δι᾽ αἰῶνος κρέων ἀπαύστου [στρ. δ]
575 Ζεὺς ...
βία δ᾽ ἀπημάντῳ σθένει
καὶ θείαις ἐπιπνοίαις
παύεται, δακρύων δ᾽ ἀπο-
στάζει πένθιμον αἰδῶ.
580 λαβοῦσα δ᾽ ἕρμα Δῖον ἀψευδεῖ λόγῳ
γείνατο παῖδ᾽ ἀμεμφῆ,
δι᾽ αἰῶνος μακροῦ πάνολβον· [ἀντ. δ]
ἔνθεν πᾶσα βοᾷ χθών,
« φυσιζόου γένος τόδε
585 Ζηνός ἐστιν ἀληθῶς·
τίς γὰρ ἂν κατέπαυσεν Ἥ-
ρας νόσους ἐπιβούλους;»
Διὸς τόδ᾽ ἔργον· καὶ τόδ᾽ ἂν γένος λέγων
ἐξ Ἐπάφου κυρήσαις.
590 τίν᾽ ἂν θεῶν ἐνδικωτέροισιν [στρ. ε]
κεκλοίμαν εὐλόγως ἐπ᾽ ἔργοις;
‹αὐτὸς ὁ› πατὴρ φυτουργὸς αὐτόχειρ ἄναξ,
γένους παλαιόφρων μέγας
τέκτων, τὸ πᾶν
μῆχαρ οὔριος Ζεύς.
595 ὑπ᾽ ἀρχᾶς δ᾽ οὔτινος θοάζων [ἀντ. ε]
† τὸ μεῖον κρεῖσσον ὢν κρατύνει,
οὔτινος ἄνωθεν ἡμένου σέβων κράτος.
πάρεστι δ᾽ ἔργον ὡς ἔπος
σπεῦσαί τι τῶν
βούλιος φέρει φρήν.
***
Είν᾽ αυτός που στους αιώνες βασιλεύει
πόκαμε το θάμα ο Δίας!
με το απόνετο ολοδύναμό του χέρι
και τη θεϊκιά εμπνοή του
παίρνουν τέλος τα δεινά της,
ενώ στάζαν της ντροπής από τα μάτια
θλιβερά τα δάκρυά της·
Μ᾽ αφού δέχτηκε του Δία το θείο το σπέρμα,
580 καθώς λόγος μαρτυράει αληθινός,
αψεγάδιαστο παιδί φέρνει στο φως,
Τρισμακάριο σε χρόνων μακρούς γύρους,
που έτσι βούιξε και κήρυξ᾽ όλη η γη:
«Του Δία γέννημα είναι αλήθεια
της ζωής αυτή η Πηγή».
Και ποιός άλλος την αρρώστια θα μπορούσε
να λουφάξει, που απ᾽ της Ήρας την οργή
την επίβουλη εβαστούσε;
μόνο ο Δίας! κι έτσι ακόμα αν θενα πεις
πως βαστάει από τον Έπαφο η γενιά μας,
γελασμένος δε θα βγεις.
590 Ποιόν λοιπόν απ᾽ τους θεούς θα ᾽χα πιο δίκιο
από τα έργα του βοηθό μου να καλούσα;
Αυτός κύριος, ο πατέρας μας
και με το ίδιο του το χέρι φυτουργός,
ο μεγάλος της αρχαίας μας
της γενιάς δημιουργός,
στα δεινά μας μόνη ελπίδα σωτηρίας
και το πρίμο αγέρι, ο Δίας.
Αυτός κάτω από καμιά άλλη δε θρονιάζει
εξουσία του πιο μεγάλη
που μικρότερή της να ᾽ναι η δύναμή του,
και δεν έχει, που να προσκυνάει, κανένα
πάνω από την κεφαλή του.
ό,τι κρίνει μες στα τέλεια της βουλής του,
με το λόγο του την ίδια τη στιγμή
κι έργο ευτύς έχει γενεί.
575 Ζεὺς ...
βία δ᾽ ἀπημάντῳ σθένει
καὶ θείαις ἐπιπνοίαις
παύεται, δακρύων δ᾽ ἀπο-
στάζει πένθιμον αἰδῶ.
580 λαβοῦσα δ᾽ ἕρμα Δῖον ἀψευδεῖ λόγῳ
γείνατο παῖδ᾽ ἀμεμφῆ,
δι᾽ αἰῶνος μακροῦ πάνολβον· [ἀντ. δ]
ἔνθεν πᾶσα βοᾷ χθών,
« φυσιζόου γένος τόδε
585 Ζηνός ἐστιν ἀληθῶς·
τίς γὰρ ἂν κατέπαυσεν Ἥ-
ρας νόσους ἐπιβούλους;»
Διὸς τόδ᾽ ἔργον· καὶ τόδ᾽ ἂν γένος λέγων
ἐξ Ἐπάφου κυρήσαις.
590 τίν᾽ ἂν θεῶν ἐνδικωτέροισιν [στρ. ε]
κεκλοίμαν εὐλόγως ἐπ᾽ ἔργοις;
‹αὐτὸς ὁ› πατὴρ φυτουργὸς αὐτόχειρ ἄναξ,
γένους παλαιόφρων μέγας
τέκτων, τὸ πᾶν
μῆχαρ οὔριος Ζεύς.
595 ὑπ᾽ ἀρχᾶς δ᾽ οὔτινος θοάζων [ἀντ. ε]
† τὸ μεῖον κρεῖσσον ὢν κρατύνει,
οὔτινος ἄνωθεν ἡμένου σέβων κράτος.
πάρεστι δ᾽ ἔργον ὡς ἔπος
σπεῦσαί τι τῶν
βούλιος φέρει φρήν.
***
Είν᾽ αυτός που στους αιώνες βασιλεύει
πόκαμε το θάμα ο Δίας!
με το απόνετο ολοδύναμό του χέρι
και τη θεϊκιά εμπνοή του
παίρνουν τέλος τα δεινά της,
ενώ στάζαν της ντροπής από τα μάτια
θλιβερά τα δάκρυά της·
Μ᾽ αφού δέχτηκε του Δία το θείο το σπέρμα,
580 καθώς λόγος μαρτυράει αληθινός,
αψεγάδιαστο παιδί φέρνει στο φως,
Τρισμακάριο σε χρόνων μακρούς γύρους,
που έτσι βούιξε και κήρυξ᾽ όλη η γη:
«Του Δία γέννημα είναι αλήθεια
της ζωής αυτή η Πηγή».
Και ποιός άλλος την αρρώστια θα μπορούσε
να λουφάξει, που απ᾽ της Ήρας την οργή
την επίβουλη εβαστούσε;
μόνο ο Δίας! κι έτσι ακόμα αν θενα πεις
πως βαστάει από τον Έπαφο η γενιά μας,
γελασμένος δε θα βγεις.
590 Ποιόν λοιπόν απ᾽ τους θεούς θα ᾽χα πιο δίκιο
από τα έργα του βοηθό μου να καλούσα;
Αυτός κύριος, ο πατέρας μας
και με το ίδιο του το χέρι φυτουργός,
ο μεγάλος της αρχαίας μας
της γενιάς δημιουργός,
στα δεινά μας μόνη ελπίδα σωτηρίας
και το πρίμο αγέρι, ο Δίας.
Αυτός κάτω από καμιά άλλη δε θρονιάζει
εξουσία του πιο μεγάλη
που μικρότερή της να ᾽ναι η δύναμή του,
και δεν έχει, που να προσκυνάει, κανένα
πάνω από την κεφαλή του.
ό,τι κρίνει μες στα τέλεια της βουλής του,
με το λόγο του την ίδια τη στιγμή
κι έργο ευτύς έχει γενεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου