Η Επικοινωνία με το Άγνωστο, το Υπερβατικό, η Προσέγγιση και η Βίωση της Θεότητας, η Είσοδος στον Χώρο της Πραγματικότητας, απαιτεί την προσωπική προσπάθεια του καθενός…
Ακόμα κι αν χρησιμοποιούνται πρακτικές, τυπικά, τελετουργικά, όλα αυτά είχαν σκοπό να αφυπνίσουν τον άνθρωπο για να Ανυψωθεί Ως την Πραγματικότητα…
Τίποτα δεν λειτουργεί μηχανιστικά. Οποτεδήποτε και οπουδήποτε επιχειρείται αυτό απλά δεν «λειτουργεί»…
Επομένως το μόνο πραγματικό τελετουργικό είναι η «προσωπική πραγμάτωση» όπως κι αν το αντιλαμβανόμαστε αυτό.
Στην Αρχαία Ελλάδα υπήρχαν:
- Εξωτερικές δραστηριότητες, γιορτές, και τα Μικρά Μυστήρια, που προσανατολίζουν την ψυχοσωματική δράση μας.
- Εσωτερικές τελετές, τα Μεγάλα Μυστήρια, που διευθετούν την ψυχική διάθεσή μας.
- Ανώτερα Μυστήρια που μας αποκαλύπτουν το αληθινό ον (που είμαστε),
- Μύηση στην Πνευματική Ενότητα,
- Υπέρτατη Μύηση που μας Ανυψώνει στη Θεότητα, το Τελευταίο Στάδιο αυτής της εσωτερικής εξέλιξης… της Ιερής Σιγής Ενώπιον του Άχρονου Θεού…
Το ότι υπήρχαν Πέντε Βαθμίδες Μύησης στην Αρχαιοελληνική Θρησκεία (που ανάγονται στην Ορφική Διδασκαλία…), στα Μυστήρια… αποδεικνύεται από την «διάρθρωση» της Ορφικής Διδασκαλίας, από τον «οργάνωση» της Διονυσιακής Λατρείας, από την «ιεράρχηση» των Μυστηρίων, ακόμα κι από την «καθιέρωση» αντίστοιχων ιερουργιών και δημοσίων και λαϊκών γιορτών…
Έμμεσα, για τις Πέντε Βαθμίδες Μύησης, γίνονται αναφορές στον Πλάτωνα, (ο οποίος συσχετίζει τα «μυστήρια» με την φιλοσοφική «ανέλιξη» και) που «μιλά» για την «λύσιν» της ψυχής από τα δεσμά του σώματος, για την ανέλιξη του νου στην σφαίρα του όντος (των ιδεών), για την Ανύψωση Ως το Είναι, και για την Ομοίωσιν με το Θεό (το «Τελείως Είναι», το Αγαθόν)…
Αλλά και στους άλλους φιλοσόφους βρίσκουμε τέτοιες αναφορές, πάντα έμμεσα, (αφού δεν επιτρεπόταν να «μιλάς» για τα «μυστήρια»)…
Ο Θέων ο Σμυρναίος (Θέων ο Πλατωνικός), φιλόσοφος στο τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα, που ασχολήθηκε ειδικά με τους πλατωνικούς διαλόγους, είναι αυτός που αναφέρεται με σαφήνεια στα πέντε στάδια βαθμίδες της Μύησης (αλλά και της προσωπικής φιλοσοφικής ανέλιξης).
α) καθαρμός, το προκαταρκτικό στάδιο,
β) κυρίως γνώση,
γ) εποπτεία -ανώτατος βαθμός μύησης,
δ) το στάδιο κατά το οποίο ο μύστης γίνεται «δαδούχος» -ιεροφάντης και έχει τη δύναμη της μεταλαμπάδευσης, μύησης άλλων,
ε ) ομοίωση προς το Θεό.
Σε όλους τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους γίνονται αναφορές στην αρχαία θρησκεία και στα στάδια μύησης…
Οι «Υποστάσεις» του Πλωτίνου (Εν, Νους, Ψυχή) σχετίζονται άμεσα με τους αρχαιοελληνικούς θεούς, τα κοσμικά πεδία και τις βαθμίδες μύησης…
Ο Ολυμπιόδωρος, νεοπλατωνικός φιλόσοφος, του 6ου αιώνα μ.Χ., που έγινε σχολάρχης της νεοπλατωνικής σχολής στην Αλεξάνδρεια, μετά τον Αμμώνιο και τον διάδοχο του Αμμώνιου τον Ευτόκιο, έγραψε σχόλια στον Πλάτωνα, κι αναφέρεται κι αυτός στις πέντε βαθμίδες μύησης…
Η Μύηση (από την αρχαιοελληνική ρίζα –μυ, που «παράγει» όλες τις μυστικές έννοιες), σημαίνει αυτό που με κλειστά χείλη, χωρίς φωνή, «μεταδίδεται», το «άρητο ρήμα», που δεν διασπά τα χείλη, αυτό που δεν προφέρεται, ούτε καν, ψιθυριστά
Κατ’ επέκταση, είναι το «μυστικό», ο μυστικός θείος λόγος, ο ιερός λόγος που αναφέρεται στο Θεό, και στην θεϊκή πραγματικότητα…
Αυτή ήταν η αρχική έννοια του «ιερού λόγου». της περί Θεού, και θείας πραγματικότητας αφήγησης, του «μύθου», της μυθολογίας… Κι από ‘δω πηγάζει ακόμα κάθε έννοια μυστικισμού…
Η Μύηση στην Αρχαία Ελλάδα σημαίνει πολύ απλά την Αποκάλυψη, την Βίωση της Ενιαίας Θείας Φύσης που είμαστε όλοι, πέρα και πάνω από την ατομικότητα που είναι το «προσωπείο» με το οποίο δραστηριοποιούμαστε όλοι μας μέσα στους κόσμους.
Η ανθρώπινη συνείδηση που είναι στην πραγματικότητα η Φύση, αποτελεί ένα περιορισμό, ένα κέντρο επίγνωσης, αντίληψης. Ο άνθρωπος νοιώθει ότι βρίσκεται στο «κέντρο» και γύρω απλώνεται ο κόσμος, η δημιουργία, ο χώρος…
Για να μπορέσει ο άνθρωπος να ανυψωθεί ως την Αληθινή Φύση του πρέπει να ξεκινήσει από αυτό το «κέντρο», το κέντρο επίγνωσης, το κέντρο αντίληψης, το κέντρο δραστηριότητας… Η επιλογή του χώρου, του ιερού χώρου, που καθίσταται (εξ’ αιτίας της επιλογής του) κέντρο του κόσμου, είναι δευτερεύουσα. Το ίδιο είναι και η επιλογή του χρόνου, δευτερεύουσα.
Το ουσιαστικό στην Μύηση είναι η Ανύψωση πάνω από το «κέντρο» (του τόπου, του χρόνου, της αντίληψης) προς τον Ανοιχτό Χώρο της Φύσης, της Θεότητας.
Μύηση είναι η Βίωση της Αληθινής Φύσης μας, της Θεότητας.
Με άλλα λόγια η Μύηση, σαν Βίωμα του Υπερβατικού καταργεί όλα τα όρια, του τόπου, του χρόνου, της αντίληψης (της ατομικότητας) και μας οδηγεί στην Ενότητα του Παντός.
Γίνεται έτσι κατανοητό ότι ο ομφαλός της γης, ο ομφαλός του κόσμου, το κέντρο της δημιουργίας, της ύπαρξης είναι ο ίδιος ο άνθρωπος (ο κάθε άνθρωπος).
Ο ίδιος ο άνθρωπος (σαν πρόσωπο του Θεού, ντυμένο το προσωπείο της ατομικότητας) είναι η Πύλη προς το Άπειρο Θείο, την Αληθινή Φύση.
Γι’ αυτό και η λατρεία του κατ’ εξοχήν Θεού της Δημοκρατίας, του Διονύσου, γινόταν στο ύπαιθρο, και σε «τυχαία» μέρη.
Κι οι αληθινοί οπαδοί του ήταν μοναχικοί ασκητές που βάδιζαν τον προσωπικό δρόμο τους προς τον Θεό. Ήταν οι «εξωτερικοί» λάτρες που μυούνταν στα Μυστήρια, ή συμμετείχαν στις Γιορτές του Θεού, και στους κώμους.
Ο τελικός σκοπός όλων των μυητικών δοκιμασιών, των γιορτών, των τελετών, των μυστηρίων, της Μεγάλης Μύησης, της Ομοίωσης με τον Θεό, είναι η ανύψωση του ανθρώπου, εκεί όπου καταργείται η δημιουργία, ο χρόνος, η Ανύψωση στο Άχρονο, στην Αιωνιότητα…
Ακόμα και οι μύθοι των ηρώων, που διηγούνταν οι αρχαίοι έλληνες στα παιδιά τους, είχαν τον ίδιο σκοπό. Η Μυητική Δοκιμασία του Θησέα για να φτάσει στην Αθήνα περνώντας από τους κακοποιούς στον σημερινό δρόμο Κορίνθου-Αθηνών…
η μυητική δοκιμασία του μετά στον Λαβύρινθο της Κρήτης για να καταστεί ικανός για την «θυσία του ταύρου»…
η αναζήτηση από τον Ηρακλή των χρυσών μήλων στον κήπο των Εσπερίδων…
η αναζήτηση του χρυσόμαλλου δέρατος από τον Ιάσονα στην Κολχίδα…
η επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη μετά από τόσες περιπέτειες… όλες οι διηγήσεις ανήκουν στον ίδιο μυητικό-μυθολογικό κύκλο…
Αυτό που προσπαθεί να βρει ο «ήρωας» είναι «Αυτό» που προσπαθεί να βρει ο ασκητής στο κέντρο της ύπαρξής του, το Υπερβατικό, το Άχρονο…
Μιλάμε για μια δοκιμασία περάσματος από την ανθρώπινη φύση (του «προσωπείου») στην Θεία Φύση του Θεού, από την γη (τον τόπο και τον χρόνο) στο Άχρονο, στην Αιωνιότητα, από τον «θάνατο» στη γη, στη Ζωή στον Ουρανό… μία δοκιμασία που, και δύσκολη είναι, και γεμάτη κινδύνους…
Η Αληθινή Μύηση στην Αρχαία Ελλάδα της Δημοκρατίας είχε την σημασία της υπέρβασης της ανθρώπινης φύσης, της Βίωσης της Θεϊκής Αληθινής Φύσης μας.
Αυτό, ήταν μια εσωτερική διαδικασία, όπως δίδασκε ο Ορφέας κι οι Ορφικοί, είναι Αυθεντικό Βίωμα του Άχρονου, της Θεότητας, πέρα από σύμβολα, τυπικά, και «προλήψεις».
Ασφαλώς, για όσους δεν μπορούσαν να ανυψωθούν ως το Φως της Πραγματικότητας, υπήρχε η «θεολογία», η «μεταφυσική», (η φιλοσοφία), τα μυστήρια, οι τελετές, οι γιορτές.
Ο Ορφισμός απλωνόταν έτσι από το προσωπικό βίωμα της Θεότητας, μέχρι την συμμετοχή σε δημόσιες τελετές ή λαϊκές γιορτές…
Στα πλαίσια όμως του Ορφισμού (όπως επικράτησε από την εποχή των Πεισιστρατιδών και μετά, στα χρόνια της Δημοκρατίας), όλα είχαν «μεταμορφωθεί» κι είχαν λάβει «ορφικό» νόημα. Ακόμα κι οι διονυσιακές γιορτές της ωμοφαγίας, είχαν αλλάξει…
Ο Χώρος στη «φιλοσοφική σκέψη» (είτε στον εμπειρικό στοχασμό, είτε στην «μεθοδική» ερμηνεία της πραγματικότητας), από την αρχαιότητα, γινόταν αντιληπτός σαν «οντότητα που περιέχει», σαν ένα πραγματικό φυσικό πλαίσιο, εντός του οποίου υπάρχουν τα πράγματα… Ο Χώρος με άλλα λόγια, είναι Αυθυπόστατος, Απόλυτος, Άμορφος, και «Οντολογικά» Πρότερος των πάντων…
Έτσι ο Χώρος έχει Φυσική Ύπαρξη και αποτελεί από μόνος του μία οντότητα (ανεξάρτητα από το αν υπάρχουν ή όχι τα «πράγματα»). Με αυτή την έννοια ταυτίζεται με την Φύση, την Φύση που θα γεννήσει τα πάντα, θα τα περιέχει… ενώ τα «πράγματα» (καταστάσεις και οντότητες) αναδύονται από την Φύση, ολοκληρώνονται στην Φύση, και καταλύονται γινόμενα έτσι ένα με την Φύση…
Στην καθαρά φιλοσοφική (αφηρημένη) έννοιά του ο Χώρος ταυτίζεται με την Κενότητα, που δεν είναι η «κενότητα του τίποτα», αλλά το πλαίσιο εντός του οποίου αναδύεται το υπάρχον. Έτσι, με αυτή ην έννοια, ο Χώρος ταυτίζεται με το Αρχέγονο «Χάος», την Πρώτη Αρχή, και στην «Θεογονία» του Ησίοδου, και στην «Ορφική Θεογονία».
Αυτό το «Χάος», που θα «προσδιορισθεί» αργότερα σαν Απεριόριστο Αχανές, Άχρονο, Χωρίς Ιδιότητες, θα ταυτιστεί με τον «Θεό» της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, και των «Ορφικών» ιδιαίτερα…
Από την στιγμή όμως που ο άνθρωπος στρέφεται από τον Χώρο στα αντικείμενα, για να προσδιορίσει την θέση τους και την σχέση τους με άλλα αντικείμενα, η «έννοα του χώρου» αλλάζει, ο χώρος γίνεται μετρήσιμος και μπορεί να περιγραφεί από ένα σύστημα γεωμετρικών συντεταγμένων.
Έτσι, γεννιέται στην Αρχαία Ελλάδα (στην αρχαιοελληνική σέψη) ο «γεωμετρικός χώρος», η γεωμετρία…
Έτσι, λοιπόν, πλάι στην έννοια του Απόλυτου Χώρου, του θεωρητικού, του νοητού, του «μυστικιστικού», που κατάγεται από την αρχαία σκέψη που «ταυτίζει» τον Χώρο με την Φύση, το Θεό, εισάγεται στους κλασσικούς χρόνους η δεύτερη έννοια του χώρου, του χώρου που αντιλαμβάνεται και μετρά ο άνθρωπος προσδιορίζοντας την θέση και την σχέση των αντικειμένων μεταξύ τους, ο γεωμετρικός χώρος…
Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι πως, και οι δύο έννοιες του Χώρου (και του χώρου) έχουν αρχαιοελληνική καταγωγή… Στην συνέχεια θα καταλάβουμε, γιατί επιμένουμε σε αυτό…
Για τους Αρχαίους Έλληνες (και την αρχαιοελληνική σκέψη) ο Χώρος (η Φύση, ο Θεός) είναι Ενιαίος, και η μόνη Πραγματική Ιδιότητά του είναι η Κενότητα (η Άγνωστη Κενότητα που «Περιέχει» Εν Δυνάμει τα πάντα, κι από την Οποία Αναδύονται τα πάντα…)… Εντός του «Ενιαίου Χώρου» «συμβαίνουν» όλα…
Στον σχετικό περιορισμένο γεωμετρικό χώρο (της ανθρώπινης αντίληψης) το αρχαίο χάσμα (η απόσταση των πραγμάτων μεταξύ τους) νοείται σαν «κενό», σαν φυσική οντότητα…
Όταν ο Παρμενίδης έλεγε ότι το «κενό» δεν είναι φυσική οντότητα, δεν υπάρχει, κι ότι όλα ανήκουν στον Ενιαίο Χώρο του Όντος αναφερόταν στον Απόλυτο Φυσικό Χώρο που τα «περιέχει» όλα…
Αντίθετα, όσοι υποστήριζαν την ύπαρξη του «κενού», σαν φυσικής οντότητας, αναφερόταν στον ανθρώπινο μετρήσιμο γεωμετρικό χώρο (δηλαδή σε μία ανθρώπινη νοητική κατασκευή, «περιγραφή» του χώρου που αντιλαμβανόμαστε)…
Με άλλα λόγια οι αρχαίοι φιλόσοφοι ούτε «σύγχυση» (των εννοιών) έκαναν, ούτε «διαφωνούσαν» μεταξύ τους, απλά αναφέρονταν σε «διαφορετικά» πράγματα..
Μόνο, μερικοί «αμόρφωτοι» σύγχρονοι «σοφοί» και «ερμηνευτές», ανακαλύπτουν σύγχυση και διαφωνίες (στην αρχαιοελληνική σκέψη), εκεί που δεν υπάρχουν…
Στα νεότερα χρόνια, ο Νεύτων, υιοθέτησε την πρώτη έννοια (αρχαιοελληνικής
καταγωγής) του «απόλυτου» χώρου («απαλλαγμένη» από τα «μυστικιστικά» της στοιχεία, και περιορισμένη μόνο στον υλικό φυσικό χώρο), για να ερμηνεύσει την πραγματικότητα… κι ως ένα σημείο την περιγράφει επαρκώς…
Ο Αϊνστάιν στην θεωρία του της σχετικότητας, υιοθέτησε την δεύτερη έννοια (αρχαιοελληνικής καταγωγής) του «σχετικού χώρου»… Και οι δύο, και ο Νεύτωνας και ο Αϊνστάιν έχουν (εν μέρει) δίκιο…
Ειδικότερα για τον Αϊνστάιν, ο χώρος ορίζεται, υποστασιοποιείται, κι έχει έννοια, από την θέση και την διάταξη των αντικειμένων. Προφανώς, πρόκειται εδώ για μία καθαρά μαθηματική έννοια του χώρου που μπορεί να έχει επιστημονική και πρακτική σημασία, αλλά αναφέρεται σε ένα κλειστό σύστημα αντίληψης του ανθρώπου (της συνηθισμένης σχετικής συνείδησής του), δεν είναι η «απόλυτη αλήθεια»…
Για την Φιλοσοφία όμως, «υπάρχουν», πολλά, περισσότερα, πράγματα από όσα αντιλαμβάνεται η (συνηθισμένη) ανθρώπινη σκέψη… Το βασικό ερώτημα για την Φιλοσοφία, είναι «Που», Πως», «Γιατί», αναδύθηκαν τα αντικείμενα… «Τι» είναι τα αντικείμενα, και «Ποια» Σχέση έχουν με την «Πηγή» τους…
Αυτό το «Απροσδιόριστο» και «μη-μετρήσιμο» «Που», είναι ο «Αρχαίος Φιλοσοφικός Χώρος», που ταυτίζεται με το «Χάος», την Φύση, τον Θεό…
Η επιστήμη δεν μπορεί και δεν έχει τίποτα να πει γι Αυτόν τον «Χώρο»… Η επιστήμη μπορεί να χρησιμοποιεί τα «μέτρα» της και να «μετρήσει» την πραγματικότητα και τα αντικείμενα, μόνο όταν αντιμετωπίζει συγκεκριμένα αντικείμενα… Κι αυτό που «δομεί», είναι, πάντα, μία νοητική σύλληψη, μία κατασκευή, μία περιγραφή… δεν είναι η Πραγματικότητα, ούτε η «απόλυτη αλήθεια»…
Ακόμα κι αν χρησιμοποιούνται πρακτικές, τυπικά, τελετουργικά, όλα αυτά είχαν σκοπό να αφυπνίσουν τον άνθρωπο για να Ανυψωθεί Ως την Πραγματικότητα…
Τίποτα δεν λειτουργεί μηχανιστικά. Οποτεδήποτε και οπουδήποτε επιχειρείται αυτό απλά δεν «λειτουργεί»…
Επομένως το μόνο πραγματικό τελετουργικό είναι η «προσωπική πραγμάτωση» όπως κι αν το αντιλαμβανόμαστε αυτό.
Στην Αρχαία Ελλάδα υπήρχαν:
- Εξωτερικές δραστηριότητες, γιορτές, και τα Μικρά Μυστήρια, που προσανατολίζουν την ψυχοσωματική δράση μας.
- Εσωτερικές τελετές, τα Μεγάλα Μυστήρια, που διευθετούν την ψυχική διάθεσή μας.
- Ανώτερα Μυστήρια που μας αποκαλύπτουν το αληθινό ον (που είμαστε),
- Μύηση στην Πνευματική Ενότητα,
- Υπέρτατη Μύηση που μας Ανυψώνει στη Θεότητα, το Τελευταίο Στάδιο αυτής της εσωτερικής εξέλιξης… της Ιερής Σιγής Ενώπιον του Άχρονου Θεού…
Το ότι υπήρχαν Πέντε Βαθμίδες Μύησης στην Αρχαιοελληνική Θρησκεία (που ανάγονται στην Ορφική Διδασκαλία…), στα Μυστήρια… αποδεικνύεται από την «διάρθρωση» της Ορφικής Διδασκαλίας, από τον «οργάνωση» της Διονυσιακής Λατρείας, από την «ιεράρχηση» των Μυστηρίων, ακόμα κι από την «καθιέρωση» αντίστοιχων ιερουργιών και δημοσίων και λαϊκών γιορτών…
Έμμεσα, για τις Πέντε Βαθμίδες Μύησης, γίνονται αναφορές στον Πλάτωνα, (ο οποίος συσχετίζει τα «μυστήρια» με την φιλοσοφική «ανέλιξη» και) που «μιλά» για την «λύσιν» της ψυχής από τα δεσμά του σώματος, για την ανέλιξη του νου στην σφαίρα του όντος (των ιδεών), για την Ανύψωση Ως το Είναι, και για την Ομοίωσιν με το Θεό (το «Τελείως Είναι», το Αγαθόν)…
Αλλά και στους άλλους φιλοσόφους βρίσκουμε τέτοιες αναφορές, πάντα έμμεσα, (αφού δεν επιτρεπόταν να «μιλάς» για τα «μυστήρια»)…
Ο Θέων ο Σμυρναίος (Θέων ο Πλατωνικός), φιλόσοφος στο τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα, που ασχολήθηκε ειδικά με τους πλατωνικούς διαλόγους, είναι αυτός που αναφέρεται με σαφήνεια στα πέντε στάδια βαθμίδες της Μύησης (αλλά και της προσωπικής φιλοσοφικής ανέλιξης).
α) καθαρμός, το προκαταρκτικό στάδιο,
β) κυρίως γνώση,
γ) εποπτεία -ανώτατος βαθμός μύησης,
δ) το στάδιο κατά το οποίο ο μύστης γίνεται «δαδούχος» -ιεροφάντης και έχει τη δύναμη της μεταλαμπάδευσης, μύησης άλλων,
ε ) ομοίωση προς το Θεό.
Σε όλους τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους γίνονται αναφορές στην αρχαία θρησκεία και στα στάδια μύησης…
Οι «Υποστάσεις» του Πλωτίνου (Εν, Νους, Ψυχή) σχετίζονται άμεσα με τους αρχαιοελληνικούς θεούς, τα κοσμικά πεδία και τις βαθμίδες μύησης…
Ο Ολυμπιόδωρος, νεοπλατωνικός φιλόσοφος, του 6ου αιώνα μ.Χ., που έγινε σχολάρχης της νεοπλατωνικής σχολής στην Αλεξάνδρεια, μετά τον Αμμώνιο και τον διάδοχο του Αμμώνιου τον Ευτόκιο, έγραψε σχόλια στον Πλάτωνα, κι αναφέρεται κι αυτός στις πέντε βαθμίδες μύησης…
Η Μύηση (από την αρχαιοελληνική ρίζα –μυ, που «παράγει» όλες τις μυστικές έννοιες), σημαίνει αυτό που με κλειστά χείλη, χωρίς φωνή, «μεταδίδεται», το «άρητο ρήμα», που δεν διασπά τα χείλη, αυτό που δεν προφέρεται, ούτε καν, ψιθυριστά
Κατ’ επέκταση, είναι το «μυστικό», ο μυστικός θείος λόγος, ο ιερός λόγος που αναφέρεται στο Θεό, και στην θεϊκή πραγματικότητα…
Αυτή ήταν η αρχική έννοια του «ιερού λόγου». της περί Θεού, και θείας πραγματικότητας αφήγησης, του «μύθου», της μυθολογίας… Κι από ‘δω πηγάζει ακόμα κάθε έννοια μυστικισμού…
Η Μύηση στην Αρχαία Ελλάδα σημαίνει πολύ απλά την Αποκάλυψη, την Βίωση της Ενιαίας Θείας Φύσης που είμαστε όλοι, πέρα και πάνω από την ατομικότητα που είναι το «προσωπείο» με το οποίο δραστηριοποιούμαστε όλοι μας μέσα στους κόσμους.
Η ανθρώπινη συνείδηση που είναι στην πραγματικότητα η Φύση, αποτελεί ένα περιορισμό, ένα κέντρο επίγνωσης, αντίληψης. Ο άνθρωπος νοιώθει ότι βρίσκεται στο «κέντρο» και γύρω απλώνεται ο κόσμος, η δημιουργία, ο χώρος…
Για να μπορέσει ο άνθρωπος να ανυψωθεί ως την Αληθινή Φύση του πρέπει να ξεκινήσει από αυτό το «κέντρο», το κέντρο επίγνωσης, το κέντρο αντίληψης, το κέντρο δραστηριότητας… Η επιλογή του χώρου, του ιερού χώρου, που καθίσταται (εξ’ αιτίας της επιλογής του) κέντρο του κόσμου, είναι δευτερεύουσα. Το ίδιο είναι και η επιλογή του χρόνου, δευτερεύουσα.
Το ουσιαστικό στην Μύηση είναι η Ανύψωση πάνω από το «κέντρο» (του τόπου, του χρόνου, της αντίληψης) προς τον Ανοιχτό Χώρο της Φύσης, της Θεότητας.
Μύηση είναι η Βίωση της Αληθινής Φύσης μας, της Θεότητας.
Με άλλα λόγια η Μύηση, σαν Βίωμα του Υπερβατικού καταργεί όλα τα όρια, του τόπου, του χρόνου, της αντίληψης (της ατομικότητας) και μας οδηγεί στην Ενότητα του Παντός.
Γίνεται έτσι κατανοητό ότι ο ομφαλός της γης, ο ομφαλός του κόσμου, το κέντρο της δημιουργίας, της ύπαρξης είναι ο ίδιος ο άνθρωπος (ο κάθε άνθρωπος).
Ο ίδιος ο άνθρωπος (σαν πρόσωπο του Θεού, ντυμένο το προσωπείο της ατομικότητας) είναι η Πύλη προς το Άπειρο Θείο, την Αληθινή Φύση.
Γι’ αυτό και η λατρεία του κατ’ εξοχήν Θεού της Δημοκρατίας, του Διονύσου, γινόταν στο ύπαιθρο, και σε «τυχαία» μέρη.
Κι οι αληθινοί οπαδοί του ήταν μοναχικοί ασκητές που βάδιζαν τον προσωπικό δρόμο τους προς τον Θεό. Ήταν οι «εξωτερικοί» λάτρες που μυούνταν στα Μυστήρια, ή συμμετείχαν στις Γιορτές του Θεού, και στους κώμους.
Ο τελικός σκοπός όλων των μυητικών δοκιμασιών, των γιορτών, των τελετών, των μυστηρίων, της Μεγάλης Μύησης, της Ομοίωσης με τον Θεό, είναι η ανύψωση του ανθρώπου, εκεί όπου καταργείται η δημιουργία, ο χρόνος, η Ανύψωση στο Άχρονο, στην Αιωνιότητα…
Ακόμα και οι μύθοι των ηρώων, που διηγούνταν οι αρχαίοι έλληνες στα παιδιά τους, είχαν τον ίδιο σκοπό. Η Μυητική Δοκιμασία του Θησέα για να φτάσει στην Αθήνα περνώντας από τους κακοποιούς στον σημερινό δρόμο Κορίνθου-Αθηνών…
η μυητική δοκιμασία του μετά στον Λαβύρινθο της Κρήτης για να καταστεί ικανός για την «θυσία του ταύρου»…
η αναζήτηση από τον Ηρακλή των χρυσών μήλων στον κήπο των Εσπερίδων…
η αναζήτηση του χρυσόμαλλου δέρατος από τον Ιάσονα στην Κολχίδα…
η επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη μετά από τόσες περιπέτειες… όλες οι διηγήσεις ανήκουν στον ίδιο μυητικό-μυθολογικό κύκλο…
Αυτό που προσπαθεί να βρει ο «ήρωας» είναι «Αυτό» που προσπαθεί να βρει ο ασκητής στο κέντρο της ύπαρξής του, το Υπερβατικό, το Άχρονο…
Μιλάμε για μια δοκιμασία περάσματος από την ανθρώπινη φύση (του «προσωπείου») στην Θεία Φύση του Θεού, από την γη (τον τόπο και τον χρόνο) στο Άχρονο, στην Αιωνιότητα, από τον «θάνατο» στη γη, στη Ζωή στον Ουρανό… μία δοκιμασία που, και δύσκολη είναι, και γεμάτη κινδύνους…
Η Αληθινή Μύηση στην Αρχαία Ελλάδα της Δημοκρατίας είχε την σημασία της υπέρβασης της ανθρώπινης φύσης, της Βίωσης της Θεϊκής Αληθινής Φύσης μας.
Αυτό, ήταν μια εσωτερική διαδικασία, όπως δίδασκε ο Ορφέας κι οι Ορφικοί, είναι Αυθεντικό Βίωμα του Άχρονου, της Θεότητας, πέρα από σύμβολα, τυπικά, και «προλήψεις».
Ασφαλώς, για όσους δεν μπορούσαν να ανυψωθούν ως το Φως της Πραγματικότητας, υπήρχε η «θεολογία», η «μεταφυσική», (η φιλοσοφία), τα μυστήρια, οι τελετές, οι γιορτές.
Ο Ορφισμός απλωνόταν έτσι από το προσωπικό βίωμα της Θεότητας, μέχρι την συμμετοχή σε δημόσιες τελετές ή λαϊκές γιορτές…
Στα πλαίσια όμως του Ορφισμού (όπως επικράτησε από την εποχή των Πεισιστρατιδών και μετά, στα χρόνια της Δημοκρατίας), όλα είχαν «μεταμορφωθεί» κι είχαν λάβει «ορφικό» νόημα. Ακόμα κι οι διονυσιακές γιορτές της ωμοφαγίας, είχαν αλλάξει…
Ο Χώρος στη «φιλοσοφική σκέψη» (είτε στον εμπειρικό στοχασμό, είτε στην «μεθοδική» ερμηνεία της πραγματικότητας), από την αρχαιότητα, γινόταν αντιληπτός σαν «οντότητα που περιέχει», σαν ένα πραγματικό φυσικό πλαίσιο, εντός του οποίου υπάρχουν τα πράγματα… Ο Χώρος με άλλα λόγια, είναι Αυθυπόστατος, Απόλυτος, Άμορφος, και «Οντολογικά» Πρότερος των πάντων…
Έτσι ο Χώρος έχει Φυσική Ύπαρξη και αποτελεί από μόνος του μία οντότητα (ανεξάρτητα από το αν υπάρχουν ή όχι τα «πράγματα»). Με αυτή την έννοια ταυτίζεται με την Φύση, την Φύση που θα γεννήσει τα πάντα, θα τα περιέχει… ενώ τα «πράγματα» (καταστάσεις και οντότητες) αναδύονται από την Φύση, ολοκληρώνονται στην Φύση, και καταλύονται γινόμενα έτσι ένα με την Φύση…
Στην καθαρά φιλοσοφική (αφηρημένη) έννοιά του ο Χώρος ταυτίζεται με την Κενότητα, που δεν είναι η «κενότητα του τίποτα», αλλά το πλαίσιο εντός του οποίου αναδύεται το υπάρχον. Έτσι, με αυτή ην έννοια, ο Χώρος ταυτίζεται με το Αρχέγονο «Χάος», την Πρώτη Αρχή, και στην «Θεογονία» του Ησίοδου, και στην «Ορφική Θεογονία».
Αυτό το «Χάος», που θα «προσδιορισθεί» αργότερα σαν Απεριόριστο Αχανές, Άχρονο, Χωρίς Ιδιότητες, θα ταυτιστεί με τον «Θεό» της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, και των «Ορφικών» ιδιαίτερα…
Από την στιγμή όμως που ο άνθρωπος στρέφεται από τον Χώρο στα αντικείμενα, για να προσδιορίσει την θέση τους και την σχέση τους με άλλα αντικείμενα, η «έννοα του χώρου» αλλάζει, ο χώρος γίνεται μετρήσιμος και μπορεί να περιγραφεί από ένα σύστημα γεωμετρικών συντεταγμένων.
Έτσι, γεννιέται στην Αρχαία Ελλάδα (στην αρχαιοελληνική σέψη) ο «γεωμετρικός χώρος», η γεωμετρία…
Έτσι, λοιπόν, πλάι στην έννοια του Απόλυτου Χώρου, του θεωρητικού, του νοητού, του «μυστικιστικού», που κατάγεται από την αρχαία σκέψη που «ταυτίζει» τον Χώρο με την Φύση, το Θεό, εισάγεται στους κλασσικούς χρόνους η δεύτερη έννοια του χώρου, του χώρου που αντιλαμβάνεται και μετρά ο άνθρωπος προσδιορίζοντας την θέση και την σχέση των αντικειμένων μεταξύ τους, ο γεωμετρικός χώρος…
Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι πως, και οι δύο έννοιες του Χώρου (και του χώρου) έχουν αρχαιοελληνική καταγωγή… Στην συνέχεια θα καταλάβουμε, γιατί επιμένουμε σε αυτό…
Για τους Αρχαίους Έλληνες (και την αρχαιοελληνική σκέψη) ο Χώρος (η Φύση, ο Θεός) είναι Ενιαίος, και η μόνη Πραγματική Ιδιότητά του είναι η Κενότητα (η Άγνωστη Κενότητα που «Περιέχει» Εν Δυνάμει τα πάντα, κι από την Οποία Αναδύονται τα πάντα…)… Εντός του «Ενιαίου Χώρου» «συμβαίνουν» όλα…
Στον σχετικό περιορισμένο γεωμετρικό χώρο (της ανθρώπινης αντίληψης) το αρχαίο χάσμα (η απόσταση των πραγμάτων μεταξύ τους) νοείται σαν «κενό», σαν φυσική οντότητα…
Όταν ο Παρμενίδης έλεγε ότι το «κενό» δεν είναι φυσική οντότητα, δεν υπάρχει, κι ότι όλα ανήκουν στον Ενιαίο Χώρο του Όντος αναφερόταν στον Απόλυτο Φυσικό Χώρο που τα «περιέχει» όλα…
Αντίθετα, όσοι υποστήριζαν την ύπαρξη του «κενού», σαν φυσικής οντότητας, αναφερόταν στον ανθρώπινο μετρήσιμο γεωμετρικό χώρο (δηλαδή σε μία ανθρώπινη νοητική κατασκευή, «περιγραφή» του χώρου που αντιλαμβανόμαστε)…
Με άλλα λόγια οι αρχαίοι φιλόσοφοι ούτε «σύγχυση» (των εννοιών) έκαναν, ούτε «διαφωνούσαν» μεταξύ τους, απλά αναφέρονταν σε «διαφορετικά» πράγματα..
Μόνο, μερικοί «αμόρφωτοι» σύγχρονοι «σοφοί» και «ερμηνευτές», ανακαλύπτουν σύγχυση και διαφωνίες (στην αρχαιοελληνική σκέψη), εκεί που δεν υπάρχουν…
Στα νεότερα χρόνια, ο Νεύτων, υιοθέτησε την πρώτη έννοια (αρχαιοελληνικής
καταγωγής) του «απόλυτου» χώρου («απαλλαγμένη» από τα «μυστικιστικά» της στοιχεία, και περιορισμένη μόνο στον υλικό φυσικό χώρο), για να ερμηνεύσει την πραγματικότητα… κι ως ένα σημείο την περιγράφει επαρκώς…
Ο Αϊνστάιν στην θεωρία του της σχετικότητας, υιοθέτησε την δεύτερη έννοια (αρχαιοελληνικής καταγωγής) του «σχετικού χώρου»… Και οι δύο, και ο Νεύτωνας και ο Αϊνστάιν έχουν (εν μέρει) δίκιο…
Ειδικότερα για τον Αϊνστάιν, ο χώρος ορίζεται, υποστασιοποιείται, κι έχει έννοια, από την θέση και την διάταξη των αντικειμένων. Προφανώς, πρόκειται εδώ για μία καθαρά μαθηματική έννοια του χώρου που μπορεί να έχει επιστημονική και πρακτική σημασία, αλλά αναφέρεται σε ένα κλειστό σύστημα αντίληψης του ανθρώπου (της συνηθισμένης σχετικής συνείδησής του), δεν είναι η «απόλυτη αλήθεια»…
Για την Φιλοσοφία όμως, «υπάρχουν», πολλά, περισσότερα, πράγματα από όσα αντιλαμβάνεται η (συνηθισμένη) ανθρώπινη σκέψη… Το βασικό ερώτημα για την Φιλοσοφία, είναι «Που», Πως», «Γιατί», αναδύθηκαν τα αντικείμενα… «Τι» είναι τα αντικείμενα, και «Ποια» Σχέση έχουν με την «Πηγή» τους…
Αυτό το «Απροσδιόριστο» και «μη-μετρήσιμο» «Που», είναι ο «Αρχαίος Φιλοσοφικός Χώρος», που ταυτίζεται με το «Χάος», την Φύση, τον Θεό…
Η επιστήμη δεν μπορεί και δεν έχει τίποτα να πει γι Αυτόν τον «Χώρο»… Η επιστήμη μπορεί να χρησιμοποιεί τα «μέτρα» της και να «μετρήσει» την πραγματικότητα και τα αντικείμενα, μόνο όταν αντιμετωπίζει συγκεκριμένα αντικείμενα… Κι αυτό που «δομεί», είναι, πάντα, μία νοητική σύλληψη, μία κατασκευή, μία περιγραφή… δεν είναι η Πραγματικότητα, ούτε η «απόλυτη αλήθεια»…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου