Πέμπτη 9 Ιουνίου 2016

Η ΣΑΠΦΩ ΚΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ

Η αρχαϊκή εποχή, κατά την οποία έζησε και δημιούργησε η Σαπφώ, σηματοδοτεί μια νέα αρχή στην αρχαία ελληνική ιστορία μετά την πτώση του μυκηναϊκού κόσμου και τις σημαντικές ανακατατάξεις που προκάλεσαν τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα ανάμεσα στο 1200 και το 1000 π.Χ. Η πρώτη φάση της αρχαϊκής εποχής συμπίπτει με τους λεγόμενους «σκοτεινούς αιώνες», την περίοδο που ακλούθησε μετά την κατάρρευση των μυκηναϊκών βασιλείων, εποχή που η γραφή «έσβησε» κι επομένως δεν διαθέτουμε γραπτές ιστορικές πηγές που θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να την ανασυνθέσουμε. Πρέπει, λοιπόν, να αρκεστούμε στις έμμεσες πληροφορίες που μας δίνουν τα πολυάριθμα αρχαιολογικά ευρήματα. Ανάμεσα στο 1200 και το 1000 π.Χ. λέγεται ότι έλαβε χώρα η μεγάλη μετακίνηση λαών, γνωστή ως αιγιακή ή δωρική μετανάστευση, κατά την οποία έγινε ο εποικισμός της Ανατολικής Μεσογείου από ελληνικά φύλα. Για την ακρίβεια, αποικίστηκαν οι δυτικές ακτές της Μικράς Ασίας και τα νησιά που βρίσκονταν απέναντι τους.
 
Η μεταναστευτική αυτή κίνηση είχε ήδη συντελεστεί στην αρχή της αρχαϊκής περιόδου και μία από τις σημαντικότερες πολιτικές της συνέπειες ήταν η μετάβαση από τη μοναρχία στην κυριαρχία των αριστοκρατικών οί­κων1. Οι αριστοκράτες ιδιοποιήθηκαν τη γη στις περιοχές που αποίκισαν και για να εδραιώσουν την εξουσία τους ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από θεούς και ήρωες.
 
Η αριστοκρατία ενίσχυσε τη θέση της μέσα από το θεσμό της προστασίας: οι Έλληνες άποικοι, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την απειλή τόσο του ντόπιου πληθυσμού όσο και των μετακινούμενων πολεμικών φύλων, στρέφονταν προς τους αριστοκράτες για να τους προστατέψουν. Έτσι οι τελευταίοι βρίσκονταν σε συνεχή πολεμική ετοιμότητα και υποχρεώνονταν να συνάπτουν στρατιωτικές συμμαχίες.
 
Εξάλλου ο κατακερματισμός των αποικισμένων περιοχών περιόρισε σημαντικά την εξουσία των βασιλικών οίκων. Αποτέλεσμα όλων αυτών των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων ήταν η άνοδος των αριστοκρατικών γενών, γύρω στα μέσα του 8ου π.Χ. αιώνα. Η αριστοκρατία άρχισε να καλλιεργεί τις δικές της ηθικές αξίες: την αρετή, δηλαδή την πολεμική ανδρεία, την ταξική αλληλεγγύη, αλλά ταυτόχρονα και την άμιλλα και τον ατομικισμό στον πόλεμο καθώς και στον αθλητισμό, στην πολιτιστική παραγωγή, στην πολυτέλεια στην ενδυμασία και στον τρόπο ζωής.
 
Ωστόσο, νέα εμπόδια, όπως ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα αριστοκρατικά γένη, η εχθρική ενδοχώρα, η δημογραφική έκρηξη, οδήγησαν σε έναν νέο αποικισμό (περί το 750 π.Χ.]. Επικεφαλής αυτών των νέων εποικιστικών επιχειρήσεων ήταν και πάλι οι αριστοκράτες: όμως τους ακλουθούσε πλέον και μεγάλος αριθμός εμπόρων και Βιοτεχνών που αναζητούσαν νέες αγορές, ιδιαίτερα μετά την υιοθέτηση της χρηματικής οικονομίας που δημιούργησαν πρώτοι οι Λυδοί τον 7ο αιώνα π.Χ.2. Αυτές οι οικονομικές μεταβολές συνεπάγονταν και ανάλογες πολιτικές αλλαγές: τα κοινωνικά στρώματα των εμπόρων και των βιοτεχνών αναζητούσαν να ανατρέψουν τις αριστοκρατικές οικογένειες και να καταλάβουν την εξουσία στις πόλεις.
 
Μια άλλη συνέπεια αυτών των ανακατατάξεων ήταν η ανάδυση για πρώτη φορά στον δυτικό πολιτισμό της φωνής του ατόμου που επιχειρεί να σπάσει το προστατευτικό κουκούλι του γένους, χωρίς βέβαια να το κατορθώνει με απόλυτη επιτυχία. Αυτή η έκφραση του «εγώ» επιτεύχθηκε μέσω της ανάπτυξης της λυρικής ποίησης.
 
Η Σαπφώ και η ποίησή της
 
Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα είδη της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, η λυρική ποίηση έχει να παρουσιάσει γυναίκες-δημιουργούς. και μάλιστα μια μεγάλη ποιήτρια, τη Σαπφώ από τη Λέσβο (περί το 612 π.Χ-554 π.Χ.). Μολονότι διασώθηκαν ελάχιστα δείγματα από το πλούσιο ποιητικό έργο της. οι ακρωτηριασμένοι στίχοι της αρκούν για να αποδείξουν ότι κέρδισε επάξια τον τίτλο της «Δεκάτης Μούσας·>, που της είχαν αποδώσει οι σύγχρονοι αλλά και οι μεταγενέστεροι της. Στο παρελθόν είχαν γίνει αρκετές απόπειρες να γραφούν βιογραφίες της Σαπφούς, οι συγγραφείς τους όμως σπάνια ξεπερνούσαν το επίπεδο της σκανδαλολογικής φυλλάδας ή της μυθιστορηματικής βιογραφίας. Κάποια ποιήμστά της, μία αναφορά στην επιγραφή που είναι γνωστή ως Πάριο Μάρμαρο και αναφορές που βρίσκουμε σε συγγραφείς της αρχαιότητας από τον Ηρόδοτο (5ος αι. π.Χ.) ως τον Λατίνο ποιητή Οβίδιο (1ος αι. μ.Χ.), μας βοηθούν να σχηματίσουμε ένα ισχνό, έστω, περίγραμμα της ζωής της Σαπφούς,
 
Γνωρίζουμε ότι ήταν μέλος γνωστού αριστοκρατικού γένους της Λέσβου, ότι έμεινε νωρίς ορφανή από πατέρα και ότι ανατράφηκε στη Μυτιλήνη κοντά σε συγγενείς της. Η Σαπφώ παντρεύτηκε έναν πλούσιο άνδρα από την Άνδρο και απέκτησε μία κόρη. Έμεινε χήρα σχετικά γρήγορα και αργότερα δημιούργησε έναν κύκλο μαθητριών στον οίκο της, ορισμένες από τις οποίες είχαν έλθει στη Μυτιλήνη από γεωπονικές περιοχές.
 
Εμάς όμως μας ενδιαφέρει η σχέση της Σαπφούς με την κοινωνική και πολιτική κατάσταση της πατρίδας της. Έχει ιδιαίτερη σημασία το αν η μοναδική μεγάλη ποιήτρια της αρχαιότητας περιορίστηκε στην έκφραση ατομικών συναισθημάτων ή αν συμμετείχε με τον τρόπο της στα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα της εποχής της.
 
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την ερμηνεία της ποιητικής φιλοσοφίας της Σαπφούς έγκειται στην αποσπασματική μορφή του έργου της. Αρχικά, ελάχιστα αποσπάσματα των ποιημάτων της είχαν διασωθεί, αλλά αργότερα αρχαιολογικές ανασκαφές στην Αίγυπτο έφεραν στο φως πολλούς παπύρους που διέσωσαν πλήθος αποσπασμάτων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και έτσι εμπλούτισαν πς γνώσεις μας για το έργο πολλών αρχαίων συγγραφέων, ανάμεσα τους και της Σαπφούς.
 
Το Πάριο Μάρμαρο, αλλά και άλλες πηγές, τόσο φιλολογικές όσο και αρχαιολογικές, μας πληροφορούν για την εξορία της Σαπφούς στις Συρακούσες της Σικελίας (ανάμεσα στα 598-590 π.Χ.). Είχε προηγηθεί μια άλλη εξορία της, μαζί με άλλους αριστοκράτες, μόνο που τότε ο τόπος εξορίας ήταν κοντινός, ήταν η Πύρρα, πόλη της Λέσβου (περί το 604 π.Χ,). Αυτές οι εξορίες συνηγορούν υπέρ της θεωρίας που υποστήριζε ότι η Σαπφώ ήταν πολιτικά ενεργή, όσο μπορούσε να είναι πολιτικά ενεργή μια γυναίκα εκείνη την εποχή, ακόμα και στην πιο ελαστική απέναντι στη γυναίκα κοινωνία της Λέσβου. Παρ' όλα αυτά, ως τα τέλη της δεκαετίας του 1930, οι μελετητές της αρχαίας λυρικής ποίησης δεν μπορούσαν να εντοπίσουν πουθενά στα σπαράγματα του έργου της ίχνη πολιτικής δράσης, ούτε καν χλιαρού πολιτικού ενδιαφέροντος. Κι όμως, επρόκειτο για μια επιφανή αντίπαλο του τυράννου της Μυτιλήνης, του Πιττακού.
 
Ανάμεσα στα 1939 και 1941 δημοσιεύθηκαν τα δύο αποσπάσματα που αποτέλεσαν το δεύτερο σωζόμενο σε πλήρη έκταση ποίημα της Σαπφούς: σε αυτό, αν και στην αρχή δίνει συμβουλές στην κόρη της Κλείδα για τον σωστό στολισμό των γυναικείων μαλλιών και ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να της δώσει την ακριβή «μιτράνα» (σκούφια) που επιθυμούσε το κορίτσι, καταλήγει στους τελευταίους στίχους σε μια δριμεία κριτική της πολιτικής του Πιττακού, χωρίς να τον κατονομάζει: «Όμως τον άντρα από την Μυτιλήνη που όλοι του δώσανε την εξουσία - αυτόν γιατί δεν τον ρωτάς, μήπως μπορεί κάποιο στολίδι πλουμιστό να σου χαρίσει.
 
Απ' όταν πολλούς στην εξορία στηλών οι τύραννοι, τα ίχνη υπάρχουν ακόμη στην πόλη -άσχημα πήγαν εκεί τα πράγματα» (98,a, b D).
 
Σωστά, επομένως, η Μ. Giebel τονίζει ότι η Σαπφώ και ο άλλος μεγάλος λυρικός ποιητής από τη Λέσβο και σύγχρονος της, ο Αλκαίος, ήταν ομοϊδεάτες και η Σαπφώ δεν τιμωρήθηκε άδικα με και εξορία από τον Ππτακό3. Η άποψη των Α. Κάλφα και Κ. Τοπάλη ότι η ποιήτρια φαίνεται να ξεπερνά τα πολιτικά προβλήματα με μια αναφορά στο γυναικείο χτένισμα δεν φαίνεται πειστική4. Οι γυναίκες της αριστοκρατίας των ελληνικών πόλεων κατά την αρχαϊκή εποχή είχαν έναν πολύ πιο σημαντικό κοινωνικό και πολιτικά ρόλο από τις Αθηναίες του 5ου αιώνα π.Χ.
 
Μάλιστα σε ένα ποίημα του Αρχίλοχου (7ος αι. π.Χ.), γίνεται μια σπανιότατη αναφορά σε μια γυναίκα-τύραννο που κατέλαβε με το στρατό της και έγινε τύραννος μιας μη κατονομαζόμενης πόλης: «Του κόσμου την κατακραυγή μην αψηφάς, γυναίκα. Το βράδυ εγώ για τούτο θα νοιαστώ, Χαλάρωσε, γυναίκα. Μοιάζω να είμαι ταλαίπωρος; Αθλιος θε να 'μουν άνδρας και όχι από καλή γενιά. Το φίλο ξέρω να αγαπώ. Σαν το μυρμήγκι να μισώ. Αυτόν που 'ναι εχθρός μου. Λόγος αυτός αληθινός.
 
Την πόλη όπου γύρισες δεν την κούρσεψαν άλλοι. Με πόλεμο την κούρσεψες, γΓ αυτό τρανή η δόξα. Τώρα εσύ διαφέντεψε, έχεις την τυραννία. Και στους πολλούς θε να σαι ζηλευτός»5. Το ποίημα αυτό που δημοσιεύτηκε το 1954. σχολιάστηκε από τον Ι.Θ. Κακριδή, που τονίζει ότι δεν μπορεί να μην παραξενευτεί κανείς διαβάζοντας για αυτήν την τόσο πρώιμη καπετάνισσα, αν και η παρουσία μιας γυναίκας-τυράννου και πολέμαρχου δεν ήταν τόσο σπάνια στον μεσογειακό κόσμο, ίσως ήταν «κάποια μικροτυράννισσα όπως αργότερα η Αρτεμισία της Καριάς, η κόρη του Λύγδαμη, ή η Μανία, η χήρα του Δαρδανέα Ζήνη. και ποια ήταν η πολιτεία που πάτησε και πότε την πάτησε και γιατί την πάτησε»6.
 
Ακόμα και αν κάποιοι φιλόλογοι αμφισβητούν αυτή την ερμηνεία του παραπάνω ποιήματος, όλα τα ιστορικά στοιχεία (ιδίως οι επιγραφές) αποδεικνύουν ότι οι γυναίκες στα φυλετικά κράτη, εκεί όπου οι κοινωνίες είχαν παραμείνει σε επίπεδο οργάνωσης στο στάδιο του γένους, ήταν σε πολύ υψηλότερη θέση απ' ό, τι στις πιο εξελιγμένες «πολιτικές» κοινωνίες.
 
Από τα υπόλοιπα ποιήματά της όμως η Σαπφώ, αν και παρουσιάζεται φανατική αριστοκράτισσα ως προς την ιδεολογία, δεν υιοθετεί άλλα στοιχεία της πολιτικής σκέψης των αρρένων συναδέλφων και ομοϊδεατών της.
 
Δεν είναι τυχαίο ότι η ποιήτρια οε ένα απόσπασμά της αναφωνεί: «Άλλοι λένε πως ο στρατός των ιππέων, άλλοι των πεζών, κι άλλοι ο στόλος των καραβιών, λένε πως είναι τ' ομορφότερο πάνω στη μαύρη γη, μα εγώ λέω πως είναι εκείνο που αγαπάς» (απ. 16). Εδώ η Σαπφώ εκφράζει, αν όχι ακριβώς αντιπολεμικές, πάντως θηλυκές αξίες: βάζει πάνω από τους στρατούς τη ζωή και τον έρωτα.
 
Η Μ. Giebel κάνει μια ενδιαφέρουσα σύγκριση του παραπάνω αποσπάσματος με ένα παρόμοιο ως προς το θέμα αλλά ιδεολογικά διαμετρικά αντίθετο ποίημα του Αλκαίου, σύγχρονου και ομοϊδεάτη της ποιήτριας: «Λαμποκοπάει το μέγα δώμα από το χάλκωμα. Και για τον Άρη ακέρηα η στέγη του ομορφοστολίστηκε με περικεφαλαίες αστραφτερές που απ' την κορφή τους κρέμονται κάτασπρες αλογόφουντες στολίδια στα κεφάλια των πολεμιστάδων... Από κοντά και σπάθες Χαλκιδιώτικες, από κοντά και πλήθος αναζώσματα και κοντοχίτωνα πολέμου. Πράγματα που ο νους δεν είναι τρόπος να τ' αποξεχάσει, μια και στο έργο τούτο το μεγάλο τώρα πρωτομπαίνουμε» (54 D). Η γερμανίδα φιλόλογος επισημαίνει ότι η αντίθεση γυναικείου και ανδρικού κόσμου προχωρά­ει πολύ πέρα από το περιεχόμενο των ποιημάτων και γίνεται αισθητή και στον ποιητικό τρόπο έκφρασης. Ο Αλκαίος περιγράφει τον κόσμο του άνδρα ως έκρηξη πολεμικής λαμπρότητας και αφθονίας, ενώ η Σαπφώ παρουσιάζει τα πράγματα του ανδρικού κόσμου ως «καβαλάρηδες, πεζικό, πλοία» - εντελώς πεζά, χωρίς να χρησιμοποιήσει ούτε ένα κοσμητικό επίθετο7. Μάλιστα η Giebel αναφέρει ότι ένας άλλος γερμανός φιλόλογος ενοχλήθηκε τόσο από αυτή την αδιαφορία της ποιήτριας για το στρατό ώστε μετέφρασε το απόσπασμα αυτό τόσο ελεύθερα που το άλλαξε, το μετέτρεψε σχεδόν σε ύμνο του στρατού και των πλοίων8.
 
Ανάλογες απόψεις εξέφρασε και ο Γ. Ανδρε­άδης σε παλαιότερο άρθρο του: «Κάνετε έρωτα, όχι πόλεμο. Η Σαπφώ δεν διατυπώνει κάποιο παρόμοιο κοινωνικό πολιτικό σύνθημα, ο λόγος της όμως αναδεικνύεται ριζικά διαφορετικός από τον επίσημο των ανδρών-πολεμιστών»9.
 
Πάντως άλλες αρχαίες ελληνίδες ποιήτριες, όπως η μεταγενέστερη Νοσσίς. που έζησε στους Επιζεφύριους Λοκρούς της Νότιας Ιταλίας τον 3ο αιώνα π.Χ.. δεν έμειναν αδιάφορες απέναντι στο θέμα της εξύμνησης του πολέμου. Σε ένα επίγραμμά της εξυμνεί τη νίκη των συμπατριωτών της εναντίον των Βρεττών (κάποιου αυτόχθονος φύλου), αναφερόμενη στις ασπίδες των ηττημένων που οι Λοκροί πολεμιστές κρέμασαν ως τρόπαια νίκης στους ναούς της πόλης τους10.
 
Η Σαπφώ ως εκπρόσωπος της γυναικείας αριστοκρατικής ιδεολογίας
 
Πάντως η ποιήτρια από τη Λέσβο εξέφρασε την αριστοφανική της ιδεολογία με έναν καθαρά γυναικείο τρόπο κάνοντας ειρωνικές και σκληρές επιθέσεις σε γυναίκες της αντίπαλης παράταξης καθώς και στην εταίρα Δωρίχα που ξεμυάλισε έναν από τους αδελφούς της και σπατάλησε την περιουσία του.
 
Ο πιο άμεσος τρόπος έκφρασης της ανωτερότητας των αριστοκρατών και των δύο φύλων, κυρίως όμως των γυναικών, ήταν στην ενδυμασία και στον καλλωπισμό. Εκείνο που ξεχώριζε την αριστοκράτισσα από τη λαϊκή γυναίκα ήταν η πολυτέλεια στην ενδυμασία, αλλά η αριστοκράτισσα ξεχώριζε και από την κακόγουστη νεόπλουτη με τη χάρη και τη φινέτσα της ενδυμασίας αλλά και της κινησιολογίας της. Η Σαπφώ ειρωνεύεται τις νεόπλουτες αντιπάλους της, χρησιμοποιώντας όμως πάντα μια λεπτή ειρωνεία και ένα κόσμιο λεξιλόγιο: κατακρίνει την αντίπαλο της Ανδρομέδα ως «χωριάτισσα» που δεν ξέρει να διπλώσει τις φούστες της11.
 
Αντίθετα με τη Σαπφώ, ο Αλκαίος επιτίθεται στην αριστοκράτισσα σύζυγο του Πιττακού, μια μεγάλη σε ηλικία γυναίκα, της οποίας ο γάμος με τον τύραννο ήταν μια προσπάθεια συμβιβασμού του Πιττακού με την αριστοκρατία της Μυτιλήνης, με εξαιρετικά χυδαίο τρόπο. Η γυναίκα αυτή είχε, όπως φαίνεται, τη συνήθεια να ντύνεται με χλιδή και να καλλωπίζεται υπερβολικά για την ηλικία της: «Όσα πλούσια ρούχα και μπιχλιμπίδια και να δώσει κανείς για να στολίσει μια γριά γουρούνα», έγραφε γι’ αυτήν ο Αλκαίος, «θα είναι ανίκανος να κρύψει την κοπριά που βρίσκεται πίσω της.. .»12. Τέτοια χυδαία γλώσσα ήταν απαγορευμένη στις κυρίες της αριστοκρατίας, όπως η Σαπφώ. Η ποιήτρια αναφέρεται συχνά στα κείμενά της στη λεπτή πολυτέλεια των γυναικείων ρούχων, στην απαλή υφή τους και στα λαμπερά τους χρώματα.
 
Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, όπως εκείνη του Σόλωνα στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. στην Αθήνα, περιόρισαν με νό­μους την πολυτέλεια και την κοινωνική επίδειξη των γυναικών ακόμα και στις μεγάλες θρησκευτικές γιορτές για να χτυπήσουν έτσι τη δύναμη της αριστοκρατίας13.
 
Η Σαπφώ, σε ένα άλλο ποιητικό της απόσπασμα, κακίζει κάποια αντίπαλο της, μάλλον την Ανδρομέδα, για την έλλειψη αληθινής πνευματικής καλλιέργειας, γεγονός που θα αφαιρέσει από την αντίπαλο της το δικαίωμα στην υστεροφημία, την οποία είναι σίγουρη ότι η ίδια είχε κερδίσει: «Πως κάποιον από μας ξανά θα θυμηθείτε, λέω» (59D).
 
Η Σαπφώ, τέλος, εξοργίστηκε με τη συμπεριφορά του νεότερου αδελφού της Χάραξου, που όντας έμπορος, σε ένα από τα ταξίδια του στην ελληνική αποικία Ναύκρατη, στην Αίγυπτο, ερωτεύτηκε τη δούλα εταίρα Δωρίχα, την εξαγόρασε από τον κύριό της και άρχισε να ξοδεύει την περιουσία του για χάρη της. Αυτός ο κοινωνικά αταίριαστος έρωτας προκάλεσε την οργή της Σαπφούς: έτσι, σε ένα ποίημά της απευθύνει μια προσευχή προς τις Νηρηίδες για να προστατέψουν τον αδελφό της κατά το θαλασσινό του ταξίδι: «Και μακάρι να επιθυμεί να αποκτήσει η αδελφή του την εκτίμηση που της πρέπει. Όσο για τα σκληρά και θυμωμένα λόγια με τα οποία κατά την αναχώρηση του, εκνευρισμένος πολύ από τις κατηγορίες μου, προσπάθησε μέσα στη σκοτούρα του να καταβάλει την ψυχή μου, λοιπόν, ανάμεσα στις ευχαριστήριες γιορτές των συμπολιτών του, δεν θα τεθεί πλέον θέμα, όταν θα επιστρέψει σε λίγο καιρό και θα βρει μια σύζυγο, αν το επιθυμεί, μεταξύ των ευπρεπών δεσποινίδων. Και για ό, τι αφορά σ' εσένα, κακιά και απαίσια λύκαινα, φύγε, άρχισε να ανιχνεύεις για να κυνηγήσεις άλλη λεία», 14.
 
Εκπλήσσεται κανείς από τη σφοδρότητα της επίθεσης της Σαπφούς ενάντια στη Δωρίχα, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ποιήτρια ήταν δέσμια της κοινωνικής ηθικής της τάξης και της εποχής της. Σύμφωνα με τον Α. Weigall. την εποχή που η Σαπφώ έγραψε αυτό το ποίημα είχε αρχίσει να γερνά και, επιθυμώντας να διατηρήσει την καλή της φήμη, απέρριπτε το γάμο του αδελφού της με μια σκλάβα15.
 
Η Σαπφώ παρέμεινε ως το τέλος της ζωής της μα γυναίκα που πίστευε στον έρωτα και στις λεγόμενες θηλυκές αξίες, πάνω απ' όλα όμως παρέμεινε αριστοκράτισσα στο πνεύμα και στην ψυχή.
-------------------------
 
Σημειώσεις
 
1. Μ. Giebel, Σαπφώ, μτφρ. Φ. Πρεβεδουρου. Αθήνα 1990. σ. 13-14.
2. Σπ3ΐ&ο, σ. 16. ΙΣτοιΛο.α 129-132.
4 Α. Κάλφας / Κ. Τοπαλη. «Αρχαία ελληνική λυρική ποίηση: εισαγωγικό σημείωμα». Διαβάζω 36 (1984). Σ, 19.
5. Δ. Δρακοπουλος (εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια), Αρχίλοχος, Αθήνα 1997, σ. 31
6. Ι.θ. Κακριδής. Έλα Αφροδίτη ανθοστεφανωμένη. Αθήνα 1993, α 19.
7. Giebei. ο.π,σ. 63.
8. Στο ίδιο.
9. Γ Ανδρεάδης, «Το άρμα της Αφροδίτης: Η ερωτική μύηση του γένους των γυναικών στην ποίηση της Σαπφώς», Διαβάζω 107 (1984), ο. 38.
10 M B. Skinner. -Nossis thelyglossos: The private text and the public book-, στο S B Pomeroy (επιμ). Women's His/on/ and Ancient History, London 1991. σ. 30.
11 A. Weigall, Σαπφώ.η Λεσβία, Αθήνα 2001. σελ. 176.
12. Στο ίδιο. σ. 125.
13. Βλ. Κ Μαντάς, «Οι ιδεολογικές διαστάσεις του περιοριστικού χαρακτήρα της γυναικείας ενδυμασίας», Αρχαιολογία S3 (2002), 0.21-28
14. Weigall, ό.π. σ. 319-320.
15. Στο ίδιο.