Η ανηδονία (προέρχεται από το αν και ηδονή) σημαίνει έλλειψη ευχαρίστησης σε δραστηριότητες που πριν είχαν ενδιαφέρον και έδιναν χαρά, απόλαυση. Ταυτόχρονα αποτελεί ένα από τα βασικά συμπτώματα της κατάθλιψης. Είναι σημαντικό να αναφερθεί η διαφορά ανάμεσα στη μελαγχολική διάθεση, στην απουσία απόλαυσης μιας δραστηριότητας και στη διαταραχή. Η μελαγχολία, η θλίψη που μπορεί να νιώθει κάποιος λόγω κάποιου δυσάρεστου γεγονότος, όπως της απώλειας αγαπημένου προσώπου, διαφέρει από τη διαταραχή η οποία έχει έντονο το συναίσθημα της απελπισίας καθόλη τη διάρκεια της ημέρας και διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η διαφορά λοιπόν φυσιολογικής – παθολογικής συμπεριφοράς έγκειται στην ένταση και τη διάρκεια του συμπτώματος και στο κατά πόσο επηρεάζεται η λειτουργικότητα του ανθρώπου.
Σχετικά με τα αίτια που προκαλούν την ανηδονία υπάρχει αλληλεπίδραση σωματικών , ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων.
Όσον αφορά το σώμα, σε βιολογικό επίπεδο, σημαντικό ρόλο παίζουν οι νευροδιαβιβαστές οι οποίοι αποτελούν χημικές ουσίες μέσω των οποίων επικοινωνούν τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου. Στις διαταραχές της διάθεσης οι ορμόνες – νευροδιαβιβαστές που υπολειτουργούν είναι η ντοπαμίνη, η σεροτονίνη και η νοραδρεναλίνη. Στην περίπτωση της ανηδονίας επομένως καθώς η έκκριση των ορμονών είναι λιγότερη, είναι συνεχής η δυσάρεστη διάθεση ανεξάρτητα από τα γεγονότα που συμβαίνουν. Ενώ ο εγκέφαλος στη φυσιολογική του λειτουργία συγχρονίζει το συναίσθημα με την περίσταση. Δηλαδή σε ένα ευχάριστο γεγονός εκδηλώνει χαρά και σε ένα δυσάρεστο λύπη.
Ακόμη ο υποθυρεοειδισμός, οι ορμονικές μεταβολές πριν την έμμηνο ρύση, μετά την εμμηνόπαυση ή κατά τη λοχεία φαίνεται να σχετίζονται με την ανηδονία.
Αυτές οι βιολογικές αλλαγές εκδηλώνονται ως σωματικά συμπτώματα μέσω της κούρασης, της ευερεθιστότητας, των διαταραχών στον ύπνο και στην όρεξη.
Όσον αφορά τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ανηδονία είναι οι αγχογόνες συνθήκες ζωής είτε προσωπικές όπως ένα διαζύγιο, μία δυσλειτουργική επικοινωνία με τα σημαντικά πρόσωπα, είτε κοινωνικές, όπως η οικονομιική κρίση. Σχετικά με τα στοιχεία της προσωπικότητας που κάνουν κάποιον πιο ευάλωτο στην ανηδονία είναι η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έντονη αυτοκριτική, οι αρνητικές σκέψεις, το παρατεταμένο άγχος, η παθητική στάση απέναντι στις δυσκολίες της ζωής.
Τι συμβαίνει στην ψυχή μας, μέσα μας όταν νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να απολαύσουμε τίποτα;
Πιθανόν να υπάρχουν πολλά πράγματα που μας βαραίνουν, πολλές υποχρεώσεις στις οποίες θέλουμε να ανταποκριθούμε και η δυσκολία να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις μπορεί να μας ακινητοποιήσει. Ίσως ο εαυτός μας να έχει ανάγκη από μια αλλαγή, από προσωπική εξέλιξη και όταν δεν ακούμε τις επιθυμίες μας, τον εαυτό μας, το σώμα και η ψυχή αντιδρούν.
Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας;;
Να μοιραστούμε αυτά που νιώθουμε, να ζωντανέψουμε τα όνειρά μας, τις επιθυμίες μας και να τα κάνουμε πράξη. Συνειδητά να αναλάβουμε και την αρνητική πλευρά του εαυτού μας καθώς αποτελεί και αυτό κομμάτι του εαυτού μας, και αφού το αγκαλιάσουμε, να ενεργήσουμε προς τις δυνατότητές μας, προς την αυτοπραγμάτωσή μας
Σχετικά με τα αίτια που προκαλούν την ανηδονία υπάρχει αλληλεπίδραση σωματικών , ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων.
Όσον αφορά το σώμα, σε βιολογικό επίπεδο, σημαντικό ρόλο παίζουν οι νευροδιαβιβαστές οι οποίοι αποτελούν χημικές ουσίες μέσω των οποίων επικοινωνούν τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου. Στις διαταραχές της διάθεσης οι ορμόνες – νευροδιαβιβαστές που υπολειτουργούν είναι η ντοπαμίνη, η σεροτονίνη και η νοραδρεναλίνη. Στην περίπτωση της ανηδονίας επομένως καθώς η έκκριση των ορμονών είναι λιγότερη, είναι συνεχής η δυσάρεστη διάθεση ανεξάρτητα από τα γεγονότα που συμβαίνουν. Ενώ ο εγκέφαλος στη φυσιολογική του λειτουργία συγχρονίζει το συναίσθημα με την περίσταση. Δηλαδή σε ένα ευχάριστο γεγονός εκδηλώνει χαρά και σε ένα δυσάρεστο λύπη.
Ακόμη ο υποθυρεοειδισμός, οι ορμονικές μεταβολές πριν την έμμηνο ρύση, μετά την εμμηνόπαυση ή κατά τη λοχεία φαίνεται να σχετίζονται με την ανηδονία.
Αυτές οι βιολογικές αλλαγές εκδηλώνονται ως σωματικά συμπτώματα μέσω της κούρασης, της ευερεθιστότητας, των διαταραχών στον ύπνο και στην όρεξη.
Όσον αφορά τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ανηδονία είναι οι αγχογόνες συνθήκες ζωής είτε προσωπικές όπως ένα διαζύγιο, μία δυσλειτουργική επικοινωνία με τα σημαντικά πρόσωπα, είτε κοινωνικές, όπως η οικονομιική κρίση. Σχετικά με τα στοιχεία της προσωπικότητας που κάνουν κάποιον πιο ευάλωτο στην ανηδονία είναι η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έντονη αυτοκριτική, οι αρνητικές σκέψεις, το παρατεταμένο άγχος, η παθητική στάση απέναντι στις δυσκολίες της ζωής.
Τι συμβαίνει στην ψυχή μας, μέσα μας όταν νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να απολαύσουμε τίποτα;
Πιθανόν να υπάρχουν πολλά πράγματα που μας βαραίνουν, πολλές υποχρεώσεις στις οποίες θέλουμε να ανταποκριθούμε και η δυσκολία να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις μπορεί να μας ακινητοποιήσει. Ίσως ο εαυτός μας να έχει ανάγκη από μια αλλαγή, από προσωπική εξέλιξη και όταν δεν ακούμε τις επιθυμίες μας, τον εαυτό μας, το σώμα και η ψυχή αντιδρούν.
Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας;;
Να μοιραστούμε αυτά που νιώθουμε, να ζωντανέψουμε τα όνειρά μας, τις επιθυμίες μας και να τα κάνουμε πράξη. Συνειδητά να αναλάβουμε και την αρνητική πλευρά του εαυτού μας καθώς αποτελεί και αυτό κομμάτι του εαυτού μας, και αφού το αγκαλιάσουμε, να ενεργήσουμε προς τις δυνατότητές μας, προς την αυτοπραγμάτωσή μας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου