Η Εστία είναι το κέντρο, το αόρατο κέντρο πίσω από οποιαδήποτε κοινωνική, θρησκευτική και τελετουργική έκφραση. Είναι η φλόγα που συγκεντρώνει, τόσο σε αφηρημένο πνευματικό όσο και σε συγκεκριμένο υλικό επίπεδο. Είναι η αέναη διαδικασία της επιστροφής στο κέντρο και της προώθησης στην περιφέρεια, σε αναζήτηση νέας πνευματικής τροφής και δράσης. Είναι το σημείο συγκέντρωσης των ανθρώπινων υπάρξεων γύρω από την φωτιά του πνεύματος, στην νύχτα της ερήμου, απαλλαγμένη από την πολυπλοκότητα της υλικής έκφρασης. Είναι η καρδιά, το άφατο σημείο συγκέντρωσης όλων των θεών. Είναι η θεά πίσω από τους θεούς.
Η θεά Εστία στην Μυθολογία
Στην μυθολογία η Εστία περιγράφεται ως θεά της εστίας του οίκου, της φωτιάς που έκαιγε σε κάθε οικία στην αρχαία Ελλάδα και την Ρώμη, όπου είναι γνωστή ως Βέστα. Είναι η θεά που λάμβανε τις πρώτες προσφορές σε κάθε θυσία του οίκου. Γλυκό κρασί ήταν η χοή στο όνομά της και σε εκείνη αφιερωνόταν το πλουσιότερο τμήμα της διατροφής της οικογένειας. Η φωτιά της εστίας στον οίκο δεν επιτρεπόταν να αποκαλυφθεί δημόσια, παρά μόνον με τελετουργικό τρόπο. Αν και δεν μαρτυρείται κάποια γνωστή δημόσια λατρεία, λατρευόταν σε κάθε ναό, ανεξάρτητα από την θεότητα στην οποία ήταν αφιερωμένος ο ναός. Ήταν θεά ευγενική, διακριτική, θεά που συγχωρούσε και η φύση της ήταν παθητική, μη συγκρουσιακή.
Η Εστία είναι θεά της πρώτης γενιάς Ολυμπίων. Είναι η μεγαλύτερη κόρη των Τιτάνων Ρέας και Κρόνου, και αδελφή του Δία, του Ποσειδώνα, της Δήμητρας, της Ήρας και του Άδη. Αμέσως μετά την γέννησή τους, ο Κρόνος κατάπιε όλα τα παιδιά του (με πρώτη την Εστία) εκτός από το τελευταίο και νεότερο, τον Δία, ο οποίος τον ανάγκασε να βγάλει τα υπόλοιπα παιδιά από μέσα του και στην συνέχεια ξεκίνησε πόλεμο εναντίον του, την περίφημη Τιτανομαχία. Όντας η πρώτη που κατάπιε και η τελευταία που εξέμεσε ο Κρόνος, η Εστία έγινε ταυτόχρονα η πρεσβύτερη και η νεότερη κόρη. Αυτή η μυθική αντιστροφή βρίσκεται στον Ομηρικό Ύμνο για την Αφροδίτη (700 ΠΚΕ).
Η Εστία, απορρίπτοντας τα γαμήλια δώρα του Ποσειδώνα και του Απόλλωνα, ορκίζεται αιώνια αγνότητα. Απαρνείται τις αξίες της Αφροδίτης και κατά κάποιο τρόπο γίνεται το αγνό, οικιακό συμπληρωματικό ή το αντίθετό της. Η Εστία αναλαμβάνει το καθήκον να τρέφει και να συντηρεί τις φλόγες της ολύμπιας εστίας με τα πύρινα αναλώματα των θυσιαστικών σφαγίων που προσφέρονταν στους θεούς. Όταν μαγειρευόταν τροφή ή και όταν γινόταν προσφορά στο θυσιαστήριο, ήταν η πρώτη που δεχόταν την λατρεία, «…ανάμεσα σε όλους τους θνητούς, ήταν η πρώτη των θεαινών».
Η ολύμπια θέση της Εστίας παρουσιάζεται διφορούμενη. Στην Αθήνα, «στην εποχή του Πλάτωνα», σημειώνει ο καθηγητής φιλοσοφίας Κένεθ Ντόρτερ (Kenneth Dorter), «υπήρχε διαφορά στον κατάλογο των δώδεκα κύριων θεών, ως προς το αν συμπεριλαμβανόταν μαζί με τους υπόλοιπους έντεκα η Εστία ή ο Διόνυσος. Στον βωμό στην Αρχαία Αγορά, για παράδειγμα, περιλαμβανόταν η Εστία, αλλά στην ανατολική ζωφόρο του Παρθενώνα απεικονιζόταν ο Διόνυσος».
Η παράλειψη της Εστίας από καταλόγους των δώδεκα Ολυμπίων θεωρείται μερικές φορές απεικόνιση της παθητικής, μη συγκρουσιακής φύσης της, καθώς αποδίδει την ολύμπια έδρα της στον Διόνυσο, αποτρέποντας την ουράνια σύγκρουση. Η Εστία ήταν γνωστή για την καλοσύνη της, αλλά δεν υπάρχει αρχαία πηγή ή μύθος που να περιγράφει την παραίτηση ή την απομάκρυνσή της από τον Όλυμπο. Ο καθ. φιλολογίας Βάλτερ Μπάρκερτ (Walter Burkert) σημειώνει: «Δεδομένου ότι η φυσική εστία είναι αμετακίνητη, η θεά Εστία δεν είναι σε θέση να λάβει μέρος ακόμα και στην πομπή των θεών, πόσο μάλλον στις άλλες διαμάχες των Ολυμπίων». Το μυθογραφικό της πλαίσιο, ως πρωτότοκη, αιτιολογεί την παράδοση που θέλει να δέχεται η θεά πρώτη το μερίδιο οποιασδήποτε θυσίας («η Εστία προηγείται»).
Οι μυθολογικές ασάφειες για την Θεά συνδυάζονται με τα απροσδιόριστα χαρακτηριστικά της, τον χαρακτήρα και την εικονογραφία της. Ταυτίζεται με την εστία ως φυσικό αντικείμενο και τις αφαιρετικές ιδέες της κοινότητας και της οικογενειακής ζωής, αλλά οι απεικονίσεις της είναι σπάνιες. Στην κλασική ελληνική τέχνη απεικονίζεται ενίοτε ως γυναίκα, απλά και σεμνά ενδεδυμένη με ένα πέπλο στο κεφάλι. Μερικές φορές απεικονίζεται με ραβδί στο χέρι ή με μεγάλη φωτιά. Κάθεται σε απλό ξύλινο θρόνο με λευκό μάλλινο μαξιλάρι και χωρίς εμβλήματα. Σε κάποιες αφηγήσεις αναφέρεται ότι η Εστία δεν κατείχε θρόνο, σε άλλες ότι παρέδωσε τον θρόνο της στον Διόνυσο. Η παράδοση του θρόνου υποδεικνύει την εξελικτική διαδοχή της δύναμης στο μυθολογικό πλαίσιο, στρέφοντας παράλληλα την προσοχή μας στο γεγονός της διασύνδεσής της με τον Διόνυσο, την νεότερη θεότητα με την πολύμορφη εξωστρεφή δράση στον κόσμο των θεών και των ανθρώπων. Η θεά εκτός του Διονύσου παρουσιάζει και μια σχέση με τον Ερμή.
Μια σύντομη και περιεκτική αφήγηση της θέσης της θεάς και της σχέσης της με τον Ερμή, τον αγγελιαφόρο των θεών, βρίσκουμε στον Ομηρικό Ύμνο 24, Προς την Εστία:
Εσύ Εστία, που στα ψηλά δώματα όλων των αθάνατων θεών και των ανθρώπων που
βαδίζουν στη γη κάτω, αθάνατη έδρα σού ‘τυχε αξίωμα πρεσβυτικό,
ωραίο βραβείο να ‘χεις και τιμή. Γιατί χωρίς εσένα οι θνητοί δεν κάνουνε συμπόσια,
όπου κανείς με πρώτη και τελευταία την Εστία, να μην αρχίζει την σπονδή με οίνο μελίγευστο.
Και Συ εμένα γιε του Δία και της Μαίας, Αργειφόντη αγγελιαφόρε των μακαρίων,
χρυσόραβδε δότη αγαθών, Συ ο ελεήμων βοήθησε μαζί με τη σεμνή και
αγαπημένη Εστία, γιατί και οι δύο εσείς στων ανθρώπων μένετε τα ωραία δώματα
με φιλική ανάμεσά σας διάθεση και τα έργα τους γνωρίζοντας, τους ανταμείβετε με νου και ήβη.
«Χαίρε του Κρόνου θυγατέρα εσύ και ο χρυσόραβδος Ερμής.
Αλλά εγώ εσάς και με άλλη μου ωδή θα υμνήσω».
Η Λατρεία της θεάς
Το όνομα της θεάς σημαίνει «εστία, τζάκι, βωμός», οίκος ή οικογένεια. «Μια πρώιμη μορφή ναού είναι η εστία της οικίας. Οι πρώτοι ναοί στον Δρήρο και τον Πρινιά στην Κρήτη είναι αυτού του τύπου, όπως και ο ναός του Απόλλωνα στους Δελφούς, που είχε πάντα στο εσωτερικό του εστία». Επίσης, υπήρχε στο μυκηναϊκό μέγαρο κεντρική εστία, όπως και στην ομηρική αίθουσα του Οδυσσέα στην Ιθάκη. Κατά τον ίδιο τρόπο ήταν η εστία της κοινότητας και του τελετουργικού της κοσμικής διακυβέρνησης στο μεταγενέστερο ελληνικό πρυτανείο.
Το όνομα και οι λειτουργίες της Εστίας δείχνουν την σημασία της για την κοινωνική, θρησκευτική και πολιτική ζωή της αρχαίας Ελλάδας. Ήταν σημαντική για την θαλπωρή της φωτιάς, την παρασκευή τροφίμων, καθώς και την ολοκλήρωση των θυσιών που προσφέρονταν στις θεότητες. Στις θυσίες, η Εστία ήταν ο «συνήθης αποδέκτης της προκαταρκτικής θυσίας». Σε ό,τι αφορά στην διασύνδεσή της με την διονυσιακή λατρεία, θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι της προσφέρονταν οι πρώτες και οι τελευταίες σπονδές κρασιού σε κάθε γιορτασμό. Το δικό της θυσιαστικό ζώο ήταν ο κατοικίδιος χοίρος.
Η αποτυχία στην διατήρηση του πυρός στην οικιακή εστία αντιπροσώπευε την αποτυχία της φροντίδας για την οικογένεια. Η αποτυχία στην συντήρηση της φωτιάς της Εστίας στο ναό ή στο ιερό της ήταν παράβαση καθήκοντος για όλη την κοινότητα. Η φωτιά της εστίας σβήνει μόνο τελετουργικά και εφόσον υπάρχει ανάγκη και το νέο άναμμά της θα πρέπει να συνοδεύεται από τελετουργίες ολοκλήρωσης, εξαγνισμού και ανανέωσης, συγκρίσιμα με τα τελετουργικά και υποδηλώσεις της αιώνιας φλόγας και της λυχνίας του ιερού.
Η λατρεία της Εστίας λάμβανε χώρα σε δημόσια κτίρια τόσο των μητροπόλεων όσο και των αποικιών τους, στα οποία έκαιγε εξαγνιστικά η άσβεστη εστία. Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς μαρτυρεί ότι το πρυτανείο της ελληνικής πόλης-κράτους ή της κοινότητας ήταν το ιερό της Εστίας, στο οποίο υπηρετούσαν ως δημόσιοι λειτουργοί οι ισχυρότεροι αξιωματούχοι. Οι μαρτυρίες για το λατρευτικό ιερατείο της είναι εξαιρετικά σπάνιες και οι περισσότερες ανάγονται στην εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η αρχαία Σπάρτη στην συγκεκριμένη περίοδο μας προσφέρει μαρτυρίες για γυναίκες που έφεραν τον ιερατικό τίτλο Εστία. Άλλη μαρτυρία έρχεται από την Χαλκίδα για μια κόρη της τοπικής αριστοκρατίας με τον ίδιο τίτλο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η τεκμηριωμένη άποψη ότι στο θέατρο του Διονύσου, κατεξοχήν επίκεντρο της διονυσιακής λατρείας, ένα τμήμα των ιερατικών θέσεων ήταν προορισμένο για τις ιέρειες της Εστίας Λιβία και Ιουλία. Επίσης, ιερέας στην Δήλο ήταν αφιερωμένος στην Εστία του Αθηναϊκού Δήμου και στην Ρώμη.
Η λατρεία της Εστίας ως Βέστα αναπτύχθηκε με ιδιαίτερο τρόπο στην Ρώμη, της οποίας ο ναός ήταν το μόνο ιερό με κυκλικό σχήμα και οροφή, για να προστατεύεται η ιερή φλόγα. Οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι η ιερή φλόγα αντιπροσωπεύει το κράτος τους και ήταν σημαντικό να την διατηρούν άσβεστη, όπως επικρατούσε και η πίστη ότι έκφραζε το πυρ των ηφαιστείων, καθώς και τον κύκλο της ζωής και της φύσης. Η Βέστα, σε αντίθεση με την Εστία, αναφερόταν στο τέλος όλων των προσευχών κι όχι στην αρχή.
Η φλόγα της Εστίας φυλασσόταν από έξι ιέρειες, τις αποκαλούμενες Εστιάδες. Κάθε Εστιάδα θεωρούνταν κόρη του κράτους και υπηρετούσε την θεά 30 χρόνια. Η επιλογή τους γινόταν συνήθως κατά την προσχολική ηλικία και μεταφέρονταν στο ιερό της Εστίας, όπου μυούνταν στις διάφορες βαθμίδες μέχρι να αποκτήσουν το δικαίωμα φύλαξης της φλόγας.
Οι πολιτικές λειτουργίες της Εστίας μαρτυρούνται από τα αναρίθμητα αναθηματικά ιερά της στον δημόσιο χώρο και από τους κοσμικούς μάλλον παρά θρησκευτικούς τίτλους που χρησιμοποιούνταν από τους δημόσιους λειτουργούς που εμπλέκονταν με την λατρεία της.
Παρόλο που η ορφική λατρεία φαίνεται να διαθέτει παρόμοια με την Ησιόδεια γενεαλογία για την Εστία (βλ. Ορφικά, Fragmenta 202), ο συγγραφέας του Παπύρου του Δερβενίου παραπέμπει σε ένα ποίημα, στο οποίο ο Ορφέας την ταυτίζει με την Δήμητρα, την Δηώ, την Ρέα, την Γη και την Μητέρα (Ορφικοί Ύμνοι, 14i). Ο ύμνος στην Μητέρα των Θεών αναφέρει ότι αυτή η θεά είναι επίσης γνωστή ως Εστία (Ορφικοί Ύμνοι, 27,9 + n). Από αυτή την άποψη, για τους Ορφικούς η Εστία και η λατρεία της ταυτίζεται με την Μεγάλη Μητέρα, την Μητέρα-Γη και τα υποχθόνια πυρά της, που συντηρούν και γεννούν με την θερμότητά τους την ζωή.
Θα περίμενε κανείς ότι εξαιτίας του ήπιου χαρακτήρα της να μην συνδέεται με τελετουργίες αποτροπαϊκού χαρακτήρα. Ωστόσο, η βοτανική μαρτυρία υποδεικνύει ότι είχε σχέση με την φύλαξη και την αποτροπή, μέσω της οικιακής τελετουργίας του φαρμακού. Σύμφωνα με μια μαρτυρία που μας έρχεται από την Χαιρώνεια, για παράδειγμα, ο δήμαρχος ή ο αρχηγός κάθε οίκου τελούσε αποτροπαϊκή τελετή, κατά την οποία εκδιωκόταν η πείνα. Χτυπούσαν έναν σκλάβο με ραβδιά «άγνου» (agnus castus), της κοινής μας λυγαριάς, και τον εκδίωκαν από τον οίκο φωνάζοντας, «Έξω η πείνα, μέσα η ευημερία και η υγεία».
Ήταν αφιερωμένη η λυγαριά στην θεά Εστία, η Άγνος η κοινή, ή Άγνος ο αγνός της οικογένειας των Ιεροβοτανοειδών (Verbenaceae), παραδοσιακό φυτό στην Ελλάδα και την Ιταλία, που χρησιμοποιείται επίσης και στην Αφρική.
Κατά την αρχαιότητα η λυγαριά θεωρείτο αντιαφροδισιακή, εξ ου και η ονομασία «άγνος», που την συνδέει με την Εστία. Ο Πλίνθιος ο Πρεσβύτερος στο έργο του Φυσική Ιστορία αναφέρει την χρήση του άνθους και των φύλλων ως υπόστρωμα από τις γυναίκες «για να κατευνάσουν την θέρμη του πόθου» στη διάρκεια των Θερμοφορίων, όταν οι Αθηναίες εγκατέλειπαν την κλίνη του συζύγου, προκειμένου να μείνουν τελετουργικά αγνές.
Η Θεά ως Ψυχολογικό Αρχέτυπο
Στον Πλάτωνα, στον τελευταίο μύθο της Πολιτείας αλλά και στον Κρατύλο σχετικά με την ετυμολογία των θεϊκών ονομάτων, αναφέρεται η Εστία ως «Ουσία», «Ωσία», και σχετίζεται με την κίνηση, την ώθηση, αλλά και ως «Εσσία», δηλαδή σταθερή. Σταθερότητα και ακινησία επομένως είναι τα χαρακτηριστικά της σε ένα πρώτο επίπεδο, μιας και σχετίζεται με αξίες αιώνιες και αμετάβλητες, πρωταρχικές και αρχετυπικές. Ωστόσο σε ένα ανώτερο επίπεδο παράγει διαρκώς τις πρώτες αιτίες που πρόκειται να εκδηλωθούν στο πεδίο της μορφής.
Στο αρχαιοελληνικό γεωκεντρικό μοντέλο αντικατοπτρίζεται μια βασική ψυχολογική κατάσταση. Οι άνθρωποι βιώνουν τον κόσμο περιστρεφόμενοι γύρω από τον εαυτό τους. Συχνά επωφελής ψυχολογικά, η συγκεκριμένη αντίληψη αυτή τοποθετεί τον εαυτό στο επίκεντρο της δραματικής ζωής του ατόμου και παρέχει μεγαλύτερη αίσθηση ότι το σπίτι μας είναι το δέρμα μας. Αυτή η επικεντρωμένη αίσθηση της ζωής αντικατοπτρίζεται στην κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων. Η αντικατάσταση της Μητέρας-Γης Εστίας από τον ηλιακό Διόνυσο στον Όλυμπο και η μεταγενέστερη μετατόπιση από την γεωκεντρική στην ηλιοκεντρική άποψη, λειτούργησε εν μέρει ως ένα είδος ψυχικής ανισορροπίας για την ανθρώπινη ψυχολογία.
Το ενδιαφέρον και η φροντίδα της θεάς για το πυρ της εστίας αντικαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό από το διονυσιακό εξωστρεφές πνεύμα και την απολλώνια λατρεία του φωτός. Η αλλαγή αυτή επέτρεψε μια τεράστια οριζόντια επέκταση στον ανθρώπινο πολιτισμό και την διανόηση, αλλά η εσωτερική διάσταση της σύνδεσης με το βαθύ κέντρο χάθηκε. Η απουσία της Εστίας άφησε ένα κενό στο κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης, το οποίο οι άνθρωποι προσπαθούν να αναπληρώσουν, τις περισσότερες φορές ανεπιτυχώς, με αναζητήσεις έξω από τον εαυτό τους.
O Καρλ Γκούσταβ Γιούνγκ (C. G. Jung) πίστευε ότι η οικοδόμηση μιας σύνδεσης με το κέντρο της ανθρώπινης προσωπικότητας ήταν μία από τις μεγάλες ανάγκες της σύγχρονης εποχής.
Η ψυχολόγος και συγγραφέας Ζαν Μπολέν (Jean Bolen) περιγράφει το αρχέτυπο της θεάς ως εξής: «Είναι ένα αρχέτυπο του εσωτερικού κέντρου. Είναι το ακίνητο σημείο που δίνει νόημα στη δράση…». Όταν συνδέεται κανείς με το κέντρο, συνδέεται και με το ακίνητο σημείο της υπέρτατης ισορροπίας. Τούτο γιατί το κέντρο οποιουδήποτε συστήματος είναι ενεργητική, ελκτική δύναμη για όλα τα περιεχόμενα του συστήματος. Όταν είναι αρκετά ισχυρό τότε έλκει όλα τα στοιχεία που περιγράφουν το σύστημα προς το μέρος του. Η συγκεκριμένη δυναμική παρουσιάζεται αφ εαυτού τόσο στην ψυχή, όσο και στον εξωτερικό κόσμο.
Ο Καρλ Γιούνγκ αναφέρει ότι ο Εαυτός υπηρετεί ως οργανωτικό κέντρο της προσωπικότητας. Διασκορπισμένα συμπλέγματα, αρχέτυπα και μνήμες έλκονται προς την κατεύθυνση της υπηρεσίας του Εαυτού, όταν το κέντρο διαθέτει επαρκή δύναμη. Η ενεργοποίηση της αρχετυπικής Εστίας μέσα μας εγκαθιδρύει μια υγιή και δονούμενη ψυχή. Όταν το ψυχικό κέντρο είναι αδύναμο, τα εσωτερικά συμπλέγματα και οι αρχετυπικές μορφές αυτονομούνται και συγκρούονται εσωτερικά, κατακερματίζοντας την δύναμη του Εγώ.
Συνήθως η εσωτερική έλλειψη ψυχικής σύνδεσης με το κέντρο της ύπαρξης ωθεί αναπόφευκτα το άτομο στην εξωτερική αναζήτηση δύναμης και οικονομικής συσσώρευσης. Πολλές φορές η μόνη ψυχολογική εξισορρόπηση ενός τέτοιου ατόμου περνά μέσα από την διαρκή συσσώρευση.
Υπάρχει μια θεώρηση ότι τα παιδιά έρχονται στην ζωή με ενεργοποιημένη την αίσθηση της εσωτερικής τους ενότητας. Αν, όμως, ο πολιτισμικός μύθος δεν παρέχει και δεν υποστηρίζει την εικόνα του κέντρου, αυτή η εσωτερική ενότητα μπορεί να χαθεί κατά την διαδικασία της ενηλικίωσης.
Χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι η ισορροπία δεν διαταράσσεται από την διονυσιακή ή την απολλώνια επίδραση στα ψυχικά περιεχόμενα. Αντιθέτως, είναι απαραίτητες όψεις που συνεισφέρουν στην διεύρυνση της συνείδησης και στην ανθρώπινη εξελικτική πορεία. Η Εστία προσέφερε την ολύμπια θέση της στον Διόνυσο, διότι τα εσωτερικά πυρά της έπρεπε να βρουν έκφραση στην εξωτερική πραγματικότητα, κάτι που την συνδέει αναπόσπαστα με τον θεό της πνευματικής έκστασης. Όπως ιδιάζουσα είναι και η σύνδεσή της με τον θεό που κυβερνά την διάνοια, τον Ερμή. Ο φιλόσοφος και ανθρωπολόγος Ζαν Πιερ Βερνάν (Jean-Pierre Vernant) σημειώνει: «Αυτή πάντως η αμοιβαία φιλία δεν στηρίζεται ούτε στους δεσμούς του αίματος ή του γάμου, ούτε στην προσωπική εξάρτηση. Ανταποκρίνεται σε μια λειτουργική συγγένεια».
Η στενή τους σχέση αποδίδεται στο γεγονός ότι και οι δύο θεότητες έχουν κυρίαρχο ρόλο προστάτη στο πάνθεον. Η Εστία προστατεύει τον οίκο, την κοινότητα, την πόλη, ενώ ο Ερμής είναι προστάτης των οδών, των υπαίθριων τόπων, και γι’ αυτό οι Ερμές, οι στήλες του εξαπλώνονται σε όλα τα μονοπάτια για να προστατεύουν τους οδοιπόρους. Στον συμβολισμό αυτής της σχέσης μπορούμε να αντιληφθούμε την ένωση της αρσενικής με την θηλυκή αρχή, μέσω των συμβόλων των στηλών και του κύκλου.
Σε ένα άλλο επίπεδο, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η Εστία αντιπροσωπεύει την κεντρομόλο τάση, ενώ ο Ερμής είναι αυτός που κινείται προς την περιφέρεια. Η Εστία είναι η σύνδεση του ατόμου με το κέντρο, αυτό που θεωρεί σπίτι. Ο Ερμής είναι η τάση του ατόμου για έξω, για την κίνηση, το ταξίδι, την φυγή, όπως και για επικοινωνία με την περιφέρεια.
Η Εστία συντελεί στο να χτιστεί βήμα-βήμα η αυτοσυνείδηση. Αυτό γίνεται σε σχέση με το εσωτερικό κέντρο της ατομικής μας ύπαρξης (την αντίληψη του εγώ), που ίσως είναι και η αφετηρία συνειδητοποίησης της επαφής μαζί της. Η αίσθηση της συνέχειας και της σύνδεσης με την αφετηρία μας παρέχει σταθερή επίγνωση της εσωτερικής μας ταυτότητας, κάτι που ανοίγει τον δρόμο προς την αυτογνωσία. Η ίδια αυτή επίδραση δημιουργεί μια θέρμη εσωτερική, ένα ουσιώδες άνοιγμα, και μας ωθεί να νιώσουμε ότι ανήκουμε σε ένα σύνολο, κάνοντάς μας συλλογικά όντα.
Μας ωθεί να γνωρίσουμε τα πρωτόγονα ένστικτά μας, τον κόσμο του υποσυνείδητου και όλα τα αρχέγονα περιεχόμενά του, ώστε να φωτίσουμε τις άγνωστες πτυχές του και να τις μετουσιώσουμε σε ανώτερες ποιότητες, όπως αγάπη και προσφορά προς τους συνανθρώπους μας.
Ο Γιούνγκ αναφέρει ότι από την στιγμή που χαθεί η εσωτερική ενότητα με το κέντρο, ο στόχος της ψυχής είναι να την επανακτήσει. Η ώθηση της ψυχής είναι που στρέφει συχνά τους ανθρώπους να προσπαθούν να συνδεθούν με το εσωτερικό τους κέντρο. Παρακινούνται από ένα αίσθημα εσωτερικής ανάγκης, προκειμένου να δομήσουν τα απαραίτητα στοιχεία για την επιτυχή πορεία της διαδικασίας της εξατομίκευσης. Για τον σκοπό αυτό, σύμφωνα με την Αναλυτική Ψυχολογία, το άτομο αναδημιουργεί ιερές εικόνες αυτού του χαμένου κέντρου, είτε μέσω της μελέτης των ονείρων του, είτε μέσω της ενεργητικής φαντασίας και του διαλογισμού ή με άλλες δημιουργικές ενασχολήσεις.
Η Εστία ως Παγκόσμιο Σύμβολο
Από μια βαθύτερη άποψη των πραγμάτων, η Εστία ενσαρκώνει το Πυρ, που θεωρείται το πρωταρχικό από τα δομικά στοιχεία της δημιουργίας. Δεν πρόκειται για την άγρια, ανεξέλεγκτη φωτιά. Εκδηλώνει την όψη του πυρός σε συνδυασμό με τις ανώτερες όψεις της θηλυκής αρχής, μέσα από αγάπη, αγνότητα, θέρμη και δημιουργικότητα. Γίνεται σημείο έλξης και εκδηλώνει τις πιο ισχυρές δυνάμεις συνοχής και ενότητας σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας της, ενώ ταυτόχρονα παρέχει κίνηση στον κύκλο της ύπαρξης. Είναι το εστιακό κέντρο σε κάθε σύστημα, είτε πρόκειται για την ανθρώπινη μονάδα είτε για ηλιακά ή γαλαξιακά συστήματα.
Είναι το Άσβεστο Πυρ, το Ιερό Πυρ, που έχοντας ουράνια καταγωγή, ανερχόταν από τους κοινούς βωμούς στον ουρανό ως κομιστής των ευχών, των προσφορών των ανθρώπων, οι οποίοι με αυτόν τον τρόπο συν-κοινωνούν με τους θεούς.
Η ιερότητά της έγκειται στην επαφή της με το κοσμικό πυρ και την αμεσότητα του αγνού φωτός ως Λόγος που μεταφέρεται από την Εστία ως έκφρασή της στον κόσμο. Η ιερότητα έγκειται στη σύνθεση του Ηλιακού λόγου, του Κοσμικού Πυρός και του Πυρός της Γης. Μια ενιαία ενότητα σε διάφορες βαθμίδες που όλα όμως εκφράζουν την ενότητα, το ένα σε όλες τις μορφές, την δύναμη της μονάδας που εξαπλώνεται και κρατά σε συνένωση τους κόσμους.
Η ιερότητά της έγκειται στο άνοιγμα της ψυχής που λαμβάνει χώρα εντός του κύκλου γύρω από την Εστία, την φλόγα που κρατά ζεστό το σώμα και το βοηθά να ξεδιπλώσει τις όψεις του. Η ιερότητα έγκειται στο μοίρασμα της φλόγας δίχως καμία διάκριση, δίχως καμία προϋπόθεση, πέρα από την συμμετοχή στον κύκλο. Έναν κύκλο με κέντρο το πυρ που ενώνει, συντονίζει, εξαγνίζει και ανυψώνει σε ανώτερους κόσμους.
Χαρακτηρίζεται ως σύμβολο της κοινότητας, του οίκου, του γάμου και της αγάπης. Ένα τέτοιο σύμβολο, ζωντανό και πολιτισμικά ισχυρό είναι διαθέσιμο σε όλα τα μέλη της παγκόσμιας κοινότητας. Στους Δελφούς υπήρχε ο Ομφαλός της Γης και εκεί βρισκόταν ο κεντρικός ναός της Εστίας, από τον οποίο ελάμβαναν το πυρ της καθιέρωσης κάθε ναού στην ελληνική επικράτεια. Χωρίς αυτό, ο ναός παρέμενε ανίερος, όπως χωρίς την ολυμπιακή φλόγα δεν μπορούν να υπάρξουν Ολυμπιακοί αγώνες.
Η κεντρική πυρά πάντα συγκέντρωνε γύρω της τους ανθρώπους. Στην έρημο, στα βουνά και στις πεδιάδες η φωτιά της εστίας υπήρξε πάντα σύμβολο ζωής, συγκέντρωσης, μοιρασιάς και ομαδικότητας σε όλους τους αρχαίους και σύγχρονους πολιτισμούς, φύλακας της ατομικής και της συλλογικής ακεραιότητας. Σύμβολο ισορροπίας, ακεραιότητας και προστατευτικής συγκέντρωσης απέναντι σε κάθε διασπαστική δύναμη που βιώνει ο άνθρωπος και η συλλογικότητα στη διάρκεια της ζωής της.
Στην συμβολική παρθενία της αναγνωρίζεται η δύναμη της ακεραιότητας της ψυχής και η ικανότητά της να αντιστέκεται στις διασπαστικές δυνάμεις του εξωτερικού κόσμου. Είναι σύμβολο της ολοκληρωμένης ψυχής, των γήινων και των κοσμικών πυρών που κρατούν σε συνοχή το εκδηλωμένο σύμπαν.
Ο ρόλος της είναι να προσφέρει την ορθή χρήση του πυρός, ώστε να γίνει σύντροφος του ανθρώπου. Τόσο η εσωτερική ψυχολογική έκφραση της φωτιάς όσο και η φυσική που προσφέρθηκε με αυτοθυσία από τον Προμηθέα στους ανθρώπους, αποκτά την ύψιστη διάσταση μέσω της θεάς Εστίας.
Μέσα από την δράση του πυρός επέρχεται ένα είδος κάθαρσης σε καθετί παλαιό, και κάθε φορά διατηρείται ό,τι είναι σημαντικό και απαραίτητο για το επόμενο βήμα της ανθρωπότητας. Δεν είναι τυχαίο που η πρώτη τελετή κάθαρσης και εξαγνισμού του νεογέννητου βρέφους, τα Αμφιδρόμια, τελούνταν γύρω από το πυρ της Εστίας.
Η διαδικασία κάθαρσης μέσω πύρωσης μας φέρνει στον νου αφενός τον πύρινο εξαγνισμό της θεάς Δήμητρας προς τον Δημοφώντα, για να τον κάνει αθάνατο, και αφετέρου την αλχημική διαδικασία της πύρωσης που αποσκοπεί στην κάθαρση του εαυτού και την απαλλαγή από τις υλικές προσκολλήσεις.
Η Εστία επιδρά σε κάθε πεδίο συνειδησιακής διεύρυνσης και διαπιστώνουμε τις πολλαπλές δυνατές αντιστοιχίες της στο ιερόγλυφο του Δέντρου της Ζωής.
Η σφαίρα του Τίφαρετ, του Κάλλους, της Ομορφιάς και της Αγνότητας, μα και της θυσίας, βρίσκεται στο κέντρο του Δέντρου της Ζωής και έχει ως εγκόσμιο Τσάκρα τον Ήλιο. Στον πυρήνα αυτού του συμβόλου βρίσκεται τοποθετημένη η άσβεστη φωτιά της Εστίας. Αποσυρμένη στα βάθη, επιτρέπει την εκδήλωση του απολλώνειου φωτός και του θυσιαστικού διονυσιακού πνεύματος. Μια πύρινη εστία υπάρχει στα βάθη της συνείδησης και από εκεί ασκεί ενεργή επίδραση σε ολόκληρο το Δέντρο.
Προς την σφαίρα του Χοντ ενεργοποιεί το πυρ της Διάνοιας, ενώ προς το Νετζά διεγείρει τις όψεις της Δημιουργικής Φαντασίας. Η επίδρασή της είναι ιδιαίτερα ισχυρή με το πέρασμα της συνείδησης στις ανώτερες όψεις της Ατομικότητας. Προς την σφαίρα του Γκεβούρα βιώνεται η πύρινη επίδραση της κάθαρσης από κάθε καρμική υποχρέωση, ενώ προς την σφαίρα του Χέσεντ γίνεται το πυρ στον φανό του Ερημίτη, ο οποίος φωτίζει τον δρόμο προς την πνευματική μύηση.
Η θεά Εστία αποτελεί την αρχετυπική μορφή της Αρχιέρειας των Μυστηριακών Ναών. Λειτουργεί ως θηλυκή, δεκτική αρχή και διαμεσολαβεί ανάμεσα στα κοσμικά και τα γήινα πυρά. Μέσω της φλόγας η μαγεία της δύναμης, η μαγεία της λάμψης, η μαγεία της ενότητας εξαπλώνεται και ακτινοβολεί. Έλκει τα βλέμματα, τα συναισθήματα και τις σκέψεις, και επιδρά στις συνειδήσεις μεταβιβάζοντας το μήνυμα, Ενότητα-Συνύπαρξη-Αρμονία.
Είτε πρόκειται για το κέντρο της καρδιάς του ανθρώπου, είτε για το κέντρο του ήλιου στο ηλιακό μας σύστημα, είτε για τον πυρήνα του γαλαξία μας, εδρεύει η ίδια συνεκτική δύναμη που στην ελληνική μυθολογία ονομάστηκε Εστία. Η πρώτη και η τελευταία! Το Α και το Ω των Ολυμπίων.
Μέσα στην φαινομενική ακινησία της ενυπάρχει η Αιώνια Κίνηση. Αυτή διαιωνίζει τον κύκλο της ζωής, που αρχίζει και τελειώνει με την Μεγάλη Μητέρα.
Είναι η ίδια η Μήτρα της Εκδήλωσης, η Ενότητα του Σύμπαντος. Δεν υπάρχει το παραμικρό σωματίδιο στο Σύμπαν που να μην εμπεριέχει το πυρ της Εστίας.
Το αιώνιο πυρ της Εστίας είναι η πιο τέλεια και αγνή έκφραση της Δημιουργικού Πυρός, τόσο στον Ουρανό όσο και στην Γη. Είναι Ζωή και Θάνατος, η αρχή και το τέλος κάθε πράγματος. Είναι η Θεϊκή Ουσία.
Είναι εντέλει η θεά που κρύβεται και συντηρεί το κέντρο κάθε θεού, στο κέντρο όλων των ανθρώπων. Είναι η θεά πίσω από τους θεούς και οφείλουμε να κρατήσουμε προσηλωμένο το βλέμμα μας σε αυτό το κέντρο, για να γευτούμε την πνοή και την μαγεία της.
Το κέντρο της κατοικίας του αιωνίου και μέγιστου κοσμικού πυρός, εκείνη που εξυψώνει τους μύστες στις ιερές τελετές και τους εξαγνίζει. Γιατί εκείνη είναι ο οίκος των μακαρίων θεών, το ισχυρό στήριγμα των ανθρώπων, αιωνία, πολύμορφη, περιπόθητη, όμοια με το χορτάρι της γης, και σκορπίζει χαμόγελα, ευτυχία και υγεία στον κόσμο των ανθρώπων».