Σάββατο 19 Μαρτίου 2022

Σκέψεις που κάνει κάποιος όταν βρίσκεται στα δόντια του λιονταριού

Κάποτε στον Σκοτσέζο ιεραπόστολο Ντέιβιντ Λίβινγκστον, στον οποίο αναφέρεται η παροιμιώδης φράση «Ο κ. Λίβινγκστον, υποθέτω», επιτέθηκε ένα λιοντάρι. Η ανάμνηση του περιστατικού τον καταδίωκε χρόνια ολόκληρα, μιας και παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή. Ανακαλώντας το στη μνήμη του είκοσι χρόνια μετά, εντυπωσιάστηκε από κάτι πολύ παράξενο. Σε μια στιγμή που θα έπρεπε να τη χαρακτηρίζει ο απόλυτος τρόμος, εκείνος είχε αισθανθεί μια παράξενη αδιαφορία:

«Άκουσα μια κραυγή. Μισογύρισα ξαφνιασμένος και είδα ένα λιοντάρι να ορμάει καταπάνω μου … Μου επιτέθηκε αρπάζοντάς με απ’ τον ώμο και κυλιστήκαμε κι οι δυο στο χώμα. Με φοβερό βρυχηθμό μέσα στ’ αυτί μου το θηρίο με ταρακουνούσε όπως η γάτα το ποντίκι. Το τράνταγμα μου προξένησε μια χαύνωση σαν κι αυτή που νιώθει το ποντίκι μετά από το πρώτο ταρακούνημα της γάτας. Μ’ έφερε σε μια ονειρική κατάσταση όπου δεν αισθανόμουν ούτε πόνο ούτε φόβο, αν και είχα σχεδόν πλήρη συνείδηση αυτού που μου συνέβαινε. Ήμουν όπως οι ασθενείς που, αν και μισοκοιμισμένοι από το χλωροφόρμιο, είναι σε θέση να περιγράψουν την εγχείρηση: μπορούν να τη βλέπουν αλλά δεν νιώθουν το κόψιμο του νυστεριού».

Πώς είναι δυνατόν να αντιλαμβανόμαστε τον πόνο παραλύοντας απ’ αυτόν; Το συναπάντημα του δρος Λίβινγκστον με το λιοντάρι είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που μας οδηγεί στην αναζήτηση πειστικής απάντησης σ’ αυτή την ερώτηση. Αποτελεί επίσης κι ένα εφαλτήριο για να εξερευνήσουμε τη φύση της αντίδρασής μας στον πόνο και τι ρόλο μπορεί να παίζει το δυναμικό του πόνου στο υπόλοιπο ψυχικό μας γίγνεσθαι.

Ο συλλογισμός μου στηρίζεται στην άποψη πως ο βασικός σχεδιασμός του εγκεφάλου μάς προσφέρει ένα υπόδειγμα του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τον πόνο – κάθε είδους πόνο, ακόμα και την ψυχολογική κατάπτωση ή το κοινωνικό άγχος. Αυτοί οι νευρωνικοί μηχανισμοί του πόνου περικλείουν και τα πρότυπα που λειτουργούν στην ενδοψυχική και κοινωνική μας πραγματικότητα. Επάνω σ’ αυτό το ζήτημα πρόκειται να επιχειρηματολογήσω.

Ας αναλύσουμε τον πόνο. Ο πόνος – αν και συνήθως δεν τον έχουμε στο μυαλό μας ως κάτι τέτοιο – είναι μια αίσθηση, όπως η όραση και η ακοή: έχει τις δικές του νευρωνικές οδούς και το δικό του νευρωνικό κύκλωμα (από αυτή την άποψη και η ισορροπία είναι μια άλλη παραγνωρισμένη αίσθηση). Όπως και με τις υπόλοιπες αισθήσεις, η ψυχική εμπειρία του πόνου δεν εξαρτάται απλώς από την ισχύ των σημάτων που λαμβάνει το νευρικό σύστημα: ο φόβος “για τον τροχό του οδοντιάτρου και η χαρά για τη γέννηση ενός παιδιού μεταβάλλουν την αίσθηση του πόνου που προκαλείται από αυτές τις δύο εμπειρίες, αλλά προς κατευθύνσεις τελείως αντίθετες μεταξύ τους.

Είναι στη διακριτική ευχέρεια του εγκεφάλου το πώς θα γίνει αντιληπτός ο κάθε πόνος. Η άποψή μας για τη νευρωνική πλαστικότητα ως προς τον πόνο βασίζεται σε στοιχεία που ήρθαν στο φως μόνο τα τελευταία χρόνια, κυρίως μέσα από έρευνες που έγιναν σε πειραματόζωα. Για δεκαετίες ολόκληρες οι ερευνητές είχαν τις επιφυλάξεις τους σχετικά με το αν τα επιστημονικά ευρήματα που στηρίζονταν στις αντιδράσεις των πειραματόζωων είχαν εφαρμογή στον άνθρωπο. Υπήρχε η αντίληψη πως τα ζώα διαθέτουν ένα πολύ απλό σύστημα πόνου, ενώ οι άνθρωποι ένα πολύ πιο σύνθετο, συνυφασμένο με τα ανωτέρου επιπέδου κέντρα του ανθρώπινου εγκεφάλου. Παρ’ όλα αυτά οι κτηνίατροι γνώριζαν από καιρό πως, όταν χτυπούσαν ένα ζώο στο κεφάλι, το χειρουργού σαν ευκολότερα – και στα ζώα λοιπόν μπορούσε να ερευνηθεί η ψυχολογία του πόνου.

Μια πιο ενδελεχής ανάλυση των νευρωνικών οδών στους ανθρώπους και τα ζώα αποκάλυψε πως το νευρικό σύστημα μορφοποιήθηκε τόσο νωρίς μέσα στην ιστορία της εξέλιξης των ειδών, ώστε τα πρωτόζωα, όπως τα σαλιγκάρια και τα μαλάκια, διαθέτουν τον ίδιο βασικό νευρωνικό σχεδιασμό που έχουν και οι άνθρωποι. Η ανακάλυψη αυτή σήμαινε πως τα πειράματα που είχαν γίνει στα ζώα μπορούσαν να βοηθήσουν στην κατανόηση της ανθρώπινης αντίδρασης στον πόνο. Μάλιστα η εκτεταμένη έρευνα της τελευταίας δεκαετίας πάνω στη νευροφυσιολογία του πόνου είναι αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της ανακάλυψης.

Ενώ σε πολλά σημεία της νευρωνικής οδού το άμεσο ερέθισμα προκαλεί πόνο, σε άλλα σημεία της το αποτέλεσμα είναι ακριβώς το αντίθετο: τον κατευνάζει. Το αποτέλεσμα είναι τόσο ισχυρό ώστε ένα ποντίκι, αν διεγερθεί μια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου του, μπορεί να παραμείνει ήρεμο, χωρίς αναισθητικό, κατά τη διάρκεια μιας εγχείρησης στομάχου. Η αναλγησία, η καταστολή δηλαδή του πόνου, είναι ιδιότητα του νευρικού συστήματος ακριβώς όπως είναι και η αντίληψη του πόνου.

Από πολύ καιρό οι φαρμακολόγοι θεωρούσαν πως υπάρχει ένας νευροδιαβιβαστής που έχει την ικανότητα να εξουδετερώνει την αίσθηση του πόνου. Αλλά μόνο προς τα τέλη της δεκαετίας του ’70, στο Τζονς Χόπκινς, ο Solomon Snyder (καθώς και άλλοι ερευνητές του εγκεφάλου με ανεξάρτητες εργασίες τους) κατέδειξε πως οι εγκεφαλικές οδοί όπου δρούσε η μορφίνη διέθεταν κύτταρα με ειδικούς υποδοχείς που ταίριαζαν στο σχήμα των μορίων των οπιούχων όπως το κλειδί στην κλειδαριά.

Σε τι χρησιμεύουν λοιπόν αυτές οι συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου; Όπως αναφέρει ένας ερευνητής: «Είναι απίθανο να έχουν αναπτυχθεί από τη φύση τέτοιοι ιδιαίτερα εξειδικευμένοι υποδοχείς μόνο και μόνο για να αλληλεπιδρούν με τα αλκαλοειδή της μήκωνος της υπνοφόρου».

Η απάντηση δόθηκε με την κατοπινή ανακάλυψη των “ενδορφινών”, μιας ομάδας νευροδιαβιβαστών που δρουν στον εγκέφαλο σαν ναρκωτικά. Οι νευροψυχολογικές οδοί όπου η μορφίνη προκαλεί αναλγησία είναι ακριβώς η περιοχή δράσης των ενδορφινών. Οι ενδορφίνες, που ονομάστηκαν επίσης “η μορφίνη που παράγει ο εγκέφαλος”, είναι ένα φυσικό βάλσαμο για τον πόνο.

Οι ενδορφίνες ανήκουν σε μια ευρύτερη ομάδα χημικών ουσιών που παράγει ο εγκέφαλος, οι οποίες είναι γνωστές ως ‘Όπιοειδή”.* Τα αποτελέσματα που έχουν τα οπιούχα σκευάσματα, όπως η μορφίνη και η ηρωίνη, οφείλονται στη μοριακή τους δομή, η οποία μοιάζει με τη δομή των οπιοειδών του εγκεφάλου. Επίσης η ενδορφίνη, καθώς και τα ναρκωτικά που συμπεριφέρονται σαν αυτήν, δημιουργεί ευφορία, ένα “ανεβασμένο” αίσθημα ότι “είσαι καλά,” που ελκύει ιδιαίτερα τους χρήστες οπιούχων ουσιών.
----------------------------
* Μετά από την ανακάλυψη των’ ενδορφινών βρέθηκαν και άλλα οπιοειδή, ακόμα πιο ισχυρά στο να εξουδετερώνουν τον πόνο. Ένα από αυτά, η δυνορφίνη, έχει χημική δράση διακόσιες φορές μεγαλύτερη από την μορφίνη. Μια άλλη αναλγητική ορμόνη ανακαλύφθηκε εντελώς απρόσμενα: εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην υπόφυση της καμήλας. Ονομάζεται Β-λιποτροπίνη και αρχικά ως κύρια λειτουργία της θεωρήθηκε η διάσπαση των λιπών (που είναι ένα πολύ συνηθισμένο έργο των ορμονών). Η μεταγενέστερη όμως ανακάλυψη των ενδορφινών οδήγησε σε μια πιο ενδελεχή εξέταση της Β- λιποτροπίνης: βρέθηκε πως περιέχει μια σειρά αμινοξέων που μοιάζουν με μια από τις ενδορφίνες. Ενώ αυτό καθ’ αυτό το μόριο δεν διαθέτει καθόλου αναλγητικές ιδιότητες, τουλάχιστον τρία από τα συστατικά του αποδείχτηκαν δραστικά αναλγητικά. Από τότε ήρθαν στο φως πολλές ουσίες που επίσης δείχνουν να καταστέλλουν τον πόνο. Σίγουρα υπάρχουν κι άλλες ακόμα: ο Snyder που ανακάλυψε τα “μονοπάτια” της ενδορφίνης πιθανολογεί πως υπάρχουν διακόσια διαφορετικά συστήματα νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο. Αυτή τη στιγμή γνωρίζουμε τα εικοσιτέσσερα …

Η ανακάλυψη των ενδορφινών οδήγησε σε ένα κύμα ερευνών σχετικά με τις συνθήκες που πυροδοτούν την απελευθέρωση παρόμοιων κατασταλτικών χημικών ουσιών του εγκεφάλου. Στην αρχή εξετάστηκε μια σειρά από φυσικούς στρεσογόνους παράγοντες. Χιλιάδες ουρές και πόδια ποντικιών καψαλίστηκαν και χτυπήθηκαν με ηλεκτρικό ρεύμα στα εργαστήρια, εκατοντάδες άνθρωποι υποβλήθηκαν σε πειράματα βουτώντας τα χέρια τους σε δοχεία με καυτό νερό.

Αργότερα έγινε μια καινούργια ανακάλυψη: το ψυχικό στρες μπορούσε από μόνο του να προκαλέσει την έκλυση των ενδορφινών. Και μόνο ο φόβος των εθελοντών για το σοκ που τους περίμενε στη διάρκεια μιας μελέτης πόνου απελευθέρωνε στον οργανισμό τους την ενδορφίνη. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες μορφές ψυχικού στρες. Για παράδειγμα, έχει παρατηρηθεί ότι οι μαθητές κατά τη διάρκεια των τελικών εξετάσεων παρουσιάζουν υψηλότερα επίπεδα ενδορφίνης.

Υπάρχει λογική εξήγηση για το πώς το καθαρά ψυχικό στρες μπορεί να πυροδοτήσει στον εγκέφαλο την ίδια αντίδραση που προκαλεί ο βιολογικός πόνος. Στο ταχυδρομείο της φύσης τα μηνύματα του πόνου μοιράζονται μέσα σε φακέλους με την επιγραφή “στρες”. Στην ουσία το στρες είναι η απειλή του επερχόμενου πόνου: το ζώο που καταδιώκεται από το αρπακτικό έχει επίγνωση του κινδύνου πριν ακόμα νιώσει τον πόνο, από τον οποίο μπορεί στο τέλος και να γλυτώσει. Φαίνεται πως το σχέδιο που επικράτησε στη διαδικασία της εξέλιξης των ειδών προστάζει η απόκριση στον πόνο να αποτελεί μέρος του πακέτου “αντίδραση στον κίνδυνο“.

Αυτή η συνολική αντίδραση ονομάστηκε από τον Hans Selye, πρωτοπόρο στην έρευνα του στρες, “απόκριση στο στρες” ή “σύνδρομο γενικής προσαρμοστικότητας”.” Παρότι ο όρος “στρες” χρησιμοποιείται πια στην καθομιλουμένη, ο Selye του δίνει ένα ιδιαίτερα ακριβές νόημα.’ Περιγράφει μια σειρά νευροφυσιολογικών αλλαγών που υφίσταται το σώμα λόγω τραυματισμού, απειλής από επίθεση ή και άλλων, μικρότερων δοκιμασιών. Η υπόθεση που κάνει ο Selye είναι πως η “απόκριση στο στρες” είναι μια καθολική αντίδραση του σώματος σε κάθε είδους απειλή και κίνδυνο, ανεξάρτητα από το αν την προκαλούν εγκαύματα, βακτηρίδια, αρπακτικά θηρία ή άσχημα νέα.

Με άλλα λόγια, όταν κάποιος αντιλαμβάνεται ένα γεγονός ως στρεσογόνο παράγοντα, ο εγκέφαλος ειδοποιεί τον υποθάλαμο για την έκκριση μιας ουσίας που ονομάζεται CRF ή “κορτικοεκλυτικός παράγοντας”. Η CRF περνάει μέσα από μια ειδική οδό στον αδένα της υπόφυσης, όπου προκαλεί την απελευθέρωση της ACTH (της αδρενοκορτικοτροπίνης) και των οπιοειδών, ιδιαίτερα δε των ενδορφινων.:” Πιθανότατα, στην πλειστόκαινη περίοδο αυτός ο μηχανισμός συναγερμού του εγκεφάλου να λειτουργούσε στη θέα μιας τεράστιας τίγρης. Στις μέρες μας, αρκεί να υποστούμε έλεγχο από την εφορία.

Για να συνοψίσω, είτε σωματικός είτε ψυχικός, ο πόνος καταγράφεται στον εγκέφαλο μέσα από ένα σύστημα που έχει τη δυνατότητα να εξασθενίζει το σήμα του. Ο εγκέφαλος είναι έτσι σχεδιασμένος ώστε η ανακούφιση από τον πόνο να είναι ενσωματωμένη μέσα στην αντίληψη. Αυτό είναι ένα στοιχείο που εξηγεί τη χαύνωση που ένιωσε ο Λίβινγκστον στα δόντια του λιονταριού – στοιχείο στο οποίο θα επιστρέψω αργότερα. Η ιστορία όμως έχει και συνέχεια. Συλλογιστείτε τι ρόλο παίζει σ’ όλα αυτά η προσοχή.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου