Ένας άνθρωπος που αγαπά ένα ναρκισσιστή βασανίζεται διαρκώς από ένα επίμονο ερώτημα: «Με αγαπά;», «Με εκτιμά;». Νιώθει κομμένος στα δύο, ανάμεσα στην αγάπη και τον πόνο. Ανάμεσα στο «να μείνω» ή «να φύγω». Κάποιοι ορκίζονται ότι έχουν αγαπηθεί, και κάποιο άλλοι είναι πεπεισμένοι ότι δεν τα κατάφεραν. Είναι μία περίπλοκη κατάσταση, καθώς κάποιες φορές αισθάνονται ότι έχουν απέναντί τους ένα άτομο που τους νοιάζεται και του οποίου η παρέα είναι απολαυστική, ενώ κάποιες άλλες αυτό το άτομο δίνει τη θέση του σε έναν σύντροφο που τους κάνει να νιώθουν ασήμαντοι και ανεπαρκής. Οι ναρκισσιστές ισχυρίζονται ότι αγαπούν την οικογένειά τους και τους συντρόφους τους, λένε όμως την αλήθεια;
Πώς αγαπά ένας ναρκισσιστής;
Οι ναρκισσιστές είναι πιθανό να δείξουν πάθος στα πρώτα βήματα μίας σχέσης. Ωστόσο, σύμφωνα με τον αναλυτή Robert Johnson, είναι εκείνο το είδος του πάθους «που κατευθύνεται πάντοτε στις δικές τους προβολές, στις δικές τους προσδοκίες και φαντασιώσεις. Δεν είναι η αγάπη προς ένα άλλο άτομο, αλλά προς τον εαυτού τους». Σκοπός του ναρκισσιστή είναι μέσα από αυτές τις σχέσεις να ενισχύσει το Εγώ του και την αυτοπεποίθησή του και να πάρει ευχαρίστηση χωρίς καμία δέσμευση. Επιπλέον, αξιολογούν αυτές τις σχέσεις ως μία μορφή συναλλαγής.
Είναι ενεργητικοί, παθιασμένοι ενώ έχουν υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη. Αυτά τα χαρακτηριστικά τους βοηθούν να γοητεύουν τους ανθρώπους γύρω τους και να κερδίζουν την αγάπη και τον θαυμασμό τους. Από την άλλη, η κοινωνικότητά τούς επιτρέπει να αφήσουν μία καλή πρώτη εντύπωση. Μπορούν επίσης να αποπλανήσουν το «θήραμά» τους με τη γενναιοδωρία, τις κολακείες, το σεξ, τον ρομαντισμό και τις υποσχέσεις παντοτινής αγάπης.
Ωστόσο, οι ναρκισσιστές χάνουν το ενδιαφέρον τους, καθώς η προσδοκία της οικειότητας αυξάνεται ή όταν θεωρήσουν ότι έχουν κερδίσει το παιχνίδι που έστησαν. Οι περισσότεροι αδυνατούν να διατηρήσουν μία σχέση για διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών. Θέτουν ως προτεραιότητα στην εξουσία έναντι της οικειότητας και δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να νιώσουν αδυναμία. Η προσέγγισή τούς επιτρέπει να λάβουν την επιβεβαίωση που επιζητούν, αλλά τους αφήνει ελεύθερους να φλερτάρουν και να παίξουν με πολλούς εραστές ή ερωμένες ταυτόχρονα.
Επιπλέον, οι ναρκισσιστές μπορούν να αναπτύξουν θετικά συναισθήματα προς τον σύντροφό τους, τα οποία όμως βασίζονται περισσότερο στη φιλία και τα κοινά ενδιαφέροντα. Αν κάποια στιγμή στη ζωή τους παντρευτούν, δεν έχουν καμία διάθεση να διατηρήσουν τη ρομαντική μάσκα που φορούσαν στην αρχή της σχέσης , ενώ αναπτύσσουν αμυντικές συμπεριφορές για να αποφύγουν την εγγύτητα. Γίνονται ψυχροί, επικριτικοί και άγριοι, ειδικά όταν αμφισβητούνται ή όταν δεν γίνεται το δικό τους. Είναι πιθανό να ανταποκριθούν στις ανάγκες και τα θέλω του συντρόφου τους μόνο όταν το Εγώ τους είναι ικανοποιημένο. Αφού υποτιμήσουν τον σύντροφό τους, θα αναζητήσουν αλλού την επιβεβαίωση.
Οι προκλήσεις για έναν ναρκισσιστή
Η πραγματική αγάπη δεν είναι ένα ειδύλλιο. Για τον Αριστοτέλη, είναι το «να θες το καλό του άλλου». Ο Nathaniel Branden υποστήριξε ότι «για να αγαπήσεις ένα ανθρώπινο ον, θα πρέπει να γνωρίσεις και να αγαπήσεις το άτομο του». Είναι μια ένωση δύο ατόμων, η οποία προϋποθέτει ότι βλέπουμε τον άλλον ως κάτι ξεχωριστό από τους εαυτούς μας. Περαιτέρω, στο βιβλίο «Η Τέχνη της Αγάπης», ο Erich Fromm τόνισε ότι η αγάπη συνεπάγεται γνώση, ευθύνη και δέσμευση. Πρέπει να έχουμε κίνητρα να γνωρίζουμε τις επιθυμίες, τις ανάγκες και τα συναισθήματα του άλλου και να παρέχουμε ενθάρρυνση και υποστήριξη. Παίρνουμε ευχαρίστηση από ευτυχία του άλλου και προσπαθούμε να μην τον βλάψουμε με κανέναν τρόπο.
Όταν αγαπάμε, ενδιαφερόμαστε πραγματικά για τη ζωή και την εξέλιξη του συντρόφου μας. Προσπαθούμε να κατανοήσουμε τις εμπειρίες του και την άποψη του για τη ζωή, ακόμη κι αν διαφέρει από τη δική μας. Βέβαια, οι ναρκισσιστές δεν έχουν κίνητρο να γνωρίσουν και να κατανοήσουν τους άλλους.
Οι ναρκισσιστές δεν μπορούν να δείξουν συμπόνια . Είναι απρόθυμοι να αναγνωρίσουν ή να ταυτιστούν με τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων. Η έρευνα έχει δείξει ότι παρουσιάζουν δομικές ανωμαλίες στις περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με ενσυναίσθηση. Συνεπώς, η ικανότητά τους να κατανοούν, να φροντίζουν και να στέκονται δίπλα σε κάποιον που το έχει ανάγκη είναι εξαιρετικά ανεπαρκής.
Ανάμεσα στους ναρκισσιστές και την αγάπη μπαίνουν πολλά εμπόδια. Πρώτον, δεν μπορούν να δουν ούτε τον εαυτό τους ούτε τους γύρω τους καθαρά. Δεύτερον, αντιλαμβάνονται τους άλλους ανθρώπους ως προέκταση του εαυτού τους και όχι ως ξεχωριστά άτομα με διαφορετικές ανάγκες, επιθυμίες και αισθήματα. Τρίτον, υπερεκτιμούν τη δική τους ενσυναίσθηση. Τέταρτον, οι άμυνες τους στρεβλώνουν τις αντιλήψεις και τις αλληλεπιδράσεις τους με τους άλλους.
Θα απομακρυνθούν από τη σχέση όταν τα όρια της εγγύτητας ξεπερνιούνται, σύμφωνα με τα δικά τους δεδομένα, θα προβάλλουν στους άλλους τις ανεπιθύμητες και αρνητικές πτυχές του δικού τους εαυτού και θα χρησιμοποιήσουν την άρνηση και τη ναρκισσιστική κακοποίηση, συμπεριλαμβανομένης της ενοχοποίησης, της περιφρόνησης, της επίκρισης, της επιθετικότητας. Οι τελειομανείς ναρκισσιστές χωρίς οίκτο θα υποτιμήσουν τους άλλους και θα προσπαθήσουν να τους καταστρέψουν με σκοπό να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση της τελειότητάς τους.
Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μειώνουν την ικανότητα των ναρκισσιστών να μπουν και να κατανοήσουν την πραγματικότητα ενός άλλου ανθρώπου ή ακόμη και την αγάπη που μπορεί να δείξει αυτό το άτομο προς αυτούς. Στην πραγματικότητα, η ναρκισσιστική συναισθηματική νοημοσύνη τους βοηθά να χειραγωγούν και να εκμεταλλεύονται τους άλλους για να πάρουν αυτό που θέλουν, ενώ η μειωμένη συναισθηματική ενσυναίσθηση τους καθιστά ανίκανους να αντιληφθούν τον πόνο που προκαλούν.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι…
Οι άνθρωποι που αγαπούν τους ναρκισσιστές είναι μάλλον αδύνατο να πάρουν αγάπη από εκείνους. Οι ναρκισσιστές δεν είναι ανίκανοι να αισθανθούν ή να κατανοήσουν τα συναισθήματα των άλλων. Το πρόβλημα τους τις περισσότερες φορές σχετίζεται με κάποιο παιδικό τραύμα ή κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα που τους εμποδίζει να νιώσουν στοργή για κάποιο άλλο άτομο.
Πώς αγαπά ένας ναρκισσιστής;
Οι ναρκισσιστές είναι πιθανό να δείξουν πάθος στα πρώτα βήματα μίας σχέσης. Ωστόσο, σύμφωνα με τον αναλυτή Robert Johnson, είναι εκείνο το είδος του πάθους «που κατευθύνεται πάντοτε στις δικές τους προβολές, στις δικές τους προσδοκίες και φαντασιώσεις. Δεν είναι η αγάπη προς ένα άλλο άτομο, αλλά προς τον εαυτού τους». Σκοπός του ναρκισσιστή είναι μέσα από αυτές τις σχέσεις να ενισχύσει το Εγώ του και την αυτοπεποίθησή του και να πάρει ευχαρίστηση χωρίς καμία δέσμευση. Επιπλέον, αξιολογούν αυτές τις σχέσεις ως μία μορφή συναλλαγής.
Είναι ενεργητικοί, παθιασμένοι ενώ έχουν υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη. Αυτά τα χαρακτηριστικά τους βοηθούν να γοητεύουν τους ανθρώπους γύρω τους και να κερδίζουν την αγάπη και τον θαυμασμό τους. Από την άλλη, η κοινωνικότητά τούς επιτρέπει να αφήσουν μία καλή πρώτη εντύπωση. Μπορούν επίσης να αποπλανήσουν το «θήραμά» τους με τη γενναιοδωρία, τις κολακείες, το σεξ, τον ρομαντισμό και τις υποσχέσεις παντοτινής αγάπης.
Ωστόσο, οι ναρκισσιστές χάνουν το ενδιαφέρον τους, καθώς η προσδοκία της οικειότητας αυξάνεται ή όταν θεωρήσουν ότι έχουν κερδίσει το παιχνίδι που έστησαν. Οι περισσότεροι αδυνατούν να διατηρήσουν μία σχέση για διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών. Θέτουν ως προτεραιότητα στην εξουσία έναντι της οικειότητας και δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να νιώσουν αδυναμία. Η προσέγγισή τούς επιτρέπει να λάβουν την επιβεβαίωση που επιζητούν, αλλά τους αφήνει ελεύθερους να φλερτάρουν και να παίξουν με πολλούς εραστές ή ερωμένες ταυτόχρονα.
Επιπλέον, οι ναρκισσιστές μπορούν να αναπτύξουν θετικά συναισθήματα προς τον σύντροφό τους, τα οποία όμως βασίζονται περισσότερο στη φιλία και τα κοινά ενδιαφέροντα. Αν κάποια στιγμή στη ζωή τους παντρευτούν, δεν έχουν καμία διάθεση να διατηρήσουν τη ρομαντική μάσκα που φορούσαν στην αρχή της σχέσης , ενώ αναπτύσσουν αμυντικές συμπεριφορές για να αποφύγουν την εγγύτητα. Γίνονται ψυχροί, επικριτικοί και άγριοι, ειδικά όταν αμφισβητούνται ή όταν δεν γίνεται το δικό τους. Είναι πιθανό να ανταποκριθούν στις ανάγκες και τα θέλω του συντρόφου τους μόνο όταν το Εγώ τους είναι ικανοποιημένο. Αφού υποτιμήσουν τον σύντροφό τους, θα αναζητήσουν αλλού την επιβεβαίωση.
Οι προκλήσεις για έναν ναρκισσιστή
Η πραγματική αγάπη δεν είναι ένα ειδύλλιο. Για τον Αριστοτέλη, είναι το «να θες το καλό του άλλου». Ο Nathaniel Branden υποστήριξε ότι «για να αγαπήσεις ένα ανθρώπινο ον, θα πρέπει να γνωρίσεις και να αγαπήσεις το άτομο του». Είναι μια ένωση δύο ατόμων, η οποία προϋποθέτει ότι βλέπουμε τον άλλον ως κάτι ξεχωριστό από τους εαυτούς μας. Περαιτέρω, στο βιβλίο «Η Τέχνη της Αγάπης», ο Erich Fromm τόνισε ότι η αγάπη συνεπάγεται γνώση, ευθύνη και δέσμευση. Πρέπει να έχουμε κίνητρα να γνωρίζουμε τις επιθυμίες, τις ανάγκες και τα συναισθήματα του άλλου και να παρέχουμε ενθάρρυνση και υποστήριξη. Παίρνουμε ευχαρίστηση από ευτυχία του άλλου και προσπαθούμε να μην τον βλάψουμε με κανέναν τρόπο.
Όταν αγαπάμε, ενδιαφερόμαστε πραγματικά για τη ζωή και την εξέλιξη του συντρόφου μας. Προσπαθούμε να κατανοήσουμε τις εμπειρίες του και την άποψη του για τη ζωή, ακόμη κι αν διαφέρει από τη δική μας. Βέβαια, οι ναρκισσιστές δεν έχουν κίνητρο να γνωρίσουν και να κατανοήσουν τους άλλους.
Οι ναρκισσιστές δεν μπορούν να δείξουν συμπόνια . Είναι απρόθυμοι να αναγνωρίσουν ή να ταυτιστούν με τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων. Η έρευνα έχει δείξει ότι παρουσιάζουν δομικές ανωμαλίες στις περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με ενσυναίσθηση. Συνεπώς, η ικανότητά τους να κατανοούν, να φροντίζουν και να στέκονται δίπλα σε κάποιον που το έχει ανάγκη είναι εξαιρετικά ανεπαρκής.
Ανάμεσα στους ναρκισσιστές και την αγάπη μπαίνουν πολλά εμπόδια. Πρώτον, δεν μπορούν να δουν ούτε τον εαυτό τους ούτε τους γύρω τους καθαρά. Δεύτερον, αντιλαμβάνονται τους άλλους ανθρώπους ως προέκταση του εαυτού τους και όχι ως ξεχωριστά άτομα με διαφορετικές ανάγκες, επιθυμίες και αισθήματα. Τρίτον, υπερεκτιμούν τη δική τους ενσυναίσθηση. Τέταρτον, οι άμυνες τους στρεβλώνουν τις αντιλήψεις και τις αλληλεπιδράσεις τους με τους άλλους.
Θα απομακρυνθούν από τη σχέση όταν τα όρια της εγγύτητας ξεπερνιούνται, σύμφωνα με τα δικά τους δεδομένα, θα προβάλλουν στους άλλους τις ανεπιθύμητες και αρνητικές πτυχές του δικού τους εαυτού και θα χρησιμοποιήσουν την άρνηση και τη ναρκισσιστική κακοποίηση, συμπεριλαμβανομένης της ενοχοποίησης, της περιφρόνησης, της επίκρισης, της επιθετικότητας. Οι τελειομανείς ναρκισσιστές χωρίς οίκτο θα υποτιμήσουν τους άλλους και θα προσπαθήσουν να τους καταστρέψουν με σκοπό να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση της τελειότητάς τους.
Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μειώνουν την ικανότητα των ναρκισσιστών να μπουν και να κατανοήσουν την πραγματικότητα ενός άλλου ανθρώπου ή ακόμη και την αγάπη που μπορεί να δείξει αυτό το άτομο προς αυτούς. Στην πραγματικότητα, η ναρκισσιστική συναισθηματική νοημοσύνη τους βοηθά να χειραγωγούν και να εκμεταλλεύονται τους άλλους για να πάρουν αυτό που θέλουν, ενώ η μειωμένη συναισθηματική ενσυναίσθηση τους καθιστά ανίκανους να αντιληφθούν τον πόνο που προκαλούν.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι…
Οι άνθρωποι που αγαπούν τους ναρκισσιστές είναι μάλλον αδύνατο να πάρουν αγάπη από εκείνους. Οι ναρκισσιστές δεν είναι ανίκανοι να αισθανθούν ή να κατανοήσουν τα συναισθήματα των άλλων. Το πρόβλημα τους τις περισσότερες φορές σχετίζεται με κάποιο παιδικό τραύμα ή κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα που τους εμποδίζει να νιώσουν στοργή για κάποιο άλλο άτομο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου