Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (18.226-18.289)

Τὴν δ᾽ αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·
«μῆτερ ἐμή, τὸ μὲν οὔ σε νεμεσσῶμαι κεχολῶσθαι·
αὐτὰρ ἐγὼ θυμῷ νοέω καὶ οἶδα ἕκαστα,
ἐσθλά τε καὶ τὰ χέρεια· πάρος δ᾽ ἔτι νήπιος ἦα.
230 ἀλλά τοι οὐ δύναμαι πεπνυμένα πάντα νοῆσαι·
ἐκ γάρ με πλήσσουσι παρήμενοι ἄλλοθεν ἄλλος
οἵδε κακὰ φρονέοντες, ἐμοὶ δ᾽ οὐκ εἰσὶν ἀρωγοί.
οὐ μέν τοι ξείνου γε καὶ Ἴρου μῶλος ἐτύχθη
μνηστήρων ἰότητι, βίῃ δ᾽ ὅ γε φέρτερος ἦεν.
235 αἲ γάρ, Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ Ἄπολλον,
οὕτω νῦν μνηστῆρες ἐν ἡμετέροισι δόμοισι
νεύοιεν κεφαλὰς δεδμημένοι, οἱ μὲν ἐν αὐλῇ,
οἱ δ᾽ ἔντοσθε δόμοιο, λελῦτο δὲ γυῖα ἑκάστου,
ὡς νῦν Ἶρος κεῖνος ἐπ᾽ αὐλείῃσι θύρῃσιν
240 ἧσται νευστάζων κεφαλῇ, μεθύοντι ἐοικώς,
οὐδ᾽ ὀρθὸς στῆναι δύναται ποσὶν οὐδὲ νέεσθαι
οἴκαδ᾽, ὅπῃ οἱ νόστος, ἐπεὶ φίλα γυῖα λέλυνται.»
Ὣς οἱ μὲν τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον·
Εὐρύμαχος δ᾽ ἔπεσσι προσηύδα Πηνελόπειαν·
245 «κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρον Πηνελόπεια,
εἰ πάντες σε ἴδοιεν ἀν᾽ Ἴασον Ἄργος Ἀχαιοί,
πλέονές κε μνηστῆρες ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν
ἠῶθεν δαινύατ᾽, ἐπεὶ περίεσσι γυναικῶν
εἶδός τε μέγεθός τε ἰδὲ φρένας ἔνδον ἐΐσας.»
250 Τὸν δ᾽ ἠμείβετ᾽ ἔπειτα περίφρων Πηνελόπεια·
«Εὐρύμαχ᾽, ἦ τοι ἐμὴν ἀρετὴν εἶδός τε δέμας τε
ὤλεσαν ἀθάνατοι, ὅτε Ἴλιον εἰσανέβαινον
Ἀργεῖοι, μετὰ τοῖσι δ᾽ ἐμὸς πόσις ᾖεν Ὀδυσσεύς.
εἰ κεῖνός γ᾽ ἐλθὼν τὸν ἐμὸν βίον ἀμφιπολεύοι,
255 μεῖζόν κε κλέος εἴη ἐμὸν καὶ κάλλιον οὕτως.
νῦν δ᾽ ἄχομαι· τόσα γάρ μοι ἐπέσσευεν κακὰ δαίμων.
ἦ μὲν δὴ ὅτε τ᾽ ᾖε λιπὼν κάτα πατρίδα γαῖαν,
δεξιτερὴν ἐπὶ καρπῷ ἑλὼν ἐμὲ χεῖρα προσηύδα·
“ὦ γύναι, οὐ γὰρ ὀΐω ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς
260 ἐκ Τροίης εὖ πάντας ἀπήμονας ἀπονέεσθαι·
καὶ γὰρ Τρῶάς φασι μαχητὰς ἔμμεναι ἄνδρας,
ἠμὲν ἀκοντιστὰς ἠδὲ ῥυτῆρας ὀϊστῶν
ἵππων τ᾽ ὠκυπόδων ἐπιβήτορας, οἵ κε τάχιστα
ἔκριναν μέγα νεῖκος ὁμοιΐου πτολέμοιο.
265 τῷ οὐκ οἶδ᾽ ἤ κέν μ᾽ ἀνέσει θεός, ἦ κεν ἁλώω
αὐτοῦ ἐνὶ Τροίῃ· σοὶ δ᾽ ἐνθάδε πάντα μελόντων.
μεμνῆσθαι πατρὸς καὶ μητέρος ἐν μεγάροισιν
ὡς νῦν, ἢ ἔτι μᾶλλον ἐμεῦ ἀπονόσφιν ἐόντος·
αὐτὰρ ἐπὴν δὴ παῖδα γενειήσαντα ἴδηαι,
270 γήμασθ᾽ ᾧ κ᾽ ἐθέλῃσθα, τεὸν κατὰ δῶμα λιποῦσα.”
κεῖνος τὼς ἀγόρευε· τὰ δὴ νῦν πάντα τελεῖται.
νὺξ δ᾽ ἔσται ὅτε δὴ στυγερὸς γάμος ἀντιβολήσει
οὐλομένης ἐμέθεν, τῆς τε Ζεὺς ὄλβον ἀπηύρα.
ἀλλὰ τόδ᾽ αἰνὸν ἄχος κραδίην καὶ θυμὸν ἱκάνει·
275 μνηστήρων οὐχ ἥδε δίκη τὸ πάροιθε τέτυκτο,
οἵ τ᾽ ἀγαθήν τε γυναῖκα καὶ ἀφνειοῖο θύγατρα
μνηστεύειν ἐθέλωσι καὶ ἀλλήλοις ἐρίσωσιν·
αὐτοὶ τοί γ᾽ ἀπάγουσι βόας καὶ ἴφια μῆλα,
κούρης δαῖτα φίλοισι, καὶ ἀγλαὰ δῶρα διδοῦσιν·
280 ἀλλ᾽ οὐκ ἀλλότριον βίοτον νήποινον ἔδουσιν.»
Ὣς φάτο, γήθησεν δὲ πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς,
οὕνεκα τῶν μὲν δῶρα παρέλκετο, θέλγε δὲ θυμὸν
μειλιχίοις ἐπέεσσι, νόος δέ οἱ ἄλλα μενοίνα.
Τὴν δ᾽ αὖτ᾽ Ἀντίνοος προσέφη, Εὐπείθεος υἱός·
285 «κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρον Πηνελόπεια,
δῶρα μὲν ὅς κ᾽ ἐθέλῃσιν Ἀχαιῶν ἐνθάδ᾽ ἐνεῖκαι,
δέξασθ᾽· οὐ γὰρ καλὸν ἀνήνασθαι δόσιν ἐστίν·
ἡμεῖς δ᾽ οὔτ᾽ ἐπὶ ἔργα πάρος γ᾽ ἴμεν οὔτε πῃ ἄλλῃ,
πρίν γέ σε τῷ γήμασθαι Ἀχαιῶν ὅς τις ἄριστος.»

***
Της αντιμίλησε ο Τηλέμαχος με φρόνηση και προσοχή:
«Μητέρα, δεν αγαναχτώ που θύμωσες μαζί μου.
Όμως κι εγώ το καθετί το μελετώ, ξέρω να ξεχωρίζω
και το καλό και το χειρότερο, δεν είμαι πια
παιδάκι ανέμελο.
230 Μόνο που δεν μπορώ τα πάντα φρόνιμα να τα ζυγίζω·
τους έχω πλάι μου και με παραζαλίζουν, ένας μετά τον άλλον, όλοι,
αυτοί οι κακόβουλοι, ενώ μου λείπουν κάποιοι που θα με συντρέξουν.
Πάντως η πάλη δεν κατέληξε, ανάμεσα στον ξένο και στον Ίρο,
όπως την είχαν οι μνηστήρες φανταστεί· βγήκε πιο δυνατός ο ξένος.
Πατέρα Δία, Αθηνά κι Απόλλων, μακάρι κι οι μνηστήρες έτσι
να γείρουν δαμασμένοι το κεφάλι τους στο σπιτικό μας —
ποιος έξω στην αυλή, ποιος μέσα εδώ στην αίθουσα,
να τους λυθούν όλων τα γόνατα.
Καθώς αυτός ο Ίρος, που τώρα κρέμασε την κεφαλή του
240 στον τοίχο της αυλόθυρας, σαν μεθυσμένος· πια δεν μπορεί
στα πόδια να σταθεί, να πάει ξανά στο στέκι που κουρνιάζει —
όλα τα μέλη του παρέλυσαν.»
Έτσι συνομιλούσαν μάνα και γιος, και τότε ο Ευρύμαχος
πήρε τον λόγο και προσφώνησε την Πηνελόπη:
«Του Ικαρίου κόρη, ω Πηνελόπη φρόνιμη, αν ήταν να σε δουν
όσοι Αχαιοί μακριά στο ιάσιο Άργος κατοικούν,
πολλοί μνηστήρες θα περίσσευαν σε τούτο το παλάτι,
αύριο κιόλας, τρώγοντας μαζί μας.
Γιατί είσαι η ανώτερη, καμιά γυναίκα δεν σε φτάνει
στην ομορφιά, στο ανάστημα, στη ζυγισμένη και βαθιά σου στόχαση.»
250 Του αντιμίλησε με τη στοχαστική της φρόνηση η Πηνελόπη:
«Ευρύμαχε, τη χάρη μου, τα κάλλη μου και την κορμοστασιά μου
όλα οι αθάνατοι θεοί τα χάλασαν τη μέρα εκείνη που ξεκίνησαν οι Αργείοι
για την Τροία — μαζί κι ο άντρας ο δικός μου, ο Οδυσσέας.
Αν πίσω γύριζε κι έπαιρνε πάλι τη ζωή μου
στα δικά του χέρια, τότε κι η δόξα μου θ᾽ άπλωνε κι άλλο τα φτερά της,
και το καλό θα ᾽φερνε το καλύτερο.
Μα τώρα πνίγομαι στον πόνο, με βούλιαξε ένας θεός στη συμφορά.
Θυμάμαι ακόμη τη στιγμή του χωρισμού, όταν εκείνος άφηνε
τα πατρικά του χώματα· έσφιξε τότε το δεξί μου χέρι στον καρπό
και πρόφερε τα λόγια αυτά:
“Γυναίκα δεν φαντάζομαι οι Αχαιοί, ωραία τώρα οπλισμένοι,
260 πως όλοι θα γυρίσουν από την Τροία άβλαβοι.
Είναι οι Τρώες φημισμένοι μαχητές κι ανδρείοι,
στο δόρυ επιδέξιοι, εύστοχοι στο δοξάρι, καλοί αναβάτες
σ᾽ άρματα με ωκύποδα άλογα — αυτά που κρίνουν,
από τη μια στιγμή στην άλλη, την τύχη του φριχτού πολέμου.
Όσο για μένα, πού να ξέρω αν θα με φέρει πίσω του θεού το θέλημα
ή αν νεκρός θα πέσω πέρα στην Τροία.
Σ᾽ εσένα πέφτει τώρα η φροντίδα όλη· έχε τον νου σου
στον πατέρα και στη μάνα μου μέσα σε τούτο το παλάτι,
όπως και τώρα, και πιο πολύ, αφού θα βρίσκομαι στα ξένα.
Όταν ωστόσο δεις στα μάγουλα του γιου σου να φυτρώνει
γένι, τότε μπορείς να παντρευτείς ξανά, μ᾽ όποιον εσύ θελήσεις,
270 αλλάζοντας όμως και σπίτι.”
Έτσι μου μίλησε σταράτα, και να που τώρα όλα συντελούνται·
βλέπω τη νύχτα να ᾽ρχεται, να πέφτει πάνω μου δεύτερος γάμος, μισητός,
σ᾽ εμένα την επάρατη, που της αφαίρεσε κάθε χαρά ο Δίας.
Αλλά μια θλίψη άλλη πλακώνει τώρα την ψυχή και την καρδιά μου·
το άδικο τούτο φέρσιμο των μνηστήρων, κάτι που δεν υπήρχε πριν.
Όσοι γυρεύουν γυναίκα ενάρετη να πάρουν, πλούσια θυγατέρα,
και μεταξύ τους συνερίζονται, φέρνουν αυτοί δικά τους βόδια,
δικά τους πρόβατα παχιά, προσφέρουν γεύμα
στους δικούς της νύφης, δίνουν στην κόρη δώρα ωραία.
Όχι, εκείνοι δεν ρημάζουν, και μάλιστα ατιμώρητοι,
280 ξένα αγαθά και πλούτη.»
Έτσι του μίλησε, κι ένιωσε μέσα του χαρά
βασανισμένος ο Οδυσσέας και θείος, βλέποντας πώς
τους ψάρευε τα δώρα, πώς με μειλίχια λόγια τους επλάνευε,
κι ας μελετούσε άλλα ο νους της.
Ευθύς ο Αντίνοος, γιος του Ευπείθη, πήρε τον λόγο και της είπε:
«Του Ικαρίου κόρη, ω Πηνελόπη φρόνιμη, αν κάποιος Αχαιός
επιθυμεί το δώρο του να φέρει, να το δεχτείς εσύ —
δεν είναι ωραίο ν᾽ αρνηθείς το χάρισμα.
Αλλά κι εμείς δεν πάμε για δουλειές, δεν φεύγουμε
από δω, προτού κάποιον ανάμεσά μας διαλέξεις για γαμπρό,
όποιος θα σου φανεί καλύτερος.»

Μάρκος Αυρήλιος: Είναι παράλογο και αδύνατο να περιμένεις από τους άλλους να μη σφάλλουν

«Από νωρίς το πρωί να λες στον εαυτό σου: σήμερα θα συναντηθώ με τον πολυπράγμονα, με τον αχάριστο, με τον αλαζόνα, τον δολερό, τον φθονερό, τον ακοινώνητο. Τους συμβαίνουν αυτά επειδή αγνοούν το αγαθό και το κακό.

Εγώ, όμως, στοχάστηκα τη φύση του καλού, κι είδα την ομορφιά του και τη φύση του κακού, κι είδα την ασχήμια του και τη φύση του ανθρώπου που σφάλλει, κι είδα ότι είναι συγγενής μου, όχι από το ίδιο αίμα ή σπέρμα αλλά από τον ίδιο Νου, και ότι έχει τη θέση του μέσα στο θείο έργο.

Δεν μπορεί να με βλάψει κανείς από τους παραπάνω, γιατί κανείς τους δεν μπορεί να με εμπλέξει στην αισχρότητα.

Επίσης δεν μπορώ να οργίζομαι μ’ ένα συγγενικό μου πρόσωπο ούτε να το μισώ.

Γεννηθήκαμε για να συνεργαζόμαστε μεταξύ μας, όπως τα πόδια, τα χέρια τα βλέφαρα, όπως η πάνω και η κάτω σειρά των δοντιών.

Το να κάνουμε αντίπραξη ο ένας στον άλλον είναι παρά φύσιν.

Και η αγανάκτηση και η αποστροφή αποτελούν αντίπραξη» Μάρκος Αυρήλιος, Τα εις εαυτόν, 2.1

Η ζωή είναι γεμάτη προκλήσεις. Ανέκαθεν ήταν.

Για τους Στωικούς, η ευτυχία που αναζητούμε όλοι πηγάζει από την εσωτερική ηρεμία, αταραξία, απέναντι σε ό,τι μας αποσπά από αυτό που θέλουμε να είμαστε.

Δεν είναι λίγες οι φορές που οι προσδοκίες και οι εκτιμήσεις μας για τα γεγονότα και τους άλλους ποδηγετούν τη ζωή μας.

Ο Στωικισμός έχει δοκιμαστεί σε βάθος αιώνων, καταλήγοντας η δημοφιλέστερη σύγχρονη φιλοσοφία του βίου, ένας οδηγός ζωής.

Ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος, απέδειξε ότι ο άνθρωπος μπορεί να τιθασεύσει τον εαυτό του, αντί να προσπαθεί να αλλάξει τους άλλους.

Εν τέλει, ακόμη κι αν δεν αλλάξουμε τον κόσμο και τους άλλους, μπορούμε πάντα να αλλάξουμε τον εαυτό μας.

Η αλλαγή ξεκινάει από εμάς, τώρα: «Πόσο εναργές γίνεται ότι καμία άλλη περίσταση της ζωής δεν είναι τόσο κατάλληλη για να φιλοσοφήσεις, όσο αυτή στην οποία βρίσκεσαι τώρα». 11.7

Στο ημερολόγιό του «τα Εις εαυτόν» ο Μάρκος Αυρήλιος μας προσφέρει εννέα δώρα από τις Μούσες και ένα δέκατο από τον «Μουσηγέτη» Απόλλωνα.

Τα δώρα των Μουσών είναι κατ’ αρχάς καθημερινές υπενθυμίσεις στον ίδιο του τον εαυτό, καθώς ουδέποτε τα κείμενά του προορίζονταν για δημοσίευση, με σκοπό να τον κάνουν πιο «ανθρώπινο», προφυλάσσοντάς τον από τον θυμό. «Ο θυμός δεν είναι ανδρεία» σε αντίθεση με την πραότητα και την ηρεμία. Είναι όμως στον έλεγχό μας.

Ο Μάρκος Αυρήλιος καταγράφει, ώστε να μείνει δυνατός (11.18):

1. Έχουμε γεννηθεί ο ένας για χάρη του άλλου.

2. Φέρε στον νου σου πώς ζουν οι άνθρωποι συνολικά για να καταλάβεις τα κίνητρά τους.

3. Αναλογίσου ότι όταν οι άλλοι σφάλλουν δρουν εν αγνοία ή αθέλητα.

4. Ακόμη και εσύ μπορεί να σφάλλεις.

5. Πολλές φορές μπορεί να μη γνωρίζεις γιατί οι άλλοι δρουν έτσι.

6. Όταν αγανακτείς ή θλίβεσαι να σκέφτεσαι ότι όλοι θα πεθάνουμε.

7. Αυτό που με ενοχλεί δεν είναι οι πράξεις των άλλων, αλλά οι δικές μου κρίσεις για αυτές.

8. Η οργή που νιώθουμε για ένα γεγονός είναι χειρότερη από το ίδιο το γεγονός.

9. Η καλοσύνη είναι το αντίδοτο στον θυμό.

10. Είναι παράλογο και αδύνατο να περιμένεις από τους άλλους να μη σφάλλουν.

Ο Μάρκος Αυρήλιος υπενθυμίζει τους κανόνες της ζωής στον εαυτό του με έναν σκοπό: «Θεώρησέ τους δώρα που σου έχουν χαρίσει οι Μούσες και άρχισε επιτέλους να είσαι άνθρωπος για όσο ζήσεις».

Στο χέρι μας είναι να ανοίξουμε και εμείς τα δώρα των Μουσών. Το κόστος θα είναι μικρό, αλλά το κέρδος τεράστιο.

ΣΕΝΕΚΑΣ: Δεν υπήρχε καμιά ελπίδα να ανακτήσει την ελευθερία της

Θα μπορούσες μήπως να βρεις κάποια πόλη σε περισσότερο άθλια κατάσταση από την πόλη των Αθηνών, όταν την είχαν κατακερματίσει οι τριάντα τύραννοι; Είχαν εκτελέσει δεκατρείς χιλιάδες πολίτες, τους αρίστους, και δεν επρόκειτο βέβαια γι’ αυτόν το λόγο να σταματήσουν, αλλά η ίδια η ωμότητά τους έτρεφε τη φλόγα αναπαραγωγής της. Στην πόλη όπου υπήρχε ο Άρειος Πάγος, ένα δικαστήριο θεοσεβέστατο, μία σύγκλητος και μία λαϊκή συνέλευση παρόμοια με τη σύγκλητο, εκεί μαζευόταν κάθε μέρα μια θλιβερή σύναξη δημίων, και το δύστυχο το βουλευτήριο είχε καταντήσει ασφυκτικά στενό από την πληθώρα των τυράννων!

Θα μπορούσε ποτέ αυτή η πόλη να βρει τη γαλήνη της, τη στιγμή που υπήρχαν σ’ αυτήν τόσοι τύραννοι όσοι και δορυφόροι; Δεν υπήρχε καμιά ελπίδα να ανακτήσει την ελευθερία της, ούτε και υπήρχε έδαφος για να της προσφέρει κανείς οποιαδήποτε βοήθεια μπροστά σε μια πανίσχυρη δύναμη καθαρμάτων.

Γιατί πως θα μπορούσαν να εμφανιστούν τόσοι Αρμόδιοι στη δύστυχη πολιτεία; Ο Σωκράτης όμως βρισκόταν τότε ανάμεσά τους και παρηγορούσε τους ταγούς της πόλης, που πενθούσαν, εμψύχωνε αυτούς που είχαν απελπιστεί για την τύχη του κράτους, κατηγορούσε τους πλούσιους, που έτρεμαν για τα αγαθά τους, προβάλλοντας μια όψιμη μεταμέλεια για την ολέθρια απληστία τους, ενώ σ’ αυτούς που θα ήθελαν να τον μιμηθούν πρόσφερε το μεγάλο του παράδειγμα, καθώς βάδιζε, ελεύθερος αυτός, ανάμεσα σε τριάντα τυράννους.

Και όμως, αυτόν τον άνθρωπο η Αθηνά δολοφόνησε στη φυλακή του, και έτσι η ίδια η ελευθερία δεν μπόρεσε να ανεχθεί να είναι ελεύθερος ο άνθρωπος που ακλόνητος είχε χλευάσει έναν ολόκληρο όμιλο τυράννων.

Από το γεγονός αυτό θα μπορούσες να διδαχθείς δύο πράγματα, και ότι ο σοφός έχει τη δυνατότητα, όταν η πολιτεία του σπαράσσεται από τη δυστυχία, να παρουσιάσει τη δύναμη της ψυχής του, αλλά και ότι η ιταμότητα, ο φθόνος και αναρίθμητες άλλες απαίσιες κακίες βασιλεύουν όταν η πολιτεία του είναι ακμαία και ευημερεί. Γι’ αυτό και εμείς είτε θα εντείνουμε είτε θα περιστείλουμε τις προσπάθειές μας, ανάλογα με το πώς έρχονται τα πράγματα και εφόσον βέβαια η τύχη μάς το επιτρέπει, σε κάθε όμως περίπτωση θα εξακολουθήσουμε να είμαστε δραστήριοι και δεν πρόκειται ποτέ να μας αλυσοδέσει, ούτε και να μας παραλύσει ο φόβος.

Έτσι, λοιπόν, τότε μόνο θα είναι κάποιος πραγματικός άντρας, όταν, τη στιγμή που οι κίνδυνοι τον απειλούν από κάθε μεριά και τα όπλα και οι αλυσίδες μαίνονται γύρω του, δεν συνθλίβει την αρετή του, ούτε και προσπαθεί να την αποκρύψει` γιατί δεν εξυπακούεται ότι, για να σωθεί κάποιος, θα πρέπει να ταφεί.

Γι’ αυτό και νομίζω ότι σωστά έλεγε ο Κούριος Δεντάτος πως θα προτιμούσε να πέθαινε παρά να ζει σαν νεκρός` δεν υπάρχει, αλήθεια, χειρότερο πράγμα από το να πάψεις να συγκαταλέγεσαι στους ζωντανούς πριν ακόμα πεθάνεις.

ΣΕΝΕΚΑΣ, Περί της πνευματικής γαλήνης

Κάπως έτσι συμπεριφέρονται μεταξύ τους οι άνθρωπο

Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τον φόβο για να εξημερώσουν τους άλλους, και ο φόβος μας αυξάνεται όταν βιώνουμε την αδικία. Το αίσθημα της αδικίας είναι σαν ένα μαχαίρι που ανοίγει πληγές στο συναισθηματικό μας σώμα. Το συναισθηματικό δηλητήριο δημιουργείται από την αντίδρασή μας σε αυτό που θεωρούμε άδικο. Κάποιες πληγές επουλώνονται, άλλες ωστόσο μολύνονται με όλο και περισσότερο δηλητήριο. Μόλις γεμίσουμε με συναισθηματικό δηλητήριο, έχουμε ανάγκη να απαλλαγούμε από αυτό και εξασκούμαστε στο να το απελευθερώνουμε στέλνοντάς το σε κάποιον άλλο. Πώς το πετυχαίνουμε αυτό; Τραβώντας τους την προσοχή.

Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός συνηθισμένου ζευγαριού.

Για έναν οποιονδήποτε λόγο, η γυναίκα είναι θυμωμένη. Έχει συναισθηματικό δηλητήριο από κάποια αδικία που έκανε ο άντρας της. Ο άντρας της δεν είναι σπίτι, αλλά εκείνη θυμάται την αδικία και το δηλητήριο συσσωρεύεται μέσα της. Όταν εκείνος γυρίζει, το πρώτο πράγμα που θέλει να κάνει είναι να του τραβήξει την προσοχή, γιατί μόλις το κάνει, όλο το δηλητήριο θα πάει στον άντρα της και η ίδια θα ανακουφιστεί. Με το που θα του πει πόσο κακός, πόσο χαζός ή πόσο άδικος είναι, το δηλητήριο που έχει μέσα της μεταδίδεται σε εκείνον.

Μιλάει συνεχώς, μέχρι να του τραβήξει την προσοχή. Εκείνος, τελικά, αντιδρά και θυμώνει, και τότε η γυναίκα αισθάνεται καλύτερα. Όμως, τώρα έχει εκείνος το δηλητήριο μέσα του και πρέπει να την εκδικηθεί. Πρέπει να της τραβήξει την προσοχή και να το απελευθερώσει, κι όχι μόνο όσο του μετέδωσε, αλλά το δικό της συν το δικό του. Αν προσέξετε αυτή την αλληλεπίδραση, θα δείτε ότι αγγίζει ο ένας τις πληγές του άλλου και παίζουν συναισθηματικό πιγκ πογκ με το δηλητήριο. Έτσι, αυτό συνεχίζει να αυξάνεται, μέχρι που μια μέρα ένας από τους δύο θα ξεσπάσει. Κάπως έτσι συμπεριφέρονται μεταξύ τους οι άνθρωποι.

Τραβώντας την προσοχή, η ενέργεια μεταδίδεται από το ένα άτομο στο άλλο. Η προσοχή είναι μια πανίσχυρη λειτουργία του ανθρώπινου νου. Όλοι πασχίζουμε να τραβήξουμε την προσοχή των άλλων. Όταν τα καταφέρνουμε, δημιουργούμε κανάλια επικοινωνίας. Το όνειρο μεταδίδεται, η δύναμη μεταδίδεται, αλλά το ίδιο συμβαίνει και με το συναισθηματικό δηλητήριο.

Συνήθως, απελευθερώνουμε το δηλητήριο στο άτομο που θεωρούμε υπεύθυνο για την αδικία, αλλά αν το άτομο αυτό είναι τόσο ισχυρό που δεν μπορούμε να του το μεταφέρουμε, δεν μας νοιάζει σε ποιον θα το στείλουμε, αρκεί να το ξεφορτωθούμε. Έτσι, το στέλνουμε στα παιδιά, που δεν έχουν αναπτύξει άμυνες εναντίον μας, και με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται οι σχέσεις κακοποίησης. Οι ισχυροί κακοποιούν τους λιγότερο ισχυρούς, επειδή θέλουν να απελευθερώσουν το συναισθηματικό τους δηλητήριο. Είναι μια ανάγκη που έχουμε, και πολλές φορές δεν θέλουμε δικαιοσύνη παρά μόνο να απελευθερώσουμε το δηλητήριό μας για να ηρεμήσουμε. Γι’ αυτό οι άνθρωποι αποζητούν συνεχώς τη δύναμη, επειδή όσο δυνατότεροι είναι, τόσο ευκολότερο είναι να απελευθερώσουν το δηλητήριό τους σε όσους δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους.

Φυσικά, μιλάμε για τις σχέσεις στην κόλαση αυτής της ζωής, για την ψυχική ασθένεια που υπάρχει σε αυτόν τον πλανήτη. Δεν φταίει κάποιος για αυτή, δεν είναι καλή ή κακή, δίκαιη ή άδικη- είναι η φυσιολογική παθολογία της ασθένειας. Κανείς δεν φταίει για την παθολογική του συμπεριφορά. Όπως οι άνθρωποι του φανταστικού πλανήτη δεν έφταιγαν για τη δερματική τους ασθένεια, ούτε εσείς φταίτε που οι πληγές σας είναι μολυσμένες με συναισθηματικό δηλητήριο. Όταν έχετε κάποια σωματική ασθένεια ή έναν τραυματισμό, δεν κατηγορείτε τον εαυτό σας ούτε αισθάνεστε ένοχοι. Τότε, γιατί να αισθάνεστε άσχημα ή να νιώθετε ενοχές επειδή νοσεί το συναισθηματικό σας σώμα;

Το σημαντικό είναι να έχετε επίγνωση του προβλήματος. Όταν έχουμε επίγνωση, έχουμε την ευκαιρία να θεραπεύσουμε το συναισθηματικό μας σώμα και τον συναισθηματικό μας νου, και να σταματήσουμε να υποφέρουμε. Χωρίς αυτή την επίγνωση δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, παρά μόνο να συνεχίσουμε να υποφέρουμε από την αλληλεπίδρασή μας με τους άλλους, αλλά και με τον εαυτό μας, γιατί αγγίζουμε και μόνοι μας τις πληγές μας, για να αυτοτιμωρηθούμε.

Από δική σας δειλία και αμυαλιά σας χτυπούν οι φουρτούνες

Όταν ο Πεισίστρατος πήρε τη δύναμη στα χέρια του, ο Σόλωνας, μη μπορώντας πια να πείσει τον λαό, πήγε και άφησε τα όπλα του μπροστά στο οίκημα του στρατηγού λέγοντας “Πατρίδα μου, σε βοήθησα με λόγια και με έργα” – και αμέσως απέπλευσε για την Αίγυπτο και την Κύπρο, από όπου και επισκέφθηκε τον Κροίσο.

Τότε ήταν που ο Κροίσος τον ρώτησε: “Ποιον θεωρείς ευτυχισμένο;”, και εκείνος του απάντησε: “Τον Τέλλο τον Αθηναίο, τον Κλεόβη και τον Βίτωνα”, και όσα άλλα πασίγνωστα λένε οι παλιές ιστορίες.

Κάποιοι λένε ότι ο Κροίσος κάθισε ολοστόλιστος στον θρόνο του και τον ρώτησε αν είδε ποτέ στη ζωή του ωραιότερο θέαμα, και εκείνος απάντησε: “Ναι, πετεινούς, φασιανούς και παγώνια· γιατί αυτά έχουν όλα τους τα λαμπερά στολίδια από τη φύση, χίλιες φορές πιο όμορφα”.

Φεύγοντας από εκεί πήγε στην Κιλικία, όπου και ίδρυσε μια πόλη που της έδωσε το όνομα Σόλοι – απ’ το δικό του όνομα. Εκεί εγκατέστησε και κάτι λίγους Αθηναίους, που σιγά σιγά, καθώς περνούσε ο καιρός, αλλοιώθηκε η γλώσσα τους – γι’ αυτούς ήταν που πλάστηκε η λέξη σολοικίζω[1].
Οι κάτοικοι αυτής της πόλης λέγονται Σολείς, ενώ οι κάτοικοι των Σόλων της Κύπρου λέγονται Σόλιοι.
Και όταν έμαθε ότι ο Πεισίστρατος ήταν ήδη τύραννος, έγραψε στους Αθηναίους τα εξής:
Από δική σας δειλία και αμυαλιά σας χτυπούν οι φουρτούνες·
όχι μομφές στους θεούς· δεν είναι φταίχτες· εσείς οι ίδιοι αρματώσατε τούτους εδώ και τρανέψατε τόσο· έτσι, απ’ αυτά, στην πικρή πέσατε τώρα σκλαβιά· ίδια αλεπού πονηρά περπατάει ο καθένας σας χώρια, μα όλοι σαν πάτε μαζί, τότε σας πιάνει αμυαλιά· οι γαλιφιές σας πλανεύουν, και δίνετε πίστη στα λόγια, όμως καμιά προσοχή στα έργα δεν δίνετ’ εσείς.
Αυτά έγραψε ο Σόλωνας. Ο Πεισίστρατος, από την άλλη, έστειλε στον Σόλωνα, που βρισκόταν μακριά από την πατρίδα του, την ακόλουθη επιστολή:

Ο Πεισίστρατος στον Σόλωνα

Δεν είμαι ο μόνος Έλληνας που επιδίωξε την τυραννίδα, αλλά η τυραννίδα δεν είναι κάτι που δεν μου ταιριάζει: είμαι από τη γενιά των Κοδριδών. Στην πραγματικότητα ξαναπήρα τα προνόμια που οι Αθηναίοι είχαν ορκιστεί ότι θα δώσουν στον Κόδρο και στους απογόνους του, και ύστερα τους τα αφαίρεσαν. Κατά τα άλλα δεν κάνω κανένα κακό ούτε στους θεούς ούτε στους ανθρώπους, αλλά αφήνω τους Αθηναίους να ζουν ως πολίτες σύμφωνα με τους νόμους που εσύ θέσπισες γι’ αυτούς. Ζουν μάλιστα καλύτερα παρά αν ζούσαν σε δημοκρατία. Σε κανέναν δεν επιτρέπω να συμπεριφέρεται υβριστικά· και εγώ ο τύραννος δεν διεκδικώ για τον εαυτό μου τιμές και προνόμια περισσότερα από αυτά που είχαν καθοριστεί και για τους παλαιότερους βασιλείς. Ο κάθε Αθηναίος ξεχωρίζει από ό,τι παράγει το ένα δέκατο, όχι για μένα, αλλά για τη δημιουργία ενός αποθέματος, από το οποίο θα είναι δυνατό να αντιμετωπίζονται τα έξοδα για τις δημόσιες θυσίες και για τις άλλες τυχόν κοινές εκδηλώσεις, καθώς και για την περίπτωση που θα βρεθούμε σε πόλεμο.
Εγώ πάντως δεν σε κατηγορώ που αποκάλυψες τα σχέδιά μου, και ο λόγος είναι ότι τις αποκαλύψεις σου τις έκανες πιο πολύ από αγάπη για την πόλη παρά από έχθρα για μένα, και, ακόμη, γιατί αγνοούσες τι είδους διακυβέρνηση επρόκειτο να εγκαθιδρύσω εγώ στην πόλη. Γιατί, αν το ήξερες, θα έδειχνες ίσως ανοχή απέναντί μου καθώς ανελάμβανα την εξουσία, και ούτε θα έφευγες από την πατρίδα.
Γύρισε λοιπόν πίσω στην πατρίδα, δείχνοντάς μου εμπιστοσύνη όταν λέω – ας είναι και δίχως όρκο – ότι ο Σόλωνας δεν πρόκειται να πάθει κανένα κακό από τον Πεισίστρατο. Γιατί – να το ξέρεις – ούτε και κανένας άλλος από τους εχθρούς μου έπαθε οποιοδήποτε κακό. Και αν το βρεις σωστό να είσαι ένας από τους φίλους μου, θα έχεις την πρώτη θέση ανάμεσα στους φίλους μου· γιατί δεν διακρίνω μέσα σου κανένα δόλο και καμιά κακοπιστία· αν, πάλι, θέλεις να ζήσεις αλλιώς στην Αθήνα, θα έχεις την άδειά μου. Μη στερηθείς την πατρίδα σου εξαιτίας μου.
Αυτά έγραψε στο γράμμα του ο Πεισίστρατος.

Ο Σόλωνας στον Πεισίστρατο

Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι δεν πρόκειται να πάθω κανένα κακό από σένα. Γιατί και πριν γίνεις τύραννος ήμουν φίλος σου, και τώρα δεν είμαι εχθρός σου περισσότερο από οποιονδήποτε Αθηναίο που δεν του αρέσει το τυραννικό πολίτευμα.
Ο καθένας ας αποφασίσει για λογαριασμό του, σύμφωνα με την κρίση του, αν είναι καλύτερο γι’ αυτόν να κυβερνιέται από έναν μόνο άνθρωπο ή να ζει σε τόπο που έχει δημοκρατία.
Εν πάση περιπτώσει παραδέχομαι ότι εσύ είσαι από όλους τους τυράννους ο καλύτερος.
Όσο για την επιστροφή μου στην Αθήνα, δεν βλέπω ότι θα ήταν σωστό για μένα: φοβούμαι μήπως με κατηγορήσει κανείς ότι, ενώ θέσπισα ίσα πολιτικά δικαιώματα για όλους τους Αθηναίους, και ενώ, μπορώντας να ήμουν εγώ τύραννος, δεν το θεώρησα σωστό, τώρα επιστρέφω και επιδοκιμάζω αυτά που κάνεις εσύ.
---------------------
1. Μιλώ ή γράφω λανθασμένα

Η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ανθρωπότητα: Η επιβίωση της Γης

Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουµε ότι τα δύο τελευταία χρόνια συνέβη το σηµαντικότερο γεγονός του 21ου αιώνα έως σήµερα, που ξεπέρασε ακόµα και τη µεγάλη οικονοµική ύφεση του 2008. 

Η επιστήµη θριάµβευσε, αλλά, όπως συµβαίνει σε όλα τα µεγάλα επιστηµονικά επιτεύγµατα, υπήρξε παραπληροφόρηση και πολλές επακόλουθες αποτυχίες στην πορεία. Θεωρώ πως, ως επί το πλείστον, το ευρύ κοινό απέκτησε µεγαλύτερη κατανόηση και εκτίµηση για τον κεντρικό ρόλο της επιστήµης για την ανάπτυξη και, ειδικότερα, για την επιβίωση του ανθρώπινου πολιτισµού όπως τον γνωρίζουµε. Και δεν διαθέτουµε “ούτε λεπτό για χάσιµο”.

Η νέα και σηµαντικότερη πρόκληση στο κατώφλι της ανθρωπότητας είναι εκείνη της Κλιµατικής Αλλαγής του πλανήτη. Παρά το γεγονός πως η αναγνώριση του ανθρωπογενούς παράγοντα στη δηµιουργία και εξέλιξη του φαινοµένου πραγµατοποιήθηκε στα µέσα της δεκαετίας του 1970, τα επιστηµονικά δεδοµένα ήταν ανεπαρκή, οι επικριτές ήταν πολλοί και οι οικονοµικές και κοινωνικές επιπτώσεις για τις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες, στον βαθµό που εκείνες θα µπορούσαν να εκτιµηθούν, ήταν πολύ οδυνηρές για να τις αναλογιστούµε. Ακολούθησαν, έτσι, τέσσερις δεκαετίες όπου το ζήτηµα έλαβε διαστάσεις πολιτικής εκµετάλλευσης, κάτι που ισχύει ακόµα και σήµερα, π.χ. η “κινεζική απάτη” (και άλλα παρόµοια επίθετα) σε κάθε γωνιά της Γης. 

Η δηµοσίευση της έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιµατική Αλλαγή του ΟΗΕ στις 6 Αυγούστου (https://www.ipcc.ch/report/sixth-assessment-report-working-group-i/), µε τίτλο “Climate Change 2021: The Physical Science Basis”, βάζει ένα τέλος στις αµφιβολίες για την ορθότητα της επιστηµονικής βάσης. Επιπλέον, ποικίλα κατακλυσµιαία γεγονότα, από καταστροφικές πληµµύρες έως ανεξέλεγκτες πυρκαγιές και υψηλές θερµοκρασίες-ρεκόρ σε κάθε γωνιά της Γης, θα πρέπει να πείσουν όσους/-ες διατηρούν ακόµη αµφιβολίες ότι η παγκόσµια θέρµανση ή “Κλιµατική Κατάρρευση” (όρος που εισήχθη από τον Yuval Harari) είναι µια πραγµατικότητα, είναι εδώ για να µείνει, και µπορεί µόνο να γίνει χειρότερη.

Οφείλουµε, συνεπώς, να αναρωτηθούµε: Πώς θα αντιδράσει η ανθρωπότητα σε αυτή την υπαρξιακή απειλή για την επιβίωσή της ως είδος; Οι προτάσεις για λύσεις αφθονούν. Από το θάψιµο του διοξειδίου του άνθρακος (CO2) στο έδαφος, τη χρήση κατόπτρων για την ανάκλαση της ηλιακής ακτινοβολίας στο Διάστηµα, την τροφοδότηση της ατµόσφαιρας µε σωµατίδια για τη δηµιουργία ανακλαστικών νεφών κ.λπ.

Επί της ουσίας, όλες οι προτεινόµενες λύσεις περιλαµβάνουν υψηλού επιπέδου, αλλά και υψηλού ρίσκου τεχνολογίες, καθιστώντας δύσκολη την πρόγνωση τόσο των βραχυπρόθεσµων όσο και των µακροπρόθεσµων συνεπειών τους. Αυτό το άρθρο δεν αποσκοπεί στην αξιολόγηση µέρους ή του συνόλου των προτεινόµενων λύσεων, παρά µόνο σε µία εξ αυτών: Την υπόθεση ότι, στο διηνεκές, η ανθρωπότητα θα µπορεί να µεταναστεύσει σε έναν άλλο πλανήτη, και συγκεκριµένα τον πλανήτη Άρη, ή ακόµα και σε έναν εξωπλανήτη κάποιου “κοντινού” πλανητικού συστήµατος που να προσοµοιάζει τα χαρακτηριστικά του γήινου συστήµατός µας.

Η Αµερικανική Υπηρεσία Διαστήµατος (NASA), όπως και άλλες υπηρεσίες ανά την υφήλιο, διενεργούν µελέτες για εξερευνητικές αποστολές µε ανθρώπινα πληρώµατα στον πλανήτη Άρη. Μια τέτοια αποστολή θα µπορούσε να γίνει εφικτή ύστερα από το έτος 2030. Είναι απαραίτητο, ωστόσο, να γίνει κατανοητή η διάκριση µεταξύ εξερεύνησης και µετανάστευσης ή µακροπρόθεσµων σχεδίων εποικισµού. Η πρώτη περίπτωση αφορά αποστολές µε ανθρώπινα πληρώµατα που θα πατήσουν στον πλανήτη και θα εξερευνήσουν το άµεσο περιβάλλον και το υπέδαφος, θα εξετάσουν τις δυνατότητες χρήσης υδάτινων και ορυκτών πόρων για την επιβίωση και για πυραυλικά καύσιµα, αντίστοιχα, τη δυνατότητα καλλιέργειας φυτών για παραγωγή τροφίµων κ.ά.

Αντίθετα, ο εποικισµός δεν αφορά µόνο την επιβίωση του ανθρώπου σε ένα περιβάλλον γεµάτο προκλήσεις, αλλά τη δηµιουργία των προϋποθέσεων για την εγκαθίδρυση ενός µακροπρόθεσµου οικοτόπου που θα επιτρέψει την επανάληψη ενός modus vivendi/operandi, στο οποίο το ανθρώπινο είδος έχει συνηθίσει στον πλανήτη µας: βιώσιµη ατµόσφαιρα, παραγωγή τροφής, εξόρυξη ορυκτών για τη δηµιουργία παραγωγικής βάσης, µέσα για την προστασία µας από τα στοιχεία της φύσης, συµπεριλαµβανοµένου του “διαστηµικού καιρού” που συνιστά ένα “κλίµα” σηµαντικά διαφορετικό κ.ά. Εν συντοµία, εποικισµός αναφέρεται στη δηµιουργία υποδοµών που θα µοιάζουν µε εκείνες που έχει δηµιουργήσει η ανθρωπότητα στον πλανήτη µας.

Πόσο εφικτή είναι, όµως, η µετανάστευση και επιβίωση µερικών δισεκατοµµυρίων ανθρώπων από τη Γη στον Άρη, αν µάλιστα αναλογιστούµε λίγες από τις προκλήσεις που απαριθµήθηκαν παραπάνω; Η σύντοµη απάντηση είναι πως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, τουλάχιστον όχι για µερικές χιλιάδες χρόνια ακόµα.

Ας εξετάσουµε µερικά µόνο από αυτά τα ζητήµατα, µε βάση τα επιστηµονικά δεδοµένα για τον Άρη: η ατµόσφαιρα αποτελείται κυρίως από διοξείδιο του άνθρακα, ενώ η ατµοσφαιρική πίεση είναι µόλις το 0,6% της αντίστοιχης πίεσης στη Γη. Συνεπώς, τόσο η αναπνοή όσο και η βάδιση στην επιφάνεια του πλανήτη χωρίς τη χρήση εξειδικευµένης διαστηµικής ένδυσης θα ήταν αδύνατο να συµβούν. Επιπλέον, ο Άρης έχει απολέσει το µαγνητικό του πεδίο πριν από µερικά δισεκατοµµύρια χρόνια, κάτι που συνεπάγεται πως οι γαλαξιακές κοσµικές ακτίνες (ακτινοβολία υψηλής ενέργειας που προέρχεται έξω από το ηλιακό µας σύστηµα) “βοµβαρδίζουν” ανεµπόδιστες την επιφάνειά του µε ρυθµό 1.000 φορές µεγαλύτερο από τα επίπεδα της ακτινοβολίας που δέχεται η γήινη επιφάνεια.

Ακόµα, οι περιστασιακές, αλλά έντονες, ηλιακές εκρήξεις παράγουν υψηλής ενέργειας ακτινοβολία, ικανή να οδηγήσει τον άνθρωπο στον θάνατο µέσα σε διάστηµα µόλις λίγων ωρών από την έκθεση στο διαστηµικό περιβάλλον. Το περιβάλλον της Γης µάς προστατεύει από αυτά τα φαινόµενα: το ισχυρό της µαγνητικό πεδίο εκτρέπει το µεγαλύτερο µέρος αυτής της ακτινοβολίας, ενώ η πυκνή της ατµόσφαιρα ουσιαστικά καθιστά ακίνδυνες ακόµα και τις ακτινοβολίες υψηλής ενέργειας. Συµπερασµατικά, ανθρώπινος βιότοπος στον πλανήτη Άρη θα πρέπει να εγκατασταθεί περίπου ένα µέτρο κάτω από το έδαφος, µε τους ανθρώπους να διατηρούν περιορισµένη, βραχυπρόθεσµη πρόσβαση σε δραστηριότητες στην επιφάνεια.

Αν και στο παρόν άρθρο δεν αναλύθηκε το ζήτηµα της “απλής” µεταφοράς µερικών δισεκατοµµυρίων ανθρώπων σε αυτόν τον κοντινό προορισµό, τον Άρη, πρέπει να επισηµανθεί ότι η τυπική διάρκεια ενός τέτοιου ταξιδιού, µε ανθρώπινο φορτίο ή χωρίς, είναι της τάξης των οκτώ µηνών. Ακόµα και µε προηγµένα πυραυλικά συστήµατα προώθησης, π.χ. πυρηνικούς κινητήρες, εάν και εφόσον αυτά γίνουν διαθέσιµα, η εκτιµώµενη διάρκεια του ταξιδιού δεν θα είναι µικρότερη από έναν µήνα. Και ένα ταξίδι στο πλησιέστερο εξωπλανητικό σύστηµα, π.χ. στον Άλφα του Κενταύρου, ακόµα και µε την ταχύτητα του φωτός (300.000 χλµ. το δευτερόλεπτο), θα διαρκούσε 4,4 χρόνια.

Για σύγκριση, µπορούµε να αναλογιστούµε πως το ταχύτερο ροµποτικό σκάφος, το “Voyager 1”, που βρίσκεται σήµερα εκτός του ηλιακού περιβάλλοντος σε µια απόσταση περίπου 22 δισεκατοµµυρίων χιλιοµέτρων από τη Γη και ταξιδεύει µε ταχύτητα 17 χιλιοµέτρων το δευτερόλεπτο, ή διαφορετικά είναι 17.647 φορές πιο αργό από το φως, θα χρειαζόταν περίπου 77.000 χρόνια για να φτάσει στον Άλφα του Κενταύρου, αν το “Voyager” κινούνταν προς αυτή την κατεύθυνση (κάτι που δεν συµβαίνει).

Επιστρέφοντας στην αρχική τοποθέτηση, η µεγαλύτερη πρόκληση για την ανθρωπότητα σήµερα, αλλά και για τις επόµενες δεκαετίες, είναι η υπερθέρµανση του πλανήτη, µε πρώτο στόχο τη δραστική ελάττωση του διοξειδίου του άνθρακος και της µεθάνης.

Πιθανά αντίµετρα δεν είναι προφανή και δεν λαµβάνονται σοβαρά υπόψη από το σύνολο του πολιτικού και επιχειρηµατικού φάσµατος, αν και υπάρχουν ελάχιστες πλέον αµφιβολίες στον δηµόσιο διάλογο πως το ζήτηµα οφείλει να αντιµετωπιστεί άµεσα. Η ιδέα της “απόδρασής” µας σε έναν άλλο πλανήτη δεν συνιστά απλώς µια ψευδαίσθηση για τα σηµερινά δεδοµένα, αλλά πιθανό να παραµείνει έτσι και για αρκετούς αιώνες ακόµα. Η ανθρωπότητα δεν έχει στη διάθεσή της µία “Κιβωτό του Νώε”.

Η µόνη λύση είναι να σώσουµε το διαστηµόπλοιο πάνω στο οποίο είµαστε συνταξιδιώτες: τον πλανήτη µας, τη Γη, τη “Γαλάζια Κουκκίδα, το µόνο σπίτι που γνωρίζουµε”, όπως έλεγε κι ο εκλιπών συνεργάτης µου στις αποστολές Voyager, Carl Sagan.

Το μακροχρόνιο άγχος βάζει σε δοκιμασία τα εσωτερικά μας χαρίσματα

Αρχίζουμε να νιώθουμε άγχος, μόλις θεωρήσουμε ότι απειλείται η ύπαρξή μας. Αμέσως μπαίνουν στο χορό και τα συναισθήματα του θυμού ή του φόβου ή και των δύο μαζί. Σχεδόν αμέσως ενεργοποιείται μια αλυσιδωτή αντίδραση νευροχημικών αντιδράσεων, που απλώνεται σε ολόκληρο το σώμα μας για να το προετοιμάσει για μάχη ή φυγή.

Το άγχος δεν είναι πάντοτε βλαβερό για τον οργανισμό μας. Οι ειδικοί στον τομέα της αντιμετώπισής του συμφωνούν ότι υπάρχει ωφέλιμο και βλαβερό άγχος. Το ωφέλιμο άγχος είναι εκείνο που σε υποκινεί να πετύχεις ένα στόχο ή σε παρακινεί να κάνεις κάτι. Το βλαβερό, που ονομάζεται και καταπόνηση, σε σπρώχνει πέρα από τα όρια εκείνα μέσα στα οποία νιώθεις καλά. Το συναίσθημα της καταπόνησης μπορεί να είναι οξύ και σύντομο ή λιγότερο οξύ και μακροχρόνιο. Το οξύ άγχος είναι έντονο, αλλά σύντομο. Είναι, για παράδειγμα, το άγχος που νιώθεις όταν ο τροχονόμος σου δίνει κλήση για υπερβολική ταχύτητα ή όταν ανακαλύπτεις ότι έχεις αφήσει τα κλειδιά σου μέσα στο κλειδωμένο αυτοκίνητο. Σε τέτοιου είδους περιπτώσεις, η “απειλή” περνάει πολύ γρήγορα και η ζωή σου επιστρέφει στον κανονικό της ρυθμό. 

Το χρόνιο άγχος έχει μεγάλη διάρκεια, μπορεί να κρατάει μήνες ή χρόνια, και το αισθάνεσαι όταν, για παράδειγμα, έχεις συζυγικά ή οικονομικά προβλήματα, όταν κάποιος υπονομεύει την καριέρα σου ή όταν ο εργοδότης σου είναι καταπιεστικός. Οι περισσότεροι επιστήμονες που ασχολούνται με το θέμα συμφωνούν ότι οι χρόνιες καταστάσεις άγχους σχετίζονται με τις χρόνιες ασθένειες. Το σώμα μπορεί να παραμείνει σε επιφυλακή ακολουθώντας το ρυθμό του άγχους μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα, γιατί κάποια στιγμή τα διάφορα όργανα αρχίζουν να παρουσιάζουν σημάδια δυσλειτουργίας. Το μακροχρόνιο άγχος βάζει σε δοκιμασία τα εσωτερικά μας χαρίσματα, όπως είναι το χιούμορ, η δημιουργικότητα, η πίστη, η υπομονή, το θάρρος, η συμπόνια, η ικανότητα να συγχωρούμε και η δύναμη της θέλησης.

Τη στιγμή που αρχίζει να μας κυριεύει το άγχος, ένα πλήθος συναισθημάτων μας κατακλύζει: ανυπομονησία, στενοχώρια, ανησυχία, απογοήτευση και πολλά άλλα. Ο θυμός εμφανίζεται με τη μορφή της ενοχής, της προκατάληψης, του φθόνου, της ζήλιας, της επιθετικότητας και της οργής. Ο φόβος έχει τόσο μεγάλη δύναμη, ώστε μπορεί να ακινητοποιήσει όλες τις σκέψεις και τις πράξεις μας και είναι στενά δεμένος με την κατάθλιψη.

Διαφέρει ο θυμός από το φόβο; Κάποιοι επιμένουν πως δεν υπάρχει διαφορά. Ισχυρίζονται ότι ο θυμός είναι απλώς μια έκφραση του φόβου. Παρ’ όλο που αυτή η θεωρία μπορεί να έχει κάποια δόση αλήθειας, ωστόσο, όσον αφορά στην αντιμετώπιση του άγχους, υπάρχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές ανάμεσά τους. Η μάχη και η φυγή δεν είναι ταυτόσημες. Ίσως θα ήταν καλύτερα να πούμε ότι ο θυμός και ο φόβος είναι οι δύο όψεις του νομίσματος του άγχους.

Όπως η αγάπη και η χαρά, έτσι και ο θυμός και ο φόβος είναι βασικά στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα δύο τελευταία έχουν τη δική τους θέση στο εκκρεμές των ανθρώπινων συναισθημάτων και συχνά δημιουργούν άφθονη αρνητικότητα, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να βιώσουμε αρκετά τα θετικά συναισθήματα. Τότε επέρχεται ανισορροπία στη συναισθηματική μας ευεξία. Η τάση προς τις αρνητικές σκέψεις δεν παρατηρείται μόνο στη νέα γενιά. Είναι ευρύτατα εξαπλωμένη σε όλες τις ομάδες των ανθρώπων, ανεξάρτητα από την ηλικία, το επάγγελμα ή το ύψος των εισοδημάτων τους. Στο χώρο της ψυχολογίας, αυτή η τάση είναι γνωστή ως “συνειδητότητα θύματος”.

Ζαρατούστρα: Προσταγή δύναμης

“Μόνος φεύγω τώρα, μαθητές μου! Κι εσείς φύγετε τώρα και να είστε μόνοι. Έτσι θέλω να γίνει. Φύγετε μακριά από μένα και φυλαχτείτε από τον Ζαρατούστρα! Κι ακόμα καλύτερα: ντραπείτε γι' αυτόν! Ίσως σας εξαπάτησε. Ο άνθρωπος της γνώσης πρέπει όχι μόνο να αγαπά τους εχθρούς του, πρέπει και να μισεί τους φίλους του. Ντροπιάζει κανείς τον δάσκαλό του όταν μένει για πάντα μόνο μαθητής . . .” (Νίτσε “Τάδε έφη Ζαρατούστρα”).

Ο Ζαρατούστρα σε μια αποστροφή προς τους μαθητές του χαράζει τα όρια και τους όρους της σχέσης του δασκάλου με τους μαθητές του. Θεωρεί πως η μοναξιά συνιστά το αναγκαίο στοιχείο για την αυτογνωσία και την ανύψωση – τελείωση του ανθρώπου.

“Ολόκληρος ο Ζαρατούστρα είναι ένας διθύραμβος στη Μοναξιά ή, αν έχω γίνει κατανοητός, στην καθαροσύνη . . .”.

Ίσως αυτή η επιθυμία του Ζαρατούστρα για μοναξιά,

“Ιδού έρχεται ώρα . . . ίνα σκορπισθήτε έκαστος εις τα ίδια και εμέ μόνον αφήτε”).

Όσο κι αν ο Νίτσε διακήρυξε το Θάνατο του Θεού, δεν παύει ωστόσο να επηρεάζεται από κάποιες πτυχές της διδασκαλίας του Ναζωραίου. Φαίνεται πως οι μεγάλοι δάσκαλοι και οι “λυτρωτές” του κόσμου καταφεύγουν στη μοναξιά, γιατί μόνον έτσι μπορούν να νιώσουν τη μοναδικότητά τους μακριά από την πεζότητα και τη ρηχότητα του πλήθους και των μαθητών τους που στο δάσκαλό τους αναζητούν το πρότυπο για να θεμελιώσουν την πίστη τους.

Γι αυτό ο Ζαρατούστρα εντοπίζοντας τη βασική αιτία που ωθεί τους ανθρώπους και ιδιαίτερα τους νέους στην αναζήτηση – μίμηση προτύπου, τους απομακρύνει. Γνωρίζει πολύ καλά πως η ανάγκη δόμησης προσωπικής ταυτότητας σε συνδυασμό με την αίσθηση μιας εσωτερικής κενότητας – αδυναμίας, συνιστά την κατεξοχήν αιτία προσκόλλησης σε ένα πρόσωπο – πρότυπο. Συμπληρωματικά προς αυτό ο χαμηλός δείκτης αυτοεκτίμησης και η ανάγκη κοινωνικής αποδοχής συνυφαίνουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο επωάζεται η άκριτη μίμηση των προτύπων.

“Ψάχνεις οπαδούς; – ψάξε μηδενικά!”.

Πιστός σε αυτή του τη θέση ο Ζαρατούστρα (Νίτσε) διώχνει από κοντά του τους μαθητές του. Δεν θέλει, δηλαδή, να γίνει αντικείμενο άγονης μίμησης και μιας αδιέξοδης λατρείας. Κι αυτό γιατί πιστεύει πως η άγονη ταύτιση και η προσήλωση στο πρόσωπο – πρότυπο αλλοτριώνει το υποκείμενο, εξοστρακίζει την αυθεντικότητά του, αλλοιώνει τα συναισθήματά του και απενεργοποιεί κάθε μηχανισμό δόμησης μια αυτεξούσιας και ελεύθερης προσωπικότητας. Η μίμηση – προσωπολατρία δημιουργεί πνευματικά ανδράποδα και εξαρτημένες συμπεριφορές. Παθητικοποιεί, ποδηγετεί και διαβρώνει κάθε στοιχείο διαφορετικότητας.

Συνάμα η άγονη μίμηση κτίζει “πιστούς” και όχι σκεπτόμενους δημιουργούς. Θρυμματίζει την ατομικότητα και ευνοεί τον άγονο ομοιομορφισμό που χαρακτηρίζει άτομα δειλά που αναζητούν την ασφάλειά τους στην αγέλη και στην υπακοή στο πρόσωπο – δύναμη. “Η δύναμη της αγέλης είναι ο λύκος”.

“Είστε οι πιστοί μου, αλλά πόση σημασία έχουν γενικά οι πιστοί! Δεν είχατε αναζητήσει ακόμα τον εαυτό σας . . . ”.

Ιδού, λοιπόν, η αιτία της εθελοδουλείας και της απότοκης ηθικής εξαχρείωσης – χειραγώγησης του ανθρώπου. Η απουσία θέλησης, η έλλειψη δύναμης, ο φόβος της ευθύνης και η άρνηση του εαυτού μας.

Η υπέρβαση όλων αυτών των αρνητικών συναισθημάτων μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη θέλησή μας να είμαστε ο εαυτός μας:

“Το να μη θέλεις να είσαι κάτι άλλο από αυτό που είσαι, ούτε στο μέλλον ούτε στο παρελθόν ούτε στον αιώνα τον άπαντα . . . Όχι απλώς να υπομένεις το αναγκαίο . . . αλλά να το αγαπάς” (Νίτσε).

Η ανακάλυψη του εαυτού μας και η εμπιστοσύνη στη δύναμή μας αποτελεί την αναγκαία συνθήκη όχι μόνο για την αυτοπραγμάτωσή μας αλλά και για γόνιμη και δημιουργική σχέση με τους συνανθρώπους, τους ηγέτες και τους δασκάλους μας. Γιατί μόνον έτσι θα βοηθήσουμε τον εαυτό μας και θα μπορούμε να διακρίνουμε την αιτία από το αποτέλεσμα.

“Τώρα σας καλώ να με εγκαταλείψετε και να βρείτε τον εαυτό σας και μόνον όταν όλοι σας θα με έχετε απαρνηθεί, θα επιστρέψω σ΄ εσάς . . .” (Ζαρατούστρα)

Αλήθεια, πόση δύναμη χρειάζεται ο μαθητής να απαρνηθεί το δάσκαλό του και ο πιστός το σωτήρα του; Πόσο αναγκαίο κρίνεται και για το άτομο – μαθητή και για το δάσκαλο – πρότυπο;

Η απαίτηση του Ζαρατούστρα για αποκαθήλωσή του εδράζεται στη θέση του πως η αποκόλληση του μαθητή από το δάσκαλο – πρότυπό του συνιστά μία αναγκαία διαδικασία για την ωρίμανση και τη βίωση της δύναμής του:

“κάθε δάσκαλος δεν έχει πάνω από έναν μαθητή, κι αυτός ο μαθητής γίνεται άπιστος στο δάσκαλό του, αφού είναι προορισμένος να γίνει κι ο ίδιος δάσκαλος”.

Η πρώτη “απάρνηση” συμβολίζει την ανθρώπινη δειλία – αδυναμία, ενώ η δεύτερη (μαθητή Ζαρατούστρα) μία φυσική αναγκαιότητα. Κάθε άρνηση, λοιπόν, του δασκάλου – αυθεντία προετοιμάζει το δρόμο για την αυτογνωσία και την εσωτερική ελευθερία. Γιατί όσο ο μαθητής – άνθρωπος είναι προσκολλημένος στο δάσκαλο – ηγέτη πρότυπό του τόσο απομακρύνεται από τη δυνατότητα να γνωρίσει τα όριά του και να σμιλεύσει τη δύναμή του για δημιουργία.

Το “Γνώθι σαυτόν” και το “εδιζησάμην εμεωυτόν” (Ηράκλειτος) συναντά την προσταγή του Ζαρατούστρα “να βρείτε τον εαυτό σας”. κι αυτό θα επιτευχθεί όχι για λόγους εγωκεντρισμού ή μιας αδιέξοδης οίησης, αλλά για να καταστεί δυνατή η γνώση των ικανοτήτων μας και η χάραξη μιας άλλης προοπτικής για τον κόσμο. Διαφορετικά θα δικαιωθεί η θέση πως:

“αν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου, θα ακολουθήσεις το δρόμο του κοπαδιού”.

Στην τυφλή υπακοή και στην άγονη συμμόρφωση στις παραδοσιακές αξίες (ηθικές . . .) ο Νίτσε αντιτείνει τον Υπεράνθρωπο, το σύμβολο της δύναμης που καταφάσκει τη ζωή και οδεύει σε απάτητους δρόμους για την πραγμάτωση των δυνατοτήτων που πολλές φορές δεν τις γνωρίζουμε. Ο Υπεράνθρωπος συνθέτει το “Είναι” με το “Γίγνεσθαι”, το Διονυσιακό πνεύμα με το Απολλώνειο. Η σύνθεση του πραγματικού με το μεταφυσικό. Η δικαίωση του Ηράκλειτου για την αφανή “παλύντροπο αρμονία” του κόσμου.

Αν οι εξουσίες της κάθε εποχής (πολιτικοί, αυθεντίες . . .) ερμηνεύουν ως αλήθεια ό,τι τους κάνει δυνατούς, τότε και εμείς πρέπει να αντιτάξουμε τη δική μας δύναμη που θα ανατρέψει την υποκρισία και τα ψεύδη των αιώνων.

“Διότι, όταν η αλήθεια έρθει σε σύγκρουση με τα ψεύδη των χιλιετιών, θα προκληθούν δονήσεις, έξαρση σεισμών, μετατόπιση των βουνών και των κοιλάδων, που όμοιές της δεν έχουμε φανταστεί ποτέ” (Νίτσε)

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΙ

ΘΟΥΚ 5.112.1–5.114.2

Η απόφαση των Μηλίων και η αντίδραση των Αθηναίων

Η επίκληση του δικαίου του ισχυρού αποτέλεσε τον κύριο άξονα της επιχειρηματολογίας των αθηναίων απεσταλμένων στη Μήλο (βλ. και ΘΟΥΚ 5.84.1–5.86.1). Ο κυνισμός και οι απειλές τους, όμως, δεν κατόρθωσαν να κάμψουν την αποφασιστικότητα των Μηλίων για ουδετερότητα.


[5.112.1] Καὶ οἱ μὲν Ἀθηναῖοι μετεχώρησαν ἐκ τῶν λόγων· οἱ δὲ
Μήλιοι κατὰ σφᾶς αὐτοὺς γενόμενοι, ὡς ἔδοξεν αὐτοῖς
παραπλήσια καὶ ἀντέλεγον, ἀπεκρίναντο τάδε. [5.112.2] «οὔτε ἄλλα
δοκεῖ ἡμῖν ἢ ἅπερ καὶ τὸ πρῶτον, ὦ Ἀθηναῖοι, οὔτ’ ἐν
ὀλίγῳ χρόνῳ πόλεως ἑπτακόσια ἔτη ἤδη οἰκουμένης τὴν
ἐλευθερίαν ἀφαιρησόμεθα, ἀλλὰ τῇ τε μέχρι τοῦδε σῳζούσῃ
τύχῃ ἐκ τοῦ θείου αὐτὴν καὶ τῇ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ
Λακεδαιμονίων τιμωρίᾳ πιστεύοντες πειρασόμεθα σῴζεσθαι.
[5.112.3] προκαλούμεθα δὲ ὑμᾶς φίλοι μὲν εἶναι, πολέμιοι δὲ μηδε-
τέροις, καὶ ἐκ τῆς γῆς ἡμῶν ἀναχωρῆσαι σπονδὰς ποιησα-
μένους αἵτινες δοκοῦσιν ἐπιτήδειοι εἶναι ἀμφοτέροις.»

[5.113.1] Οἱ μὲν δὴ Μήλιοι τοσαῦτα ἀπεκρίναντο· οἱ δὲ Ἀθηναῖοι
διαλυόμενοι ἤδη ἐκ τῶν λόγων ἔφασαν «ἀλλ’ οὖν μόνοι γε
ἀπὸ τούτων τῶν βουλευμάτων, ὡς ἡμῖν δοκεῖτε, τὰ μὲν
μέλλοντα τῶν ὁρωμένων σαφέστερα κρίνετε, τὰ δὲ ἀφανῆ
τῷ βούλεσθαι ὡς γιγνόμενα ἤδη θεᾶσθε, καὶ Λακεδαιμονίοις
καὶ τύχῃ καὶ ἐλπίσι πλεῖστον δὴ παραβεβλημένοι καὶ
πιστεύσαντες πλεῖστον καὶ σφαλήσεσθε.»

[5.114.1] Καὶ οἱ μὲν Ἀθηναίων πρέσβεις ἀνεχώρησαν ἐς τὸ στρά-
τευμα· οἱ δὲ στρατηγοὶ αὐτῶν, ὡς οὐδὲν ὑπήκουον οἱ Μήλιοι,
πρὸς πόλεμον εὐθὺς ἐτρέποντο καὶ διελόμενοι κατὰ πόλεις περι-
ετείχισαν κύκλῳ τοὺς Μηλίους. [5.114.2] καὶ ὕστερον φυλακὴν σφῶν
τε αὐτῶν καὶ τῶν ξυμμάχων καταλιπόντες οἱ Ἀθηναῖοι καὶ
κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλασσαν ἀνεχώρησαν τῷ πλέονι τοῦ στρα-
τοῦ. οἱ δὲ λειπόμενοι παραμένοντες ἐπολιόρκουν τὸ χωρίον.

***
[5.112.1] Οι Αθηναίοι αποσύρθηκαν τότε από τις διαπραγματεύσεις· οι Μήλιοι συνεδριάζοντας μεταξύ τους βρήκαν πως είχαν περίπου την ίδια γνώμη μ' αυτά που είχαν πει στη συνδιάσκεψη, κι αποκρίθηκαν τα εξής: [5.112.2] «Ούτε άλλη απόφαση παίρνομε από κείνη που σχηματίσαμε από μιας αρχής, ω Αθηναίοι, ούτε πρόκειται μέσα σε λίγην ώρα να στερήσομε την ελευθερία της από μια πολιτεία που υπάρχει από εφτακόσια χρόνια, αλλά εμπιστευόμαστε στη μοίρα που με τη βοήθεια των θεών τη διαφύλαξε ως τα τώρα, και στην ενίσχυση από μέρους των ανθρώπων· και μ' αυτή την πίστη θα δοκιμάσομε να διασωθούμε. [5.112.3] Σας προτείνουμε λοιπόν να είμαστε φίλοι και των δυο και εχτροί, προς κανένα από τους δυο, και να φύγετε από τον τόπο μας αφού κάνομε συνθήκη που να φανεί συφερτική και για τους δυο μας».

[5.113.1] Οι Μήλιοι λοιπόν τόσα μόνο αποκρίθηκαν: οι Αθηναίοι πάλι φεύγοντας πια από τη συνδιάσκεψη είπαν: «Αλλά μόνοι εσείς, Μήλιοι, καθώς φαίνεται απ' αυτές τις διαπραγματεύσεις, θεωρείτε εκείνα που πρόκειται να γίνουν πιο φανερά απ' όσα βλέπετε μπροστά στα μάτια σας, κ' εκείνα που δε φαίνονται, επειδή τα ποθείτε, τα παίρνετε σα να γίνονται στην πραγματικότητα, και αποθέτοντας όλες σας τις ελπίδες στους Λακεδαιμονίους και τη μοίρα και τις αβάσιμες προοπτικές, θ' αποτύχετε για τούτο και μάλιστα ολοκληρωτικά».

[5.114.1] Οι πρέσβεις λοιπόν των Αθηναίων γύρισαν πίσω στο στρατόπεδό τους· και οι στρατηγοί τους, αφού καθόλου δεν είχαν ενδώσει οι Μήλιοι, άρχισαν ευθύς να προετοιμάζουν τον πόλεμο· κι αφού χώρισαν τον κύκλο σε τομείς για την κάθε πολιτεία έχτισαν τείχος γύρω στην πολιτεία των Μηλίων. [5.114.2] Κι αφού τελείωσαν κι άφησαν φρουρά από δικούς τους στρατιώτες και των συμμάχων τους στη στεριά κι από καράβια στη θάλασσα, έφυγαν με το μεγαλύτερο μέρος της στρατιωτικής τους δύναμης. Κι όσοι έμειναν πολιορκούσαν το μέρος.