Η σχέση του ζευγαριού αποτελεί μια πολύπλοκη και πολυδιάστατη οντότητα και για αυτό έχει μελετηθεί μέσα από πολλές και διαφορετικές μεταβλητές. Η αίσθηση ασφάλειας και προστασίας, η παροχή φροντίδας και η σεξουαλικότητα είναι τρεις βασικές μεταβλητές που κινητοποιούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε μια σχέση.
Πιο συγκεκριμένα, η αίσθηση ασφάλειας σχετίζεται με την ανακούφιση που νιώθει κάποιος, όταν απευθύνεται στον σύντροφό του με συναισθήματα άγχους, ανασφάλειας, δυσφορίας και λαμβάνει συναισθηματική ανταπόκριση. Ο άλλος είναι εκεί και μπορεί να βασιστεί πάνω του, η σχέση τους μοιάζει με ασφαλές λιμάνι.
Όπως ένα μικρό παιδί μπορεί να νιώσει ασφαλές στηριζόμενο στους γονείς του, για να εξερευνήσει ελεύθερα το συναρπαστικό περιβάλλον γύρω του και όποτε νιώθει δυσφορία και ανασφάλεια να ξαναγυρνάει στη γονεϊκή αγκαλιά, για να επιστρέψει μετά από λίγο στην εξερέυνησή του, το ίδιο συμβαίνει και στη συντροφική σχέση.
Η σχέση ως ασφαλής βάση επιτρέπει και την ατομική ανάπτυξη και το προχώρημα στη ζωή, χωρίς αυτό να προσθέτει αρνητικό πρόσημο στη σχέση. Η παροχή φροντίδας έχει αλληλένδετη σχέση με το παραπάνω και αφορά στο να μπορεί ο ένας να απευθυνθεί με συναισθηματική ζεστασιά και ευελιξία στον άλλο. Να καταφέρει να «αντέξει» και να εμπεριέξει τα δύσκολα συναισθήματα του άλλου, όχι να τα φορτωθεί, αλλά να τα κατανοήσει και να τα εντάξει λειτουργικά στο σύμπαν της σχέσης τους. Να είναι εκεί να ανακουφίζει, όταν χρειάζεται.
Η σεξουαλικότητα παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο στη σχέση του ζευγαριού και ο τρόπος που εκφράζεται αποτυπώνει και το είδος του συναισθηματικού δεσμού ανάμεσα στους συντρόφους.
Για παράδειγμα, σε μια σχέση που βιώνεται από τους συντρόφους με ασφάλεια και εμπιστοσύνη, η σεξουαλικότητα απαρτιώνεται στα πλαίσια της αγαπητικής σχέσης. Η συναισθηματική κοντινότητα τροφοδοτεί τη σεξουαλικότητα και αντίστροφα.
Σε μια σχέση όπου παράγεται άγχος, ανασφάλεια και αμφιθυμία, η σεξουαλικότητα μπορεί να λειτουργήσει επιβεβαιωτικά για την συναισθηματική εγγύτητα. Δηλαδή, η επιθυμία για οικειότητα μαζί με την ανασφάλεια για τον συντροφικό δεσμό, μπορούν να παράγουν έντονη σεξουαλική συμπεριφορά που αναζητά συναισθηματική ανακούφιση και διαβεβαίωση.
Επίσης, είναι σαφές ότι όταν επικρατεί η ένταση, ο θυμός, το παράπονο και η αποσύνδεση στο σχετίζεσθαι, τότε είναι πιθανό να επηρεαστεί και η σεξουαλικότητα των συντρόφων που μπορεί να φθίνει σε επίπεδο συχνότητας και ποιότητας.
Η συναισθηματική εγγύτητα, η φροντίδα και η σεξουαλικότητα αποτελούν τρία συστήματα αλληλοεπηρεαζόμενα και συγκατασκευαζόμενα στην διυποκειμενική δυναμική του ζευγαριού.
Το κάθε ζευγάρι είναι ένα μοναδικό σύστημα και ως σύστημα είναι μεγαλύτερο και πολυπλοκότερο από το άθροισμα των προσωπικών χαρακτηριστικών του κάθε συντρόφου.
Η συναισθηματική εγγύτητα ή αλλιώς οικειότητα, απαιτείται για να λειτουργεί η σχέση ως ασφαλής βάση για τους συντρόφους. Η ασφαλής βάση δημιουργείται, όταν και οι δυο μπορούν να υπάρξουν αυτόνομα και με ψυχική αυτάρκεια ως δυο ξεχωριστά πρόσωπα και εκτός της σχέσης.
Αν δε συμβαίνει αυτό, τότε η εκτός του ζευγαριού ζωή, κοινωνική και επαγγελματική, θα καταγράφεται απειλητική για τη σταθερότητα και τη συνέχιση της σχέσης. Τότε, ο σύντροφος που νιώθει απειλημένος θα προσπαθεί να μειώσει την αντιλαμβανόμενη συναισθηματική απόσταση μέσα από τον θυμό, την διαμαρτυρία, το παράπονο, την καταναγκαστική φροντίδα, την καταπιεστική συμπεριφορά.
Το αίτημα για υπερβολική κοντινότητα είναι πιθανό να κάνει τον άλλο σύντροφο να νιώσει ότι απειλείται η προσωπική του αυτονομία, καθώς βιώνει πνιγηρές και εξαρτητικές τις συναισθηματικές ανάγκες του άλλου. Αυτό θα έχει συνέπεια να αμύνεται και να αποσύρεται ακόμα περισσότερο, αυξάνοντας την συναισθηματική απόσταση. Ο σύντροφος που επιζητά περισσότερη κοντινότητα επιβεβαιώνει τους φόβους του για το πρόβλημα στη σχέση, οπότε ενεργοποιείται με μεγαλύτερη σφοδρότητα η ανάγκη για κοντινότητα. Και έτσι η σχέση λειτουργεί σε φαύλο κύκλο, που αν δεν διακοπεί οδηγεί το ζευγάρι σε συνεχείς εντάσεις και συγκρούσεις.
Η ρύθμιση της εγγύτητας/απόστασης είναι σημαντική προκειμένου η σχέση να αποτελεί πηγή χαράς, ικανοποίησης και ασφάλειας για τους συντρόφους. Αυτό δε σημαίνει ότι στον κύκλο ζωής μιας σχέσης δεν θα υπάρξουν συναισθηματικές αποσυνδέσεις, αποστάσεις και δυσκολίες. Ένα ζευγάρι δεν το κάνει λειτουργικό η συνεχής και αδιάλειπτη βίωση θετικών συναισθημάτων και καταστάσεων, αλλά η ικανότητα για συναισθηματική επανασύνδεση, η ικανότητα των συντρόφων να αυτορρυθμίζονται, ώστε να οδηγούν, ο καθένας από την μεριά του, στη «διόρθωση» της σχέσης.
Η ασφάλεια στη γονεϊκή αγκαλιά ομοιάζει με αυτή της συντροφικής σχέσης
Πιο συγκεκριμένα, η αίσθηση ασφάλειας σχετίζεται με την ανακούφιση που νιώθει κάποιος, όταν απευθύνεται στον σύντροφό του με συναισθήματα άγχους, ανασφάλειας, δυσφορίας και λαμβάνει συναισθηματική ανταπόκριση. Ο άλλος είναι εκεί και μπορεί να βασιστεί πάνω του, η σχέση τους μοιάζει με ασφαλές λιμάνι.
Όπως ένα μικρό παιδί μπορεί να νιώσει ασφαλές στηριζόμενο στους γονείς του, για να εξερευνήσει ελεύθερα το συναρπαστικό περιβάλλον γύρω του και όποτε νιώθει δυσφορία και ανασφάλεια να ξαναγυρνάει στη γονεϊκή αγκαλιά, για να επιστρέψει μετά από λίγο στην εξερέυνησή του, το ίδιο συμβαίνει και στη συντροφική σχέση.
Η σχέση ως ασφαλής βάση επιτρέπει και την ατομική ανάπτυξη και το προχώρημα στη ζωή, χωρίς αυτό να προσθέτει αρνητικό πρόσημο στη σχέση. Η παροχή φροντίδας έχει αλληλένδετη σχέση με το παραπάνω και αφορά στο να μπορεί ο ένας να απευθυνθεί με συναισθηματική ζεστασιά και ευελιξία στον άλλο. Να καταφέρει να «αντέξει» και να εμπεριέξει τα δύσκολα συναισθήματα του άλλου, όχι να τα φορτωθεί, αλλά να τα κατανοήσει και να τα εντάξει λειτουργικά στο σύμπαν της σχέσης τους. Να είναι εκεί να ανακουφίζει, όταν χρειάζεται.
Η ανάγνωση της έκφρασης της σεξουαλικότητας σε μια σχέση ενός ζευγαριού
Η σεξουαλικότητα παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο στη σχέση του ζευγαριού και ο τρόπος που εκφράζεται αποτυπώνει και το είδος του συναισθηματικού δεσμού ανάμεσα στους συντρόφους.
Για παράδειγμα, σε μια σχέση που βιώνεται από τους συντρόφους με ασφάλεια και εμπιστοσύνη, η σεξουαλικότητα απαρτιώνεται στα πλαίσια της αγαπητικής σχέσης. Η συναισθηματική κοντινότητα τροφοδοτεί τη σεξουαλικότητα και αντίστροφα.
Σε μια σχέση όπου παράγεται άγχος, ανασφάλεια και αμφιθυμία, η σεξουαλικότητα μπορεί να λειτουργήσει επιβεβαιωτικά για την συναισθηματική εγγύτητα. Δηλαδή, η επιθυμία για οικειότητα μαζί με την ανασφάλεια για τον συντροφικό δεσμό, μπορούν να παράγουν έντονη σεξουαλική συμπεριφορά που αναζητά συναισθηματική ανακούφιση και διαβεβαίωση.
Επίσης, είναι σαφές ότι όταν επικρατεί η ένταση, ο θυμός, το παράπονο και η αποσύνδεση στο σχετίζεσθαι, τότε είναι πιθανό να επηρεαστεί και η σεξουαλικότητα των συντρόφων που μπορεί να φθίνει σε επίπεδο συχνότητας και ποιότητας.
Η συναισθηματική εγγύτητα, η φροντίδα και η σεξουαλικότητα αποτελούν τρία συστήματα αλληλοεπηρεαζόμενα και συγκατασκευαζόμενα στην διυποκειμενική δυναμική του ζευγαριού.
Το κάθε ζευγάρι είναι ένα μοναδικό σύστημα και ως σύστημα είναι μεγαλύτερο και πολυπλοκότερο από το άθροισμα των προσωπικών χαρακτηριστικών του κάθε συντρόφου.
Η συναισθηματική εγγύτητα ή αλλιώς οικειότητα, απαιτείται για να λειτουργεί η σχέση ως ασφαλής βάση για τους συντρόφους. Η ασφαλής βάση δημιουργείται, όταν και οι δυο μπορούν να υπάρξουν αυτόνομα και με ψυχική αυτάρκεια ως δυο ξεχωριστά πρόσωπα και εκτός της σχέσης.
Αν δε συμβαίνει αυτό, τότε η εκτός του ζευγαριού ζωή, κοινωνική και επαγγελματική, θα καταγράφεται απειλητική για τη σταθερότητα και τη συνέχιση της σχέσης. Τότε, ο σύντροφος που νιώθει απειλημένος θα προσπαθεί να μειώσει την αντιλαμβανόμενη συναισθηματική απόσταση μέσα από τον θυμό, την διαμαρτυρία, το παράπονο, την καταναγκαστική φροντίδα, την καταπιεστική συμπεριφορά.
Από την υπέρμετρη κοντινότητα βάλλεται η προσωπική αυτονομία
Το αίτημα για υπερβολική κοντινότητα είναι πιθανό να κάνει τον άλλο σύντροφο να νιώσει ότι απειλείται η προσωπική του αυτονομία, καθώς βιώνει πνιγηρές και εξαρτητικές τις συναισθηματικές ανάγκες του άλλου. Αυτό θα έχει συνέπεια να αμύνεται και να αποσύρεται ακόμα περισσότερο, αυξάνοντας την συναισθηματική απόσταση. Ο σύντροφος που επιζητά περισσότερη κοντινότητα επιβεβαιώνει τους φόβους του για το πρόβλημα στη σχέση, οπότε ενεργοποιείται με μεγαλύτερη σφοδρότητα η ανάγκη για κοντινότητα. Και έτσι η σχέση λειτουργεί σε φαύλο κύκλο, που αν δεν διακοπεί οδηγεί το ζευγάρι σε συνεχείς εντάσεις και συγκρούσεις.
Η ρύθμιση της εγγύτητας/απόστασης είναι σημαντική προκειμένου η σχέση να αποτελεί πηγή χαράς, ικανοποίησης και ασφάλειας για τους συντρόφους. Αυτό δε σημαίνει ότι στον κύκλο ζωής μιας σχέσης δεν θα υπάρξουν συναισθηματικές αποσυνδέσεις, αποστάσεις και δυσκολίες. Ένα ζευγάρι δεν το κάνει λειτουργικό η συνεχής και αδιάλειπτη βίωση θετικών συναισθημάτων και καταστάσεων, αλλά η ικανότητα για συναισθηματική επανασύνδεση, η ικανότητα των συντρόφων να αυτορρυθμίζονται, ώστε να οδηγούν, ο καθένας από την μεριά του, στη «διόρθωση» της σχέσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου