Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλεῖδαι (464-499)

ΔΗ. γενναῖα μὲν τάδ᾽ εἶπας ἀλλ᾽ ἀμήχανα.
465οὐ σοῦ χατίζων δεῦρ᾽ ἄναξ στρατηλατεῖ·
τί γὰρ γέροντος ἀνδρὸς Εὐρυσθεῖ πλέον
θανόντος; ἀλλὰ τούσδε βούλεται κτανεῖν.
δεινὸν γὰρ ἐχθροῖς βλαστάνοντες εὐγενεῖς,
νεανίαι τε καὶ πατρὸς μεμνημένοι
470λύμης· ἃ κεῖνον πάντα προσκοπεῖν χρεών.
ἀλλ᾽ εἴ τιν᾽ ἄλλην οἶσθα καιριωτέραν
βουλὴν ἑτοίμαζ᾽, ὡς ἔγωγ᾽ ἀμήχανος
χρησμῶν ἀκούσας εἰμὶ καὶ φόβου πλέως.

ΜΑΚΑΡΙΑ
ξένοι, θράσος μοι μηδὲν ἐξόδοις ἐμαῖς
475 προσθῆτε· πρῶτον γὰρ τόδ᾽ ἐξαιτήσομαι·
γυναικὶ γὰρ σιγή τε καὶ τὸ σωφρονεῖν
κάλλιστον εἴσω θ᾽ ἥσυχον μένειν δόμων.
τῶν σῶν δ᾽ ἀκούσας, Ἰόλεως, στεναγμάτων
ἐξῆλθον, οὐ ταχθεῖσα πρεσβεύειν γένους,
480 ἀλλ᾽, εἰμὶ γάρ πως πρόσφορος, μέλει δέ μοι
μάλιστ᾽ ἀδελφῶν τῶνδε κἀμαυτῆς πέρι,
θέλω πυθέσθαι μὴ ᾽πὶ τοῖς πάλαι κακοῖς
προσκείμενόν τι πῆμα σὴν δάκνει φρένα.
ΙΟ. ὦ παῖ, μάλιστα σ᾽ οὐ νεωστὶ δὴ τέκνων
485 τῶν Ἡρακλείων ἐνδίκως αἰνεῖν ἔχω.
ἡμῖν δὲ δόξας εὖ προχωρῆσαι δρόμος
πάλιν μεθέστηκ᾽ αὖθις ἐς τἀμήχανον·
χρησμῶν γὰρ ὠιδούς φησι σημαίνειν ὅδε
οὐ ταῦρον οὐδὲ μόσχον ἀλλὰ παρθένον
490 σφάξαι κόρηι Δήμητρος ἥτις εὐγενής,
εἰ χρὴ μὲν ἡμᾶς, χρὴ δὲ τήνδ᾽ εἶναι πόλιν.
ταῦτ᾽ οὖν ἀμηχανοῦμεν· οὔτε γὰρ τέκνα
σφάξειν ὅδ᾽ αὑτοῦ φησιν οὔτ᾽ ἄλλου τινός.
[κἀμοὶ λέγει μὲν οὐ σαφῶς, λέγει δέ πως,
495 εἰ μή τι τούτων ἐξαμηχανήσομεν,
ἡμᾶς μὲν ἄλλην γαῖαν εὑρίσκειν τινά,
αὐτὸς δὲ σῶσαι τήνδε βούλεσθαι χθόνα.]
ΜΑ. ἐν τῶιδε κἀχόμεσθα σωθῆναι λόγωι;
ΙΟ. ἐν τῶιδε, τἄλλα γ᾽ εὐτυχῶς πεπραγότες.

***
ΔΗΜ. Αντρίκεια μίλησες, αδύνατα όμως είναι.
Για χάρη σου δεν εκστρατεύει εδώ ο Ευρυσθέας.
Τί θα κερδίσει, αν ένας γέρος αποθάνει;
Τα παιδιά θέλει να σκοτώσει· τι ᾽ναι πάντα
στους οχτρούς κίνδυνος τα ευγενικά βλαστάρια,
τα νέα, που τα κακά θυμούνται του πατρός των.
470 Κι είναι όλ᾽ αυτά που πρέπει εκείνος να προβλέψει!
Κι αν άλλο πιο κατάλληλο σχέδιον εσύ έχεις,
ετοίμαζέ το, γιατί εγώ τα ᾽χω χαϊμένα
ακούοντας τους χρησμούς κι είμαι γεμάτος φόβο.

ΜΑΚΑΡΙΑ
Ω ξένοι, μην το πάρετε για θράσος το ότι
βγήκα έξω· κι είναι αυτό που πρώτα σας ζητάω.
Για τη γυναίκα είναι η σιωπή κι η φρονιμάδα
το πιο σωστό και το να κάθεται στο σπίτι.
Μα επειδής άκουσα τους στεναγμούς σου, ω Ιόλαε,
βγήκα, χωρίς να σεβαστώ που είμαι κορίτσι.
480 Μα μου ταιριάζει εμένα και πολύ με μέλει
για τ᾽ αδερφάκια μου, και για τον εαυτό μου
θέλω να μάθω μήπως κοντά στ᾽ άλλα νέο
πάθημα την καρδιά σού κατατρώγει πάλι.
ΙΟΛ. Ω κόρη, εσένα από καιρό πιότερο απ᾽ όλα
τα τέκνα του Ηρακλή να σ᾽ επαινάω αξίζει.
Κι εμάς, που μας φάνηκε πως είχε γλιτώσει
το σπιτικό μας, πάλι στην απελπισία
ξανάπεσε· τι ο βασιλιάς εδώ μας λέγει
πως οι τραγουδιστοί χρησμοί σημαίνουν ούτε
μοσχάρι να σφαχτεί ούτε ταύρος, μα παρθένα
490 ευγενική στης Δήμητρας την κόρη, αν είναι
να υπάρχουμε κι εμείς κι η πόλη ετούτη αντάμα.
Αχ! τί να κάνουμε δεν ξέρουμε· γιατί ούτε
δικό του ούτε αλλουνού τέκνο να σφάξει θέλει
ο βασιλιάς. [Κι αν ξάστερα δεν μου το λέει, μα κάπως
το φανερώνει πως, αν όπως ημπορούμε
δεν τα βολέψουμε τα πράματα, πρέπει άλλη
χώρα να βρούμε κι έτσι να σωθεί η δική του].
ΜΑΚ. Μόνο απ᾽ αυτό που λέγεις κρέμεται ο σωμός μας;
ΙΟΛ. Μόνο απ᾽ αυτό, τι σε όλα τ᾽ άλλα είχαμε τύχη.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου