Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2015

Νιτσε και Σωκρατης


Φρίντριχ Νίτσε και Σωκράτης: Το στοιχείο που συνδέει περισσότερο από κάθε άλλο τους εν λόγω τιτάνες της σκέψης είναι το γεγονός πως δεν μπορούν να τοποθετηθούν με ακρίβεια σε καμία ήπειρο της φιλοσοφικής υδρογείου, η σκέψη τους δεν μπορεί να περιοριστεί σε κανένα πλαίσιο φιλοσοφικού συστήματος. Το μοιραίο αποτέλεσμα ήταν να παρεξηγηθούν και να παρερμηνευτούν όσο ελάχιστοι στην ιστορία. 
 
Ο Σωκράτης κατηγορήθηκε για αθεΐα και αποπλάνηση της νεολαίας – η πιο βαριά κατηγορία όμως έμελε να έρθει από τον Νίτσε πολλούς αιώνες μετά τον θάνατό του, ο οποίος στο “Λυκόφως των Ειδώλων” τον χαρακτήρισε ως βεβηλωτή του αγνού και ένδοξου Ελληνικού πνεύματος και πρωτοπόρο της διαλεκτικής, του τρόπο σκέψης των κατώτερων πνευματικά ανθρώπων. Μήπως, άραγε, ο Φρίντριχ αφόρισε με τέτοιο πάθος τον αρχαίο φιλόσοφο εξαιτίας των ομοιοτήτων που διαπίστωσε μεταξύ τους; Πολύ πιθανό
 
Ο Νίτσε με τη σειρά του κατηγορήθηκε ότι καλλιέργησε το θεωρητικό υπόβαθρο του ναζισμού, πως προήγαγε ολιγαρχικά καθεστώτα και ότι υποβάθμισε όσο λίγοι στη σύγχρονη ιστορία τη θέση της γυναίκας. 
 
Οι κριτικοί που προβαίνουν σε αυτά τα συμπεράσματα έχουν ταυτόχρονα απόλυτο δίκιο και απόλυτο άδικο. Και εξηγούμαι: 
Ναι, όντως, ο Σωκράτης ήταν όντως απόλυτα άθεος. Τα θεολογικά πιστεύω του δεν είχαν καμία σχέση με τη παραδοσιακή θεολογική σκέψη της εποχής του. Ταυτόχρονα όμως πίστευε περισσότερο στον Θεό από ό,τι οποιοσδήποτε άλλος.
 
Κι ο Νίτσε, επίσης, με τον υπεράνθρωπό του ήταν ολιγαρχικός, περισσότερο ναζιστής κι από τους ναζιστές – ήταν όμως ταυτόχρονα και ο πιο παθιασμένος σημαιοφόρος της ελευθερίας και της αξίας της προσωπικής ατομικότητας, που δεν περιορίζεται σε κοινωνικές νόρμες.
 
Κι αυτό επειδή το πρώτο και πιο καθοριστικό λάθος που μπορεί να κάνει ένας αναλυτής όταν εξερευνά τη σκέψη των δύο αυτών φιλοσόφων, είναι να προσπαθήσει να ορίσει μία συγκεκριμένη κατεύθυνση στη σκέψη τους, να ορίσει την έκταση της φιλοσοφίας τους σε ένα μονάχα σύστημα σκέψης, να τους “καλουπώσει”. Αυτό όμως, που μπορεί να είναι εφικτό όταν ασχολούμαστε με άλλους ανθρώπους του πνεύματος, για αυτούς τους δύο είναι αδύνατο.
 
Ο Σωκράτης και ο Νίτσε ανήκουν σε μία ιδιαίτερη και σπάνια πάστα φιλοσόφων. Η δράση τους πάνω στην ιστορία της σκέψης έχει θετικό πρόσημο, η επίδρασή τους είναι ριζοσπαστική, ο ρόλος τους είναι να ξεριζώνουν τα συστήματα λογισμού των εποχών τους, να καθαρίζουν τα χωράφια της σκέψης από τα ξερόχορτα. Είναι δυνάμεις καταστροφής και ανανέωσης, το στοιχείο τους είναι η φωτιά. Δεν έρχονται για να αναπαράγουν ή να συμβάλουν στην ανάπτυξη ήδη υπαρχουσών σχολών σκέψης, αλλά για να επιτεθούν κατά μέτωπο με τον δαυλό στο χέρι απέναντι σε κάθε δομημένο σύστημα. 
 
Ο Σωκράτης σήμανε το τέλος της φυσικής φιλοσοφίας του αρχαίου κόσμου – έδωσε τέλος στη παράδοση του Ηρακλείτου, του Πυθαγόρα και των λοιπών φυσικών. Είναι γνωστό το ρητό πως: “Κατέβασε τη φιλοσοφία από τους ουρανούς και την έβαλε στα σπίτια των ανθρώπων”. Υπάρχει βέβαια η άποψη πως ήταν ο εισηγητής της ηθικής, κάτι το οποίο όμως μπορεί να αμφισβητηθεί πολύ έντονα. Τον “Ηθικό Σωκράτη”, τον Σωκράτη που αγγίζει με τα χέρια του τις αρετές και που ορίζει το σωστό και το λάθος, τον γνωρίζουμε στους μεταγενέστερους διαλόγους του Πλάτωνα στους οποίους επικρατεί η εντύπωση πως το πνεύμα του μαθητή επισκίασε αυτό του δασκάλου του – ενώ, αντίθετα, στους πρώιμους διαλόγους συναντάμε μία εντελώς διαφορετική φιγούρα, συναντάμε έναν απόλυτο σκεπτικιστή που το μόνο αρέσκεται μονάχα στο να γκρεμίζει την επιχειρηματολογία και τους ισχυρισμούς των συνομιλητών του, δίχως στο τέλος να δίνει ο ίδιος απαντήσεις. Είναι χαρακτηριστικό πως όλοι οι πρώιμοι διάλογοι τελειώνουν στην άγνοια, στο μηδέν, ενώ τους μεταγενέστερους βλέπουμε να ολοκληρώνονται με ξεκάθαρους Πλατωνικούς ορισμούς του ωφέλιμου και του ορθού. 
 
Ο Νίτσε με τη σειρά του έβαλε κυριολεκτικά μπουρλότο στον Χριστιανισμό και τη μεταφυσική (τουλάχιστον με τη μορφή που είχε μέχρι τον εικοστό αιώνα). Άρπαξε με βία έννοιες βαθιά ριζωμένες στη συνείδηση του ανθρώπου, όπως η αξία, η αμαρτία και η θεία κρίση, και τις πέταξε στον κάδο των αχρήστων μέσα από δοκίμια καθολικά αφοριστικού χαρακτήρα (π.χ. “Ο Αντίχριστος”). “Ο Θεός πέθανε” είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ρητά του. Σε καμία περίπτωση όμως δεν έθεσε βάσεις για ένα νέο σύστημα σκέψης, κι αυτό φάνηκε από την ιστορία, μιας και ελάχιστοι μπόρεσαν να ακολουθήσουν τον δρόμο του – κι αυτό επειδή δεν όρισε δρόμο! 
 
Ποιος ο λόγος που κανένας από τους δύο δεν χτίζει νέα θεμέλια; Γιατί μονάχα καταστρέφουν; Για να δώσουμε απάντηση πάνω σε αυτό το ερώτημα πρέπει να διεισδύσουμε στα έγκατα των διδαγμάτων τους, τον πυρήνα της σκέψης τους και ταυτόχρονα να δούμε τη κοινή αφετηρία τους. 
 
Μέγιστη αρχή και αξία για τον Νίτσε και τον Σωκράτη είναι η προσωπική και υποκειμενική αλήθεια. Η αλήθεια του Εγώ, η αλήθεια του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Μία απόλυτα προσωπική αλήθεια. Αυτή είναι η μοναδική διδαχή τους. 
 
Δεν δίδαξαν κανέναν πώς να σκέφτεται – στόχος τους ήταν μονάχα να καθαρίσουν τα μάτια και το μυαλό των ανθρώπων από τις ξένες εμπειρίες κι απόψεις, για να μπορέσουν ύστερα εκείνοι με τη σειρά τους να βρουν ή να ορίσουν (το ίδιο κάνει) τη δική τους αλήθεια. 
 
Τι έκανε ο Σωκράτης; Πλησίαζε τους συνομιλητές του με απόλυτη άγνοια, τη γνωστή Σωκρατική Ειρωνεία, και έφερνε τα πιστεύω τους απέναντι στον εαυτό τους. Οι εξωγενείς πεποιθήσεις που δεν χτίζονται εσωτερικά δεν μπορούν ούτε να στηριχθούν ούτε να αποδειχθούν, με αποτέλεσμα μέσω της διαλεκτικής να καταρρέουν σαν πύργοι από τραπουλόχαρτα. Μετά το πέρας της συζήτησης με τον Σωκράτη, ο άνθρωπος βρίσκεται κενός, αντιμέτωπος με τον εαυτό του και αποκτάει επιτέλους συνείδηση του εσωτερικού του κενού. Καλείται, συνεπώς, αφού ξεπεράσει το πρωταρχικό σοκ, να προσδιορίσει για πρώτη φορά τον μοναδικό και προσωπικό εαυτού του, να πλάσει με τον πηλό της ψυχής του ένα αληθινό και αυθεντικό Εγώ. 
 
Τι έκανε ο Νίτσε; Ας χρησιμοποιήσουμε το παράδειγμα του Ζαρατούστρα. Ο χαμογελαστός αυτός σοφός είναι ο αγγελιοφόρος του θανάτου του Θεού (σ.σ. των ξένων πεποιθήσεων), φέρνει στους ανθρώπους τη καταδίκη του ψευδοεαυτού τους. Ύστερα λοιπόν από τον πρωταρχικό χλευασμό που του επιδεικνύουν, στο τέλος βλέπουμε να σέρνονται με κραυγές προς τη σπηλιά του ζητώντας λύτρωση, μέσα στην απόγνωσή τους θεοποιούν μέχρι και γαϊδάρους! Ο Ζαρατούστρα ωστόσο, παρότι ξεκάθαρα προμηνύει τον ερχομό του Υπερανθρώπου (αληθινό Εγώ), σε καμία περίπτωση δεν τον φυλακίζει σε κάποιον κάθετο ορισμό – δηλαδή, αναδεικνύει τις διαφοροποιήσεις αυτού του ανώτερου από τον θλιβερό σημερινό άνθρωπο, αλλά δεν συνθέτει όλα τα κομμάτια του παζλ του. Αυτό είναι το χρέος των “συντρόφων” του, των ανώτερων ανθρώπων, που οφείλουν μέσα από τη μοναξιά τους να χτίσουν τη βάση του Υπερανθρώπου και να γίνουν κυριολεκτικά θυσία και σκαλοπάτι για τη γέννησή του – να επιτρέψουν δηλαδή μέσα από τον θάνατο του ξένου εαυτού τους να αναδειχθεί ο αληθινός.
 
Γι’ αυτό λοιπόν, ναι, ο Σωκράτης ήταν άθεος – ποιος όμως πίστεψε περισσότερο σε αυτό που αποκαλούμε αληθινός εαυτός, ποιος άκουσε περισσότερο τον εσωτερικό δαίμονα; Και υπάρχει, άραγε, μεγαλύτερος Θεός; Κι ο Νίτσε επίσης, ναι, ήταν τύραννος, θέλει μέσα από τον πόλεμο να εξολοθρευτεί ολόκληρη η ανθρωπότητα – όμως μονάχα για να μπορέσει να βρει τον εαυτό της. Ακόμα, όποιος τον αποκαλεί μισογύνη, προφανώς δεν αντιλαμβάνεται πως αυτή η ανώτερη “ανδρική φύση” που αναφέρει δεν γνωρίζει όρια μεταξύ φύλων και πως είναι δυνατό να κατακτηθεί τόσο από τους άνδρες, όσο και τις γυναίκες. Όποιος πιάνει μονόπλευρα τα λεγόμενά του είναι καταδικασμένος να προβεί σε λανθασμένα συμπεράσματα, ειδικά κιόλας από το γεγονός πως ο ίδιος δεν έκανε καμία προσπάθεια να γίνει κατανοητός – “Όποιος είναι να καταλάβει, θα καταλάβει” δηλώνει ουσιαστικά σε όλη την έκταση του έργου του.
 
Τέλος, το ύστατο σημείο αναφοράς ανάμεσα στους δύο είναι ο τραγικός τους θάνατος, ακόμη και τα αίτια που τον προκάλεσαν. Αυτή η καθολική υποταγή στο Εγώ, αυτό το παθιασμένο κήρυγμα της προσωπικής και ατομικής αξίας, είχε ως αποτέλεσμα να πνιγούν στον ίδιο τους τον εγωισμό. Το πορτρέτο ενός ηρωικού Σωκράτη που “θυσιάστηκε για τις ιδέες του” μπορεί να φαντάζει ελκυστικό, όμως κρύβει έναν κατακρεουργημένο πνευματικά άνθρωπο, του οποία τα σωθικά ξέσκισε ο ίδιος. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του λίγο πριν πιει το κώνειο, το οποίο και χαρακτήρισε ως “γιατρειά” στη χρόνια αρρώστια του. “Ο Σωκράτης ήθελε να πεθάνει…” όπως πολύ σωστά τόνισε ο Νίτσε στο “Λυκόφως των Ειδώλων“.
 
Από την άλλη, ο άρρωστος ψυχολογικά Φρίντριχ, που ύστερα από τη δημιουργία των μεγαλύτερων έργων του, κατέρρευσε ψυχοσωματικά. Το έργο του τον οδήγησε σε έναν αβάσταχτο εγωισμό και μία καταστροφική απομόνωση, στοιχεία που είναι μάλιστα ιδιαίτερα έντονα στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο του “Τάδε Έφη Ζαρατούστρα”. Η ακραία μοναξιά και η έλλειψη συναισθηματικών σχέσεων ήταν πυλώνες του δύσκολου, αλλά και τόσο σπουδαίου, βίου του. 
Αυτή έμελε λοιπόν να είναι η μοίρα αυτών των υπέροχα ειλικρινών και αγαθών ανθρώπων – επειδή μονάχα άνθρωποι με τέτοια καθαρότητα είναι ικανοί για έναν τόσο σπουδαίο εγωισμό, έναν εγωισμό που αγγίζει και ξεπερνά τα όρια της παιδικής αγνότητας. Αυτά τα υπέροχα πνεύματα που συνέβαλαν όσο ελάχιστοι στον αγώνα του ανθρώπου απέναντι στον εαυτό του και στο ταξίδι του προς το νησί της ψυχής του. Αυτή η ακραία ατομικότητα, η μόνη ατομικότητα που ήταν ικανή να συνταράξει τα θεμέλια του όχλου, κατέληξε να είναι ο σταυρός τους, ο μαύρος βάλτος εγωισμού μέσα στον οποίον σιγά-σιγά πνίγηκαν. Αυτά τα πλάσματα που αγαπήθηκαν όσο κανείς από τον εαυτό τους, αλλά που πεισματικά δεν επέτρεψαν κανέναν άλλον την είσοδο στο υπόγειο της καρδιάς τους. Μία καρδιά που έσβησε από τη παγωνιά κι από δάκρυα που έφεραν σκαλισμένα πάνω τους το εξής μήνυμα: “Μακάρι να μπορούσα να σας αφήσω να με αγαπήσετε”. 
 
Ας μην πάει χαμένη λοιπόν η θυσία τους κι ας αγκαλιάσουμε όλοι μας τον εσωτερικό εαυτό μας, που τόσο έχουμε ξεχασμένο οι περισσότεροι στο πατάρι της ζωής μας. Ας πλάσουμε τον εαυτό μας σύμφωνα με τα βαθύτερα και πιο ιερά θέλω μας κι ας βγούμε υπερήφανοι έξω στον κόσμο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου