Πέμπτη 12 Μαρτίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἑκάβη (754-785)

ΑΓ. τί χρῆμα μαστεύουσα; μῶν ἐλεύθερον
755 αἰῶνα θέσθαι; ῥᾴδιον γάρ ἐστί σοι.
ΕΚ. οὐ δῆτα· τοὺς κακοὺς δὲ τιμωρουμένη
αἰῶνα τὸν σύμπαντα δουλεύειν θέλω.
ΑΓ. καὶ δὴ τίν᾽ ἡμᾶς εἰς ἐπάρκεσιν καλεῖς;
ΕΚ. οὐδέν τι τούτων ὧν σὺ δοξάζεις, ἄναξ.
760 ὁρᾷς νεκρὸν τόνδ᾽ οὗ καταστάζω δάκρυ;
ΑΓ. ὁρῶ· τὸ μέντοι μέλλον οὐκ ἔχω μαθεῖν.
ΕΚ. τοῦτόν ποτ᾽ ἔτεκον κἄφερον ζώνης ὕπο.
ΑΓ. ἔστιν δὲ τίς σῶν οὗτος, ὦ τλῆμον, τέκνων;
ΕΚ. οὐ τῶν θανόντων Πριαμιδῶν ὑπ᾽ Ἰλίῳ.
765 ΑΓ. ἦ γάρ τιν᾽ ἄλλον ἔτεκες ἢ κείνους, γύναι;
ΕΚ. ἀνόνητά γ᾽, ὡς ἔοικε, τόνδ᾽ ὃν εἰσορᾷς.
ΑΓ. ποῦ δ᾽ ὢν ἐτύγχαν᾽, ἡνίκ᾽ ὤλλυτο πτόλις;
ΕΚ. πατήρ νιν ἐξέπεμψεν ὀρρωδῶν θανεῖν.
ΑΓ. ποῖ τῶν τότ᾽ ὄντων χωρίσας τέκνων μόνον;
770 ΕΚ. ἐς τήνδε χώραν, οὗπερ ηὑρέθη θανών.
ΑΓ. πρὸς ἄνδρ᾽ ὃς ἄρχει τῆσδε Πολυμήστωρ χθονός;
ΕΚ. ἐνταῦθ᾽ ἐπέμφθη πικροτάτου χρυσοῦ φύλαξ.
ΑΓ. θνῄσκει δὲ πρὸς τοῦ καὶ τίνος πότμου τυχών;
ΕΚ. τίνος γ᾽ ὑπ᾽ ἄλλου; Θρῄξ νιν ὤλεσε ξένος.
775 ΑΓ. ὦ τλῆμον· ἦ που χρυσὸν ἠράσθη λαβεῖν;
ΕΚ. τοιαῦτ᾽, ἐπειδὴ συμφορὰν ἔγνω Φρυγῶν.
ΑΓ. ηὗρες δὲ ποῦ νιν; ἢ τίς ἤνεγκεν νεκρόν;
ΕΚ. ἥδ᾽, ἐντυχοῦσα ποντίας ἀκτῆς ἔπι.
ΑΓ. τοῦτον ματεύουσ᾽ ἢ πονοῦσ᾽ ἄλλον πόνον;
780 ΕΚ. λούτρ᾽ ᾤχετ᾽ οἴσουσ᾽ ἐξ ἁλὸς Πολυξένῃ.
ΑΓ. κτανών νιν, ὡς ἔοικεν, ἐκβάλλει ξένος.
ΕΚ. θαλασσόπλαγκτόν γ᾽, ὦδε διατεμὼν χρόα.
ΑΓ. ὦ σχετλία σὺ τῶν ἀμετρήτων πόνων.
ΕΚ. ὄλωλα κοὐδὲν λοιπόν, Ἀγάμεμνον, κακῶν.
785 ΑΓ. φεῦ φεῦ· τίς οὕτω δυστυχὴς ἔφυ γυνή;

***
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Και τί γυρεύεις από μένα; Να σου δώσω, μήπως,
τη λευτεριά σου; Δύσκολο δεν είναι;
ΕΚΑΒΗ
Όχι αυτό. Τους κακούς να τιμωρήσω
κι ας μείνω σκλάβα για όλη μου τη ζήση.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Και σε τί θα μπορούσα να βοηθήσω;
ΕΚΑΒΗ
Τίποτα απ᾽ όσα φαντάζεσαι, άρχοντά μου. Βλέπεις
760 τον νεκρό τούτο που με δάκρυα βρέχω;
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Τον βλέπω. Μα πού θες να φτάσεις, δεν το ξέρω.
ΕΚΑΒΗ
Εγώ τον γέννησα· τον κράτησα στα σπλάχνα μου.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Και ποιός από τους γιους σου είναι, βαριόμοιρη;
ΕΚΑΒΗ
Όχι από κείνους που σκοτώθηκαν στην Τροία.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Ώστε, κυρά μου, κι άλλον είχες αποχτήσει;
ΕΚΑΒΗ
Ανώφελα, όπως φαίνεται. Είν᾽ αυτός που βλέπεις.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Και πού βρισκότανε σαν έπεσεν η πόλη;
ΕΚΑΒΗ
Τονε φευγάτισε ο πατέρας του, μη σκοτωθεί.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Και πού τον έστειλε από τ᾽ άλλα του τ᾽ αδέρφια χώρια;
ΕΚΑΒΗ
770 Στον τόπο τούτο, όπου τον βρήκαμε νεκρό.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Στον Πολυμήστορα, που είναι του τόπου βασιλιάς;
ΕΚΑΒΗ
Εδώ τον έστειλε, για να φυλάει πικρό χρυσάφι.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Και με ποιόν τρόπο πέθανε, ποιός ο φονιάς του;
ΕΚΑΒΗ
Ποιός άλλος; Ο Θρακιώτης φίλος τον αφάνισε.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Ω άμοιρη! Για ν᾽ αρπάξει το χρυσάφι;
ΕΚΑΒΗ
Ναι, μόλις έμαθε τη συμφορά των Τρώων.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Και πού τον βρήκες; Ποιός σ᾽ τον έφερε νεκρό;
ΕΚΑΒΗ (Δείχνοντας τη βάγια.)
Τούτη εδώ· τον εβρήκε στο ακρογιάλι.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Ετούτον γύρευε; Ή τριγύριζε γι᾽ άλλη δουλειά;
ΕΚΑΒΗ
Πήγε να φέρει από τη θάλασσα νερό
780 για να λούσω το λείψανο της Πολυξένης.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Ο φίλος, καθώς φαίνεται, τον σκότωσε
κι έπειτα τον επέταξε.
ΕΚΑΒΗ
Για να πλανιέται
στα κύματα της θάλασσας, έτσι σφαγμένος.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Ω δόλια εσύ με τους αμέτρητους πόνους.
ΕΚΑΒΗ
Πόνος δεν μένει που να μην τον δοκίμασα.
Είμαι χαμένη, Αγαμέμνονα.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Να υπάρχει, τάχα,
άλλη γυναίκα τόσο δύστυχη καθώς εσύ;

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου