον βίον. Επομένως, κατά την εκτέλεσιν οιασδήποτε πράξεώς μας μεταχειριζόμεθα ως κανόνα την ηδονήν ή την λύπην, (5) άλλοι μεν περισσότερον, άλλοι δε ολιγώτερον. Είναι λοιπόν απαραίτητον, όπως ολόκληρος η μελέτη μας εκταθή εις το σημείον τούτο, διότι δεν έχει μικράν σημασίαν το να γνωρίζωμεν, εάν αι ηδοναί και λύπαι μας δικαιολογούνται ή όχι εξ εκείνου, το οποίον δοκιμάζομεν έναντι του αγαθού και του κακού. Τέλος, καθώς λέγει ο Ηράκλειτος, είναι δυσκολώτερον να κατανικά κανείς την ηδονήν παρά την οργήν. (10) Όσον δυσκολώτερον είναι έν πράγμα, τόσον περισσότερον απαιτεί τέχνην και αρετήν, διότι εν τη περιπτώσει ταύτη το καλόν γίνεται καλύτερον. Ώστε η μελέτη, η αφορώσα τόσον εις τας ηδονάς όσον και εις τας λύπας, περιστρέφεται περί την αρετήν και την πολιτικήν. Διότι όστις μεταχειρίζεται αυτάς ορθώς είναι αγαθός, όστις δε τας μεταχειρίζεται εσφαλμένως, κακός.
Ας θεωρήσωμεν λοιπόν, όσα είπαμεν, αρκετά, δηλαδή ότι η αρετή σχετίζεται με τας ηδονάς και τας οδύνας, ότι αι αυταί αιτίαι, αίτινες την δημιουργούν, είναι επίσης εκείναι, αι οποίαι την αναπτύσσουν (15) και την καταστρέφουν, εν περιπτώσει αντιθέτων επιδράσεων, και τέλος ότι τα ευνοούντα την αρετήν αίτια είναι επίσης και αντικείμενον της δράσεώς της.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου