Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

Σέξτος ο Εμπειρικός

SextusΣέξτος ο Εμπειρικός και Πυρώννεια φιλοσοφία

Ο Σέξτος ο Εμπειρικός  (β΄μισό 2ου – αρχές 3ου αι.μ. κ.ε.) ήταν φιλόσοφος και γιατρός, εκπρόσωπος του σκεπτικισμού στη φιλοσοφία και του εμπειρισμού στην ιατρική, γνωστός κυρίως από τα σωζόμενα συγγράμματά του, τα οποία έχουν συνταχθεί μεταξύ 180 και του 200 μ. κ.ε. Από δική του μαρτυρία προκύπτει ότι καταγόταν από την Ελλάδα και από τον Διογένη τον Λαέρτιο ότι ήταν μαθητής του γιατρού Ηροδότου του Ταρσέα και δάσκαλος του Σατουρίνου. Πιθανή θεωρείται η δραστηριότητά του στη Ρώμη.

Ονομάστηκε Εμπειρικός γιατί ακολουθούσε την εμπειρική (αντίθετη προς τη δογματική ή θεωρητική) ιατρική σχολή, που είχε στενές σχέσεις με τον φιλοσοφικό σκεπτικισμό. Αναφέρεται πως έζησε στην Αλεξάνδρεια, τη Ρώμη ή την Αθήνα και ήταν ο γνωστότερος εκπρόσωπος της διδασκαλίας του πυρρωνισμού. Το φιλοσοφικό του έργο θεωρείται η πληρέστερη αφήγηση του αρχαιοελληνικού και ρωμαϊκού σκεπτικισμού.

Από το συγγραφικό έργο του έχουν διασωθεί:

*Οι Πυρρώνειοι υποτυπώσεις ή υποθέσεις σε τρία βιβλία που περιέχουν επιτομή της διδασκαλίας του θεμελιωτή του σκεπτικισμού Πύρρωνα τον Ηλείο και της ιστορίας της σχολής του.

*Προς μαθηματικούς σε 6 βιβλία (απευθυνόμενα με διαδοχική σειρά «προς γραμματικούς», «προς ρητορικούς», «προς γεωμετρικούς», «προς αριθμητικούς», «προς αστρολόγους» και «προς μουσικούς»), όπου ο Σέξτος ελέγχει το δογματισμό που χαρακτηρίζει τα λεγόμενα «εγκύκλια» μαθήματα.

*Προς δογματικούς σε 5 βιβλία απευθυνόμενα «προς λογικούς» α’ και β’ «προς φυσικούς» α’ και β’ και «προς ηθικούς» τα θεωρούμενα ως βιβλία 7-11.

*Τα ιατρικά συγγράμματά του «Ιατρικά υπομνήματα και Περί ψυχής υπόμνημα» δεν έχουν διασωθεί.

Με τον όρο Πυρρωνισμός ή Πυρώνειος αίρεσις καθιερώθηκε να ονομάζεται η σκεπτικιστική φιλοσοφική Σχολή της οποία ιδρυτής ήταν ο Αινησίδημος (1ος αιώνας π.κ.ε.) προς τιμήν του αρχαίου Έλληνα σκεπτικιστή φιλοσόφου Πύρρωνα (360 – 270 π.κ.ε.) αν και η σχέση του ιστορικού προσώπου του Πύρρωνα με την σχολή που φέρει το όνομα του είναι θολή και αμφίβολη.

Γενικά κατά τον Πυρρωνισμό η αντικειμενική γνώση για τα πράγματα είναι αδύνατη. Συνεπώς στο κάθε σοφό είναι προτιμότερο να «επέχει» (εποχή και όχι αποχή) προκειμένου έτσι να εξασφαλίζει για τον εαυτόν του την αταραξία. Οι οπαδοί αυτής της Σχολής ονομάσθηκαν Σκεπτικοί φιλόσοφοι.

Ο Σέξτος Εμπειρικός και η ατέρμονη παλινδρόμηση της δικαιολόγησης. Δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα για τον Σέξτο Εμπειρικό. Δεν ξέρουμε πότε γεννήθηκε, ούτε πότε πέθανε αυτός ο κωδικοποιητής του Ελληνικού σκεπτικισμού. Δεν ξέρουμε που έζησε, ούτε που μαθήτευσε, ούτε καν αν ήταν Έλληνας ή βάρβαρος. Φαίνεται πως ήταν γιατρός, επικεφαλής κάποιας φιλοσοφικής σχολής. Οι περισσότεροι μελετητές τον τοποθετούν στο 2ο μ.κ.ε αιώνα. Πρόκειται μόνον για εικασίες.

Αυτό που ξέρουμε είναι ότι ο Σέξτος Εμπειρικός συνέγραψε τα έργα «πυρρώνειες  υποτυπώσεις» και «προς λογικούς». Τα βιβλία αυτά , μαζί με αρκετά ακόμα που του αποδίδονται συνήθως, συγκεντρώνουν διακοσίων χρόνων σκεπτικιστικά επιχειρήματα. Καθώς ο Σέξτος ήθελε να αντικρούσει τους δογματικούς της εποχής του, περιγράφει υπομονετικά τα δόγματα του Αριστοτέλη , του Διόδωρου Κρόνου, των στωικών και πολλών άλλων.

Ο Σέξτος καταγράφει φιλοσοφικές θέσεις με μοναδικό σκοπό να τις υπονομεύσει. Η ειρωνεία είναι ότι, τοπογραφώντας κτίσματα που προορίζονται για κατεδάφιση, ο Σέξτος είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος για τη διατήρηση τους. Όπως γινόταν και με τον άλλο ακούσιο ιστορικό της αρχαίας φιλοσοφίας , τον Διογένη Λαέρτιο , τα έργα του Σέξτου κυκλοφορούσαν ευρέως και μονίμως, επειδή είχε μια κλίση στα παράδοξα.

Ο Σέξτος μας αφήνει στην αβεβαιότητα σχετικά με το συγκεκριμένο κλάδο σκεπτικισμού που ενστερνιζόταν. Ερμηνεύεται επί μακρόν ως υπέρμαχος της αναστολής της κρίσης σε όλα τα θέματα. Οι αρχαίοι γνώριζαν ότι οι  πυρρωνιστές εμπνέονταν από τον Πύρρωνα Τον Ηλείο. Ο Διογένης Λαέρτιος αναφέρει ότι ο Πύρρωνας διδάχτηκε τη φιλοσοφία του στην Ινδία. Ο Πύρρωνας θα μπορούσε να είχε επισκεφθεί την Ινδία ακολουθώντας την εκστρατεία του Μακεδόνα Αλέξανδρου.

Οι μελετητές έχουν επισημάνει αρκετά γνωρίσματα της πυρρώνειας φιλοσοφίας που μοιάζουν ξένα στην ελληνική φιλοσοφία και που ήταν εγγενή στην ινδική φιλοσοφία. Ο Διογένης αναφέρει επίσης ότι, εφόσον ο Πύρρωνας δεν εμπιστευόταν καμία πεποίθηση περισσότερο από κάποια άλλη, έβγαινε από το δρόμο του για το τίποτα χωρίς να παίρνει προφυλάξεις, αλλά αντιμετωπίζοντας όλους τους κινδύνους όπως έρχονταν, είτε ήταν κάρα, είτε γκρεμοί, σκυλιά ή οτιδήποτε άλλο» . Mολαταύτα, ο Πύρρωνας κατάφερε να φτάσει τα ενενήντα, χάρη στους πολλούς μαθητές και φίλους που «συνήθιζαν να τον ακολουθούν από κοντά»

Ο θεραπευτικός Πυρρωνισμός: Ο Σέξτος αντιμετωπίζει τη φιλοσοφία ως ένα είδος ψυχικής διαταραχής που μπορεί να την απαλύνει ο διάλογος. Όπως συνηθίζουν να κάνουν οι γιατροί, ο Σέξτος παρουσιάζει τη θεραπεία του ως τελείως τυχαία ανακάλυψη. Όπως κι άλλοι αναζητητές της αλήθειας, ο σκεπτικιστής ξεκίνησε ως δογματικός που απογοητεύτηκε από την αποτυχία του να επιλύσει τα παράδοξα. Αποκαμωμένος, περιέπεσε σε μια κατάσταση αναστολής της κρίσης.

Η ειρωνεία είναι ότι αυτή η αμφιβολία τον απάλλαξε από την αγωνία που είχε ελπίσει να διώξει με την ανακάλυψη της αλήθειας. Ο Σέξτος θυμάται την ιστορία του Απελλή, ο οποίος προσπαθούσε να ζωγραφίσει τους αφρούς που βγάζει το άλογο από το στόμα του. Αυτός ο διάσημος ζωγράφος χρησιμοποιούσε ένα σπόγγο για να καθαρίζει το χρώμα που άφηναν στον πίνακα οι αποτυχημένες του προσπάθειες. Ο Απελλής ένιωσε τόσο απογοητευμένος ώστε εκσφενδόνισε το σπόγγο στον πίνακα. Προς μεγάλη του έκπληξη, το σημάδι που άφησε ο σπόγγος απεικόνιζε παραστατικά τους αφρούς του αλόγου.

Ομοίως, ο σκεπτικιστής σκόνταψε άθελά του σε μια λύση των προβλημάτων που τον στεναχωρούσαν. Ο πυρρωνισμός εδραιώνει αυτή την τυφλή τύχη.
Η βασική στρατηγική του Σέξτου είναι να αντιμετωπίζει την ασυνέπεια μάλλον ως καθησυχαστικό σύμμαχο παρά ως αντίπαλο. Όταν διαπιστώνετε ότι αρχίζετε να σχηματίζετε γνώμη για ένα θέμα, προσπαθήστε να σκεφτείτε αντίθετα επιχειρήματα. Καθώς τα υπέρ και τα κατά αντισταθμίζονται, επέρχεται η γαλήνη του νου.
Αυτή η μέθοδος της ισοδυναμίας πρέπει να κατανοηθεί ψυχολογικά. Θα ήταν δογματικό να θεωρήσει κανείς ότι ένα επιχείρημα είναι εξίσου αδιάσειστο με ένα άλλο. Ο σκοπός του Σέξτου είναι να εξισορροπήσει τη δύναμη πειθούς των επιχειρημάτων, όχι τα πραγματικά πλεονεκτήματα τους. Μετρά τη δύναμη της πειθούς παθητικά, παρατηρώντας τον τρόπο με τον οποίο το επιχείρημα επενεργεί στο υπό συζήτηση θέμα.

Σε ατομικό επίπεδο, είναι δύσκολο να διαχωρίσετε τη γνώμη σας για το αδιάσειστο του επιχειρήματος, από την αντικειμενική λογική του δύναμη. Η αυτοθεραπεία δεν σας προσφέρει ψυχική απόσταση. Αλλά όταν ο Σέξτος θεραπεύει άλλους, μπορεί ελεύθερα να προσαρμόσει τη λογοθεραπεία του στο συγκεκριμένο ασθενή.

Ο σκεπτικιστής. Επιθυμεί να θεραπεύει με το λόγο, όσο καλύτερα μπορεί, την οίηση και την απερισκεψία των δογματικών. Έτσι όπως ακριβώς οι γιατροί που θεραπεύουν τις σωματικές αρρώστιες έχουν γιατρικά τα οποία διαφέρουν σε ισχύ και εφαρμόζουν τα βαριά σ εκείνους που οι αρρώστιες τους είναι βαριές και τα ηπιότερα σε όσους έχουν προσβληθεί ήπια, έτσι και ο σκεπτικιστής εκθέτει επιχειρήματα που διαφέρουν σε ισχύ και χρησιμοποιεί εκείνα που έχουν βαρύτητα και είναι ικανά με την αυστηρότητα του να απαλλάξουν τον δογματικό από την αρρώστια του, την οίηση, σε περιπτώσει όπου η βλάβη οφείλεται σε βαριά κρίση απερισκεψίας.

Eνώ χρησιμοποιεί τα ηπιότερα επιχειρήματα στην περίπτωση εκείνων στους οποίους η αρρώστια της οίησης είναι πολύ επιπόλαιη και εύκολο να θεραπευτεί, και τους οποίους είναι δυνατόν να επαναφέρει στην υγεία με ηπιότερες μεθόδους πειθούς. (πυρρώνειες υποτυπώσεις ΙΙΙ,280-81)

Ο Σέξτος ενδιαφέρεται μάλλον για το ποια είναι η επίδραση ενός επιχειρήματος παρά για το ποια οφείλει να είναι. Αφηγείται γαλήνια την εμπειρία του παραγωγικού συλλογισμού, όπως του διαιθυλαμιδίου του λυσεργικού οξέος (LSD) στις «εργαστηριακές σημειώσεις» του το 1943.

Η μέθοδος του Σέξτου να τιτλοδοτεί τα επιχειρήματα με αντεπιχειρήματα πρέπει να ασκείται επίπονα, περίπτωση, την περίπτωση. Εξυπηρετικά, ο Σέξτος προετοιμάζει επίσης υποδείγματα επιχειρημάτων για κάθε σκοπό, τα οποία βοηθούν τον άρρωστο να υποστηρίξει άλλες θέσεις ώσπου να επιτευχθεί η ισοπαλία. Καθώς ο άρρωστος μετατρέπεται σε καρδαμωμένο διαλεκτικό, αφομοιώνει το μάθημα ότι «η λογική είναι μεγάλη κατεργάρα» και παύει να παίρνει τα φιλοσοφικά επιχειρήματα στα σοβαρά.

Ο Σέξτος δεν μπορεί να ισχυριστεί την θεραπευτική φιλοσοφία που σκιαγραφήσαμε πιο πάνω. Όποιος ισχυρίζεται μια πρόταση υπαινίσσεται ότι γνωρίζει πως είναι αληθής. Επομένως ο Σέξτος περιορίζει αυστηρά τα φιλοσοφικά του σχόλια. Για να καλύψει τα περιστασιακά ολισθήματα, διανθίζει τα γραπτά του με καθολικές διαψεύσεις:
Γιατί, σε σχέση με όλες τις εκφράσεις των σκεπτικιστών, πρέπει να συλλάβουμε πρώτα το γεγονός ότι δεν διατυπώνουμε κανέναν θετικό ισχυρισμό που αφορά την απόλυτη αλήθεια τους , εφόσον λέμε ότι πιθανώς αντικρούουν οι ίδιες τον εαυτό τους, βλέποντας ότι οι ίδιες συμπεριλαμβάνονται στα πράγματα για τα οποία εκφράζουν την αμφιβολία τους, όπως ακριβώς τα καθαρτικά φάρμακα δεν εξαλείφουν απλώς τα υγρά από το σώμα, αλλά αποβάλλονται και τα ίδια με τα υγρά. (Πυρρώνειες υποτυπώσεις Ι.1206)
Ο Σέξτος συνιστά τον πυρρωνισμό μάλλον ως τρόπο ζωής παρά ως δόγμα.

Ο πυρρωνισμός διαφέρει από τον σκεπτικισμό που άκμασε αφότου  ο Αρκεσίλαος ανέλαβε τα ηνία της πλατωνικής Ακαδημίας. Ο σπουδαιότερος εκπρόσωπος αυτής της νέας ακαδημίας, ο Καρνεάδης, διατεινόταν ότι η γνώση είναι αδύνατη. Οι στωικοί είχαν αντιτάξει ότι η αμφιβολία είναι παραλυτική. Δεν ξέρουμε τι κάνουμε στη συνέχεια. Οι σκεπτικιστές της νέας Ακαδημίας αποκρίθηκαν ότι οι αποφάσεις μπορούν να λαμβάνονται βάσει των πιθανοτήτων (ποιοτικού χαρακτήρα, όχι του αριθμητικού είδος που εισήγαγαν ο Πασκάλ και ο Φερμά τον 17ο αιώνα).

Μερικές προτάσεις είναι περισσότερο δικαιολογημένες από άλλες. Πολλοί σύγχρονοι επιστήμονες είναι μετριοπαθείς σκεπτικιστές αυτού του επιφυλακτικού είδους. Πιστεύουν στο αναπόφευκτο του ανθρώπινου σφάλματος και θεωρούν ότι μπορούμε να κάνουμε λάθος για τα πάντα. Με βάση ένα ελέγξιμο μείγμα παρατήρησης και θεωρίας, οι επιστήμονες αποδίδουν πιθανότητες στις υποθέσεις εργασίας. Καθώς εισέρχονται νέα στοιχεία , οι πιθανότητες αναθεωρούνται.
Η επιστήμη είναι μια σχεδία που επισκευάζεται διαρκώς. Κανένα μέρος δεν είναι ουσιώδες. Η σχεδία επιπλέει χάρη στη διεργασία της αναθεώρησης.
Ο Σέξτος δεν παραδέχεται ότι οι ακαδημαϊκοί σκεπτικιστές έχουν το δικαίωμα να ισχυρίζονται τη σαρωτική γενίκευση «η γνώση είναι αδύνατη». Μια απόδειξη ότι «δεν υπάρχει απόδειξη για το αν το χ είναι αληθές» τείνει να είναι πιο απαιτητική από την απόδειξη ενός τυπικού θεωρήματος. Για να αποδείξουμε ένα συμπέρασμα, χρειάζεται να βρούμε ένα και μόνο αδιάσειστο επιχείρημα υπέρ του.

Για να αποδείξουμε ότι το χ δεν μπορεί ούτε να αποδειχτεί, ούτε να ανταποδειχτεί, πρέπει να αποδείξουμε την καθολική πρόταση ότι δεν υπάρχουν επιχειρήματα υπέρ του χ ούτε επιχειρήματα υπέρ του όχι χ. Οι καθολικές προτάσεις επιβάλλουν ένα βαρύτερο φορτίο απόδειξης απ΄ότι οι επιμέρους προτάσεις. Συνεπώς ο ισχυρισμός «η γνώση είναι αδύνατη» αντικαθιστά απλώς το θετικό δογματισμό με τον αρνητικό δογματισμό.

Πιο ριζοσπαστικά, ο Σέξτος θεωρεί ότι είναι δογματικό να υποστηρίζουμε πως η πιθανότητα είναι ο οδηγός της ζωής. Για να αλλάξετε γνώμη βάσει των πιθανοτήτων, χρειάζεται να αποδώσετε κάποιες πιθανότητες πριν από οποιαδήποτε έρευνα. Αυτές οι προκαταβολικές πιθανότητες αποδίδονται χωρίς κάποια λογική. Τότε όμως αποδίδετε σε κάποιες πιθανότητες μεγαλύτερο κύρος απ΄ότι σε άλλες, χωρίς καμία βάση.

Αυτή η μεροληψία είναι δογματική. Ο Σέξτος παρουσιάζεται ως ο ανοιχτόμυαλος ερευνητής που αρνείται να παραδεχτεί πως οποιαδήποτε πεποίθηση είναι πιθανότερη από οποιαδήποτε άλλη. Εφόσον δεν θέλει να δεσμευτεί σε καμία πρόταση, δεν θέλει να ισχυριστεί ότι στερούμαστε γνώσης.
Γιατί απ’ όσο ξέρουμε, ξέρουμε τόσα όσα μοιάζουμε να ξέρουμε.
Γενικά ο Σέξτος δεν αποζητά να μετατρέψει ένα αντίπαλο από πιστό σε άπιστο, εξάλλου αυτό είναι απλώς πίστη στην άρνηση. Απλά δεν θέλει ούτε να κερδίσει, ούτε να χάσει, θέλει μόνο να παίξει αρκετά καλά ώστε να δείξει την ματαιότητα του παιχνιδιού. Εναντιώνεται στις φιλοσοφικές πεποιθήσεις όχι στις συνηθισμένες πεποιθήσεις που έχουμε στην καθημερινή μας ζωή.

«Μια σύντομη ιστορία του παράδοξου» Η φιλοσοφία και οι λαβύρινθοι του νου Roy Sorensen

«Ας υποθέσουμε ότι ο Πλάτων είναι φύλακας μιας γέφυρας.

Ο Πλάτων λέει στον Σωκράτη: «Αν ό,τι πεις είναι αλήθεια, τότε θα σ’ αφήσω να περάσεις τη γέφυρα· και αν ό,τι πεις είναι ψέμα, τότε θα σε ρίξω στο νερό».

Ο Σωκράτης αποκρίνεται: «Θα με ρίξεις στο νερό». Αυτό που είπε ο Σωκράτης είναι αλήθεια αν και μόνο αν, είναι ψέμα»

Αν νομίζετε ότι τα παράδοξα είναι απλώς αθώα παιχνίδια του νου και της λογικής πλανάστε. Στην καλύτερη περίπτωση, τα παράδοξα προκαλούν τις λογικές μας ικανότητες, μας συναρπάζουν και μας διασκεδάζουν αλλά δεν είναι ακίνδυνα αφού πολλές φορές έχουν σπρώξει σπουδαίους στοχαστές πέρα από τα όρια της λογικής, στην πλευρά της παραφροσύνης.

Στο βιβλίο «Μια σύντομη ιστορία του παράδοξου» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, ο καθηγητής Φιλοσοφίας Roy Sorensen γράφει μια ιστορία της φιλοσοφίας μέσα από τη δική του ματιά, μέσα από το πρίσμα του παράδοξου.

Κάθε εποχή αναπτύσσει τα δικά της παράδοξα ή προσεγγίζει με διαφορετικό τρόπο αυτά που εξακολουθούν να μένουν αναπάντητα. Κάποιοι από τους φιλοσοφικούς, επιστημονικούς, γνωστικούς ή αφηγηματικούς γρίφους έχουν βρει τη λύση τους, ενώ κάποιοι άλλοι παραμένουν ακόμα άλυτοι, αναλλοίωτοι μέσα στους αιώνες να χλευάζουν την πίστη μας στην ικανότητα της λογικής. Τι υπήρχε πριν από την αρχή του κόσμου και του σύμπαντος; Υπάρχει αρχή ή και τέλος, πριν ή και μετά; Είμαστε ελεύθεροι να πράττουμε όπως θέλουμε ή όχι; Οταν μπαίνω δυο φορές σ’ ένα ποτάμι μπαίνω στο ίδιο ποτάμι ή σε κάποιο άλλο, αφού το νερό κυλάει ασταμάτητα. Μπορώ να εμπιστευθώ τις λέξεις ή δεν έχουν νόημα; Είναι δυνατή η μετάφραση ή όχι; Πώς γίνεται να μιλάμε για άπειρους αριθμούς όταν κάθε αριθμός είναι πεπερασμένος;

Αυτά είναι τυχαία παραδείγματα μερικών ερωτημάτων που δύσκολα επιδέχονται σίγουρες απαντήσεις. Μας δίνουν όμως μια γεύση για την ελευθερία που προσφέρουν στη φιλοσοφία και τη σκέψη τέτοιοι συλλογισμοί. Κι αυτό, διότι τέτοια είναι η δύναμη της φιλοσοφίας και της νόησης που μπορεί να ανυψώνει τη σκέψη μας εξίσου σε λογικά και άλογα παραδείγματα, τέτοια είναι η δύναμη των παράδοξων -με την ευρεία έννοια που περιλαμβάνει και τα αινίγματα, τις αντιφάσεις, κι άλλους συλλογισμούς- που δίνουν στη φιλοσοφία την άνεση να υπερβαίνει τα όριά της, να κοιτά από ψηλά τα ανθρώπινα πράγματα και τον κόσμο, να αναρωτιέται για την ίδια την ορθότητα της λογικής και της αντίληψης. Ύστερα βέβαια, «από τη στιγμή που [ο φιλόσοφος] επιστρέφει στην παρέα των φίλων του και στην κοινωνία, η Φύση και το έθιμο υψώνουν ξανά το ανάστημά τους».

Κάθε ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου είναι αφιερωμένο σε κάποιον κεντρικό στοχαστή και στα κύρια παράδοξα, αινίγματα, ψευδοερωτήματα, στις αντιφάσεις, τις αντινομίες και τις ψευδαισθήσεις είτε που έθεσε ευθέως ο ίδιος είτε που αντιμετώπισε κατά την ανάπτυξη των θεωριών του. Κάθε ένα από τα μεμονωμένα παραδείγματα μπλέκεται με την ιστορική πορεία κάποιου συγκεκριμένου παράδοξου αλλά και με την ιστορία των παράδοξων εν γένει. Μ’ αυτόν τον τρόπο, η παράθεση των παράδοξων, η θεωρία για τη μορφή, το περιεχόμενο και την αντιμετώπισή τους βρίσκονται όλα μπλεγμένα σ’ αυτή την ασυνήθιστη, γλαφυρή και διασκεδαστική ιστορία των φιλοσοφικών παράδοξων.

«Η συγκινησιακή αντίδραση που ταιριάζει στο παράδοξο είναι η θυμηδία. Ενα συμπέρασμα που έρχεται σε αντίθεση με τον κοινό νου θα ήταν επικίνδυνο να το πάρουμε στα σοβαρά», γράφει ο Sorensen στο δέκατο ένατο κεφάλαιο και αυτή η πρόταση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως προειδοποίηση για ένα άλλο βιβλίο με την ίδια θεματική, «Το παράδοξο» της Doris Olin που κυκλοφόρησε το 2007 από τις εκδόσεις Οκτώ.

Το κείμενο αυτό μπορεί να θεωρηθεί συμπληρωματικό της «Σύντομης ιστορίας του παραδόξου» αν και έχει διαφορετικό χαρακτήρα, αφού περιορίζεται σε πιο εξειδικευμένα θεωρητικά ζητήματα. Ετσι, για την ανάγνωση και την κατανόηση αυτού του βιβλίου, ο αναγνώστης καλό είναι να νιώθει εξοικειωμένος με τους φιλοσοφικούς όρους, τους κανόνες και τα σύμβολα της Λογικής (για τα οποία μας κατατοπίζει ο επιμελητής κ. Πορτίδης στο Β’ παράρτημα του βιβλίου) ώστε να μπορέσει με ευκολία να ακολουθήσει την ανάλυση της συγγραφέως.

Στο βιβλίο της Doris Olin τα παράδοξα παύουν να έχουν νεφελώδες και αμφιλεγόμενο περιεχόμενο, δεν έχουν πια τον χαρακτήρα απολαυστικών αινιγμάτων ή λογικών αντιφάσεων που κατορθώνουν τελικά να διασκεδάσουν το νου μας. Εδώ, τα όριά τους περιγράφονται με σαφήνεια και σκοπός τώρα γίνεται η απομάγευση του παράλογου και η απογύμνωση της λογικής από τους παράδοξους συλλογισμούς, από την αναστάτωση και τα προβλήματα που προκαλούν στις αρχές και τις πεποιθήσεις μας οι «φαινομενικά έγκυροι συλλογισμοί με φαινομενικά αληθείς ή ψευδείς προκείμενες και φαινομενικά αληθή ή ψευδή συμπεράσματα». Έτσι, προκύπτει ένα διαφορετικό βιβλίο, ένα αμιγώς θεωρητικό δοκίμιο Λογικής που αναλύει μέχρι και την τελευταία λέξη μιας ευρείας ομάδας σύγχρονων, κυρίως, παράδοξων.

Με όποιο τρόπο κι αν προτιμήσει κανείς να προσεγγίσει το ζήτημα των παράδοξων, είναι σίγουρο λοιπόν πως υπάρχουν τουλάχιστον δύο δρόμοι: μπορεί να διασκεδάσει διαβάζοντας μια όχι και τόσο σύντομη ιστορία του παράδοξου που κάθε της κεφάλαιο κρύβει πολλούς θησαυρούς ή και να προσπαθήσει να αποδομήσει ακόμα και την πιο ανατριχιαστική λεπτομέρεια των σύγχρονων παράδοξων.

Παρόλο που μια προσεκτική μελέτη διδάσκει, για παράδειγμα, πότε πρέπει να αφήνουμε τα πράγματα στην τύχη ή πότε ένα παιχνίδι δεν είναι τόσο τυχερό όσο φαίνεται, σκεφτείτε με προσοχή τι θα αποκριθείτε αν κάποιος σας πει: «Αυτό που λέω είναι ψέμα».

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου