ΞΕΝ Ελλ 6.1.2–6.1.8
Ο Πολυδάμαντας ενώπιον της σπαρτιατικής συνέλευσης
Ο Ιάσονας, τύραννος των Φερών, είχε τη φιλοδοξία να αναγνωριστεί ως ταγός ολόκληρης της Θεσσαλίας και στη συνέχεια να καταστήσει την πόλη του ηγέτιδα δύναμη στον ελλαδικό χώρο. Θεώρησε, λοιπόν, σκόπιμο να προσεγγίσει τον Πολυδάμαντα, ηγέτη της Φαρσάλου, που όμως δεν επιθυμούσε να εγκαταλείψει τη συμμαχία του με τους Λακεδαιμονίους. Έτσι, ο Ιάσονας του υπέδειξε να μεταβεί στη Σπάρτη, για να ζητήσει βοήθεια, υπολογίζοντας –δικαιολογημένα, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια– ότι οι Σπαρτιάτες θα την αρνηθούν και έτσι ο Πολυδάμαντας θα αναγκαστεί να ανταποκριθεί στις αξιώσεις του.
[6.1.2] Σχεδὸν δὲ περὶ τοῦτον τὸν χρόνον καὶ ἐκ Θετταλίας
ἀφικνεῖται πρὸς τὸ κοινὸν τῶν Λακεδαιμονίων Πολυδάμας
Φαρσάλιος. οὗτος δὲ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ Θετταλίᾳ μάλα
ηὐδοκίμει, καὶ ἐν αὐτῇ τῇ πόλει οὕτως ἐδόκει καλός τε
κἀγαθὸς εἶναι ὥστε καὶ στασιάσαντες οἱ Φαρσάλιοι παρα-
κατέθεντο αὐτῷ τὴν ἀκρόπολιν, καὶ τὰς προσόδους ἐπέτρεψαν
λαμβάνοντι, ὅσα ἐγέγραπτο ἐν τοῖς νόμοις, εἴς τε τὰ ἱερὰ
ἀναλίσκειν καὶ εἰς τὴν ἄλλην διοίκησιν. [6.1.3] κἀκεῖνος μέντοι
ἀπὸ τούτων τῶν χρημάτων τήν τε ἄκραν φυλάττων διέσῳζεν
αὐτοῖς καὶ τἆλλα διοικῶν ἀπελογίζετο κατ’ ἐνιαυτόν. καὶ
ὁπότε μὲν ἐνδεήσειε, παρ’ ἑαυτοῦ προσετίθει, ὁπότε δὲ περι-
γένοιτο τῆς προσόδου, ἀπελάμβανεν. ἦν δὲ καὶ ἄλλως
φιλόξενός τε καὶ μεγαλοπρεπὴς τὸν Θετταλικὸν τρόπον.
οὗτος οὖν ἐπεὶ ἀφίκετο εἰς τὴν Λακεδαίμονα, εἶπε τοιάδε.
[6.1.4] Ἐγώ, ὦ ἄνδρες Λακεδαιμόνιοι, πρόξενος ὑμῶν ὢν καὶ
εὐεργέτης ἐκ πάντων ὧν μεμνήμεθα προγόνων, ἀξιῶ, ἐάν τέ
τι ἀπορῶ, πρὸς ὑμᾶς ἰέναι, ἐάν τέ τι χαλεπὸν ὑμῖν ἐν τῇ
Θετταλίᾳ συνιστῆται, σημαίνειν. ἀκούετε μὲν οὖν εὖ οἶδ’
ὅτι καὶ ὑμεῖς Ἰάσονος ὄνομα· ὁ γὰρ ἀνὴρ καὶ δύναμιν ἔχει
μεγάλην καὶ ὀνομαστός ἐστιν. οὗτος δὲ σπονδὰς ποιησά-
μενος συνεγένετό μοι, καὶ εἶπε τάδε· [6.1.5] Ὅτι μέν, ὦ Πολυδάμα,
καὶ ἄκουσαν τὴν ὑμετέραν πόλιν [Φάρσαλον] δυναίμην ἂν
παραστήσασθαι ἔξεστί σοι ἐκ τῶνδε λογίζεσθαι. ἐγὼ γάρ,
ἔφη, ἔχω μὲν Θετταλίας τὰς πλείστας καὶ μεγίστας πόλεις
συμμάχους· κατεστρεψάμην δ’ αὐτὰς ὑμῶν σὺν αὐταῖς τὰ
ἐναντία ἐμοὶ στρατευομένων. καὶ μὴν οἶσθά γε ὅτι ξένους
ἔχω μισθοφόρους εἰς ἑξακισχιλίους, οἷς, ὡς ἐγὼ οἶμαι, οὐ-
δεμία πόλις δύναιτ’ ἂν ῥᾳδίως μάχεσθαι. ἀριθμὸς μὲν γάρ,
ἔφη, καὶ ἄλλοθεν οὐκ ἂν ἐλάττων ἐξέλθοι· ἀλλὰ τὰ μὲν ἐκ
τῶν πόλεων στρατεύματα τοὺς μὲν προεληλυθότας ἤδη ταῖς
ἡλικίαις ἔχει, τοὺς δ’ οὔπω ἀκμάζοντας· σωμασκοῦσί γε μὴν
μάλα ὀλίγοι τινὲς ἐν ἑκάστῃ πόλει· παρ’ ἐμοὶ δὲ οὐδεὶς
μισθοφορεῖ, ὅστις μὴ ἱκανός ἐστιν ἐμοὶ ἴσα πονεῖν. [6.1.6] αὐτὸς
δ’ ἐστί, λέγειν γὰρ χρὴ πρὸς ὑμᾶς τἀληθῆ, καὶ τὸ σῶμα
μάλα εὔρωστος καὶ ἄλλως φιλόπονος. καὶ τοίνυν τῶν παρ’
αὐτῷ πεῖραν λαμβάνει καθ’ ἑκάστην ἡμέραν· ἡγεῖται γὰρ σὺν
τοῖς ὅπλοις καὶ ἐν τοῖς γυμνασίοις καὶ ὅταν πῃ στρατεύηται.
καὶ οὓς μὲν ἂν μαλακοὺς τῶν ξένων αἰσθάνηται, ἐκβάλλει,
οὓς δ’ ἂν ὁρᾷ φιλοπόνως καὶ φιλοκινδύνως ἔχοντας πρὸς
τοὺς πολέμους, τιμᾷ τοὺς μὲν διμοιρίαις, τοὺς δὲ τριμοιρίαις,
τοὺς δὲ καὶ τετραμοιρίαις, καὶ ἄλλοις δώροις, καὶ νόσων γε
θεραπείαις καὶ περὶ ταφὰς κόσμῳ· ὥστε πάντες ἴσασιν οἱ
παρ’ ἐκείνῳ ξένοι ὅτι ἡ πολεμικὴ αὐτοῖς ἀρετὴ ἐντιμότατόν
τε βίον καὶ ἀφθονώτατον παρέχεται. [6.1.7] ἐπεδείκνυε δέ μοι
εἰδότι ὅτι καὶ ὑπήκοοι ἤδη αὐτῷ εἶεν Μαρακοὶ καὶ Δόλοπες καὶ
Ἀλκέτας ὁ ἐν τῇ Ἠπείρῳ ὕπαρχος· ὥστε, ἔφη, τί ἂν ἐγὼ
φοβούμενος οὐ ῥᾳδίως ἂν ὑμᾶς οἰοίμην καταστρέψασθαι;
τάχα οὖν ὑπολάβοι ἄν τις ἐμοῦ ἄπειρος· Τί οὖν μέλλεις
καὶ οὐκ ἤδη στρατεύεις ἐπὶ τοὺς Φαρσαλίους; ὅτι νὴ Δία
τῷ παντὶ κρεῖττόν μοι δοκεῖ εἶναι ἑκόντας ὑμᾶς μᾶλλον ἢ
ἄκοντας προσαγαγέσθαι. βιασθέντες μὲν γὰρ ὑμεῖς τ’ ἂν
βουλεύοισθε ὅ τι δύναισθε κακὸν ἐμοί, ἐγώ τ’ ἂν ὑμᾶς ὡς
ἀσθενεστάτους βουλοίμην εἶναι· εἰ δὲ πεισθέντες μετ’ ἐμοῦ
γένοισθε, δῆλον ὅτι αὔξοιμεν ἂν ὅ τι δυναίμεθα ἀλλήλους.
[6.1.8] γιγνώσκω μὲν οὖν, ὦ Πολυδάμα, ὅτι ἡ σὴ πατρὶς εἰς σὲ
ἀποβλέπει· ἐὰν δέ μοι φιλικῶς αὐτὴν ἔχειν παρασκευάσῃς,
ὑπισχνοῦμαί σοι, ἔφη, ἐγὼ μέγιστόν σε τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι
μετ’ ἐμὲ καταστήσειν. οἵων δὲ πραγμάτων τὰ δεύτερά σοι
δίδωμι ἄκουε, καὶ μηδὲν πίστευέ μοι ὅ τι ἂν μὴ λογιζομένῳ
σοι ἀληθὲς φαίνηται. οὐκοῦν τοῦτο μὲν εὔδηλον ἡμῖν, ὅτι
Φαρσάλου προσγενομένης καὶ τῶν ἐξ ὑμῶν ἠρτημένων πόλεων
εὐπετῶς ἂν ἐγὼ ταγὸς Θετταλῶν ἁπάντων κατασταίην· ὥς
γε μήν, ὅταν ταγεύηται Θετταλία, εἰς ἑξακισχιλίους μὲν οἱ
ἱππεύοντες γίγνονται, ὁπλῖται δὲ πλείους ἢ μύριοι καθίστανται.
***
Την ίδια εποχή ήρθε από τη Θεσσαλία και παρουσιάστηκε στη Συνέλευση των Λακεδαιμονίων ο Πολυδάμας από τα Φάρσαλα. Τούτος είχε πολύ καλό όνομα σ' ολόκληρη τη Θεσσαλία, αλλά και την ίδια του την πόλη τού είχαν τέτοια εκτίμηση, ώστε ακόμη και σε καιρό εμφύλιας διαμάχης οι Φαρσάλιοι του εμπιστεύτηκαν την ακρόπολη, εξουσιοδοτώντας τον να εισπράττει τα δημόσια έσοδα σύμφωνα με τους νόμους και να τα ξοδεύει για τις λατρευτικές ανάγκες και γενικότερα για τη διοίκηση. Και πραγματικά, μ' αυτά τα χρήματα και την ακρόπολη φύλαγε ανέπαφη για λογαριασμό των συμπολιτών του, και για την υπόλοιπη διοίκηση φρόντιζε, παρουσιάζοντας απολογισμό κάθε χρόνο. Όταν μάλιστα υπήρχε έλλειμμα, το συμπλήρωνε από τη δική του περιουσία, κι όποτε πάλι περίσσευαν τα έσοδα έπαιρνε πίσω τις προκαταβολές που είχε δώσει. Χώρια από τούτα ήταν φιλόξενος και γενναιόδωρος με τον τρόπο των Θεσσαλών. Φτάνοντας λοιπόν στη Λακεδαίμονα μίλησε με τον ακόλουθο τρόπο πάνω κάτω:
«Εγώ, Λακεδαιμόνιοι, είμαι πρόξενος κι ευεργέτης σας όπως στάθηκαν κι όλοι οι πρόγονοί μου, από αμνημονεύτων χρόνων· γι' αυτό βρίσκω σωστό να προσφεύγω σε σας όταν έχω κάποια δυσκολία, αλλά και να σας ειδοποιώ όταν ετοιμάζεται κάτι κακό για σας στη Θεσσαλία.
»Ξέρω ότι και σε σας είναι γνωστό τ' όνομα του Ιάσονος ― γιατί ο άνθρωπος και μεγάλη δύναμη έχει και ξακουστός είναι. Αυτός λοιπόν ζήτησε εκεχειρία για να με συναντήσει και μου είπε τα εξής: "Στο χέρι μου θα 'ταν, Πολυδάμα, να πάρω με το μέρος μου την πόλη σας και δίχως τη θέλησή της, καθώς μπορείς να συμπεράνεις απ' όσα θα σου πω. Γιατί εγώ", είπε, "έχω συμμάχους τις πιο πολλές και τις πιο μεγάλες πόλεις της Θεσσαλίας, και τις υπόταξα μ' όλο που πολεμούσατε και σεις στο πλευρό τους εναντίον μου. Το ξέρεις, άλλωστε, ότι έχω κάπου έξι χιλιάδες ξένους μισθοφόρους, που καμιά πόλη ―νομίζω― δεν θα μπορούσε εύκολα ν' αντιμετωπίσει. Θα ήταν βέβαια δυνατό", συνέχισε, "να συγκροτηθεί κι από αλλού ισάριθμος στρατός, όμως στα στρατεύματα που αποτελούνται από πολίτες υπηρετούν και άνδρες προχωρημένοι στην ηλικία, καθώς και υπερβολικά νέοι ― κι έπειτα πολύ λίγοι σε κάθε πόλη γυμνάζουν το κορμί τους, ενώ σε μένα δεν υπηρετεί μισθοφόρος που να μην αντέχει στην κακουχία όσο κι εγώ". Κι ο ίδιος ―γιατί πρέπει να σας πω την αλήθεια― είναι πολύ γερός κι αγαπάει τη σκληραγωγία. Εξάλλου δοκιμάζει τους δικούς του καθημερινά, πηγαίνοντας επικεφαλής τους πάνοπλος και στα γυμνάσια και στις εκστρατείες του· και τους μισθοφόρους που θα βρει μαλθακούς τους διώχνει, ενώ όσους βλέπει να επιδιώκουν τη σκληραγωγία και τον πολεμικό κίνδυνο τους αμείβει με διπλό, τριπλό ή και τετραπλό μισθό, καθώς και μ' άλλα δώρα και με ιατρική περίθαλψη και ταφή με ιδιαίτερες τιμές· μ' αυτόν τον τρόπο, όλοι οι μισθοφόροι του ξέρουν ότι η πολεμική αρετή είναι που θα τους εξασφαλίσει την πιο πλούσια και τιμημένη ζωή.
»Εκτός απ' αυτά μου τόνισε ―πράγμα που ήδη γνώριζα― ότι είναι υπήκοοί του και οι Μαρακοί και οι Δόλοπες και ο Αλκέτας, ο κυβερνήτης της Ηπείρου. "Λοιπόν", είπε, "τι έχω να φοβηθώ, και γιατί να μην πιστεύω ότι εύκολα θα σας υπότασσα; Θ' αποκρινόταν ίσως ένας που δεν θα με ήξερε καλά: 'Τότε τι περιμένεις και δεν κινάς αμέσως να χτυπήσεις τους Φαρσαλίους;' Επειδή, μα τον Δία, το βρίσκω από κάθε άποψη προτιμότερο να σας πάρω με το μέρος μου με το καλό παρά με τη βία· γιατί αν έρθετε με τη βία, κι εσείς θα κοιτάζετε να με βλάψετε με κάθε τρόπο κι εγώ πάλι θα θέλω να 'στε όσο γίνεται πιο αδύναμοι· ενώ αν προσχωρήσετε με το καλό, είναι φανερό ότι θα αλληλοϋποστηριζόμαστε όσο μπορούμε. Ξέρω, Πολυδάμα, ότι η πατρίδα σου σε σένα έχει τα μάτια καρφωμένα: αν μου εξασφαλίσεις τη φιλία της, σου υπόσχομαι", είπε, "να σε κάνω πρώτο ανάμεσα στους Έλληνες, ύστερα από μένα. Άκουσε τώρα τι σημαίνει αυτή η δεύτερη θέση που σου δίνω ― και μην πιστέψεις παρά μόνο όσα θα σου φανούν ότι αντέχουν στον λογικό έλεγχο. Λοιπόν, τούτο είναι πάντως φανερό: ότι αν προσχωρήσουν τα Φάρσαλα κι οι πόλεις που εξαρτώνται από σας, εύκολα θα γίνω ηγεμόνας όλων των Θεσσαλών· καθώς κι ότι, όταν η Θεσσαλία έχει ηγεμόνα, οι ιππείς της ανέρχονται σε έξι χιλιάδες περίπου και οι οπλίτες σε περισσότερους από δέκα χιλιάδες.»
Την ίδια εποχή ήρθε από τη Θεσσαλία και παρουσιάστηκε στη Συνέλευση των Λακεδαιμονίων ο Πολυδάμας από τα Φάρσαλα. Τούτος είχε πολύ καλό όνομα σ' ολόκληρη τη Θεσσαλία, αλλά και την ίδια του την πόλη τού είχαν τέτοια εκτίμηση, ώστε ακόμη και σε καιρό εμφύλιας διαμάχης οι Φαρσάλιοι του εμπιστεύτηκαν την ακρόπολη, εξουσιοδοτώντας τον να εισπράττει τα δημόσια έσοδα σύμφωνα με τους νόμους και να τα ξοδεύει για τις λατρευτικές ανάγκες και γενικότερα για τη διοίκηση. Και πραγματικά, μ' αυτά τα χρήματα και την ακρόπολη φύλαγε ανέπαφη για λογαριασμό των συμπολιτών του, και για την υπόλοιπη διοίκηση φρόντιζε, παρουσιάζοντας απολογισμό κάθε χρόνο. Όταν μάλιστα υπήρχε έλλειμμα, το συμπλήρωνε από τη δική του περιουσία, κι όποτε πάλι περίσσευαν τα έσοδα έπαιρνε πίσω τις προκαταβολές που είχε δώσει. Χώρια από τούτα ήταν φιλόξενος και γενναιόδωρος με τον τρόπο των Θεσσαλών. Φτάνοντας λοιπόν στη Λακεδαίμονα μίλησε με τον ακόλουθο τρόπο πάνω κάτω:
«Εγώ, Λακεδαιμόνιοι, είμαι πρόξενος κι ευεργέτης σας όπως στάθηκαν κι όλοι οι πρόγονοί μου, από αμνημονεύτων χρόνων· γι' αυτό βρίσκω σωστό να προσφεύγω σε σας όταν έχω κάποια δυσκολία, αλλά και να σας ειδοποιώ όταν ετοιμάζεται κάτι κακό για σας στη Θεσσαλία.
»Ξέρω ότι και σε σας είναι γνωστό τ' όνομα του Ιάσονος ― γιατί ο άνθρωπος και μεγάλη δύναμη έχει και ξακουστός είναι. Αυτός λοιπόν ζήτησε εκεχειρία για να με συναντήσει και μου είπε τα εξής: "Στο χέρι μου θα 'ταν, Πολυδάμα, να πάρω με το μέρος μου την πόλη σας και δίχως τη θέλησή της, καθώς μπορείς να συμπεράνεις απ' όσα θα σου πω. Γιατί εγώ", είπε, "έχω συμμάχους τις πιο πολλές και τις πιο μεγάλες πόλεις της Θεσσαλίας, και τις υπόταξα μ' όλο που πολεμούσατε και σεις στο πλευρό τους εναντίον μου. Το ξέρεις, άλλωστε, ότι έχω κάπου έξι χιλιάδες ξένους μισθοφόρους, που καμιά πόλη ―νομίζω― δεν θα μπορούσε εύκολα ν' αντιμετωπίσει. Θα ήταν βέβαια δυνατό", συνέχισε, "να συγκροτηθεί κι από αλλού ισάριθμος στρατός, όμως στα στρατεύματα που αποτελούνται από πολίτες υπηρετούν και άνδρες προχωρημένοι στην ηλικία, καθώς και υπερβολικά νέοι ― κι έπειτα πολύ λίγοι σε κάθε πόλη γυμνάζουν το κορμί τους, ενώ σε μένα δεν υπηρετεί μισθοφόρος που να μην αντέχει στην κακουχία όσο κι εγώ". Κι ο ίδιος ―γιατί πρέπει να σας πω την αλήθεια― είναι πολύ γερός κι αγαπάει τη σκληραγωγία. Εξάλλου δοκιμάζει τους δικούς του καθημερινά, πηγαίνοντας επικεφαλής τους πάνοπλος και στα γυμνάσια και στις εκστρατείες του· και τους μισθοφόρους που θα βρει μαλθακούς τους διώχνει, ενώ όσους βλέπει να επιδιώκουν τη σκληραγωγία και τον πολεμικό κίνδυνο τους αμείβει με διπλό, τριπλό ή και τετραπλό μισθό, καθώς και μ' άλλα δώρα και με ιατρική περίθαλψη και ταφή με ιδιαίτερες τιμές· μ' αυτόν τον τρόπο, όλοι οι μισθοφόροι του ξέρουν ότι η πολεμική αρετή είναι που θα τους εξασφαλίσει την πιο πλούσια και τιμημένη ζωή.
»Εκτός απ' αυτά μου τόνισε ―πράγμα που ήδη γνώριζα― ότι είναι υπήκοοί του και οι Μαρακοί και οι Δόλοπες και ο Αλκέτας, ο κυβερνήτης της Ηπείρου. "Λοιπόν", είπε, "τι έχω να φοβηθώ, και γιατί να μην πιστεύω ότι εύκολα θα σας υπότασσα; Θ' αποκρινόταν ίσως ένας που δεν θα με ήξερε καλά: 'Τότε τι περιμένεις και δεν κινάς αμέσως να χτυπήσεις τους Φαρσαλίους;' Επειδή, μα τον Δία, το βρίσκω από κάθε άποψη προτιμότερο να σας πάρω με το μέρος μου με το καλό παρά με τη βία· γιατί αν έρθετε με τη βία, κι εσείς θα κοιτάζετε να με βλάψετε με κάθε τρόπο κι εγώ πάλι θα θέλω να 'στε όσο γίνεται πιο αδύναμοι· ενώ αν προσχωρήσετε με το καλό, είναι φανερό ότι θα αλληλοϋποστηριζόμαστε όσο μπορούμε. Ξέρω, Πολυδάμα, ότι η πατρίδα σου σε σένα έχει τα μάτια καρφωμένα: αν μου εξασφαλίσεις τη φιλία της, σου υπόσχομαι", είπε, "να σε κάνω πρώτο ανάμεσα στους Έλληνες, ύστερα από μένα. Άκουσε τώρα τι σημαίνει αυτή η δεύτερη θέση που σου δίνω ― και μην πιστέψεις παρά μόνο όσα θα σου φανούν ότι αντέχουν στον λογικό έλεγχο. Λοιπόν, τούτο είναι πάντως φανερό: ότι αν προσχωρήσουν τα Φάρσαλα κι οι πόλεις που εξαρτώνται από σας, εύκολα θα γίνω ηγεμόνας όλων των Θεσσαλών· καθώς κι ότι, όταν η Θεσσαλία έχει ηγεμόνα, οι ιππείς της ανέρχονται σε έξι χιλιάδες περίπου και οι οπλίτες σε περισσότερους από δέκα χιλιάδες.»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου