Κυριακή 26 Απριλίου 2015

Ο Ύπνος Του Νερού Γεννάει Καθρέφτες

“Μια ώρα κάθε νύχτα κοιμάται το νερό στα ποτάμια και στις βρύσες και τρέχει ήσυχο και σιγαλό. Όποιος θέλει να πιεί αυτήν την ώρα πρέπει να το ταράξει με το χέρι για να το ξυπνήσει, γιατ” αλλιώς το νερό αγαναχτεί και του παίρνει το νου του”.
(Κρήτη) – Οι παραδόσεις του ελληνικού λαού, Νικόλαος Γ. Πολίτης

“Οι καθρέφτες και η συνουσία είναι απεχθείς, γιατί πολλαπλασιάζουν τον αριθμό των ανθρώπων”.
Ο Ιεροεξεταστής στο διήγημα “Tlon, Uqbar, Orbis Tertius” του Μπόρχες

Στην αρχή δεν ήταν ο λόγος. Πρώτα οι άνθρωποι έμαθαν να μπουσουλάνε, να περπατάνε και να χορεύουν. Ίσως και να ζωγραφίζουν.
Μετά είπαν για πρώτη φορά “μαμά”.

Και αφού έδωσαν όνομα σε όλα τα πρόσωπα που τους περιτριγυρίζαν, αφού έδωσαν όνομα σε όλα εκείνα που έτρωγαν, καθώς και σε εκείνα που τους έτρωγαν, ξεκίνησαν να φτιάχνουν προτάσεις.
Και αφού μίλησαν για όλα εκείνα που καταλάβαιναν, άρχισαν να μιλάνε και για πράγματα που δεν καταλάβαιναν.
Ό,τι δεν καταλάβαιναν προσπάθησαν να το τιθασεύσουν με το λόγο, με το μύθο. Να το κάνουν οικείο, να το προσεταιριστούν.
Γιατί έπρεπε να καταλάβουν, το είχαν ανάγκη να καταλάβουν.

Και αφού επιστήμη δεν είχαν, διάλεξαν να ντύσουν το άγνωστο με καθημερινά ρούχα, να του δώσουν ιδιότητες που μόνο οι ίδιοι είχαν, μόνο οι “ανθρώποι”.
Μόλις η φύση έγινε άνθρωπος, μόλις τα ζώα έγιναν ανθρώποι, μόλις ο θεός έγινε άνθρωπος, μόλις ο θάνατος έγινε άνθρωπος, μόλις ο φόβος έγινε άνθρωπος, μόλις όλα έγιναν άνθρωποι, το νήπιο στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη και είπε για πρώτη φορά: “Εγώ δεν είμαι”.

Αφού όλα τα είχε κάμει ανθρώπινα (με το λόγο), αποφάσισε να ξεκάμει τον εαυτό του από άνθρωπο (με το Λόγο).
Έτσι ξεκίνησε να αποδομεί την πραγματικότητα, να διαλύει τον εαυτό του, για να φτιάξει έναν κόσμο που δεν ήταν πλέον οικείος.
Η παιδική ηλικία της ανθρωπότητας ήταν ο μύθος της αθωότητας.
Μετά, σαν έφηβος Εωσφόρος, επαναστάτησε ενάντια σε όλους τους θεούς και τους μύθους.
Και η επανάσταση του δεν ήταν τίποτα άλλο από το σπάσιμο του καθρέφτη.
“Εγώ δεν είμαι.”

Αυτό είναι το επιμύθιο της Ιστορίας. Η άρνηση της.
Το τέλος της αθωότητας.
Ο Λόγος είναι υπεράνω των ορατών (τε πάντων και αοράτων).
Είναι ένας κόσμος παράλληλος, ένα σύμπαν αυθύπαρχτο.
Από τη στιγμή που κάτι λέγεται, από εκείνη τη στιγμή υπάρχει.
Από τη στιγμή που ένας sapiens πλάθει έναν fictus, από εκείνη τη στιγμή ο fictus υπάρχει.

Οι λέξεις είναι πράξεις.
Ό,τι λέγεται δεν ξελέγεται.

Ο ιδαλγός της Μάντσα θα υπάρχει ό,τι κι αν συμβεί στην ανθρωπότητα, ό,τι κι αν συμβεί στο σύμπαν. Ακόμα κι αν αυτό κρυώσει, σβήσει και κοιμηθεί παντοτινά.
Ή μόνο για μια ώρα. Σαν το νερό.
Η ποίηση της τέχνης, η πράξη της φαντασιακής δημιουργίας, δεν είναι μια λειτουργική απόφανση της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Είναι η πεμπτουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, είναι η αποκορύφωση της ύλης, γιατί μόνο τότε η ύλη υπερβαίνει τον εαυτό της, το σκοπό της.
Η τέχνη δεν είναι αυτοσκοπός, δεν είναι καν σκοπός, είναι η άρνηση της σκοπιμότητας.
“Εγώ δεν είμαι”.

Ο πρώτος καθρέφτης του ανθρώπου ήταν το νερό.
Το νερό που διαρκώς αλλάζει, αφού κανείς δεν μπορεί να ξαναμπεί στο ίδιο ποτάμι.
Ο πρώτος καθρέφτης είναι ο χρόνος.
Ο άνθρωπος είδε τον εαυτό του μέσα σε μια ρευστή πραγματικότητα, μέσα στο χρόνο, και αντιλήφθηκε ότι θα πεθάνει.
Ο Νάρκισσος έμεινε να θαυμάζει το θνητό του είδωλο μέχρι που έγινε μύθος.

Το νερό είναι το πιο ισχυρό στοιχείο (“πάντα υποχωρεί και πάντα επικρατεί”, είπες εσύ, Λάο Τσε, λίγο πριν χαθείς προς τη Δύση για να γίνεις Ιησούς).
Το νερό είναι το πιο ισχυρό στοιχείο και ο χρόνος είναι πανδαμάτωρ.
Αυτά τα δύο είναι αδέλφια.

Για πρώτη φορά είδε ο άνθρωπος τη θνητότητα του στο νερό, το είδωλο του που δεν έμοιαζε με τον εαυτό του, τον εαυτό του όπως πίστευε μέχρι τότε ότι ήταν.
Και ανατάραξε το νερό με το χέρι του (σαν να προσπαθούσε να σβήσει την εικόνα του), για να μην του πάρει το νου.
Όμως το νερό κοιμήθηκε ξανά και το είδωλο της θνητότητας ήταν πάλι εκεί, γιατί το νερό πάντα υποχωρεί και πάντα επικρατεί.

Τότε προσπάθησε ο άνθρωπος να γίνει πιο μεγάλος από τη ζωή του.
Και έφτιαξε γυάλινους καθρέφτες, κάτοπτρα απαράλλαχτα στο χρόνο, για να καταφέρει να μείνει απαράλλαχτος κι αυτός.

Ο καθρέφτης είναι μια απεγνωσμένη πράξη αθανασίας.

Και όταν κοιτιόταν πια σε εκείνον τον τόσο στέρεο καθρέφτη καταλάβαινε ότι δεν είναι ο καθρέφτης που αλλάζει, δεν είναι αυτός που ρέει.
Εμείς ρέουμε, εμείς αλλάζουμε, εμείς πεθαίνουμε, το είδωλο μας είναι η πραγματικότητα, όχι εμείς.

Ο Αδάμ είπε στη μητέρα του:
“Είσαι πολύ όμορφη με τα μαύρα.”
“Μη λες ανοησίες, σε κηδεία πάμε”, απάντησε εκείνη και τον έδιωξε.
Αλλά γύρισε να κοιταχτεί στον καθρέφτη, για να διαπιστώσει του Λόγου το αληθές, του παιδιού το αληθές.
Μετά σκέπασε τον καθρέφτη με μαύρο ύφασμα, λες και η φιλαρέσκεια ήταν ιδιότητα του ειδώλου, όχι του παρατηρητή.

Δεν είναι μόνο η ομορφιά στα μάτια του παρατηρητή.
Ο παρατηρητής βλέπει τον εαυτό του και τον υλοποιεί.
Ο παρατηρητής υλοποιεί την πραγματικότητα.
Και το είδωλο καθορίζει εκείνον που κατοπτρίζεται.

Δεν είναι οι άνθρωποι που φτιάχνουν καθρέφτες, οι καθρέφτες φτιάχνουν ανθρώπους.

(Και ένα παιχνίδι γνώσεων)

Βρείτε στο κείμενο τα εξής σχήματα λόγου:
Μεταφορά, παρομοίωση, αντίθεση, υπερβολή, αντιμεταβολή, ταυτολογία, πλεονασμός, σχήμα εκ παραλλήλου, αναστροφή, παλιλογία, αναδίπλωση, επαναφορά, αποστροφή, διαπόρηση, αντίλαλος, ασύνδετο σχήμα, παραλλαγή.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου