Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

Αριστοφάνης

Ο Αριστοφάνης θεωρείται ο μεγαλύτερος απ’ τους κωμικούς ποιητές της αρχαιότητας που άφησε εποχή στην εξέλιξη της αρχαίας κωμωδίας, στην οποίαν αναδείχτηκε ο σημαντικότερος εκπρόσωπος και διαμορφωτής. Για τη ζωή του ξέρουμε πολύ λίγα, ίσως γιατί παρόλο που κυριάρχησε για 40 χρόνια στο αττικό θέατρο κι ήταν πολύ δημοφιλής, ζούσε μια μοναχική ζωή γεμάτη από πνευματικές ασχολίες. Το σίγουρο πάντως είναι πως ήταν Αθηναίος, απ’ τον δήμο των Κυδαθηναίων κι απ’ την Παντιονίδα φυλή. Ονομαζόταν ακόμα κι Αιγινίτης, γιατί έμενε σχεδόν συνέχεια στ’ αγρόκτημά του στην Αίγινα. Γεννήθηκε ανάμεσα στο 455 και 450 π.Χ. και πέθανε ίσως το 385 π.Χ. Είχε εξαιρετική μόρφωση και παρακολουθούσε με πολύ ενδιαφέρον την πολιτική και κοινωνική ζωή της Αθήνας σατιρίζοντας στις κωμωδίες του που τις παρουσίαζε στη σκηνή με ψευδώνυμο, τα τρωτά προσώπων και γεγονότων μ’ απαράμιλλο τρόπο. Παντρεύτηκε νέος κι έκανε τρία παιδιά (Φίλιππο, Νικόστρατο, Αραρότα). Απ’ αυτούς ο τελευταίος συνέχισε το έργο του πατέρα του. Έγραψε 44 κωμωδίες απ’ τις οποίες ολόκληρες σωθήκαν 11 που είναι σε χρονολογική σειρά: Αχαρνής, Ιππής, Νεφέλαι, Σφήκες, Ειρήνη, Όρνιθες, Λυσιστράτη, Θεσμοφοριάζουσαι, Πλούτος, Βάτραχοι, Εκκλησιάζουσαι. Στα έργα του που ήσαν γεμάτα από αισχρολογίες οι οποίες δεν θεωρούνταν τότε απρεπείς, περιέλαβε τα ζωντανότερα και πιο καθημερινά γλωσσικά στοιχεία δίνοντας έτσι στην αττική διάλεκτο ύψος, λεπτότητα κι ευλυγισία.

Αχαρνής (425 π.Χ.)
Το πιο παλιό απ’ τα σωσμένα έργα του Αριστοφάνη είναι οι Αχαρνής. Παίχτηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα 6 χρόνια απ’ την αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου. Η νοσταλγία που αισθάνεται για την ειρήνη ο κλεισμένος μέσα στα τείχη της Αθήνας λαός πρόσφερε στον Αριστοφάνη για πρώτη φορά εδώ, την ευκαιρία να εκφραστεί γι’ αυτό το θέμα. Ο Χωρικός Δικαιόπολις, ένας δίκαιος πολίτης, εκπροσωπεί την κούραση των Αθηναίων απ’ τον πόλεμο. Μέσα στην απελπισία του κλείνει ιδιωτική ειρήνη με τους Πελοποννησίους κι έτσι μετά απ’ αυτό μπορεί ν’ ανοίξει μιαν υπαίθρια αγορά και να κοροϊδεύει όλους αυτούς που κάνουν πόλεμο. Τους αρχικά πολεμοχαρείς καρβουνιάρηδες απ’ το χωριό Αχαρνές κατάφερε (εδώ έχουμε παρωδία του Ευριπίδη) να τους μεταπείσει με πολύ κόπο υπέρ της ειρήνης, ενώ στην παράβαση τα βάζει με τον πολιτικό Κλέωνα (το μέρος αυτό των κωμωδιών ο Αριστοφάνης το χρησιμοποιεί συχνά, για να παρουσιάσει τις δικές του προσωπικές θέσεις κι επιθυμίες). Το έργο κλείνει με μια θορυβώδικη (γεμάτη από αυταπάτες) γιορτή ειρήνης.

Ιππής (424 π.Χ.)
Οι Ιππής ήταν το πρώτο έργο που ανέβασε με το δικό του όνομα στη σκηνή. Με το έργο αυτό ο Αριστοφάνης έδωσε το μεγάλο χτύπημα στον Κλέωνα τον οποίον ενσαρκώνει ένας βάρβαρος δούλος που με τις δωροδοκίες του και με την έλλειψη του στοιχειώδους σεβασμού έχει κερδίσει μια φριχτή επιρροή πάνω στον γερομαραζωμένο αφέντη του που έχει τ’ όνομα Δήμος και τυραννάει έτσι τους άλλους δούλους. Για σωτηρία επιστρατεύεται ένας αλλαντοπώλης που επισκιάζει σε αχρειότητα τον επικεφαλής των δούλων. Αυτός λοιπόν πραγματοποιεί το θαύμα, να διώξει απ’ τη μέση τον μισητό. Στο τέλος με μια θαυματουργή θεραπεία ο αφέντης Δήμος ξαναγίνεται νέος και παρουσιάζεται με την παλιά του δύναμη και φρεσκάδα για να γίνουν από δω και πέρα πια όλα καλύτερα. Η επιτυχία αυτού του έργου δεν εμπόδισε την επανεκλογή του Κλέωνα στο αξίωμα του στρατηγού. Όμως ο Αριστοφάνης εξακολούθησε να τον καταδιώκει. Το δράμα πήρε τ’ όνομά του απ’ τους ιππείς που ήταν μια τάξη που είχε εχθρικές διαθέσεις για τον δημαγωγό.

Νεφέλαι (423 π.Χ.)
Το κείμενο των Νεφελών που έχουμε είναι μια διασκευασμένη, απ’ τον ίδιο τον Αριστοφάνη, μορφή του έργου που παίχτηκε τότε. Με το δράμα αυτό ο ποιητής ασχολήθηκε με την παιδεία κι έκανε στο πρόσωπο του Σωκράτη επίθεση εναντίον της σοφιστικής κίνησης στο σύνολό της. Ο Χορός των νεφελών εκπροσωπεί τους προστάτες θεούς ενός νεφελώδους κόσμου του πνεύματος και της σκέψης μέσα στον οποίο κινείται ο Σωκράτης με τους νεαρούς μαθητές του. Ένας γέρος χωρικός θέλει να μπει σ’ αυτόν τον κόσμο, για να μάθει την τέχνη να διαστρέφει το δίκαιο. Επειδή όμως ο ίδιος αποτυχαίνει στην προσπάθειά του, πρέπει να είναι στη διδασκαλία κι ο γιος του ο Φειδιππίδης. Για χάρη του οργανώνεται ένας μεγάλος επιδεικτικός διάλογος. Στο μεταξύ ο νεαρός μαθαίνει τόσο γρήγορα, ώστε αμέσως δοκιμάζει τις νεοαποκτημένες του γνώσεις πάνω στον ίδιο τον πατέρα του, οπότε ο οργισμένος πατέρας ορμάει στο σχολιό του Σωκράτη και του βάζει φωτιά. Ο Αριστοφάνης παρουσίασε τον Σωκράτη του με κάποια απόλυτα γνήσια χαρακτηριστικά του, έστρεψε όμως χωρίς κανέναν δισταγμό εναντίον του την επίθεση που προόριζε για το φιλοσοφικό κίνημα, προφανώς επειδή η πλειονότητα των Αθηναίων πολιτών θεωρούσε στην πραγματικότητα τον Σωκράτη αρχισοφιστή. Η Απολογία του Πλάτωνα δείχνει την αποφασιστική επίδραση που άσκησε το έργο του Αριστοφάνη στη διαμόρφωση της εικόνας που είχαν μέσα τους οι σύγχρονοι Αθηναίοι για τον Σωκράτη. Το γεγονός όμως πως πέρασε πάνω απ’ τη σκηνή σαν παρωδία και χωρατό του τύπου της κωμωδίας έγινε 25 χρόνια αργότερα, μέσα σ’ εντελώς διαφορετικές πολιτικές συνθήκες εξοντωτικές για τον Σωκράτη.

Σφήκες (422 π.Χ.)
Το έργο είναι μια διακωμώδηση των οχλοκρατικών αθηναϊκών δικαστηρίων και των δικαστών τους που δικάζαν σύμφωνα με τα συμφέροντα και τα πάθη τους, καθώς επίσης και της ξιπασιάς και του φανατισμού των ενόρκων. Οι σφήκες με το μακρύ τους κεντρί ενσαρκώνουν το σώμα των δικαστών. Η κωμωδία αυτή, γραμμένη κάτω απ’ την επήρεια σοβαρών πολιτικών γεγονότων εκφράζει συγχρόνως κι ένα προσωπικό καημό του ποιητή για την αποτυχία του με τις Νεφέλες ένα χρόνο πριν στο θέατρο του Διονύσου (423 π.Χ.). Αυτή τη φορά η συμπάθεια του Αριστοφάνη είναι με το μέρος του γιου που θέλει ν’ απομακρύνει τον πατέρα του απ’ τη δικομανία. Η προσπάθειά του όμως δεν πετυχαίνει, γιατί ο πατέρας, αντί για χρηστός πολίτης μεταβάλλεται απροσδόκητα σ’ έναν ζωηρό και κεφάτο καλοζωιστή γλεντζέ που οργανώνει μια θορυβώδικη γιορτή που μ’ αυτήν τελειώνει το έργο.
Η κωμωδία αύτή έγινε το πρότυπο του Ρακίνα στους Plaideurs (δικορράφους).

Ειρήνη (421 π.Χ.)
Η Ειρήνη που δείχνει το θέμα της ο ίδιος ο τίτλος, θα λέγαμε ότι έχει τον ίδιο σκοπό όπως οι Αχαρνής. Σ’ αυτή διακωμωδεί την πολυπραγμοσύνη και τη φιλοπόλεμη τάση των Ελλήνων υποστηρίζοντας την ειρήνη που διαπραγματεύονταν οι Αθηναίοι κι οι Λακεδαιμόνιοι μετά τον θάνατο του Κλέωνα και του Βρασίδα και που μετά από λίγο συνομολογήθηκε με το Νικία. Πρόκειται για την απελευθέρωση της θεάς Ειρήνης που τη φυλάκισε ο Πόλεμος. Την απελευθέρωση αυτή την πετυχαίνει ο χωρικός Τρυγαίος που ανεβαίνει στον ουρανό καβάλα σ’ έναν πελώριο σκάνθαρο (παρωδία του μύθου Βελλεροφόντη-Πήγασου). Στο τέλος μπορεί να γιορταστεί με αγροτική ειρήνη, μια χαρούμενη γιορτή όπου περιπαίζονται οι οπαδοί του πολέμου. Υπάρχει η άποψη ότι ήταν μια παράσταση που γινόταν σε δυο επίπεδα, μπροστά και πάνω στο κτίριο της σκηνής.

Όρνιθες (414 π.Χ.)
Στους Όρνιθες (πουλιά) πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν το φανταστικό κι η ουτοπική επιθυμία. Θέμα του είναι η φυγή του βασανισμένου κι ειρηνόφιλου ανθρώπου για μια χώρα που επικρατεί μια παραμυθένια ειρήνη. Δυο καλοί πολίτες φεύγουν απ’ τον τόπο τους και φτιάχνουν ανάμεσα στον ουρανό και τη γη τη Νεφελοκοκκυγία (κατοικία κούκων στα σύννεφα), όπου βασιλεύουν τα πουλιά. Το κακό είναι ότι σε λίγο βρίσκονται εκεί κι άλλοι άνθρωποι, οι φαύλοι της Αθήνας που θέλουν να πάρουν μέρος στην ίδρυση της νέας πόλης. Έτσι ο Αριστοφάνης έχει την ευκαιρία να φέρει πάνω στη σκηνή μιαν ολόκληρη σειρά από εκπληκτικούς τύπους που ο καλύτερος εκπρόσωπός τους είναι ένας ποιητής που θα ήθελε να μεταμορφωθεί σε αηδόνι. Σε λίγο αναγγέλλεται και μια πρεσβεία των θεών. Το έργο τελειώνει με τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στους θεούς και τα πουλιά και μ’ έναν γάμο που κυρίως στους Χορούς των πουλιών έχει μεγάλη ποιητική ομορφιά και δείχνει τις ικανότητες του ποιητή στη μουσική και τη μετρική. Με την κωμωδία αυτή ο Αριστοφάνης διακωμωδεί τους συκοφάντες και τους δημοκόλακες ακόμα και τις θεωρίες για νέα πολιτεύματα

Θεσμοφοριάζουσαι (411 π.Χ.)
Το 411 π.Χ. παρουσίασε δυο κωμωδίες με συγγενικό θέμα τις Θεσμοφοριάζουσες και τη Λυσιστράτη. Στις δυο αυτές κωμωδίες ο Αριστοφάνης παρουσιάζει όλη τη δύναμη της γυναίκας που σαν σύντροφος, σαν μάνα και σαν ερωμένη μπορεί να επιβάλει την ειρήνη ανυψώνοντας τον πολιτισμό της χώρας.
Οι Θεσμοφοριάζουσες, δηλαδή αυτές οι γυναίκες που γιορτάζουν, χωρίς τη συμμετοχή αντρών, τα Θεσμοφόρια, γιορτή της Δήμητρας συμβουλεύουν κοινή δράση εναντίον του Ευριπίδη για την καταστροφή του, επειδή τις έχει προσβάλει στα έργα του παρουσιάζοντας τις γυναικείες αδυναμίες τους. Ετοιμάζεται λοιπόν ένα χτύπημα εναντίον του ποιητή. Η απόπειρα προδίδεται, όμως αυτό δεν εμποδίζει να πραγματοποιηθεί μ’ επιτυχία. Στο τέλος μόλις και μετά βίας ο καταδιωκόμενος το σκάζει με πονηριά. Στο έργο αυτό ο Αριστοφάνης δεν διακωμωδεί μόνο τον Ευριπίδη αλλά και τον γυναικοπρεπή Αγάθωνα. Το έργο οφείλει τη γοητεία του στην παρωδία αρκετών τραγωδιών του μεγάλου τραγικού, κάτι που δείχνει πόσο μεγάλη οικειότητα πρέπει να είχαν, όχι μόνο ο Αριστοφάνης αλλά και το κοινό του με τα έργα του ποιητή.

Λυσιστράτη (411 π.Χ.)
Η Λυσιστράτη επίσης του 411 π.Χ. παρουσιάζει κι αυτή μια συνομωσία γυναικών που αυτή τη φορά αυτή η συνωμοσία τους υπηρετεί πολιτικούς σκοπούς και πιο συγκεκριμένα τον τερματισμό του πολέμου και τ’ όραμα μιας πανελλήνιας ειρήνης. Η Λυσιστράτη θέλοντας να συμφιλιώσει τους Έλληνες που αλληλοσκοτώνονται προσκάλεσε γυναίκες απ’ την Πελοπόννησο κι απ’ τη Βοιωτία, γιατί κατά τη γνώμη της η σωτηρία της Ελλάδας βρισκόταν στα χέρια των γυναικών, αφού οι άντρες σταθήκαν ανίκανοι να σταματήσουν τον πόλεμο και τις προτρέπει να διακόψουν κάθε σεξουαλική επαφή με τους άντρες τους για όσο διάστημα χρειαστεί μέχρι που να υποταχτούν κι αυτοί στο σχέδιό τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι για πρώτη φορά ο Χορός παραμένει σ’ όλη τη διάρκεια του έργου χωρισμένος σε δυο ομάδες, Το γεγονός πως λείπει απ’ την Παράβαση το αναπαιστικό μέρος, πως ο ποιητής αποτείνεται ο ίδιος προς το κοινό, πως η δράση κι η πλοκή συνεχίζονται μετά την Παράβαση μέχρι την τελευταία σκηνή, κάνει πολλούς να πιστεύουν πως το τέλος της κωμωδίας δεν είναι ολόκληρο, αφού, άλλωστε, η έξοδος του Χορού θα έπρεπε να γίνεται με ύμνους, θριαμβευτικές κραυγές και χορούς που στο κείμενο που υπάρχει έχουν προαναγγελθεί αλλά δεν γίνονται. Στην πραγματικότητα με το έργο του αυτό ο Αριστοφάνης απηύθυνε σοβαρές προειδοποιήσεις και συμβουλές στους Έλληνες που είχαν φτάσει σε τέτοια έχθρα μεταξύ τους.

Βάτραχοι (406 π.Χ.)
Στους Βατράχους του ο Αριστοφάνης πιάνει το παλιό θέμα της κατάβασης στον Άδη. Εδώ ο Διόνυσος, ο θεός του θεάτρου θέλει να κατέβει στον Κάτω Κόσμο, για να φέρει από κει έναν ποιητή στην ορφανεμένη πια, όπως ο ίδιος πίστευε, αθηναϊκή ορχήστρα. Οργανώνεται λοιπόν ένας ποιητικός διαγωνισμός στον Άδη υπό την προεδρία του Διονύσου κι όπου τα Πρωτεία διεκδικούν ο Αισχύλος κι ο Ευριπίδης. Ο κωμικός κρίνοντας τους δυο τραγικούς με πολλή λεπτότητα και χάρη προτιμάει μεν τον Αισχύλο αλλά πολεμώντας το νεωτεριστικό πνεύμα του Ευριπίδη δείχνει τέτοιο πάθος για τον τραγικό που και πεθαμένον ακόμα τον διακωμωδεί καθώς και τον Σωκράτη. Στο έργο αυτό ο ποιητής περιγράφει το ταξίδι στον Άδη όπου ο Χορός των Βατράχων κοάζει στη λίμνη του Κάτω Κόσμου, ενώ το δεύτερο μέρος του έργου περιλαμβάνει έναν μεγάλον αγώνα λόγων ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη. Στο τέλος ο Διόνυσος, ο δικαστής που εκπροσωπεί το κοινό, αποφασίζει να φέρει μαζί του στον Επάνω Κόσμο τον Αισχύλο, τον ποιητή που χρειάζεται η Αθήνα για να μπορέσει να ξεπεράσει τα μεγάλα προβλήματα, αφού οι ποιητές μετριούνται με το μέτρο και την αξία τους στο θέμα της γενικότερης αγωγής, στο θέμα της ωφέλειας που προσφέρουν στην κοινότητα. Ο αγώνας λόγων, με τις πλούσιες σε αντιθέσεις παρωδίες που δείχνουν τον πλούτο των γνώσεων του ποιητή, προβάλλει τα ιδιαίτερα κάθε φορά χαρακτηριστικά των μεγάλων τραγικών.

Εκκλησιάζουσαι (393-392 π.Χ.)
Σ’ αυτή τη συνέλευση των γυναικών γίνεται πάλι μια συνωμοσία που θέλουν να δώσουν ένα τέλος στην αντρική διοίκηση και να πάρουν οι ίδιες την εξουσία. Ό,τι έγινε στη Λυσιστράτη με αφορμή τη δυσάρεστη κατάσταση που δημιούργησε ο πόλεμος, επαναλαμβάνεται εδώ με στόχο τη συνολική ανατροπή μ’ ένα κοινωνικό πρόγραμμα διακυβέρνησης που περιέχει μια κοινοκτημοσύνη αγαθών. Επειδή όμως στο σχέδιο εμπεριέχεται και μια κοινοκτημοσύνη γυναικών, το σχέδιο πάει στραβά. Στο τελευταίο τμήμα το σχέδιο οδηγείται ad absurdum (βιασμένα). Η καταπληκτική ομοιότητα της κεντρικής ιδέας του έργου με την Πολιτεία του Πλάτωνα που γράφτηκε 20 χρόνια μετά, αποτελεί ένα πολυσυζητημένο πρόβλημα. Στις Εκκλησιάζουσες ο ποιητής διακωμωδεί τις ιδέες για τη χειραφέτηση των γυναικών και για την κοινοκτημοσύνη. Αυτές τις ιδέες που μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο η φτώχια καλλιεργούσε στις εξημμένες κεφαλές. Γι’ αυτό βάζει τις γυναίκες να συνέρχονται στην Εκκλησία του Δήμου και να ψηφίζουν κοινοκτημοσύνη και στο εξής να διευθύνουν αυτές τα κοινά αντί οι άντρες που η ανοησία τους πολλά κακά προκάλεσε. Η αρχή του πρώτου μονολόγου της Πραξαγόρας είναι παρωδία της τεχνοτροπίας και του στομφώδους ύφους του Ευριπίδη.

Πλούτος (388 π.Χ.)
Το τελευταίο απ’ τα έργα που μας έχουν σωθεί, ο Πλούτος αποτελεί ένα πέρασμα προς τη Μέση Αττική Κωμωδία. Ο Πλούτος είναι τυφλός κι ο πλούτος είναι μοιρασμένος στον κόσμο λάθος. Όταν ο Πλούτος ξαναβρίσκει από θαύμα το φως του, τα γενικά σχέδια δεν πραγματοποιούνται, γιατί η φτώχεια είναι μια ευεργετική κινητήρια δύναμη του ανθρώπου κι οι κοινωνικές αυταπάτες διαλύονται. Στον Πλούτο ο ποιητής γελοιοποιεί την κακή διανομή του Πλούτου που τυφλός όπως είναι έρχεται στους κακούς. Αλλά ο Χρεμύλος, όπως είναι έντιμος πολίτης αφού συνάντησε τον τυφλό θεό και γιάτρεψε τα μάτια του τους μεν καλούς πλούτισε τους δε κακούς έβαλε σ’ ένδεια. Σ’ αυτή την κωμωδία ο ποιητής αντί να διασύρει ορισμένα πρόσωπα ή πολιτικούς διακωμωδεί τις ανοησίες των ανθρώπων. Στην κωμωδία λείπει σχεδόν ο Χορός και μόνο κάποιο δείγμα του υπάρχει στην πρόσθετη σκηνή που αλληλοκοροϊδεύονται οι φτωχοί κι ο Καρίων. Έτσι λοιπόν ο Πλούτος αποτελεί τη μετάβαση απ’ την Αρχαία στη Μέση Κωμωδία.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου