Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Κύκλωψ (437-482)

ΧΟ. ὦ φίλτατ᾽, εἰ γὰρ τήνδ᾽ ἴδοιμεν ἡμέραν
Κύκλωπος ἐκφυγόντες ἀνόσιον κάρα.
ὡς διὰ μακροῦ γε †τὸν σίφωνα τὸν φίλον
440 χηρεύομεν τόνδ᾽ οὐκ ἔχομεν καταφαγεῖν.†
ΟΔ. ἄκουε δή νυν ἣν ἔχω τιμωρίαν
θηρὸς πανούργου σῆς τε δουλείας φυγήν.
ΧΟ. λέγ᾽, ὡς Ἀσιάδος οὐκ ἂν ἥδιον ψόφον
κιθάρας κλύοιμεν ἢ Κύκλωπ᾽ ὀλωλότα.
445 ΟΔ. ἐπὶ κῶμον ἕρπειν πρὸς κασιγνήτους θέλει
Κύκλωπας ἡσθεὶς τῶιδε Βακχίου ποτῶι.
ΧΟ. ξυνῆκ᾽· ἔρημον ξυλλαβὼν δρυμοῖσί νιν
σφάξαι μενοινᾶις ἢ πετρῶν ὦσαι κάτα.
ΟΔ. οὐδὲν τοιοῦτον· δόλιος ἡ προθυμία.
450 ΧΟ. πῶς δαί; σοφόν τοί σ᾽ ὄντ᾽ ἀκούομεν πάλαι.
ΟΔ. κώμου μὲν αὐτὸν τοῦδ᾽ ἀπαλλάξαι, λέγων
ὡς οὐ Κύκλωψι πῶμα χρὴ δοῦναι τόδε,
μόνον δ᾽ ἔχοντα βίοτον ἡδέως ἄγειν.
ὅταν δ᾽ ὑπνώσσηι Βακχίου νικώμενος,
455 ἀκρεμὼν ἐλαίας ἔστιν ἐν δόμοισί τις,
ὃν φασγάνωι τῶιδ᾽ ἐξαποξύνας ἄκρον
ἐς πῦρ καθήσω· κἆιθ᾽ ὅταν κεκαυμένον
ἴδω νιν, ἄρας θερμὸν ἐς μέσην βαλῶ
Κύκλωπος ὄψιν ὄμμα τ᾽ ἐκτήξω πυρί.
460 ναυπηγίαν δ᾽ ὡσεί τις ἁρμόζων ἀνὴρ
διπλοῖν χαλινοῖν τρύπανον κωπηλατεῖ,
οὕτω κυκλώσω δαλὸν ἐν φαεσφόρωι
Κύκλωπος ὄψει καὶ συναυανῶ κόρας.
ΧΟ. ἰοὺ ἰού·
465 γέγηθα μαινόμεσθα τοῖς εὑρήμασιν.
ΟΔ. κἄπειτα καὶ σὲ καὶ φίλους γέροντά τε
νεὼς μελαίνης κοῖλον ἐμβήσας σκάφος
διπλαῖσι κώπαις τῆσδ᾽ ἀποστελῶ χθονός.
ΧΟ. ἔστ᾽ οὖν ὅπως ἂν ὡσπερεὶ σπονδῆς θεοῦ
470 κἀγὼ λαβοίμην τοῦ τυφλοῦντος ὄμματα
δαλοῦ; πόνου γὰρ τοῦδε κοινωνεῖν θέλω.
ΟΔ. δεῖ γοῦν· μέγας γὰρ δαλός, οὗ ξυλληπτέον.
ΧΟ. ὡς κἂν ἁμαξῶν ἑκατὸν ἀραίμην βάρος,
εἰ τοῦ Κύκλωπος τοῦ κακῶς ὀλουμένου
475 ὀφθαλμὸν ὥσπερ σφηκιὰν ἐκθύψομεν.
ΟΔ. σιγᾶτέ νυν· δόλον γὰρ ἐξεπίστασαι·
χὤταν κελεύω, τοῖσιν ἀρχιτέκτοσιν
πείθεσθ᾽. ἐγὼ γὰρ ἄνδρας ἀπολιπὼν φίλους
τοὺς ἔνδον ὄντας οὐ μόνος σωθήσομαι.
480 [καίτοι φύγοιμ᾽ ἂν κἀκβέβηκ᾽ ἄντρου μυχῶν·
ἀλλ᾽ οὐ δίκαιον ἀπολιπόντ᾽ ἐμοὺς φίλους
ξὺν οἷσπερ ἦλθον δεῦρο σωθῆναι μόνον.]

***
ΧΟΡ. Φίλε μου καλέ, μακάρι κείνη να ᾽ρχονταν η μέρα
του λυτρωμού απ᾽ τον Κύκλωπα — κακή ψυχρή του ώρα.
Πάει πολύς καιρός που εχήρεψε τούτο μου το σιφώνι
(δείχνει τον φαλλό του)
440 —τώρα όμως θα του βρω την πιο έμορφη κρυψώνα!
ΟΔΥ. Άκου τότε τί λογής τιμωρία έχω στον νου μου
για το τέρας το πανούργο — και για σένα γλιτωμόν
από την πικρή σκλαβιά.
ΧΟΡ. Λέγε, λέγε! Μπαγλαμάδες και μπουζούκια να βαρούσαν,
τόσο δεν θ᾽ αναγαλλιούσα όσο αν μου προφταίναν πως
—«Πάει, πέθανε ο Κύκλωψ»!
445 ΟΔΥ. Πάει να βρει τ᾽ αδέρφια του, όλους τους άλλους Κύκλωπες·
θέλει να βγει για καντάδα — είναι, βλέπεις, τρελαμένος
με του Βάκχου το ποτό.
ΧΟΡ. Το ᾽πιασα! Έβαλες σχέδιο να τον ξεμοναχιάσεις,
να τον σφάξεις μες στο δάσος ή και να τονε γκρεμίσεις
πάνω στα κατσάβραχα.
ΟΔΥ. Καμιά σχέση. Με δολοπλοκία λέω να τον φέρω βόλτα.
450 ΧΟΡ. Δηλαδή πώς ακριβώς; Καλά λεν όλοι πως είσαι
σπίρτο, ατσίδας και ξυράφι!
ΟΔΥ. Πρώτα πρώτα, τις καντάδες τού τις κόβω εγώ μεμιάς:
θα του πω ότι δεν πρέπει το πιοτό να μοιραστεί
με τους άλλους Κύκλωπες,
μα να το κρατήσει ο ίδιος, να φχαριστηθεί κρασάκι.
Κι άμα τονε πάρει ο ύπνος, νικημένον απ᾽ τον Βάκχο
—έχει μέσα στη σπηλιά ένα λιόκλαδο χοντρό·
455 θα το ξύσω με τη σπάθα,
να ᾽ναι μυτερό μπροστά, θα το βάλω στη φωτιά,
κι άμα δω καλά να κάψει, θα το βγάλω από κει πέρα
και καυτό θα το καρφώσω μες στου Κύκλωπα το μάτι
και θα του το ζεματίσω.
460 Κι όπως το τρυπάνι που ᾽χουν και σκαρώνουνε καράβια
και το πάνε και το φέρνουν, έγια μόλα έγια λέσα,
με λουρί διπλό βαστώντας
έτσι θέλω εγώ να στρίψω το παλούκι, το δαυλί,
μες στο μάτι του θηρίου και το φως του να μαράνω.
465 ΧΟΡ. Γιούχου! Γιούχου! Τί χαρά! Σκέτη τρέλα! Ρε, μυαλό!
ΟΔΥ. Κι έτσι εσένα, τους συντρόφους και τον γέροντα μαζί
μες στο ολόμαυρο καράβι το κυρτό θα σας μπαρκάρω,
και με δυο σειρές κουπιά θα σας στείλω μακριά
απ᾽ αυτήν εδώ τη χώρα.
ΧΟΡ. Μήπως γίνεται ν᾽ αγγίξω, σαν να ήταν αγιασμός, το δαυλί που βγάζει μάτια;
471 Θέλω να ᾽χω μερτικό στη δουλειά και στον αγώνα!
ΟΔΥ. Μα και βέβαια! Είν᾽ ανάγκη: το μεγάλο το δαυλί θέλει και πολλοχεριά.
ΧΟΡ. Κι από φορτηγά εκατό θενα βάσταγα φορτίο,
του Πολύφημου αν είναι —που κακή να τού ᾽ρθει ώρα—
475 να καπνίσω τη ματάρα, σαν καμιά σφηκοφωλιά.
ΟΔΥ. Πάψε τώρα· το κατέχεις το πανούργο σχέδιό μας.
Και σαν δώσω εγώ το σήμα, να υπακούς στον εργολάβο!
Εγώ, βλέπεις, δεν θ᾽ αφήσω τους συντρόφους που ᾽ναι μέσα (δείχνει το σπήλαιο),
μοναχός για να σωθώ.
(Μπαίνει στο σπήλαιο)

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Τα μυστικά της γραφής

3.4.6 Τα πρώτα συστήματα γραφής

Εικονογραφικά, ιδεογραφικά, σημασιογραφικά συστήματα


Παρακολουθήσαμε ως τώρα τα πρώτα δειλά βήματα για τη δημιουργία ενός συστήματος καταγραφής της πληροφορίας. Το κύριο κίνητρο, που ενισχύεται καθώς η ζωή των ανθρώπων γίνεται πιο σύνθετη, ήταν, όπως είδαμε, η αρίθμηση. Αλλά αυτά τα συστήματα αρίθμησης δεν αποτελούν ακόμη πλήρη γραφή, γιατί δεν καταγράφουν τον γλωσσικό ήχο αλλά καταγράφουν αντικείμενα, ιδέες, έννοιες, σημασίες. Γι' αυτό τα ονομάζουμε εικονογραφικά) ιδεογραφικά, σημασιογραφικά. Στα συστήματα αυτά δεν ισχύει αυτό που όλοι μας αναγνωρίζουμε ως γραφή: η σταθερή και υποχρεωτική αντιστοίχιση των σημαδιών της γραφής με γλωσσικές μονάδες (λ.χ. συλλαβές, φθόγγους).

Τα εικονογραφικά/ιδεογραφικά ή σημασιογραφικά αυτά συστήματα είναι ανεξάρτητα από τη γλώσσα, με τον ίδιο τρόπο που είναι ανεξάρτητα από τη γλώσσα τα σήματα της τροχαίας σήμερα ή οι αριθμοί. Και τα δύο αυτά συστήματα είναι εικονογραφικά/ιδεογραφικά/σημασιογραφικά. Όλοι καταλαβαίνουν τί σημαίνουν, άσχετα και ανεξάρτητα από τη μητρική τους γλώσσα. Έτσι, ένας Άγγλος ή ένας Γάλλος μπορεί να καταλάβει τί σημαίνει ένας αριθμός ή ένα σήμα της τροχαίας, χωρίς να εμποδίζεται από τη διαφορά της μητρικής του γλώσσας.

Οι Κινέζοι χρησιμοποιούν και σήμερα ένα σημασιογραφικό/ιδεογραφικό σύστημα. Τα σημεία της γραφής τους αποδίδουν σημασίες και όχι γλωσσικούς ήχους. Στην Κίνα μιλιούνται διαφορετικές γλώσσες. Αλλά όλοι μπορούν, παρά τις διαφορές, να διαβάσουν την ίδια εφημερίδα, γιατί τα σημεία εκφράζουν σημασίες και όχι γλωσσικούς ήχους. Έτσι, αν κάποιος στη Σαγκάη διαβάζει φωναχτά μια εφημερίδα και έχει δίπλα του κάποιον από το Πεκίνο, ο διπλανός του δεν θα καταλάβει τίποτε από τη φωναχτή ανάγνωση, ενώ μπορεί να καταλάβει πλήρως τί λέει η εφημερίδα αν τη διαβάσει ο ίδιος. Πολύ συχνά συμβαίνει, όταν συναντιούνται άνθρωποι από διαφορετικά μέρη της Κίνας όπου μιλιούνται διαφορετικές γλώσσες, να συνεννοούνται σημειώνοντας στο χαρτί ή «ζωγραφίζοντας» στον αέρα χαρακτήρες της κινέζικης γραφής.

Όπως βλέπουμε, ένα σημασιογραφικό σύστημα όπως το κινέζικο έχει το προτέρημα ότι λύνει το πρόβλημα της πολυγλωσσίας: οι άνθρωποι, παρά τις διαφορετικές μητρικές τους γλώσσες, μπορούν να συνεννοούνται μέσω της γραφής, όπως συμβαίνει με τους αριθμούς ή τα σήματα της τροχαίας. Αλλά οι αριθμοί και τα σήματα της τροχαίας αφορούν έναν ειδικό, περιορισμένο χώρο πληροφορίας. Όταν το σημασιογραφικό/ιδεογραφικό σύστημα καλείται, όπως στα κινέζικα, να «καλύψει» όλο το εύρος των σημασιών που χρειάζονται για την επικοινωνία και χρησιμοποιούνται σε αυτή, τότε προκύπτει ένα μεγάλο μειονέκτημα: χρειάζεται ένας τεράστιος αριθμός σημείων για να καλυφθεί όλο αυτό το εύρος. Υπολογίζεται ότι ένας Κινέζος, για να θεωρείται «εγγράμματος», πρέπει να ξέρει 3.000 τουλάχιστον ιδεογραφικούς/σημασιογραφικούς χαρακτήρες από ένα σύνολο 50.000 (για την ακρίβεια 49.905).

Μπορείτε να καταλάβετε, ακόμη, πόσο μεγάλο πρόβλημα είναι αυτό για το μικρό κινεζάκι που πάει στο σχολείο. Δεν θα μπορέσει, βέβαια, στο σχολείο να μάθει όλους αυτούς τους χαρακτήρες. Θα το κάνει συνεχίζοντας σε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του. Γι' αυτό και στην κινεζική εκπαίδευση η πρώτη επαφή του μικρού παιδιού με τη γραφή δεν γίνεται με βάση το σημασιογραφικό/ιδεογραφικό σύστημα αλλά με βάση το λατινικό αλφάβητο). Μπορείτε να συγκρίνετε (και να βγάλετε μόνοι σας τα συμπεράσματά σας) τους 3.000 χαρακτήρες που έχει να μάθει το κινεζάκι, με τα 24 γράμματα του αλφαβήτου, που πρέπει να μάθει το ελληνόπουλο στις πρώτες τάξεις του δημοτικού.

Το αντίθετο του Φόβου

Εκείνη τη νύχτα ο Διηνέκης κοιμήθηκε λιγότερο ακόμα. Τον ένιωσα να σαλεύει και σηκώθηκα. «Ξάπλωσε» πρόσταξε. Με έσπρωξε πάλι κάτω. «Δεν πέρασε ακόμα ούτε η δεύτερη σκοπιά». Είχε αποκοιμηθεί με τη σπολάδα και καθώς σηκωνόταν όλες οι ταλαιπωρημένες αρθρώσεις του διαμαρτυρήθηκαν. Άκουσα τα κόκαλα του σβέρκου του να τρίζουν και να βγάζει πηχτό φλέγμα από τα πνευμόνια του, που είχε κάψει στην Οινόη ανασαίνοντας φωτιά. Κι αυτή η πληγή, όπως οι άλλες, δεν είχε γιάνει ποτέ πραγματικά.

«Άσε με να σε βοηθήσω, αφέντη».

«Κοιμήσου. Μη με αναγκάσεις να σ' το ξαναπώ».

Άρπαξε ένα από τα κοντάρια του, από ‘κει που ήταν τα όπλα και κρέμασε την ασπίδα του στον ώμο απ' το λουρί της. Κούτσαινε από το ένα πόδι. Κατευθύνθηκε εκεί που βρίσκονταν η ομάδα του Λεωνίδα και οι ιππείς του. Ίσως ο βασιλιάς να ήταν ξυπνητός και να ήθελε παρέα.

Θυμάμαι κάτι που είχε πει ο αφέντης μου κάποτε για τα πεδία των μαχών. Συνέβη στην Τρίτεια, όταν ο στρατός ήρθε αντιμέτωπος με τους πολεμιστές της Αχαΐας σε ένα λιβάδι με ώριμο κριθάρι. Η φοβερή σφαγή έγινε απέναντι από έναν ναό, όπου σε καιρό ειρήνης οι παράφρονες και οι σεληνιασμένοι, μεταφέρονταν από τις οικογένειές τους για να προσευχηθούν και να προσφέρουν θυσία στη Φιλεύσπλαχνη Δήμητρα και στην Περσεφόνη. «Κανένας χωρομέτρης δε σημειώνει μια περιοχή και δηλώνει: "Εδώ θα γίνει μάχη". Το έδαφος είναι συνήθως αφιερωμένο σε έναν ειρηνικό σκοπό, συχνά σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη από βοήθεια και οίκτο. Αυτή είναι η ειρωνεία της υπόθεσης».

Ακόμα και μέσα στα ορεινά και εχθρικά από τοπογραφικής άποψης όρια της Ελλάδας, υπάρχουν αυτές οι φιλόξενες για πόλεμο τοποθεσίες, όπως τα Οινόφυτα, η Τανάγρα, η Κορώνεια, ο Μαραθώνας, η Χαιρώνεια, τα Λεύκτρα. Πεδιάδες και περάσματα όπου οι στρατοί συγκρούονταν γενιές ολόκληρες.

Το πέρασμα στις Θερμοπύλες ήταν ένα τέτοιο μέρος. Εδώ σ' αυτά τα απόκρημνα στενά, οι αντιμαχόμενες δυνάμεις αλληλοσκοτώνονταν από την εποχή του Ιάσονα και του Ηρακλή. Εδώ είχαν πολεμήσει ορεινές φυλές, άγριες φατρίες, κουρσάροι, ομάδες μεταναστών, βάρβαροι και εισβολείς από τον Βορρά και τη Δύση. Ο πόλεμος και η ειρήνη εναλλάσσονταν σ' αυτό το μέρος για αιώνες, οι λουόμενοι και οι πολεμιστές, οι μεν έρχονταν για τα νερά, οι δε για το αίμα.

Το τείχος ήταν έτοιμο πια.

Από δω που βρισκόμουν έβλεπα τις σκοπιές πάνω στο τείχος και τα τρία έτοιμα τάγματα, δύο αρκαδικά και ένα σπαρτιατικό, με πλήρη πανοπλία, σε κάθε πυργίσκο.

Ο Λεωνίδας ήταν, πράγματι, ξυπνητός. Τα μακριά ατσαλόχρωμα μαλλιά του διακρίνονταν καθαρά δίπλα στη φωτιά των διοικητών. Ο Διηνέκης τον βρήκε να κάθεται ανάμεσα σε μια ομάδα αξιωματικών. Κατάφερα να ξεχωρίσω τον Διθύραμβο, τον αρχηγό των Θεσπιέων· τον Λεοντιάδη, τον Θηβαίο διοικητή· τον Πολύνεικο· τα αδέλφια Αλφεό και Μάρωνα και αρκετούς Σπαρτιάτες ιππείς.

Ο ουρανός είχε αρχίσει να φωτίζεται. Ένιωσα ανθρώπους να κινούνται δίπλα μου. Ο Αλέξανδρος και ο Αρίστωνας είχαν ξυπνήσει κι αυτοί και τώρα στέκονταν πλάι μου. Οι νεαροί πολεμιστές, όπως κι εγώ, κάρφωσαν το βλέμμα στους αξιωματικούς και πρωταθλητές που περιέβαλλαν τον βασιλιά. Όλοι οι παλαίμαχοι το ήξεραν, θα πολεμούσαν τιμημένα. «Εμείς πώς θα τα πάμε;» Ο Αλέξανδρος έβαλε λόγια στην άφατη αγωνία, που είχε κυριεύσει τις καρδιές των νεαρών συντρόφων του. «Θα βρούμε την απάντηση στο ερώτημα του Διηνέκη; Θα ανακαλύψουμε μέσα μας το αντίθετο του φόβου;»

Τρεις μέρες πριν την αναχώρηση από τη Σπάρτη, ο αφέντης μου είχε συγκεντρώσει τους πολεμιστές και τους βοηθητικούς της ενωμοτίας του και διοργάνωσε ένα κυνήγι με δικά του έξοδα. Ήταν ένας τρόπος να αποχαιρετήσουν όχι μόνο ο ένας τον άλλο αλλά και τα βουνά της πατρίδας τους. Κανείς δεν είπε λέξη για τις Πύλες ή για τις επερχόμενες δοκιμασίες. Ήταν μια θαυμάσια εκδρομή, που την ευλόγησαν οι θεοί με αρκετά εξαίρετα θηράματα, όπως ένα υπέροχο αγριογούρουνο που σκότωσαν ο Αυτόχειρας και ο Αρίστωνας με το ακόντιο και την αιχμή του που ήταν ίση με ένα πόδι.

Κατά το σούρουπο οι κυνηγοί, καμιά δεκαριά περίπου, και οι διπλάσιοι βοηθοί και είλωτες που υπηρετούσαν στα κυνήγια, στρογγυλοκάθισαν ευδιάθετοι γύρω από αρκετές φωτιές, ανάμεσα στους λόφους πάνω από τις Θυρίδες. Ο φόβος θρονιάστηκε κι αυτός ανάμεσά τους. Ενώ οι άλλοι κυνηγοί κουβέντιαζαν γύρω από τις χωριστές φωτιές τους, διασκεδάζοντας με ψέματα για τα θηράματα και φιλικά πειράγματα, ο Διηνέκης καθάρισε τον χώρο δίπλα του και κάλεσε τον Αλέξανδρο και τον Αρίστωνα να καθίσουν. Κατάλαβα την πρόθεση του αφέντη μου. Θα μιλούσε για τον φόβο, γιατί εκείνοι οι νεαροί που δεν είχαν χύσει ακόμα σταγόνα αίμα στη μάχη, παρά τη σιωπή τους ή ίσως εξαιτίας της, είχαν αρχίσει να λιποψυχούν αναλογιζόμενοι αυτά που τους περίμεναν.

«Όλη μου τη ζωή» άρχισε ο Διηνέκης «ένα ερώτημα με έκαιγε. Ποιο είναι το αντίθετο του φόβου;».

«Το να το πεις αφοβία δεν έχει νόημα. Είναι απλώς ένα όνομα, μια θέση που εκφράζεται ως αντίθεση. Το να αποκαλείς το αντίθετο του φόβου αφοβία δε λέει τίποτα. Θέλω να ξέρω το πραγματικό αντίθετό του, όπως μέρα και νύχτα, ουρανός και γη».

«Να είναι μια θετική έκφραση» είπε ο Αρίστωνας.

«Ακριβώς!» Ο Διηνέκης κοίταξε επιδοκιμαστικά τον νέο άντρα. Σταμάτησε να μελετήσει τα πρόσωπα των δύο νέων. Άκουγαν αυτά που τους έλεγε; Ενδιαφέρονταν; Ήταν όπως αυτός, αληθινοί μαθητές του θέματος εκείνου;

«Πώς μπορεί να δαμάσει κανείς τον φόβο του θανάτου, αυτόν τον αρχέγονο τρόμο που κυλάει στο αίμα μας, σε όλη μας τη ζωή, τόσο στα ζώα όσο και στους ανθρώπους;»

Έδειξε τα σκυλιά που είχαν διπλαρώσει τον Αυτόχειρα.

«Μια αγέλη σκύλων βρίσκει το κουράγιο να επιτεθεί σε ένα λιοντάρι. Κάθε σκύλος γνωρίζει τη θέση του. Φοβάται τον σκύλο που είναι μπρος του και τρέφει τον φόβο εκείνου που είναι πίσω του. Ο φόβος δαμάζει τον φόβο. Αυτό κάνουμε κι εμείς οι Σπαρτιάτες. Βάζουμε πάνω από τον φόβο του θανάτου έναν ακόμα μεγαλύτερο φόβο: αυτόν της ατίμωσης. Του αποκλεισμού από το κοπάδι».

Ο Αυτόχειρας εκείνη τη στιγμή βρήκε να πετάξει αρκετά κομμάτια κρέας στα σκυλιά. Εκείνα άρπαξαν με μανία τα απομεινάρια από το χορτάρι. Το δυνατότερο βούτηξε τη μερίδα του λέοντος.

Ο Διηνέκης χαμογέλασε θλιμμένα.

«Είναι όμως αυτό θάρρος; Το ίδιο δεν είναι όταν ενεργείς από φόβο μήπως ατιμαστείς; Δε σου το επιβάλλει πάλι ο φόβος;»

Ο Αλέξανδρος τον ρώτησε τι έψαχνε να βρει.

«Κάτι πιο ευγενικό. Μια υψηλότερη μορφή του μυστηρίου. Αγνή. Αψεγάδιαστη».

Είπε πως για κάθε άλλο ερώτημα μπορούσε να απευθυνθεί κανείς στη σοφία των θεών. «Όχι όμως και για θέματα θάρρους. Τι έχουν να μας διδάξουν οι θεοί; Αυτοί δεν πεθαίνουν. Τα πνεύματά τους δεν κατοικούν, όπως τα δικά μας, σ' αυτό εδώ». Έδειξε το σώμα, τη σάρκα. «Εδώ μέσα παράγεται ο φόβος».

Ο Διηνέκης κοίταξε πάλι τον Αυτόχειρα, μετά τον Αλέξανδρο, τον Αρίστωνα κι εμένα.

«Εσείς οι νέοι φαντάζεστε ότι εμείς οι παλιοί πολεμιστές έχουμε τιθασεύσει τον φόβο. Όμως τον νιώθουμε τόσο έντονα όσο εσείς. Πολύ πιο έντονα, γιατί τον έχουμε βιώσει στο πετσί μας. Ο φόβος ζει μέσα μας μέρα και νύχτα, στα νεύρα μας και στα κόκαλά μας. Λέω αλήθεια, φίλοι μου;»

Ο Αυτόχειρας έσκασε ένα λοξό θλιμμένο χαμόγελο. Ο αφέντης μου του το ανταπέδωσε.

«Μπαλώνουμε το θάρρος μας επιτόπου με κουρέλια και απομεινάρια. Τα συγκεντρώνουμε μέσα από τους φόβους μας· από τον φόβο ότι θα ατιμάσουμε την πόλη, τον βασιλιά, τους ήρωες των γραμμών μας. Από τον φόβο ότι θα θεωρηθούμε δειλοί από τις γυναίκες μας και τα παιδιά μας, τα αδέλφια μας, τους συμπολεμιστές μας. Ξέρω πώς ν' αποτελειώσω τον άνθρωπο μου, πώς να πείσω τον εαυτό μου ότι ο φόβος του είναι μεγαλύτερος από τον δικό μου. Μπορεί να είναι. Προσέχω τους στρατιώτες που υπηρετούν κάτω από τις διαταγές μου και προσπαθώ να ξεχάσω τον δικό μου φόβο φροντίζοντας για την επιβίωσή τους. Όμως είναι πάντα παρών. Το καλύτερο που έχω πετύχει είναι να ενεργώ παρά τον φόβο μου. Αλλά ούτε αυτό είναι. Όχι το είδος του θάρρους για το οποίο μιλώ. Δεν είναι ούτε η αυτοπροστασία, που βασίζεται στο ζωώδες ένστικτο και στον πανικό. Αυτά είναι καταλήψεις. Αυτά τα έχει κι ένας ποντικός.

Παρατήρησε ότι συχνά εκείνοι που προσπαθούν να ξεπεράσουν τον φόβο του θανάτου πρεσβεύουν ότι η ψυχή δεν εξαφανίζεται μαζί με το σώμα. Για μένα αυτό είναι ηλίθιο. Ευσεβής πόθος. Άλλοι πάλι, οι βάρβαροι κυρίως, λένε πως όταν πεθαίνουμε πηγαίνουμε στον παράδεισο. Τους ρωτώ λοιπόν: Αν, πράγματι, το πιστεύετε αυτό, γιατί δεν τελειώνετε με τον εαυτό σας αμέσως για να επιταχύνετε το ταξίδι;

Ο Αχιλλέας, μας λέει ο Όμηρος, είχε πραγματική ανδρεία. Είχε όμως, αφού γεννήθηκε από μητέρα αθάνατη, βουτήχτηκε στα νερά της Στύγας όταν ήταν μωρό και ήξερε ότι εκτός από τη φτέρνα ήταν άτρωτος; Οι δειλοί θα ήταν σπανιότεροι κι απ' τα φτερά στα ψάρια αν το ξέραμε όλοι αυτό».

Ο Αλέξανδρος ρώτησε αν κάποιος στην πόλη, κατά τη γνώμη του Διηνέκη, είχε αυτήν την πραγματική ανδρεία.

«Από όλους τους Λακεδαιμονίους, ο φίλος μας ο Πολύνεικος είναι πιο κοντά. Αλλά ακόμα και τη δική του ανδρεία τη θεωρώ ανεπαρκή. Πολεμά όχι από φόβο μήπως ατιμαστεί αλλά επειδή είναι άπληστος για δόξα. Μπορεί να είναι ευγενικός σκοπός, τουλάχιστον δεν είναι ταπεινός, είναι όμως πραγματική ανδρεία;»

Ο Αρίστωνας ρώτησε αν αυτό το ανώτερο θάρρος υπήρχε πραγματικά.

«Δεν είναι κάτι φανταστικό» δήλωσε ο Διηνέκης με σιγουριά. «Το έχω δει. Ο αδελφός μου ο Ιατροκλής το είχε ορισμένες στιγμές. Όταν έβλεπα τη χάρη του, πάνωθέ του, έμενα εμβρόντητος. Ακτινοβολούσε, ήταν κάτι θεϊκό. Εκείνες τις ώρες πολεμούσε όχι σαν άνθρωπος αλλά σαν Θεός.

Ο Λεωνίδας το έχει επίσης μερικές φορές. Ο Ολύμπιος δεν το έχει. Ούτε κι εγώ. Κανένας από όσους είμαστε εδώ». Χαμογέλασε. «Υπάρχει ωστόσο μια ένδειξη εδώ. Η ανώτερη αυτή ανδρεία υποπτεύομαι ότι ενυπάρχει σε κάτι που είναι γένους θηλυκού. Οι ίδιες οι λέξεις για το θάρρος, η ανδρεία και η αφοβία, είναι θηλυκού γένους, ενώ ο φόβος και ο τρόμος είναι αρσενικού. Ίσως ο Θεός που αναζητούμε δεν είναι Θεός αλλά Θεά. Δεν ξέρω».

Ήταν ολοφάνερο ότι ο Διηνέκης ευχαριστιόταν να μιλάει γι' αυτό. Ευχαρίστησε τους ακροατές του που είχαν την υπομονή να τον ακούνε ακόμη. «Οι Σπαρτιάτες δεν έχουν υπομονή για τέτοια ερωτήματα του σαλονιού. Θυμάμαι ότι ρώτησα κάποτε τον αδελφό μου σε μια εκστρατεία, μια μέρα που είχε πολεμήσει σαν αθάνατος. Ήθελα σαν τρελός να μάθω τι ένιωθε εκείνες τις στιγμές, τι αισθανόταν μέσα του. Με κοίταξε σαν να είχα βγει από το τρελοκομείο. "Λιγότερη φιλοσοφία, Διηνέκη, και περισσότερη αρετή"».

Γέλασε. «Αυτό είπε μόνο».

Ο αφέντης μου γύρισε τότε στο πλάι, σαν να ήθελε να βάλει τέλος σ' αυτήν τη συζήτηση. Κάτι ωστόσο τον έκανε να στραφεί στον Αρίστωνα, που στο πρόσωπό του ήταν αποτυπωμένη η έκφραση των μικρών παιδιών που δεν τολμούν να απευθύνουν τον λόγο στους μεγαλύτερους τους. «Πες το, φίλε μου» τον παρότρυνε ο Διηνέκης.

«Σκεφτόμουν το θάρρος των γυναικών. Πιστεύω ότι διαφέρει από των αντρών».

Ο νέος δίστασε. Η έκφρασή του μιλούσε πριν από κείνον, μάλλον θεωρούσε απρέπεια ή αλαζονεία να διαλογίζεται πάνω σε θέματα για τα οποία δεν είχε καμία εμπειρία.

Ο Διηνέκης ωστόσο τον πίεσε να μιλήσει. «Διαφορετικό πώς;» Ο Αρίστωνας κοίταξε τον Αλέξανδρο, που με ένα χαμόγελο ενίσχυσε την απόφαση του φίλου του να εκφραστεί. «Το θάρρος ενός άντρα, να δίνει τη ζωή του για την πατρίδα του, δεν είναι κάτι παράξενο. Δεν είναι στη φύση του αρσενικού, τόσο στα ζώα όσο και στους ανθρώπους, να πολεμά και να ανταγωνίζεται; Παρακολουθήστε οποιοδήποτε αγόρι. Πριν ακόμα μιλήσει, απλώνει το χέρι να πιάσει από ένστικτο το κοντάρι και το σπαθί — ενώ οι αδελφές του αποφεύγουν αυτά τα σύνεργα των αγώνων κι αντί γι' αυτά κρατούν στην αγκαλιά τους το γατάκι και την κούκλα.

«Τι πιο φυσικό σε έναν άντρα να πολεμάει και σε μια γυναίκα να αγαπάει; Αυτό που επιτάσσει το ένστικτο της μάνας δεν είναι να δίνει και να τρέφει πάνω απ' όλα αυτό που έχει βγάλει από τη μήτρα της, τα παιδιά που έχει γεννήσει με πόνο; Όλοι ξέρουμε ότι η λέαινα ή η λύκαινα, θυσιάζουν τη ζωή τους χωρίς δισταγμό για να προστατέψουν τα μικρά τους. Το ίδιο και οι γυναίκες. Τώρα αναλογιστείτε, φίλοι, αυτό που αποκαλούμε γυναικείο θάρρος:

Υπάρχει κάτι που να έρχεται σε μεγαλύτερη αντίθεση με τη γυναικεία φύση, με τη μητρότητα, από το να στέκεται ακίνητη και ασυγκίνητη καθώς οι γιοι της βαδίζουν προς το θάνατο; Δε θα έπρεπε κάθε ίνα του κορμιού της μητέρας να ουρλιάζει από αγωνία και προσβολή μπροστά σε μια τέτοια ύβρη; Δε θα έπρεπε η καρδιά της να πασχίζει να φωνάξει με όλο της το πάθος: "Όχι! Όχι το γιο μου! Λυπηθείτε τον!". Το ότι οι γυναίκες, από κάποια άγνωστη σε μας πηγή, αντλούν τη θέληση να επιβληθούν σ' αυτό που είναι η αληθινή τους φύση, είναι, πιστεύω, ο λόγος που στεκόμαστε με δέος μπροστά στις μητέρες, στις αδελφές και στις γυναίκες μας. Αυτό, Διηνέκη, πιστεύω ότι είναι η ουσία του γυναικείου θάρρους και γιατί, όπως είπες, είναι ανώτερο των αντρών».

Ο αφέντης μου επιδοκίμασε αυτές τις παρατηρήσεις. Ο Αλέξανδρος ωστόσο δίπλα του φάνηκε να αντιδρά. Καταλάβαινες ότι ο νέος δεν ήταν ικανοποιημένος.

«Αυτά που λες είναι αλήθεια, Αρίστωνα. Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ μ' αυτό τον τρόπο. Κάτι λείπει ωστόσο. Αν η νίκη των γυναικών ήταν να στέκονται απλώς αδάκρυτες καθώς οι γιοι τους βαδίζουν προς το θάνατο, αυτό δεν είναι μόνο αφύσικο αλλά και απάνθρωπο, χυδαίο και τερατώδες ακόμα. Αυτό που ανυψώνει τούτη την πράξη και την κάνει ευγενή είναι, θαρρώ, επειδή γίνεται για να υπηρετήσει έναν ανώτερο και ανιδιοτελή σκοπό.

Αυτές οι γυναίκες που αντικρίζουμε με δέος χαρίζουν τη ζωή των αγοριών τους στη χώρα τους, στο λαό ως σύνολο, γιατί το έθνος πρέπει να επιβιώσει, έστω κι αν χαθούν τα αγαπημένα τους παιδιά. Σαν τη μητέρα που την ιστορία της μαθαίνουμε από μικρά, η οποία, όταν πληροφορήθηκε ότι και οι πέντε γιοι της είχαν σκοτωθεί στην ίδια μάχη, ρώτησε μόνο: "Το έθνος μας νίκησε;" και, όταν της είπαν πως είχε νικήσει, γύρισε να πάει σπίτι της χωρίς να χύσει ούτε ένα δάκρυ, λέγοντας μόνο: "Τότε είμαι ευτυχισμένη". Αυτό ακριβώς το στοιχείο —η ευγένεια του να βάζεις το σύνολο πάνω από το μέρος— δεν είναι που μας συγκινεί στη θυσία των γυναικών;»

«Τόση σοφία από στόματα νηπίων!» Ο Διηνέκης γέλασε και χτύπησε και τους δύο νέους στοργικά στον ώμο. «Όμως δεν απαντήσατε στην ερώτησή μου. Ποιο είναι το αντίθετο του φόβου;

Θα σας πω μια ιστορία, νεαροί μου φίλοι, αλλά όχι εδώ και τώρα. Θα την ακούσετε στις Πύλες. Την ιστορία του βασιλιά Λεωνίδα και ένα μυστικό που εμπιστεύτηκε στη μητέρα του Αλέξανδρου, την Παράλεια. Αυτή η ιστορία θα προχωρήσει την έρευνά μας πάνω στο θάρρος και θα μας εξηγήσει πώς ο Λεωνίδας επέλεξε τελικά τους Τριακόσιους. Προς το παρόν όμως ας βάλουμε τελεία στο σαλόνι μας, αλλιώς οι Σπαρτιάτες που μας ακούνε θα πουν ότι είμαστε θηλυπρεπείς. Και θα έχουν δίκιο!»

Τώρα στο στρατόπεδο των Πυλών, εμείς οι τρεις νέοι βλέπαμε τον ενωμοτάρχη μας να ανταποκρίνεται στο πρώτο φως της αυγής, να ζητά την άδεια να φύγει από το συμβούλιο του βασιλιά, να επιστρέφει στην ενωμοτία του, να βγάζει τον μανδύα του και να καλεί τους άντρες του σε γυμνάσια. «Όρθιοι λοιπόν». Ο Αρίστωνας πετάχτηκε πάνω, τραβώντας τον Αλέξανδρο κι εμένα από τις ασχολίες μας. «Το αντίθετο του φόβου πρέπει να είναι η δουλειά».

Κάτω από ποια ξένη σημαία θα έβρισκε κανείς στο πλευρό του άντρες σαν το Λεωνίδα, τον Αλφεό, τον Μάρωνα ή εδώ μέσα σ' αυτή τη βρομιά τον Δωριέα, τον Πολύνεικο και τον αφέντη μου, τον Διηνέκη;

Τους άντρες που θα μοιραστούν μαζί του τη βάρκα, η καρδιά του πολεμιστή αγκαλιάζει με μια αγάπη που ξεπερνά όλες τις άλλες που έχουν χαρίσει oι θεοί στους ανθρώπους, εκτός από την αγάπη της μάνας για το παιδί της. Δεσμεύεται για πάντα μαζί τους, όπως κι εκείνοι με αυτόν.

«Όταν πρωτοήρθα στη Λακεδαίμονα και είδα τη φάλαγγα» συνέχισε ο Αυτόχειρας «μου φάνηκε η πιο αστεία μορφή πολέμου που είχα δει ποτέ. Στη χώρα μου πολεμάμε καβάλα στ' άλογα. Για μένα αυτός ήταν ο μόνος τρόπος, σπουδαίος και ένδοξος, ένα θέαμα που συγκλονίζει την ψυχή. Η φάλαγγα μου φαινόταν αστεία. Αλλά θαύμασα τους άντρες, την αρετή τους, που ήταν φανερά πολύ πιο ανώτερη από κάθε άλλου έθνους που είχα δει και μελετήσει. Ήταν πραγματική σπαζοκεφαλιά για μένα».

Κοίταξα τον Διηνέκη μέσα από τη φωτιά για να δω αν είχε ακούσει αυτές τις σκέψεις από τον Αυτόχειρα και στο παρελθόν, τα χρόνια ίσως πριν μπω στην υπηρεσία του, τότε που ο Σκύθης ήταν ο μοναδικός του βοηθός. Από την έκφραση του προσώπου του κατάλαβα ότι τον παρακολουθούσε με πολύ μεγάλη προσοχή. Προφανώς, τούτα τα γενναιόδωρα λόγια από τα χείλη του Αυτόχειρα, ήταν εντελώς καινούρια για τον αφέντη μου όσο και για τους άλλους.

«Θυμάσαι, Διηνέκη, τότε που πολεμήσαμε τους Θηβαίους στις Ερυθρές; Τότε που έσπασαν και το έβαλαν στα πόδια; Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα κάτι τέτοιο. Τρόμαξα. Υπάρχει πιο ποταπό, πιο εξευτελιστικό θέαμα κάτω από τον ήλιο, από μια φάλαγγα που διαλύεται από φόβο; Σε κάνει να νιώθεις ντροπή που είσαι θνητός, που βλέπεις τόση χυδαιότητα ακόμα και σε έναν εχθρό. Παραβιάζει τους υψηλότερους νόμους των θεών». Το πρόσωπο του Αυτόχειρα, που είχε πάρει μια περιφρονητική έκφραση, τώρα έλαμψε από χαρά.

«Α, το αντίθετο: Μια γραμμή που κρατάει! Τι μπορεί να είναι πιο μεγάλο, πιο ευγενικό;»

Ένα βράδυ ονειρεύτηκα ότι προήλαυνα μέσα στη φάλαγγα. Προχωρούσαμε σε μια πεδιάδα για να συναντήσουμε τον αντίπαλο. Η καρδιά μου είχε παγώσει από τον τρόμο. Οι σύντροφοι μου προχωρούσαν με μεγάλα βήματα γύρω μου, μπροστά μου, πίσω μου, από όλες τις μεριές. Ήταν όλοι εγώ. Εγώ γέρος, εγώ νέος. Τρομοκρατήθηκα ακόμα πιο πολύ, λες και γινόμουν κομματάκια. Τότε άρχισαν όλοι να τραγουδούν. Όλα τα "εγώ", όλοι οι "εαυτοί μου". Καθώς οι φωνές τους υψώνονταν σε μια γλυκιά αρμονία, κάθε φόβος πέταξε από την καρδιά μου. Ξύπνησα με ένα μόνο στήθος και ήξερα ότι αυτό το όνειρο ήταν σταλμένο κατευθείαν από τους θεούς.

Κατάλαβα τότε ότι η κόλλα έκανε τη φάλαγγα σπουδαία. Η αόρατη κόλλα που την κρατούσε σφιχτοδεμένη. Συνειδητοποίησα ότι όλα τα γυμνάσια και η πειθαρχία, με τα οποία εσείς οι Σπαρτιάτες αρέσκεστε να ζαλίζετε ο ένας το κεφάλι του άλλου, δεν ήταν για να εντυπώσετε τη δεξιοτεχνία ή την τέχνη, αλλά για να δημιουργήσετε αυτήν την κόλλα».

Ο Μέδοντας γέλασε. «Δε μου λες, τι είδους κόλλα διέλυσες εσύ, Αυτόχειρα, που επέτρεψε τελικά στα σαγόνια σου να ανοιγοκλείνουν με τόση αντισκυθική υπερβολή;»

Ο Αυτόχειρας χαμογέλασε. Ο Μέδοντας ήταν αυτός, όπως έλεγαν, που έδωσε στον Σκύθη το παρατσούκλι του, όταν, ένοχος για ένα φόνο στη χώρα του, είχε καταφύγει στη Σπάρτη, όπου επιζητούσε συνέχεια τον θάνατο.

«Όταν πρωτοήρθα στη Λακεδαίμονα και άρχισαν να με φωνάζουν "Αυτόχειρα", δε μου άρεσε καθόλου. Αλλά με τον καιρό μπόρεσα να δω τη σοφία του, αφού δε μου το είχαν δώσει από κακή πρόθεση. Γιατί τι πιο ευγενικό από το να σκοτώσεις τον εαυτό σου; Όχι στην κυριολεξία. Όχι με μια λεπίδα στα σπλάχνα. Αλλά να εξοντώσεις το εγωιστικό εγώ μέσα σου, εκείνο το μέρος που κοιτάζει μόνο τη δική του επιβίωση, να σώσει το δικό του τομάρι. Αυτή ήταν η νίκη που εσείς οι Σπαρτιάτες είχατε πετύχει πάνω στον εαυτό σας. Αυτό ήταν η κόλλα. Αυτό που είχατε μάθει και με έκανε να μείνω, για να το μάθω κι εγώ.»

Όταν ένας πολεμιστής μάχεται όχι για τον εαυτό του αλλά για τα αδέλφια του, όταν ο μεγαλύτερος πόθος του δεν είναι ούτε η δόξα ούτε η σωτηρία της δικής του ζωής, αλλά να διαθέσει την ύπαρξή του ολόκληρη για κείνους, τους συντρόφους του, κι όχι να τους εγκαταλείψει ή να φανεί ανάξιος τους, τότε η καρδιά του περιφρονεί στ' αλήθεια το θάνατο κι έτσι ξεπερνά τον εαυτό του και οι πράξεις του αγγίζουν το τέλειο. Γι' αυτό ο αληθινός πολεμιστής δεν μπορεί να μιλήσει για μάχες, παρά μόνο με τα αδέλφια του που ήταν εκεί μαζί του. Αυτή η αλήθεια είναι τόσο ιερή και απαραβίαστη, που τα λόγια περισσεύουν. Ούτε κι εγώ θα τολμούσα να την πω πέρα από δω παρά μόνο σε σας».

Ο Μαύρος Λέων άκουγε προσεκτικά. «Αυτά που λες είναι αλήθεια, Αυτόχειρα, και συγχώρα με που σε λέω έτσι. Αλλά δεν είναι ευγενές ό,τι δε βλέπεται. Και τα ποταπά συναισθήματα είναι αόρατα επίσης. Ο φόβος, η απληστία και η λαγνεία. Τι λες γι' αυτά;»

«Ναι» παραδέχτηκε ο Αυτόχειρας «αλλά κι αυτά που αισθάνεται κανείς δεν είναι ποταπά; Η δυσωδία τους φτάνει ίσαμε τον ουρανό. Αρρωσταίνουν την καρδιά του ανθρώπου. Τα ευγενικά αόρατα πράγματα έχουν διαφορετική αίσθηση. Είναι σαν μουσική που οι υψηλότερες νότες της είναι οι ωραιότερες.

Άλλο ένα πράγμα που με προβλημάτισε όταν ήρθα στη Λακεδαίμονα. Η μουσική σας. Υπήρχε παντού, όχι μόνο στις πολεμικές ωδές ή στα τραγούδια που λέγατε καθώς βαδίζατε εναντίον του αντιπάλου, αλλά επίσης στους χορούς και στις χορωδίες σας, στις εορτές και στις θυσίες σας. Γιατί αυτοί οι τέλειοι πολεμιστές τιμούν τόσο τη μουσική, όταν απαγορεύουν τα θέατρα και την τέχνη; Πιστεύω πως αισθάνονται ότι οι αρετές είναι σαν τη μουσική. Πάλλονται σε έναν υψηλότερο, ευγενέστερο ρυθμό».

Στράφηκε στον Αλέξανδρο. «Γι' αυτό σε επέλεξε ο Λεωνίδας για τους Τριακόσιους, νεαρέ μου αφέντη, αν και ήξερε ότι δεν είχες βρεθεί ποτέ ανάμεσα στις σάλπιγγες. Πιστεύει ότι θα τραγουδήσεις εδώ στις Θερμοπύλες σ' αυτήν τη θεία καταγραφή, όχι μ' αυτόν» —έδειξε το λαιμό— «αλλά με τούτη». Και το χέρι του άγγιξε την καρδιά.

Ο Αυτόχειρας σώπασε. Φάνηκε αμήχανος και ντροπαλός. Όλα τα πρόσωπα γύρω από τη φωτιά τον κοίταζαν με σοβαρότητα και σεβασμό. Ο Διηνέκης ράγισε τη σιωπή με ένα γέλιο.

«Είσαι φιλόσοφος, Αυτόχειρα».

Ο Σκύθης χαμογέλασε κι αυτός. «Ναι» είπε κουνώντας το κεφάλι «του πρόσεξ' τούτο!».

Εκείνη τη στιγμή φάνηκε ένας αγγελιαφόρος, που καλούσε τον Διηνέκη στο συμβούλιο του Λεωνίδα. Ο αφέντης μου μού έγνεψε να τον ακολουθήσω. Κάτι είχε αλλάξει μέσα του. Το ένιωσα καθώς περπατούσαμε ανάμεσα στα δρομάκια που διέσχιζαν τα στρατόπεδα των συμμάχων.

«Θυμάσαι εκείνο το βράδυ, Χίονη, τότε που καθόμαστε με τον Αρίστωνα και τον Αλέξανδρο και μιλούσαμε για τον φόβο και το αντίθετό του;»

Είπα ότι θυμόμουν.

«Έχω την απάντηση στο ερώτημά μου. Μου την έδωσαν οι φίλοι μας ο έμπορος και ο Σκύθης».

Το βλέμμα του στράφηκε στις φωτιές του στρατοπέδου, στους συμμάχους που ήταν μαζεμένοι στις μονάδες τους και στους αξιωματικούς τους, που βλέπαμε να πλησιάζουν από όλες τις μεριές τη φωτιά του βασιλιά, όπως κι εμείς άλλωστε, έτοιμοι να ανταποκριθούν στις ανάγκες του και να λάβουν τις οδηγίες του.

«Το αντίθετο του φόβου» είπε ο Διηνέκης «είναι η αγάπη».

Αυτοπαρατήρηση: Δημιουργώντας την εσωτερική μας ειρήνη

Αυτοπαρατήρηση, το Διαβατήριο να γίνουμε καλύτεροι

Τα τελευταία χρόνια…
Μη με ρωτήσετε πόσα, ο “άνθρωπος” ανακάλυψε (συνειδητά) την Αυτοπαρατήρηση ή Ενδοσκόπηση, παίρνετε όποιο από τα δύο σας αρέσει, και προσπάθησε να την περιγράψει… με χίλιους διαφορετικούς τρόπους.

Προσπάθησε να την περιγράψει με απλά λόγια για γίνει κατανοητή και προσεγγίσιμη από τον καθένα ανεξαρτήτως μορφώσεως και γνώσεων γενικότερα. Η συνείδηση ότι ο νους, το μυαλό, η σκέψη, ο τρόπος που σκέπτεται ο άνθρωπος έχει μια δική του δυναμική είναι ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία του ανθρώπου πάνω στην γνώση.

Δίνουμε τον επιβλητικό τίτλο Αυτογνωσία, σ’ αυτήν την διαδικασία που θα με βοηθήσει να γνωρίσω, να συμφιλιωθώ, να αγαπήσω χωρίς επικριτική διάθεση, τον εαυτό μου.

Να μετρήσω τις τάσεις του, να του επιτρέψω χωρίς βία να βελτιωθεί όπου μπορεί, να γίνει καλύτερος!

Η αυτογνωσία δεν είναι κάτι στατικό και μόνιμο, δηλαδή το προσπαθώ… το καταφέρνω και… Ωπ, θαύμα, τα κατάφερα. Τώρα που τη πέτυχα, τη κρατώ, είναι κτήμα μου…

Θα σας στενοχωρήσω αλλά δυστυχώς δεν είναι έτσι. Η αυτογνωσία είναι μια αέναη διαδικασία που, κάθε φορά θα σας ξεγελά, μόλις θα νομίζετε ότι φτάσατε κάπου… μέχρι να το πείτε μέσα σας, μέχρι να χαρείτε… εκείνη είναι ήδη μακριά.

Αυτή την περιγραφή την έχουν καταγράψει πολλοί άνθρωποι που έχουν μοιραστεί τις εσωτερικές τους διεργασίες σε ομάδες.

Η αυτογνωσία είναι σκοπός ζωής, η καλύτερα πρέπει να είναι ο σκοπός της ζωής μας και στην αφετηρία του δρόμου που πρέπει να πάρουμε γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό, υπάρχει ένα μεγάλο πανό που λέει Αυτοπαρατήρηση ή για άλλους Ενδοσκόπηση, το ίδιο είναι.

Αυτοπαρατήρηση, θα λέγαμε, τη μη ταύτιση με τα εξωτερικά πράγματα, τα άτομα κι ακόμα, δημιουργούμε… γεννάμε καλύτερα, μια προσοχή, μια νέα προσοχή μέσα μας, σε ότι που συμβαίνει μέσα στην ανθρώπινη μηχανή.

Συνειδητή Προσοχή

Αυτό είναι μια Συνειδητή Προσοχή. Είναι μια κατάσταση συγκέντρωσης σ’ αυτό που συμβαίνει στο εσωτερικό μας, μέσα μας. Παίρνοντας αποστάσεις… πολλές φορές έως και πλήρη αδιαφορία γι αυτά που συμβαίνουν έξω από μας.

Αυτή θα είναι η εκκίνηση μας. Εύκολο δεν φαίνεται;

Ας το προσπαθήσουμε τώρα… Ας κάνουμε χειροπιαστά αυτά που είπαμε μέχρι τώρα. Βήμα – βήμα θα δούμε ότι είναι λίγο δυσκολότερο απ’ ότι το νομίζαμε… άντε, να μην κρυβόμαστε, είναι δύσκολο ! Με διαφορετικό βαθμό δυσκολίας για τον καθένα.

Όχι ακατόρθωτο όμως. Βήμα- βήμα θα αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε την μηχανικότητα που ζούμε.

Μηχανικότητα

Είμαστε μηχανικά όντα και αυτό δεν είναι κακό. Είναι όμως ένα εμπόδιο, ένα απλό εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσουμε. Τίποτα δεν κάνουμε συνειδητά. Έχουμε όμως την ψευδαίσθηση, ότι είμαστε συνειδητοί.

Το μυαλό μας είναι, σχεδόν πάντα, απασχολημένο σε κάτι άλλο από την δράση της στιγμής. Δηλαδή, το πρωί τρώμε βιαστικά το πρωινό μας και συγχρόνως σκεφτόμαστε τα προβλήματα της δουλειάς, τα ραντεβού που έχουμε, τις προτάσεις που έχουμε να κάνουμε, τους λογαριασμούς που έχουμε να πληρώσουμε κλπ.

Θα συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο και στο δρόμο για τη δουλειά…. και όταν είμαστε στη δουλειά, σκεφτόμαστε πως έχουμε να πάμε Σούπερ Μάρκετ, να βγάλουμε τον σκύλο βόλτα, να πάμε με κάποιους φίλους για φαγητό. Κι αν μας ρωτήσει κανείς τι φάγαμε το πρωί, δεν θα μπορέσουμε να του απαντήσουμε, γιατί δεν θυμόμαστε, γιατί όταν τρώγαμε, δεν ήμασταν εκεί… λείπαμε από τη ζωή μας!

Η συνείδησή μας δεν ήταν ενεργή. Είμαστε πολύ απασχολημένοι και ξεχάσαμε να την ενεργοποιήσουμε!

Πώς θα παρατηρούσαμε τον εαυτό μας, όταν εμείς απουσιάζαμε από αυτόν;

Μία απλή αποτελεσματική μέθοδος, μάλλον παιχνίδι θα το λέγαμε, είναι να χωρίσουμε τον εαυτό μας, στη μέση. Τώρα θα έχουμε δύο κομμάτια. Δύο ενδιαφέροντα, γοητευτικά κομμάτια εαυτού έτοιμα να ανταλλάξουν εμπειρίες μεταξύ τους.

Σ’ αυτή τη πίστα όπως λένε και στα video games φτάνουμε μόνο με ένα όχημα με τη συνείδηση, όλη την ημέρα, σε ό,τι κάνουμε. Σε ελεύθερη μετάφραση θα το λέγαμε κατάσταση αυτοεπαγρύπνησης.

Τρώγοντας πρωινό μας η συνείδησή μας θα νιώθει ότι τρώμε, ότι πίνουμε τον χυμό μας. Κι αν το διαβολάκι (το μυαλό) ο νους μας πάει να πάρει τη συγκέντρωσή μας ταξίδι…. εμείς, δεν θα τον αφήσουμε να μας ξεγελάσει, όντες συνειδητοί, θα παραμείνουμε σ’ αυτό που κάνουμε εκείνη τη στιγμή.

Υιοθετώντας την άσκηση του Παρατηρητή, που είναι η συνείδηση, και του Παρατηρούμενου, που είναι οι δραστηριότητές μας, εξωτερικές και εσωτερικές…

Δηλαδή όλα όσα κάνουμε: οι συμπεριφορές μας, οι ψυχολογικές μας καταστάσεις. Θα μπορέσουμε την ώρα που κάνουμε κάτι, να αντιλαμβανόμαστε αυτό που κάνουμε αν είναι σωστό, αν αυτό είναι ένα ελάττωμα και κάθε φορά που θα μας βγαίνει να το παρατηρούμε και σιγά σιγά να το εξαφανίζουμε.

Όταν είμαστε χωρισμένοι σε Παρατηρητή και Παρατηρούμενο και μας βγει ένα ελάττωμα, τεμπελιά, θυμός, υπερηφάνεια, ο Παρατηρητής-Συνείδηση θα το αντιληφθεί. Το διευκρινίζουμε, δεν ταυτιζόμαστε με αυτό. Θα δουλέψουμε πάνω σ’ αυτό και κάθε φορά που θα παρουσιάζεται, θα φροντίζουμε σιγά-σιγά να το εξοβελίζουμε, να το βγάζουμε από το δρόμο μας. Δεν θα σας λέω ότι είναι εύκολο… είναι όμως, σίγουρο ότι μπορείτε να το φτάσετε… βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το χέρι σας, δεν είναι ουτοπικό, δεν είναι ακατόρθωτο.

Η αυτοπαρατήρηση είναι μια διαδικασία, μια αίσθηση που έχει ατροφήσει, γιατί δεν έχει χρησιμοποιηθεί. Και με τον τρόπο που τη βάζουμε σε λειτουργία, αρχίζει να εξελίσσεται. Είναι κάτι σαν να έχουμε κάποιο άκρο του σώματός μας στο γύψο, επειδή δεν δουλεύει για αρκετό καιρό, όταν βγάλουμε τον γύψο, δεν θα λειτουργεί καλά. Θα χρειαστεί ένα χρονικό διάστημα με ασκήσεις, για να λειτουργήσει φυσιολογικά.

Με τον τρόπο που αυτοπαρατηρούμαστε αναπτύσσεται αυτή η αίσθηση και φαίνεται κάτι συνηθισμένο για μας να αυτοπαρατηρούμαστε. Όταν δεν αυτοπαρατηρούμαστε δεν βλέπουμε την αντίδραση, δεν βλέπουμε τίποτα. Μόνο ταυτιζόμαστε με τα εξωτερικά πράγματα, χάνουμε ενέργεια και ξεφεύγουμε από τον στόχο μας, την αυτογνωσία.

Αν μας βρίζουν, μας βγαίνει θυμός, θυμώνουμε. Όταν κάποιος έχει μια ιδέα αντίθετη με τη δική μας θέλουμε να συγκρουσθούμε, αντί να αυτοπαρατηρηθούμε και να σεβαστούμε ότι, ο καθένας μπορεί να σκέφτεται διαφορετικά.

Το να αυτοπαρατηρείται κανείς, δεν είναι το να γνωρίζει, το να σκέφτεται, γιατί το να γνωρίζει, το να σκέφτεται, είναι κάτι παθητικό. Γνωρίζω ότι κάθομαι στην καρέκλα, αλλά δεν βρίσκομαι σε αυτοπαρατήρηση. Γνωρίζω ότι βρίσκομαι σε κατάσταση θυμού, αλλά δεν βρίσκομαι σε αυτοπαρατήρηση και είμαι ταυτισμένος, αντιδρώ.

Κάποιος μπορεί να έχει διάφορες ιδέες για τον εαυτό του, να σκέφτεται πολλά πράγματα για τον κείνον, μπορεί να πιστεύει, να νομίζει, ότι είναι πολύ καλός, ότι είναι πολύ κακός…

Αυτό όμως δεν σημαίνει και ότι ασκεί αυτοπαρατήρηση. Ούτε όταν σκεπτόμαστε σημαίνει ότι αυτοπαρατηρούμαστε.

Εμπόδια

Η υπερβολική προβολή του εαυτού μας, η αίσθηση ότι είμαστε πάνω από τους άλλους, ότι είμαστε μοναδικοί, η πίστη ότι όλα γυρίζουν γύρω μας, η μεγάλη αυτοπεποίθηση για τις ιδέες μας, η άρνηση της διαφορετικότητας, η δυσκαμψία στην άλλη (ξένη) άποψη. Η απληστία, ας φοβόμαστε τις λέξεις… ναι, η απληστία να τα θέλω όλα.

Μα, αυτή είναι η μεγαλύτερη ουτοπία. Απλά για να προσθέσουμε κάτι στη ζωή μας, ότι κι αν είναι αυτό πρέπει να θυσιάσουμε κάτι άλλο. Η διεργασία της επιλογής, σαν νοητικός μηχανισμός γι αυτό υπάρχει… Αυτό το γράφω για να προλάβω το μυαλό σας που θα σας βάλει ένα σωρό δικαιολογίες… γιατί δεν μπορεί να αυτοπαρατηρηθεί.

Η αυτοπαρατήρηση δεν γίνεται στην απομόνωση, αλλά μέσα στην ζωή, που στην προκειμένη περίπτωση είναι το “σχολείο” μας, μέσα στην αλληλεπίδραση με τις συνθήκες και τους ανθρώπους. Βλέπουμε τις διάφορες πτυχές του εαυτού μας, έτσι όπως παρουσιάζονται στην πραγματική ζωή και όχι μόνο μέσα στην φαντασία μας.

Αν νομίσουμε ότι καταφέραμε κάποια πρόοδο σε έναν τομέα, θα έλθει η ζωή η ίδια για να δώσουμε τις «εξετάσεις» μας και να αποδείξουμε την αλήθεια των ισχυρισμών μας. Νομίζουμε ότι αυξήσαμε την ηρεμία μας; Θα μας συμβούν «τυχαία» περιστατικά, όπου θα κληθούμε να παραμείνουμε ήρεμοι και η αντοχή μας θα δοκιμαστεί. Μετά από αυτές τις εξετάσεις, θα γνωρίζουμε την πραγματική μας πρόοδο, όχι την φανταστική.

Δεν χρειάζεται νομίζω να προσθέσουμε ότι “η αυτοπαρατήρηση πρέπει να τύχει προτεραιότητας στη ζωή μας για να λειτουργήσει;

Όλη η διαδικασία γίνεται σταδιακά. Αρχίζουμε να αυτοπαρατηρούμαστε.
Προσέχουμε τις λεπτομέρειες, κοιτάμε τον εαυτό μας από ασυνήθιστες «οπτικές γωνίες», παρακολουθούμε τα αισθήματά μας και τις σκέψεις μας ενώ κάνουμε οτιδήποτε άλλο. Βλέπουμε διάφορα επίπεδα μέσα μας.

Παρατηρούμε π.χ. τις σκέψεις μας, αλλά ταυτόχρονα και τα αισθήματα που ενδεχομένως τις καθοδηγούν.

Μπαίνουμε έτσι στο υποσυνείδητό μας. Σιγά σιγά αυξάνουμε τον χρόνο αυτής της ενδοσκόπησης, ώστε κάποτε να γεμίσουμε ολόκληρη την ημέρα μας με αυτήν. Είναι ένα είδος συνεχόμενης αυτοσυγκέντρωσης.

Αν υπάρχουν σχέδια ότι θα την στριμώξουμε ανάμεσα στις υπόλοιπες επιδιώξεις μας… στις υπόλοιπες σκέψεις μας, απλά κάνουμε λάθος. Το καλύτερο για μας θα είναι να την ξεχάσουμε. Άλλωστε η ζωή μας θα συνεχιστεί και χωρίς την αυτοπαρατήρηση, απλά με αυτήν θα γίνει ποιοτικότερη. Με αίσθημα πληρότητας και εσωτερικής ειρήνης.

Όταν δημιουργούμε σκέψεις… είναι απόδειξη ότι κάνουμε μηχανικά αυτοπαρατήρηση. Στο περιβάλλον της σκέψης φτιάχνουμε ένα τοπίο, μια σκηνή θεάτρου, δεν είμαστε “σε ανάμνηση του εαυτού μας”, δεν είμαστε συνειδητοί.

Ποιός είναι ο Αντικειμενικός Παρατηρητής

Για να μπορέσει να λειτουργήσει αυτή αυτοπαρατήρηση, πρέπει να αναπτύξουμε, να κατασκευάσουμε(;), μέσα μας έναν αντικειμενικό παρατηρητή.

Πολλοί ακούγοντας κάτι τέτοιο, θα νομίσουν ότι εννοούμε «ένας αντικειμενικός κριτής». Μια φωνή μέσα μας που θα λέει: «αυτό είναι σωστό… αυτό είναι λάθος».

Δεν πρόκειται όμως για κάτι τέτοιο σε πρώτη φάση. Ο αντικειμενικός παρατηρητής είναι η αυτοσυνειδητή προσοχή μας. Είναι το να παρακολουθούμε το τι γίνεται μέσα μας, με τον ίδιο τρόπο που αντιλαμβανόμαστε αυτό που γίνεται στο περιβάλλον μας.

Δεν φανταζόμαστε τον εαυτό μας κάπου μακριά να μας κοιτάζει (αν και κάτι τέτοιο ίσως να βοηθήσει τελικά), αλλά αναπαράγουμε μέσα μας την αίσθηση της «απόστασης» από την παρατηρούμενη λειτουργία.

Μικρό παράδειγμα:

Ας βάλουμε το χέρι μας μπροστά μας και ας το κοιτάξουμε με πολύ προσοχή. Αυτό είναι σε κάποια απόσταση από μας. Δεν πρόκειται για κάποιο παιχνίδι της σκέψης, αλλά για μια πραγματική αίσθηση. Το χέρι μας είναι μισό μέτρο από τα μάτια μας, από το σημείο που αισθανόμαστε ότι «βρισκόμαστε» εμείς, η αίσθηση του «εγώ υπάρχω» και μπορεί προς στιγμήν να το νοιώσουμε σαν ξένο. Αυτό είναι το κλειδί.

Το χέρι μας λοιπόν σε αυτή την άσκηση είναι κάτι δικό μας που το παρακολουθούμε «από έξω», αντικειμενικά. Μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και με τις σκέψεις μας. Ας σκεφτούμε κάτι, έστω αριθμούς από το ένα έως το δέκα, παρατηρώντας τους από κάποια «άλλη θέση», παρόμοια με αυτό που κάναμε με το χέρι μας.

Φυσικά κάτι ανάλογο γίνεται και με τα αισθήματα, με τις αναμνήσεις μας, με τις σωματικές μας ανάγκες, με τα πάντα. Είναι ασφαλώς ζήτημα εξάσκησης και συνειδητών προσπαθειών, έως ότου κατορθώσουμε να αναπαράγουμε κατά βούληση την αίσθηση της απόστασης από την παρατηρούμενη εσωτερική λειτουργία, προκειμένου να την διακρίνουμε καλύτερα χωρίς να επηρεαζόμαστε από αυτήν.

Η αίσθηση αυτή μας βοηθάει να αποταυτιζόμαστε από τον εαυτό μας και το περιβάλλον μας και να έχουμε περισσότερη αυτοκυριαρχία και ελευθερία. Παρατηρώντας έτσι τον εαυτό μας η ενδοσκόπησή μας αποκτάει αντικειμενικότητα και περισσότερη ακρίβεια.

Όταν αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε σιγά-σιγά τα παιχνίδια του μυαλού, όταν η αυτοπαρατήρηση είναι καθαρή, αληθινή, αντιλαμβανόμαστε, ότι έχουμε μια συνειδητή κατάσταση.

Δηλαδή επιτέλους έχουμε ότι έχουμε συνδεθεί με την πηγή. Μια πηγή δική μας, μία πηγή δεδομένων, μια πηγή σημαντικών πληροφοριών που μας δίδονται, και παράλληλα έχουμε την πεποίθηση, πως, αυτό που λαμβάνουμε είναι αυθεντικό. Είναι μια καινούργια κατάσταση προσοχής. Είναι η συνειδητή προσοχή, που θα μας ενώσει με μας!

Η αυτοπαρατήρηση είναι θεραπεία… μια φυσική έκβαση της αποκόλλησης που δημιουργείται μεταξύ παρατηρητή και παρατηρούμενου.

Η αυτοπαρατήρηση επιτρέπει σε έναν άνθρωπο να δει όλα αυτά που τον κρατούν κολλημένο στον κυλιόμενο διάδρομο του κόσμου: ξεπερασμένες σκέψεις, αισθήματα ενοχής, προκαταλήψεις, αρνητικά συναισθήματα, καταστροφικές προφητείες… Είναι μια πράξη αποκόλλησης, αντι-υπνωτισμού, αφύπνισης…

Η παραμικρή διακοπή της “υπνωτικής δράσης του κόσμου”, θα κομμάτιαζε όλα εκείνα στα οποία πίστεψε, θα χάνονταν οι φαινομενικές ισορροπίες και οι απατηλές βεβαιότητες που συσσωρεύονται στη διάρκεια μιας ζωής. Η αποκόλληση από την περιγραφή του κόσμου, έστω και για μια στιγμή… είναι ένα κατόρθωμα πέρα από τα όρια της καθημερινότητας.

Η αυτοπαρατήρηση είναι ο θάνατος της πληθώρας των αρνητικών σκέψεων και συναισθημάτων που ανέκαθεν κυριαρχούν στη ζωή σου.

Εάν παρατηρήσεις τον εαυτό σου, το σωστό θα αρχίσει να πραγματοποιείται ενώ ό,τι δεν είναι σωστό θα αρχίσει να διαλύεται.

Η άλλη πλευρά της πνευματικότητας

Νομίζω πως είναι σαφές ότι η πνευματικότητα είναι όντως κάτι καλό. Το πρόβλημα είναι ότι κάποιοι άνθρωποι μπορούν να εισέλθουν στον πνευματικό κόσμο με μια προκατειλημμένη εσφαλμένη αντίληψη ότι πρόκειται να είναι μια ολοκληρωτική θετική εμπειρία.

Η πνευματικότητα δεν είναι ένα πράγμα και μπορεί να εκφρασθεί με πολλαπλούς τρόπους. Κάποιοι θα βρουν την διαφώτιση μέσω της δουλειάς τους, άλλοι μέσω της θρησκείας, άλλοι μέσω των πνευματικών ασκήσεων όπως ο διαλογισμός και η γιόγκα, άλλοι με τη χρήση ψυχεδελικών και άλλοι εκφράζοντας τον εαυτό τους με θετικούς τρόπους όπως μέσω της ευγένειας, της συμπόνιας και της αγάπης. Ανεξάρτητα από το πώς θα βρείτε την πνευματικότητα μέσα σας, δεν υπάρχει σωστός τρόπος για να το κάνετε.

Τι είναι η πνευματικότητα; Η πνευματικότητα είναι ένας πολύ παρεξηγημένος όρος, κάποιοι την εξισώνουν με την θρησκεία και ενώ μπορούν να συνδεθούν δεν είναι κάτι αποκλειστικά θρησκευτικό.

Το πνεύμα είναι η ουσία του ατόμου, αυτό το άπιαστο πράγμα μέσα μας που μας κάνει να συμπεριφερόμαστε με συγκεκριμένους τρόπους. Όταν το μυαλό είναι ήσυχο και όλα είναι γαλήνια, αυτό είναι ό, τι έχει απομείνει από το πνεύμα.

Έχετε 4 επίπεδα υγείας – την σωματική, την συναισθηματική, την ψυχική και την πνευματική. Όλα εκτός από το πνεύμα είναι εύκολο να καθοριστούν, να μετρηθούν και να εξηγηθούν. Η πνευματική πλευρά των πραγμάτων είναι πάντα λίγο πιο μυστηριώδης και δύσκολο να εξηγηθεί σε μια πρόταση, αλλά εξακολουθεί να είναι αληθινή.

Ένα πράγμα που υπάρχει σε όλες τις πνευματικές πρακτικές είναι η συνείδηση. Η συνείδηση είναι δύσκολο να οριστεί όπως και η πνευματικότητα καθώς και αυτή δεν είναι ένα πράγμα, αλλά για να κάνουμε τα πράγματα απλά, η συνείδηση σε ατομικό επίπεδο είναι η επίγνωση σας για ένα πράγμα, ακόμα και αν αυτό το πράγμα δεν είναι τίποτα.

Ένα από τα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν ως αποτέλεσμα της διεύρυνσης της συνείδησης ή της επίγνωσης είναι ένα δυνατό χαστούκι από την πραγματικότητα. Είναι σχεδόν σαν το Μάτριξ όταν ο Μορφέας προσφέρει στον Νίο το κόκκινο ή το μπλε χάπι. Μόλις πάρετε αυτό το κόκκινο χάπι η πραγματικότητα μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοηθεί.

Η πνευματική πρακτική και η διεύρυνση της συνείδησης σας είναι σαν να διαλύετε ένα εμπόδιο που έχει αναπτυχθεί αργά στην παιδική και ενήλικη ζωή σας – μέσω της εκπαίδευσης, των προσδοκιών της κοινωνίας, της οικογένειας και των φίλων.

Μόλις αυτό το εμπόδιο διαλυθεί, ανοίγει η πόρτα για όλα τα καλά που υπάρχουν, αλλά επίσης και για την σκοτεινή πλευρά του κόσμου.

Πρώτον, αν κοιτάξετε τη συλλογική συνείδηση θα δείτε πολλή δυσαρμονία ανάμεσα στους ανθρώπους. Καθώς περπατάτε στον δρόμο θα δείτε τον πόνο τον ανθρώπων και σε παγκόσμια κλίμακα θα δείτε πόσο φρικτοί και βασανιστικοί είναι οι πόλεμοι. Όχι ότι πριν δεν βλέπατε κάποια από αυτά, αλλά μόλις αφυπνιστείτε είναι δύσκολο να τα αγνοήσετε.

Το δεύτερο είναι η ατομική σας συνείδηση. Μόλις ενεργοποιηθεί αυτή η πνευματική συνείδηση είναι σαν να κρατάτε έναν καθρέφτη και ενώ σας βοηθά να δείτε το καλό στον εαυτό σας και στους άλλους, μπορεί επίσης να σας βοηθήσει να δείτε τα λάθη που κάνετε και που πάτε λάθος.

Η πνευματικότητα σας κάνει να αντιμετωπίσετε τα ελαττώματα σας , τον πόνο που έχετε προκαλέσει και την αρνητικότητα που βρίσκεται μέσα σας. Μερικές φορές μπορεί να σας κάνει να αμφισβητήσετε το ποιοι είστε και το τι υπερασπίζεστε. Επίσης σας βοηθά να συνειδητοποιήσετε τον πόνο που είχατε κρύψει και κάποιες φορές είναι πολλά για να τα αντέξετε.

Ένα από τα πράγματα που είναι συνηθισμένο κατά την εμπειρία είναι ένα αρχικό συναίσθημα ευφορίας όταν φτάσετε ένα συγκεκριμένο επίπεδο πνευματικής ανάπτυξης και ενώ αυτό το συναίσθημα είναι σπουδαίο συχνά μπορεί να σας δημιουργήσει μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τον εαυτό σας και για τους άλλους.

Για κάποιους, θα εκδηλωθεί ως την προσδοκία να κατανοήσουν οι άλλοι την πρόοδο σας. Ενώ είναι καλό να έχετε ανθρώπους γύρω σας που βρίσκονται σε παρόμοια πορεία, είναι ένα ολοκληρωτικά ατομικό ταξίδι.

Μια άλλη εσφαλμένη αντίληψη είναι πως η πνευματική αφύπνιση είναι ο τελικός στόχος, ενώ στην πραγματικότητα είναι απλώς η αρχή. Είναι σαν να αιχμαλωτίζετε ένα λιοντάρι και να περιμένετε να είναι ήμερο. Πρέπει να φροντίσετε το πνεύμα σας και να συνεχίσετε να κάνετε ερωτήσεις. Μερικές φορές, δεν θα σας αρέσουν οι απαντήσεις και άλλες φορές δεν θα είναι πάντα ξεκάθαρες, αλλά αν επιμείνετε θα βρείτε αυτό που αναζητάτε.

Ο δρόμος της πνευματικότητας μπορεί να είναι το πιο δύσκολο πράγμα με την μεγαλύτερη ανταμοιβή που θα κάνετε ποτέ και είναι σημαντικό να μην κολλήσετε στην παρούσα κατάσταση σας. Συνήθως θα βρείτε τις τελείες για να τις ενώσετε και τίποτα από όσα έχετε κάνει δεν είναι άσκοπο.

Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που μπορείτε να κάνετε για να περιορίσετε το στρες και το άγχος είναι να εμπιστευθείτε την διαδικασία και να ξέρετε πως αν συνεχίσετε να προχωράτε προς τους στόχους σας το μόνο πράγμα που θα σταθεί εμπόδιο στον δρόμο είναι ο χρόνος ή η απόφαση σας να εγκαταλείψετε.

Όταν μπορέσετε να διαχωρίσετε το σκοτάδι, που όλοι έχουμε, από το ερεβοκτόνο φως και κατανοήσετε ότι και τα δύο είναι φυσιολογικά και απαραίτητα, θα κάνει τον δρόμο πολύ λιγότερο δύσκολο. Διαφορετικές καταστάσεις του μυαλού εξυπηρετούν διαφορετικούς σκοπούς. Όταν γνωρίσετε τους δικούς σας συναισθηματικούς κύκλους και το πώς σας επηρεάζουν, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε αυτές τις καταστάσεις για να λειτουργείτε στο έπακρο.

Τελικά, η συνειδητή προσπάθεια για να αναπτυχθείτε πνευματικά είναι η καλύτερη απόφαση που θα μπορούσατε να κάνετε. Η πνευματικότητα θα σας ενημερώσει για την αλήθεια (θετική ή αρνητική) και μόλις μπορέσετε να αντιμετωπίσετε αυτή την αλήθεια στη ζωή σας, η ανάπτυξη θα είναι αναπόφευκτη!

ΝΙΤΣΕ: Ευμένεια

Ευμένεια. Ανάμεσα στα μικρά αλλά εξαιρετικά άφθονα και συνεπώς πολύ αποτελεσματικά πράγματα που πρέπει να προσέξει η επιστήμη περισσότερο από όσο τα μεγάλα, σπάνια πράγματα, είναι και η ευμένεια. Εννοώ εκείνες τις εκφράσεις φιλικής διάθεσης στις ανθρώπινες σχέσεις, εκείνο το χαμόγελο των ματιών, εκείνες τις χειραψίες, εκείνη την άνεση που συνήθως αγκαλιάζει όλες σχεδόν τις πράξεις των ανθρώπων. 

Κάθε δάσκαλος, κάθε υπάλληλος προσθέτει αυτό το συστατικό σε ό,τι θεωρεί καθήκον του˙ είναι η συνεχής εκδήλωση της ανθρωπιάς, τα κύματα τον φωτός της για να το πούμε έτσι, μέσα στα οποία μεγαλώνουν τα πάντα. Ειδικά στον πιο στενό κύκλο, εκείνον της οικογένειας, η ζωή βλασταίνει και ανθίζει μόνο χάρη σε αυτή την ευμένεια. 

Η καλοκαγαθία, η φιλικότητα και η λεπτότητα της καρδιάς είναι ανεξάντλητες εκροές της μη εγωιστικής ενόρμησης και έχουν συνεισφέρει πολύ περισσότερο στην οικοδόμηση της κουλτούρας από εκείνες τις πιο διάσημες εκφράσεις τούτης της ενόρμησης που ονομάζονται συμπόνια, ευσπλαχνία και αυτοθυσία. Τείνουμε όμως να τις υποτιμάμε, και, πράγματι, δεν υπάρχει πολύ μη εγωιστικό στοιχείο μέσα τους. 

Το άθροισμα αυτών των ελάχιστων δόσεων είναι μολαταύτα μεγάλο – η συνολική τους δύναμη είναι από τις ισχυρότερες. Παρόμοια, μπορεί κανείς να βρει στον κόσμο πολύ περισσότερη ευτυχία από αυτήν που βλέπουν τα συννεφιασμένα μάτια˙ αρκεί να υπολογίσει σωστά και να μην ξεχάσει όλες εκείνες τις στιγμές ευχαρίστησης που είναι τόσο άφθονες σε κάθε μέρα της ανθρώπινης ζωής, ακόμη και της πιο βασανισμένης.

ΝΙΤΣΕ, Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο, 1878

Πλούταρχος: Μέτρο της ζωής είναι η σπουδαιότητα και όχι η χρονική διάρκειά της

ΠΑΡΑΜΥΘΗΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΝ (απόσπασμα)

Γενικά, ο καθένας θα έπρεπε να έχει την πεποίθηση, αν εξετάσει σοβαρά τα πράγματα και από μόνος του και μαζί με άλλον, ότι η άριστη ζωή δεν είναι η πιο μακροχρόνια αλλά η πιο σπουδαία.

Δεν επαινείται άλλωστε εκείνος που έπαιξε περισσότερη μουσική ή εκφώνησε περισσότερους λόγους ή κυβέρνησε περισσότερα πλοία αλλά εκείνος που έχει κάνει τα παραπάνω με εξαιρετικό τρόπο. Δεν πρέπει, δηλαδή, να υπολογίζουμε τη σπουδαιότητα με τη χρονική διάρκεια αλλά με την αξία και την κατάλληλη συμμετρία.

Αυτά θεωρούνται αποδείξεις καλοτυχίας και θεϊκής εύνοιας. Για τον λόγο αυτό, πάντως, οι ποιητές μας παραδίδουν για τους μεγαλύτερους και θεϊκής καταγωγής ήρωες ότι αφήνουν αυτή τη ζωή προτού γεράσουν, όπως για εκείνον,

«που ο ασπιδοφόρος Δίας και ο Απόλλων
πολύ τον αγαπούσαν
με κάθε λογής αγάπη· αυτός δεν έφτασε στων γηρατειών
το κατώφλι
» (ΟΜΗΡΟΣ)

Σε όλες τις περιπτώσεις δηλαδή θεωρούμε ανώτερη την καλή χρήση του χρόνου παρά τα καλά γεράματα.

Και από τα φυτά, εξάλλου, καλύτερα είναι εκείνα που σε μικρό χρονικό διάστημα δίνουν τις περισσότερες σοδειές, και από τα ζώα εκείνα που σε μικρό χρονικό διάστημα μας δίνουν τη μεγαλύτερη ωφέλεια για τη ζωή μας. Οι όροι “πολύ” και “λίγο” σε σχέση με τον χρόνο φαίνεται να μην έχουν διαφορά, αν στρέψουμε το βλέμμα μας προς την αιωνιότητα.

Μια χιλιετία ή και δέκα χιλιετίες, σύμφωνα με τον Σιμωνίδη, δεν είναι παρά μια ανεπαίσθητη στιγμή του χρόνου ή μάλλον ένα ελάχιστο μόριο της στιγμής.

Υπάρχουν όπως λένε στις ακτές του Πόντου κάποια πλάσματα που ζουν μόνο μια μέρα· γεννιούνται το πρωί, φτάνουν στην ακμή τους το μεσημέρι και κατά το βράδυ γερνούν και η ζωή τους τελειώνει. Αν λοιπόν κι αυτά τα πλάσματα είχαν μέσα τους ανθρώπινη ψυχή και σκέψη, δεν θα είχαν και κείνα το ίδιο συναίσθημα που κυριαρχεί και σε μας και δεν θα τους συνέβαινε το ίδιο, προφανώς, ώστε όσα πεθαίνουν πριν από το μεσημέρι να προκαλούν θρήνους και δάκρυα, ενώ εκείνα που ζουν ολόκληρη τη μέρα θα μακαρίζονταν;

Μέτρο της ζωής είναι η σπουδαιότητα και όχι η χρονική διάρκειά της.

Πρέπει να θεωρούμε μάταιες και ανόητες τις αναφωνήσεις του είδους: “Μα δεν θα έπρεπε να τον πάρει τόσο νέο!”

Ποιος μπορεί να πει τι έπρεπε; Πολλά μάλιστα άλλα πράγματα, για τα οποία θα μπορούσε να πει κάποιος ότι “δεν έπρεπε να γίνουν”, έγιναν, γίνονται και θα συνεχίσουν να γίνονται.

Δεν είμαστε στον κόσμο τούτο για να θέσουμε νόμους, αλλά για να υπακούμε στις εντολές των θεών που κυβερνούν τα πάντα και στους ορισμούς της ειμαρμένης και της πρόνοιας.

Μάγναστρα: Μαγνήτες σε μέγεθος πόλης που γεννήθηκαν από αστέρια που πεθαίνουν

Τα μάγναστρα είναι τα εξαιρετικά μαγνητικά πτώματα τεράστιων άστρων. Πρόσφατες παρατηρήσεις δείχνουν ότι τα μάγναστρα προκαλούν τις μυστηριώδεις πολύ σύντομης διάρκειας ραδιο-εκρήξεις (Fast Radio Burst ή FRB), που έχουν εντοπίσει οι αστρονόμοι πάνω από μια δεκαετία.

Οι αστρονόμοι πιστεύουν ότι τα FRB σχετίζονται με μαγνήτες, τα οποία είναι τα εξαιρετικά μαγνητικά υπολείμματα τεράστιων αστεριών.

Τα μάγναστρα ή «μαγνητικά αστέρια», είναι εξαιρετικά πυκνά πτώματα νεκρών αστεριών που περιβάλλονται από έντονα μαγνητικά πεδία. Και σύμφωνα με νέα έρευνα, αυτά φαίνεται επίσης να είναι η αιτία τουλάχιστον ορισμένων μυστηριωδών ραδιοφωνικών εκρήξεων , ή FRB, τις οποίες οι αστρονόμοι έχουν εντοπίσει περισσότερο από μια δεκαετία. Έτσι, μελετώντας τις FRB, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι μπορεί να είναι σε θέση να καταλάβουν τα μάγναστρα.
Τι είναι όμως το μάγναστρο;

Όταν ένα τεράστιο αστέρι εξαντλήσει τα πυρηνικά του καύσιμα, θα πεθάνει συχνά με δραματικό τρόπο, και θα εκραγεί ως σουπερνόβα. Τα εξωτερικά στρώματα του αστεριού εκρήγνυνται – διασκορπίζονται στο διάστημα και ο πυρήνας του καταρρέει σε ένα εξαιρετικά πυκνό νέο αντικείμενο που ονομάζεται άστρο νετρονίων. Αυτά τα αστρικά πτώματα είναι πολύ πυκνά. Τα περισσότερα αστέρια νετρονίων έχουν διάμετρο περίπου 20 χιλιόμετρα, παρά το βάρος που έχουν, περισσότερο και από τον ήλιο μας. Μπορείτε να τα θεωρήσετε ως έναν τεράστιο ατομικό πυρήνα στο μέγεθος μιας πόλης, λένε οι αστρονόμοι.

Μερικά αστέρια νετρονίων είναι πάλσαρ, τα οποία περιστρέφονται με τρομερούς ρυθμούς και εκπέμπουν ακτινοβολίες σαν πίδακες στο διάστημα με συχνότητα μεγάλης ακρίβειας. Αλλά μερικά νεαρά αστέρια νετρονίων, περίπου το 10 τοις εκατό, συνεχίζουν τη μεταβολή και γίνονται μάγναστρα. Ο όρος magnetar προέρχεται από το γεγονός ότι αυτά τα αστρικά υπολείμματα περιβάλλονται από έντονα μαγνητικά πεδία πολλά εκατομμύρια φορές ισχυρότερα από οποιονδήποτε μαγνήτη στη Γη. Στην πραγματικότητα, οι μαγνήτες είναι τόσο ισχυροί που θα μπορούσαν να διαχωρίσουν – σε ατομικό επίπεδο – οποιονδήποτε διαστημικό ταξιδιώτη που θα επιχειρούσε να πλησιάσει πολύ κοντά.

Άρα ένα μάγναστρο είναι ένας τύπος αστεριού νετρονίων του οποίου οι γραμμές του μαγνητικού πεδίου είναι τόσο ισχυρές, που συμπιέζουν τα άτομα σε σχήματα λεπτού μολυβιού.

Επίσης αν η μονάδα μέτρησης του μαγνητισμού είναι το Gauss, τότε το μαγνητικό πεδίο της Γης έχει ισχύ περίπου 0.6 Gauss. Το πηνίο ενός ψυγείου έχει ισχύ 10 Gauss. Ο πιο ισχυρός μαγνήτης στην Γη αυτή την στιγμή έχει ισχύ 410.000 Gauss. Το μαγνητικό πεδίο ενός μάγναστρου έχει ισχύ ένα τετράκις εκατομμύριο Gauss.

Οι αστρικοί σεισμοί συμβαίνουν όταν η επιφάνεια ενός άστρου – μάγναστρου ραγίσει, αφήνοντας να χαθούν στο διάστημα τεράστιες ποσότητες ενέργειας. Αυτή η ενέργεια θα μπορούσε να συμπιέσει το μαγνητικό πεδίο της Γης και να ιονίσει την ατμόσφαιρα της. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί ακόμη και εάν το μάγναστρο βρισκόταν σε απόσταση 50.000 ετών φωτός από εμάς. Το 2004, ακτινοβολία γάμμα από το μάγναστρο που βρίσκεται στον αστερισμό του Τοξότη χτύπησε τον πλανήτη μας. Το μάγναστρο απελευθέρωσε, σε ένα πέμπτο του δευτερολέπτου, περισσότερη ενέργεια από αυτή που έχει συνολικά απελευθερώσει ο Ήλιος μας τα τελευταία 250.000 χρόνια. Η ανώτερη ατμόσφαιρα υπέστη μερικό ιονισμό, αρκετοί δορυφόροι “τυφλώθηκαν”, άλλα ευτυχώς δεν έγινε κάτι χειρότερο.

Μάγναστρο ή πάλσαρ;

Ωστόσο, ακόμη και οι ίδιοι οι αστρονόμοι δεν συμφωνούν πάντα για το πως ορίζεται ένα μάγναστρο. Είναι οι αναλαμπές ραδιοκυμάτων ή ακτίνων Χ; Είναι κάποια συγκεκριμένη ιδιότητα των μαγνητικών πεδίων τους; Στο παρελθόν, διαφορετικές ομάδες αστρονόμων θα παρατηρούσαν το ίδιο αστέρι, αλλά μερικοί θα αναγνώριζαν τον στόχο τους ως πάλσαρ, ενώ άλλοι θα το ταξινομούσαν ως μάγναστρο.

Μέρος του προβλήματος, αποδεικνύεται, είναι απλώς η έλλειψη δεδομένων. Υπάρχουν μόνο 29 γνωστά μάγναστρα στο Γαλαξία μας. Αυτό σημαίνει ότι πολλά από αυτά που γνωρίζουν οι αστρονόμοι για τα μάγναστρα προέρχονται από θεωρητικά μοντέλα. Αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει σύντομα.

Σύμφωνα με νέες παρατηρήσεις, τα μάγναστρα φαίνεται να παράγουν εκρήξεις ραδιο-σημάτων FRB, οι οποίες έχουν εκπλήξει τους αστρονόμους από το 2007. Διαρκώντας μόλις ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου, αυτές οι εκρήξεις εκτοξεύουν τόση ενέργεια στα ραδιοκύματα όσο ο ήλιος εκπέμπει για 30 ολόκληρα δευτερόλεπτα.

Και τον Απρίλιο του 2020, οι αστρονόμοι τελικά έλαβαν επιβεβαίωση ότι είχαν δίκιο.

Πολλά ραδιοτηλεσκόπια ανίχνευσαν μία πηγή FRB από ένα μάγναστρο κοντά στο κέντρο του Γαλαξία που ονομάζεται SGR 1935 + 2154. Οι δεκάδες άλλες πηγές FRB που εντοπίστηκαν προηγουμένως είχαν προέλθει πολύ μακριά από τον γαλαξία μας, καθιστώντας αδύνατη την παρακολούθηση της πηγής τους. Ωστόσο, η πηγή FRB από τον SGR 1935 + 2154 ήταν αρκετά κοντά ώστε οι αστρονόμοι ανίχνευσαν επίσης κι άλλες εκπομπές, όπως ακτίνες γάμμα και ακτίνες Χ.

Τώρα όμως οι αστρονόμοι ελπίζουν να χρησιμοποιήσουν FRBs για να μάθουν περισσότερα σχετικά με τα μάγναστρα .

Όμως όποια και αν είναι η πλήρης σύνδεση μεταξύ FRB και μάγναστρων, γίνεται όλο και πιο σαφές ότι για να κατανοήσουν περισσότερα για το ένα είδος, οι ερευνητές πρέπει να μάθουν περισσότερα για το άλλο. Έτσι, τώρα που οι αστρονόμοι επιβεβαίωσαν επιτέλους ότι τα μάγναστρα μπορούν να παράγουν FRB, πιστεύουν ότι τα επόμενα χρόνια θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια αναταραχή νέων ανακαλύψεων σχετικά με αυτά τα μαγνητικά τέρατα.

Οι φυσικοί αποδεικνύουν ότι υπάρχουν Anyons, ένας τρίτος τύπος σωματιδίων στο Σύμπαν

Κάθε σωματίδιο στο σύμπαν – από την κοσμική ακτινοβολία έως ένα κουάρκ – είναι είτε φερμιόνιο είτε μποζόνιο. Αυτές οι δύο κατηγορίες χωρίζουν τα δομικά στοιχεία της φύσης σε δύο ξεχωριστά βασίλεια. Τώρα οι ερευνητές ανακάλυψαν τα πρώτα παραδείγματα ενός τρίτου βασιλείου σωματιδίων.

Οι φυσικοί μας δίνουν μια πρώιμη άποψη για ένα τρίτο βασίλειο ημι-σωματιδίων (σαν σωματίδια) που προκύπτει μόνο σε δύο διαστάσεις.

Τα Anyons, όπως είναι γνωστά, δεν συμπεριφέρονται σαν φερμιόνια ή μποζόνια. Αντιθέτως, η συμπεριφορά τους είναι κάπου στη μέση. Σε μια πρόσφατη εργασία που δημοσιεύθηκε στο Science , οι φυσικοί βρήκαν τα πρώτα πειραματικά στοιχεία ότι αυτά τα σωματίδια δεν ταιριάζουν σε κανένα βασίλειο, όπως δήλωσε ο Frank Wilczek, βραβευμένος με Νόμπελ στο MIT. «Είναι ένα απολύτως νέο ορόσημο στη φυσική.»

Προβλέφθηκαν για πρώτη φορά από τους θεωρητικούς στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ενώ αυτά τα σωματίδια προκύπτουν μόνο σε βασίλεια που περιορίζονται σε δύο διαστάσεις και έπειτα μόνο υπό ορισμένες συνθήκες – όπως σε θερμοκρασίες κοντά στο απόλυτο μηδέν και παρουσία ενός ισχυρού μαγνητικού πεδίου.

Οι φυσικοί είναι ενθουσιασμένοι για τα Anyons, όχι μόνο επειδή η ανακάλυψή τους επιβεβαιώνει δεκαετίες θεωρητικής εργασίας, αλλά και για πρακτικούς λόγους. Για παράδειγμα τα Anyons βρίσκονται στο επίκεντρο μιας προσπάθειας της Microsoft να δημιουργήσει έναν κβαντικό υπολογιστή που να λειτουργεί.
Τι είναι το Anyon;

Τα φερμιόνια είναι τα αντικοινωνικά μέλη του κόσμου των σωματιδίων. Δεν καταλαμβάνουν ποτέ την ίδια κβαντική κατάσταση. Εξαιτίας αυτού, τα ηλεκτρόνια (καθώς και πρωτόνια, νετρόνια και τα κουάρκ που τα σχηματίζουν), τα οποία είναι φερμιόνια, εξαναγκάζονται να καταλαμβάνουν διαφορετικές θέσεις γύρω από ένα πυρήνα. Από αυτό το απλό φαινόμενο προκύπτει το μεγαλύτερο μέρος του χώρου σε ένα άτομο, η εκπληκτική ποικιλία του περιοδικού πίνακα και όλη η χημεία. Και λόγω των φερμιόνων υπάρχει η στερεά ύλη

Τα μποζόνια, από την άλλη πλευρά, είναι αλαζονικά σωματίδια, χαίρονται να ενώνονται και να μοιράζονται την ίδια κβαντική κατάσταση. Έτσι, τα φωτόνια, τα οποία είναι μποζόνια (όπως και τα γλουόνια τα οποία «κολλάνε» μαζί τα κουάρκ) , μπορούν να περάσουν το ένα από το άλλο, επιτρέποντας στις ακτίνες φωτός να ταξιδεύουν ανεμπόδιστα μαζί παρά να διασκορπίζονται. Τείνουν λοιπόν να συνενώνονται. Και λόγω αυτής της συσσώρευσης έχουμε λέιζερ, τα οποία είναι ρεύματα φωτονίων που καταλαμβάνουν όλα την ίδια κβαντική κατάσταση.

Αλλά τι συμβαίνει εάν, όταν βάζετε ένα κβαντικό σωματίδιο να στρέφεται (σαν βρόχος) γύρω από ένα άλλο, δεν επιστρέφετε στην ίδια κβαντική κατάσταση; Για να κατανοήσουμε αυτή τη δυνατότητα, πρέπει να κάνουμε μια σύντομη παρέκκλιση στην τοπολογία, τη μαθηματική μελέτη των σχημάτων. Δύο σχήματα είναι τοπολογικά ισοδύναμα εάν το ένα μπορεί να μετατραπεί στο άλλο χωρίς να κοπεί ή να κολλήσει. Ένα ντόνατ για παράδειγμα και μια κούπα καφέ, το παλιό ρητό λέει, ότι είναι τοπολογικά ισοδύναμα, επειδή το ένα μπορεί να διαμορφωθεί απαλά και συνεχώς στο άλλο.

Αν περιστρέφουμε ένα σωματίδιο γύρω από ένα άλλο φτιάχνουμε ένα βρόχο. Σε τρεις διαστάσεις 3D), μπορείτε να συρρικνώσετε αυτόν τον βρόχο μέχρι ένα σημείο. Τοπολογικά μιλώντας, είναι σαν το σωματίδιο να μην έχει μετακινηθεί καθόλου.

Ωστόσο, σε δύο διαστάσεις, ο βρόχος δεν μπορεί να συρρικνωθεί. Κολλάει στο άλλο σωματίδιο. Δεν μπορείτε να συρρικνώσετε τον βρόχο χωρίς να τον κόψετε στη διαδικασία. Λόγω αυτού του περιορισμού – που βρίσκεται μόνο σε δύο διαστάσεις – ο βρόχος ενός σωματιδίου γύρω από ένα άλλο δεν ισοδυναμεί με το να αφήσουμε το σωματίδιο στο ίδιο μέρος. Χρειαζόμαστε μια τρίτη δυνατότητα σωματιδίων: τα anyons. Δεδομένου ότι οι κυματοσυναρτήσεις τους δεν περιορίζονται στις δύο λύσεις που ορίζουν τα φερμόνια και τα μποζόνια, αυτά τα σωματίδια είναι ελεύθερα να μην είναι κανένα από τα δύο, αλλά κάτι το ενδιάμεσο. Όταν ο Frank Wilczek επινόησε για πρώτη φορά τον όρο anyon, ήταν μια λέξη που λέει ότι μπορεί να είναι οτιδήποτε. Ο Wilczek επισημαίνει ότι τα anyons αντιπροσωπεύουν ένα ολόκληρο «βασίλειο» που περιέχει πολλές ποικιλίες με εξωτικές συμπεριφορές που μπορούν να εξερευνηθούν και να αξιοποιηθούν στο μέλλον. Άρχισε να τα σκέφτεται πριν από περίπου 40 χρόνια στις μεταπτυχιακές του σπουδές, όταν απογοητεύτηκε με τις αποδείξεις που απέδειξαν μόνο την ύπαρξη δύο ειδών σωματιδίων.

Το 1984, μία δημοσίευση δύο σελίδων από τους Wilczek, Daniel Arovas και John Robert Schrieffer έδειξε ότι αυτά τα ημι-σωματίδια έπρεπε να είναι anyons. Αλλά οι επιστήμονες δεν είχαν παρατηρήσει ποτέ συμπεριφορά που να μοιάζει με anyons σε αυτά τα ημι-σωματίδια (quasiparticles). Δηλαδή, δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ότι τα anyons είναι αντίθετα με τα φερμιόνια ή τα μποζόνια, ούτε συνενώνονται ούτε απομακρύνονται πλήρως το ένα από το άλλο. Αυτό κάνει η νέα μελέτη. Το 2016, τρεις φυσικοί περιέγραψαν μια πειραματική ρύθμιση που μοιάζει με ένα μικροσκοπικό επιταχυντή σωματιδίων σε δύο διαστάσεις. Ο Fève και οι συνάδελφοί του έφτιαξαν κάτι παρόμοιο και το χρησιμοποιούσαν για να τα συντρίψουν μαζί. Μετρώντας τις διακυμάνσεις των ρευμάτων στον επιταχυντή, μπόρεσαν να δείξουν ότι η συμπεριφορά των anyons αντιστοιχεί ακριβώς στις θεωρητικές προβλέψεις.

Δηλαδή είναι quasiparticles (ημι-σωματίδια ή φαινομενικά σωματίδια), που σημαίνει ότι έχουν μετρήσιμες ιδιότητες όπως ένα σωματίδιο – όπως μια τοποθεσία, ίσως ακόμη και μια μάζα – αλλά είναι παρατηρήσιμα μόνο ως αποτέλεσμα της συλλογικής συμπεριφοράς άλλων, συμβατικών σωματιδίων.

Τα quasiparticles (με το 1/4 του φορτίου του ηλεκτρονίου) πρέπει να δρουν αρκετά διαφορετικά από τα περίεργα κλασματικά φορτισμένα σωματίδια, και γι αυτό έχει επιδιωχθεί να γίνουν βάση του θεωρητικού “τοπογραφικού κβαντικού υπολογιστή.” Όταν σωματίδια όπως τα ηλεκτρόνια, τα φωτόνια, ή ακόμα και αυτά με τα περίεργα κλασματικά φορτία αλλάζουν θέσεις με ένα άλλο, υπάρχει μικρή επίδραση. Αντίθετα, οι ανταλλαγές σωματιδίων με το 1/4 του φορτίου μπορεί να υφάνουν μια “πλεξούδα” που συντηρεί τις πληροφορίες για την ιστορία των σωματιδίων. Για να είναι χρήσιμα για τους τοπογραφικά βασισμένους κβαντικούς υπολογιστές, τα σωματίδια με το 1/4 του φορτίου πρέπει να αποδειχθεί πως έχουν “μη-Αβελιανές” ιδιότητες – αυτός ο τρόπος της πλεξούδας πρέπει να είναι σημαντικός. Αυτές οι λεπτές ιδιότητες είναι εξαιρετικά δύσκολο να παρατηρηθούν.

Ο φόβος ως μέσο καθυπόταξης

Ποιες είναι οι συνέπειες σε ένα πληθυσμό, όπου κάθε αίσθημα ασφάλειας εξαφανίζεται και την θέση της παίρνει ένας αγχώδης φόβος και μία ψυχική οπισθοδρόμηση;

Τι γίνεται όταν το αίσθημα ασφάλειας αντικαθίσταται από μία οδυνηρή και αγχώδη αναμονή του αγνώστου;

Ποιες συνέπειες καθίστανται σε σωματικό και ψυχικό επίπεδο, παραλύοντας την ύπαρξη του ατόμου;

Γνωρίζουμε μέσω ιστορίας ότι ο φόβος και το άγχος ήταν τρόποι καθυπόταξης ολόκληρων εθνών κατά το παρελθόν;

Ήξεραν πάντα οι κατακτητές ότι η πραγματοποίηση των στόχων τους περνούσαν από το τσάκισμα της ψυχής του εκάστοτε έθνους. Πάντα υπήρχε μυστική δράση και προσπάθεια ψυχολογικής επίδρασης.

Είναι σκόπιμο θεωρώ να παρατεθούν λίγα λόγια για το άγχος και φόβο, ίσως και τρόμο με τις αντίστοιχες συνέπειες τους στον άνθρωπο. Κατά τον Mosso (la Peur. Alcan 1886), ένα από τα τρομερότερα αποτελέσματα του φόβου είναι η παράλυση, που δεν σου επιτρέπει να φύγεις ή να υπερασπιστείς. Ο Ribot (Psychologie des Sentiments) αναφέρει ότι ο φόβος είναι η αντίδραση του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης, με την αμυντική του όψη, στους εξωτερικούς ή εσωτερικούς παράγοντες που τείνουνε στην καταστροφή του ατόμου.

Ο G. Dumas είναι από τους συγγραφείς που μιλάνε αποκλειστικά για τον φόβο, όπου ο φόβος προκύπτει από ένα σοκ συγκινησιακό, σαν μια προσπάθεια απότομης συναισθηματικής προσαρμογής. Τα άμεσα και κατοπινά αποτελέσματα του σοκ, είναι βιολογικά και ψυχικά, όπου τα ψυχικά αίτια του σοκ εξαπολύουν ένα πολύπλοκο βιολογικό μηχανισμό συμπαρασύροντας όλες τις λειτουργίες του οργανισμού. Γίνεται και ένας διαχωρισμός της ισχύος της συγκίνησης, όπου η ελαφριά είναι τονική για τον οργανισμό και η δυνατότερη μπορεί να είναι παραλυτική και καταθλιπτική.

Ο Albert Brousseau ως μελετητής του φόβου διακρίνει τρις βαθμούς φόβου, ανάλογα με την προοδευτική του ένταση.

Ο πρώτος βαθμός, το σκιάξιμο, χαρακτηρίζεται από την απουσία άμεσου κινδύνου. Το άτομο βρίσκεται σε κατάσταση εναγώνιας αναμονής, με ξαναμμένη την φαντασία του.

Ο δεύτερος βαθμός έχει πια την επιβολή και αμεσότητα του κινδύνου και η φαντασία δεν υφίσταται πια. Οι συγκινησιακές αντιδράσεις είναι υπαρκτές σε όλο το φάσμα τους.

Στον τρίτο βαθμό, ο κίνδυνος είναι μεγάλος, η πιθανότητα διαφυγής σχεδόν ανύπαρκτη και βρισκόμαστε σε ένα ξεχείλισμα του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης, όπου όλες οι ηθικές αξίες σαρώνονται και ο άνθρωπος καθίσταται στο έλεος των πρωτόγονων παρορμήσεων.

Στο δεύτερο στάδιο, η προσαρμογή είναι στιγμιαία με ακόλουθη ελαττωματική αντίδραση, που όμως μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση του ατόμου. Στο τρίτο όμως στάδιο, η αντίδραση είναι απροσάρμοστη πράγμα που φέρνει βαρύτατες συνέπειες στο άτομο. Στον ομαδικό φόβο, το στάδιο της εναγώνιας αναμονής φτάνει πολύ γρήγορα στο απόγειο του.

Η απόπειρα φυγής μπροστά σε ένα κίνδυνο εξωτερικό καταλήγει στο σταμάτημα και στην λήψη μέτρων άμυνας και η ανάπτυξη του άγχους διακόπτεται από τον σχηματισμό συμπτωμάτων στα οποία και υποχωρεί.

Ο Goldstein έκανε ένα διαχωρισμό του άγχους από το φόβο.

Ο φόβος προϋποθέτει ένα καθορισμένο αντικείμενο σε αντίθεση με το άγχος. Το άγχος γεννιέται από την προοπτική και την αναμονή του κινδύνου, ιδιαίτερα όταν αυτός είναι άγνωστος.

Στο άγχος υπάρχει μία αβεβαιότητα, μια εκλογή, μια πιθανότητα κινδύνου. Ο H.Wallon τονίζει αυτή την ουσιαστική αβεβαιότητα που οδηγεί στην αναμονή και την τονική συσσώρευση. Ετσι ενώ ο φόβος είναι μια ευνοϊκή κατάσταση για δράση, το άγχος, αντίθετα, παραλύει κάθε συντονισμένη δράση. Το άγχος αποτελεί ένα σήμα στην προσέγγιση του κινδύνου, τις περισσότερες φορές δυσανάλογο προς αυτόν.

Ο Stekel λέει πως ο αγχώδης φόβος και η καταπίεση εκφράζουν συναισθήματα άγχους χωρίς αντικείμενο και εκδηλώνονται επίσης όταν βρισκόμαστε μπροστά σε γεγονότα και αποτελέσματα άγνωστα. Το άγνωστο και η έλλειψη ασφάλειας γεννά λοιπόν το άγχος.

Ο Victor Hugo έγραψε: «Ο άνθρωπος ζει περισσότερο με βεβαιότητα παρά με ψωμί». Ο κίνδυνος που προκαλεί το άγχος είναι εκείνος που απειλεί κάτι το ουσιαστικό, τον πυρήνα της προσωπικότητας, οτιδήποτε είναι ικανό να απειλήσει τους ειδικούς μηχανισμούς ασφάλειας του ατόμου.

Έτσι, αν βρούμε τι αντιπροσωπεύει για κάθε άνθρωπο το κυριότερο μέσο εξασφάλισής του θα μπορούμε εύκολα να προβλέψουμε ποιο θα είναι το αγχογόνο ερέθισμα για τον άνθρωπο αυτό (Κ.Horney, New ways in Psychoanalysis. W.Norton 1939).

Ασφάλεια μπορούμε να αισθανθούμε μονάχα σε κάτι που έχουμε δοκιμάσει και συνακόλουθα μόνο στο αντίκρυσμα του παρελθόντος μπορούμε να μην αγχωνόμαστε. Ενώ η αιτία του φόβου είναι συσχετισμένη με ένα δυσάρεστο βίωμα του οργανισμού και ανταποκρίνεται στην πιθανότητα να επαναληφθεί το βίωμα, αντίθετα το άγχος πρόκειται για μια εξαρτημένη απάντηση σε ερεθίσματα που συχνά έχασαν κάθε σχέση με το απόλυτο απειλητικό ερέθισμα.

Θέλοντας να υπογραμμίσουμε τη σημασία του παράγοντα αναμονής στο άγχος αναφέρω τα λόγια του Boutonnier: «'Οπου ο κίνδυνος είναι παρών, χωρίς να προκαλεί ακόμα την φυγή, το δευτερόλεπτο εκείνο της σύγχυσης, όπου βρισκόμαστε στο έλεος του». Η αναμονή με το άγχος είναι οδυνηρότερη από τον φόβο. Μπροστά σε ένα κίνδυνο που προκαλεί φόβο μπορείς να κάνεις κάτι για να υπερασπιστείς. Πως όμως να παλέψεις ενάντια σε εκείνο που δεν υπάρχει ακόμα;

Ο Επίκτητος έλεγε, να μη φοβόμαστε ούτε τις αρρώστιες ούτε το θάνατο, παρά μόνο τον φόβο.

Άγιοι καταστροφείς: Οι Άγιοι Θύρσος, Λεύκιος, Καλλίνικος

Άγιοι της χριστιανοσύνης που φέρονται ως καταστροφείς του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού ή των αντιπάλων τους ή και δολοφόνοι!

Ένας από τους γνωστούς ισχυρισμούς των χριστιανών απολογητών είναι ότι: "Οι χριστιανοί δεν έκαναν καταστροφές, ο Ελληνικός πολιτισμός κατέπεσε από μόνος του και αν έγιναν κάποιες ελάχιστες καταστροφές από κάποιους φανατικούς· αυτό έγινε λόγω των διωγμών που υπέστησαν από τους εθνικούς". Θα δούμε αν ευσταθεί αυτός ο πολύ συχνός ισχυρισμός τους, με βάση τα δικά τους κείμενα που είναι τα συναξάρια των αγίων, από τα οποία θα δούμε αποσπάσματα καταστροφών, όπως και από την ιστορία, τι αναφέρει για όσους από αυτούς τους αγίους, έχουμε ιστορικά στοιχεία.

Τα Συναξάρια είναι οι βιογραφίες των αγίων του Χριστιανισμού, άσχετα αν περιλαμβάνουν πλήθος μυθικών και υπερφυσικών στοιχείων, ή πολλές από αυτές είναι δημιουργήματα μεταγενέστερης ανάγκης για ύπαρξη πληθώρας μαρτύρων

Τα σχετικά με καταστροφές αποσπάσματα που ακολουθούν, είναι κυρίως από την συλλογή του Άγιου Νικόδημου του Αγιορείτη. Ακολουθεί ο "σύνδεσμος 1" στο πρωτότυπο. Ο δεύτερος "σύνδεσμος 2", είναι ένα διαδομένο συναξάρι στο Διαδίκτυο, που έχει μεταφρασμένα τα κείμενα, και ίσως πληροφορίες και από άλλα συναξάρια, αλλά όπως θα διαπιστώσετε και αρκετά αλλοιωμένα. Όταν ο δεύτερος σύνδεσμος είναι σε παρένθεση, υπάρχει αλλοίωση που συνήθως σημειώνεται δίπλα του σε παρένθεση. Για τα ιστορικά πρόσωπα χρησιμοποιήθηκαν άλλες πηγές.

Οι Άγιοι Θύρσος, Λεύκιος, Καλλίνικος (εορτάζουν για την Εκκλησία στις 14 Δεκεμβρίου).

Διότι εις την Aπολλωνίαν πηγαίνωντας ο Άγιος Θύρσος, εκρήμνισεν εις την γην διά προσευχής του τα των ψευδωνύμων θεών αγάλματα. Tούτο δε το ίδιον εθαυματούργησε και αυτός ο Kαλλίνικος. Kατακρημνίσας γαρ το είδωλον, οπού οι εκείσε εσέβοντο, απεκόπη διά τούτο την κεφαλήν".
σύνδεσμος

Η αλήθεια είναι ότι τα συναξάρια είναι σε απίστευτο βαθμό μυθολογήματα και εφόσον δεν μπορούμε να δεχτούμε ως αληθή τα εξόφθαλμα θαύματα που περιέχουν, άλλο τόσο και τις ιστορίες τους. Αυτά όμως μαζί και με τις πράξεις των ιστορικών αγίων, αλλά και ότι έχουμε δει ήδη για το πως επικράτησε ο Χριστιανισμός, δείχνουν την ιδεολογία των χριστιανών διαχρονικά στο πως έβλεπαν τις άλλες θρησκείες και το μίσος τους για τις θεωρήσεις των άλλων που δεν άντεχαν, κυρίως των αρχαίων Ελλήνων που τους θεωρούσαν "μιαρούς", και "διεφθαρμένους". Αντικατοπτρίζουν τελικά το ποιοι κατέστρεφαν τα αρχαία ιερά, επίσης αντικατοπτρίζει τον πραγματικό λόγο που έγιναν οι σχετικά λίγοι διωγμοί των χριστιανών: Έγιναν εξαιτίας της επιθετικής τους δράσης κατά της αρχαίας θρησκείας, αφού εκείνη την εποχή και μέχρι να επικρατήσουν, υπήρχε πραγματική ανεξιθρησκεία.

Βλέπετε, για τους χριστιανούς τότε δεν εθεωρείτο κακό να καταστρέψεις τον ναό μιας άλλης θρησκείας ή τα αγάλματα της, υπήρχαν άλλωστε και οι κανόνες του Δευτερονομίου που δεν φαίνεται κανείς στον Χριστιανισμό να τους θεωρεί ως άκυρους, το αντίθετο. Υπάρχουν επίσης και οι εντολές του ίδιου του Ιησού, που είπε: ότι όποιος δεν είναι μαζί του είναι εναντίον του, ότι θα φέρει διχόνοια και ότι όποιος είναι έξω από την διδασκαλία του, πρέπει να αποβληθεί και να ριφθεί στην φωτιά. Έτσι δεν μας κάνουν εντύπωση τα κατορθώματα και οι καταστροφές αγίων χριστιανών, αφού συμφωνούν και με την θεωρία του. Μια θεωρία που η σύγχρονη Εκκλησία θέλει να ξεχάσει ή να συμβολοποιήσει.

Η μελέτη αυτή μπήκε για να ξεκαθαρίσουμε άλλη μια φορά, ότι ο Χριστιανισμός στην ουσία του και συχνά με την πράξη του, δεν έχει καμιά σχέση με την αγάπη και την ειρήνη που δήθεν θέλει να μας πει, ειδικά στον τρόπο που εξαπλώθηκε. Ήταν φονταμενταλιστικός, δηλαδή επικροτούσε και εφάρμοσε την βία στους άλλους όπως κάνουν τώρα οι μουσουλμάνοι, το προβάλει αυτό σαν επίτευγμα στα κείμενα αλλά και σε εικόνες του. Έτσι εξαπλώθηκε και δυστυχώς δεν υπάρχει καμιά διασφάλιση ότι δεν μπορεί να ξαναγίνει κάποια στιγμή το ίδιο.

ΔΕΣ: Άγιοι καταστροφείς

Hegel: Φαινομενολογία του πνεύματος (11)

Γκέοργκ Χέγκελ: 1770-1831

Τι είναι ο δρόμος της αμφιβολίας και της απελπισίας;

Ι. Στην Εισαγωγή της Φαινομενολογίας του πνεύματος, ο Χέγκελ παρουσιάζει την εμφάνιση της Γνώσης ως την πορεία της φυσικής συνείδησης ή ως την πορεία της ψυχής. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια πορεία που συνιστά έναν δρόμο της αμφιβολίας ή ακριβέστερα έναν δρόμο της απελπισίας.

ΙΙ. Τούτη η εγελιανή σύλληψη, ιστορικά και λογικά, της πορείας της συνείδησης από την αναλήθεια, ήτοι από την κατ’ επίφαση αλήθεια της, προς την αληθινή Γνώση, τουτέστι: προς την εσωτερική ανταπόκριση της Λογικότητας της συνείδησης στη Λογικότητα της πραγματικότητας, είναι μια μοναδική σύλληψη για την απελευθέρωση της ανθρώπινης ουσίας από τον διασκορπισμό της, τον κατατεμαχισμό της μέσα στα παντός είδους ιδεολογήματα, σοφιστικές κοσμο-αντιλήψεις, μαζικές κουλτούρες, ιδεολογικοπολιτικές εξαρτήσεις κ.λπ.

ΙΙΙ. Το μεγαλειώδες αυτής της σύλληψης κατανοείται καλύτερα, όταν τη διαβάσουμε με σύγχρονους γλωσσικούς όρους: κατ’ επίφαση αλήθεια= ιδεολογική «αλήθεια» [=αναλήθεια], δηλαδή ψευδαισθητική εικόνα που έχει η ανθρώπινη συνείδηση, ο νεωτερικός άνθρωπος, για τον εαυτό της/του και για τον κόσμο.

ΙV. Δυνάμει αυτής της εικόνας, η ανθρώπινη ουσία βρίσκεται πάντοτε σε αναντιστοιχία προς την πραγματικότητα και κάθε απόπειρα για άνοιγμα στον κόσμο αποβαίνει κλείσιμο, εγκλεισμός μέσα σε αρνητικής υφής φαντασιακά σχήματα ζωής, δηλαδή στις πιο αδιανόητες μορφές απατηλότητας που μπορεί να φανταστεί ή να συλλάβει ανθρώπινος νους.

V. Το να τρέφεται ο άνθρωπος με ανεξέλεγκτα απατηλές φαινομενικότητες, σημαίνει ότι μαθαίνει, εθίζει και εν τέλει αγαπά τη βαρβαρότητα, αλλά ο ίδιος πιστεύει το ακριβώς αντίθετο: πιστεύει ψευδώς ότι είναι ο πιο λογικός, «ικανότατος» για όλα και θεμελιωδώς ο «καλύτερος» κυβερνήτης ανθρώπων και πραγμάτων. Έτσι παγιώνεται και κυριαρχεί, στην ατομική, κοινωνική, πολιτική, πνευματική ζωή κ.α., η ατίθαση ατομική ή συλλογική υποκειμενικότητα, που χαρακτηρίζεται από ανεστραμμένη λογική και διχασμό προσωπικότητας ως το σημείο της διαστροφής και της σχιζοφρένειας.

VI. Τέτοιες διεστραμμένες συνειδήσεις, επίδοξοι υπηρέτες της μιας ή της άλλης ιδεολογίας ή εξουσίας, που κι αυτές τους υπερβαίνουν, βρίσκουν την απόλυτη «ισορροπία» της αμπελοφιλοσοφίας τους, παρερμηνεύοντας τον Χέγκελ και μάλιστα εκκινώντας από την παρερμηνεία της πιο κάτω θέσης αυτού του μεγάλου διαλεκτικού φιλοσόφου· μια θέση που στην αλήθεια της συμπυκνώνει με λίγες λέξεις την πεμπτουσία της συνολικής του φιλοσοφίας και όχι μόνο της πολιτικής του φιλοσοφίας:

«Αυτό που είναι λογικό, είναι πραγματικό· κι αυτό που είναι πραγματικό, είναι λογικό».

Με τούτο τον βαρυσήμαντο λόγο, ο Χέγκελ μας αποκαλύπτει: εάν συμπεριφερθούμε λογικά, δηλαδή με βάση τον Λόγο, τον καθολικό Λόγο του Ηράκλειτου, στην πραγματικότητα, θα μας συμπεριφερθεί και η ίδια λογικά. Κατά το ίδιο πνεύμα αναζητεί στην προαναφερθείσα πορεία της συνείδησης, δηλαδή στη Φαινομενολογία του πνεύματος, τη Λογική αντιστοιχία ανθρώπινου πνεύματος και πραγματικότητας.

VΙI. Γράφει λοιπόν, μεταξύ άλλων, στη Φαινομενολογία του πνεύματος:

«Η φυσική συνείδηση θ’ αποδειχθεί ότι είναι μόνο έννοια της Γνώσης (Begriff des Wissens) ή ότι δεν είναι ρεαλιστικά υπαρκτή Γνώση. Αλλά με το να θεωρεί τον εαυτό της άμεσα ως τη ρεαλιστική Γνώση, αυτός ο δρόμος έχει μια αρνητική σημασία γι’ αυτήν, και ό,τι είναι η ρεαλιστική πραγμάτωση της έννοιας, γι’ αυτήν σημαίνει μάλλον απώλεια του ίδιου του εαυτού της· γιατί στο δρόμο τούτο υφίσταται την απώλεια της αλήθειας της. Γι’ αυτό και ο δρόμος αυτός μπορεί να θεωρηθεί ως ο δρόμος της αμφιβολίας ή ακριβέστερα ως ο δρόμος της απελπισίας· γιατί ό,τι συμβαίνει εδώ, δεν είναι αυτό που συνήθως καταλαβαίνει κανείς, όταν κάνει χρήση της λέξης αμφιβολία, δηλαδή μια ταλάντευση γύρω από τη μια ή την άλλη υποτιθέμενη αλήθεια, της οποίας [ταλάντευσης] έπεται μια ανάλογη εξάλειψη της αμφιβολίας και μια επιστροφή σ’ εκείνη την αλήθεια ξανά, έτσι που στο τέλος της διαδικασίας το Πράγμα να λαμβάνεται όπως ήταν στην αρχή».

VIIΙ. Ένα σχόλιο:

1. Φυσική συνείδηση: χρησιμοποιείται ως αντίθετη προς τη φιλοσοφική συνείδηση· όχι εξωτερικά αντίθετη με το νόημα δυο εχθρικών συνειδήσεων, αλλά εσωτερικά: η συνείδηση είναι μια και ενιαία και ιστορικο-λογικά τελεί σε μια πνευματική εξέλιξη. Τούτη η τελευταία είναι η πορεία της συνείδησης, ήγουν του πνεύματος, που παρουσιάζει μεταστοχαστικά η Φαινομενολογία του πνεύματος. Η φυσική συνείδηση λοιπόν είναι η κατώτατη βαθμίδα, σε επίπεδο πνευματικότητας, της συνείδησης και εξαρτάται από την εκάστοτε ατομικότητα, εάν θα φτάσει να ανυψωθεί σε φιλοσοφική συνείδηση.

2. μόνο έννοια της Γνώσης: μόνο δυνητικά υπάρχει συμφωνία, εσωτερική ανταπόκριση συνείδησης και αντι-κειμένου (Gegenstand), δηλαδή πραγματικότητας. Ρεαλιστικά υπαρκτή θα ήταν μια Γνώση, εάν είχε επίγνωση πως το αντι-κείμενο, η πραγματικότητα δεν είναι ξένα πράγματα για το πνεύμα, αλλά κατά βάθος είναι το ίδιο το πνεύμα.

3. αρνητική σημασία: ο δρόμος της συνείδησης έχει τέτοια αρνητική σημασία για όποιον ταυτίζει τη δική του Γνώση με την πραγματική Γνώση. Έτσι αρνείται να υπερβεί την εν λόγω άποψή του και αντικειμενικά αρνείται την ρεαλιστική πραγμάτωση της Γνώσης, δηλαδή την πραγματική συμφωνία/εσωτερική επικοινωνία συνείδησης και πραγματικότητας.

4. ο δρόμος της αμφιβολίας: η διαλεκτική της συνείδησης, ο διαλεκτικός λόγος του πνεύματος στη φαινομενολογική του πορεία περιλαμβάνει μια ριζική μορφή αμφιβολίας, κατά την οποία οι πεποιθήσεις της συνείδησης πρέπει να διερευνηθούν ανυποχώρητα, ανελέητα, χωρίς τον παραμικρό δισταγμό και να υπερβαθούν. Ο ως άνω διαλεκτικός λόγος, με λίγα λόγια, δεν έρχεται να αμφισβητήσει τις ιδεολογικές απόψεις, τις ψευδαισθήσεις του Εγώ ή της συνείδησης για να τις δικαιολογήσει, αλλά για να υπερβεί τον κοινό τρόπο σκέψης, με τον οποίο το Εγώ, το νοούν υποκείμενο, η συνείδηση αντιμετωπίζει τα πράγματα· εκείνον ακριβώς τον τρόπο σκέψης που κρατά τη συνείδηση στην τάξη της φυσικής, της μη εξελιγμένης πνευματικά κατάστασής της και συμπεριφοράς της.

5. ο δρόμος της απελπισίας*: η απελπισία, η απόγνωση, νοείται, ως προκύπτει από τα παραπάνω, ως εκείνη η οδυνηρή κατάσταση, όπου χρειαζόμαστε, αναγκαζόμαστε να αρνηθούμε, για χάρη της πνευματικής μας ανάστασης, παγιωμένες πεποιθήσεις μας, στερεότυπες ιδέες κ.λπ., που μας καθορίζουν οντολογικά και υπαγορεύουν μια βάρβαρη στάση απέναντι στον κόσμο. Ο δρόμος έτσι της Φαινομενολογίας του πνεύματος είναι η πορεία προς τη σταύρωση της εν λόγω καθημερινής οντότητας, προς τον θάνατο του ιδεολογικού «θεού» που φέρνουμε μέσα μας, προκειμένου να γίνουμε αυτό που πραγματικά είμαστε: πνευματικά όντα, ελεύθερα και καθολικώς σκεπτόμενα, ανεξάρτητα από εξ ετέρων καθορισμούς, επομένως όχι αρχομανή, δύσμορφα, βίαια, παραφουσκωμένα πολιτικά βατράχια, σαν αυτά που βλέπουμε καθημερινά να παίζουν στα ζάρια το ιστορικό Είναι ενός πολύπαθου και πάντα προδομένου λαού. Η αληθινή φιλοσοφία, οι πραγματικοί φίλοι της σοφίας, κατά Πλάτωνα, δεν μπορούν να συμβιβάζονται με μίσθαρνους πολιτικούς, δεν ξέρουν πού βρίσκεται το βουλευτήριο [=κοινοβούλιο] ούτε δέχονται να κάθονται εκεί μέσα και να χειροκροτούν εντελώς άκριτα τα πιο ανάξια όντα, που έχουν ταυτίσει την πολιτική με τη δική τους απληστία, φιληδονία, φιλαρχία και όλα τα συναφή, συγκαλύπτοντας ωστόσο όλο τούτο το οντολογικό τους βιαιο-πραγείν με τον μαύρο επενδύτη αντι-αισθητικών και αμοραλιστικών συνάμα ρητορισμών περί "δημοκρατίας", "σοσιαλισμού", "κομμουνισμού", μαζί και "εθνικο-σοσιαλισμού". Ιστορικά εξάλλου όλα αυτά τα καθεστωτικά συν-τάγματα, σε πλανητικό επίπεδο, έχουν υπάρξει αλληλέγγυα, με τις λελογισμένες βέβαια εξαιρέσεις κάποιες στιγμές σε επίπεδο αυθεντικής, αγνής και άδολης δημο-κρατίας [=κράτους του Δήμου].
-------------------------------
*ο δρόμος της απελπισίας φιλοσοφικά είναι ευλογία, γιατί αφυπνίζει τις καθεύδουσες, καθημερινές συνειδήσεις, που δομημένες θεσμικά είναι βλακώδεις κι όμως πιστεύουν πως είναι οι πιο έξυπνες και οι πιο ικανές για να μας καθορίζουν, την υλική μας τουλάχιστο υπόσταση. Τις αφυπνίζει, με την έννοια ότι τις οδηγεί στο δρόμο της αληθινής, φιλοσοφικής αυτογνωσίας. Διαφορετικά τις εξαφανίζει

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (565a-566e)

[565a] Δῆμος δ᾽ ἂν εἴη τρίτον γένος, ὅσοι αὐτουργοί τε καὶ ἀπράγμονες, οὐ πάνυ πολλὰ κεκτημένοι· ὃ δὴ πλεῖστόν τε καὶ κυριώτατον ἐν δημοκρατίᾳ ὅτανπερ ἁθροισθῇ.Ἔστιν γάρ, ἔφη· ἀλλ᾽ οὐ θαμὰ ἐθέλει ποιεῖν τοῦτο, ἐὰν μὴ μέλιτός τι μεταλαμβάνῃ.
Οὐκοῦν μεταλαμβάνει, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἀεί, καθ᾽ ὅσον δύνανται οἱ προεστῶτες, τοὺς ἔχοντας τὴν οὐσίαν ἀφαιρούμενοι, διανέμοντες τῷ δήμῳ, τὸ πλεῖστον αὐτοὶ ἔχειν.
[565b] Μεταλαμβάνει γὰρ οὖν, ἦ δ᾽ ὅς, οὕτως.
Ἀναγκάζονται δὴ οἶμαι ἀμύνεσθαι, λέγοντές τε ἐν τῷ δήμῳ καὶ πράττοντες ὅπῃ δύνανται, οὗτοι ὧν ἀφαιροῦνται.
Πῶς γὰρ οὔ;
Αἰτίαν δὴ ἔσχον ὑπὸ τῶν ἑτέρων, κἂν μὴ ἐπιθυμῶσι νεωτερίζειν, ὡς ἐπιβουλεύουσι τῷ δήμῳ καί εἰσιν ὀλιγαρχικοί.
Τί μήν;
Οὐκοῦν καὶ τελευτῶντες, ἐπειδὰν ὁρῶσι τὸν δῆμον, οὐχ ἑκόντα ἀλλ᾽ ἀγνοήσαντά τε καὶ ἐξαπατηθέντα ὑπὸ τῶν [565c] διαβαλλόντων, ἐπιχειροῦντα σφᾶς ἀδικεῖν, τότ᾽ ἤδη, εἴτε βούλονται εἴτε μή, ὡς ἀληθῶς ὀλιγαρχικοὶ γίγνονται, οὐχ ἑκόντες, ἀλλὰ καὶ τοῦτο τὸ κακὸν ἐκεῖνος ὁ κηφὴν ἐντίκτει κεντῶν αὐτούς.
Κομιδῇ μὲν οὖν.
Εἰσαγγελίαι δὴ καὶ κρίσεις καὶ ἀγῶνες περὶ ἀλλήλων γίγνονται.
Καὶ μάλα.
Οὐκοῦν ἕνα τινὰ ἀεὶ δῆμος εἴωθεν διαφερόντως προΐστασθαι ἑαυτοῦ, καὶ τοῦτον τρέφειν τε καὶ αὔξειν μέγαν;
Εἴωθε γάρ.
[565d] Τοῦτο μὲν ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, δῆλον, ὅτι, ὅτανπερ φύηται τύραννος, ἐκ προστατικῆς ῥίζης καὶ οὐκ ἄλλοθεν ἐκβλαστάνει.
Καὶ μάλα δῆλον.
Τίς ἀρχὴ οὖν μεταβολῆς ἐκ προστάτου ἐπὶ τύραννον; ἢ δῆλον ὅτι ἐπειδὰν ταὐτὸν ἄρξηται δρᾶν ὁ προστάτης τῷ ἐν τῷ μύθῳ ὃς περὶ τὸ ἐν Ἀρκαδίᾳ τὸ τοῦ Διὸς τοῦ Λυκαίου ἱερὸν λέγεται;
Τίς; ἔφη.
Ὡς ἄρα ὁ γευσάμενος τοῦ ἀνθρωπίνου σπλάγχνου, ἐν ἄλλοις ἄλλων ἱερείων ἑνὸς ἐγκατατετμημένου, ἀνάγκη δὴ [565e] τούτῳ λύκῳ γενέσθαι. ἢ οὐκ ἀκήκοας τὸν λόγον;
Ἔγωγε.
Ἆρ᾽ οὖν οὕτω καὶ ὃς ἂν δήμου προεστώς, λαβὼν σφόδρα πειθόμενον ὄχλον, μὴ ἀπόσχηται ἐμφυλίου αἵματος, ἀλλ᾽ ἀδίκως ἐπαιτιώμενος, οἷα δὴ φιλοῦσιν, εἰς δικαστήρια ἄγων μιαιφονῇ, βίον ἀνδρὸς ἀφανίζων, γλώττῃ τε καὶ στόματι ἀνοσίῳ γευόμενος φόνου συγγενοῦς, καὶ ἀνδρηλατῇ καὶ [566a] ἀποκτεινύῃ καὶ ὑποσημαίνῃ χρεῶν τε ἀποκοπὰς καὶ γῆς ἀναδασμόν, ἆρα τῷ τοιούτῳ ἀνάγκη δὴ τὸ μετὰ τοῦτο καὶ εἵμαρται ἢ ἀπολωλέναι ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν ἢ τυραννεῖν καὶ λύκῳ ἐξ ἀνθρώπου γενέσθαι;
Πολλὴ ἀνάγκη, ἔφη.
Οὗτος δή, ἔφην, ὁ στασιάζων γίγνεται πρὸς τοὺς ἔχοντας τὰς οὐσίας.
Οὗτος.
Ἆρ᾽ οὖν ἐκπεσὼν μὲν καὶ κατελθὼν βίᾳ τῶν ἐχθρῶν τύραννος ἀπειργασμένος κατέρχεται;
Δῆλον.
[566b] Ἐὰν δὲ ἀδύνατοι ἐκβάλλειν αὐτὸν ὦσιν ἢ ἀποκτεῖναι διαβάλλοντες τῇ πόλει, βιαίῳ δὴ θανάτῳ ἐπιβουλεύουσιν ἀποκτεινύναι λάθρᾳ.
Φιλεῖ γοῦν, ἦ δ᾽ ὅς, οὕτω γίγνεσθαι.
Τὸ δὴ τυραννικὸν αἴτημα τὸ πολυθρύλητον ἐπὶ τούτῳ πάντες οἱ εἰς τοῦτο προβεβηκότες ἐξευρίσκουσιν, αἰτεῖν τὸν δῆμον φύλακάς τινας τοῦ σώματος, ἵνα σῶς αὐτοῖς ᾖ ὁ τοῦ δήμου βοηθός.
Καὶ μάλ᾽, ἔφη.
Διδόασι δὴ οἶμαι δείσαντες μὲν ὑπὲρ ἐκείνου, θαρρήσαντες δὲ ὑπὲρ ἑαυτῶν.
[566c] Καὶ μάλα.
Οὐκοῦν τοῦτο ὅταν ἴδῃ ἀνὴρ χρήματα ἔχων καὶ μετὰ τῶν χρημάτων αἰτίαν μισόδημος εἶναι, τότε δὴ οὗτος, ὦ ἑταῖρε, κατὰ τὸν Κροίσῳ γενόμενον χρησμὸν— πολυψήφιδα παρ᾽ Ἕρμον
φεύγει, οὐδὲ μένει, οὐδ᾽ αἰδεῖται κακὸς εἶναι.
Οὐ γὰρ ἄν, ἔφη, δεύτερον αὖθις αἰδεσθείη.
Ὁ δέ γε οἶμαι, ἦν δ᾽ ἐγώ, καταληφθεὶς θανάτῳ δίδοται.
Ἀνάγκη.
Ὁ δὲ δὴ προστάτης ἐκεῖνος αὐτὸς δῆλον δὴ ὅτι «μέγας [566d] μεγαλωστὶ» οὐ κεῖται, ἀλλὰ καταβαλὼν ἄλλους πολλοὺς ἕστηκεν ἐν τῷ δίφρῳ τῆς πόλεως, τύραννος ἀντὶ προστάτου ἀποτετελεσμένος.
Τί δ᾽ οὐ μέλλει; ἔφη.
Διέλθωμεν δὴ τὴν εὐδαιμονίαν, ἦν δ᾽ ἐγώ, τοῦ τε ἀνδρὸς καὶ τῆς πόλεως, ἐν ᾗ ἂν ὁ τοιοῦτος βροτὸς ἐγγένηται;
Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη, διέλθωμεν.
Ἆρ᾽ οὖν, εἶπον, οὐ ταῖς μὲν πρώταις ἡμέραις τε καὶ χρόνῳ προσγελᾷ τε καὶ ἀσπάζεται πάντας, ᾧ ἂν περιτυγχάνῃ, καὶ [566e] οὔτε τύραννός φησιν εἶναι ὑπισχνεῖταί τε πολλὰ καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ, χρεῶν τε ἠλευθέρωσε καὶ γῆν διένειμε δήμῳ τε καὶ τοῖς περὶ ἑαυτὸν καὶ πᾶσιν ἵλεώς τε καὶ πρᾷος εἶναι προσποιεῖται;
Ἀνάγκη, ἔφη.
Ὅταν δέ γε οἶμαι πρὸς τοὺς ἔξω ἐχθροὺς τοῖς μὲν καταλλαγῇ, τοὺς δὲ καὶ διαφθείρῃ, καὶ ἡσυχία ἐκείνων γένηται, πρῶτον μὲν πολέμους τινὰς ἀεὶ κινεῖ, ἵν᾽ ἐν χρείᾳ ἡγεμόνος ὁ δῆμος ᾖ.
Εἰκός γε.

***
[565a] Και η τρίτη τάξη είναι ο μικρός λαός, όσοι είναι τεχνίτες και δεν πολυανακατώνονται στα πράγματα και που μόλις κατορθώνουν να ζουν με τα λίγα που έχουν· η τάξη αυτή, όταν συσσωματωθεί, είναι μέσα σε μια δημοκρατία η πολυπληθέστερη και δυνατότερη.
Έτσι είναι· αλλά δεν συνηθίζει να το κάνει αυτό συχνά, εάν δεν πάρει κι αυτή μερίδιο στο μέλι.
Και το παίρνει πραγματικά κατά το μέτρο που οι αρχηγοί της κατορθώνουν ν᾽ αφαιρούν τις περιουσίες των πλουσίων και να τις μοιράζουν στον λαό, αφού, εννοείται, αυτοί κρατήσουν το μεγαλύτερο μέρος.
[565b] Έτσι πραγματικά παίρνει κι αυτή το μερίδιό της.
Όμως αναγκάζονται και οι πλούσιοι, που τους παίρνουν τις περιουσίες, να προστατεύουν τα αγαθά τους, παίρνοντας τον λόγο στις συναθροίσεις του δήμου και κάνοντας ό,τι μπορούν.
Πώς όχι;
Αλλά τότε κατηγορούνται από τους άλλους, έστω κι αν δεν επιδιώκουν καμιά πολιτική καινοτομία, ότι τάχα σχεδιάζουν την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος και ότι είναι ολιγαρχικοί.
Βέβαια.
Κι αυτοί λοιπόν στο τέλος βλέποντας ότι ο δήμος, όχι ίσως από κακή θέληση αλλ᾽ από άγνοια και παρασυρμένος από τους [565c] συκοφάντες, θέλει όλο να τους αδικεί, τότε πια, θέλοντας και μη, γίνονται πραγματικά ολιγαρχικοί· και δεν φταίνε αυτοί αλλ᾽ αίτιος του κακού είναι εκείνος ο ίδιος ο κηφήνας που τους καταδιώκει με το κεντρί του.
Χωρίς αμφιβολία.
Αρχίζουν λοιπόν καταγγελίες και κρίσεις και δικαστικοί αγώνες μεταξύ τους.
Μάλιστα.
Δεν έχει όμως τη συνήθεια ο δήμος ν᾽ αναδείχνει κάθε τόσο έναν κατ᾽ εξοχήν προστάτη του και σ᾽ αυτόν να χαρίζει πλούτη και δύναμη;
Την έχει αυτή τη συνήθεια.
[565d] Είναι λοιπόν φανερό ότι απ᾽ αυτή τη ρίζα των προστατών του δήμου ξεφυτρώνει ο τύραννος και από πουθενά αλλού.
Ολοφάνερο.
Ποιά λοιπόν είναι η αρχή της μεταβολής από τον προστάτη στον τύραννο; Δεν είναι όταν αρχίσει ο προστάτης να κάνει το ίδιο μ᾽ εκείνο που συμβαίνει, κατά τον μύθο, στο ιερό του Λυκαίου Διός στην Αρκαδία;
Τί δηλαδή;
Ότι τάχα εκείνος που γευθεί από ένα ορισμένο ανθρώπινο σπλάχνο, που είναι κομμένο και ανακατωμένο μέσα σε πολλά άλλα σπλάχνα των άλλων θυμάτων, αναπότρεπτα [565e] μεταβάλλεται σε λύκο. Ή δεν έχεις ποτέ σου ακούσει αυτό τον μύθο;
Τον έχω ακούσει.
Μήπως λοιπόν έτσι και ο προστάτης του δήμου, όταν βρει όχλο πρόθυμο να τον υπακούει και δεν κρατήσει τα χέρια του καθαρά από το αίμα των συμπολιτών του, αλλά με άδικες κατηγορίες, όπως δα γίνεται συχνά, στα δικαστήρια γίνει αφορμή ν᾽ αδικοθανατήσει άνθρωπος, και γευτεί με γλώσσα και στόμα ανόσιο συγγενικό αίμα και εξορίζει και [566a] θανατώνει και υπόσχεται απόσβεση χρεών και αναδασμό γης, μήπως, λέγω, κατ᾽ ανάγκη τότε, ύστερ᾽ απ᾽ όλ᾽ αυτά, είναι πεπρωμένο ο τέτοιος άνθρωπος ή να πέσει κι αυτός θύμα των εχθρών του ή να γίνει τύραννος και να μεταβληθεί από άνθρωπος σε λύκο;
Κατ᾽ ανάγκη αυτό θα συμβεί.
Αυτός λοιπόν είναι που στήνει πόλεμο μ᾽ εκείνους που έχουν τις μεγάλες περιουσίες.
Αυτός.
Και αν, αφού μια φορά εξοριστεί, ξαναγυρίσει παρ᾽ όλη την αντίσταση των εχθρών του, δεν επανέρχεται τέλειος πια τύραννος;
Φανερό.
[566b] Αν πάλι δε μπορέσουν να τον εξορίσουν ή να τον θανατώσουν, κατηγορώντας τον ενώπιον του δήμου, τότε συνωμοτούν για να τον δολοφονήσουν κρυφά.
Αυτό τουλάχιστο γίνεται συνήθως.
Και τότε γίνεται εκείνο το πολυθρύλητο τέχνασμα των τυράννων, όπου καταφεύγουν όταν τα πράγματα φτάσουν σ᾽ αυτό το σημείο, ζητούν δηλαδή από τον δήμο σωματοφύλακες, για να μην τους πάθει τίποτα ο υπερασπιστής του δήμου.
Μάλιστα.
Και πραγματικά του δίνουν, επειδή φοβούνται για κείνον, αλλά δεν φοβούνται τίποτα για τον εαυτό τους.
[566c] Και βέβαια.
Όταν όμως το πράγμα φτάσει σ᾽ αυτό το σημείο, τότε, φίλτατε, κάθε άνθρωπος που έχει μεγάλη περιουσία, και που γι᾽ αυτό τον λόγο θεωρείται εχθρός του δήμου, εφαρμόζει τον χρησμό που δόθηκε στον Κροίσο και
«στον χαλικοστρωμένον Έρμο
φεύγει, δεν μένει, και δειλός δεν ντρέπεται να γίνει
».
Γιατί ορισμένως δεν θα βρει την ευκαιρία να ντραπεί δεύτερη φορά.
Είμαι βέβαιος ότι, αν πιαστεί, θα θανατωθεί.
Κατ᾽ ανάγκη.
Όσο για τον προστάτη του δήμου, εκείνος πια τότε φαρδύς [566d] πλατύς, όχι πέφτει καταγής (όπως λέγει ο στίχος), αλλά, αφού ρίξει κι άλλους πολλούς, θρονιάζεται στο άρμα της πόλης και παρουσιάζεται αντί προστάτης τέλειος τύραννος.
Ποιός θα τον εμπόδιζε;
Τώρα ας ιδούμε την ευδαιμονία αυτού του ανθρώπου και της πόλης που θα έχει την ευτυχία να τον αποκτήσει.
Ας ιδούμε.
Τις πρώτες μέρες της εξουσίας του δεν φέρνεται τάχα φιλομειδέστατα και καταδεχτικότατα προς όλους όσους συναντά, και [566e] δεν αποστέργει και αυτό ακόμη το όνομα του τυράννου; Δεν σκορπίζει αφειδώς υποσχέσεις και στις ιδιαίτερες συνομιλίες του και στις δημόσιες, δεν αναστέλλει πραγματικά τα χρέη, δεν μοιράζει γαίες στον δήμο και στους ανθρώπους του και γενικά δεν υποκρίνεται προς όλους τον πράο και τον ήμερο;
Εξ ανάγκης.
Όταν όμως, θαρρώ, ησυχάσει με τους εξωτερικούς του εχθρούς, και με άλλους απ᾽ αυτούς συμφιλιωθεί, άλλους εξοντώσει, πρώτα αρχίζει να υποκινεί κάθε φορά και κάποιο πόλεμο, για να ᾽χει πάντα ο δήμος ανάγκη αρχηγού.
Είναι φυσικό.