Κατά πως γράφει ο χαρισματικός συγγραφέας, με την οξυδερκή, διεισδυτική ματιά και τη γοητευτική γραφίδα Κωστής Παπαγιώργης, στο έξοχο δοκίμιό του περί Εμμανουήλ Ξάνθου του Φιλικού: «Σε αντίθεση με την Επανάσταση που βρήκε πρόθυμους Έλληνες και ξένους ιστορικούς, η Φιλική Εταιρεία ατύχησε σ’ αυτό το θέμα. Ευτυχώς, όμως, είχαμε την απερίγραπτη εχθρότητα μεταξύ Εμμανουήλ Ξάνθου και Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου, η οποία ήταν αφορμή για να γραφτεί η ιστορία του συνωμοτικού σωματείου. Αν ο Ξάνθος παρέμενε άφωνος, η Φιλική Εταιρεία θα είχε στερηθεί τον ιστορικό της”. Το κακό ξεκίνησε όταν ο Φιλήμων έγραψε στο δοκίμιό του ότι, οι 3 ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ήταν: Σκουφάς, Τσακάλωφ και Αναγνωστόπουλος. Δηλαδή, ο Ξάνθος δεν ήταν στην αρχική τριάδα. Ποιος είδε τον Θεό και δεν τον εφοβήθηκε! Άρχισαν συκοφαντίες μεταξύ των δύο. Αυτό ήταν το σκηνικό, όταν το 1816 εμφανίστηκε ο Γαλάτης στη νεοϊδρυθείσα Φιλική Εταιρεία.
Η Φιλική Εταιρεία ιδρύθηκε το 1816 στην Οδησσό από τους Σκουφά, Τσακάλωφ, και Ξάνθο. Ήταν μια μυστική εταιρεία (συντροφική οργάνωση). Σκοπός της ήταν η οργάνωση και προετοιμασία της απελευθέρωσης της Ελλάδας από την Τουρκοκρατία. Οι Φιλικοί εμπνεύστηκαν από το παράδειγμα του Ρήγα, αλλά η μέθοδος του Ρήγα ερχόταν σε αντίθεση με τα σχέδια των διαφωτιστών (Κοραή κ.ά.) που ήθελαν την επιμόρφωση του λαού αλλά όχι επανάσταση, ενώ ο Ρήγας συνδύαζε και τα δύο παραπάνω. Η οργάνωση άρχισε από τη Ρωσία και από εκεί στην Πόλη και μετά στην Ελλάδα. Όμως, μετά τον θάνατο του Σκουφά το 1818 προεκλήθηκαν έριδες, μεταξύ των μελών, περί των Αρχών (διοίκησης) και προς αποφυγήν ναυαγίου, έφτιαξαν κατά τόπους «υπό εταιρείες» που με τους αποστελλομένους « Αποστόλους» ενεργούσαν την κατήχηση των εταίρων και την είσπραξη των χρηματικών καταβολών για τον εξοπλισμό του Έθνους.
Οι Φιλικοί είχαν περάσει την εντύπωση ότι πίσω από την κίνησή τους κρύβεται το Ανακτοβούλιο της Πετρουπόλεως. Όταν το 1820 αυτό διεψεύσθη, ανέθεσαν τη Διοίκηση της Εταιρείας στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, αφού πρώτα αρνήθηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας. Έτσι, μετά τη συνάντηση της 1ης Οκτωβρίου 1820 στη Βεσσαραβία, η Εταιρεία ουσιαστικά διελύθη. Έκτοτε κατηγορήθηκαν για όλες τις στρατιωτικές και διπλωματικές αποτυχίες του αγώνα, ότι δηλαδή αυτοί ήταν απαράδεκτοι, ελλιπείς σε διαφώτιση, ενώ υπήρξαν και πολλές οικονομικές ατασθαλίες. Προς υπεράσπιση της Εταιρείας ο Ιωάννης Φιλήμων έγραψε το “Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας”
Ο Νικόλαος Γαλάτης γεννήθηκε το 1792 στην Ιθάκη. Κατήγετο από αριστοκρατική Επτανησιακή οικογένεια, η οποία εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 14ο αιώνα, που πιθανόν να συγγένευε με εκείνη του Καποδίστρια. Ο πατέρας του Κωνσταντίνος Γαλάτης ήταν εύπορος και ίσως διπλωμάτης στο επάγγελμα. Ο Γαλάτης σπούδασε στο Σχολείο της Σμύρνης και ολοκλήρωσε τη μαθητεία του στο Εθνικό Γυμνάσιο Κυδωνιών. Εργάστηκε για μερικούς μήνες ως γραφέας στην υπηρεσία του Αλή Πασά, λόγω των γαλλικών και ιταλικών που γνώριζε. Στη Φιλική Εταιρεία τον εμύησε στις 7 Ιουλίου 1816 στην Οδησσό ο Σκουφάς, λίγο μετά την ίδρυσή της. Τον Σκουφά, στην κυριολεξία, τον κατέκτησε ο Γαλάτης με την ευφυΐα του. Προφανώς, υπερείχε του Σκουφά όσον αφορά στην καταγωγή, την ευφυΐα και τη μόρφωση. Αλλά ο Φιλήμων έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι ο Γαλάτης ήταν πανούργος και υποκριτής, αλλά έδειχνε μεγάλο θάρρος, ενθουσιασμό και αισιοδοξία ενώ υπέσχετο ως κατορθωτά τα δύσκολα, αλλά και τα φύσει ακατόρθωτα. Ο Σκουφάς εντυπωσιάστηκε από το «φανφαρόνο» Γαλάτη και του ανέθεσε την αποστολή της επαφής με τον Ιωάννη Καποδίστρια στην Πετρούπολη.
Πριν δει τον Καποδίστρια ο Γαλάτης έστειλε δύο επιστολές στην Πετρούπολη για να δώσει κύρος στην αποστολή του. Φόρεσε και ένα παράσημο και, οξύνους αλλά και δραστήριος και τερατωδώς παράτολμος ως ήτο, είπε ότι είναι Κόμης και απεσταλμένος του Ελληνικού Έθνους. Το τι διημείφθη μεταξύ Καποδίστρια και Γαλάτη είναι άγνωστον. Λέγεται ότι ο Καποδίστριας του είπε ότι δεν θα διαβάσει τα έγγραφα και διέταξε να τον στείλουν στις Ηγεμονίες. Πάντως, το ότι πήγε στον Καποδίστρια ήταν κορυφαίο τόλμημα, που κανείς δεν απεπειράτο. Ο Ξάνθος πήγε το 1817 στην Πετρούπολη, αλλά απέτυχε να πείσει τον Καποδίστρια. Μάλιστα, ο Γαλάτης στην Πετρούπολη διέπρεψε καθότι κατόρθωσε να κατηχήσει και να μυήσει στην Εταιρεία τον πρώην ηγεμόνα της Μολδαβίας, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον Φιραρή, τον οποίον ο Τσακάλωφ δεν τολμούσε να πλησιάσει. Για την ακρίβεια, οι υπόλοιποι Φιλικοί για δύο χρόνια είχαν κατηχήσει μόνον τρία άτομα.
Ο Κανδηλώρος γράφει ότι “άνοιξε στην Εταιρεία τις μεγάλες πόρτες και τα μεγάλα πορτοφόλια, και επομένως οφείλεται ευγνωμοσύνη στο Γαλάτη”. Επιπλέον, τα οικονομικά της Εταιρείας ήταν σε μαύρα χάλια. Το ταμείο της είχε μόνο 10 φλωριά. Ο Γαλάτης έφερε 1000 φλωριά και κατόπιν 1000 γρόσια από τον Μαυροκορδάτο, 20 φλωριά από το Ριζάρη και 50 φλωριά από τον Πεντεδέκα.
Εκεί, όμως, αρχίζει και η καχυποψία απέναντι στον… “τυχοδιώκτη” Γαλάτη. Πρέπει να τονιστεί ότι για τις ικανότητες του Γαλάτη, δεν αμφέβαλλε κανείς. Μάλιστα, όταν τον έδιωξαν από τη Ρωσία για τις Ηγεμονίες, στη Μολδαβία δεν σταμάτησε την κατήχηση και μυεί τον Λεβέντη, τον Φαρμάκη και τον Γεωργάκη Ολύμπιο. Προσπάθησε, επίσης, να μυήσει και τον Καραγεώργη της Σερβίας! Θα μπορούσε να αποδώσει κανείς την φιλική στάση των ηγεμόνων, των οποίων οι επικράτειες κατέστησαν θέατρο των πρώτων επιχειρήσεων της Επανάστασης, στο Νικόλαο Γαλάτη. Μέχρι τότε η δράση του υπερτερούσε παντός άλλου Φιλικού. Αλλά αιωρείτο το ερώτημα: με τι χρήματα ζει ο Γαλάτης; Πάντως 1000 φλωριά βρέθηκαν σημειωμένα στον κατάλογο του Σέκερη. Το πιθανότερο είναι ότι, όπως και τόσοι άλλοι Φιλικοί, να έβαζε χέρι στις εισφορές των κατηχουμένων. Ο Τσακάλωφ, φέρεται ως κατηγορών τον Γαλάτη, ότι ζητούσε χρήματα από την Εταιρεία, άλλως θα τους πρόδιδε στην Πύλη. Δεν υπάρχει όμως απόδειξη γι’ αυτό. Λέγεται, επίσης, ότι ο Γαλάτης ήθελε να του δώσουν το Ταμείο και τα Αρχεία της Εταιρείας, για να είναι αυτός το “Κέντρον”. Και τότε κατά τον Πατριαρχέα, οι Φιλικοί εγνωμοδότησαν για το θάνατό του.
Ο Γαλάτης με τον υπηρέτη του ήταν το πρώτο θύμα των Φιλικών. Ο Καμαρινός, με τον υπηρέτη του, το δεύτερο. Υπάρχουν υπόνοιες, επίσης, και για το τέλος του Υπάτρου, που δολοφονήθηκε από τους Εταίρους για τη σωτηρία της Εταιρείας, με το φόβο μήπως βασανιστεί και προδώσει τα μυστικά της. Αρκούσε μια συκοφαντία για να γραφεί το όνομά σου στη μαύρη λίστα. Υποψήφιοι, επίσης, ήσαν ο Άνθιμος Γαζής και ο Γρηγόριος Δίκαιος (Παπαφλέσσας) το 1816. Ο Γαλάτης, σύντομα αφού εμφανίστηκε στην Οδησσό 23 χρόνων, κατέστη το πρώτο σοβαρό πρόβλημα της Εταιρείας και η δολοφονία του κλόνισε τα οργανωτικά της ήθη. Όμως, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η εμφάνιση του Γαλάτη, έδωσε μεγάλη ώθηση στην Εταιρεία, που λειτουργούσε μέχρι τότε υποτυπωδώς. Η εντύπωση του Ξάνθου στο πρόσωπο του Γαλάτη, τον αποχαρακτηρίζει από “προδότη”, αίρει το δόλιο “ενταφιασμό” του και τον προβιβάζει σε “μοιραίο ιστορικό πρόσωπο”.
Αυτός που εξετέλεσε. κατ’ εντολήν των Φιλικών, τον Γαλάτη, ήταν ο Παναγιώτης Δημητρακόπουλος, ο οποίος είχε υπηρετήσει στα στρατιωτικά σώματα των ξένων στα Επτάνησα. Επειδή δεν μπορούσαν να τον σκοτώσουν στην Πόλη, τότε, χάλκευσαν, το 1819, μια αποστολή στο Μοριά, όταν ο Γαλάτης ήλθε με τον υπηρέτη του, και όπου τον σκότωσε ο Δημητρακόπουλος, που ήξερε από όπλα. Ο Φιλήμων περιγράφει, ότι ο Γαλάτης, πληγωμένος, εκ των όπισθεν, με το πρώτο βόλι, ξιφούλκησε κατά του φονιά του, αλλά έφαγε και ένα δεύτερο κατάστηθα. Ξεψυχώντας μετά 15 λεπτά, φέρεται ως είπων: “Αχ! Με φάγατε! Τι σας έκαμα;” Ο φόνος έγινε στην Ερμιονίδα. Ο Τσακάλωφ που παρευρίσκετο, φυγαδεύτηκε πρώτα στη Μονεμβασιά και από εκεί στη Μάνη και Ιταλία.
Το ζήτημα που παραμένει αδιευκρίνιστο, γύρω από το Νικόλαο Γαλάτη, είναι αν οι Φιλικοί εκτέλεσαν έναν όντως προδότη, ή θέλησαν να απαλλαγούν από έναν άνθρωπο ανώτερο τους; Κατά πως γράφει ο Ελευθέριος Μωραϊτίνης-Πατριαρχέας στην εξαίρετη πραγματεία του με τίτλο “Ο φιλικός Νικόλαος Γαλάτης”, που κυκλοφόρησε το 2002, αυτό που καταδίκασε τον Νικόλαο Γαλάτη ήταν η αρχηγική φιλοδοξία, και “για να δικαιολογηθεί αυτός ο θάνατος κατασκευάστηκε ο θρύλος της προδοσίας”. Πιστεύει ότι χωρίς αυτόν η Φιλική Εταιρεία θα ήταν απλά στο όνειρο των τριών Ιδρυτών της. Αυτό δείχνει να συμμερίζεται και ο Κωστής Παπαγιώργης. Ο Νικόλαος Υψηλάντης στα απομνημονεύματα του, που παρουσιάστηκαν στη Γαλλική από τον Δ. Καμπούρογλου και μεταφράστηκαν κατόπιν από τον Πατριαρχέα, λέγει ότι, ο Γαλάτης εχάθη εξαιτίας της επιπολαιότητάς του, αλλά η μνήμη του πρέπει να είναι σεβαστή υπό των συμπατριωτών του, καθ’όσον υπήρξε το πρώτο θύμα εις την προσπάθεια αυτών δια την απελευθέρωσιν του Έθνους.
Ο κλήρος για τον πρώτο θάνατο, όχι από δολοφονία, αλλά από ασθένεια, στη Φιλική Εταιρεία, έπεσε στο Νικόλαο Σκουφά. Ο Νικόλαος Σκουφάς γεννήθηκε στο Κομπότι της Άρτας το 1779. Προήρχετο εκ πτωχής οικογένειας. Μετά τις εγκυκλίους σπουδές του, άνοιξε στην Άρτα ένα μαγαζί, όπου πωλούσε “σκούφιες”, από όπου πήρε και το επώνυμό του. Κατόπιν μετέβη στην Οδησσό, όπου εργάστηκε σε Έλληνες μεγαλεμπόρους και στη συνέχεια παρά τον Πάλλη στη Μόσχα. Επανελθών στην Οδησσό, ασχολήθηκε, μετά από πρότασή του, με την ίδρυση και οργάνωση της Φιλικής Εταιρείας, μετά των Τσακάλωφ και Ξάνθου το 1814. Ο Σκουφάς είχε προεπαναστατική παιδεία, ως προκατηχήμενος από τον Κωνσταντίνο Ράδο, ο οποίος είχε κάνει σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Πίζας και είχε μυηθεί στον Καρμποναρισμό. Το 1815 στην Οδησσό κατέστρωσε με τον Τσακάλωφ και Ξάνθο το πρώτο σχέδιο οργάνωσης της Φιλικής Εταιρείας, οπότε και προσηλύτισε τον Άνθιμο Γαζή. Μετά την άρνηση του Καποδίστρια να ηγηθεί της Επαναστάσεως, εσκόπευε να μεταφέρει την έδρα της Φιλικής Εταιρείας στην Ελλάδα (Μάνη ή Πήλιο). Το 1818 ευρισκόμενος στην Πόλη έπαθε καρδιακή προσβολή, αλλά συνέχισε να εργάζεται, καταρτίζοντας, για πρώτη φορά, κατάλογο των Φιλικών και επέλεξε τους πρώτους μελλοντικούς Αποστόλους. Πέθανε στις 31 Ιουλίου 1818 στην Πόλη και ετάφη στην Εκκλησία των Ταξιαρχών στο Αρναούτκιοϊ. Ο Νικόλαος Σκουφάς υπήρξε ανήρ περιώνυμος, ο κατ’εξοχήν θεμελιωτής της Φιλικής Εταιρείας. Στη βραχύβια ζωή του απέδειξε ότι ήταν πατριώτης, άξιος, σώφρων και αποφασιστικός. Ήταν ο Πρωταπόστολος και η κεντρομόλος δύναμις της Φιλικής Εταιρείας. Ήταν άνδρας ανεπίληπτος, αφιερωμένος στον αρχικό σκοπό. Πρωτεργάτης. Δυστυχώς, δεν βρέθηκε το αρχείο του.
Ο Θεσσαλός φιλόλογος Αριστείδης Παππάς μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στα 36 του χρόνια τον Οκτώβριο του 1818, στην Ιταλία. Υπήρξε επιφανής διαφωτιστής. Το πιο σημαντικό συμβάν στη ζωή του, σύμφωνα με τις σημειώσεις του μεγάλου Ρώσου ποιητή Α.Σ. Πούσκιν είναι ότι ο “Αριστείδης Παππάς εστάλη από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ως κομιστής επιστολής του προς τον ηγέτη των Σέρβων Μίλος Ομπρέντοβιτς για την υπογραφή σχεδίου για την επιθετική και αμυντική συμμαχία” μεταξύ Ελλάδας και Σερβίας. Όμως, ο Αριστείδης Παππάς κατά την αποστολή του, συνελήφθη, τον Ιανουάριο 1821, από τον Αλέξανδρο Σούτσο, αποκεφαλίστηκε και το κεφάλι του, μαζί με τα έγγραφα, στάλθηκαν στην Πόλη.
Οι Φιλικοί παραμερίστηκαν με την Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου τον Ιανουάριο του 1822.
Η Φιλική Εταιρεία ιδρύθηκε το 1816 στην Οδησσό από τους Σκουφά, Τσακάλωφ, και Ξάνθο. Ήταν μια μυστική εταιρεία (συντροφική οργάνωση). Σκοπός της ήταν η οργάνωση και προετοιμασία της απελευθέρωσης της Ελλάδας από την Τουρκοκρατία. Οι Φιλικοί εμπνεύστηκαν από το παράδειγμα του Ρήγα, αλλά η μέθοδος του Ρήγα ερχόταν σε αντίθεση με τα σχέδια των διαφωτιστών (Κοραή κ.ά.) που ήθελαν την επιμόρφωση του λαού αλλά όχι επανάσταση, ενώ ο Ρήγας συνδύαζε και τα δύο παραπάνω. Η οργάνωση άρχισε από τη Ρωσία και από εκεί στην Πόλη και μετά στην Ελλάδα. Όμως, μετά τον θάνατο του Σκουφά το 1818 προεκλήθηκαν έριδες, μεταξύ των μελών, περί των Αρχών (διοίκησης) και προς αποφυγήν ναυαγίου, έφτιαξαν κατά τόπους «υπό εταιρείες» που με τους αποστελλομένους « Αποστόλους» ενεργούσαν την κατήχηση των εταίρων και την είσπραξη των χρηματικών καταβολών για τον εξοπλισμό του Έθνους.
Οι Φιλικοί είχαν περάσει την εντύπωση ότι πίσω από την κίνησή τους κρύβεται το Ανακτοβούλιο της Πετρουπόλεως. Όταν το 1820 αυτό διεψεύσθη, ανέθεσαν τη Διοίκηση της Εταιρείας στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, αφού πρώτα αρνήθηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας. Έτσι, μετά τη συνάντηση της 1ης Οκτωβρίου 1820 στη Βεσσαραβία, η Εταιρεία ουσιαστικά διελύθη. Έκτοτε κατηγορήθηκαν για όλες τις στρατιωτικές και διπλωματικές αποτυχίες του αγώνα, ότι δηλαδή αυτοί ήταν απαράδεκτοι, ελλιπείς σε διαφώτιση, ενώ υπήρξαν και πολλές οικονομικές ατασθαλίες. Προς υπεράσπιση της Εταιρείας ο Ιωάννης Φιλήμων έγραψε το “Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας”
Ο Νικόλαος Γαλάτης γεννήθηκε το 1792 στην Ιθάκη. Κατήγετο από αριστοκρατική Επτανησιακή οικογένεια, η οποία εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 14ο αιώνα, που πιθανόν να συγγένευε με εκείνη του Καποδίστρια. Ο πατέρας του Κωνσταντίνος Γαλάτης ήταν εύπορος και ίσως διπλωμάτης στο επάγγελμα. Ο Γαλάτης σπούδασε στο Σχολείο της Σμύρνης και ολοκλήρωσε τη μαθητεία του στο Εθνικό Γυμνάσιο Κυδωνιών. Εργάστηκε για μερικούς μήνες ως γραφέας στην υπηρεσία του Αλή Πασά, λόγω των γαλλικών και ιταλικών που γνώριζε. Στη Φιλική Εταιρεία τον εμύησε στις 7 Ιουλίου 1816 στην Οδησσό ο Σκουφάς, λίγο μετά την ίδρυσή της. Τον Σκουφά, στην κυριολεξία, τον κατέκτησε ο Γαλάτης με την ευφυΐα του. Προφανώς, υπερείχε του Σκουφά όσον αφορά στην καταγωγή, την ευφυΐα και τη μόρφωση. Αλλά ο Φιλήμων έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι ο Γαλάτης ήταν πανούργος και υποκριτής, αλλά έδειχνε μεγάλο θάρρος, ενθουσιασμό και αισιοδοξία ενώ υπέσχετο ως κατορθωτά τα δύσκολα, αλλά και τα φύσει ακατόρθωτα. Ο Σκουφάς εντυπωσιάστηκε από το «φανφαρόνο» Γαλάτη και του ανέθεσε την αποστολή της επαφής με τον Ιωάννη Καποδίστρια στην Πετρούπολη.
Πριν δει τον Καποδίστρια ο Γαλάτης έστειλε δύο επιστολές στην Πετρούπολη για να δώσει κύρος στην αποστολή του. Φόρεσε και ένα παράσημο και, οξύνους αλλά και δραστήριος και τερατωδώς παράτολμος ως ήτο, είπε ότι είναι Κόμης και απεσταλμένος του Ελληνικού Έθνους. Το τι διημείφθη μεταξύ Καποδίστρια και Γαλάτη είναι άγνωστον. Λέγεται ότι ο Καποδίστριας του είπε ότι δεν θα διαβάσει τα έγγραφα και διέταξε να τον στείλουν στις Ηγεμονίες. Πάντως, το ότι πήγε στον Καποδίστρια ήταν κορυφαίο τόλμημα, που κανείς δεν απεπειράτο. Ο Ξάνθος πήγε το 1817 στην Πετρούπολη, αλλά απέτυχε να πείσει τον Καποδίστρια. Μάλιστα, ο Γαλάτης στην Πετρούπολη διέπρεψε καθότι κατόρθωσε να κατηχήσει και να μυήσει στην Εταιρεία τον πρώην ηγεμόνα της Μολδαβίας, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον Φιραρή, τον οποίον ο Τσακάλωφ δεν τολμούσε να πλησιάσει. Για την ακρίβεια, οι υπόλοιποι Φιλικοί για δύο χρόνια είχαν κατηχήσει μόνον τρία άτομα.
Ο Κανδηλώρος γράφει ότι “άνοιξε στην Εταιρεία τις μεγάλες πόρτες και τα μεγάλα πορτοφόλια, και επομένως οφείλεται ευγνωμοσύνη στο Γαλάτη”. Επιπλέον, τα οικονομικά της Εταιρείας ήταν σε μαύρα χάλια. Το ταμείο της είχε μόνο 10 φλωριά. Ο Γαλάτης έφερε 1000 φλωριά και κατόπιν 1000 γρόσια από τον Μαυροκορδάτο, 20 φλωριά από το Ριζάρη και 50 φλωριά από τον Πεντεδέκα.
Εκεί, όμως, αρχίζει και η καχυποψία απέναντι στον… “τυχοδιώκτη” Γαλάτη. Πρέπει να τονιστεί ότι για τις ικανότητες του Γαλάτη, δεν αμφέβαλλε κανείς. Μάλιστα, όταν τον έδιωξαν από τη Ρωσία για τις Ηγεμονίες, στη Μολδαβία δεν σταμάτησε την κατήχηση και μυεί τον Λεβέντη, τον Φαρμάκη και τον Γεωργάκη Ολύμπιο. Προσπάθησε, επίσης, να μυήσει και τον Καραγεώργη της Σερβίας! Θα μπορούσε να αποδώσει κανείς την φιλική στάση των ηγεμόνων, των οποίων οι επικράτειες κατέστησαν θέατρο των πρώτων επιχειρήσεων της Επανάστασης, στο Νικόλαο Γαλάτη. Μέχρι τότε η δράση του υπερτερούσε παντός άλλου Φιλικού. Αλλά αιωρείτο το ερώτημα: με τι χρήματα ζει ο Γαλάτης; Πάντως 1000 φλωριά βρέθηκαν σημειωμένα στον κατάλογο του Σέκερη. Το πιθανότερο είναι ότι, όπως και τόσοι άλλοι Φιλικοί, να έβαζε χέρι στις εισφορές των κατηχουμένων. Ο Τσακάλωφ, φέρεται ως κατηγορών τον Γαλάτη, ότι ζητούσε χρήματα από την Εταιρεία, άλλως θα τους πρόδιδε στην Πύλη. Δεν υπάρχει όμως απόδειξη γι’ αυτό. Λέγεται, επίσης, ότι ο Γαλάτης ήθελε να του δώσουν το Ταμείο και τα Αρχεία της Εταιρείας, για να είναι αυτός το “Κέντρον”. Και τότε κατά τον Πατριαρχέα, οι Φιλικοί εγνωμοδότησαν για το θάνατό του.
Ο Γαλάτης με τον υπηρέτη του ήταν το πρώτο θύμα των Φιλικών. Ο Καμαρινός, με τον υπηρέτη του, το δεύτερο. Υπάρχουν υπόνοιες, επίσης, και για το τέλος του Υπάτρου, που δολοφονήθηκε από τους Εταίρους για τη σωτηρία της Εταιρείας, με το φόβο μήπως βασανιστεί και προδώσει τα μυστικά της. Αρκούσε μια συκοφαντία για να γραφεί το όνομά σου στη μαύρη λίστα. Υποψήφιοι, επίσης, ήσαν ο Άνθιμος Γαζής και ο Γρηγόριος Δίκαιος (Παπαφλέσσας) το 1816. Ο Γαλάτης, σύντομα αφού εμφανίστηκε στην Οδησσό 23 χρόνων, κατέστη το πρώτο σοβαρό πρόβλημα της Εταιρείας και η δολοφονία του κλόνισε τα οργανωτικά της ήθη. Όμως, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η εμφάνιση του Γαλάτη, έδωσε μεγάλη ώθηση στην Εταιρεία, που λειτουργούσε μέχρι τότε υποτυπωδώς. Η εντύπωση του Ξάνθου στο πρόσωπο του Γαλάτη, τον αποχαρακτηρίζει από “προδότη”, αίρει το δόλιο “ενταφιασμό” του και τον προβιβάζει σε “μοιραίο ιστορικό πρόσωπο”.
Αυτός που εξετέλεσε. κατ’ εντολήν των Φιλικών, τον Γαλάτη, ήταν ο Παναγιώτης Δημητρακόπουλος, ο οποίος είχε υπηρετήσει στα στρατιωτικά σώματα των ξένων στα Επτάνησα. Επειδή δεν μπορούσαν να τον σκοτώσουν στην Πόλη, τότε, χάλκευσαν, το 1819, μια αποστολή στο Μοριά, όταν ο Γαλάτης ήλθε με τον υπηρέτη του, και όπου τον σκότωσε ο Δημητρακόπουλος, που ήξερε από όπλα. Ο Φιλήμων περιγράφει, ότι ο Γαλάτης, πληγωμένος, εκ των όπισθεν, με το πρώτο βόλι, ξιφούλκησε κατά του φονιά του, αλλά έφαγε και ένα δεύτερο κατάστηθα. Ξεψυχώντας μετά 15 λεπτά, φέρεται ως είπων: “Αχ! Με φάγατε! Τι σας έκαμα;” Ο φόνος έγινε στην Ερμιονίδα. Ο Τσακάλωφ που παρευρίσκετο, φυγαδεύτηκε πρώτα στη Μονεμβασιά και από εκεί στη Μάνη και Ιταλία.
Το ζήτημα που παραμένει αδιευκρίνιστο, γύρω από το Νικόλαο Γαλάτη, είναι αν οι Φιλικοί εκτέλεσαν έναν όντως προδότη, ή θέλησαν να απαλλαγούν από έναν άνθρωπο ανώτερο τους; Κατά πως γράφει ο Ελευθέριος Μωραϊτίνης-Πατριαρχέας στην εξαίρετη πραγματεία του με τίτλο “Ο φιλικός Νικόλαος Γαλάτης”, που κυκλοφόρησε το 2002, αυτό που καταδίκασε τον Νικόλαο Γαλάτη ήταν η αρχηγική φιλοδοξία, και “για να δικαιολογηθεί αυτός ο θάνατος κατασκευάστηκε ο θρύλος της προδοσίας”. Πιστεύει ότι χωρίς αυτόν η Φιλική Εταιρεία θα ήταν απλά στο όνειρο των τριών Ιδρυτών της. Αυτό δείχνει να συμμερίζεται και ο Κωστής Παπαγιώργης. Ο Νικόλαος Υψηλάντης στα απομνημονεύματα του, που παρουσιάστηκαν στη Γαλλική από τον Δ. Καμπούρογλου και μεταφράστηκαν κατόπιν από τον Πατριαρχέα, λέγει ότι, ο Γαλάτης εχάθη εξαιτίας της επιπολαιότητάς του, αλλά η μνήμη του πρέπει να είναι σεβαστή υπό των συμπατριωτών του, καθ’όσον υπήρξε το πρώτο θύμα εις την προσπάθεια αυτών δια την απελευθέρωσιν του Έθνους.
Ο κλήρος για τον πρώτο θάνατο, όχι από δολοφονία, αλλά από ασθένεια, στη Φιλική Εταιρεία, έπεσε στο Νικόλαο Σκουφά. Ο Νικόλαος Σκουφάς γεννήθηκε στο Κομπότι της Άρτας το 1779. Προήρχετο εκ πτωχής οικογένειας. Μετά τις εγκυκλίους σπουδές του, άνοιξε στην Άρτα ένα μαγαζί, όπου πωλούσε “σκούφιες”, από όπου πήρε και το επώνυμό του. Κατόπιν μετέβη στην Οδησσό, όπου εργάστηκε σε Έλληνες μεγαλεμπόρους και στη συνέχεια παρά τον Πάλλη στη Μόσχα. Επανελθών στην Οδησσό, ασχολήθηκε, μετά από πρότασή του, με την ίδρυση και οργάνωση της Φιλικής Εταιρείας, μετά των Τσακάλωφ και Ξάνθου το 1814. Ο Σκουφάς είχε προεπαναστατική παιδεία, ως προκατηχήμενος από τον Κωνσταντίνο Ράδο, ο οποίος είχε κάνει σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Πίζας και είχε μυηθεί στον Καρμποναρισμό. Το 1815 στην Οδησσό κατέστρωσε με τον Τσακάλωφ και Ξάνθο το πρώτο σχέδιο οργάνωσης της Φιλικής Εταιρείας, οπότε και προσηλύτισε τον Άνθιμο Γαζή. Μετά την άρνηση του Καποδίστρια να ηγηθεί της Επαναστάσεως, εσκόπευε να μεταφέρει την έδρα της Φιλικής Εταιρείας στην Ελλάδα (Μάνη ή Πήλιο). Το 1818 ευρισκόμενος στην Πόλη έπαθε καρδιακή προσβολή, αλλά συνέχισε να εργάζεται, καταρτίζοντας, για πρώτη φορά, κατάλογο των Φιλικών και επέλεξε τους πρώτους μελλοντικούς Αποστόλους. Πέθανε στις 31 Ιουλίου 1818 στην Πόλη και ετάφη στην Εκκλησία των Ταξιαρχών στο Αρναούτκιοϊ. Ο Νικόλαος Σκουφάς υπήρξε ανήρ περιώνυμος, ο κατ’εξοχήν θεμελιωτής της Φιλικής Εταιρείας. Στη βραχύβια ζωή του απέδειξε ότι ήταν πατριώτης, άξιος, σώφρων και αποφασιστικός. Ήταν ο Πρωταπόστολος και η κεντρομόλος δύναμις της Φιλικής Εταιρείας. Ήταν άνδρας ανεπίληπτος, αφιερωμένος στον αρχικό σκοπό. Πρωτεργάτης. Δυστυχώς, δεν βρέθηκε το αρχείο του.
Ο Θεσσαλός φιλόλογος Αριστείδης Παππάς μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στα 36 του χρόνια τον Οκτώβριο του 1818, στην Ιταλία. Υπήρξε επιφανής διαφωτιστής. Το πιο σημαντικό συμβάν στη ζωή του, σύμφωνα με τις σημειώσεις του μεγάλου Ρώσου ποιητή Α.Σ. Πούσκιν είναι ότι ο “Αριστείδης Παππάς εστάλη από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ως κομιστής επιστολής του προς τον ηγέτη των Σέρβων Μίλος Ομπρέντοβιτς για την υπογραφή σχεδίου για την επιθετική και αμυντική συμμαχία” μεταξύ Ελλάδας και Σερβίας. Όμως, ο Αριστείδης Παππάς κατά την αποστολή του, συνελήφθη, τον Ιανουάριο 1821, από τον Αλέξανδρο Σούτσο, αποκεφαλίστηκε και το κεφάλι του, μαζί με τα έγγραφα, στάλθηκαν στην Πόλη.
Οι Φιλικοί παραμερίστηκαν με την Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου τον Ιανουάριο του 1822.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου