Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους Τύραννος (1297-1328)

ΧΟ. ὦ δεινὸν ἰδεῖν πάθος ἀνθρώποις,
ὦ δεινότατον πάντων ὅσ᾽ ἐγὼ
προσέκυρσ᾽ ἤδη. τίς σ᾽, ὦ τλᾶμον,
1300 προσέβη μανία; τίς ὁ πηδήσας
μείζονα δαίμων τῶν μακίστων
πρὸς σῇ δυσδαίμονι μοίρᾳ;
φεῦ φεῦ, δύσταν᾽, ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ἐσιδεῖν
δύναμαί σ᾽, ἐθέλων πόλλ᾽ ἀνερέσθαι,
1305 πολλὰ πυθέσθαι, πολλὰ δ᾽ ἀθρῆσαι·
τοίαν φρίκην παρέχεις μοι.

ΟΙ. αἰαῖ αἰαῖ,
φεῦ φεῦ,
δύστανος ἐγώ,
ποῖ γᾶς φέρομαι τλάμων; πᾶ μοι
1310 φθογγὰ διαπωτᾶται φοράδην;
ἰὼ δαῖμον, ἵν᾽ ἐξήλου.
ΧΟ. ἐς δεινόν, οὐδ᾽ ἀκουστόν, οὐδ᾽ ἐπόψιμον.

ΟΙ. ἰὼ σκότου [στρ. α]
νέφος ἐμὸν ἀπότροπον, ἐπιπλόμενον ἄφατον,
1315 ἀδάματόν τε καὶ δυσούριστόν ‹ὄν›.
οἴμοι,
οἴμοι μάλ᾽ αὖθις· οἷον εἰσέδυ μ᾽ ἅμα
κέντρων τε τῶνδ᾽ οἴστρημα καὶ μνήμη κακῶν.
ΧΟ. καὶ θαῦμά γ᾽ οὐδὲν ἐν τοσοῖσδε πήμασιν
1320 διπλᾶ σε πενθεῖν καὶ διπλᾶ φέρειν κακά.

ΟΙ. ἰὼ φίλος, [ἀντ. α]
σὺ μὲν ἐμὸς ἐπίπολος ἔτι μόνιμος· ἔτι γὰρ
ὑπομένεις με τὸν τυφλὸν κηδεύων.
φεῦ φεῦ·
1325 οὐ γάρ με λήθεις, ἀλλὰ γιγνώσκω σαφῶς,
καίπερ σκοτεινός, τήν γε σὴν αὐδὴν ὅμως.
ΧΟ. ὦ δεινὰ δράσας, πῶς ἔτλης τοιαῦτα σὰς
ὄψεις μαρᾶναι; τίς σ᾽ ἐπῆρε δαιμόνων;

***
ΧΟΡ. Ω θέαμα φριχτό
γι᾽ ανθρώπου μάτια.
Ω θέαμα φριχτότατο·
δεν είδα στη ζωή μου πιο φριχτό.
1300 Ποιά τρέλα σε χτύπησε, δόλιε;
Ποιός δαίμονας κατέχει την ψυχή σου
και κατοικεί τη μοίρα σου;
Αλιά σου, δύστυχε,
δεν το μπορώ κατάματα να σε κοιτάξω.
Και λαχταρώ πολλά να σε ρωτήσω,
πολλά να μάθω, πολλά να στοχαστώ.
Με πλημμυρίζεις φρίκη.

ΟΙΔ. Αι, Αι
ώχου κι ώχου,
ο δύστυχος.
1310 Πού πετά της φωνής μου
το πένθος βαρύ;
Ποιός δαίμονας;
Ο δαίμονάς μου
με κατεβάζει στο βυθό.
ΧΟΡ. Σε φοβερό βυθό
ανήκουστο κι αθώρητο.

ΟΙΔ. Ιού, σκοτάδι βαθύ, [στρ. α]
ω νέφος αποτρόπαιο,
ω μαύρε καταρράχτη,
ανείπωτο κι αδάμαστο σκοτάδι
σαν άνεμος στην άβυσσο.
Πόνος οιστρήλατος με περονιάζει.
Η μνήμη μου πονά.
ΧΟΡ. Παράδοξο δεν είναι.
Διπλά πενθείς.
1320 Διπλά θρηνείς.

ΟΙΔ. Αχ, φίλε μου, [αντ. α]
μου παραστέκεσαι
πιστός ακόμη σύντροφος.
Αντέχεις τον τυφλό να κανακεύεις.
Αλίμονο,
γνωρίζω καλά, δε λησμόνησα,
ακούω μες στα σκοτεινά
τον ήχο της φωνής σου.
ΧΟΡ. Πώς έπραξες;
Πώς τόλμησες να πράξεις φοβερά;
Πώς μάρανες το φως των ομματιών σου;
Ποιός δαίμονας σε πήρε και σε σήκωσε;

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (1.428-1.487)

Ὣς ἄρα φωνήσασ᾽ ἀπεβήσετο, τὸν δὲ λίπ᾽ αὐτοῦ
χωόμενον κατὰ θυμὸν ἐϋζώνοιο γυναικός,
430 τήν ῥα βίῃ ἀέκοντος ἀπηύρων· αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς
ἐς Χρύσην ἵκανεν ἄγων ἱερὴν ἑκατόμβην.
οἱ δ᾽ ὅτε δὴ λιμένος πολυβενθέος ἐντὸς ἵκοντο,
ἱστία μὲν στείλαντο, θέσαν δ᾽ ἐν νηῒ μελαίνῃ,
ἱστὸν δ᾽ ἱστοδόκῃ πέλασαν προτόνοισιν ὑφέντες
435 καρπαλίμως, τὴν δ᾽ εἰς ὅρμον προέρεσσαν ἐρετμοῖς.
ἐκ δ᾽ εὐνὰς ἔβαλον, κατὰ δὲ πρυμνήσι᾽ ἔδησαν·
ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βαῖνον ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης,
ἐκ δ᾽ ἑκατόμβην βῆσαν ἑκηβόλῳ Ἀπόλλωνι·
ἐκ δὲ Χρυσηῒς νηὸς βῆ ποντοπόροιο.
440 τὴν μὲν ἔπειτ᾽ ἐπὶ βωμὸν ἄγων πολύμητις Ὀδυσσεὺς
πατρὶ φίλῳ ἐν χερσὶ τίθει, καί μιν προσέειπεν·
«ὦ Χρύση, πρό μ᾽ ἔπεμψεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων
παῖδά τε σοὶ ἀγέμεν, Φοίβῳ θ᾽ ἱερὴν ἑκατόμβην
ῥέξαι ὑπὲρ Δαναῶν, ὄφρ᾽ ἱλασόμεσθα ἄνακτα,
445 ὃς νῦν Ἀργείοισι πολύστονα κήδε᾽ ἐφῆκεν.»
Ὣς εἰπὼν ἐν χερσὶ τίθει, ὁ δὲ δέξατο χαίρων
παῖδα φίλην· τοὶ δ᾽ ὦκα θεῷ ἱερὴν ἑκατόμβην
ἑξείης ἔστησαν ἐΰδμητον περὶ βωμόν,
χερνίψαντο δ᾽ ἔπειτα καὶ οὐλοχύτας ἀνέλοντο.
450 τοῖσιν δὲ Χρύσης μεγάλ᾽ εὔχετο χεῖρας ἀνασχών·
«κλῦθί μευ, ἀργυρότοξ᾽, ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας
Κίλλαν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις·
ἠμὲν δή ποτ᾽ ἐμεῦ πάρος ἔκλυες εὐξαμένοιο,
τίμησας μὲν ἐμέ, μέγα δ᾽ ἴψαο λαὸν Ἀχαιῶν·
455ἠδ᾽ ἔτι καὶ νῦν μοι τόδ᾽ ἐπικρήηνον ἐέλδωρ·
ἤδη νῦν Δαναοῖσιν ἀεικέα λοιγὸν ἄμυνον.»
Ὣς ἔφατ᾽ εὐχόμενος, τοῦ δ᾽ ἔκλυε Φοῖβος Ἀπόλλων.
αὐτὰρ ἐπεί ῥ᾽ εὔξαντο καὶ οὐλοχύτας προβάλοντο,
αὐέρυσαν μὲν πρῶτα καὶ ἔσφαξαν καὶ ἔδειραν,
460 μηρούς τ᾽ ἐξέταμον κατά τε κνίσῃ ἐκάλυψαν
δίπτυχα ποιήσαντες, ἐπ᾽ αὐτῶν δ᾽ ὠμοθέτησαν·
καῖε δ᾽ ἐπὶ σχίζῃς ὁ γέρων, ἐπὶ δ᾽ αἴθοπα οἶνον
λεῖβε· νέοι δὲ παρ᾽ αὐτὸν ἔχον πεμπώβολα χερσίν.
αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μῆρε κάη καὶ σπλάγχνα πάσαντο,
465 μίστυλλόν τ᾽ ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ᾽ ὀβελοῖσιν ἔπειραν,
ὤπτησάν τε περιφραδέως, ἐρύσαντό τε πάντα.
αὐτὰρ ἐπεὶ παύσαντο πόνου τετύκοντό τε δαῖτα,
δαίνυντ᾽, οὐδέ τι θυμὸς ἐδεύετο δαιτὸς ἐΐσης.
αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο,
470 κοῦροι μὲν κρητῆρας ἐπεστέψαντο ποτοῖο,
νώμησαν δ᾽ ἄρα πᾶσιν ἐπαρξάμενοι δεπάεσσιν·
οἱ δὲ πανημέριοι μολπῇ θεὸν ἱλάσκοντο
καλὸν ἀείδοντες παιήονα κοῦροι Ἀχαιῶν,
μέλποντες ἑκάεργον· ὁ δὲ φρένα τέρπετ᾽ ἀκούων.
475 Ἦμος δ᾽ ἠέλιος κατέδυ καὶ ἐπὶ κνέφας ἦλθε,
δὴ τότε κοιμήσαντο παρὰ πρυμνήσια νηός·
ἦμος δ᾽ ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς,
καὶ τότ᾽ ἔπειτ᾽ ἀνάγοντο μετὰ στρατὸν εὐρὺν Ἀχαιῶν·
τοῖσιν δ᾽ ἴκμενον οὖρον ἵει ἑκάεργος Ἀπόλλων·
480 οἱ δ᾽ ἱστὸν στήσαντ᾽ ἀνά θ᾽ ἱστία λευκὰ πέτασσαν,
ἐν δ᾽ ἄνεμος πρῆσεν μέσον ἱστίον, ἀμφὶ δὲ κῦμα
στείρῃ πορφύρεον μεγάλ᾽ ἴαχε νηὸς ἰούσης·
ἡ δ᾽ ἔθεεν κατὰ κῦμα διαπρήσσουσα κέλευθον.
αὐτὰρ ἐπεί ῥ᾽ ἵκοντο κατὰ στρατὸν εὐρὺν Ἀχαιῶν,
485 νῆα μὲν οἵ γε μέλαιναν ἐπ᾽ ἠπείροιο ἔρυσσαν
ὑψοῦ ἐπὶ ψαμάθοις, ὑπὸ δ᾽ ἕρματα μακρὰ τάνυσσαν·
αὐτοὶ δὲ σκίδναντο κατὰ κλισίας τε νέας τε.

***
Είπε κι εκεί, τον άφησε περίσσια χολωμένον,
οπού την ομορφόζωνην του επήραν κορασίδα
430 δυναστικώς. Αλλ᾽ έφθανεν ο ισόθεος Οδυσσέας
στην Χρύσην όπου έφερνε την θείαν εκατόμβην·
κι όταν εμπήκε στο βαθύ λιμάνι το καράβι,
μάζωξαν όλα τα πανιά και τ᾽ αποθέσαν κάτω,
τα ξάρτια λύσαν κι έβαλαν στην θήκην το κατάρτι,
435 έφεραν μέσα στ᾽ άρασμα με τα κουπιά το πλοίον,
και τα πρυμνόσχοιν᾽ έδεσαν κι ερίξαν τες αγκύρες,
και εβγήκαν έξω στην στεριά και μέσ᾽ απ᾽ το καράβι,
την εκατόμβην έβγαλαν του μακροβόλου Φοίβου,
και απ᾽ όλους βγήκεν ύστερη του Χρύση η θυγατέρα.
440 Την κόρην ο πολύγνωμος οδήγησε Οδυσσέας
εις τον βωμόν και του πατρός την έδωσε και του ᾽πε:
«Ω Χρύση, ο μέγας μ᾽ έστειλεν Ατρείδης Αγαμέμνων
την κόρην να σου φέρω εδώ και θείαν εκατόμβην,
να τον εξιλεώσομε, του Φοίβου να προσφέρω,
445 πόβαλε εις πολυστένακτες οδύνες τους Αργείους».
Είπε και του την έδωσε την ακριβή του κόρην·
εδέχθη αυτός και χάρηκε· κι ευθύς την εκατόμβην
εις τον καλόκτιστον βωμόν ολόγυρ᾽ αραδιάσαν
και αφού εχερονίφθηκαν κι επήραν το κριθάρι,
450 ψηλά τα χέρια σήκωσεν ο Χρύσης κι εδεήθη:
«Άκουσέ με αργυρότοξε, της Χρύσης και της θείας
Κίλλας υπέρμαχε θεέ, ω κύριε της Τενέδου,
ως έδωκες ακρόασιν εις τες ευχές μου πρώτα,
κι επλήγωσες τους Αχαιούς κι ετίμησες εμένα,
455 αυτή μου πάλι ευδόκησε να γίν᾽ η επιθυμία,
απ᾽ το κακό θανατικό τους Δαναούς ω σώσε!»
Είπε, και ο Φοίβος άκουσε, κι εδέχθη την ευχή του.
Τότε αφού κάμαν τες ευχές κι ερίξαν το κριθάρι,
των σφακτών στρέψαν τους λαιμούς, τα έσφαξαν, τα γδάραν,
460 τα μεριά κόψαν, με διπλό κνισάρι τα σκεπάσαν
κι επάνω τους ωμά ᾽βαλαν κομμάτια και στες σχίζες
λαμπρό κρασί τα εράντιζε και τα ᾽καιεν ο γέρος
και τα πεντόσουβλα σιμά τ᾽ αγόρια τού κρατούσαν·
και αφού καήκαν τα μεριά κι εγεύθηκαν τα σπλάχνα,
465 ελιάνισαν τα επίλοιπα τα πέρασαν στες σούβλες,
και αφού με τέχνην τα ᾽ψησαν, απ᾽ την φωτιά τα επήραν
και άμ᾽ απ᾽ τον κόπον έπαυσαν κι ετοίμασαν το γεύμα,
ετρώγαν κι όλ᾽ ισόμοιρα χαρήκαν το τραπέζι·
και άμα εφάγαν κι έπϊαν όσ᾽ ήθελε η ψυχή τους,
470 ξέχειλο εβάλαν το κρασί τ᾽ αγόρια στους κρατήρες
κι έδωκαν σ᾽ όλους απαρχές στα ολόγεμα ποτήρια,
κι εξιλεώναν τους θεούς με άσματα ολημέρα
καλόν παιάνα ψάλλοντας των Αχαιών τ᾽ αγόρια
και ο μακροβόλος άκουε κι ευφραίνετο η ψυχή του·
475 και ο ήλιος άμα εβύθισε και ήλθε το σκοτάδι,
στου πλοίου τα πρυμνόσχοινα κοιμήθηκαν πλησίον·
και άμα ερόδιζ᾽ η αυγή, αφήκαν το λιμάνι
στων Αχαιών το απέραντο στρατόπεδο να γύρουν·
και πρίμον τους απόστειλε ο μακροβόλος Φοίβος·
480 τότ᾽ άπλωσαν τα κάτασπρα πανιά τους στο κατάρτι,
κι ο άνεμος τα φούσκωνε, κι ως πήγαινε το πλοίον,
εις την καρίνα ολόγυρα το μαύρο κύμα ηχούσε
κι έκοβε δρόμον γρήγορο στο κύμα το καράβι·
στων Αχαιών το απέραντο στρατόπεδο άμα εφθάσαν
485 ετράβηξαν εις την στεριά τ᾽ ολόμαυρο καράβι
ψηλά στην άμμον κι έβαλαν στυλώματα αποκάτω
και στες σκηνές εσκόρπισαν εκείθε και στες πρύμνες.

Έχεις το θάρρος να πεις «σε χρησιμοποίησα»;

Πόσο ειλικρινείς έχουμε υπάρξει αρχικά τον εαυτό μας και έπειτα με τους υπόλοιπους; Θέλουμε να πιστεύουμε πως η απάντηση κρύβεται κάπου ανάμεσα στο αρκετά, στο πολύ και στο απόλυτα. Είναι όμως έτσι; Υπάρχουν πολλοί τρόποι να το διαπιστώσουμε, αλλά ας θέσουμε στον εαυτό μας μια πολύ απλή ερώτηση: «Χρησιμοποίησα ποτέ κάποιον στην προσωπική μου ζωή»; Ίσως αρχικά σκεφτούμε πως εμείς δεν είμαστε τέτοιοι άνθρωποι ή μπορεί μουδιασμένα να ανακαλέσουμε ένα όνομα, φροντίζοντας αμέσως να το διώξουμε από τη σκέψη μας, σαν μια ύστατη προσπάθεια να αποφύγουμε να δούμε την κατάσταση κατάματα. Κι αν η απάντηση στην ερώτηση είναι «ναι» ήμασταν αρκετά ξεκάθαροι, ώστε να το παραδεχτούμε πρώτα σε εμάς και έπειτα στο πρόσωπο που είχαμε απέναντί μας;

Ανέκαθεν μας φόβιζε το γεγονός πως έμμεσα ή άμεσα εκμεταλλευτήκαμε τις προθέσεις κάποιου για να εξυπηρετήσουμε δικούς μας σκοπούς. Οι λόγοι που μπορεί να μας οδήγησαν σε μια τέτοια πράξη είναι αρκετοί. Μπορεί να θέλαμε να εκτονωθούμε, να περάσουμε κάποιες στιγμές καλά (πάντα με τη συναίνεση του άλλου προσώπου -αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο) ή η στάση μας να ήταν μέρος της προσπάθειάς μας να ξεπεράσουμε μια προηγούμενη σχέση, περνώντας σε μια επόμενη με σκοπό να νιώσουμε καλύτερα. Υπάρχει επίσης η πιθανότητα να χρησιμοποιήσαμε κάποιο άτομο για να κάνουμε ένα πρόσωπο που μας ενδιέφερε να ζηλέψει. Ίσως πάλι η κακή ψυχολογία, ο φόβος της μοναξιάς και οι ανασφάλειές μας να μας οδήγησαν στο να παίξουμε με τα αισθήματα ενός ανθρώπου που πίστεψε σε εμάς.

Όταν χρησιμοποιούμε ένα πρόσωπο στα ερωτικά μας -ανεξάρτητα απ’ το γιατί φτάσαμε σε αυτό το σημείο- κύριος σκοπός μας είναι να νιώσουμε καλύτερα. Φροντίζουμε να καλύψουμε την όποια ανασφάλειά μας, διεκδικώντας ή παίρνοντας αυτό που επιθυμούμε. Εκμεταλλευόμαστε ό,τι τυχόν νιώθει το άτομο που έχουμε απέναντί μας για εμάς, για τόσο-όσο, μέχρι δηλαδή να εκπληρώσει τον σκοπό του, κι έπειτα το απομακρύνουμε από τη ζωή μας, συνήθως με μια φθηνή δικαιολογία, αφού προφανώς δύσκολα βρίσκουμε το θάρρος να ξεστομίσουμε την αλήθεια, λέγοντας «σε χρησιμοποίησα».

Πολλές φορές αρνούμαστε να παραδεχτούμε πώς έχουν τα πράγματα ακόμα και στον ίδιο μας τον εαυτό -πόσο μάλλον στον άλλον-, λες κι είναι τα λόγια εκείνα που πρόκειται να μας ντροπιάσουν κι όχι η ίδια μας η συμπεριφορά. Μπαίνουν στη μέση ο εγωισμός και το υπερευαίσθητο κι εύθικτο εγώ μας που δε μας επιτρέπουν να τσαλακωθούμε και ν’ αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Η παραδοχή πως εκμεταλλευτήκαμε κάποιο άτομο θα φέρει στην επιφάνεια τις ανασφάλειές μας που αποτελούν την αχίλλειο πτέρνα μας. Κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο να το διαχειριστούμε, αφού από τη μία θα φαινόμασταν αδύναμοι και από την άλλη θα ερχόμασταν πρόσωπο με πρόσωπο με τις αδυναμίες, τους φόβους και τις λάθος επιλογές μας. Αυτή η αλήθεια θα μας έκανε επίσης να μοιάζουμε απάνθρωποι κι ανώριμοι στα μάτια του μέχρι πρότινος ερωτικού μας συντρόφου και φυσικά κάτι τέτοιο δεν το σηκώνει η υπόληψή μας.

Γι’ αυτό, λοιπόν, στρουθοκαμηλίζουμε και πείθουμε τους εαυτούς μας ότι ποτέ δε χρησιμοποιήσαμε κάποιον -κι ούτε πρόκειται να το κάνουμε. Κι όσο πέφτουμε σ’ αυτή την παγίδα τόσο αποφασίζουμε -συνειδητά ή μη- να μην αντικρύσουμε την πραγματικότητα. Μπορεί κάποιες συμπεριφορές μας προς άλλους να μην είναι σωστές, αλλά ας έχουμε τουλάχιστον επίγνωση των πράξεών μας. Εσύ, την επόμενη φορά που δε θα ‘χεις και τις καλύτερες προθέσεις, θα βρεις το θάρρος να πεις «σε χρησιμοποίησα»; Η ειλικρίνειά σου -όσο κι αν δεν είναι αρεστή, όσο κι αν μπορεί να ξεσηκώσει αντιδράσεις- κάποια στιγμή μπορεί και να εκτιμηθεί. Κι αν όχι, τουλάχιστον εσύ δε θα ‘χεις πια αυταπάτες…

Γιατί να διαχειριστούμε τα αρνητικά μας συναισθήματα;

«Μεταξύ του ερεθίσματος και της αντίδρασης, υπάρχει ένα κενό. Σε αυτό το κενό βρίσκεται η ελευθερία μας και η δύναμή μας να διαλέξουμε την αντίδρασή μας. Στην αντίδρασή μας βρίσκεται η δυνατότητα για ανάπτυξη και η ελευθερία μας.» Βίκτορ Φρανκλ - Το νόημα της ζωής.

Όλα τα συναισθήματα είναι απαραίτητα τόσο για την επιβίωσή μας, όσο και για τη σωστή λειτουργία της ψυχολογίας μας.

Το οφείλουμε στον εαυτό μας να βιώνουμε και να «αγκαλιάζουμε» κάθε συναίσθημα και αυτό ακριβώς μαθαίνουμε στο on demand σεμινάριο του Believe in You με τίτλο: «Διαχείριση αρνητικών συναισθημάτων».

Διαχείριση αρνητικών συναισθημάτων

Τα κυρίαρχα αρνητικά συναισθήματα που μπορεί να έχουμε βιώσει ή να βιώνουμε είναι:
  • Φόβος
  • Απόρριψη
  • Ενοχή
  • Απογοήτευση
  • Θυμός
  • Ζήλια
Πολλές φορές, αφήνουμε αυτά τα αρνητικά συναισθήματα να μας καταβάλουν πολύ περισσότερο από όσο πρέπει και μας κάνει κακό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μας οδηγούν σε λανθασμένες αποφάσεις, σε συμπεριφορές που δεν είναι υγιείς για εμάς και τους γύρω μας, και που μπορούν να καταστρέψουν την ψυχολογία μας.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλοι οι άνθρωποι έχουμε αρνητικά συναισθήματα και είναι μέρος της καθημερινότητάς μας και το μόνο μυστικό είναι η διαχείρισή τους.

Γιατί να τα διαχειριστείς;

Υπάρχουν 6 πολύ σημαντικοί λόγοι, για τους οποίους χρωστάμε στον εαυτό μας και στην ευτυχία μας να διαχειριστούμε τα αρνητικά συναισθήματα:
  1. Μας κάνουν να μιλάμε αρνητικά για τον εαυτό μας και να τον υποτιμάμε.
  2. Θολώνουν την κρίση μας και μας οδηγούν σε πολύ άκριτες συμπεριφορές.
  3. Μειώνουν πολύ την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθησή μας.
  4. Επηρεάζουν σε άσχημο βαθμό τις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
  5. Μας στερούν χαρούμενες στιγμές και χαρούμενα συναισθήματα.
  6. Μακροχρόνια μπορούν να προκαλέσουν θέματα υγείας και μάλιστα πολύ σοβαρά.
Ώρα για δράση!

Ένα από τα πιο βασικά βήματα που έχουμε να κάνουμε για να διαχειριστούμε τα αρνητικά μας συναισθήματα είναι να αναλάβουμε την ευθύνη του συναισθήματός μας. Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας. Δεν υπάρχουν λανθασμένα συναισθήματα, οπότε το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να αποδεχτούμε αυτό που νιώθουμε και στη συνέχεια να το διαχειριστούμε.

Το νόημα τριών βασικών συναισθημάτων

Ο θυμός είναι ένα συναίσθημα με το οποίο μας προίκισε η φύση για να μας προετοιμάσει απέναντι σε κάποια απειλή. Το θέμα είναι, όμως, αν τον ελέγχουμε ή αν τελικά μας ελέγχει.

Η απόρριψη δεν ακυρώνει το άτομο, αλλά το αίτημα του ατόμου και δεν έχει να κάνει με το ότι το άτομο είναι «ανεπαρκές» σε κάτι, αλλά με ότι η άλλη πλευρά έχει κάποια άλλη προτίμηση.

Οι ενοχές είναι χρήσιμο συναίσθημα μόνο αν αξιοποιήσουμε τις πληροφορίες που μας δίνουν, για να αλλάξουμε προς το καλύτερο.

Να θυμάστε:

Το να νιώθετε αρνητικά συναισθήματα δεν είναι αδυναμία. Είναι μια πολύ φυσιολογική διαδικασία του εγκεφάλου μας. Τη μοναδική φορά που μπορούν να γίνουν αδυναμία είναι αν τα αφήσετε να σας κυριεύουν για πολύ καιρό και να ορίζουν την συμπεριφορά και τη ζωή σας.

Ήρθε η ώρα λοιπόν να πάρετε στα χέρια σας τον έλεγχο των συναισθημάτων σας!

Σε επαφή με τα συναισθήματά μου

Συναισθήματα είναι όλα όσα νοιώθω.

Χαρά, λύπη, ευτυχία, δυστυχία, στεναχώρια, θλίψη, θυμό, ευχαρίστηση, αγανάκτηση είναι μερικά από τα πιο «διάσημα» συναισθήματα...

Το να τα νοιώθω είναι αναποφευκτό. Έτσι είμαστε φτιαγμένοι, αυτό είναι το φυσιολογικό.

Το να είμαι σε επαφή με αυτό που κάθε φορά νοιώθω είναι το ζητούμενο.

Να μπορώ να αναγνωρίζω, να αποδέχομαι και να διαχειρίζομαι τα συναισθήματά μου.

Συχνά αυτήν την διαδικασία την μπλοκάρουμε.

Αναγνωρίζουμε επιφανειακά το τι νοιώθουμε και το αφήνουμε μέσα μας, δεν το βγάζουμε, δεν το κάνουμε κάτι...

Συνήθως γίνετε αυτό με τα δυσάρεστα συναισθήματα, συχνά όμως μας συμβαίνει και με τα ευχάριστα: ούτε αυτά δεν ξέρουμε τι να τα κάνουμε καμιά φορά!

Τα κλείνουμε μέσα λοιπόν... Μέσα κι αυτά – όλα μέσα!

Και μπλοκάρουμε...

Δεν είναι ότι δεν νοιώθουμε, αλλά έχουμε μπλοκάρει τα συναισθήματά μας.

Κάτι σαν το capital control, μόνο που εδώ το προκαλούμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας.

Καταλαβαίνω ότι είναι πολύ απλοϊκό να πει κανείς «απελευθερώσου», «ανοίξου», «εκφράσου», απλοϊκό υπό την έννοια του ευχολόγιου...

Ωστόσο η απάντηση (λύση) στο μπλοκάρισμα -σε πάσης φύσεως μπλοκάρισμα- δεν μπορεί παρά να είναι το άνοιγμα, η αλλαγή, η μετατόπιση...

Τα συμπεράσματα δικά σας.

Δεν είναιο τυχαίο που...

Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει σε μία συζήτηση από ένα σωρό στόματα την έκφραση «δεν είναι τυχαίο που…κλπ, κλπ». Προσωπικά πολύ λίγες γιατί δεν έχω την υπομονή, αλλά ούτε την καλοσύνη να κουβεντιάζω με εκείνους που θεωρούν ότι κατέχουν τη απόλυτη γνώση επί παντός επιστητού και θεωρούν τη συνωμοσία ως ρυθμιστή της καθημερινής μας ζωής. Απεχθάνομαι όσο τίποτα την συγκεκριμένη φράση που κρύβει μέσα της μεγάλες δόσεις κουτοπονηριάς και καχυποψίας.

Τα παλαιότερα χρόνια της Αρχαιότητας και πολύ περισσότερο κατά το Μεσαίωνα, ο κόσμος δεν κατανοούσε τα φυσικά φαινόμενα, αλλά πίστευε σε θεϊκές παρεμβάσεις, σημάδια δηλαδή που έδιναν οι θεοί προκειμένου να δηλώσουν την παρουσία τους. Και προσπαθούσαν οι άνθρωποι να ερμηνεύσουν ανά περίσταση τους θεόσταλτους εκείνους οιωνούς, που κάποιο σκοπό όπως πίστευαν υπηρετούσαν. Δεισιδαιμονίες, προλήψεις και γούρια ήταν έννοιες άμεσα συνδεδεμένες με την εποχή που ο θεός ο ίδιος ήταν η απάντηση σε όλες τις ανθρώπινες αναζητήσεις. Η επικρατούσα άποψη ήταν ότι όλα για κάποιο λόγο γίνονται και φυσικά τίποτα τυχαία. Η προσπάθεια δε οποιαδήποτε ορθολογικής εξήγησης, η αμφισβήτηση αλλά και η περεταίρω αναζήτηση, το μόνο που θα μπορούσε να επιτύχει ήταν η μετά βεβαιότητας απόκτηση πρώτης θέσης στη διαδρομή που οδηγούσε κατευθείαν στα καυτά καζάνια της κόλασης.

Τα πράγματα για μερικούς δεν έχουν αλλάξει πολύ σήμερα, μόνο που αντί για το θεό, κουμάντο στη σκέψη τους κάνει η Αρχή της εμμονοληπτικής συνωμοσιολογίας, ένα είδος ψυχικής διαταραχής δηλαδή που δίνει στα πάσχοντα άτομα το αίσθημα ότι ολόκληρο το σύμπαν συνωμοτεί εναντίον τους. Η ποινικοποίηση της κοινής λογικής είναι διαχρονικά από τα σπουδαιότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα

Με το αδυσώπητο πέρασμα των χρόνων, ο άνθρωπος απέκτησε γνώση ως φυσική απόρροια της αλαζονείας του και της ατομικότητάς του, στοιχεία θεμελιώδη για την εξέλιξη και τη γενικότερη πρόοδο μιας κοινωνίας. Και ενώ μέχρι τότε ιεραρχικά ο θεός ήταν το κέντρο του σύμπαντος, ήρθε η περίοδος της λεγόμενης Αναγέννησης να δημιουργήσει έναν καινούργιο θεό, τον άνθρωπο. Μπορεί ο θεός - άνθρωπος να στράφηκε ίσως σκληρότερα εναντίον της ανθρωπότητας, ωστόσο έδωσε πειστικές απαντήσεις σε αμέτρητα ερωτήματα, άρχισε να εξηγεί τη φύση ορθολογικά και δημιούργησε τελικά ένα κίνημα που τοποθετήθηκε απέναντι σε κάθε μορφή σκοταδισμού.

Κάθε φορά που ακούω κάποιον κομπογιαννίτη να επιχειρηματολογεί λέγοντας τη φράση «δεν είναι τυχαίο που….», θλίβομαι πραγματικά για την κατάντια εκείνων των οποίων τα μεσαιωνικά τους DNA έχουν παραμείνει μετά από τόσους αιώνες αναλλοίωτα. Πόση κουτοπονηριά και πόση αγραμματοσύνη μπορεί να εμπεριέχεται σε μια αράδα λέξεις. Θα τη χαρακτήριζα ως μια θεολογίζουσα ηθικολογία της συνωμοσίας.

Την επόμενη φορά που θ’ ακούσεις αυτή τη μοιρολατρική και ανόητη φράση, σκέψου ότι αυτός που την ξεστομίζει δεν κατέχει ούτε καν τη στοιχειώδη γνώση για εκείνο στο οποίο αναφέρεται, ούτε ξέρει τα πάντα όπως διακηρύσσει, τουναντίον προσπαθεί να κρύψει την προσωπική του ανεπάρκεια μέσα από αναπόδεικτες θεωρίες σχιζοφρενικής καχυποψίας.

Δεν λέω να είμαστε αφελείς και δεν ισχυρίζομαι ότι ο κόσμος μας είναι αγγελικά πλασμένος. Υποστηρίζω όμως ότι η κινητήριος δύναμη στη ζωή , είναι οι προσωπικές μας επιλογές και ο παράγοντας τύχη βέβαια που τις περιβάλλει. Όταν εξηγήσουμε τον κόσμο με βάση αυτά που βλέπουμε και όχι με βάση αυτά που φανταζόμαστε, τότε ίσως να ανακαλύψουμε το ταξίδι της αναζήτησης και το ενδιαφέρον του να μην γνωρίζουμε τα πάντα. Μέχρι τότε, έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας.

Η ειρωνεία είναι το πρώτο δείγμα του ότι η συνείδηση έχει γίνει πια συνειδητή

Ο ανώτερος άνθρωπος διαφέρει από τον κατώτερο άνθρωπο κι απ’ τα ζώα, που είναι αδέλφια του τελευταίου, από την απλή ικανότητά του να ειρωνεύεται. Η ειρωνεία είναι το πρώτο δείγμα του ότι η συνείδηση έχει γίνει πια συνειδητή. Και η ειρωνεία περνάει από δύο στάδια: Το στάδιο που καθόρισε ο Σωκράτης όταν έλεγε «εν οίδα ότι ουδέν οίδα», κι αυτό που καθόρισε ο Σάντσες όταν έλεγε «δεν ξέρω καν αν δεν ξέρω τίποτα». Το πρώτο βήμα οδηγεί στο σημείο όπου αμφιβάλλουμε για τον εαυτό μας δογματικά, και κάθε ανώτερος άνθρωπος κάνει αυτό το βήμα και φτάνει εκεί. Το δεύτερο οδηγεί στο σημείο όπου αμφιβάλλουμε για τον εαυτό μας και για την ίδια μας την αμφιβολία, και λίγοι άνθρωποι το έφτασαν στη διάρκεια της σύντομης -μα ήδη τόσο μακράς- περιόδου από τότε που ως ανθρώπινο γένος αντικρίσαμε τον ήλιο και τη νύχτα πάνω στο πολύμορφο πρόσωπο της γης.

Γνωρίζω τον εαυτό μου σημαίνει απατώμαι, κι ο χρησμός που έλεγε «γνώθι σαυτόν» πρότεινε μια προσπάθεια ακόμα πιο δύσκολη κι απ’ τους άθλους του Ηρακλή, κι ένα αίνιγμα πιο σκοτεινό κι απ’ της Σφίγγας. Να αγνοείς τον εαυτό σου συνειδητά, να ποιος είναι ο δρόμος. Και η συνειδητή άγνοια του εαυτού μας είναι η ενεργή χρήση της ειρωνείας. Και δεν ξέρω τίποτα πιο μεγαλειώδες ή πιο ταιριαστό στον αληθινά μεγάλο άνθρωπο από την υπομονετική κι εκφραστική ανάλυση των μέσων που μας επιτρέπουν ν’ αγνοούμε τον εαυτό μας, τον συνειδητό κατάλογο της μη συνειδητότητας των συνειδήσεων μας, τη μεταφυσική των αυτόνομων σκιών, την ποίηση του λυκόφωτος του τέλους των ψευδαισθήσεων.

Στωικισμός: Τι σημαίνει ελευθερία;

Η στωική φιλοσοφία ξεκίνησε στην Ελλάδα στο τέλος του 4ου αι. π.Χ. Οι ιδρυτές της ήταν μετανάστες από την ανατολική Μεσόγειο στην Αθήνα, η οποία δεν ήταν πλέον μία ακμαία δημοκρατία, αλλά ένα κράτος υποτελές στο βασίλειο της Μακεδονίας. Η απώλεια της πολιτικής αυτονομίας εκφραζόταν στη φιλοσοφία στην Αθήνα μέσω μίας εσωστρέφειας στην εστίαση επί των ηθικών ζητημάτων. Ούτε ο στωικισμός ούτε ο επικουρισμός, η άλλη εξέχουσα Ελληνιστική σχολή, συνδεόταν στενά με την πολιτική θεωρία όπως είχαν κάνει οι προκάτοχοί τους Πλάτων και Αριστοτέλης. Επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος των νεαρότερων φιλοσόφων δεν ήταν η πολιτική και η νομοθεσία, αλλά η προσωπική ευημερία και αυτοβελτίωση. Αυτή η στροφή προς την ενδοσκόπηση καθίσταται ιδιαίτερα εμφανής από τον τρόπο που η στωική σκέψη αντιμετώπισε εξαρχής την ελευθερία και τη δουλεία ως κυρίαρχους ηθικούς και ψυχολογικούς παρονομαστές παρά ως δείκτες κοινωνικής θέσης.

Σύμφωνα με τον Ζήνωνα, τον πρωταρχικό επικεφαλής της στωικής σχολής, η ελευθερία είναι αποκλειστικό προνόμιο όσων είναι σοφοί, ενώ οι κατώτεροι άνθρωποι, που αποτελούν και την πλειονότητα, δεν είναι μόνο ανόητοι αλλά και δούλοι.

Μία πρώτη αντίδραση σε αυτόν τον ισχυρισμό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την έκπληξη απέναντι στον πνευματικό ελιτισμό του και στην αναισθησία του όσον αφορά τη δεινή κατάσταση ανθρώπων που υπήρξαν αρκετά άτυχοι ώστε να υποδουλωθούν με την κυριολεκτική έννοια. Αλλά τώρα σκεφθείτε με πόσο ριζοσπαστικό τρόπο ο ισχυρισμός του Ζήνωνα, σε μια οικονομία που βασιζόταν στη δουλεία, θέτει υπό αμφισβήτηση την αξιολόγηση των ανθρώπων με κριτήριο τον συμβατικό διαχωρισμό δουλεία/ ελευθερία.

Αν η σοφία είναι το αληθινό κριτήριο της ελευθερίας, τότε το κύριο βάρος της δουλείας μετατοπίζεται από έξω προς τα μέσα, από το σωματικό στο πνευματικό επίπεδο, και πηγή ελευθερίας είναι η φιλοσοφία και όχι η χειραφέτηση. Σύμφωνα με αυτή την αδιάλλακτη διδασκαλία, είμαστε υποδουλωμένοι αν αφεθούμε σε οτιδήποτε μπορεί να σταθεί εμπόδιο, είτε επειδή το σώμα μας μας απογοητεύει , είτε επειδή τα πάθη και τα συναισθήματά μας μάς έχουν κυριεύσει είτε επειδή συνδέουμε την ευημερία μας με πράγματα που εξαρτώνται από άλλους – ανθρώπους , περιουσία, δημοτικότητα ή απλώς τύχη.

Στο περίφημο δοκίμιό του “Δύο έννοιες της ελευθερίας”, ο Αϊζάια Μπερλίν διέκρινε μεταξύ της “αρνητικής” έννοιας της ελευθερίας από τον εξαναγκασμό (όπου δεν εμπλέκονται άλλοι) και της “θετικής” έννοιας της ελευθερίας να είμαστε ή να ζούμε όπως επιλέγουμε (αυτοέλεγχος ή αυτοδιάθεση).

Για τον Επίκτητο αυτές οι δύο έννοιες προσεγγίζουν τόσο πολύ η μία την άλλη, ώστε η μία συνεπάγεται την άλλη, όπως μπορούμε να δούμε στο ακόλουθο απόσπασμα :

Κύριος κάποιου είναι όποιος έχει την εξουσία να παρέχει ή να στερεί όσα θέλει ή δεν θέλει ο άλλος. Όποιος λοιπόν θέλει να είναι ελεύθερος, να μην επιθυμεί ή να μην αποφεύγει, ό,τι εξαρτάται από τους άλλους. Διαφορετικά, θα είναι εξ ανάγκης δούλος. (Εγχειρίδιον 14)

Θα μπορούσαμε να ξαναγράψουμε τη δεύτερη πρόταση κάπως έτσι: “Όποιος επιθυμεί να είναι ελεύθερος από εξαναγκασμό, θα πρέπει να περιορίσει τις επιθυμίες και τις απέχθειές του σε πράγματα στα οποία έχει τον απόλυτο έλεγχο”.

Πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι αυτή η επιλογή είναι καλή για εμάς και για εκείνους τους οποίους συναναστρεφόμαστε; Γιατί να είμαστε αυτόνομοι αντί να ακολουθούμε κάποιο σύστημα πανάρχαιων αρχών; Πώς μπορούμε να ξέρουμε τι θα επιλέξουμε;

Η απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις μας επαναφέρει στη “σοφία” του Ζήνωνα ως την ουσία της ελευθερίας.

Η λέξη σοφία, στη συνήθη χρήση της, μπορεί να καλύπτει οποιοδήποτε είδος γνώσης, που κυμαίνεται από την πρακτική δεξιοτεχνία όπως η ξυλουργική ως την αφηρημένη γνώση όπως η γεωμετρία. Σε όλες τις περιπτώσεις, η σοφία σημαίνει την επιτυχή άσκηση μιας δεξιότητας, και η δεξιότητα που απασχολούσε τον Ζήνωνα και τους στωικούς φιλοσόφους είναι η τέχνη της ζωής.

Μπορούμε να εξηγήσουμε αυτή την τέχνη ως τη γνώση να ζούμε με αρμονία – αρμονία με την ανθρώπινη φύση μας και αρμονία με το κοινωνικό και υλικό περιβάλλον μας.

Το να επιτύχουμε ή να προσπαθήσουμε να επιτύχουμε την κατανόηση είναι έργο της λογικής, και η λογική, σύμφωνα με τον στωικισμό, είναι εκείνο που διακρίνει τους ανθρώπους από τα άλλα ζώα (Διατριβαί 7,8).

Η εκδίκηση καθ’ εαυτή βασίζεται σε ένα αίσθημα ανημποριάς

Η λαχτάρα για εκδίκηση είναι η πιο σημαντική από τις πηγές της μνησικακίας. Η λέξη «μνησικακία» υποδεικνύει αφ’ εαυτής ότι έχουμε μια θυμική παρόρμηση που άρχεται από τη σύλληψη της θυμικής κατάστασης ενός άλλου προσώπου, ότι πρόκειται δηλαδή για μιαν αντί-δραση. Και για να διαπιστώσουμε ότι η λαχτάρα για εκδίκηση ανήκει όντως σε αυτήν την τάξη, αρκεί να την αντιτάξουμε στις άμεσες και ενεργείς ροπές, στην εχθρότητα ή στη φιλία. 

Η λαχτάρα για εκδίκηση συνεπάγεται προσβολή ή πρότερη βλασφημία. Σημειωτέον όμως ότι, εν προκειμένω, αυτή η λαχτάρα δεν συγχέεται επ’ ουδενί με μια ροπή για απόκρουση ή άμυνα, που θα συνοδεύεται από θυμό, λύσσα ή αγανάκτηση. Το ζώο που πιάστηκε και δαγκώνει τον κηνυγό δεν ζητάει να εκδικηθεί. Παρόμοια, η άμεση ανταπόδοση μιας γροθιάς δεν συνιστά εκδίκηση. Για να υπάρξει αληθινή εκδίκηση απαιτείται ένα μακρύ σχετικά «διάστημα χρόνου», στη διάρκεια του οποίου η ροπή για άμεση ανταπόδοση και οι συναφείς ορμές του μίσους και του θυμού θα παραμείνουν συγκρατημένες και ανεσταλμένες∙ από την άλλη μεριά, απαιτείται η πράξη της ανταπόδοσης να επιχειρηθεί σε πιο κατάλληλη ευκαιρία και στιγμή («περίμενε και θα δεις την άλλη φορά!»). 

Μάλιστα αυτό που συγκρατεί την άμεση ανταπόδοση είναι η πρόβλεψη για μιαν ενδεχόμενη αποτυχία η οποία υποθάλπεται από ένα διακριτό συναίσθημα «ανημποριάς» και «ανικανότητας». Συνεπώς βλέπουμε ότι η εκδίκηση καθ’ εαυτή βασίζεται σε ένα αίσθημα ανημποριάς∙ ανήκει πάντα και προπάντων σε κάποιον «αδύναμο» (όποια κι αν είναι η μορφή της αδυναμίας του). Κατ’ ουσίαν δεν περιέχει ποτέ το φρόνημα του ανθρώπου που αντιδρά επί τόπου και ουδέποτε εκδηλώνεται σαν θυμική αντίδραση. Ετούτα τα γνωρίσματα καθιστούν τη λαχτάρα για εκδίκηση ένα πεδίο τόσο ευνοϊκό για το θέριεμα της μνησικακίας.

Η εποχή παγετώνων πριν από 30 εκατ. έτη μετάλλαξε τα θηλαστικά

Στον αγώνα της επιβίωσης η ζωή είχε πολύ ισχυρούς αντιπάλους άλλες φορές επίγειους και άλλες εξωγήινους οι οποίοι προκαλούσαν συνθήκες μαζικής εξόντωσης κάθε μορφής ζωής στην επιφάνεια του πλανήτη αλλά και μέσα στο νερό. Άλλωστε μια τέτοια μαζική καταστροφή πριν από 66 εκατ. έτη άνοιξε σύμφωνα με την κρατούσα θεωρία ο δρόμος για την εμφάνιση του ανθρώπου.

Έχει διαπιστωθεί ότι μια απότομη και δραματική κλιματική αλλαγή πριν από περίπου 30 εκατ. έτη είχε ως αποτέλεσμα να κάνει την εμφάνιση της μια από τις πολλές εποχές παγετώνων που κατά καιρούς έπληξαν τον πλανήτη μας. Οι ειδικοί εκτιμούσαν μέχρι σήμερα ότι το συμβάν αυτό προκάλεσε μεγάλα προβλήματα κυρίως στην ευρωπαϊκή και την ασιατική ήπειρο αλλά στην Αφρική και γενικότερα στις περιοχές κοντά στον ισημερινό η κατάσταση ήταν πολύ καλύτερη και δεν υπήρξε τέτοια καταστροφή.

Διεθνής ομάδα επιστημόνων με δημοσίευση της στην επιθεώρηση «Communications Biology» αναφέρει ότι η έρευνα που πραγματοποίησε ανατρέπει αυτή την εικόνα. Σύμφωνα με τους ερευνητές τόσο η Αφρική όσο και η Αραβική Χερσόνησος επλήγησαν σφοδρά από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Όπως εκτιμούν το 63% των ειδών του πλανήτη εξαφανίστηκε στη διάρκεια αυτής της εποχής παγετώνων.

Διαπίστωσαν ότι πολλά από τα είδη που είχαν εξαφανιστεί και ειδικότερα τα θηλαστικά ζώα επανεμφανίστηκαν όταν οι κλιματικές συνθήκες βελτιώθηκαν μερικά εκατ. έτη αργότερα αλλά με διαφορές στην εμφάνιση, τα χαρακτηριστικά και τις συνήθειες τους απόρροια του χρόνου που μεσολάβησε από την εξαφάνιση μέχρι της επανεμφάνιση τους και την προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Οι ερευνητές κατάφεραν από τα διαθέσιμα απολιθώματα που υπάρχουν να δημιουργήσουν ένα εξελικτικό δέντρο για πέντε οικογένειες θηλαστικών ανάμεσα στα οποία και πρωτεύοντα θηλαστικά από τα οποία κατάγεται ο άνθρωπος σύμφωνα με τη κρατούσα θεωρία. Το εξελικτικό δέντρο που δημιούργησαν προσέφερε στους ερευνητές σημαντικά στοιχεία για τη θεωρία που ανέπτυξαν.

«Οι εξαφανίσεις της ζωής είναι πολύ ενδιαφέρουσες από μια σκοπιά. Εξοντώνουν τα είδη αλλά ταυτόχρονα δημιουργούν νέες οικολογικές ευκαιρίες για τις γενιές που επιβιώνουν στον νέο κόσμο που δημιουργείται στη συνέχεια» αναφέρει ο Ματ Μπόρθς, έφορος στο κέντρο ερευνών πρωτευόντων θηλαστικών DLCDFP του Πανεπιστημίου Ντιουκ στις ΗΠΑ που ήταν ένας εκ των επικεφαλής της μελέτης.

ΑΙΩΝΙΑ ΣΠΑΡΤΗ: Η καταστροφή της

Αββάς Φουρμόν: ΕΝΑΣ ΑΓΡΟΙΚΟΣ ΚΛΗΡΙΚΟΣ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΤΟΝ 18ο ΑΙΩΝΑ Ο,ΤΙ ΕΙΧΕ ΑΠΟΜΕΙΝΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΣΠΑΡΤΗ.

Ο Γάλλος αββάς Fourmont, μέγας καταστροφέας κλασικών αρχαιοτήτων, γεννήθηκε το έτος 1690 και ήταν αδελφός του ανατολιστή Etienne Fourmont. Διδάχθηκε την Ελληνική, Εβραϊκή και Συριακή γλώσσα και το έτος 1720 χειροτονήθηκε κληρικός και εν συνεχεία έγινε καθηγητής της Συριακής στο Γαλλικό Κολλέγιο (College de France) και διερμηνεύς στη Βασιλική Βιβλιοθήκη. Βοήθησε τον αδελφό του στις σινολογικές μελέτες του και το 1724 κατάφερε ν’ ανακηρυχθεί μέλος της Ακαδημίας Επιγραφών και Καλών Τεχνών.

Όπως εξιστορεί ο Κυριάκος Σιμόπουλος, στις αρχές του 1729, ο Fourmont έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, ως απεσταλμένος του βασιλέως της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΕ, και εφοδιάσθηκε με φιρμάνι του Σουλτάνου Αχμέτ του Γ', με το οποίο αποκτούσε το δικαίωμα να ερευνήσει και να μελετήσει όσους αρχαιολογικούς χώρους ήθελε εντός της επικρατείας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με αυτό το φιρμάνι στο χέρι, ο Γάλλος ιερωμένος κατέστη κυριολεκτικά ασύδοτος και επί δύο περίπου έτη διήλθε την κυρίως Ελλάδα, όχι μελετώντας αλλ’ αντιθέτως καταστρέφοντας συστηματικά σπάνιες αρχαιότητες.

Στις 8 Φεβρουαρίου έφυγε μέσω Μυτιλήνης και Χίου για την Αθήνα, όπου αφίχθη στις 12 Απριλίου και έμεινε περίπου πέντε μήνες, καταγράφοντας αμέτρητες επιγραφές με τη βοήθεια των Οθωμανών και εκκλησιαστικών αρχόντων, πληρώνοντας 3 παράδες για κάθε ενεπίγραφο μάρμαρο που του έφερναν. Έπειτα μετέβη στην Πελοπόννησο, η οποία ωστόσο εμαστίζετο την εποχή εκείνη από επιδημία πανώλης με χιλιάδες θύματα. Αφού «ερεύνησε» και ξεσήκωσε ό,τι μπορούσε από την Κορινθία (700 επιγραφές), την Αργολίδα (Ερμιόνη, όπου βρήκε 40 επιγραφές, Άργος, Λέρνη, Μυκήνες, Τίρυνθα, Μιδέα), την Αρκαδία (Μαντίνεια) και την Αχαΐα, κατέληξε στη Μεσσηνία. Προηγουμένως είχε περάσει από τη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου που τάχα διέθετε σημαντική βιβλιοθήκη. Αυτό που βρήκε ήταν μόνο αθλιότητα και παντελής αμορφωσιά: «…Μου είχαν πεί ότι η βιβλιοθήκη του Μ. Σπηλαίου ήταν η μεγαλύτερη σ’όλη την Ελλάδα. Φαμφαρονισμοί. Υπήρχαν μόνον 130 τόμοι, μισοκατεστραμμένοι από την υγρασία σε σημείο που δεν διαβάζονταν. Η δυσωδία από το σάπισμα του χαρτιού σου έφερνε λιποθυμία» (επιστολή στον Καρδινάλιο de Fleury, 17 Φεβρουαρίου 1730)

Από κάποιο μοναστήρι της Ιθώμης γράφει επίσης τον ίδιο μήνα: «οι μοναχοί ζουν ανέτως, αλλά οι συγγραφείς δυστυχούν. Τους καίνε, τους ακρωτηριάζουν, τους ανασκολοπίζουν, τους μαχαιρώνουν. Είδα βιβλία σάπια μέσα σε υγρές τρύπες βράχων και το μόνο που επέτυχα ν’ αποσπάσω ήταν μερικά άμορφα ράκη. Άλλα βρίσκονται σε υπόγεια, μουχλιασμένα και με ολότελα σβησμένα τα γράμματά τους..»

Από την Καλαμάτα, όπου έφτασε τον Φεβρουάριο του 1730, έγραψε ένα γράμμα προς τους προκρίτους της γειτονικής Ζαρνάτας της Μάνης, ζητώντας τους την άδεια να επισκεφθεί τη χώρα τους επειδή ήταν αυτοδιοικούμενη και δεν ίσχυε εκεί το σουλτανικό φιρμάνι. Μία εβδομάδα αργότερα, έχοντας ήδη λάβει την άδεια, έφθασε με συνοδεία ένστολων εντοπίων στη Ζαρνάτα, αλλά δεν προχώρησε στα ενδότερα της Μάνης, γιατί κατά τα γραφόμενά του «οι κάτοικοι της μέσα Μάνης ευρίσκονται διαρκώς εις πόλεμον, πότε με τους Τούρκους πότε αναμεταξύ των, οι παπάδες, οι μοναχοί και οι Επίσκοποι ακόμη περιφέρονται ένοπλοι και οι γυναίκες της Μάνης φέρουν πιστόλες. Οι Μανιάτες είναι λαός άγριος, αλλά έχει αγάπη προς την ελευθερίαν και μόνος του πόθος είναι η απόκτησις ωραίων όπλων».

Φοβισμένος ο χριστιανός κληρικός από τα ήθη των Μανιατών, επέστρεψε μέσω Καλαμάτας και Μεγαλοπόλεως στο Μυστρά με απωθημένο πλέον το να καταστρέψει από την Αρχαία Σπάρτη ο,τιδήποτε δεν μπορούσε να μετακινηθεί και να σταλεί στη Γαλλία. Αμέριμνοι οι δημογέροντες του τόπου τον υπεδέχθησαν φιλικά και του παρείχαν διευκολύνσεις, καθώς ξήλωνε από τα μεσαιωνικά τείχη μερικά εντοιχισμένα ενεπίγραφα σπαρτιατικά βάθρα και αργότερα είκοσι ακόμη επιγραφές. Το συνεργείο του Γάλλου αββά ήταν πολυπληθέστατο, περίπου 60 εργάτες. Επί 53 συνεχείς ημέρες, σάρωσε σχεδόν τα πάντα στο Μυστρά, τη Σπάρτη και τις Αμύκλες. Κατεδαφίζοντας και ανασκάπτοντας μανιωδώς, απεκάλυψε περίπου 300 επιγραφές τις οποίες αντέγραψε και μετά άφησε έκθετες ή κατέστρεψε, καθώς και διάφορα άλλα ανάγλυφα, αναθήματα και μικροτεχνήματα, τα οποία εφόρτωσε σε πλοία και έστειλε στην Γαλλία.

Στην ίδια τη Σπάρτη, το καταστροφικό έργο του μοχθηρού Γάλλου αρχαιοκάπηλου εκδηλώθηκε με ιδιαίτερη σφοδρότητα και βαρβαρότητα, όπως φαίνεται μέσα από επιστολή του τού Απριλίου 1730 προς τον φίλο του Φρενέ: «Τα ισοπέδωσα όλα, τα εκθεμελίωσα όλα… από τη μεγάλη αυτή πολιτεία δεν απέμεινε πλέον λίθος επί λίθου. Εδώ και πάνω από ένα μήνα, συνεργεία μου από 30 και μερικές φορές 40 ή 60 εργάτες γκρεμίζουν, καταστρέφουν, εξολοθρεύουν τη Σπάρτη. Ο γδούπος από το γκρέμισμα των τειχών, η πτώση των ογκολίθων έως τις όχθες του Ευρώτα, ακούγεται όχι μονάχα στη Λακωνία αλλά και σ’ ολόκληρο τον Μοριά και παραπέρα ακόμη. Τούρκοι, Εβραίοι και Γραικοί, έρχονται να δουν από πενήντα λεύγες μακριά, αλλά το μόνο που βλέπουν είναι διάσπαρτα χιλιάδες ενεπίγραφα μάρμαρα…

Μιαν ημέρα, ο ανεψιός μου που επιστατούσε στις εργασίες, ανεκάλυψε μία δωδεκάδα μάρμαρα, εκπληκτικά, γεμάτα επιγραφές. Έστειλε αμέσως να με πληροφορήσει, φροντίζοντας στο δρόμο να το διαλαλήσει σε όλη την περιοχή, έτσι σε λίγο έφθασε στη Σπάρτη όλος ο Μυστράς. Αυτή τη στιγμή, μόνον 4 πύργοι των τειχών απομένουν όρθιοι… Για να είμαι ειλικρινής, εκπλήσσομαι κι εγώ με αυτή την εκστρατεία που ανέλαβα, από όσα τουλάχιστον έχω διαβάσει κανείς δεν έχει σκεφθεί έως σήμερα να εκθεμελιώσει ολόκληρες πολιτείες…

Προτίθεμαι να μην αφήσω λίθο επί λίθου. Δεν γνωρίζω κύριε και αγαπητέ φίλε εάν υπάρχει στον κόσμο πράγμα ικανό να δοξάσει μια αποστολή περισσότερο από το να έχει τη δυνατότητα να σκορπίσεις στους ανέμους τη στάχτη του Αγησιλάου, από το ν’ ανακαλύψεις τα ονόματα των Εφόρων, των Γυμνασιαρχών, των Αγορανόμων, των φιλοσόφων, των ιατρών, των ποιητών, των ρητόρων, ονόματα διασήμων γυναικών, ψηφίσματα της Γερουσίας, τη Ρήτρα του Λυκούργου. Οι Αμύκλες επίσης, ήσαν πολύ εγγύς για να τις αφήσω. Έστειλα και εκεί εργάτες και ισοπέδωσαν τα λείψανα του περίφημου ναού του Απόλλωνος.

Φανταστείτε τη χαρά μου, η οποία θα ήταν βεβαίως μεγαλύτερη αν είχα λίγο περισσότερο χρόνο ν’ αφιερώσω, διότι υπάρχουν ακόμη η Μαντινεία, η Στύμφαλος, το Παλλάδιον, η Τεγέα και, κυρίως, η Νεμέα και η Ολυμπία. Θα άξιζε να τις φέρω και αυτές άνω κάτω, από τα θεμέλια έως την κορυφή. Έχω όλη τη δύναμη να το πράξω, κι επιπλέον απέκτησα μια οξυδέρκεια σε αυτού του είδους τη δράση. Δεν ομοιάζω με εκείνους που τρέχουν από πόλη σε πόλη απλώς για να ιδούν, εγώ επιδιώκω να παίρνω όλα τα χρήσιμα πράγματα».

Δύο εβδομάδες μετά την πιο πάνω επιστολή, στις 20 Απριλίου του 1730, ο μοχθηρός κληρικός, σε επιστολή του προς τον πρεσβευτή της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη, αποδίδει τις ακρότητες και τους βανδαλισμούς του σε επιθυμία εκδικήσεως για την κακή τάχα συμπεριφορά των Μανιατών απέναντί του: «Επέρασα από έναν φοβερό τόπο, την περιβόητη Μάνη, που κατοικείται από έναν αιμοβόρο λαό. Είμαι πολύ ευτυχής που γλίτωσα. Έφυγα από την βάρβαρη πατρίδα τους χωρίς να αποκομίσω τίποτε το αξιόλογο, τίποτε για να βγουν τουλάχιστον τα έξοδά μου. Για να ξεσπάσω και για να εκδικηθώ αυτό το σκυλολόϊ, έρριξα τη θλίψη μου επάνω στην Αρχαία Σπάρτη. Δεν ήθελα να μείνει τίποτε από την πόλη που έκτισαν οι πρόγονοί τους. Την έσβησα, την κατέσκαψα, την εκθεμελίωσα, δεν της άφησα λίθο επί λίθου.

Και γιατί, θα ερωτήσει η εξοχότης σας, επέπεσα με τόση μανία επάνω σε αυτή την αρχαία πόλη, ώστε να την κάνω αγνώριστη, υποχρεώνοντάς τη να πληρώσει τις αμαρτίες των απογόνων της; Έχω την τιμή να σας απαντήσω, ότι ήταν πολύ αρχαία και έκρυβε με φιλαυτία κάτω από τα χώμα της πολλούς θησαυρούς, πράγμα που δεν μπορούσα να συγχωρέσω. Έως σήμερα κανείς ταξιδιώτης δεν ετόλμησε να τους αγγίξει, ακόμη και οι Βενετοί, παρά το ότι υπήρξαν κάποτε κυρίαρχοι αυτής της χώρας, τους εσεβάσθησαν. Εγώ έκρινα πως δεν έπρεπε να θρέφω ανάλογο σεβασμό και την ισοπέδωσα λοιπόν με κάθε επισημότητα, πράγμα που προεκάλεσε τον θαυμασμό των Τούρκων, ενώ οι Γραικοί εθύμωσαν και οι Εβραίοι έμειναν κατάπληκτοι. Είμαι ικανοποιημένος, διότι απέκτησα από αυτό το ταξίδι μου πράγματα ικανά να θαμπώσουν όλους τους σοφούς.

Ποιος θα επίστευε ποτέ ότι θα ήταν δυνατόν ν’ ανακαλυφθεί ο τάφος του Αγησιλάου και του Λυσάνδρου, αυτών των ενδόξων βασιλέων της Σπάρτης; Ποιός θα επίστευε πως θ’ ανεκάλυπτα, ύστερα από τόσους πολέμους, σεισμούς και άλλες θεομηνίες που αφάνισαν αυτή την πόλη, θαυμαστά μάρμαρα που μας κάνουν γνωστούς όλους τους Εφόρους, τους ρήτορες και άλλες προσωπικότητες, παντελώς άγνωστες, έως τουλάχιστον την τελευταία καταστροφή που έγινε από εμένα;

«Βιβλία δεν υπάρχουν», συνεχίζει στην επιστολή του. «Πολλοί δεν ξέρουν σ’ αυτή την χώρα ούτε να γράφουν, ούτε να διαβάζουν. Χρησιμοποιούν τα χειρόγραφα για φυσέκια. Κι αφού δεν υπάρχουν βιβλία, φρόντισα για κάτι άλλο, ώστε το ταξίδι μου να ωφελήσει τα Γράμματα. Αφοσιώθηκα με τόσο ενθουσιασμό σε αυτό και έδωσα τέτοια πλήγματα που ο αντίλαλός τους θα ακουστεί σε ολόκληρη την Ευρώπη. Δεν γκρεμίζει κανείς δύο και τρεις πολιτείες χωρίς θόρυβο. Εγώ τις κατέσκαψα, ενώ οι παλαιότεροι περιηγητές έρχονταν μόνο για να τις ανακαλύψουν».

Σε άλλη επιστολή του, αυτή τη φορά προς τον Ιταλό ιεραπόστολο Ντομένικο Ντε Λα Ρόκα που υπηρετούσε στη Γαλλική Πρεσβεία της Πόλης, γράφει: «δεν άφησα λίθο επί λίθου. Πρέπει να σας εξομολογηθώ ότι βρίσκομαι σ’ ένα παραλήρημα χαράς που κατόρθωσα να καταστρέψω ολότελα τις ξακουστές αυτές πολιτείες, έτσι όπως γίνεται σε πόλεμο. Το έκανα για την Γαλλία, για την Αυτού εξοχότητα. Αυτό αποτελεί για μένα μια νέα δόξα».

Αποκαλυπτική για το βαθύ χριστιανικό μίσος που έθρεφε ο Γάλλος ιερωμένος κατά της «κατειδώλου» Σπάρτης και για τα μέσα που χρησιμοποίησε στο καταστροφικό του έργο, είναι και η επιστολή του προς τον Καρδινάλιο Φλερύ, στην οποία του αναγγέλλει ότι πήγε μεν στη Λακωνία σε αναζήτηση παλαιών χειρογράφων, πλην όμως «ο λαός, αυτά τα παιδιά της Λακεδαίμονος, δεν κράτησαν από τους προγόνους τους τίποτε άλλο από την αγάπη της ελευθερίας και τη μανία του πολέμου. Το όνειρό τους είναι να αποκτήσουν όπλα. Τα βιβλία τα χρησιμοποιούν για τα φυσέκια τους…

Εκτόνωσα λοιπόν το θυμό μου στην κυριότερη πόλη της περιοχής, την αρχαία Σπάρτη. Το βλέμμα μου έπεσε επάνω στα κτίσματα που κατά την γνώμη μου έκρυβαν θησαυρούς για τα Γράμματα. Ήσαν κίονες, ανάβαθρα, ενεπίγραφες μετώπες. Ν’ αφήσω όλα αυτά σε άλλους (γιατί δεν είμαι εδώ ο μοναδικός ερευνητής), θα ήταν έλλειψη καλού γούστου, θα ήταν αδιαφορία για την τιμή του έθνους μου, θα σήμαινε πως είμαι ανάξιος να αντιληφθώ τις προθέσεις του βασιλιά μου και να εκπληρώσω τις διαταγές μου. Πρόκειται, όπως θα κατάλαβε η εξοχότης σας, για καλή υπηρεσία των Γραμμάτων.

Γι’ αυτό, εμίσθωσα εργάτες και κατέστρεψα εκ θεμελίων τα λείψανα της υπέροχης αυτής πολιτείας, σε σημείο που να μην απομείνει λίθος επί λίθου. Μπορεί, σεβασμιώτατε, να καταντήσει σε λίγο ένας άγνωστος τόπος, εγώ όμως έχω τον τρόπο να την αναστήσω στο πνεύμα των ανθρώπων, ακόμη και των πιο μακρινών γενεών, γιατί έχω καταρτίσει ολόκληρο κατάλογο των ιερέων και ιερειών της, των εφόρων, των αγορανόμων και των γυμνασίαρχων. Η καλή μου τύχη θέλησε να ανακαλύψω επιγραφές για πολλούς φιλοσόφους, ρήτορες, στρατηγούς, ποιητές, καλλιτέχνες, ακόμα και διάσημες γυναίκες, άγνωστες έως τώρα. Οι επιγραφές αυτές μας πληροφορούν ποιοί αυτοκράτορες ευεργέτησαν την πόλη, ποιοί ευλαβείς ιδιώτες έκτισαν ναούς, ποιοί από αλαζονεία χρηματοδοτούσαν δημόσια θεάματα… Η ευσέβειά μου, σεβασμιώτατε, έφτασε στο σημείο να μην αφήσω σε ησυχία ούτε την τέφρα των βασιλιάδων τους. Εσκόρπισα στον άνεμο την τέφρα του Αγησιλάου, εισήλθα στον τάφο του Λυσάνδρου και ανεκάλυψα τον τάφο του Ορέστου».

Είναι πολύ πιθανόν εκείνη η ανεξήγητη μανία του Γάλλου ιερωμένου να αφανίσει τη Σπάρτη να είχε ως αίτίο της την ενημέρωσή του ότι στην περιοχή είχαν φθάσει και άλλοι ξένοι τυχοδιώκτες και αρχαιοκάπηλοι που ίσως επωφελούντο από τα ευρήματά του. Σε μία επιστολή του προς τον φίλο του Μπινό, αναφέρει την παρουσία στη Λακωνία ενός Άγγλου αρχαιοκάπηλου επ’ ονόματι Morrison, τον οποίο και περιγράφει ως «μέθυσο, βάρβαρο και αγροίκο» που έγινε έξαλλος όταν έμαθε ότι ο ιερωμένος τον είχε προλάβει. Ο Fourmont πάντως είχε την πλήρη προστασία των Τούρκων, αλλά και διαφόρων ισχυρών Ρωμιών «παραγόντων», όπως ο ιατρός του Μυστρά Ηλίας Δόξας, άνθρωπος της Εκκλησίας και φανατικός τουρκολάτρης και ο Μητροπολίτης Παρθένιος, ο οποίος, εξ ονόματος όλων των προκρίτων, απηύθυνε στον καταστροφέα της Αρχαίας Σπάρτης επαινετική επιστολή που, μεταξύ άλλων κολακειών, τον προσφωνεί «θειότατο» και «τρισμέγιστο» άνδρα.

Το τρομερό όργιο του αφανισμού των αρχαιοτήτων της Σπάρτης από τον Fourmont, έγινε ωστόσο γνωστό στο Παρίσι και οι προϊστάμενοί του έσπευσαν οργισμένοι να τον ανακαλέσουν τον Απρίλιο του 1730. Επιστρέψας ο βάνδαλος στη Γαλλία, εδέχθη δριμύτατες επιθέσεις από τους πνευματικούς κύκλους για το όργιο των καταστροφών, οι δε κριτικοί τον ετιμώρησαν με κάτι πολύ χειρότερο. Μη υπαρχόντων πλέον των πρωτοτύπων, η γνησιότητα του επιγραφικού καταγραφικού έργου του, που περιελάμβανε περίπου 2.600 επιγραφές, αμφισβητήθηκε εκ θεμελίων. Πολλοί εξέφρασαν την άποψη ότι ο Fourmont με την καταστροφή των επιγραφών είχε σκοπό να ανακατέψει πλαστές και γνήσιες χωρίς να αφήσει ίχνη. Η συλλογή του έπεσε σε πλήρη απαξία και τα χειρόγραφά του, τα ημερολόγια και οι επιγραφές κατετέθησαν αδόξως στα αρχεία της Βασιλικής Βιβλιοθήκης των Παρισίων.

Ο απόηχος των αγρίων καταστροφών του Fourmont στη Λακωνία υπήρξε τόσο αρνητικός που, όταν το 1801 ο Άγγλος περιηγητής Ντοντγουέλ προσεπάθησε να ερευνήσει για τη δράση του Γάλλου καταστροφέως με συγκέντρωση υλικού και αφηγήσεων, συνάντησε μία τρομερή δυσπιστία στον απλό λαό: «Ενώ αντέγραφα μερικές επιγραφές, βλέπω τον Μανουσάκη, έναν εντόπιο εργάτη, ν’ αναποδογυρίζει τα μάρμαρα και να τα κρύβει κάτω από τους θάμνους. Όταν τον ερώτησα τι σημαίνουν αυτά, μου εξήγησε ότι ήθελε να προφυλάξει τις επιγραφές, γιατί πριν πολλά χρόνια ένας Γάλλος μυλόρδος που ήλθε στη Σπάρτη, αφού ξεσήκωσε πολλές επιγραφές εξαφάνιζε με καλέμι τα γράμματά τους. Και πραγματικά μου έδειξε μεγάλες μαρμάρινες πλάκες από τις οποίες είχαν πελεκηθεί με βάρβαρο τρόπο οι επιγραφές».

ΑΒΒΑΣ ΦΟΥΡΜΟΝΤ: Ο ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΑΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΣΠΑΡΤΗΣ

Μichel fourmont:ο ανθρωπος που ισοπεδωσε την αρχαια σπαρτη. Όλες οι ανατριχιαστικες λεπτομεριες απο την δραση του Γαλλου ιερωμενου τον 17ο αιωνα μεσα απο αρχεια της εποχης και απο την αλληλογραφια του ιδιου!!!


ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (7.4.4-7.5.6)

[7.4.4] Ὁ δὲ καὶ γάμους ἐποίησεν ἐν Σούσοις αὑτοῦ τε καὶ τῶν ἑταίρων· αὐτὸς μὲν τῶν Δαρείου θυγατέρων τὴν πρεσβυτάτην Βαρσίνην ἠγάγετο, ὡς δὲ λέγει Ἀριστόβουλος, καὶ ἄλλην πρὸς ταύτῃ, τῶν Ὤχου θυγατέρων τὴν νεωτάτην Παρύσατιν. ἤδη δὲ ἦν αὐτῷ ἠγμένη καὶ ἡ Ὀξυάρτου τοῦ Βακτρίου παῖς Ῥωξάνη. [7.4.5] Δρύπετιν δὲ Ἡφαιστίωνι δίδωσι, Δαρείου παῖδα καὶ ταύτην, ἀδελφὴν τῆς αὑτοῦ γυναικός· ἐθέλειν γάρ οἱ ἀνεψιοὺς τῶν παίδων γενέσθαι τοὺς Ἡφαιστίωνος παῖδας· Κρατερῷ δὲ Ἀμαστρίνην τὴν Ὀξυάτρου τοῦ Δαρείου ἀδελφοῦ παῖδα· Περδίκκᾳ δὲ τὴν Ἀτροπάτου τοῦ Μηδίας σατράπου παῖδα ἔδωκεν· [7.4.6] Πτολεμαίῳ δὲ τῷ σωματοφύλακι καὶ Εὐμενεῖ τῷ γραμματεῖ τῷ βασιλικῷ τὰς Ἀρταβάζου παῖδας τῷ μὲν Ἀρτακάμαν, τῷ δὲ Ἄρτωνιν· Νεάρχῳ δὲ τὴν Βαρσίνης τε καὶ Μέντορος παῖδα· Σελεύκῳ δὲ τὴν Σπιταμένους τοῦ Βακτρίου παῖδα· ὡσαύτως δὲ καὶ τοῖς ἄλλοις ἑταίροις τὰς δοκιμωτάτας Περσῶν τε καὶ Μήδων παῖδας ἐς ὀγδοήκοντα. οἱ γάμοι δὲ ἐποιήθησαν νόμῳ τῷ Περσικῷ· [7.4.7] θρόνοι ἐτέθησαν τοῖς νυμφίοις ἐφεξῆς καὶ μετὰ τὸν πότον ἧκον αἱ γαμούμεναι καὶ παρεκαθέζοντο ἑκάστη τῷ ἑαυτῆς· οἱ δὲ ἐδεξιώσαντό τε αὐτὰς καὶ ἐφίλησαν· πρῶτος δὲ ὁ βασιλεὺς ἦρξεν· ἐν τῷ αὐτῷ γὰρ πάντων ἐγίγνοντο οἱ γάμοι. καὶ τοῦτο, εἴπερ τι ἄλλο, ἔδοξε δημοτικόν τε καὶ φιλέταιρον πρᾶξαι Ἀλέξανδρον. 

[7.4.8] οἱ δὲ παραλαβόντες ἀπῆγον τὴν αὑτοῦ ἕκαστος· προῖκας δὲ ξυμπάσαις ἐπέδωκεν Ἀλέξανδρος. καὶ ὅσοι δὲ ἄλλοι ἠγμένοι ἦσαν Μακεδόνες τῶν Ἀσιανῶν τινας γυναικῶν, ἀπογραφῆναι ἐκέλευσε καὶ τούτων τὰ ὀνόματα, καὶ ἐγένοντο ὑπὲρ τοὺς μυρίους, καὶ τούτοις δωρεαὶ Ἀλεξάνδρου ἐδόθησαν ἐπὶ τοῖς γάμοις.
[7.5.1] Καὶ τὰ χρέα ἐπιλύσασθαι τῆς στρατιᾶς ὅσοις χρέα ἦν ἐν καιρῷ οἱ ἔδοξε, καὶ κελεύει ἀπογράφεσθαι ὁπόσον ὀφείλει ἕκαστος, ὡς ληψομένους. καὶ τὰ μὲν πρῶτα ὀλίγοι ἀπέγραψαν σφῶν τὰ ὀνόματα δεδιότες ἐξ Ἀλεξάνδρου μὴ πεῖρα αὕτη εἴη καθειμένη, ὅτῳ οὐκ ἀποχρῶσα ἡ μισθοφορὰ τῶν στρατιωτῶν ἐστι καὶ ὅτῳ πολυτελὴς ἡ δίαιτα. [7.5.2] ὡς δὲ ἐξήγγελτο ὅτι οὐκ ἀπογράφουσι σφᾶς οἱ πολλοί, ἀλλ᾽ ἐπικρύπτουσιν ὅτῳ τι εἴη συμβόλαιον, τὴν μὲν ἀπιστίαν τῶν στρατιωτῶν ἐκάκισεν· οὐ γὰρ χρῆναι οὔτ᾽ οὖν τὸν βασιλέα ἄλλο τι ἢ ἀληθεύειν πρὸς τοὺς ὑπηκόους, οὔτε τῶν ἀρχομένων τινὰ ἄλλο τι ἢ ἀληθεύειν δοκεῖν τὸν βασιλέα. [7.5.3] καταθεὶς δὲ τραπέζας ἐν τῷ στρατοπέδῳ καὶ ἐπὶ τούτων χρυσίον καὶ τοὺς ἐπιμελησομένους τῆς δόσεως ἑκάστοις, ὅστις συμβόλαιον ἐπεδείκνυτο, ἐπιλύεσθαι τὰ χρέα ἐκέλευεν οὐκ ἀπογραφομένους ἔτι τὰ ὀνόματα. καὶ οὕτω δὴ ἐπίστευσάν τε ἀληθεύειν Ἀλέξανδρον καὶ σὺν χάριτι μείζονι ἐγίγνετο αὐτοῖς τὸ μὴ γνωσθῆναι μᾶλλόν τι ἢ τὸ παύσασθαι ὀφείλοντας. λέγεται δὲ γενέσθαι ἡ δόσις αὕτη τῇ στρατιᾷ ἐς τάλαντα δισμύρια.
[7.5.4] Ἔδωκεν δὲ καὶ δῶρα ἄλλοις ἄλλα, ὅπως τις κατ᾽ ἀξίωσιν ἐτιμᾶτο ἢ κατ᾽ ἀρετὴν εἴ τις ἐπιφανὴς ἐγεγόνει ἐν τοῖς κινδύνοις. καὶ ἐστεφάνωσε χρυσοῖς στεφάνοις τοὺς ἀνδραγαθίᾳ διαπρέποντας, πρῶτον μὲν Πευκέσταν τὸν ὑπερασπίσαντα, [7.5.5] ἔπειτα Λεοννάτον, καὶ τοῦτον ὑπερασπίσαντα, καὶ διὰ τοὺς ἐν Ἰνδοῖς κινδύνους καὶ τὴν ἐν Ὤροις νίκην γενομένην, ὅτι παραταξάμενος σὺν τῇ ὑπολειφθείσῃ δυνάμει πρὸς τοὺς νεωτερίζοντας τῶν τε Ὠρειτῶν καὶ τῶν πλησίον τούτων ᾠκισμένων τῇ τε μάχῃ ἐκράτησε καὶ τὰ ἄλλα καλῶς ἔδοξε τὰ ἐν Ὤροις κοσμῆσαι. [7.5.6] ἐπὶ τούτοις δὲ Νέαρχον ἐπὶ τῷ περίπλῳ τῷ ἐκ τῆς Ἰνδῶν γῆς κατὰ τὴν μεγάλην θάλασσαν ἐστεφάνωσε· καὶ γὰρ καὶ οὗτος ἤδη ἀφιγμένος ἐς Σοῦσα ἦν· ἐπὶ τούτοις δὲ Ὀνησίκριτον τὸν κυβερνήτην τῆς νεὼς τῆς βασιλικῆς· ἔτι δὲ Ἡφαιστίωνα καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς σωματοφύλακας.

***
[7.4.4] Στα Σούσα ο Αλέξανδρος τέλεσε γάμους, και δικούς του και των εταίρων· ο ίδιος πήρε ως σύζυγο την Βαρσίνη, τη μεγαλύτερη από τις κόρες του Δαρείου, και όπως αναφέρει ο Αριστόβουλος, εκτός από αυτήν πήρε και άλλη, την Παρύσατη, τη νεότερη από τις κόρες του Ώχου. Πρωτύτερα είχε νυμφευθεί και τη Ρωξάνη, την κόρη του Οξυάρτη του Βακτριανού. [7.4.5] Στον Ηφαιστίωνα έδωσε την Δρύπετη που ήταν και αυτή κόρη του Δαρείου και αδερφή της γυναίκας του, γιατί ήθελε τα παιδιά του Ηφαιστίωνα να είναι πρώτα εξαδέρφια των παιδιών του· στον Κρατερό έδωσε την Αμαστρίνη, την κόρη του Οξυάρτη, του αδελφού του Δαρείου, και στον Περδίκκα την κόρη του Ατροπάτη, του σατράπη της Μηδίας· [7.4.6] στον Πτολεμαίο, τον σωματοφύλακα, και στον Ευμένη, τον βασιλικό γραμματέα, τις κόρες του Αρτάβαζου, στον ένα την Αρτακάμα και στον άλλο την Άρτωνη· στον Νέαρχο την κόρη της Βαρσίνης και του Μέντορα και στον Σέλευκο την κόρη του Σπιταμένη του Βακτριανού. Κατά τον ίδιο τρόπο έδωσε και στους άλλους εταίρους τις ευγενέστερες κόρες των Περσών και των Μήδων, ογδόντα περίπου τον αριθμό. Οι γάμοι έγιναν σύμφωνα με τα περσικά έθιμα. [7.4.7] Τοποθετήθηκαν στη σειρά καθίσματα για τους γαμπρούς και μετά το γαμήλιο συμπόσιο ήρθαν οι νύφες και κάθισε η καθεμιά δίπλα στον μνηστήρα της· εκείνοι τις έπιασαν από το χέρι και τις φίλησαν. Πρώτος άρχισε ο βασιλιάς, γιατί οι γάμοι όλων έγιναν ταυτόχρονα. Η πράξη αυτή του Αλεξάνδρου, περισσότερο από κάθε άλλη, θεωρήθηκε ευπρόσδεκτη και φιλική προς τους εταίρους.
[7.4.8] Οι γαμπροί παρέλαβαν τις νύφες και έφυγαν ο καθένας για το κατάλυμά τους. Ο Αλέξανδρος τις προίκισε όλες. Διέταξε επίσης να καταγραφούν τα ονόματα και των άλλων Μακεδόνων, όσοι είχαν πάρει ασιάτισσες γυναίκες· ο αριθμός τους ξεπέρασε τις δέκα χιλιάδες. Ο Αλέξανδρος έδωσε και σε αυτούς γαμήλια δώρα.
[7.5.1] Θεώρησε επίσης κατάλληλη τη στιγμή να εξοφλήσει τα χρέη σε όσους στρατιώτες όφειλαν χρήματα και διέταξε να καταγραφούν πόσα οφείλει ο καθένας για να τα λάβει. Στην αρχή μόνο λίγοι έγραψαν τα ονόματά τους, επειδή είχαν φοβηθεί μήπως ήταν αυτή μια προσπάθεια του Αλεξάνδρου να μάθε σε ποιόν ο μισθός του στρατιώτη δεν επαρκούσε και σε ποιόν από αυτούς η πολυτέλεια ήταν τρόπος ζωής. [7.5.2] Όταν όμως τον πληροφόρησαν ότι οι περισσότεροι στρατιώτες δεν έγραψαν τα ονόματά τους και ότι όσοι είχαν χρεωστικά συμβόλαια τα απέκρυπταν, κάκισε τη δυσπιστία των στρατιωτών· δεν πρέπει, πρόσθεσε, ούτε ο βασιλιάς να λέει στους υπηκόους του τίποτα άλλο εκτός από την αλήθεια ούτε κανένας από τους υπηκόους του να νομίζει ότι ο βασιλιάς λέει κάτι διαφορετικό από την αλήθεια. [7.5.3] Και αφού τοποθέτησε τραπέζια μέσα στο στρατόπεδο με χρυσά νομίσματα επάνω σε αυτά και όρισε εκείνους που θα φρόντιζαν για τη διανομή των χρημάτων στον καθένα, διέταξε να εξοφλούν τα χρέη σε όποιον έδειχνε το χρεωστικό του συμβόλαιο, χωρίς πλέον να καταγράφουν ονόματα. Έτσι, λοιπόν, πίστεψαν ότι ο Αλέξανδρος έλεγε την αλήθεια και του αναγνώρισαν μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη γιατί δεν έγιναν γνωστά τα ονόματά τους, παρά γιατί εξόφλησε τα χρέη τους. Λένε ότι η παροχή αυτή στον στρατό έφθασε περίπου σε είκοσι χιλιάδες τάλαντα.
[7.5.4] Έδωσε επίσης άλλα δώρα σε άλλους ανάλογα με την εκτίμηση που έχαιρε ο καθένας ή την ανδρεία που είχε επιδείξει στους κινδύνους. Και στεφάνωσε με χρυσά στεφάνια όσους διακρίθηκαν για τη γενναιότητά τους· πρώτον στεφάνωσε τον Πευκέστα, ο οποίος τον είχε καλύψει με την ασπίδα· [7.5.5] ύστερα τον Λεοννάτο, ο οποίος τον είχε καλύψει επίσης με την ασπίδα και για τους κινδύνους που διέτρεξε στην Ινδία και τη νίκη που πέτυχε στα Ώρα, γιατί με τις δυνάμεις που έμειναν πίσω αντιμετώπισε τους Ωρείτες που επαναστάτησαν, καθώς και εκείνους που κατοικούσαν κοντά τους και τους νίκησε στη μάχη και αποδείχθηκε ότι τακτοποίησε σωστά όλα τα σχετικά με τα Ώρα. [7.5.6] Μετά από αυτούς στεφάνωσε τον Νέαρχο για το παράκτιο ταξίδι του από τη χώρα των Ινδών στη μεγάλη θάλασσα, γιατί και ο Νέαρχος είχε στο μεταξύ φθάσει στα Σούσα. Μετά στεφάνωσε και τον Ονησίκριτο, τον κυβερνήτη του βασιλικού πλοίου, και ακόμη τον Ηφαιστίωνα και τους άλλους σωματοφύλακες.