Εάν πιστεύεις όλα όσα ακούς, είσαι κορόιδο – αργά ή γρήγορα κάθε απατεώνας της γειτονιάς σου θα έρθει να σου χτυπήσει την πόρτα. Αλλά πώς αποφασίζεις τι να πιστέψεις και τι να μην πιστέψεις; Αυτό είναι το πρόβλημα. Και οι φιλόσοφοι προσπαθούν να το λύσουν αιώνες τώρα.
Δεν έχει νόημα να κάνουμε ερωτήσεις εάν πρόκειται να πιστέψουμε όποια απάντηση μας δίνουν. Ομοίως, δεν έχει νόημα να κάνουμε ερωτήσεις εάν πρόκειται να είμαστε δύσπιστοι απέναντι σε όποια απάντηση μας δίνουν. Πώς μπορούμε να βρούμε τη σωστή ισορροπία στην καθημερινότητά μας ανάμεσα στην ευπιστία και τη δυσπιστία;
Παρότι αυτό είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουν όλοι οι φιλόσοφοι, οι ειδικοί στον τομέα της αμφιβολίας είναι οι σκεπτικιστές.
Ο σκεπτικισμός έχει μακρά ιστορία. Σύμφωνα με μια θεωρία, πρωτοεμφανίστηκε στην Ινδία και στην Ευρώπη τον έφερε ο Πύρρων ο Ηλείος (360-270 π.Χ.). Ανεξάρτητα από το αν αληθεύει αυτή η θεωρία ή όχι, ο Πύρρων θεωρείται συνήθως ο ιδρυτής του δυτικού σκεπτικισμού, και έτσι ο αρχαίος σκεπτικισμός αποκαλείται μερικές φορές πυρρωνισμός προς τιμήν του.
Η ελληνική λέξη «σκεπτικιστής» αρχικά σήμαινε απλώς κάποιον που έψαχνε να βρει απαντήσεις. Ο πυρρωνισμός ορισμένες φορές διαχωρίζεται από αυτό που αποκαλούμε σύγχρονο σκεπτικισμό, ο οποίος θεωρείται ότι πρωτοεμφανίζεται με τον Ντεκάρτ. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο ρευμάτων και εδώ θα ασχοληθούμε και με τα δύο.
Το είδος του σκεπτικισμού που συνδέεται με τον Ντεκάρτ αποκαλείται ορισμένες φορές «μέθοδος της αμφιβολίας». Επινόησε ένα νοητικό πείραμα που θα τον βοηθούσε να ανακαλύψει εάν υπήρχαν όρια στο για τι θα μπορούσε να αμφιβάλλει. Ακολουθεί το ίδιο πείραμα για να το δοκιμάσετε και εσείς…
Ο Ντεκάρτ θέλησε να ανακαλύψει εάν μπορούσε να αμφιβάλλει για τα πάντα. Φαντάστηκε πως υπήρχε ένας κακός δαίμονας στον οποίο το μόνο που προσέφερε ευχαρίστηση και νόημα στη ζωή ήταν το να εξαπατά τον Ντεκάρτ. Αυτό σήμαινε πως ανεξάρτητα από το πόσο βέβαιο φαινόταν κάτι, θα μπορούσε απλά να είναι άλλη μια περίπτωση εξαπάτησης από τον δαίμονα. Παρ’ όλα αυτά, στο τέλος ο Ντεκάρτ ανακάλυψε κάτι για το οποίο δεν θα μπορούσε να αμφιβάλλει, όσο ισχυρός και πονηρός και αν ήταν ο δαίμονας. Εσείς νομίζετε ότι υπάρχει κάτι για το οποίο δεν θα μπορούσατε να αμφιβάλλετε;
Ο Ντεκάρτ ανακάλυψε πως το μόνο πράγμα για το οποίο δεν θα μπορούσε να αμφιβάλλει ήταν η ικανότητά του να σκέφτεται. Αυτή του την ανακάλυψη την εξέφρασε στα λατινικά ως «cogito ergo sum», που σημαίνει: «Σκέφτομαι, άρα υπάρχω!». Δεν μπορούσε να αμφισβητήσει την ίδια του την ύπαρξη, καθώς έπρεπε να υπάρχει για να είναι σε θέση να το αμφισβητήσει! Ωστόσο, δεν ήταν μόνο η αμφιβολία που επιβεβαίωνε την ίδια του την ύπαρξη. Κάθε είδους σκέψη είχε το ίδιο αποτέλεσμα, γιατί έπρεπε να υπάρχει προκειμένου να σκέφτεται. Ακόμα κι αν πίστευε κάτι που ήταν τελείως λάθος, έπρεπε ο ίδιος να υπάρχει για να μπορέσει να το πιστέψει.
Το πείραμα του Ντεκάρτ ήταν μόνο αυτό, ένα πείραμα. Για τον Ντεκάρτ το πείραμα δεν κατέληξε σε αμφιβολία αλλά σε βεβαιότητα. Εφόσον έπεισε τον εαυτό του πως υπήρχε, κατόπιν κατάφερε να πειστεί πως υπήρχε Θεός (έγινε λοιπόν ντεϊστής) , και αυτό του έδωσε όλες τις βάσεις που χρειαζόταν για να χτίσει το οικοδόμημα της γνώσης. Κάποιοι άλλοι έχουν πειστεί λιγότερο, αντί να θεωρήσουν το ζήτημα λήξαν, πολλοί που ήρθαν μετά τον Ντεκάρτ πίστεψαν πως είχε επιδείξει τη δύναμη της αμφιβολίας χωρίς, όμως, να βρει το αντίδοτο της.
Ο Ντεκάρτ έθεσε το ζήτημα του πότε είναι δυνατό να αμφιβάλλει κανείς, και η αλήθεια είναι πως είναι σχεδόν πάντα δυνατό.
Εντούτοις, οι σύγχρονοι κριτικοί του σκεπτικισμού τείνουν να επικεντρώνονται σε μιαν άλλη ερώτηση: πότε είναι λογικό να αμφιβάλλει κάποιος; Μόνο και μόνο επειδή μπορώ να κάνω κάτι δεν σημαίνει ότι είναι και λογικό να το κάνω. Απλώς και μόνο επειδή μπορώ να οδηγήσω ένα φορτηγάκι γρήγορα μέσα από περιοχή πεζών σε ώρα αιχμής, αυτό από μόνο του δεν το καθιστά καλή ιδέα. Στην πραγματικότητα, μπορώ να σκεφτώ πολλούς λόγους που με υποχρεώνουν να μην το κάνω.
Πού είσαι τώρα που διαβάζεις όλα αυτά; Μπορείς να σκεφτείς έναν καλό λόγο να αμφιβάλλεις για το αν είσαι όντως εκεί; Εάν ναι, ποιος είναι αυτός ο λόγος; Εάν όχι, μπορείς να σκεφτείς ποιος θα μπορούσε να είναι ένας Ο καλός λόγος;
Θα υποθέσω πως οι περισσότεροι αναγνώστες δεν έχουν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με το που βρίσκονται αυτήν τη στιγμή και έτσι θα επικεντρωθώ στο τελευταίο σκέλος αυτής της ερώτησης. Γιατί θα μπορούσα να αμφιβάλλω για το αν είμαι όντως εκεί που νομίζω ότι βρίσκομαι; Μια προφανής πιθανότητα είναι γιατί μπορεί να ονειρεύομαι. Σε αυτήν την περίπτωση μπορεί να βρίσκομαι στο κρεβάτι μου, αλλά ο τόπος στον οποίο βρίσκομαι στο όνειρο μου, που είναι ο ίδιος με αυτόν που νομίζω ότι είμαι τώρα ενώ διαβάζω όλα αυτά, θα ήταν κάποιος άλλος. Παρ’ όλα αυτά, συνήθως δεν μου παίρνει πολύ να καταλάβω αν είμαι ξύπνιος ή όχι, και έτσι η αμφιβολία μου, ακόμα και αν είναι λογική, μοιραία δεν μπορεί να διαρκέσει για πολύ.
Είναι σχετικά εύκολο να σκεφτείς περιπτώσεις για τις οποίες είναι παράλογο να αμφιβάλλεις. Είναι, όμως, πιο δύσκολο να πεις πόση αμφιβολία είναι λογική. Οι αρχαίοι σκεπτικιστές, όπως ο Πύρρων, ακολούθησαν μια διαφορετική πορεία σκέψης που απέφευγε να αντιμετωπίσει το παραπάνω πρόβλημα.
Για αυτούς ήταν προφανές ότι τείνουμε να πιστεύουμε πράγματα παρότι οι αποδείξεις δεν είναι επαρκείς και ότι αυτό είναι μια κακή συνήθεια. Πίστευαν πως αν δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για κάτι, τότε η μόνη λογική αντιμετώπιση είναι να αποφύγουμε να σχηματίσουμε άποψη σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα. Δεν τους απασχολούσε και τόσο το γεγονός πως μπορεί να κάνουμε λάθος όσο το ότι μπορεί να μην είμαστε ευτυχισμένοι. Το να σχηματίσεις μια άποψη που μπορεί να αποδειχτεί λανθασμένη είναι σαν να καταδικάζεις τον εαυτό σου να απογοητευτεί. Επειδή δεν είναι ανάγκη να σχηματίσουμε άποψη, μπορούμε να αποφύγουμε την απογοήτευση. Το να σχηματίσουμε άποψη είναι μια πιθανή αιτία πρόκλησης περιττού πόνου, γιατί συνηθίζουμε να δενόμαστε με τις απόψεις που έχουμε. Ο τρόπος που οι αρχαίοι σκεπτικιστές έθεταν το παραπάνω ζήτημα ήταν πως θα έπρεπε να «αναβάλλουμε την έκδοση απόφασης» σε ορισμένα πράγματα.
Υπήρχε μια ιστορία που έλεγε ότι οι φίλοι του Πύρρωνα έπρεπε να τον ακολουθούν πανιού σε περίπτωση που «ανέβαλε την έκδοση απόφασης» σχετικά με το αν βρισκόταν στην άκρη του γκρεμού ή όχι και έπεφτε! Εφόσον ο Πύρρων έζησε μέχρι τα βαθιά γεράματα, τότε ή η παραπάνω ιστορία είναι απολύτως αναληθής ή ο Πύρρων είχε πολλούς φίλους με πολύ ελεύθερο χρόνο στα χέρια τους.
Παρ’ όλα αυτά, αυτή η ιστορία για τον Πύρρωνα αντανακλά ένα από τα βασικά προβλήματα του σκεπτικισμού: η αναβολή της απόφασης κάνει την καθημερινή ζωή να φαίνεται σχεδόν αδύνατη. Εάν δεν υπάρχει κάποιος λόγος να κάνουμε κάτι αντί κάτι άλλου, πώς είναι δυνατόν ποτέ να πάρουμε κάποια απόφαση για το οτιδήποτε; Ακολουθώντας αυτήν τη λογική θα βρεθούμε στη θέση του «όνου του Μπουριντάν».
Ευτυχώς, οι σκεπτικιστές ήταν αρκετά λογικοί ώστε να καταλάβουν ποιο είναι το πρόβλημα και να βρουν και τη λύση του. Όταν δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι, ακολουθούμε την πιο πιθανή επιλογή, και η πιο πιθανή επιλογή είναι αυτή που ακολουθούν οι περισσότεροι. Επομένως, εάν οι περισσότεροι πιστεύουν πως κάτι είναι «γκρεμός», τότε για πρακτικούς λόγους αυτή είναι η επιλογή που θα ακολουθήσουμε. Συνεπώς, αν και περιέργως, παρότι η φιλοσοφική τους θέση ήταν ριζοσπαστική, οι σκεπτικιστές ήταν γενικά κομφορμιστές, καθώς είχαν την τάση να παίρνουν το μέρος της πλειοψηφίας.
Αυτό που είχαν αντιληφθεί οι αρχαίοι σκεπτικιστές ήταν το γεγονός πως μόνοι μας δημιουργούμε προβλήματα από συνήθεια, επομένως η λύση στα προβλήματά μας είναι να σταματήσουμε να τα δημιουργούμε. Εάν δεν είναι ανάγκη να έχουμε μια σθεναρή άποψη για κάτι για το οποίο οι υπάρχουσες ενδείξεις στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσαν να μας κάνουν να υιοθετήσουμε μια ήπια στάση, τότε δεν έχει νόημα να υιοθετήσουμε τη σθεναρή στάση.
Αυτό που υποστήριζαν οι σκεπτικιστές δεν ήταν ότι ποτέ δεν μπορούμε να γνωρίζουμε κάτι, αλλά ότι θα πρέπει να απαιτούμε αδιαμφισβήτητες αποδείξεις πριν συμφωνήσουμε με αυτό. Κατά τη γνώμη τους, κάτι τέτοιο ήταν εξαιρετικά απίθανο να συμβεί, αλλά δεν μπορούσαν και να το αποκλείσουν. Αυτό, βέβαια, για πρακτικούς λόγους δεν είχε σημασία, καθώς δεν χρειαζόμαστε αδιάσειστες αποδείξεις προκειμένου να ζήσουμε. Εάν όλοι τρώνε το ίδιο φαγητό και κανείς δεν δείχνει σημάδια δηλητηρίασης, εμένα μου αρκεί. Εάν περιμένω αδιάσειστα στοιχεία πως το φαγητό που έχω μπροστά μου δεν έχει δηλητηριαστεί πριν το φάω, τότε το πιθανότερο αποτέλεσμα είναι πως θα πεθάνω από ασιτία. Για τους αρχαίους σκεπτικιστές η αναβολή της απόφασης δεν καθιστούσε τη ζωή αδύνατη, απλώς την έκανε λιγότερο αγχωτική.
Ο σκεπτικισμός δεν πρέπει να συγχέεται με την αβεβαιότητα. Για παράδειγμα, η αρχή της αβεβαιότητας ή αρχή της απροσδιοριστίας στη φυσική, όπως διατυπώθηκε από τον Βέρνερ Χάιζενμπεργκ, ορίζει πως ορισμένα πράγματα δεν μπορούμε να τα γνωρίζουμε, ούτε καν θεωρητικά. Αυτή η άποψη δεν ανήκει ούτε στον αρχαίο σκεπτικισμό, με την αναβολή της έκδοσης απόφασης, ούτε στον σύγχρονο σκεπτικισμό, με τη μέθοδο της αμφιβολίας. Ανήκει στον δογματισμό, καθώς εκφράζει κατηγορηματικά τον ισχυρισμό πως κάτι είναι έτσι και μόνο. Αυτό που κάνει ο σκεπτικισμός είναι ότι μας καλεί να αμφισβητούμε, δεν απαιτεί από εμάς να αρνούμαστε. Το να μην πιστεύουμε όλα όσα ακούμε (ή διαβάζουμε) είναι πάντα μια σωστή συμβουλή.
Την επόμενη φορά που θα διαβάσετε μια ιστορία στην εφημερίδα, αναρωτηθείτε: «Να το πιστέψω ή μήπως έχω κάποιον καλό λόγο να αμφιβάλλω;». Και μετά: «Έχει, αλήθεια, καμία σημασία αν το πιστεύω ή όχι;».
Οι αρχαίοι σκεπτικιστές νόμιζαν πως η αναβολή της έκδοσης απόφασης ελάττωνε το άγχος της καθημερινότητας. Δοκιμάστε το και εσείς και δείτε αν λειτουργεί.
Η ζωή είναι αμφιβολία -Miguel de Unamuno y Jugo
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου