Η Πρόκρις ήταν μία από τις κόρες του βασιλιά της Αθήνας Ερεχθέα, ή του Κέκροπα. Παντρεύτηκε τον Κέφαλο, γιο του Δηιόνα της Φωκίδας. Οι έρωτές τους συνοδεύτηκαν από διάφορες περιπέτειες. Άλλοτε ο Κέφαλος βάζει σε δοκιμασία τη γυναίκα του προσφέροντάς της δώρα, άλλοτε τη δελεάζει κάποιος άλλος άνδρας, άλλοτε εκείνη υποψιάζεται τον άνδρα της για νέους έρωτες.
Λεγόταν, λοιπόν, ότι η Πρόκρις κοιμήθηκε με τον Πτελέοντα, που κέρδισε την εύνοιά της με ένα χρυσό στεφάνι. Τους έπιασε όμως επ' αυτοφώρω ο Κέφαλος και για να γλυτώσει από την εκδίκηση του άνδρα της η Πρόκρις κατέφυγε στην Κρήτη, στον βασιλιά Μίνωα. Εδώ, παίζει σημαντικό ρόλο στο πρόβλημα της ατεκνίας του Μίνωα.
Στην αρχή της βασιλείας του ο Μίνωας δεν έκαμνε παιδιά, γιατί υπέφερε από κάποιο νόσημα: φίδια και ερπετά έβγαιναν από το σώμα του που έτρωγαν τα σπλάχνα κάθε γυναίκας που ξάπλωνε μαζί του (μνημειωμένη φρίκη από τη μετάδοση δερματικής ασθένειας που σε παρωχημένους χρόνους εξολόθρευσε φυλές). Μόνο η Πασιφάη δεν έπαθε τίποτε, γιατί ήταν κόρη του Ήλιου. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου η Πασιφάη του έκανε μάγια, γιατί ο Μίνωας είχε πολλές ερωμένες. Έτσι, οι γυναίκες που πήγαιναν μαζί του τις καταβρόχθιζαν σκορπιοί και φίδια που έβγαιναν από το σώμα του. Τον γιάτρεψε η Πρόκρις. Ο Μίνωας την ερωτεύτηκε και η Πρόκρις δέχτηκε να πάει μαζί του με αντάλλαγμα ένα κοντάρι που δεν έχανε ποτέ τον στόχο κι ένα σκύλο που δεν του ξέφευγε αγρίμι. Ύστερα τον θεράπεψε με ένα βότανο, το λεγόμενο «ρίζα της Κίρκης». Άλλες μαρτυρίες θέλουν την Πρόκριδα να χρησιμοποιεί δέρμα ή κύστη από αίγα, με το οποία έφτιαξε μια κύστη που την έβαλε στον κόλπο μιας γυναίκας και την προφύλαξε, καθώς φίδια και άλλα ερπετά κρατήθηκαν εκεί και δεν διαχύθηκαν στον οργανισμό της. Ύστερα από αυτό ενώθηκε με την Πασιφάη και απέκτησαν παιδιά, ενώ η Πρόκρις, από φόβο για τη γυναίκα του Μίνωα και τη ζήλια της, επέστρεψε στην Αθήνα και συμφιλιώθηκε με τον Κέφαλο.
Αλλά και πάλι ο έρωτάς τους δοκιμάζεται. Αμφιβάλλοντας ο Κέφαλος για την αρετή της γυναίκας του, προσποιήθηκε ότι θα έλειπε από το παλάτι και μεταμφιέστηκε με τέτοιο τρόπο που η γυναίκα του δεν τον αναγνώρισε. Την πίεσε με δώρα να του δοθεί, οι ισχυρές αντιστάσεις της νέας γυναίκας κάμφθηκαν. Η αποκάλυψη της ταυτότητας του μεταμφιεσμένου άνδρα προκάλεσαν στη νέα γυναίκα ντροπή και θυμό. Έφυγε για το βουνό, ο Κέφαλος την ακολούθησε, παραδέχθηκαν αμοιβαία τα σφάλματά τους και συμφιλιώθηκαν.
Ερχόταν πια και η σειρά της Πρόκριδας να ζηλέψει τον άνδρα της για τα συχνά του κυνήγια. Την κατέλαβε η υποψία ότι τον δελέαζαν Νύμφες του βουνού που ενισχύθηκε από τη μαρτυρία ενός δούλου του Κέφαλου ότι συχνά ο άνδρας της, στη διάρκεια των κυνηγιών του, επικαλούνταν την «Αύρα» για να τον δροσίσει από τις φλόγες που τον έκαιγαν. Θέλοντας να τον πιάσει επ' αυτοφώρω, τον ακολούθησε στο κυνήγι, όμως ο Κέφαλος, ακούγοντας θρόισμα και θεωρώντας ότι πίσω από τη συστάδα των πυκνών θάμνων ήταν κάποιο θήραμα, έριξε το ακόντιό του, πέτυχε την Πρόκριδα και τη σκότωσε.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, το ζευγάρι έβγαινε μαζί για κυνήγι, μια και η Πρόκρις ήταν και η ίδια πολύ καλή κυνηγός. Σε ένα από τα κοινά τους κυνήγια έγινε το ατύχημα. Είτε έτσι είτε αλλιώς, ο Κέφαλος δικάστηκε από τον Άρειο Πάγο και καταδικάστηκε σε ισόβια εξορία.
Ο Οδυσσέας, στην κάθοδό του στον Κάτω Κόσμο, ανάμεσα σε άλλες νεκρές γυναίκες είδε και την Πρόκριδα (λ 321).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου