Σάββατο 21 Απριλίου 2018

ΑΙΣΩΠΟΣ - Μῦθοι (315.1-319.1)

Από τη συλλογή μύθων του Αφθόνιου (μῦθοι Ἀφθονίου ῥήτορος)

315. ΜΥΘΟΣ ‹Ο› ΤΩΝ ΙΚΤΙΝΩΝ ΚΑΙ ΚΥΚΝΩΝ ΠΑΡΑΙΝΩΝ ΜΗ ΜΙΜΕΙΣΘΑΙ ΤΑ ΜΗ ΠΡΟΣΗΚΟΝΤΑ
[315.1] ὅσην τοῖς κύκνοις ἡ φύσις ᾠδήν, τοσαύτην ἰκτίνοις παρέσχε τὸ πρότερον. ἵππων δὲ χρεμετιζόντων ἀκούσαντες εἰς ἔρωτα ἧκον τῆς ἐκείνων φωνῆς καὶ μιμεῖσθαι πειρώμενοι συναποβάλλουσιν ἃ εἶχον, οἷς μαθεῖν ἐπετήδευον. χρεμετίζειν μὲν γὰρ οὐκ ἔμαθον, ᾄδειν δὲ ἐπελάθοντο.
φέρει τῶν προσόντων τὴν στέρησιν ἡ τοῦ μὴ προσήκοντος μίμησις.

316. ΜΥΘΟΣ Ο ΤΟΥ ΙΞΕΥΤΟΥ ΠΑΡΑΙΝΩΝ ΜΗ ΛΟΓΟΙΣ ΠΡΟΣΕΧΕΙΝ ΑΛΛ᾽ ΕΡΓΟΙΣ
[316.1] ἰξευτὴς τέττιγος ἀκούσας μέγα τι θηράσειν ἐδόκει. μετρεῖ δὲ τὴν θήραν ἐκ τῆς ᾠδῆς παρερχόμενος. ὡς δὲ τὴν τέχνην κινήσας εἷλε τὸ θήραμα, ᾠδῆς μὲν πλέον οὐδὲν ἐκομίσατο, κατῃτιᾶτο δὲ τὴν δόξαν ὡς ψευδῆ τοῖς πολλοῖς κρίσιν ἐπάγουσαν.
οὕτως φαῦλοι δοκοῦσι μᾶλλον ἤπερ γεγόνασι.

317. ΜΥΘΟΣ Ο ΤΗΣ ΑΙΓΟΣ ΠΑΡΑΙΝΩΝ ΜΗ ΚΡΥΠΤΕΙΝ ΤΑ ΠΡΟΔΗΛΑ
[317.1] αἶγα ἀποστᾶσαν ἀγέλης ἐπανάγειν αἰπόλος ἐπειρᾶτο πρὸς τὰς λοιπάς. ὡς δὲ φωναῖς καὶ συριγμοῖς χρώμενος οὐδὲν μᾶλλον ἤνυεν, λίθον ἀφεὶς καὶ τοῦ κέρως τυχὼν ἐδεῖτο τῷ δεσπότῃ μὴ κατειπεῖν. ἡ δὲ «ἀνούστατε», εἶπεν, «αἰπόλων, τὸ κέρας κεκράξεται, κἂν ἐγὼ σιωπήσωμαι».
οὕτω λίαν εὐήθεις οἱ τὰ πρόδηλα κρύπτειν ἐθέλοντες.

318. ΜΥΘΟΣ Ο ΤΟΥ ΟΝΟΥ ΠΑΡΑΙΝΩΝ ΜΗ ΚΑΚΟΥΣ ΕΥ ΠΟΙΕΙΝ
[318.1] ὄνος ἐζήτει τὸν ἰασόμενον ἐμπαρέντος αὐτοῦ τῷ ποδὶ σκόλοπος. κατοκνούντων δὲ τῶν πολλῶν μόνος ὁ λύκος ὑπισχνεῖτο τὴν ἴασιν καὶ τοῖς ὀδοῦσιν ἐξαιρεῖται † τοῦ πάθους. ὁ δὲ τῷ σωθέντι ποδὶ τὸν ἰασάμενον ἔπληττεν.
οὕτως οἱ πονηροὶ χάριτος ἀμοιβὰς ἀντεισφέρονται βλάβας.

319. ΜΥΘΟΣ Ο ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΠΑΡΑΙΝΩΝ ΜΗ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΕΙΝ ΑΔΥΝΑΤΑ
[319.1] ἡ μήτηρ πρὸς τὸν καρκίνον· «τί δὴ λοξή, ἥν, ὦ παῖ, βαδίζεις ὁδόν, ὀρθὴν ἰέναι προσῆκον;» ὁ δὲ πρὸς αὐτήν· «ἡγοῦ τῆς ὁδοῦ, ὦ μῆτερ, καὶ πρὸς αὐτὴν βαδίζειν πειράσομαι». τῆς δὲ βαδίζειν ἀπορούσης ὀρθῶς κατήγορος ὁ παῖς τῆς παρανοίας ἐγένετο.
ῥᾷον παραινεῖν, ἃ πονεῖν ὑπῆρξεν ἀδύνατον.

***
315. Μύθος για τα γεράκια και τους κύκνους.
Διδάσκει να μην πασχίζουμε να μιμηθούμε όσα δεν μας ταιριάζουν.
[315.1] Ξέρετε για το τραγούδι που έχει χαρίσει η φύση στους κύκνους; Λοιπόν, με το ίδιο ακριβώς είχε προικίσει αρχικά τα γεράκια. Έλα όμως που αυτά αφουγκράστηκαν μια φορά τα άλογα να χλιμιντρίζουν και ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα τον δικό τους ήχο. Βάλθηκαν λοιπόν να τον μιμηθούν, και φυσικά καταλαβαίνετε τί έπαθαν: εκτός του ότι απέτυχαν σε αυτό που καταγίνονταν να διδαχτούν, έχασαν από πάνω και όσα είχαν. Με άλλα λόγια, όχι μόνο δεν έμαθαν ποτέ να χλιμιντρίζουν, αλλά αντίθετα λησμόνησαν και το δικό τους φυσικό τραγούδισμα.
Δίδαγμα: Άμα πας να μιμηθείς ό,τι δεν σου πηγαίνει, θα στερηθείς ακόμη και αυτά που έχεις.

316. Μύθος για τον κυνηγό των πουλιών.
Διδάσκει να δίνουμε σημασία όχι στα λόγια αλλά στα έργα.
[316.1] Ήταν μια φορά ένας κυνηγός πουλιών που πήρε το αυτί του το τζιτζίκι να λαλεί. Νόμισε, λοιπόν, ο άνθρωπος ότι του παρουσιαζόταν ευκαιρία να τσακώσει κανένα σπουδαίο κομμάτι. Βλέπετε, έκανε το λάθος να λογαριάζει το μέγεθος του θηράματος από την ένταση του ήχου του. Μια και δυο, που λέτε, έβαλε σε ενέργεια τα σύνεργά του και αιχμαλώτισε τη λεία του. Και τότε βέβαια αντιλήφθηκε ότι το πλάσμα που είχε πιάσει δεν ήταν παρά σκέτο τραγούδι — άλλη αξία δεν είχε. Έτσι, απέμεινε να καταριέται την ώρα που πίστεψε στις επιφανειακές εντυπώσεις. Αυτές είναι τωόντι που παρασύρουν τον κόσμο σε λανθασμένα συμπεράσματα.
Δίδαγμα: Οι τιποτένιοι μπορεί να φαντάζουν πιο σπουδαίοι από όσο είναι στην πραγματικότητα.

317. Μύθος για την κατσίκα.
Διδάσκει να μην πασχίζουμε να κουκουλώσουμε τα ολοφάνερα.
[317.1] Κάποτε μια κατσίκα ξεστράτισε από το κοπάδι της, και το τσοπανόπουλο πάσχιζε να τη φέρει πίσω, κοντά στις υπόλοιπες. Έλα όμως που δεν κατάφερνε τίποτε ούτε με τα σαλαγίσματα ούτε με τα σφυρίγματα που έβγαζε. Στο τέλος, λοιπόν, της πέταξε μια πέτρα και την πέτυχε διάνα, σπάζοντας ένα από τα κέρατά της. Τότε βάλθηκε να την παρακαλάει: «Ψιτ, εσύ, μην τυχόν και πεις τίποτε στο αφεντικό». Η κατσίκα, βέβαια, τον αποπήρε: «Καλά, βρε παλιόβλαχε, τόσο ντιπ χαζός είσαι; Ας πούμε πως εγώ δεν βγάζω άχνα. Το κέρατο το ίδιο δεν θα το φωνάζει από μόνο του, θαρρείς;».
Τόσο ανόητοι είναι όσοι γυρεύουν να κουκουλώσουν κάτι που είναι φως φανάρι.

318. Μύθος για τον γάιδαρο.
Διδάσκει να μην κάνουμε καλό σε αχρείους ανθρώπους.
[318.1] Μια φορά ο γάιδαρος γύρευε να βρει γιατρό — βλέπετε, του είχε μπηχτεί γαϊδουράγκαθο μέσα στο ποδάρι. Οι πιο πολλοί, όμως, δίσταζαν να τον αναλάβουν. Μονάχα ο λύκος εγγυήθηκε πως θα τον θεραπεύσει, και πράγματι τράβηξε το αγκάθι με τα δόντια του και τον ξαλάφρωσε από τον πόνο. Και τί νομίζετε πως έκανε τότε το γαϊδούρι; Με το ίδιο το γιατρεμένο του ποδάρι βάλθηκε να βαράει τον θεραπευτή του.
Τέτοιοι είναι και οι κακόψυχοι άνθρωποι: Κάνε τους καλό, και για ανταμοιβή θα σου προξενήσουν ζημιές.

319. Μύθος για τον κάβουρα.
Διδάσκει να μη δίνουμε ανώφελες συμβουλές.
[319.1] Νά τί είπε κάποτε η μαμά καβουρίνα στον γιο της: «Βρε παιδί μου, τί κακό και αυτό με σένα! Γιατί περπατάς έτσι στραβά στον δρόμο; Το σωστό είναι να τραβάς ίσια μπροστά». Ο μικρός ο κάβουρας τότε της απάντησε: «Ό,τι πεις, μαμάκα μου. Μόνο πήγαινε εσύ πρώτη, να μου δείχνεις τον ίσιο δρόμο, και εγώ θα βάλω τα δυνατά μου να ακολουθήσω στα χνάρια σου». Φυσικά, ούτε η καβουρίνα ήταν σε θέση να προχωρήσει ευθεία προς τα εμπρός. Εύστοχα, λοιπόν, την πείραξε ο γιος της για τον παραλογισμό της.
Βλέπετε, είναι πολύ εύκολο να δίνει κανείς ορμήνιες για όσα δεν μπόρεσε να φέρει σε πέρας ο ίδιος.

Είναι δύσκολο να αποχαιρετήσεις το οικείο, αλλά εκεί κρύβεται η ελευθερία

Μου μιλάς για ελευθερία την ίδια στιγμή που θέλεις να με εγκλωβίσεις εκεί, όπου ανάσα δεν παίρνω. Μου λες ότι σου μοιάζω κι εγώ σε κοιτάζω στα μάτια και σου λέω, «Εγώ δεν είμαι εσύ!», «Είμαι εγώ!» Με μεγάλωσες κάνοντάς με να πιστέψω τις δικές σου ανάγκες για δικές μου. Με έμαθες να είμαι το καλό παιδί για όλους και χωρίς να το καταλάβω έγινα το κακό παιδί για μένα.

Πέρασαν τα χρόνια για να καταλάβω ότι η ζωή μου ήταν μια αναπαραγωγή της δικής σου, πασπαλισμένη με έντονα συναισθήματα, πάθη, έρωτες, δράματα. Πέρασαν τα χρόνια για να καταλάβω ότι με είχες καταδικάσει από άγνοια να μη χαίρομαι, να μη ζω. Μια μέρα με συνάντησα μπροστά στον καθρέπτη μου και μου ζήτησε να ξανασυστηθώ. Μου ζήτησε να σπάσω τις αλυσίδες!
Σάστισα! Άκουσα μέσα μου ένα κρακ… κάτι έσπασε με κρότο… και κλάματα άρχισαν να κυλάνε από τα μάτια μου. Πήρα μια φωτογραφία σου και άρχισα να σου λέω… «Εγώ δεν είμαι εσύ!» Συνέχεια, συνέχεια να επαναλαμβάνω δυνατά και με ένταση στην αναπνοή, την ίδια φράση μέχρι που την ένιωσα στο πετσί μου…

«Εγώ δεν είμαι εσύ! Είμαι εγώ!…» Kι εκεί άρχισα να ανασαίνω πιο ρυθμικά, σιγά σιγά όλο και πιο ήρεμα, πιο σιγά, μέχρι που ένιωσα να ηρεμώ τελείως. Τότε έσφιξα τη φωτογραφία σου πάνω μου σα να έσφιγγα εσένα. Τότε ένιωσα να σε αγαπάω από την αρχή γιατί ένιωσα να αγαπάω και να αποδέχομαι εμένα! Τότε ένιωσα να αρχίζω να με καταλαβαίνω και να καταλαβαίνω κι εσένα. Τότε άρχισα να γαληνεύω με τα μέσα μου και να γαληνεύω μαζί σου.

Άρχισα να συνειδητοποιώ ότι ήρθε η ώρα να τελειώσουν οι στείρες επαναλήψεις της ζωής μου, γιατί τελείωσε η άγνοιά μου. Και τότε άρχισα να ζω και να χαίρομαι! Αρχισα να αναλαμβάνω την ευθύνη της ζωής μου και του εαυτού μου! Άρχισα να νιώθω ελεύθερος!

Είναι δύσκολο να αποχαιρετήσεις το οικείο και επαναλαμβανόμενο μοτίβο της ζωής σου μέχρι τη μέρα που θα ξημερώσει και θα καταλάβεις ότι είσαι έτοιμος. Τότε, καταλαβαίνεις πως το κρακ αυτό που ένιωσες, ο πόνος αυτός που βίωσες ήταν για να απελευθερωθείς από τις αλυσίδες σου. Τότε συνειδητοποιείς, πως πίσω από τον πόνο που ένιωσες όταν έσπασες το καλούπι… πίσω από αυτόν τον πόνο που σε διαφοροποιεί από «εκείνους» κρύβεται αυτό που ζητάς, και λέγεται ελευθερία!

Αφιερωμένο σε αυτούς που θέλουν και είναι έτοιμοι να σπάσουν τις αλυσίδες τους.

Η δημοκρατία γεννήθηκε κατά λάθος

Το ιδανικό του Σόλωνα, που έζησε από το 639 μέχρι το 559, δηλαδή 80 χρόνια, ήταν η ευνομία. Όπως όλοι οι καλοπροαίρετοι ιδεαλιστές, έτσι και ο Σόλωνας πίστευε πως αρκεί να υπάρξουν καλοί και δίκαιοι νόμοι για να πάει, αν όχι καλά, τουλάχιστον καλύτερα ο κόσμος. (Όλα τα επίθετα είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούνται στο συγκριτικό βαθμό: Δεν υπάρχει καλό καθαυτό, υπάρχει όμως καλύτερο, που σημαίνει καλύτερο σε σύγκριση με κάτι άλλο που είναι λιγότερο καλό. Η διαλεκτική αρχίζει με την κατανόηση της σημασίας του συγκριτικού βαθμού των επιθέτων).

Ωστόσο, είναι φανερό πως δεν αρκεί να υπάρχουν καλοί νόμοι, όταν δεν ισχύουν εξίσου για όλους. Αυτό το ιδανικό, της ισότητας όλων απέναντι στους νόμους, ο Σόλων δεν το γνωρίζει και τόσο καλά. Εντούτοις, η έννοια της ισονομίας (της ισότητας απέναντι στο νόμο) θα προκόψει από την ευνομία: Η ισότητα όλων απέναντι σε κακούς νόμους δεν έχει νόημα. Με τους διαδόχους, τρόπον τινά, του Σόλωνα, τον Πεισίστρατο, τον Κλεισθένη και τον Θεμιστοκλή, η ιδέα της ισονομίας θα εδραιώνεται ολοένα και περισσότερο, και διά της ισονομίας που αρχίζει με τη σολώνεια ευνομία, οι Αθηναίοι θα καταλήξουν στη δημοκρατία.
 
Βέβαια, η ισονομία δεν παρέχει στέρεα βάση για μια δημοκρατία διάρκειας. Διότι η έννοια της ισονομίας εμπεριέχει γερή δόση ιδεαλισμού: Η ισότητα απέναντι στους νόμους είναι κάτι το αφηρημένο, που είναι δύσκολο να παράγει συγκεκριμένα αποτελέσματα, αν δεν υπάρξουν θεσμοί που να κάνουν τους νόμους όντως σεβαστούς από όλους. Αλλά και οι θεσμοί είναι κάτι το αφηρημένο: Αλλάζουν όταν αλλάζουν οι πραγματικές, υλικές συνθήκες μιας κοινωνίας και συμπαρασύρουν στην αλλαγή και τους νόμους που πρέπει να αλλάξουν. Και άλλαξε και ξανάλλαξε τους νόμους για να τους προσαρμόσεις στις αλλαγμένες συνθήκες, τους κάνεις τελικά φυσαρμόνικα, που παίζει στο σκοπό που σφυράν οι συνθήκες.
 
Μ’ άλλα λόγια, δεν είναι οι νόμοι που αλλάζουν τον κόσμο, είναι ο αλλαγμένος κόσμος που αλλάζει τους νόμους. Παρά ταύτα, ο νομικισμός, δηλαδή η ιδεαλιστική πίστη στη αξία και τη σημασία του νόμου, πιστεύει ακράδαντα πως ο κόσμος δεν πάει καλά διότι οι νόμοι δεν είναι καλοί, ή διότι δεν εφαρμόζονται καλά. Παρά τις τιτάνιες προσπάθειες της σπουδαίας νομικής επιστήμης, οι καλοί νόμοι συνεχίζουν να υπάρχουν μέσα σ’ έναν κακό κόσμο, που μόλις και μετά βίας τον φέρνουν σε λογαριασμό διά του καταναγκασμού και της ποινής.
 
Στην ταξική κοινωνία η πραγματική ισονομία είναι απολύτως αδύνατη. Πάντα κάποιοι, οι οικονομικά ισχυρότεροι, θα ευνοούνται περισσότερο από τους νόμους, και πάντα κάποιοι άλλοι, οι οικονομικά ασθενέστεροι, θα ευνοούνται λιγότερο, ή και καθόλου, από τους ίδιους ακριβώς «δίκαιους» νόμους. Η δικαιοσύνη δεν είναι πρόβλημα νομικό, είναι πρόβλημα οικονομικό.
 
Πάρα ταύτα, η σχετική αυτονομία του εποικοδομήματος από την οικονομική βάση μπορεί όντως να οδηγήσει σε μια πρόσκαιρη ισονομία. Και η πιο μακρόχρονη, πλήρης αλλά πρόσκαιρη ισονομία που εμφανίστηκε ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία, είναι αυτή που πέτυχαν οι Αθηναίοι στα πενήντα μόνο χρόνια της ακμής της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. (Δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως τα θαύματα δεν είναι για να διαρκούν. Αν διαρκούσαν δεν θα ήταν θαύματα). Όμως, σ’ αυτά τα πενήντα χρόνια της ακμής της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, η ισονομία είναι μια συγκλονιστική πραγματικότητα, που δεν πρέπει να τολμήσουμε να την επαναλάβουμε, διότι εμφανίστηκε κάτω από εντελώς ειδικές και συγκεκριμένες συνθήκες, που δεν αναπαράγονται.
Οι νόμοι μπορούν να αναπαραχθούν, όχι όμως και οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που τους δημιούργησαν. Οι νόμοι δεν λειτουργούν αυτονομημένοι από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, αφού είναι δημιουργήματα αυτών των συνθηκών. Η πίστη στην αυτόνομη αξία των νόμων είναι καθαρός ιδεαλισμός, κατάλληλος μόνο για αφελείς δικαστές που δύσκολα υποπτεύονται πως είναι κι αυτοί υπηρέτες της άρχουσας τάξης.
Ας δούμε, λοιπόν, ποιες ήταν οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στην Αθήνα, στην εποχή του Σόλωνα, που τον οδήγησαν να φτιάξει αυτούς τους συγκεκριμένους νόμους και όχι άλλους, που ενδεχομένως θα έφτιαχνε ένας άλλος, σε άλλη εποχή και για άλλο λαό, που θα ζούσε κάτω από άλλες συνθήκες και συνεπώς θα είχε άλλες προοπτικές.

Όμως πριν φτάσουμε στην ισονομία της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, ας δούμε πρώτα την ευνομία, που είναι μια έννοια που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, χάρη στην ιδιοφυΐα του Σόλωνα. (Ο ρόλος της προσωπικότητας στην Ιστορία είναι τεράστιος, αλλά καμιά προσωπικότητα δεν μπορεί να παίξει το ρόλο της έξω από τη συγκεκριμένη εποχή και τις ειδικές συνθήκες που την ανέδειξαν).
 
Λοιπόν, μέχρι τον 8ο αλλά και μεγάλο μέρος του 7ου αιώνα, η Ιστορία των Αθηνών δεν είναι η Ιστορία μιας πόλης-κράτους, αλλά η Ιστορία των αριστοκρατικών γενών: των Αλκμαιωνιδών, των Μεδοντιδών, των Ετεοβουτάδων, των Λυκομιδών, των Φαλαϊδών και άλλων.
 
Οι τυπικά ελληνικές καταλήξεις σε -ίδης και -άδης των επιθέτων σημαίνουν «γιος του…» και συνεπώς δηλώνουν το γένος στο οποίο ανήκει κανείς. Όπως το αρχαίο Αλκμαιωνίδης σημαίνει «ο ανήκων στο γένος των Αλκμαιωνιδών», έτσι και το νέο Μιχαηλίδης π.χ. σημαίνει «ο ανήκων στο γένος των Μιχαηλίδη-δων», δηλαδή αυτών που είχαν κοινό πρόγονο κάποιον Μιχαήλ ή Γαβριήλ ή Ραφαήλ ή όποιο άλλο λιγότερο βιβλικό πρόσωπο.
 
Σημειώνουμε, με την ευκαιρία, πως η κατάληξη -ηλ είναι τυπικότατα εβραϊκή, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως όταν πριν από την ελληνική κατάληξη -ίδης υπάρχει η εβραϊκή κατάληξη -ηλ, το περί ου ο λόγος πρόσωπο είναι… εβραϊκής καταγωγής. Το χριστιανικό εορτολόγιο είναι γεμάτο από εβραϊκά ονόματα και αν η Μιριάμ (όχι Μαριάμ, που είναι και αυτό ελληνικό), που στα εβραϊκά σημαίνει δάκρυ, έγινε επί το ελληνικότερο Μαρία, δεν παύει να είναι η παλιά Μιριάμ ντυμένη… ελληνικά. Αυτά για όσους ηλίθιους λένε πως λέω αυτά που λέω διότι, όπως… μαρτυράει το όνομα μου, είμαι… Εβραίος, και μάλιστα σιωνιστής! Η ελληνική εκδοχή της μωρίας παραμένει συνυφασμένη με την ελληνική εκδοχή της αμάθειας. Και το μείγμα μωρίας και αμάθειας είναι άκρως εκρηκτικό και συνεπώς επικίνδυνο.
 
Οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους διαμεσολαβούνται από τη σχέση του κάθε ανθρώπου, ή μιας ομάδας ανθρώπων, με τα πράγματα. Και είναι αλλοτριωμένες ακριβώς γι’ αυτό: Ανάμεσα στους ανθρώπους παρεμβαίνουν πράγματα, που εμποδίζουν την απευθείας επαφή ανθρώπου με άνθρωπο και αποξενώνουν (κάνουν αλλότριο, ξένον, άλλον) τον άνθρωπο για τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό και μόνο είναι το ουσιαστικά καινούριο που έφερε ο μαρξισμός στη μελέτη των ανθρώπινων σχέσεων.
 
Kανείς δεν είχε υποπτευθεί ότι οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους διαμεσολαβούνται από τα πράγματα. Συνεπώς, πρέπει να γίνει μια δουλειά πάνω στα πράγματα, ώστε να μην καταστρέφονται οι ανθρώπινες σχέσεις από την επιθυμία κατοχής των πραγμάτων, που λέγεται «ιδιοκτητικό συναίσθημα» (ή ένστικτο, κατά μια άποψη λιγότερο ορθή επιστημονικά). Φυσικά, η κατοχή γης ήταν και παραμένει η βασική επιθυμία κάθε ανθρώπου με έντονο ιδιοκτητικό συναίσθημα. Και η γη είναι το κατ’ εξοχήν «πράγμα», γιατί δεν μετακινείται και η επιφάνειά της ούτε μεγαλώνει ούτε μικραίνει. Είναι μια «σταθερή αξία».
 
Στην προσολώνεια Αθήνα, ολόκληρη η γη ανήκε στα αριστοκρατικά γένη. Οι μικροκτηματιές χωριάτες, και κυρίως οι θήτες, δηλαδή οι ακτή μονές χωρικοί και οι εργάτες, όπως θα λέγαμε σήμερα, μπορούσαν να νοικιάσουν χωράφια από τους κτηματίες και να τα καλλιεργήσουν, δίνοντάς τους όμως το ένα έκτο της ετήσιας παραγωγής. Τούτοι οι ενοικιαστές γης λέγονταν εκτήμοροι. Όπως ήταν φυσικό, το να κάθεσαι και να εισπράττεις άκοπα το ένα έκτο της σοδειάς είναι μια τόσο φανερή αδικία, που μπορεί να οδηγήσει σε αιματηρές κοινωνικές ταραχές.
 
Ο Σόλων το κατάλαβε αυτό. Και για να γλιτώσει τους αριστοκράτες, στους οποίους ανήκε, από τα χειρότερα, τους έπεισε πως πρέπει να μην υπάρχουν εκτήμοροι και συνεπώς, όσα κτήματα δεν μπορούσαν να τα καλλιεργήσουν οι ίδιοι οι αριστοκράτες με τους δούλους τους, έπρεπε να δίνονται στους ακτήμονες. Είναι η πρώτη γνωστή στην Ιστορία «αγροτική μεταρρύθμιση» και η πρώτη μεγάλη απόφαση (θα ακολουθήσουν κι άλλες, όπως θα δούμε) του «πρώτου πολιτικού της ευρωπαϊκής Ιστορίας», όπως χαρακτήρισαν τον Σόλωνα.

Αλλά ο Σόλων δεν ενεργεί από μεγαλοθυμία. Ενεργεί από σύνεση. Βλέπει πως η κοινωνική αναταραχή έχει φτάσει στα όρια της εξέγερσης και προσπαθεί να την προλάβει. Όμως, την κοινωνική αναταραχή δεν την προετοίμαζαν τόσο οι ακτήμονες θήτες και οι φτωχοί μικροκτηματίες, που έτσι κι αλλιώς τα βόλευαν και δεν ήταν άλλωστε δούλοι, αλλά οι ίδιοι οι δούλοι. Όμως οι δούλοι δεν ήταν ούτε εχθροί, ούτε ξένοι. Ήταν οι πρώην ελεύθεροι Αθηναίοι, που γίνονταν δούλοι του κτηματία, όταν δεν μπορούσαν να ξεπληρώσουν τα προς αυτόν χρέη τους. Τούτο το τρομερό γεγονός η αστική ιστοριογραφία το περνάει στα γρήγορα. Προφανώς οι αστοί ιστορικοί ντρέπονται να πουν πως Έλληνες ήταν και οι δούλοι και πως στην κατάσταση της δουλείας μπορούσε να περιπέσει ο οποιοσδήποτε ακτήμονας.
 
Η ζωή του Σόλωνα, λοιπόν, συμπίπτει με μια περίοδο κρίσης, που προκαλείται από το γεγονός πως ενώ γύρω στα 600 π.Χ. το εμπόριο βρίσκεται σε ακμή, η οικονομία της Αττικής δεν είναι εμπορική, αλλά παραμένει αγροτική. Την οικονομική ζωή την ελέγχουν ακόμα οι γαιοκτήμονες (που προκαλούν μύρια προβλήματα με τους τσακωμούς τους με τους θήτες) και όχι οι έμποροι, όπως ήδη γινόταν στις άλλες ελληνικές πόλεις, και κυρίως στην Κόρινθο, όπου πολιτειακό καθεστώς ήταν η εμπορική τυραννίδα και όχι η αγροτική αριστοκρατία.
 
Μια προσπάθεια που έγινε να εγκαθιδρυθεί και στην Αθήνα η προοδευτικότερη της αριστοκρατίας τυραννίδα, το 636 ή το 632 με τον ολυμπιονίκη Κύλωνα, αποτυγχάνει παταγωδώς και ο ένδοξος Κύλων δολοφονείται. Το «Κυλώνειο άγος», τουτέστιν την ντροπή για το φόνο του Κύλωνα, οι Αθηναίοι θα το εφεύρουν πολύ αργότερα, όταν γίνουν δημοκράτες. Προς το παρόν, οι αριστοκράτες πανηγυρίζουν για την παράταση ζωής που πήρε το ετοιμόρροπο κοινωνικό καθεστώς τους.
 
Όμως ο Σόλων, που είναι ένας από τους βασικούς υπεύθυνους που δεν εμφανίστηκε έγκαιρα και στην Αθήνα η τυραννίδα, το μόνο που κατάφερε τελικά με τις περίφημες μεταρρυθμίσεις του ήταν να επιβραδύνει την αναπόφευκτη εμφάνισή της. Καμιά προσωπικότητα δεν είναι δυνατό να ανακόψει τη φορά κίνησης της Ιστορίας. Το μόνο που μπορεί η προσωπικότητα είναι να λειτουργήσει άλλοτε σαν επιταχυντής του ιστορικού γίγνεσθαι και άλλοτε σαν επιβραδυντής. Ο Σόλων λειτούργησε σαν επιβραδυντής, όσο αφορά την εμφάνιση της τυραννίδας (του Πεισίστρατου), αλλά ταυτόχρονα και σαν επιταχυντής, όσον αφορά την εμφάνιση της δημοκρατίας, που δεν θα εμφανιστεί πουθενά αλλού στην Ελλάδα, πλην της Αττικής. Γιατί όπως θα δούμε, στην Αθηναϊκή Δημοκρατία ανήκε ολόκληρη η Αττική.
 
Μ’ άλλα λόγια, οι μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, που είχαν ως σκοπό να σωφρονίσουν την αριστοκρατία και να την κάνουν διαλλακτικότερη προκειμένου να μην τα χάσει όλα, είχαν δύο συνέπειες: Η αριστοκρατία να τα χάσει όλα με τη δημοκρατία που θα έρθει και η δημοκρατία να προκόψει μέσα από τις προσπάθειες που κάνουν οι αριστοκράτες να περισωθούν διά της σολώνειας μεταρρύθμισης.
 
Ο αρχαίος τούτος μύθος δηλώνει: Αριστοκράτες, ιδιοκτήτες, κάτοχοι των μέσων παραγωγής απανταχού της Γης, προσοχή στις μεταρρυθμίσεις. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν μια μεταρρύθμιση θα παραμείνει απλώς μεταρρύθμιση ή αν θα οδηγήσει σε κάτι πέραν της μεταρρυθμιστικής προθέσεως του μεταρρυθμιστή, όπως συνέβη με το Σόλωνα. Όσο ο Αίολος κρατάει τους αέρηδες της ιστορίας καλά κλεισμένους στους ασκούς του, έχει καλώς γι’ αυτούς που προστατεύει ο Αίολος. Όμως, αν ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου, άντε να μαζέψεις τον άνεμο! Και, βέβαια, δεν μπορείς να υποχρεώσεις ένα θεό, έστω και δευτερεύοντα, να παίζει συνεχώς ρόλο τάπας στους ασκούς. Αργά ή γρήγορα, έστω και από αφηρημάδα, ο θεός θα τραβήξει το πώμα και θα γίνει χαμός, κατά το δη λεγόμενον.
 
Τα παραπάνω σημαίνουν πως ο Σόλων μπορεί να είναι όντως ο «πατέρας της Αθηναϊκής Δημοκρατίας», όμως είναι ένας «κατά λάθος πατέρας», σαν εκείνους που ξεχνούν να πάρουν τις αναγκαίες προφυλάξεις και βρίσκονται μ’ ένα παιδί, σε εννιά μήνες μετά τις ηδονικές χαρές. Όπως και να ’ναι πάντως, το παιδί, άπαξ και έρθει στη ζωή, είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό, έστω και αν ήρθε κατά λάθος. Άλλωστε και ο κατά λάθος μπαμπάς δεν παύει να είναι ένας μπαμπάς, όπως και οι άλλοι. Λοιπόν, το παιδί του αριστοκράτη Σόλωνα, που δεν πρόλαβε να το δει ο καημένος, παρόλο που πέθανε σε βαθύ γήρας, το ονόμασαν Δημοκρατία.
 
O Σόλων δεν έκανε καμιά γκάφα, όπως ενδεχομένως να τον κατηγόρησαν αργότερα οι εκπεσμένοι αριστοκράτες. Οι νόμοι του είναι όντως σοφοί και όντως υπερασπίζονταν με διαλλακτικότητα και σύνεση τα συμφέροντα της αριστοκρατίας. Αλλά όχι και της άγνωστης προς το παρόν δημοκρατίας.
 
Όπως και να ’ναι, στην περίπτωση του Σόλωνα, έχουμε μια σπάνια ευκαιρία να μελετήσουμε το ρόλο της προσωπικότητας στην Ιστορία: Χωρίς τους νόμους του, που δεν αποσκοπούσαν στη δημοκρατία, δημοκρατία δεν θα υπήρχε στην Αθήνα, όπως δεν υπήρξε πουθενά αλλού εκτός της Αθήνας. Όμως και τους νόμους του Σόλωνα και τη δημοκρατία, τα δημιούργησαν οι ειδικές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της Αθήνας κι όχι η ιδιοφυΐα ενός όντως μεγάλου άντρα, τον οποίο η δημοκρατία συνεχίζει να τιμά και να σέβεται

Μπορείς να αγοράσεις τα πάντα εκτός από τη γνώση

Παρά τις τεράστιες αυτές δυσκολίες τις οποίες ανέφερα, εξακολουθώ να θεωρώ πως η κουλτούρα μπορεί να αποτελέσει αντίδοτο ενάντια στην επικρατούσα λογική του ωφελιμισμού, μια μορφή αντίστασης ενάντια στη δικτατορία του κέρδους και των εγωισμών. Και αυτό για τουλάχιστον τρεις λόγους.

Ο πρώτος: Διότι με τα χρήματα μπορείς να αγοράσεις τα πάντα εκτός από τη γνώση. Από τους βουλευτές μέχρι τους δικαστές, από την εξουσία μέχρι την επιτυχία, το καθετί έχει την τιμή του.

Όχι όμως η γνώση: Το τίμημα που πρέπει να πληρώσεις για να μάθεις είναι εντελώς άλλου είδους.

Ακόμη και μια λευκή επιταγή δεν θα μπορέσει ποτέ να μας βοηθήσει να αποκτήσουμε μηχανιστικά ό,τι είναι αποκλειστικός καρπός ατομικής προσπάθειας και αστείρευτου πάθους. Κανείς, εν ολίγοις, δεν μπορεί να διανύσει στη θέση μας εκείνη την επίπονη πορεία που μας οδηγεί στη μάθηση. Χωρίς σημαντικά εσωτερικά κίνητρα, ακόμη και το πιο σπουδαίο πτυχίο που έχει αποκτηθεί με χρήματα δε θα μας προσφέρει καμιά αληθινή γνώση και δεν θα ευνοήσει καμιά αληθινή γνώση δε θα ευνοήσει καμιά αληθινή μεταμόρφωση του πνεύματος. Ήδη ο Σωκράτης το είχε εξηγήσει στον Αγάθωνα όταν, στο Συμπόσιο, αμφισβητεί την ιδέα πως η γνώση μπορεί να μεταδοθεί μηχανιστικά από το ένα ανθρώπινο ον στο άλλο, όπως το νερό που μεταγγίζεται ρέοντας μέσω μιας κλωστής από ένα γεμάτο δοχείο σε ένα άδειο:

Καλά θα ήταν, Αγάθων, να ήταν η σοφία έτσι ώστε να μεταγγίζεται μεταξύ μας από τον περισσότερον γεμάτον εις το περισσότερον αδειανόν, όταν εγγίζη ο ένας τον άλλον, όπως το νερό εις τα ποτήρια που μεταγγίζεται με την κλωστή από γεμισμένον εις το αδειανόν.

Πλάτωνος Συμπόσιον

Έμπνευση, εφαρμογή και διάδοση της τεχνολογίας στην κοινωνία

Η τεχνολογία αυτοτροφοδοτείται. Η τεχνολογία δημιουργεί πιο προωθημένη τεχνολογία, κι αυτό το διαπιστώνουμε αν ρίξουμε μια ματιά στην εξέλιξη των μεταρρυθμίσεων. Οι τεχνολογικές μεταρρυθμίσεις συντελούνται σε τρία στάδια, αλληλοσυνδεόμενα μέσα σε έναν αυτο-ενισχυόμενο κύκλο. Πρώτα έρχεται η δημιουργική, εφικτή έμπνευση. Δεύτερη, η πρακτική εφαρμογή της. Τρίτο, είναι το στάδιο της διάδοσής της στην κοινωνία.

Η διαδικασία ολοκληρώνεται, ο κύκλος κλείνει, όταν η εξάπλωση της τεχνολογίας που ενσωματώνει τη νέα ιδέα, με τη σειρά της, συμβάλλει στην παραγωγή νέων, δημιουργικών ιδεών. Σήμερα, υπάρχουν ασφαλείς ενδείξεις ότι ο χρόνος που παρεμβάλλεται ανάμεσα στα στάδια αυτού του κύκλου έχει συντομευτεί.

Συνεπώς, δεν είναι μια απλή αλήθεια ότι, όπως συχνά αναφέρεται, το 90% όλων των επιστημόνων που έζησαν στο παρελθόν είναι ακόμα ζωντανοί και νέες επιστημονικές εφευρέσεις επιτυγχάνονται καθημερινά. Αυτές οι νέες ιδέες υλοποιούνται πολύ ταχύτερα σήμερα απ’ ό,τι στο παρελθόν, καθώς ο χρόνος ανάμεσα στην αρχική σύλληψη και στην πρακτική χρήση έχει μειωθεί δραστικά. Πρόκειται για μια χτυπητή διαφορά ανάμεσα σε μας και τους προγόνους μας. Ο Απολλώνιος εκ Πέργης ανακάλυψε τις κωνικές τομές, αλλά χρειάστηκαν 2.000 χρόνια για να εφαρμοστούν στα προβλήματα μηχανικής. Πέρασαν, κυριολεκτικά, αιώνες, από την εποχή που ο Παράκελσος ανακάλυψε ότι ο αιθέρας μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν αναισθητικό, μέχρι την εποχή που άρχισε να χρησιμοποιείται γι’ αυτό το σκοπό.

Ακόμα και πιο πρόσφατα, υπάρχουν τα ίδια δείγματα καθυστέρησης. Το 1836 εφευρέθηκε μία μηχανή, που θέριζε, αλώνιζε, έδενε το άχυρο σε δεμάτια και έριχνε σπόρο σε σάκους. Αυτή η μηχανή βασιζόταν σε τεχνολογία τουλάχιστον είκοσι χρόνων παλαιότερη από εκείνης της εποχής. Εν τούτοις, αυτή η αλωνιστική μηχανή δε διοχετεύτηκε στην αγορά, παρά μόνο έναν αιώνα αργότερα, στη δεκαετία του ’30. Η πρώτη Αγγλική πατέντα γραφομηχανής κυκλοφόρησε το 1714, αλλά πέρασαν άλλα 150 χρόνια μέχρι οι γραφομηχανές να διατεθούν στο εμπόριο. Ένας ολόκληρος αιώνας μεσολάβησε από εποχή που ο Νίκολας Άπερτ ανακάλυψε τον τρόπο κονσερβοποίησης της τροφής, μέχρι η κονσερβοποίηση να καταστεί απαραίτητη στη βιομηχανία τροφίμων.

Σήμερα, τέτοιες καθυστερήσεις από την ιδέα μέχρι την υλοποίησή της είναι αδιανόητες. Κι αυτό δε σημαίνει ότι είμαστε πιο ανυπόμονοι ή λιγότερο νωθροί απ’τους προγόνους μας, αλλά ότι με την πάροδο του χρόνου έχουμε επινοήσει όλων των ειδών τα κοινωνικά εργαλεία για να επισπεύδουμε τις εξελίξεις. Έτσι, διαπιστώνουμε ότι ο χρόνος ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο στάδιο του μεταποιητικού κύκλου —ανάμεσα στην ιδέα και την εφαρμογή- έχει μειωθεί δραστικά. Ο Φρανκ Λυν, για παράδειγμα, μελετώντας είκοσι, μείζονος  σημασίας, μεταρρυθμίσεις, όπως την ψύξη των τροφών, τα αντιβιοτικά, τα κλειστά κυκλώματα και το συνθετικό δέρμα, ανακάλυψε ότι από την αρχή αυτού του αιώνα, ο μέσος χρόνος που απαιτείται ώστε μια πολύ σημαντική εφεύρεση να πάρει χρήσιμη τεχνολογική μορφή, έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 60%. Σήμερα, μια μεγάλη και επεκτεινόμενη βιομηχανία έρευνας και ανάπτυξης στοχεύει στην περαιτέρω μείωση αυτής της καθυστέρησης.

Αλλά αν απαιτείται λιγότερος χρόνος για να πλασαριστεί μια νέα ιδέα στην αγορά, απαιτείται επίσης λιγότερος χρόνος για να κατακτήσει την κοινωνία. Έτσι το μεσοδιάστημα ανάμεσα στο δεύτερο και το τρίτο στάδιο του κύκλου —ανάμεσα στην εφαρμογή και την εξάπλωση έχει, με τον ίδιο τρόπο, μειωθεί, και ο ρυθμός εξάπλωσης αυξάνεται με φανταστική ταχύτητα. Αυτό επιβεβαιώνεται από την ιστορία άφθονων συσκευών οικιακής χρήσης. Ο Ρόμπερτ Γιανγκ, στο Ερευνητικό Ινστιτούτο του Στράτφορντ, μελέτησε το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την πρώτη εμπορική εμφάνιση μιας νέας -ηλεκτρικής συσκευής, μέχρι η κατασκευαστική εταιρεία να αγγίξει το ανώτερο σημείο παραγωγικότητας ως προς το συγκεκριμένο προϊόν.

Ο Γιανγκ. διαπίστωσε ότι για ένα σύνολο συσκευών που παρουσιάστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες πριν από το 1920 – συμπεριλαμβανομένης και της ηλεκτρικής σκούπας, της ηλεκτρικής κουζίνας και του ψυγείου— το μέσο χρονικό διάστημα από την παρουσίαση μέχρι τη μέγιστη παραγωγή ήταν τριάντα τέσσερα χρόνια. Αλλά για ένα άλλο σύνολο, αποτελούμενο από την ηλεκτρική φριτέζα, την τηλεόραση και τον συνδυασμό πλυντηρίου-στεγνωτηρίου, που παρουσιάστηκε κατά την περίοδο 1939-1959, το χρονικό διάστημα ήταν μόνο οκτώ χρόνια. Η καθυστέρηση είχε μειωθεί περισσότερο από 76%. «Το μεταπολεμικό σύνολο συσκευών», δήλωσε ο Γιανγκ, «κατέδειξε χαρακτηριστικά τη ραγδαία επιταχυνόμενη φύση των σταδίων του σύγχρονου κύκλου».

Ο αυξανόμενος ρυθμός της εφεύρεσης, αξιοποίησης και εξάπλωσης με τη σειρά του, επιταχύνει το σύνολο του κύκλο , ακόμη περισσότερο. Διότι οι νέες μηχανές ή τεχνικές δεν απλώς ένα προϊόν, αλλά μια πηγή νέων, δημιουργικών ιδεών.

Κάθε καινούρια μηχανή ή τεχνική μεταβάλλει, κατά μία έννοια όλες τις υπάρχουσες μηχανές και τεχνικές, επιτρέποντάς μας να τις ενοποιήσουμε μέσα από νέους συνδυασμούς. Ο αριθμός των πιθανών συνδυασμών αυξάνεται γεωμετρικά καθώς ο αριθμός των νέων μηχανών ή μεθόδων αυξάνεται αριθμητικά. Πράγματι, ο κάθε νέος συνδυασμός μπορεί να θεωρηθεί σαν μία νέα υπερ-μηχανή.

Ο υπολογιστής, για παράδειγμα, συνέβαλε στην επιτυχία μιας υψηλού επιπέδου προσπάθειας σε σχέση με το διάστημα. Συνδεδεμένος με συσκευές αντίληψης, με εξοπλισμό επικοινωνιών και πηγές ενέργειας, ο υπολογιστής έγινε τμήμα ενός σχηματισμού που σαν συλλογική μορφή απετέλεσε μια μοναδική νέα υπερ-μηχανή —μια μηχανή που εισβάλλει στο πέραν του ηλιακού συστήματος διάστημα και το εξερευνά. Αλλά μηχανές ή μέθοδοι που προορίζονται να συνδυαστούν με νέους τρόπους, πρέπει να τροποποιηθούν, να προσαρμοστούν, να βελτιωθούν ή, διαφορετικά, να αντικατασταθούν. Κατ ’ αυτόν τον τρόπο, αυτή ακριβώς η προσπάθεια να ενσωματώσουμε τις μηχανές σε υπερ-μηχανές, μας υποχρεώνει να προχωρήσουμε σε ακόμη πιο προωθημένες τεχνολογικές μεταρρυθμίσεις.

Επιπλέον, έχει ζωτική σημασία να κατανοήσουμε ότι η τεχνολογική μεταρρύθμιση δε συνδυάζει και δεν ανασυνθέτει απλώς μηχανές και τεχνικές. Σημαντικές νέες μηχανές —κάνουν πολύ περισσότερα από το να προτείνουν ή να επιβάλλουν αλλαγές σε άλλες μηχανές— προβάλλουν πρωτότυπες λύσεις στα κοινωνικά, φιλοσοφικά, ακόμη και προσωπικά προβλήματα. Μεταλλάσσουν το συνολικό πνευματικό περιβάλλον του ανθρώπου —τον τρόπο που σκέφτεται και αντικρίζει τον κόσμο.

Όλοι διδασκόμαστε από το περιβάλλον μας, ανιχνεύοντάς το συνεχώς —αν και κάπως ασυνείδητα— προκειμένου να υιοθετήσουμε κάποια πρότυποι. Αυτά τα πρότυπα δεν είναι μόνο οι άλλοι άνθρωποι. Είναι, ολοένα και περισσότερο, οι μηχανές. Με την παρουσία τους, ο άνθρωπος υπόκειται διακριτικά σε παράλληλες θεωρήσεις συγκεκριμένων κατευθύνσεων. Έχει παρατηρηθεί, για παράδειγμα, ότι το σύμπαν εμφανίστηκε πριν τη Νευτωνική κοσμική εικόνα, σαν ένας μεγάλος, ομοιάζων με ρολόι μηχανισμός, μια φιλοσοφική αντίληψη που είχε τον απώτατο αντίκτυπο της στην πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου. Από αυτήν την εικόνα του σύμπαντος σαν ένα μεγάλο ρολόι, εμφανίστηκαν και οι ιδέες για την αιτία και το αποτέλεσμα, καθώς και για τη σπουδαιότητα των εξωτερικών έναντι των εσωτερικών ερεθισμάτων, τα οποία διαμορφώνουν την καθημερινή συμπεριφορά όλων μας σήμερα. Το ρολόι επηρέασε επίσης και την αντίληψή μας για το χρόνο, έτσι ώστε η θεώρηση ότι η ημέρα υποδιαιρείται σε είκοσι τέσσερα ίσα μέρη των εξήντα λεπτών το καθένα, έχει γίνει, στην κυριολεξία, ένα κομμάτι από μας.

Πρόσφατα, ο κομπιούτερ συνέτεινε σ’ έναν καταιγισμό ανανεωμένων ιδεών για τον άνθρωπο, σαν ένα τμήμα σε αλληλεπίδραση με μεγαλύτερα συστήματα, για την ψυχολογία του, τον τρόπο που μαθαίνει, που θυμάται, που αποφασίζει. Στην ουσία, κάθε πνευματική διεργασία, από την πολιτική επιστήμη μέχρι την ψυχολογία τη; οικογένειας, έχει κατακλυστεί από ένα κύμα υποθέσεων, που διακρίνονται από φαντασία και που ενεργοποιούνται απ’ την εφεύρεση και εξάπλωση του υπολογιστή, του οποίου η επίδραση ακόμη δεν έχει φανεί. Κι έτσι, ο μεταρρυθμιστικός κύκλος, αυτοτροφοδοτούμενος, επιταχύνεται.

Ωστόσο, εάν η τεχνολογία πρόκειται να θεωρηθεί σαν μία κινητήρια δύναμη, ένας ισχυρός επιταχυντής, τότε η γνώση πρέπει να θεωρηθεί σαν το καύσιμό του. Οπότε φτάνουμε στην ουσία της επιταχυντικής διαδικασίας στην κοινωνία, καθώς ο κινητήρας τροφοδοτείται καθημερινά με ολοένα και πιο πλούσια καύσιμα.

Η πειθώ του Περικλή

Σχετική εικόναΣτα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα η Αθήνα βρισκόταν στη μεγαλύτερη ακμή της. Ήταν το πνευματικό κέντρο της Ελλάδας. «Ελλάδος Σχολείον» την έλεγαν και ήταν το μέρος όπου δίδασκαν, συζητούσαν, έγραφαν και ανέπτυσσαν τις θεωρίες τους μερικοί από τους μεγαλύτερους διανοητές, όχι μόνο της αρχαιότητας αλλά και όλων των εποχών, όπως ο Ιπποκράτης, ο πατέρας της ιατρικής, ο Αναξαγόρας, οι σοφιστές Πρωταγόρας, Πρόδικος, Γοργίας και Ιππίας, και οι μαθητές τους Αλκιδάμας, Αντιφών, Λυκόφρων, Όλοι αυτοί ήταν φίλοι και οπαδοί του Περικλή, στον κύκλο του οποίου ανήκαν μαζί με τον μέγιστο των τραγικών, τον Ευριπίδη και τον πατέρα της ιστορίας τον Ηρόδοτο.

Ο Περικλής γεννήθηκε το 495 π.Χ. ή σύμφωνα με κάποιους άλλους το 490 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο Ξάνθιππος, ένας πλούσιος Αθηναίος, καταγόμενος από το ιερατικό γένος των Βουζύγων. Ο Ξάνθιππος ήταν ένας από τους γενναίους στρατηγούς της Αθήνας και υπό την αρχηγία του οι Αθηναίοι νίκησαν τους Πέρσες στη Μυκάλη το 479 π.Χ. Γιαγιά του Περικλή ήταν η Αγαρίστη, κόρη του Κλεισθένη, γνωστού ως θεμελιωτή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Σύμφωνα με ένα θρύλο, η μητέρα του λίγο πριν γεννήσει είδε στον ύπνο της πως γέννησε ένα λιοντάρι. Το όνειρο αυτό την τάραξε, αλλά μια δούλη της το ερμήνευσε, πως θα γεννούσε έναν σπουδαίο άνθρωπο.

Χάρη στην αριστοκρατική καταγωγή του πήρε πολύ καλή μόρφωση. Δασκάλους του είχε τον Ζήνωνα τον Ελεάτη και τον Αναξαγόρα τον Κλαζομένιο, στη μουσική δε τον Δάμωνα. Ο Αναξαγόρας, ιδιαίτερα, τον βοήθησε να απαλλαγεί από τις δεισιδαιμονίες, του έμαθε να ερμηνεύει τα φυσικά φαινόμενα με ορθολογισμό και να είναι αντικειμενικός με τις αντιξοότητες της ζωής.

Χαρακτηριστικό για το ήθος του χαρακτήρα του Περικλή, είναι το ακόλουθο επεισόδιο. Μια μέρα που βρισκόταν στην αγορά, κάποιος άρχισε να τον βρίζει με πολύ άσχημο τρόπο. Εκείνος δεν του απάντησε, αλλά ο τύπος τον ακολουθούσε και συνέχισε να τον βρίζει. Επιστρέφοντας ο Περικλής στο σπίτι, βράδυ πια, με τον υβριστή του να τον ακολουθεί κατά πόδας, είπε σ’ έναν υπηρέτη του να συνοδεύσει τον άνθρωπο αυτό μέχρι το σπίτι του, φωτίζοντάς του το δρόμο, γιατί καθώς ήταν πια σκοτάδι δε θα έβλεπε πού πηγαίνει.

Όταν ήταν πια στρατηγός και αναγνωρισμένος ηγέτης της πόλης, επρόκειτο να αποπλεύσει ο στόλος σε κάποια εκστρατεία. Συνέβη όμως τότε να γίνει ολική έκλειψη σελήνης. Το φαινόμενο αυτό εθεωρείτο πολύ κακός οιωνός και οι ναύτες αρνήθηκαν να ξεκινήσουν. Ο Περικλής τότε, που ο Αναξαγόρας του είχε εξηγήσει το φαινόμενο των εκλείψεων, μάζεψε τα πληρώματα στο θέατρο, άναψε ένα λύχνο και κατόπιν έκρυψε το φως του με τον μανδύα του, ρωτώντας τους ναύτες: «Σας τρομάζει αυτό που έγινε;»

Εκείνοι φυσικά απάντησαν αρνητικά και τότε ο Περικλής τους εξήγησε πως κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την έκλειψη της σελήνης. Οι ναύτες λευτερωμένοι από το φόβο δέχτηκαν να ξεκινήσουν.

Αυτό όμως που έκανε τον Περικλή ιδιαίτερα δημοφιλή στους Αθηναίους ήταν η ρητορική του ικανότητα. Ήταν θαυμάσιος ρήτορας, μιλούσε πάντα με ηρεμία, αλλά με γοητευτική ευγλωττία και μεγάλη πειστικότητα, έτσι που συνάρπαζε τους ακροατές του, που κυριολεκτικά κρέμονταν από τα λόγια του. Μπορούσε να αναπτύσσει τα πιο περίπλοκα θέματα και να αναφέρεται σε δύσκολες φιλοσοφικές θεωρίες με εξαιρετικά απλό και καταληπτό ύφος, Οι Αθηναίοι, για τη ρητορική του δεινότητα τον έλεγαν Ολύμπιο.

Αληθινό μνημείο της τέχνης του λόγου του και ταυτόχρονα ύμνος προς τους δημοκρατικούς θεσμούς, είναι ο περίφημος Επιτάφιος, όπως τον διέσωσε ο Θουκυδίδης στην ιστορία του, Πρόκειται για τον λόγο που έβγαλε ένα χρόνο μετά την κήρυξη του Πελοποννησιακού Πολέμου, όταν έφτασαν στην Αθήνα για ενταφιασμό οι σοροί των πρώτων νεκρών.

Αναφορικά με τη δύναμη της πειθούς του, λέγεται πως κάποτε ένας βασιλιάς της Σπάρτης ρώτησε τον Θουκυδίδη, πολιτικό του αντίπαλο τότε, αν είχε ποτέ παλέψει μαζί του. Εκείνος του απάντησε πως ουδέποτε το σκέφτηκε, γιατί ήταν βέβαιος ότι θα νικούσε ο Περικλής.

«Μα τόσο δυνατός είναι ο Περικλής;» αναρωτήθηκε ο Σπαρτιάτης.

«Δεν είναι δυνατός στο σώμα, αλλά στα λόγια και την πειθώ. Κι αν ακόμα τον νικούσα, θα έπειθε τους θεατές της πάλης μας πως αυτός νίκησε!»

Παρά την αριστοκρατική καταγωγή του, όταν ασχολήθηκε με τα κοινά στάθηκε στο πλευρό των φτωχών. Υποστήριξε τον ηγέτη των δημοκρατικών Εφιάλτη και όταν αυτός δολοφονήθηκε από τους ολιγαρχικούς, ανέλαβε ο Περικλής την ηγεσία της δημοκρατικής παράταξης, συνεχίζοντας τις ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις του. Ασχολήθηκε κατ’ αρχήν με την εσωτερική πολιτική και πρότεινε μέτρα που ενίσχυσαν το δημοκρατικό πολίτευμα. Αφαίρεσε ένα μέρος της εξουσίας του Αρείου Πάγου, που θεωρούνταν όργανο των ολιγαρχικών και μετέφερε τις δικαιοδοσίες του στην Εκκλησία του Δήμου και στο «λαϊκό» δικαστήριο της Ηλιαίας.

Διότι τότε ο κάθε πολίτης, εντασσόμενος στο σύνολο του λαού, υπερτιμά αλόγιστα τις δυνάμεις του

Οι άνθρωποι αψηφούν τον κίνδυνο της τιμωρίας βασιζόμενοι στην ελπίδα. Ποτέ κανείς δεν διακινδύνευσε χωρίς την ενδόμυχη πίστη πως θα γλιτώσει την τιμωρία.

Πολλοί παράγοντες εξωθούν τους ανθρώπους σε πράξεις άνομες· σ’ άλλους η ανέχεια προσδίδει την τόλμη της απελπισίας, άλλους η εξουσία τους κάνει αλαζονικούς και πλεονέκτες, άλλοι κυριαρχούνται από πάθη αγιάτρευτα απόρροια των συνθηκών της ζωής τους. Η επιθυμία κι η ελπίδα είναι πανταχού παρούσες· η πρώτη σχεδιάζει και η δεύτερη προσβλέπει στην εύνοια της τύχης· και οι δύο μαζί προξενούν μεγάλο κακό στους ανθρώπους, χειρότερο απ’ ότι φαίνεται επειδή είναι αθέατα δεινά. Αλλά κι η τύχη εξωθεί εξίσου σε ανομήματα, καθώς υπάρχουν φορές που εκδηλώνεται απροσδόκητα και ωθεί τους ανθρώπους να διακινδυνεύσουν με μέσα λιγότερα από τα απαιτούμενα.

Τούτο παρατηρείται κυρίως στα κράτη, προκειμένου για τα ύψιστα θέματα της ελευθερίας ή της κυριαρχίας -διότι τότε ο κάθε πολίτης, εντασσόμενος στο σύνολο του λαού, υπερτιμά αλόγιστα τις δυνάμεις του. Γενικά, είναι πολύ μωρός όποιος φαντάζεται ότι με το φάσμα του νόμου ή με οποιοδήποτε άλλο φόβητρο μπορεί να αποτραπεί μια πράξη, που αναβλύζει ασυγκράτητη απ’ την ίδια τη φύση του ανθρώπου. (Γ, 45)

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ

Εξόρυξη αστεροειδών

Το επόμενο μεγάλο βήμα αφορά την εξόρυξη... αστεροειδών και είναι πέρα για πέρα αληθινό. Το αληθινό χρήμα κρύβεται εκεί "έξω", στο αχανές διάστημα, και περιμένει τους πρώτους τολμηρούς που θα το κυνηγήσουν.

Διότι πρόκειται περί αληθινού κυνηγιού θησαυρού, μόνο που αυτός δε βρίσκεται στα βουνά και το υπέδαφος, αλλά στα πετρώματα από τα οποία αποτελούνται τα εκατομμύρια των αστεροειδών που περιπλανιώνται στο διάστημα.

Πολλοί από αυτούς αποτελούν κυριολεκτικά γιγαντιαία διαμάντια που αιωρούνται στο διάστημα, αξίας πολύ μεγαλύτερης από... όλα τα λεφτά του κόσμου μαζί.

Μάλιστα, όπως το θέτει ο διάσημος αστροφυσικός Neil de Grasse Tyson, «ο πρώτος τρισεκατομμυριούχος που θα υπάρξει ποτέ, θα είναι το πρόσωπο που θα εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους που υπάρχουν στους αστεροειδείς. Υπάρχει σε αυτό το τεράστιο σύμπαν, απεριόριστη ενέργειας και απεριόριστοι φυσικοί πόροι."

Μπορεί να ακούγεται σαν ένας μακροπρόθεσμος στόχος, αλλά η Goldman Sachs παρακολουθεί από κοντά τις βελτιώσεις στην τεχνολογία και τις τάσεις για την μείωση του κόστους κατασκευής διαστημικών σκαφών.

Πριν από ένα χρόνο, η Goldman σημείωνε σε μια έκθεση 98 σελίδων ότι «αν και ο ψυχολογικός φραγμός για εξόρυξη στους αστεροειδείς εξόρυξης είναι υψηλός, τα πραγματικά οικονομικά και τεχνολογικά εμπόδια είναι πολύ χαμηλότερα.

Το κόστος κατασκευής συσκευών ανίχνευσης φυσικών πόρων ανέρχεται σε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια η καθεμία και η κατασκευή ενός διαστημικού σκάφους εξόρυξης αστεροειδών κοστίζει 2,6 δισ. δολάρια.

Έτσι, η επιστημονική φαντασία γίνεται η αφήγηση της πραγματικότητας και οι ριζοσπαστικές απόψεις αρχίζουν πλέον να φαντάζουν ρεαλιστικές».

Η εξόρυξη αστεροειδών διεξάγεται από τα συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα που επενδύουν στο διάστημα.

Δύο από τις κορυφαίες εταιρείες που σχηματίστηκαν με αυτό το πνεύμα είναι οι Deep Space Industries στην Καλιφόρνια και η Planetary Resource, που εδρεύει στην Ουάσινγκτον.

Και οι δύο λειτουργούν για αρκετά χρόνια, και οι δύο εταιρίες σχεδιάζουν να επωφεληθούν από την εξόρυξη αστεροειδών.

Ίσως η ελληνική διαστημική εταιρεία να μην είναι και τόσο... κακή ιδέα τελικά!

Οι περισσότεροι αστεροειδείς χωρίζονται σε τρεις βασικές κατηγορίες, σύμφωνα με τη ΝΑSA:

C-Type (πλούσιος σε άνθρακα): Περισσότερο από το 75% των γνωστών αστεροειδών βρίσκεται σε αυτή την κατηγορία.

Η σύνθεση των αστεροειδών τύπου C είναι παρόμοια με αυτή του Ήλιου χωρίς το υδρογόνο και το ήλιο.

S-Type (πυριτικό άλας): Περίπου το 17% των αστεροειδών είναι αυτού του τύπου.

Περιέχουν νικέλιο, σίδηρο και μαγνήσιο.

M-Type (πλούσιο σε μέταλλα): Ένας μικρός αριθμός αστεροειδών είναι αυτού του τύπου και περιέχουν νικέλιο και σίδηρο.

Είμαι το συναίσθημα της απόρριψης… για τον εαυτό σου

«Εγώ σου έφερα τα συναισθήματα της ντροπής, σου έδειξα όλα τα μειονεκτήματα σου, τις ασχήμιες σου, τις ανοησίες σου, τα δυσάρεστα όλα. Εγώ σου κρέμασα την ταμπέλα «διαφορετικός» όταν σου είπα για πρώτη φορά στο αφτί ότι κάτι δεν πήγαινε εντελώς καλά σ’ εσένα.

Είμαι ο απρόσκλητος μουσαφίρης, ο ανεπιθύμητος επισκέπτης, και ωστόσο, είμαι ο πρώτος που ήρθα κι ο τελευταίος που θα φύγω.
 
Έγινα ισχυρός με τον καιρό ακούγοντας τις συμβουλές των γονιών σου για το πώς να θριαμβεύσεις στη ζωή. Παρατηρώντας τις αντιλήψεις της θρησκείας σου, που σου λέει να τι να κάνεις και τι να μην κάνεις, για να σε δεχτεί ο Θεός στις αγκάλες του (sic).
 
Υποφέροντας απάνθρωπα αστεία των συντρόφων σου στο σχολείο όταν γελούσαν με τις δυσκολίες σου. Υπομένοντας τις ταπεινώσεις από τους ανώτερους σου. Παρατηρώντας την άχαρη μορφή σου στον καθρέφτη και συγκρίνοντας τη μετά με την εικόνα των «διασήμων» που βγαίνουν στην τηλεόραση.
 
Και τώρα, επιτέλους, έτσι όπως είμαι δυνατός, μπορώ να σε μεταμορφώσω σ’ ένα σωρό σκουπίδια, σε παλιοσίδερα, σε αποδιοπομπαίο τράγο, στον παγκόσμια υπεύθυνο, σ’ έναν καταραμένο μπάσταρδο μιας χρήσης.
 
Γενεές και γενεές ανδρών και γυναικών με υποστηρίζουν. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από μένα.
 
Η θλίψη που προξενώ είναι τόσο ανυπόφορη που για να με αντέξεις πρέπει να με μεταδώσεις στα παιδιά σου, ώστε εκείνα να με περάσουν στα δικά τους παιδιά, στους αιώνες των αιώνων. Για να βοηθήσω εσένα και τους απογόνους σου θα μεταμφιεστώ σε τελειομανία, σε υψηλά ιδανικά, σε αυτοκριτική, σε πατριωτισμό, σε ηθικές αξίες, σε καλές συνήθειες, σε αυτοέλεγχο.
 
Η θλίψη που σου προξενώ είναι τόσο έντονη που αν θελήσεις να με αρνηθείς και, για αυτό, θα προσπαθήσεις να με κρύψεις πίσω από τα πρόσωπα σου, πίσω από τα ναρκωτικά, πίσω από τη μάχη σου για το χρήμα, πίσω από τις νευρώσεις σου, πίσω από την απρόσωπη σεξουαλικότητα σου.
 
Δεν έχει σημασία τι κάνεις, όμως, δεν έχει σημασία που πηγαίνεις. Εγώ θα είμαι πάντα εκεί, πάντοτε παρών. Γιατί ταξιδεύω μαζί σου μέρα και νύχτα, ακούραστα, δίχως όρια.
 
Εγώ είμαι η βασική αιτία της εξάρτησης, της κτητικότητας, της πίεσης, της ανηθικότητας, του φόβου, της βίας, του εγκλήματος, της τρέλας. Εγώ σου δίδαξα το φόβο της απόρριψης κι εγώ περιόρισα την ύπαρξη σου σ’ αυτό το φόβο.
 
Από εμένα εξαρτάται το αν θα εξακολουθήσεις να είσαι αυτό το άτομο που το γυρεύουν, το λατρεύουν, το χειροκροτούν, ο ευγενικός και ο ευχάριστος που είσαι σήμερα για τους άλλους.
 
Από εμένα εξαρτάσαι, γιατί εγώ είμαι το μπαούλο όπου έχεις κρύψει εκείνα τα πιο δυσάρεστα πράγματα, τα πιο γελοία, τα λιγότερο επιθυμητά κι από σένα τον ίδιο.

Χάρη σ’ εμένα έμαθες να συμβιβάζεσαι με αυτά που σου δίνει η ζωή, γιατί τελικά, οτιδήποτε και αν ζήσεις θα είναι πάντοτε παραπάνω απ’ αυτό που νομίζεις ότι αξίζεις. Το μάντεψες, έτσι δεν είναι; Είμαι το συναίσθημα της απόρριψης που νιώθεις για τον ίδιο σου τον εαυτό».
 
Όλα άρχισαν εκείνη τη γκρίζα μέρα που αφέθηκες να πεις περήφανος
«ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ !»
 
Και, ντροπιασμένος και φοβισμένος, κατέβασες το κεφάλι κι άλλαξες τα λόγια και τις πράξεις σου με ένα καλό συλλογισμό:
«ΕΓΩ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΗΜΟΥΝ…»

Οικογένεια και ανωριμότητα

Πολύ συχνά ακούμε σε συζητήσεις να είναι στα χείλη όλων ερωτήσεις όπως: «τι έχει πάει τόσο στραβά;», «πως φτάσαμε εδώ που είμαστε;» κ.λ.π. Η αλήθεια είναι ότι πέρα από τα προβλήματα που είναι κοινά σε παγκόσμια κλίμακα, στην Ελλάδα έχουμε να αντιμετωπίσουμε κι ένα σημαντικό τοπικό ζήτημα: την ανωριμότητα! Δυστυχώς ακόμη και σε συνέδρια, γίνεται συχνά ειδική μνεία σε σχέση με το ότι ο μέσος Έλληνας αργεί να ωριμάσει.
 Η κρίση μάλιστα που περνάμε, ενισχύεται πάρα πολύ απ’ τον παραπάνω παράγοντα. Τα αίτια αυτής της ανωριμότητας θα τα βρούμε στη δομή της ελληνικής οικογένειας. Ανεξάρτητα από το πώς και πότε ξεκίνησε να υφίσταται αυτό πρόβλημα (γιατί δεν ήταν ανέκαθεν έτσι), στην παρούσα φάση θα πρέπει να το διαπραγματευτούμε.
 
Κάθε οικογένεια στήνεται αρχικά γύρω από τους δύο γεννήτορες. Οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη να ανήκουν πλήρως σε μια ομάδα και μέσα στα όριά της να εξασφαλίζουν στενές, αυθεντικές σχέσεις. Ο κάθε σύντροφος λοιπόν μέσα από τη στενή ψυχο-σεξουαλική σχέση που αναπτύσσει με τον άλλον, προσδοκά να καλύψει τις ανάγκες του για στοργή, μοίρασμα και αληθινή ένωση. Όμως καθώς μεγαλώναμε, πολλούς από εμάς δεν μας προετοίμασαν επαρκώς ώστε να είμαστε ικανοί να δομήσουμε μια τέτοια αυθεντική σχέση. Έτσι ο πατέρας και η μητέρα συχνά δεν μπορούν να βρουν αναμεταξύ τους αυτό που αναζητούν.
 
Σε αυτές τις περιπτώσεις τα παιδιά «πληρώνουν τα σπασμένα»… Ο γονιός μετατρέπει (ασυνείδητα) τον μπλοκαρισμένο ερωτισμό του προς το σύντροφο, σε υπερβολική στοργή προς το παιδί. Οδηγεί έτσι τον απόγονό του να δεθεί κυριολεκτικά μαζί του. Γονιός και τέκνο, σχηματίζουν έναν αδιάρρηκτο προσωπικό δεσμό. Είναι σα να ορκίστηκαν σιωπηλά να σχηματίσουν οι δυο τους μια ομάδα που δεν χωρά κανέναν άλλο! Ακόμη κι ο άλλος γονιός μένει απέξω. Αυτό βέβαια στην ουσία τον βολεύει. Γιατί πατέρας και μητέρα έχουν ταιριάξει μεταξύ τους στα νευρωτικά τους χαρακτηριστικά. Ο καθένας δηλαδή έχει βρει στον άλλον, το άρρωστο (πλην όμως γνώριμο!) κομμάτι του από την παλιά δική του οικογένεια. Όταν λοιπόν ο ένας παίρνει το συμβιωτικό με το παιδί ρόλο, ο άλλος αναλαμβάνει το ρόλο του «συναισθηματικού ζητιάνου». Με αυτό τον τρόπο στήνεται μια δυναμική (νοσηρή) ισορροπία και η οικογένεια δένει σφικτά.

Στατιστικά είναι συχνότερα η μητέρα αυτή που δημιουργεί τη συμμαχία με το παιδί. Ο πατέρας δεν είναι σε θέση να καλύψει τις συναισθηματικές της ανάγκες ως σύζυγος και αυτή τις καλύπτει μέσα από το παιδί της. Με αυτό τον τρόπο τα παιδιά μένουν σε μια σχέση εξάρτησης και πιθανόν δεν θα μπορέσουν ποτέ να ξεδιπλώσουν τα φτερά τους. Η μητέρα πάλι, ανακουφίζεται μέσα στην παντοδύναμη κυριαρχία της. Έχοντας τον απόγονο ως λάφυρο, αισθάνεται ότι έχει κατατροπώσει το αρσενικό, που έτσι κι αλλιώς την έχει απορρίψει. Ο μεγάλος χαμένος από αυτά τα «παιγνίδια» είναι βεβαίως το παιδί. Το βρέφος, εάν του επιτρέπαμε να αναπτυχθεί φυσιολογικά, θα έπρεπε να ολοκληρώσει σταδιακά μέσα στα τέσσερα πρώτα χρόνια της ζωής του τη διαδικασία της εξατομίκευσης. Αυτό σημαίνει να περάσει «αναίμακτα» και με φυσικό τρόπο τη φάση του αποχωρισμού από τη μητέρα και να αρχίσει να σχηματοποιεί τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πολλές μαμάδες όμως εξαιτίας των δικών τους κενών εμποδίζουν την υγιή ανάπτυξη των παιδιών τους. Τους μεταδίδουν (με μη λεκτικούς τρόπους συνήθως) τα δικά τους μπλοκαρίσματα. Όπως ένα παιδί φοβάται να μην το εγκαταλείψουν, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο φοβάται και η μητέρα (που έχει μείνει ουσιαστικά ανώριμη) να μην εγκαταλειφθεί από το παιδί της. Η συμβιωτική σχέση έχει στηθεί. Ο ομφάλιος λώρος είναι ξανά άθικτος και ενώνει αδυσώπητα τις δύο πλευρές, οι οποίες θα τραβούν η μια την άλλη εις αεί. Τo παιδί έχει πλέον μάθει να αξιολογεί τον (από)χωρισμό ως εγκατάλειψη και καταστροφή.
 
Ο πατέρας δεν είναι βέβαια άμοιρος ευθυνών σε όλη αυτή τη διαδικασία. Δέχεται αδιαμαρτύρητα την όλη κατάσταση και αντί να επέμβει διαχωρίζει συνήθως τη θέση του. Αποτραβιέται στην άκρη και αφήνει τη γυναίκα να λάβει τις δύσκολες αποφάσεις. Η κατάσταση του είναι άλλωστε γνώριμη, αφού σε μια ίδιας δομής οικογένεια μεγάλωσε κι ο ίδιος. Ούτε αυτός έχει ενηλικιωθεί. Η βρεφική πλευρά της προσωπικότητας και των δύο συζύγων ζητά επιτακτική ικανοποίηση. Δεν υπάρχει μια ώριμη σχέση ικανή για βάθος συναισθημάτων και αληθινή κατανόηση. Στο γάμο πλέον, δεν διαπραγματεύονται δύο ενήλικες. Είναι δύο μικρά παιδιά που ζουν μαζί και διεκδικούν το ένα από το άλλο υποχρεωτική ευχαρίστηση. Το αποτέλεσμα είναι οι οικονομικές διαφορές, οι τσακωμοί και η απιστία (το 92% των αντρών απατά. Και στις γυναίκες τα ποσοστά έχουν αυξηθεί, μιλάμε σήμερα για 70%).
 
Θεωρητικά μιλώντας, οι γονείς αποκτούν παιδιά με αρχική πρόθεση να τους προσφέρουν επαρκή κάλυψη των υλικών και συναισθηματικών τους αναγκών. Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν όμως, χρειάζεται να μειώνεται η φροντίδα και η προστασία τους προς αυτά, έτσι ώστε να δοκιμάσουν τα ίδια να φροντίσουν τον εαυτό τους. Για να το θέσουμε με ψυχαναλυτικούς όρους, πρέπει να αντικατασταθεί η αρχής της ηδονής (ευχαρίστησης) από την αρχή της πραγματικότητας. Δυστυχώς, ωριμότητα και προσκόλληση δεν ταιριάζουν. Τι γίνεται όμως στ’ αλήθεια; Οι γονείς περνούν στα παιδιά τους τα περίφημα «διπλά μηνύματα». Τους δίνουν δηλαδή ταυτόχρονα δύο αντικρουόμενες οδηγίες! Μπορεί για παράδειγμα να παροτρύνουν από τη μια το παιδί να παντρευτεί και να τεκνοποιήσει και από την άλλη να σαμποτάρουν με κάθε μέσο όλες τις ερωτικές επιλογές του παιδιού. Θυμηθείτε τις ελληνικές ταινίες και την «αθάνατη» Ελληνίδα μάνα: «Εγώ πότε θα κρατήσω στα χέρια μου εγγονάκι?» και ταυτόχρονα «Δεν μπορώ να καταλάβω που πας και τις βρίσκεις όλες… η μια χειρότερη απ’ την άλλη!». Αυτό που στην ουσία επιθυμεί ν μητέρα είναι παράλογο και ανεδαφικό: θέλει ο γιός της να θέτει όρια σε όλους τους άλλους αλλά να παραμένει εξαρτημένος από την ίδια. Δε χρειάζεται σοφία για να αντιληφθούμε το ασύμβατο του πράγματος. Ένας άνθρωπος εκπαιδεύεται να είναι ή εξαρτημένος ή ανεξάρτητος. Δεν γίνεται να είναι υποταγμένος στη μαμά του, αλλά όχι στη γυναίκα με την οποία θα ζήσει μαζί.

Όταν λοιπόν ακούμε κάποιον να ξεστομίζει περήφανα τη φράση: «Είμαστε μια πολύ δεμένη οικογένεια», θα μπορούσαμε να διακρίνουμε κι ένα δεύτερο μήνυμα πίσω από αυτή. Ίσως μια διευκρίνιση του τύπου: «Κανένας μας από αυτή την οικογένεια δεν είναι έτοιμος (ώριμος) να αποχωριστεί κανέναν». Η διευκρίνιση αυτή υποκρύπτει ταυτόχρονα και την απειλή ότι αν κάποιος τολμήσει να απομακρυνθεί από την οικογένεια, τότε θα στερηθεί την αγάπη και τη στοργή των υπολοίπων. Άρα κανείς δεν έχει στην ουσία την *άδεια* να οδεύσει προς την εξατομίκευση. Το οικογενειακό «δέσιμο» γίνεται αυτοσκοπός. Με ένα σχεδόν ιδεοψυχαναγκαστικό τρόπο, το «Εγώ» της οικογένειας αφιερώνεται στη διαιώνιση αυτής της σχέσης εξάρτησης. Δυστυχώς ένας σημαντικός αριθμός από αυτά τα άτομα έχει ή αποκτά τα στοιχεία της προσωπικότητας ενός καταθλιπτικά οργανωμένου ανθρώπου.
 
Σκεφτείτε τώρα μέχρι πια ηλικία μένουν οι νεοέλληνες και οι νεοελληνίδες κάτω από την πατρική στέγη. Βλέπουμε νέους ανθρώπους στην ηλικία των είκοσι πέντε, τριάντα ή κι τριάντα πέντε ετών να είναι προσκολλημένοι στη γονική εστία. Στην Ευρώπη το έχουν παρατηρήσει αυτό και μας ειρωνεύονται συνεχώς. Υπάρχουν μάλιστα ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες εάν στα τριάντα σου μένεις με τη μαμά σου, αυτό θεωρείται αυτόματα ψυχοπαθολογία. Στην Ελλάδα βέβαια το φαινόμενο αυτό είναι κοινωνικά αποδεκτό. Οι νέοι από τη μεριά τους υποστηρίζουν ότι είναι πρακτικοί οικονομικοί λόγοι αυτοί που τους εμποδίζουν να μετακομίσουν. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι δεν μπορούν να αναλάβουν τις ευθύνες ενός ενήλικα. Οι γονείς πάλι αισθάνονται ασφάλεια που έχουν κοντά τους και υπό τον έλεγχό τους τα παιδιά τους. Δεν διακινδυνεύουν κανέναν αποχωρισμό και δεν συνταξιοδοτούνται από τον αρχικό τους ρόλο. Έτσι διατηρούν αυτή την κατάσταση όσο περισσότερο μπορούν.
 
Τι γίνεται τώρα όταν έρθει η ώρα για το παιδί να δημιουργήσει τη δική του οικογένεια; Γιατί έρχεται κάποια στιγμή (σε μια φάση έντονης αμφιθυμίας συνήθως) για όλους αυτούς τους ανώριμους άντρες και γυναίκες, που αποφασίζουν να παντρευτούν. Ο γάμος αυτός βέβαια δεν έχει τις προϋποθέσεις για να στεριώσει σωστά. Οι δύο σύζυγοι χαμένοι στα δικά τους προβλήματα είναι ανίκανοι να εδραιώσουν μια αληθινή και βαθιά συντροφική σχέση. Σύντομα αρχίζουν τα προβλήματα. Η μόνη διέξοδος που βρίσκουν τα ζευγάρια είναι η απόκτηση τέκνων. Τα παιδιά σαν από μηχανής θεοί, έρχονται να δώσουν (παροδικά) τη λύση στη λιμνασμένη και άχαρη σχέση των γονιών τους. Συμβολικά, η γέννησή τους μειώνει το άγχος του θανάτου των γονιών. Ο νέος πατέρας και η νέα μητέρα έχουν τώρα κάτι για να απασχολούνται (και μάλιστα full time) αντί να πρέπει να διαπραγματευτούν την προβληματική τους σχέση. Φυσικά τα προβλήματα δεν έχουν λυθεί, αλλά έχουν μετατεθεί στο μακρινό μέλλον.
 
Με την απόκτηση των παιδιών φαίνεται πλέον σε όλη της την έκταση η κακή εκπαίδευση που έχουν λάβει οι γονείς από την πρώτη τους οικογένεια. Πρώτα απ’ όλα τους είναι αδύνατο να αποκολληθούν από αυτή και να δοθούν ψυχή τε και σώματι στη νέα δική τους οικογένεια. Πολλοί δεν μπορούν καν να ξεχωρίσουν σε ποια οικογένεια πραγματικά ανήκουν. Συχνά ο/η σύντροφος φαντάζει σαν αντίπαλος (είναι ο «ξένος») και δεν υπάρχει εμπιστοσύνη παρά μόνον για την παλιά καλή οικογένεια. Το δεμένο με την παλαιά οικογένεια μέλος αποδίδει τους «δαίμονες» στη νέα του οικογένεια. Σαν τον κακοποιημένο που, μόλις βρει ευκαιρία, θα κακοποίηση και καραδοκεί να εφαρμόσει τη γνώριμη σε εκείνον συμπεριφορά. Οι παππούδες και οι γιαγιάδες αγιοποιούνται. Επειδή αποπλανητικά τόσα χρόνια έχτιζαν εξαρτητική σχέση με το παιδί τους, αυτό νιώθει ότι με τον γάμο του τους πρόδωσε. Αιτία της «προδοσίας» βαφτίζεται ο/ή σύζυγος. Έτσι προκύπτουν οι γνωστές εχθρικές διαθέσεις έναντι εκείνου που τους «έκλεψε» από τη μητρική/πατρική αγκαλιά (θυμηθείτε τη σχέση νύφης – πεθεράς).
 
Με τη σειρά τους λοιπόν οι νέοι γονείς θα αναπαράγουν το γνώριμο σε αυτούς πρότυπο. Θα φροντίσουν τα παιδιά τους να μην απελευθερωθούν ποτέ συναισθηματικά από αυτούς. Η νέα γενιά θα φοβάται με τη σειρά της οποιαδήποτε αποστασιοποίηση από τη γονική εστία. Τα «δεμένα πρωταρχικά τρίγωνα» θα συνεχίσουν να υπάρχουν και τα παιδιά θα εκδηλώνουν θυμό για το δήθεν βίαιο απογαλακτισμό τους. Θα προτιμούσαν να παραμείνουν αιωνίως προσκολλημένα στους γονείς τους. Όταν έρθει η ώρα λοιπόν να αλλάξουν ρόλους και να γίνουν σύζυγοι, εραστές και γονείς οι ίδιοι, το σύστημα καταρρέει! Το μοντέλο επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Ανώριμοι γονείς αναθρέφουν ανώριμα παιδιά. Γενεές ολόκληρες ταλαιπωρούνται και υποφέρουν σκληρά στην Ελλάδα από αυτή την πραγματικότητα. Τώρα όμως ξέρουμε τι μας συμβαίνει. Η επιλογή είναι πλέον δική μας.

Έφηβοι με αλλεργία προς τους γονείς

Πραγματική αλλεργία στους γονείς τους αναπτύσσουν πολλοί έφηβοι. Παρότι το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται συνήθως γύρω στην ηλικία των 13 ετών και διαρκεί για μερικούς μήνες, σε μερικές περιπτώσεις η αλλεργία στους γονείς μπορεί να κρατήσει ακόμη και χρόνια.

Η ενηλικίωση προϋποθέτει τον χωρισμό του παιδιού από τους γονείς του. Η διαδικασία αυτή ξεκινά συνήθως στην πρώιμη εφηβεία με μία απότομη και έντονη ανάγκη του εφήβου να διαχωρίσει τη θέση του από τους ενήλικες στο σπίτι.
 
Καθώς οι έφηβοι αρχίζουν να απομακρύνονται από τους γονείς, κατατάσσουν τις προτιμήσεις και τις συνήθειες των γονέων τους σε δύο κατηγορίες: αυτές που απορρίπτουν και αυτές που σκοπεύουν να υιοθετήσουν.
 
Μπορεί να μη σκεφτόμαστε καθόλου εάν θα φορέσουμε παλαιά αθλητικά παπούτσια. Τι θα γινόταν, όμως, εάν το έφηβο παιδί μας βρίσκει τη συνήθειά μας αυτή αφόρητη; Γιατί θα πρέπει το παιδί μας να νοιάζεται τι θα φοράμε στα πόδια μας; Γιατί η ταυτότητά του παραμένει αλληλένδετη με τη δική μας, έως ότου αναπτύξει τις δικές του ενδυματολογικές συνήθειες και προτιμήσεις.

Η αλλεργία στους γονείς πρέπει, όμως, να αντιμετωπιστεί ως καθησυχαστική ένδειξη κανονικής ανάπτυξης. Παρότι γνωρίζουμε διαισθητικά ότι τα παιδιά μας δεν θα μας θαυμάζουν για πάντα και δεν θα απολαμβάνουν για πάντα την παρέα μας, όπως όταν ήταν μικρά, η μετάβαση στη νέα φάση είναι ευκολότερη αφού συνειδητοποιήσουμε ότι οι αλλεργίες αυτές των εφήβων μας προμηνύουν το επόμενο κεφάλαιο της σχέσης μας μαζί τους.
 
Ακόμη, όμως, κι αν αντιμετωπίσουμε ψύχραιμα την αλλεργία των παιδιών μας, η εμφάνισή της παραμένει ιδιαίτερα οδυνηρή. Σε όσους εφήβους η αλλεργία αυτή εκδηλώνεται με ασέβεια και αγένεια, ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισής της είναι η θέσπιση συγκεκριμένων κανόνων.
 
Μόλις οι έφηβοι βρουν χρόνο και χώρο για να αναπτύξουν τις δικές τους δεξιότητες, ενδιαφέροντα και γούστα, η αλλεργική τους αντίδραση απέναντι στους γονείς συνήθως εξαφανίζεται. Την ίδια στιγμή, η ταχύτατη νευρολογική ανάπτυξη των εφήβων λειτουργεί καταπραϋντικά στις ορμές και τις απότομες κρίσεις οργής τους. Καθώς μεγαλώνουν οι έφηβοι, οι γνωσιολογικές ικανότητές τους τους επιτρέπουν να δουν την πραγματική εικόνα των γονέων τους.
 
Οι έφηβοι είναι τότε έτοιμοι να μας αντιμετωπίσουν με ωριμότητα και να ανεχθούν τις μέχρι τότε εκνευριστικές μας ιδιαιτερότητες. Η στιγμή είναι κατάλληλη να επανασυνδεθούμε με τα παιδιά μας και να μάθουμε να μοιραζόμαστε και να καλλιεργούμε κοινά ενδιαφέροντα μαζί τους.
 
Επανεμφάνιση
Οι ιδιότυπες αλλεργίες των εφήβων μπορεί να ξανακάνουν την εμφάνισή τους σε στιγμές κατά τις οποίες οι έφηβοι επιθυμούν να έχουν τον απόλυτο έλεγχο της προσωπικής τους ζωής, όπως κατά τη διάρκεια επισκέψεων των γονέων στο πανεπιστήμιο. Οι κρίσεις αυτές έχουν, όμως, μικρή διάρκεια και δεν πλήττουν το αίσθημα τρυφερότητας των εφήβων απέναντι στους γονείς.

Ο Αριστοτέλης και τα αδιέξοδα τυραννίας και βασιλείας

Ξεκαθαρίζοντας ότι ο Αριστοτέλης κατατάσσει τη βασιλεία στα ορθά πολιτεύματα και την τυραννία στα στρεβλά κι έχοντας ως δεδομένο ότι και οι δύο πολιτειακές εκδοχές στηρίζονται στη βούληση του ενός είναι σαφές ότι αυτό που καθορίζει την ειδοποιό τους διαφορά είναι η ποιότητα και τα κίνητρα του ανθρώπου που διαχειρίζεται την εξουσία: «Η βασιλεία έγινε με σκοπό να βοηθήσει τους επιφανείς εναντίον του λαού και άρα βασιλιάς γίνεται ένας από τους επιφανείς με κριτήριο την υπεροχή του σε προσωπική αξία ή σε πράξεις που πηγάζουν από την προσωπική αξία, ή την ανωτερότητα της καταγωγής του από παρόμοια άξια γενιά».
 
Ο βασιλιάς είναι το πρόσωπο που διαχειρίζεται την εξουσία χάρη της υπεροχής του «σε προσωπική αξία». Κι αυτός είναι και ο λόγος που βοηθάει τους επιφανείς. Γιατί εδώ η έννοια «επιφανείς» είναι αναπόσπαστα δεμένη με την αξία. Οι επιφανείς είναι οι άξιοι (οι άριστοι) και ο βασιλιάς είναι ο αξιότερος όλων, που διασφαλίζει την κοινωνική αρμονία και την εδαφική ακεραιότητα. Η βασιλεία, ως προέκταση της αξιοκρατίας, θα ήταν αδύνατο να μην καταταχθεί στα ορθά πολιτεύματα, αφού η ανάδειξη του άξιου είναι η ύψιστη δικαιοσύνη: «Όπως λοιπόν είπαμε, η βασιλεία κλίνει προς την αριστοκρατία, γιατί βασίζεται στην αξία, ή στην προσωπική αξία ή στην οικογενειακή ή στις ευεργεσίες ή σ’ ένα συνδυασμό αυτών και ικανότητας. Γιατί όλοι σε κάθε περίπτωση, αφού ευεργέτησαν ή είχαν τη δύναμη να ευεργετήσουν τις πόλεις ή τα έθνη πήραν το αξίωμα αυτό, μερικοί αποτρέποντας την υποδούλωση της χώρας τους, παράδειγμα ο Κόδρος, άλλοι απελευθερώνοντας τη χώρα τους, παράδειγμα ο Κύρος, ή ιδρύοντας πόλεις ή κατακτώντας εδάφη, όπως οι βασιλείς των Λακεδαιμονίων και των Μακεδόνων και των Μολοσσών».
 
Όμως, ένα πολίτευμα που στηρίζεται στην απόλυτη υπεροχή του ενός, αν θέλει να παραμείνει αξιόπιστο, πρέπει πρωτίστως να εξασφαλίσει το αδιαφιλονίκητο αυτής της ανωτερότητας. Κι εδώ ακριβώς κρύβεται η επιβολή της αξίας, ως κατοχύρωση της λαϊκής αποδοχής. Ο βασιλιάς που δεν έχει λαϊκό έρεισμα οδηγείται σχεδόν μαθηματικά στη χρήση της βίας, και η βία είναι ο δρόμος της τυραννίας. Υπό αυτή την έννοια ο βασιλιάς που χάνει το κύρος του δεν είναι βασιλιάς, αφού ή θα αποχωρήσει ή θα μεταβληθεί σε τύραννος. Γι’ αυτό και η βασιλεία κρίνεται τελικά παρωχημένη: «σήμερα οι όμοιοι πολίτες είναι πολλοί και κανείς δεν υπερέχει τόσο από τους άλλους ώστε να είναι άξιος για ένα τέτοιο σε μέγεθος και μεγαλείο αξίωμα. Έτσι, για το λόγο αυτό δεν ανέχονται με τη θέλησή τους μια τέτοια εξουσία. Αν όμως κάποιος με απάτη ή βία πάρει την εξουσία, αυτό τότε θεωρείται τυραννίδα». Η άνοδος του επιπέδου των πολιτών είναι η απαρχή της αμφισβήτησης του ενός. Η βασιλεία συγκαταλέγεται βέβαια στα ορθά πολιτεύματα, αλλά είναι φανερό ότι αφορά άλλες εποχές. Η εξέλιξη της κοινωνίας, η δημιουργία νέων τάξεων που προτίθενται να διεκδικήσουν την εξουσία και η ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου του μέσου πολίτη καθιστούν την εφαρμογή της βασιλείας αδύνατη: «η κατάλυση της βασιλείας απέβη εύκολη, καθώς, μόλις οι υπήκοοι δε θέλουν το βασιλιά, θα παύσει αυτός να είναι βασιλιάς, ενώ ο τύραννος θα είναι τύραννος και παρά τη θέληση των υπηκόων».
 
Όσο για την κληρονομικότητα του βασιλικού αξιώματος, αποδεικνύεται περισσότερο εμπόδιο παρά εξασφάλιση για το πολίτευμα, αφού η ανωτερότητα του βασιλιά δεν εξασφαλίζει και την ανωτερότητα των κληρονόμων: «Σχετικά με τις κληρονομικές βασιλείες πρέπει να θεωρηθεί ως αιτία φθοράς τους, κοντά σε αυτές που ήδη αναφέρθηκαν, και το ότι πολλοί βασιλιάδες καθίστανται ευάλωτοι και, μολονότι το αξίωμά τους δεν είναι τυραννικό αλλά βασιλικό, αδικούν τους υπηκόους τους». Εξάλλου, τα συνηθισμένα φαινόμενα των συνωμοσιών και των μέχρι θανάτου αντιπαραθέσεων ανάμεσα στους διαδόχους δεν μπορούν παρά να φθείρουν με τη σειρά τους το πολίτευμα: «φθείρεται με δύο τρόπους. Με τον ένα, όταν οι διάδοχοι περιέλθουν σε διαμάχες μεταξύ τους, και με τον άλλον, όταν ο βασιλιάς προσπαθεί να κυβερνήσει αυταρχικότερα, στην περίπτωση που απαιτεί να επεκτείνει και άλλο την εξουσία του αντίθετα μάλιστα προς το νόμο».
 
Ουσιαστικά και τα δύο φθοροποιά προβλήματα της βασιλείας εστιάζουν στο θέμα της διαδοχής. Η πιθανότητα του ανάξιου διαδόχου και το συγκρουσιακό κλίμα που θα γεννηθεί για την κατάληψη της εξουσίας λειτουργούν απομυθοποιητικά αμαυρώνοντας ανεπανόρθωτα τόσο το θεσμό όσο και το πρόσωπο που θα τον εκπροσωπήσει. Υπό αυτές τις συνθήκες, και με δεδομένες τις οικονομικοκοινωνικές μεταβολές που θα επιφέρουν και τις συνακόλουθες αλλαγές στις πολιτειακές αντιλήψεις, η συνέχιση της βασιλείας κρίνεται μάλλον αδύνατη. Η βασιλεία, ως υγιές πολίτευμα, μπόρεσε να παίξει τον πολιτειακό της ρόλο μέσα στις συνθήκες που την ευνοούσαν. Η κατάργησή της κρίνεται αναπόφευκτη, αφού είναι αδύνατο να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.
 
Από την άλλη, η τυραννία, ως στρέβλωση της βασιλείας, είναι η πολιτειακή εκδοχή της εξουσίας του ενός, ο οποίος όμως ούτε διακρίνεται για την ατομική του αξία ούτε αποβλέπει στο καλό της πόλης: «Οι περισσότεροι σχεδόν τύραννοι προήλθαν, μιλώντας γενικά, από δημαγωγούς, αφού απέσπασαν την εμπιστοσύνη του λαού κατηγορώντας τους ευγενείς. Έτσι μερικές τυραννίδες επιβλήθηκαν με αυτόν τον τρόπο, αφού οι πόλεις είχαν αυξηθεί ήδη πολύ. Άλλες όμως, πριν από αυτές, εγκαθιδρύθηκαν από βασιλείς που εκτράπηκαν από τους πατροπαράδοτους βασιλικούς θεσμούς κι επιθυμούσαν μια αυταρχικότερη εξουσία. Άλλες πάλι προέκυψαν από εκλεγμένα πρόσωπα που ανέλαβαν τα ανώτατα πολιτικά αξιώματα… Άλλες τέλος προήλθαν από ολιγαρχίες που εξέλεγαν έναν κυρίαρχο άρχοντα για τα ανώτατα αξιώματα. Γιατί με όλους αυτούς τους τρόπους ήταν δυνατόν να μεθοδευτεί εύκολα η τυραννίδα, αρκεί να το ήθελαν, γιατί είχαν ήδη τη δύναμη άλλοι λόγω της βασιλικής εξουσίας και άλλοι λόγω των αξιωμάτων τους».
 
Το σίγουρο είναι ότι η τυραννία είναι αλληλένδετη με το λαϊκισμό. Ο τύραννος είναι ο άνθρωπος που εμφανίζεται ως προασπιστής των λαϊκών συμφερόντων απέναντι σε κείνους που λυμαίνονται τον πλούτο και τον καταπιέζουν: «Ο τύραννος επιβάλλεται από το λαό και το πλήθος εναντίον των επιφανών, με σκοπό να μην αδικείται ο λαός από αυτούς». Αυτός είναι και ο λόγος που οι τύραννοι, αρχικά τουλάχιστον, είχαν λαϊκό έρεισμα. Οι διαφορές με τη βασιλεία είναι προφανείς: «ο βασιλιάς θέλει να είναι φύλακας, με σκοπό να μην αδικούνται οι κάτοχοι των περιουσιών αλλά και ο λαός να μην προσβάλλεται καθόλου. Η τυραννίδα αντίθετα, όπως ήδη έχει ειπωθεί πολλές φορές, δεν αποβλέπει σε κανένα κοινό συμφέρον, παρά μόνο στην ατομική ωφέλεια. Σκοπός του τυράννου είναι η απόλαυση, ενώ του βασιλιά το καλό. Γι’ αυτό και από τα πλεονεκτήματα της εξουσίας, τα χρήματα προσιδιάζουν στην τυραννίδα, ενώ οι τιμητικές διακρίσεις στους βασιλείς μάλλον. Ακόμη η σωματοφυλακή του βασιλιά αποτελείται από πολίτες, ενώ του τυράννου από μισθοφόρους ξένους».
 
Η τυραννία στάθηκε το αναγκαστικό πέρασμα για τη δημοκρατία. Η αριστοκρατία (όχι με την αριστοτελική έννοια της επικράτησης των άξιων, αλλά με την έννοια της ακραίας ολιγαρχίας, αφού οι αριστοκράτες ήταν οι πλούσιοι κάτοχοι της γης που απομυζούσαν το λαό) έχοντας πια χάσει τα ηνία από την ανερχόμενη τάξη των εμπόρων δε θα μπορούσε παρά να υποστεί και τις αντίστοιχες πολιτειακές αλλαγές, που θα εξυπηρετούσαν αντίπαλα συμφέροντα. Στο βιβλίο του «Νεοελληνική Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας» αναφέρει: «Η τυραννίδα λοιπόν, ως διοικητικό και κυβερνητικό σύστημα, εμφανίζεται στην Ελλάδα κατά το πρώτο μισό του 7ου π.Χ. αιώνα. Η πολιτεία των ευγενών (αριστοκρατών) είναι αγροτική… Ήδη οι ισχυροί δεν είναι πλέον οι γαιοκτήμονες (αριστοκράτες), αλλά οι έμποροι. Η πολιτεία των οπλιτών οδηγεί στην τυραννίδα, που είναι το αρμόζον για στρατιώτες καθεστώς. Όμως, οι στρατιώτες, που δεν έχουν γη (γιατί την έχουν οι αριστοκράτες) κατά τις ειρηνικές περιόδους δεν μπορεί παρά να γίνονται έμποροι. Και το εμπόριο, για να ευδοκιμήσει, χρειάζεται μια ισχυρή κεντρική εξουσία, που θα βάλει τέρμα στον εξουσιαστικό πολυκεντρισμό των αριστοκρατών, που μαλλιοτραβιούνται μεταξύ τους για τα χωράφια τους». Για να συμπληρώσει: «Η τυραννίδα, λοιπόν, έχει την αφετηρία της στις εσωτερικές διενέξεις της άρχουσας τάξης, (των αριστοκρατών), διενέξεις που δεν ευνοούν την ανερχόμενη άρχουσα τάξη των εμπόρων στους οποίους και θα στηριχτεί η Αθηναϊκή Δημοκρατία αργότερα».
 
Γι’ αυτό και οι τύραννοι, αρχικά τουλάχιστον, ήταν αγαπητοί στο λαό. Γιατί ευαγγελίζονταν την ανατροπή της αριστοκρατικής τυραννίας – για να επιβάλλουν τη δικιά τους. Το βέβαιο είναι ότι τα πολιτεύματα γεννιούνται μέσα από τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες κι από τη στιγμή που οι αριστοκράτες (όχι με την αριστοτελική έννοια πάντα) βρήκαν μπροστά τους τους εμπόρους ήταν μοιραίο να επέλθουν πολιτειακές αλλαγές. Η τυραννία εμφανίζεται ως διεκδίκηση της νέας ανερχόμενης τάξης, που όμως θα αποδειχθεί ανεπαρκής δίνοντας τη θέση της στη δημοκρατία. Ο Ραφαηλίδης αναφέρει: «Όπως και να ‘ναι, πάντως, η τυραννίδα από πολλούς ιστορικούς χαρακτηρίζεται ως “πρόδρομη δημοκρατία”. Κι αν η σκληρότητα του τυράννου Φάλαρι στον Ακράγαντα έμεινε παροιμιώδης, το ίδιο παροιμιώδης έμεινε και η πραότητα του τυράννου των Μεγάρων Θεαγένη, που τον ανέδειξε και τον στήριξε ο φτωχόκοσμος. Η εξ’ ορισμού εχθρική τοποθέτηση των τυράννων απέναντι στους αριστοκράτες, τους έκανε συμπαθητικούς, αν και όχι ιδιαίτερα αγαπητούς στο λαό».
 
Το σίγουρο είναι ότι για τον Αριστοτέλη η τυραννία είναι η απόλυτη πολιτειακή στρέβλωση, που βασίζεται στην κατάλυση του νόμου επιβάλλοντας την αυθαίρετη βούληση. Και έχει ελάχιστη σημασία, αν η αυθαίρετη βούληση αφορά τον ένα ή τους λίγους ή τους πολλούς, αφού, σε κάθε περίπτωση, αυτό που προβάλλεται είναι το συμφέρον των ανθρώπων που έχουν τη δύναμη να επιβληθούν. Οι ολιγαρχίες προωθούν τα συμφέροντα των πλουσίων (κι όσο πιο ακραίες γίνονται τόσο περισσότερο προσομοιάζουν στην τυραννία) και οι δημοκρατίες τις εκάστοτε βλέψεις των δημαγωγών, που, ακυρώνοντας το νόμο, στρέφουν τον κόσμο στα ίδια συμφέροντα. Η δημοκρατία, όπως ο Αριστοτέλης τη βλέπει να πραγματώνεται στην Αθήνα, παρουσιάζεται ως τυραννία του όχλου, που απαξιώνει κάθε έννοια αξιοκρατίας, με άλλα λόγια, η τυραννία εμφανίζεται ως η ολοκληρωτική αποχαλίνωση των (έτσι κι αλλιώς) στρεβλών πολιτευμάτων της δημοκρατίας και της ολιγαρχίας. Σχετικά με τα αναξιοκρατικά παρατράγουδα της δημοκρατίας ο Ραφαηλίδης σημειώνει: «Άλλωστε, δεν είναι μόνο οι δικτάτορες που νοούν την ισότητα ως ισοπέδωση και αποκεφαλισμό, πραγματικό ή συμβολικό. Κάθε τι που προεξέχει είναι πάντα ενοχλητικό. Και κάποιοι νάνοι πάντα ακονίζουν τις κόσες τους, για κάθε είδους σφαγή, αιματηρή ή αναίμακτη. Η δημοκρατία δε σκότωσε την τυραννίδα. Απλώς τη μετέθεσε και τη σκόρπισε στα πολλά μικρά, καθημερινά εξουσιαστικά κέντρα».
 
Όσο για τον Αριστοτέλη, είναι απολύτως ξεκάθαρος: «Είναι φανερό ήδη ότι η τυραννίδα έχει τα μειονεκτήματα και της δημοκρατίας και της ολιγαρχίας. Έτσι από την ολιγαρχία κρατά την επιδίωξη του πλούτου ως σκοπού και την απόλυτη δυσπιστία προς το πλήθος η κακομεταχείριση του πλήθους, οι εκτοπίσεις του από το άστυ και η διασπορά του σε διάφορα μέρη είναι μειονέκτημα και της ολιγαρχίας και της τυραννίδας». Η καταπίεση που εκδηλώνεται με εκτοπίσεις και βία δε θα συνιστούσε ποτέ ένα ιδανικό πολίτευμα. Κι από τη στιγμή που ο πλούτος μετατρέπεται σε αυτοσκοπό δεν μπορούμε παρά να μιλάμε για την κοινωνία που έχει χάσει κάθε συλλογικότητα. Η διαρκής αναζήτηση του ατομικού πλουτισμού, που θα λειτουργήσει ως μέσο επιβολής στους άλλους, είναι η έσχατη αποξένωση που δεν μπορεί παρά να δράσει διασπαστικά. Η θεοποίηση του χρήματος είναι η θεοποίηση του εγωισμού, που, από θέση αρχής, διαλύει κάθε συμβιωτική συνθήκη. Κι αυτός είναι ο δρόμος προς το απάνθρωπο. Οι ολιγαρχίες αυτού του είδους είναι ξεκάθαρες τυραννίες, αφού αναδεικνύοντας τον εγωισμό σε ιδεολογία μετατρέπουν τους πάντες σε μικρούς ή μεγάλους τυράννους, ανάλογα με τις υπάρχουσες δυνατότητες. Υπό αυτή την έννοια, ηθικά τουλάχιστον, νομιμοποιούνται τα πάντα.
 
Αλλά και από την πλευρά της δημοκρατίας τα πράγματα δεν παρουσιάζονται καλύτερα: «Από τη δημοκρατία αντίθετα» (εννοείται η τυραννία που προέρχεται από την αποχαλίνωση της δημοκρατίας) «διατηρεί το διωγμό των ευγενών και την κρυφή ή φανερή εξόντωσή τους και την εξόρισή τους, με την ιδέα ότι είναι ανταγωνιστές κι εμπόδια στην κατάληψη της εξουσίας. Διότι από αυτούς συνήθως προέρχονται οι απειλές ανατροπής, γιατί άλλοι θέλουν να κυβερνούν οι ίδιοι, ενώ άλλοι δεν ανέχονται να υποτάσσονται. Από δω πηγάζει η συμβουλή του Περίανδρου προς το Θρασύβουλο,» (ο Αριστοτέλης παραδόξως αναφέρει ότι η συμβουλή δόθηκε από τον Περίανδρο στο Θρασύβουλο κι όχι το ανάποδο) «να κόψει τις κορφές από τα ψηλότερα στάχυα, με την έννοια ότι οι εξέχοντες επιφανείς πολίτες πρέπει να παραμερίζονται». Η αναξιοκρατία εμφανίζεται ως ξεκάθαρη μορφή τυραννίας, αφού τελικά τα ηνία τα κινούν αυτοί που λυμαίνονται τον πολιτειακό μηχανισμό. Πρόκειται για τη φαυλότητα που γίνεται καθεστώς ανακυκλώνοντας συστηματικά τους ανάξιους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αριστοτέλης αναφέρεται στο επεισόδιο δύο τυράννων για να καταδείξει τις στρεβλώσεις της δημοκρατίας, αφού σε κάθε περίπτωση αυτός που περισσεύει κόβεται. Κι εδώ δε γίνεται λόγος μόνο για το συλλογικό πλήγμα, καθώς η πόλη, ως σύνολο, στερείται τις υπηρεσίες των πιο ικανών, αλλά το ζήτημα περνά και σε επίπεδο καθαρά ατομικό, αφού δεν υπάρχει μεγαλύτερη καταπίεση από την αδικία που λειτουργεί νομότυπα περιθωριοποιώντας τους ικανότερους των πολιτών.
 
Κι αυτός είναι και ο λόγος που οι τυραννίες είναι τόσο ευάλωτες, αφού τελικά δεν μπορούν παρά να φέρουν τη δυσαρέσκεια. Ο λαός απομακρύνεται από τέτοιου είδους εξουσίες καθιστώντας τες – επί της ουσίας – ανίσχυρες. Μια προσωπική προσβολή, η εκδικητική διάθεση κάποιου, μια ερωτική αντιδικία, μια περίπτωση μαστιγώματος ή άλλης σωματικής κακοποίησης, η περιφρόνηση «όπως όταν κάποιος είδε το Σαρδανάπαλο να ξαίνει μαλλιά μαζί με τις γυναίκες και τον σκότωσε», το ατομικό κέρδος ή μια εξωτερική επίθεση από κράτος με άλλο πολίτευμα μπορούν να αποβούν μοιραία. Το εύθραυστο της τυραννίας είναι η κατάδειξη της λαϊκής απόρριψης. Κι εδώ βρίσκεται η ουσία του ιδανικού πολιτεύματος, στην αποδοχή του λαού, που, αν χρειαστεί, θα παλέψει για την προστασία του. Η δικαιοσύνη, η αξιοκρατία, η ισονομία και η ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση είναι οι βάσεις κάθε υγιούς κοινωνίας. Σε κάθε άλλη περίπτωση επέρχεται η αδικία. Και η αδικία φέρνει την απαξίωση…
 
Αριστοτέλης: Πολιτικά