Κυριακή 10 Μαΐου 2020

Οι διαλυμένοι άνθρωποι αγαπούν καχύποπτα κι αμυντικά

Πληγή με πληγή διαφέρει, το ίδιο κι οι άνθρωποι που τις φέρουν. Δεν έχουν όλοι οι οργανισμοί την ίδια αντοχή στον πόνο, η ίαση τους δεν ακολουθεί παρόμοιους ρυθμούς και το μετατραυματικό σοκ άλλους τους αφήνει με κενά μνήμης κι άλλους τους καθορίζει.

Άνθρωποι δύσκολοι, οι οποίοι ξεπετάχτηκαν από μια συναισθηματική καταστροφή που έτυχε να τους πιάσει στον ύπνο, έτσι γεννιούνται οι διαλυμένοι άνθρωποι· από καταστάσεις κι ανθρώπους που αγνοούν πως η σωματική βία δε διαφέρει τελικά και πολύ απ’ την ψυχολογική.

Ψυχολογική βία δεν ασκεί ένας οποιοσδήποτε χωρισμός, οπότε μη μασάς στον κάθε πληγωμένο που πλασάρει τον πόνο του ως κάτι πρωτάκουστο, μην τους περνάς για ρημαγμένους όσους απλά πόνεσαν και τώρα σκορπιούνται εδώ κι εκεί, ούτε να λυπάσαι εκείνους που μιλάνε με ευκολία για όσα τους βασανίζουν. Οι διαλυμένοι άνθρωποι είναι βουβοί, μουδιασμένοι, έχουν σχεδόν παραλύσει, θαρρείς πως υπάρχουν σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτα, κρυμμένοι μονίμως πίσω από ένα διαρκές και βάρβαρο «καλά είμαι».

Θα τους πιστέψεις και θα το κάνεις επειδή θα σε αναγκάσουν. Θα πεις με σιγουριά πως δεν έχουν ανάγκη, πως τα καταφέρνουν μια χαρά, θα έρθουν στιγμές που θα τους θαυμάσεις κιόλας. Κάπου εκεί σταμάτα κι απομακρύνσου, μη γίνει καμιά μαλακία κι ερωτευτείς αυτό το θεατράκι που σου πλασάρουν, γιατί μετά ίσως είναι αργά. Επειδή μπορεί να τους αγαπήσεις χωρίς να ξέρεις στην ουσία τι είναι αυτό που αγαπάς, αν είναι τέρας ή άνθρωπος, αν μπορεί έστω και λίγο να σε αγαπήσει πίσω.

Επειδή κάπου εκεί, ανάμεσα σε προβληματικές συμπεριφορές κι απότομα ξεσπάσματα θα βρεθείς να αναρωτιέσαι αν μπορούν να ερωτευτούν κάποιον άλλο πέρα απ’ τη μοναξιά τους, αν αυτή η καρδιά που χτυπάει εκεί μέσα βγάζει κανονικό αίμα ή είναι μαραφέτι με μπαταρίες που απλώς απομυζά ενέργεια.

Κι αν είσαι γενναίος και θέλεις να μάθεις, κάτσε να σου πω πώς αγαπούν οι ρημαγμένοι άνθρωποι, μπας και καταλάβεις τι κακό σε περιμένει. Άνθρωποι σαν αυτούς αγαπούν καχύποπτα κι αμυντικά, με την ψυχή στο στόμα. Σε παρατηρούν όταν δεν τους βλέπεις, σε μαθαίνουν απ’ τις ασυναίσθητες συμπεριφορές σου, από πράγματα που δεν έχεις ιδέα πως κάνεις.

Κοιμούνται δίπλα σου με το ένα μάτι ανοιχτό και τα παπούτσια τους στο πλάι, μην αλλάξει κάτι στη μέση της νύχτας και δε φύγουν πριν φύγεις εσύ. Το φοβούνται το φευγιό γι’ αυτό και την κάνουν πρώτοι μόλις αλλάξει λίγο ο άνεμος, για να μη δουν ένα ακόμα τέλος που δεν επέλεξαν, για να μη καπηλευτείς και την τελευταία τους ελπίδα να βρούνε την ευτυχία, εκείνη που έκρυψαν βαθιά μέσα τους, εκείνη που στα ψέματα σου είπαν πως δεν έχουν ιδέα πού βρίσκεται όταν τους πρωτοπήρες αγκαλιά.

Κι αν είσαι καλός και τους φερθείς με αγάπη, την έβαψες. Δεν τους θέλουν τους καλούς, οι καλοί αφήνουν αμφιβολίες. Μπάζουν στη ζωή τους μόνο τους κακούς, για να επιβεβαιώνουν σαδιστικά αυτοεκπληρούμενες προφητείες και να δικαιολογούν στον κόσμο και τους εαυτούς τους την αξία της φιλόξενης μοναξιάς που οι ίδιοι επέλεξαν.

Σκέψου πόσο μπορεί να πόνεσαν για να φοβούνται τους ανθρώπους που επιχειρούν να τους δώσουν αγάπη, που τους απλώνουν το χέρι για χάδι κι εκείνοι αποτραβιούνται επειδή περιμένουν χαστούκι. Δεν μπορείς να ξέρεις σε τι βάθη κάνουν ζημιά οι κρυμμένοι πόνοι, εκτός αν έχει κρύψει και η δική σου ψυχή έναν. Τότε μόνο καταλαβαίνεις, όπως αυτοί, πως μπορεί να μην πεθαίνεις από ψυχικά τραύματα μα η αλήθεια είναι πως δε ζεις κιόλας.

Κι αν αποφασίσεις να πάρεις πάνω σου λίγο απ’ τον πόνο τους, θέλει προσπάθεια κι επιμονή επειδή πιθανότατα δε θα καταφέρεις και πολλά, επειδή αναμφίβολα θα νιώσεις ανεπαρκής. Αν προτίθεσαι να τους αγαπήσεις, μάθε όσο είναι νωρίς πως δε φτιάχνονται, πως αυτό το κουραστικό πλάσμα που έχεις στα χέρια σου, με τις παράλογες απαιτήσεις, τα άκυρα ξεσπάσματα και την καχυποψία, αυτό παίρνεις, οπότε μην ελπίζεις μάταια.

Μην επιχειρήσεις να κολλήσεις τα κομμάτια τους, δεν ωφελεί. Αν θέλεις μάζεψέ τα σε ένα όμορφο κουτί κι άσε τον καιρό να αμβλύνει τις γωνίες τους, εκείνες τις γωνίες που κόβουν· επειδή γι’ αυτές τις κοφτερές άκρες μένουν μακριά σου, καθώς ξέρουν πως είναι επικίνδυνες και η λιγοστή καρδιά που τους απέμεινε δεν τους επιτρέπει να σε τραυματίσουν.

Ούτε να περιμένεις «σ’ αγαπάω» κι όμορφα λόγια. Αν είσαι παρατηρητικός ή έστω παρών, την αγάπη τους θα σου τη μαρτυρήσει ο τρόπος που σε κοιτάζουν όταν νομίζουν πως δεν τους βλέπεις, η επιμονή με την οποία μένουν απειλώντας σε ταυτόχρονα πως θα φύγουν κι ο τρόπος που ασυναίσθητα σε τραβάνε κοντά τους στον ύπνο τους όταν πας ν’ αλλάξεις πλευρό.

Μην τους πεις λοιπόν όμορφους αν δε δεις πρώτα τα σημάδια που κρύβουν, μην τους χαρακτηρίσεις έξυπνους αν δε σου μιλήσουν για τις φορές που τα κάνανε σκατά, μην τους θεωρήσεις δυνατούς αν δεν τύχει να τους δεις να λυγίζουν. Επειδή μόνο αν σταθούν απογuμνωμένοι μπροστά σου με τα σημάδια τους, τις αλλόκοτες συμπεριφορές τους, το εγώ τους κουρελιασμένο και μείνεις, μόνο τότε μπορεί να σε πιστέψουν.

Επειδή, ξέρεις, έτσι αγαπούν οι ρημαγμένοι άνθρωποι· λες και δεν αγαπούν.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου