Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΛΥΣΙΑΣ, ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΙΣ ΚΟΡΙΝΘΙΩΝ ΒΟΗΘΟΙΣ

ΛΥΣ 2.20–26

(ΛΥΣ 2.20–47: Τα πολεμικά κατορθώματα των Αθηναίων κατά τους περσικούς πολέμους) Η μάχη του Μαραθώνα

Ο ρήτορας, ακολουθώντας τη συνήθη δομή ενός επιτάφιου λόγου, εξύμνησε την αυτοχθονία των Αθηναίων και την επιλογή τους να καταλύσουν τη βασιλεία και να εγκαθιδρύσουν το πολίτευμα της δημοκρατίας. Και συνεχίζει:

[20] Καὶ γάρ τοι καὶ φύντες καλῶς καὶ γνόντες ὅμοια,
πολλὰ μὲν καλὰ καὶ θαυμαστὰ οἱ πρόγονοι τῶν ἐνθάδε
κειμένων εἰργάσαντο, ἀείμνηστα δὲ καὶ μεγάλα καὶ παντα-
χοῦ οἱ ἐξ ἐκείνων γεγονότες τρόπαια διὰ τὴν αὑτῶν ἀρετὴν
κατέλιπον. μόνοι γὰρ ὑπὲρ ἁπάσης τῆς Ἑλλάδος πρὸς
πολλὰς μυριάδας τῶν βαρβάρων διεκινδύνευσαν. [21] ὁ γὰρ τῆς
Ἀσίας βασιλεὺς οὐκ ἀγαπῶν τοῖς ὑπάρχουσιν ἀγαθοῖς,
ἀλλ’ ἐλπίζων καὶ τὴν Εὐρώπην δουλώσεσθαι, ἔστειλε πεν-
τήκοντα μυριάδας στρατιάν. ἡγησάμενοι δέ, εἰ τήνδε τὴν
πόλιν ἢ ἑκοῦσαν φίλην ποιήσαιντο ἢ ἄκουσαν καταστρέ-
ψαιντο, ῥᾳδίως τῶν πολλῶν Ἑλλήνων ἄρξειν, ἀπέβησαν
εἰς Μαραθῶνα, νομίσαντες οὕτως ἂν ἐρημοτάτους εἶναι
συμμάχων [τοὺς Ἕλληνας], εἰ ἔτι στασιαζούσης τῆς Ἑλ-
λάδος ᾧ τινι χρὴ τρόπῳ τοὺς ἐπιόντας ἀμύνασθαι, τὸν
κίνδυνον ποιήσαιντο. [22] ἔτι δ’ αὐτοῖς ἐκ τῶν προτέρων ἔργων
περὶ τῆς πόλεως τοιαύτη δόξα παρειστήκει, ὡς εἰ μὲν
πρότερον ἐπ’ ἄλλην πόλιν ἴασιν, ἐκείνοις καὶ Ἀθηναίοις
πολεμήσουσι· προθύμως γὰρ τοῖς ἀδικουμένοις ἥξουσι βοη-
θήσοντες· εἰ δ’ ἐνθάδε πρῶτον ἀφίξονται, οὐδένας ἄλλους
τῶν Ἑλλήνων τολμήσειν ἑτέρους σῴζοντας φανερὰν ἔχθραν
πρὸς ἐκείνους ὑπὲρ αὐτῶν καταθέσθαι. [23] οἱ μὲν τοίνυν ταῦτα
διενοοῦντο· οἱ δ’ ἡμέτεροι πρόγονοι οὐ λογισμῷ εἰδότες
τοὺς ἐν τῷ πολέμῳ κινδύνους, ἀλλὰ νομίζοντες τὸν εὐκλεᾶ
θάνατον ἀθάνατον περὶ τῶν ἀγαθῶν καταλείπειν λόγον,
οὐκ ἐφοβήθησαν τὸ πλῆθος τῶν ἐναντίων, ἀλλὰ τῇ αὑτῶν
ἀρετῇ μᾶλλον ἐπίστευσαν. καὶ αἰσχυνόμενοι ὅτι ἦσαν οἱ
βάρβαροι αὐτῶν ἐν τῇ χώρᾳ, οὐκ ἀνέμειναν πυθέσθαι οὐδὲ
βοηθῆσαι τοὺς συμμάχους, οὐδ’ ᾠήθησαν δεῖν ἑτέροις τῆς
σωτηρίας χάριν εἰδέναι, ἀλλὰ σφίσιν αὐτοῖς τοὺς ἄλλους
Ἕλληνας. [24] ταῦτα μιᾷ γνώμῃ πάντες γνόντες ἀπήντων ὀλί-
γοι πρὸς πολλούς· ἐνόμιζον γὰρ ἀποθανεῖν μὲν αὐτοῖς μετὰ
πάντων προσήκειν, ἀγαθοὺς δ’ εἶναι μετ’ ὀλίγων, καὶ τὰς
μὲν ψυχὰς ἀλλοτρίας διὰ τὸν θάνατον κεκτῆσθαι, τὴν δ’ ἐκ
τῶν κινδύνων μνήμην ἰδίαν καταλείψειν. ἠξίουν δέ, οὓς
μὴ μόνοι νικῷεν, οὐδ’ ἂν μετὰ τῶν συμμάχων δύνασθαι·
καὶ ἡττηθέντες μὲν ὀλίγῳ τῶν ἄλλων προαπολεῖσθαι, νι-
κήσαντες δὲ καὶ τοὺς ἄλλους ἐλευθερώσειν. [25] ἄνδρες δ’ ἀγα-
θοὶ γενόμενοι, καὶ τῶν μὲν σωμάτων ἀφειδήσαντες, ὑπὲρ
δὲ τῆς ἀρετῆς οὐ φιλοψυχήσαντες, καὶ μᾶλλον τοὺς παρ’
αὑτοῖς νόμους αἰσχυνόμενοι ἢ τὸν πρὸς τοὺς πολεμίους
κίνδυνον φοβούμενοι, ἔστησαν μὲν τρόπαιον ὑπὲρ τῆς Ἑλ-
λάδος τῶν βαρβάρων ἐν τῇ αὑτῶν, ὑπὲρ χρημάτων εἰς τὴν
ἀλλοτρίαν ἐμβαλόντων, παρὰ τοὺς ὅρους τῆς χώρας, [26] οὕτω
δὲ διὰ ταχέων τὸν κίνδυνον ἐποιήσαντο, ὥστε οἱ αὐτοὶ τοῖς
ἄλλοις ἀπήγγειλαν τήν τ’ ἐνθάδε ἄφιξιν τῶν βαρβάρων καὶ
τὴν νίκην τῶν προγόνων. καὶ γάρ τοι οὐδεὶς τῶν ἄλλων
ἔδεισεν ὑπὲρ τοῦ μέλλοντος κινδύνου, ἀλλ’ ἀκούσαντες ὑπὲρ
τῆς αὑτῶν ἐλευθερίας ἥσθησαν. ὥστε οὐδὲν θαυμαστόν,
πάλαι τῶν ἔργων γεγενημένων, ὥσπερ καινῶν ὄντων ἔτι
καὶ νῦν τὴν ἀρετὴν αὐτῶν ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ζηλοῦσθαι.

***
Και βέβαια ευγενή έχοντες την καταγωγήν και σύμφωνα μ' αυτήν ορθώς κρίναντες πολλά μεν καλά και άξια θαυμασμού οι πρόγονοι των εδώ ταφέντων διέπραξαν, αλησμόνητα δε και μεγάλα τρόπαια πανταχού κατέλιπον οι απόγονοι εξαιτίας της ανδρείας των. Διότι πρώτοι μεν χάριν ολοκλήρου της Ελλάδος εναντίον πολλών μυριάδων βαρβαρικού στρατού επολέμησαν· ο βασιλεύς δηλαδή της Ασίας μη αρκούμενος εις τα αγαθά που είχε, αλλά ελπίζων ότι θα υποδουλώση και την Ευρώπην, έστειλε στρατιάν πεντήκοντα μυριάδων. Νομίσαντες δε (οι Πέρσαι) ότι, εάν την πόλιν ταύτην ή εκουσίως την κάμουν φιλικήν τους, ή διά της βίας την καταστρέψουν, ευκόλως θα κυριαρχήσουν όλων των Ελλήνων, απεβιβάσθησαν εις τον Μαραθώνα, επειδή ενόμισαν ότι κατ' αυτόν τον τρόπον θα ήσαν οι πρόγονοί μας εντελώς άνευ συμμάχων, εάν τους επετίθεντο όταν ακόμη διεφώνουν οι Έλληνες κατά ποίον τρόπον πρέπει να αποκρούσουν τους επερχομένους. Ακόμη δε και αυτοί (οι Πέρσαι) τοιαύτην ιδέαν είχον περί της πόλεώς μας κρίνοντες από τα προηγούμενα έργα της, ότι δηλαδή εάν μεν πρωτύτερα επιτεθούν εναντίον άλλης πόλεως, θα πολεμήσουν εναντίον της πόλεως ταύτης και των Αθηναίων· διότι προθύμως θα σπεύσουν (οι Αθηναίοι) να βοηθήσουν τους αδικουμένους· εάν δε θα έλθουν εδώ πρώτον (είχον την ιδέαν οι Πέρσαι) ότι ουδεμία άλλη ελληνική πόλις θα τολμήση βοηθούσα τους Αθηναίους να επιδείξη φανεράν έχθραν προς εκείνους (τους Πέρσας) αγωνιζομένη υπέρ των Αθηνών. Οι μεν Πέρσαι λοιπόν ταύτα εσκέπτοντο· οι δε πρόγονοί μας μη λογαριάσαντες τους κινδύνους του πολέμου, αλλά νομίζοντες ότι ο ένδοξος θάνατος αφήνει διά τους γενναίους αθάνατον φήμην, δεν εφοβήθησαν το πλήθος των εχθρών, αλλά τουναντίον είχον πεποίθησιν εις την ανδρείαν των. Και επειδή εντρέποντο, διότι οι βάρβαροι ευρίσκοντο εις την χώραν των, δεν ανέμενον να πληροφορηθούν οι άλλοι Έλληνες (την απόβασιν των Περσών), ουδέ ανέμενον να έλθουν οι σύμμαχοι προς βοήθειάν τους, ουδέ ενόμισαν πως πρέπει να γνωρίζουν χάριν εις άλλους διά την σωτηρίαν τους, αλλ' ότι πρέπει οι άλλοι Έλληνες να γνωρίζουν εις αυτούς χάριν (διά την ιδικήν των σωτηρίαν). Ταύτα με μια καρδιά όλοι αποφασίσαντες αντέστησαν ολίγοι κατά πολλών· διότι εφρόνουν ότι κανών μεν είναι εις αυτούς να αποθάνουν μαζί με όλους, ίδιον δε είναι εις τους γενναίους να είναι μεταξύ των ολίγων, και (εφρόνουν) ότι η ζωή τους δεν τους ανήκει εξαιτίας του θανάτου, ότι δε θα αφήσουν ιδικήν των την εκ των κινδύνων φήμην. Ενόμιζον δε ότι, όπως δεν θα ενίκων μόνοι, ούτε μαζί με τους συμμάχους δύνανται να νικήσουν· και αν μεν νικηθούν, ενόμιζον ότι ολίγον προ των συμμάχων θα καταστραφούν, εάν δε νικήσουν, ότι και τους άλλους θα ελευθερώσουν. Δειχθέντες δε γενναίοι, χωρίς να λυπηθούν την ζωήν των και χωρίς να λιποψυχήσουν και περισσότερον σεβόμενοι τους νόμους των παρά φοβούμενοι τον εκ μέρους των εχθρών κίνδυνον, έστησαν μεν τρόπαιον χάριν ολοκλήρου της Ελλάδος εις την μεθόριον του Κράτους από τα όπλα των βαρβάρων, οίτινες εισέβαλον εις ξένην χώραν διά να αρπάσουν πράγματα μη ανήκοντα εις αυτούς, τόσον δε ταχέως διεξήγαγον τον αγώνα (διεκινδύνευσαν), ώστε οι ίδιοι αγγελιαφόροι ανήγγειλαν εις τους άλλους την ενταύθα άφιξιν των βαρβάρων και την νίκην των προγόνων μας. Και βέβαια ουδείς από τους άλλους Έλληνας εφοβήθη διά τον μέλλοντα κίνδυνον, αλλά πληροφορηθέντες όλοι (την νίκην του Μαραθώνος) εχάρησαν διά την ελευθερίαν των· ώστε ουδόλως είναι παράδοξον, αν και προ πολλού έχει πραχθή το έργον, όλοι οι άνθρωποι να επαινούν την ανδρείαν αυτών (των προγόνων μας), ωσάν το έργον των να ήτο λίαν πρόσφατον.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου